Open menu
28 | 03 | 2024

Νόμος 1587/1950

21/22 Δεκεμβρίου 1950 (Α 294)

 

Περί κυρώσεως τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του υπ' αριθ. 1521/1950  Αναγκ. Νόμου "περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων". 

 

   Ευρετήριο. Επιλέξτε μέσα από την λίστα κατευθείαν το Άρθρο που σας ενδιαφέρει

 

 

Άρθρο πρώτο.

 

Κυρούται αφ' ης ίσχυσε ο Αναγκαστικός Νόμος 1521/1950 " περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων " δημοσιευθείς δια του υπ' αριθ. 245 της 29 Οκτωβρίου 1950 φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως τροποποιούμενος και συμπληρούμενος ως κάτωθι:

 

 

 

 

 

Άρθρο 1


1. Εφ' εκάστης εξ' επαχθούς αιτίας μεταβιβάσεως ακινήτου ή πραγματικού επί ακινήτου ή πραγματικού επί ακινήτου δικαιώματος ως και επί μεταβιβάσεως πλοίου υπό ελληνικήν σημαίαν επιβάλλεται φόρος επί αξίας αυτών.
2. Ακίνητα λογίζονται τα κατά τα άρθρα 948 και 953 του Αστικού κώδικος χαρακτηριζόμενα ως τοιούτο.
3. Εν την έννοια του όρου μεταβιβάσεως δια την εφαρμογή του παρόντος νόμου είναι:

α) η απαλλοτρίωσις της πλήρους ή της ψιλής κυριότητας αδιαφόρως εν αύτη γίνεται υπό αναβλητική αίρεσιν ή επί τω όρω της εξωνήσεως,

β) η σύστασις επικαρπίας οικήσεως ή άλλης δουλείας εκ των προβλεπομένων υπό των άρθρων 1188 εώς 1191 του Αστικού Κώδικος,

γ) κατά την διάλυσιν ομορύθμου ή ετερορύθμου εταιρείας μεταβίβασης της ακινήτου περιουσίας της εις τα μέλη αυτής,

δ) η παραίτησις από της κυριότητας επί ακινήτου περιουσίας της εις τα μέλη αυτής,

δ) η παραίτησις από της κυριότητας επί ακινήτου ή από πραγματικού δικαιώματος επί ακινήτου ή από της κυριότητας πλοίου,

ε) η απαλλοτρίωσις ακινήτου δια δημόσιαν ωφέλειαν

ς) η εναλλαγή προικός έχουσης αντικείμενον ακινήτου ή πραγματικόν δικαίωμα επί ακινήτου ή πλοίον και

ζ) η διανομή ακινήτων κλπ. μεταξύ των συγκυριών των.
η) Η σύσταση, απόσβεση ή η μεταβίβαση μαζί με το δεσπόζον ακίνητο πραγματικής δουλείας από τις προβλεπόμενες από τα άρθρα ΙΙΙ8 επ. του Αστικού Κώδικα.

4. Ως μεταβίβαση λογίζονται:

α) η περαιτέρω, πλην της πρώτης, μεταβίβαση του τίτλου μεταφοράς συντελεστή δόμησης και

β) η παραχώρηση του δικαιώματος  αποκλειστικής χρήσης επί κοινόκτητων κύριων, βοηθητικών ή ειδικών χώρων  κτισμάτων ή επί κοινόκτητου τμήματος οικοπέδου.

5. Ως αξία λογίζεται η αγοραία αξία την οποία έχει το ακίνητον ή το πραγματικόν επί του ακινήτου δικαίωμα ή το πλοίον κατά την ημέραν της μεταβιβάσεως των.
6. Ως πλοία λογίζονται τα κατά τον εμπορικόν νόμον χαρακτηριζόμενα ως τοιαύτα .
7. Η επανάληψη συμβολαίου μεταξύ των αυτών προσώπων ή των ειδικών ή καθολικών διαδοχών του , για το ακίνητο για οποιοδήποτε λόγο καθώς και η διόρθωση συμβολαίου, εφ' όσον δεν αναφέρεται στο όνομα του αγοραστή και πωλητή, στο τίμημα, στην έκταση ή στη θέση και στην περιγραφή του ακινήτου , δεν δημιουργεί υποχρέωση καταβολής φόρου.

Αν με μεταγενέστερο συμβόλαιο  διευκρινίζεται ότι το τίμημα ή η έκταση του ακινήτου που αγοράστηκε είναι μεγαλύτερα από αυτά που περιγράφονται στο αρχικό συμβόλαιο, φόρος οφείλεται μόνο για το επί πλέον τίμημα ή για την αξία της επί πλέον έκτασης του ακινήτου αυτού. Αντίθετα αν με μεταγενέστερο συμβόλαιο διευκρινίζεται ότι, το τίμημα ή η έκταση του ακινήτου που αγοράστηκε είναι μικρότερα από αυτά που περιγράφονται στο αρχικό συμβόλαιο, δεν οφείλεται φόρος.
Δεν οφείλεται φόρος όταν η επιπλέον έκταση δεν υπερβαίνει το ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) της έκτασης που αναγράφεται στο συμβόλαιο που επαναλαμβάνεται ή διορθώνεται και η αξία του ποσοστού αυτού δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ.
8. Αν σε συμβόλαιο μεταβίβασης ακινήτου ή εμπράγματου σ' αυτό δικαιώματος, που συντάσσεται με οποιαδήποτε αιτία, η έκταση του μεταβιβαζόμενου ακινήτου είναι μεγαλύτερη της αναγραφόμενης στον με επαχθή αιτία τίτλο κτήσης αυτού, εκτός του οικείου φόρου για τη σύμβαση μεταβίβασης καταβάλλεται και φόρος μεταβίβασης για την αξία της επιπλέον έκτασης, με χρόνο φορολογίας το χρόνο κατάρτισης του μεταβιβαστικού συμβολαίου που βαρύνει τον μεταβιβάζοντα το ακίνητο.
Δεν οφείλεται φόρος αν η επιπλέον έκταση δεν υπερβαίνει το ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) της έκτασης που αναγράφεται στον αρχικό τίτλο κτήσης και η αξία του ποσοστού αυτού δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ.

 

 




Άρθρο 2


1. Σε κάθε περίπτωση μεταβίβασης ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στο οποίο ανεγείρεται ή πρόκειται να ανεγερθεί πολυκατοικία, με σχέδιο εγκεκριμένο από την πολεοδομική υπηρεσία πριν από τη μεταβίβαση θεωρείται κατ' αμάχητο τεκμήριο, ότι μαζί με το ιδανικό μερίδιο του οικοπέδου μεταβιβάζεται αποπερατωμένο διαμέρισμα της πολυκατοικίας που αντιστοιχεί σε αυτό , εφ' όσον η πολυκατοικία πρόκειται να ανεγερθεί απ' αυτόν τον ίδιο πωλητή του ιδανικού μεριδίου του οικοπέδου ή από τον εργολάβο ο οποίος ανέλαβε με αντιπαροχή την ανέγερση της πολυκατοικίας ή από τρίτον που ενεργεί για λογαριασμό τους.
Το αυτό ισχύει και εις περίπτωσιν μεταβιβάσεως ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, εάν εντός δύο ετών από της μεταβιβάσεως τούτο ήθελεν εγκριθεί η υποβληθή προς έγκρισιν εις την πολεοδομικήν υπηρεσίαν σχέδιον ανεγέρσεως πολυκατοικίας.

Εν τη περιπτώσει ταύτη ο επί της αξίας των προβλεπομένων υπό του εγκριθησομένου σχεδίου κτισμάτων συμπληρωματικός φόρος καταβάλλεται υπό του αγοραστού βάσει δηλώσεως, υποβαλλομένης εντός έτους από της εγκρίσεως του σχεδίου της πολυκατοικίας.
Το ανωτέρω αμάχητον τεκμήριον δεν έχει εφαρμογή επί μεταβιβάσεως ιδανικού μεριδίου οικοπέδου προς πρόσωπα αναλαμβάνοντα κατ'επάγγελμα  την ιδίας δαπάναις ανέγερσιν ολοκληρου της πολυκατοικίας.
Ως πολυκατοικία θεωρείται κάθε πολυόροφη οικοδομή, η οποία αποτελείται από τρεις τουλάχιστον ορόφους κύριας χρήσης στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και το ισόγειο, ή η οικοδομή που ανεξάρτητα από αριθμό ορόφων έχει διαμερίσματα συνολικού εμβαδού πεντακοσίων τουλάχιστον τετραγωνικων μέτρων (500 μ2.) οι οποίες προορίζονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού για πολύωρη σ'αυτές παραμονή ανθρώπων για διημέρευση, συναναστροφή, εργασία ή ύπνο.
2. Εάν κατά την σύνταξιν του οριστικού συμβολαίου συμβάλληται ως αγοραστής πρόσωπον μη κατανομασθέν εν τω προσυμφώνω θεωρείται δια την εφαρμογήν του παρόντος νόμου ότι λαμβάνουσι χώραν δύο μεταβιβάσεις η μέν πρώτη εκ μέρους του αρχικού πωλητή προς τον δια του προσυμφώνου συμβληθέντα ως αγοραστήν, η δε δευτέρα εκ μέρους του τελευταίου τούτου προς το υπ'αυτού υποδεικνυόμενον πρόσωπον. Εάν το προσύμφωνον αφορά την μεταβίβαση οικοπέδου ή ιδανικού μεριδίου αυτού, συντρεχουσών των προυποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου, τα εν τη παράγραφω ταύτη οριζόμενα εφαρμοζόμενα μόνον ως προς την δευτέραν μεταβίβασιν το τεκμήριο όμως περί μεταβιβάσεως αποπερατωμένης οικοδομής τυγχάνει αμάχητον.
3. Επί μεταγραφής ή σημειώσεως εις το βιβλίον μεταγραφών ή καταχωρήσεως εις το νηολόγιον :

α) αποφάσεως δικαστικής διεπομένης υπό των διατάξεων του άρθρου 882 της Πολιτικής Δικονομίας, ένεκα μη εκτελέσεως προσυμφώνου μεταβιβάσεως κ.λ.π.,

β) αποφάσεως δικαστικής διαταγής αναγνωρίζεται τέλεσιδικως δικαίωμα κυριότητας επί ακινήτου κλπ. επ'ονόματι προσώπου τινός λόγω υπερβάσεως εντολής του φερομένου ως εντολοδόχου αυτού

γ) αποφάσεως δικαστικής διαταγής ακυρούται λόγω εικονικότητας συμβόλαιον μεταβιβάσεως ακινήτου ή πραγματικού επ'αυτού δικαιώματος ή πλοίου και 

δ) απόφασης δικαστικής με την οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, λόγω συμπλήρωσης των όρων της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία στο όνομα του προσώπου, στο οποίο γίνεται η αναγνώριση, υπάρχει μεταγεγραμμένος τίτλος για το δικαίωμα αυτό, για το οποίο έχει υποβληθεί η δήλωση που προβλέπεται από το νόμο.

ε. συμβάσεως, μεταβιβάσεως ακινήτου κειμένου εν Ελλάδι ή  πραγματικού δικαιώματος επί ακινήτου ή πλοίου ήτις κατηρτίσθη εν τη αλλοδαπή καθ'οιονδήποτε εκεί νόμιμον ισχύοντα τύπον δι' ην μεταβίβασιν δεν κατεβληθη ο φόρος του παρόντος νόμου ο ζητών την μεταγραφήν ή την σημείωσιν εις  το περιθώριον του βιβλίου μεταγραφών ή την καταχώρισιν εις το νηολόγιον υποχρεούται προ της ενεργείας της μεταγραφής κλπ. να επιδώσει δήλωσιν εις τον αρμόδιον Οικονομικόν Έφορο και να καταβάλει συγχρόνως τον φόρον μεταβιβάσεως.

Εις την δήλωσιν δια την ανωτέρω περίπτωσιν δ' επισυνάπτεται εν επισήμω μεταφράσει εις την ελληνικήν γλωσσαν, ακριβές αντίγραφον της μεταγραφησομένης συμβάσεως. 

4. Εάν ακίνητον ή πλοίον εκτεθέν εις πλειστηριασμόν ήθελε κατακυρωθεί εις τινά των κατ'ιδανικά μερίδια συγκυριών αυτού, εις φόρον του υπόκεινται μόνον τα περιεχόμενα εις τον υπεθερματιστήν μερίδια των λοιπών συνιδιοκτητών κατά περίπτωσιν.
5.Επί μεταβιβάσεως εις εκτέλεσιν συμβολαιογραφικού προσυμφώνου ιδανικού μεριδίου οικοπέδου υπό του οικοπεδούχου προς τον κατά κύριον επάγγελμα εργολήπτην όστις ανέλαβε την επί τούτου ιδίαις δαπάναις ανέγερσιν οικοδομής επί αντιπαροχή ο φόρος μεταβιβάσεως υπολογίζεται μόνον επί της αγοραίας αξίας των ποσοστών του οικοπέδου έστω και εάν κατά την κατάρτισιν του οριστικού συμβολαίου έχουν ανεγερθεί υπό του εργολήπτου κτίσματα.
6. Αν σε συμβόλαιο μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου ή σύστασης άλλου εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο, από οποιαδήποτε αιτία γίνεται από το μεταβιβάζοντα επίκληση της κτήσης τούτου με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία στο πρόσωπό του εκτός από το φόρο για την μεταβιβαστική αυτή σύμβαση οφείλεται και φόρος μεταβίβασης για την κτήση με χρησικτησία εκτός αν στο όνομα του μεταβιβάζοντος για την κτήση με χρησικτησία υπάρχει τίτλος μεταγραμμένος για το δικαίωμα αυτό για το οποίο έχει υποβληθεί ή κατά νόμο φορολογική δήλωση ή τα οικεία βιβλία μεταγραφών έχουν καταστραφεί.

Ο φόρος μεταβίβασης για την κτήση με χρησικτησία υπολογίζεται στην αξία της κυριότητας του ακινήτου ή του εμπράγματος δικαιώματος του χρόνου κατάρτισης του μεταβιβαστικού συμβολαίου και βαρύνει το μεταβιβάζοντα αφαιρουμένων των επωφελών δαπανών που έγιναν από το χρησιδεσπόζοντα.
("Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων δεν εφαρμόζονται για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές δήμων και κοινοτήτων μέχρι 2.000 κατοίκων, εφόσον οι περιοχές αυτές δεν είναι, στο σύνολό τους ή μερικώς, μέσα σε ζώνη ακτίνας 500 μέτρων από το χειμέριο κύμα.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και σε κτήση κυριότητας ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο με χρησικτησία για την οποία έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση κατά τη διάταξη της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 2"ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με την παρ.2 άρθρ.2 Ν.2892/2001, ΦΕΚ Α 46/9.3.2001. )

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Με την παρ.4 άρθρ.45 Ν.2292/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002 ορίζεται ότι: " 4. Τα ποσά των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) και των δύο χιλιάδων (2.000) δραχμών της παραγράφου 25 του άρθρου 11 του Ν. 2954/2001 (ΦΕΚ 255 Α'), από 1ης Ιανουαρίου 2002 ορίζονται σε χίλια οκτακόσια (1.800) και έξι (6) ευρώ αντίστοιχα".

 

 

 

 

 

Άρθρο 3


1. Δια τον καθορισμό της αξίας του ακινήτου ή του πραγματικού δικαιώματος επί του ακινήτου ή του πλοίου λαμβάνεται υπ'όψει :

α) Για προσύμφωνα που καταρτίζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, αν το οριστικό  συμβόλαιο συντάσσεται μέσα σε 2 χρόνια από την κατάρτιση του προσυμφώνου.
(β) Καταργήθηκε με την παρ.16 άρθρ.24 Ν.1828/1989 ΦΕΚ Α' 2. Ισχύει όμως για τα προσύμφωνα που έχουν υπογραφεί μέχρι 3 Ιαν. 1989, τα δε οριστικά συμβόλαια θα υπογραφούν μέχρι 30 Απριλίου 1989.
γ) η ημέρα της μεταγραφής εις τας περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρου 2 του παρόντος
δ) η ημέρα της εκθέσεως του πλειστηριασμού επί μεταβιβάσεως ακινήτου κ.λ.π. ενεργουμένης κατόπιν αναγκαστικού ή εκουσίου πληστειριασμου και 

ε) ημέρα της υπογραφής του οριστικού συμβολαίου εις τας λοιπάς περιπτώσεις.

2. Δια τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου ή του πραγματικού επί του ακινήτου δικαιώματος ή του πλοίου λαμβάνονται υπ' όψει και συνεκτιμώνται τα στοιχεία μεταβιβάσεων παρομοίων περουσιακών στοιχείων τα οποία προκύπτουν εξ' ετέρων συμβολαίων ή εξ' εκτιμήσεως γενομένης δια την επιβολήν του φόρου κληρονομιών δωρεών και προικών ή εξ' άλλων εκτιμήσεων.

Εν περιπτώσει καθ' ην ελλείπουν τα στοιχεία ταύτα ή κατά την κρίσιν του Οικ. Εφόρου τα υπάρχοντα είναι ανεπαρκή ή απρόσφορα ενεργείται υπό τούτου προσδιορισμός της αξίας δια χρήσεως παντός άλλου μέσου.
3. Επί μεταβιβάσεων εις τας οποίας συμβαλλόμενος ως αγοραστής ή ως πωλητής είναι το δημόσιον οι δήμοι αι κοινότητες οι ιεροί ναοί, αι ιεραί Μοναί τα θρησκευτικά εθνωφελή, κοινωφελή, φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα ή οργανισμοί και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ως αξία θεωρείται:

α) το τίμημα μεταβιβάσεως και

β) τα ποσά του φόρου και των εξόδων μεταβιβάσεως τα βαρύνοντα τον πωλητή εφ' όσον ο αγοραστής ανέλαβε την καταβολήν τούτων εις βάρος του.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν ισχύουν στις περιπτώσεις που για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 (ΦΕΚ Α' 43).
4. Για τον καθορισμό της αξίας της ψιλής κυριότητας, της επικαρπίας, της οίκησης, της περιορισμένης προσωπικής δουλείας ή της πραγματικής δουλείας επί  ακινήτου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 2961/2001.
5. Επί μεταβιβάσεως ιδανικού μεριδίου ακινήτου δια τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπ' όψιν η αναλογούσα αξία του μεταβιβαζομένου μεριδίου του ακινήτου δικαιώματος.
Εάν μεταβιβάζονται ιδανικά μερίδια υπό του αυτού πωλητού προς τον αυτόν αγοραστήν δια πλειόνων της μιας πράξεως απεχουσών αλλήλων έλασσον των 24 μηνών, δια το υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπ' όψιν η συνολική αγοραία αξία των δια των πράξεων τούτων μεταβιβαζομένων μεριδίων, εκπιπτομένου του δια τας προηγουμένας μεταβιβάσεις καταβληθέντος φόρου.
6. Επί μεταβίβασης βάσει ειδικών διατάξεων ακινήτων του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. σε ιδιώτες ως αξία θεωρείται το τίμημα που αναγράφεται στο παραχωρητήριο ή κάθε άλλη σχετική πράξη που εκδίδεται.

 

 

 

 

 

Άρθρο 4


1. Ο φόρος μεταβιβάσεως επί της αξίας του ακινήτου ή του εμπράγματου επί του ακινήτου δικαιώματος υπολογίζεται:

Α) Επί αυτουσίου διανομής ακινήτου μεταξύ συγκυριών βάσει των συντελεσθών της περιπτ. Γ' της παρούσης παραγράφου, μειούμενος εις το τέταρτον.

Εάν κατά την διανομήν αι μερίδες των δικαιούχων δεν είναι ισομερείς προς τας ιδανικάς τοιαύτας και καταβάλλεται προς συμπλήρωσιν μιάς ή πλειόνων μερίδων τίμημα, ο φόρος μεταβιβάσεως ο αναλογών επί της αξίας του τμηματος της μερίδος δι'ο καταβάλλεται τίμημα υπολογίζεται βάσει των συντελεστων της περιπτ. Γ' της παρούσης παραγράφου, εκτός εάν πρόκειται περί οικοπέδου του οποίου η διανομή καθίσταται ανέφικτος λόγω μη πληρώσεως των προυποθέσεων των προβλεπομένων υπό των διατάξεων περί κανονισμου της Πολεοδομικής Υπηρεσίας και συντρέχει η περιπτ. α της περιπτώσεως Β' της παρούσης παραγράφου ότε ο φόρος υπολογίζεται κατά εν τη περιπτώσει ταύτη οριζόμενα.

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση δημιουργίας περισσοτέρων της μιας μερικότερων κοινωνιών, για τα μερίδια που απαρτίζουν τις κοινωνίες αυτές.

Σε περαιτέρω αυτούσια διανομή των ακινήτων μεταξύ των συγκυριών της μερικότερης κοινωνίας, από το φόρο, που αναλογεί στη νέα αυτή διανομή εκπίπτεται ο φόρος που καταβλήθηκε κατά τη δημουργία της μερικότερης κοινωνίας.
Οι βάσει των συντελεστών της περιπτ.Γ' της παρούσης παραγράφου προσδιοριζόμενος φόρος μειούται ωσαύτως εις το τέταρτο και επί μεταβιβάσεως κατά τη διάλυσιν ομορρύθμου ή ετερορρύθμου εταιρίας ή εταιρίας περιωρισμενης ευθύνης της ακινήτου περιουσίας της εις μέλη αυτής, κατά τον λόγον της εταιρικής των μερίδος,εκτός αν έχει λάβει χώραν εκχώρησις της εταιρικής μερίδος κατά τον τελευταίον  προ της διαλύσεως της εταιρίας έτος, ότε μειούται μονον η αξία του ακινήτου ήτις αντιστοιχεί εις τα μη εκχωρηθέντα μερίδια.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και επί απολήψεως μεριδίων εκ της ακινήτου περιουσίας αποσυρρομένων της Εταιρίας εταίρων.

Εις τας περιπτώσεις ταύτας ο κατά τα ανωτέρω φόρος υπολογίζεται επί της αξίας του ακινήτου ή τμήματος αυτού του εξερχόμενου της εταιρικής περιουσίας.
Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση δημιουργίας μιας ή περισσοτέρων μερικοτέρων κοινωνιών για τα μερίδια που απαρτίζουν τις κοινωνίες αυτές.
(Επίσης ο φόρος που προσδιορίζεται με βάση τους συντελεστές  της περ. Γ'της παραγράφου αυτής μειώνεται στο τέταρτο της περιπτ. δ' της παρ.3 του άρθρου 2 και στην παρ.6 του ίδιου άρθρου του παρόντος - καταργήθηκε με την παρ. 1 του  άρθρου 35 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ Α 113).)
Β) Βάσει των συντελεστών της περ.Γ' της παρούσης παραγράφου, μειούμενος εις το ήμισυ:

α) επί υποχρεωτικής, συμφώνως προς τας κείμενας διατάξεις, ανταλλαγής τμημάτων γειτνιαζόνταν οικοπέδων ίνα καταστώσι τούτα οικοδομήσιμο,
β)επί συγχωνευσεως ή εξαγοράς μιάς ή πλειόνων υπό άλλης, συνέπεια της οποίας συντελείται μεταβίβασης ακινήτων ή πραγματικών επ' αυτών δικαιωμάτων, "ως επίσης και επί συγχωνεύσεως κλπ. συνεταιρισμών ή ανων. εταιρίας μετά συνεταιρισμού.

γ) Καταργήθηκε από την παρ.2 άρθρου 9 Ν.1326/1983 (ΦΕΚ Α' 19)
δ Κατηργήθηκε από την παρ.13 άρθρου 24 Ν.1828/1989,ΦΕΚ Α' 2.

δ. Η αγορά ακινήτου κατά το ποσοστό που καλύπτεται η αγοραία αξία του με κεφάλαια που αποδειγμένα εισάγονται από την αλλοδαπή:

ι) από Ελληνες που εργάζονται ή εργάστηκαν με οποιαδήποτε ιδιότητα στο εξωτερικό για έξι (6) τουλάχιστον χρόνια.
ιι) από Ελληνες ναυτικούς που εργάζονται ή εργάστηκαν σε πλοία με ελληνική ή ξένη σημαία για έξι (6) τουλάχιστον χρόνια που εκτελούσαν πλόες εξωτερικού έστω και αν προσεγγίζουν και σε ελληνικά λιμάνια και ο βασικός μισθός τους προβλέπεται από το μισθολόγιο που ισχύει κάθε φορά ότι καταβάλλεται σε ξένο νόμισμα και

ιιι) από ομογενείς εγκατεστημένους στο εξωτερικό τουλάχιστον έξι (6) χρόνια.

Με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται κάθε φορά οι λεπτομέρειες διαπίπτωσης της συνδρομής των προϋποθέσεων της υποπερίπτωσης αυτής" - ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρ.2 Ν.2873/2000 ΦΕΚ Α 285/28.12.2000.)

ε) επί απαλλωτριώσεως ακινήτων δια δημοσίαν ωφέλειαν,

στ) Κατηργήθηκε από την παρ. 5 του άρθρου 14 του Ν. 1882/1990 ΦΕΚ Α' 43, (διορθ. σφαλ. στο ΦΕΚ Α' 51/6-4-1990).
ζ) επί ανταλλαγής ακινήτων ίσης αξίας
η) καταργήθηκε με το άρθρο 2 του Ν.Δ. 1084/1971.
θ) καταργήθηκε με το άρθρο 2 Ν.Δ.1084/1971.



Γ) Σε κάθε άλλη περίπτωση σε 7% για το μέχρι δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ τμήμα της αξίας και σε 9% για το πέραν του ποσού αυτού τμήμα της.

2.  Εξαιρετικώς απαλλάσσεται από παντός φόρου και τέλους κατά τον παρόντα Νόμον ή εις τας κατά το δεύτερον εδάφιον της παρ. 2 του άρθρου 15 του Κώδικος των Νόμων περί τελών χαρτοσήμου, συνιστωμένας εταιρίας ή και εις οιασδήποτε άλλας συνεστημένας ναυτιλιακάς εταιρείας εισφορά πλοίων εν γένει ως και η υπ' αυτών αγορά τοιούτων.

Η εν λόγω απαλλαγή χορηγείται υπό την προυπόθεσιν ότι εντός προθεσμίας εξ μηνών από της εισφοράς το κεφάλαιον της εταιρείας θα καλυπτηται κατά τα 4/5 αυτού δια πλοίων υπό Ελληνική σημαία.

Ως τοιαύτα ειδικώς δια την κάλυψιν του κεφαλαίου θεωρούνται και τα υπό ναυπήγισιν εφ'όσον το σύμφωνον ναυπηγήσεως υπεγράφη εντός της αυτής προθεμίας.

Η μη πραγματοποίησις της άνω προυποθέσεως συνεπάγεται την καταβολήν του οφειλομένου κατά τον παρόντα νόμο φόρου.
3. Εκ του επί τη βάση της δηλώσεως εισπραττομενου φόρου της παρ. 1 του παρόντος άρθρου αποδίδονται:

α) Εις τους δήμους και κοινότητας ποσοστόν 7.50% επί του φόρου κατατιθέμενον παρά τη Τραπέζη της Ελλάδας εις ειδικόν χρηματικόν λο/σμόν υπό τον τίτλο "Εσοδα υπέρ των Δήμων και Κοινοτήτων."
β) Εις τα επαρχιακά ταμεία οδοποίας ποσοστόν 2,50% επί του φόρου κατατιθέμενον παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος εις ειδικόν χρηματικόν λογαριασμόν υπό τον τίτλο Έσοδα υπέρ των Ταμείων Επαρχιακής Οδοποιίας και
γ) Εις το ταμείον συντάξεων νομικών ποσοστών 10% επί του φόρου κατατιθέμενον παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος εις ειδικόν χρηματικόν λογαριασμόν υπό τον τίτλο Έσοδα υπέρ του Ταμείου Συντάξεως Νομικών.

 

 

 

 

 

Άρθρο 5
 

1. Ο φόρος μεταβίβασης που αναλογεί στο τίμημα μεταβίβασης που αναγράφεται στο συμβόλαιο, βαρύνει τον αγοραστή.

Ο φόρος μεταβιβάσεως ο αναλογών επί της διαφοράς μεταξύ αξίας και του τιμήματος μεταβιβάσεως και αι προσαυξήσεις του άρθρ. 9 του παρόντος βαρύνουσι τον αγοραστήν, νοουμένου ως τοιούτου και του υπερθεματιστού επί μεταβιβάσεων δια πλειστηριασμού.

Κατ'εξαίρεσιν, εις περίπτωσιν καθ' ην δια της μεταβιβάσεως πλοίου ή μεριδίου αυτού επέρχεται και ταυτόχρονος αλλαγή της σημαίας, ο κατά το ανωτέρω φόρος και αι προσαυξήσεις βαρύνουν τον πωλητήν. 
Επί διανομής ακινήτων μεταξύ συγκυριών ο φόρος βαρύνει έκαστον τούτων κατά σχέσιν ανάλογον προς την αξίαν της μερίδας του. 

Επί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτου δια δημοσίαν ωφέλειαν ο φόρος μεταβιβάσεως βαρύνει, εις πάσαν περίπτωσιν, τον υπόχρεων προς πληρωμήν της αποζημιώσεως.

2.

α) Ο εκ προσυμφώνου αγοραστής βαρύνεται με το φόρο που αναλογεί στο τίμημα της μεταβίβασης που αναγράφεται στο προσύμφωνο και
β) ο οριστικός αγοραστής βαρύνεται με τον φόρον τον αναλογούντα εφ'ολοκλήρου της αξίας του μεταβιβαζομένου περιουσιακού στοιχείου ήν είχε τούτο κατά την ημέραν της καταρτίσεως της οριστικής συμβάσεως μεταβιβάσεως του.

3. Επί πέντε έτη από της ημέρας της υπογραφής του οριστικού συμβολαίου ευθύνεται αλληλεγγύως μετά του αγοραστού και πας οπωσδήποτε κάτοχος του μεταβιβασθέντος περιουσιακού στοιχείου δια τον φόρον μεταβιβάσεως και τας προσαυξήσεις του άρθρ. 9 του παρόντος.
4). Καταργήθηκε από την παρ. 14 του άρθρου 14 του Ν. 1882/1990

 

 

 

 

 

Άρθρο 6

Απαλλάσσονται του φόρου μεταβιβάσεως του βαρύνοντος τον πωλητήν και τον αγοραστήν.


α) η μεταβίβασις εις τους πρόσφυγας κατά τας διατάξεις του από 15/28 Ιουλ. 1938 Β.Δ/τος περί κωδικοποιήσεως της περί αποκαταστάσεως αστών προσφύγων κειμένης νομοθεσίας ως και η μεταβίβασις κλήρων κατά τας διατάξεις του αγροτικού κώδικος, ακινήτων ανηκόντων εις το Δημόσιον.
β) η αναγκαστική απαλλοτρίωσις κτημάτων κατά τας διατάξεις του Αγροτικού Κώδικος,
(δ) (η αξία του μεταβιβαζομένου ακινήτου εις τα μέλη του υπό συνεταιρισμού μη κερδοσκοπικού, επί της οποίας κατεβλήθη φόρος μεταβιβάσεως κατά την υπό του συνεταιρισμού αγοράν του μεταβιβαζομένου ακινήτου. "Κτίσματα ανεγερθέντα δαπάναις ή δια λογαριασμόν των μελών μετά την προς τον συνεταιρισμόν μεταβίβασιν δεν υπόκεινται εις φόρον" - καταργήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 1 Ν.Δ. 1084/1971,).
γ) Η μεταβίβαση στην οποία αγοραστής είναι το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., οι δήμοι, οι κοινότητες, οι ιεροί ναοί και οι ιερές μονές.
δ) η ανάκλησις απαλλοτριώσεως και
ε) η μεταβίβασις μεταλλείου δι' ο κατεβλήθη ο φόρος του Νόμ. ΓΦΚΔ' του έτους 1910 ως ισχύει.

ς) η αξία του μεταβιβαζομένου ακινήτου εις τα μέλη του υπό συνεταιρισμού μη κερδοσκοπικού, καθ' ο ποσοστόν αύτη υπεβλήθη εις φόρον μεταβιβάσεως κατά την την υπό του συνεταιρισμού αγοράν του μεταβιβαζομένου ακινήτου.
ζ) Η αναγκαστική απαλλοτρίωσις ακινήτου δια δημοσίαν ωφέλειαν υπέρ το Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
η) Η σύμβασις ανταλλαγής ακινήτων μεταξύ του Δημοσίου και Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
θ) Η αγορά ακινήτου κατά το ποσοστό που καλύπτεται η αγοραία αξία του με κεφάλαια που αποδεδειγμένα εισάγονται από την αλλοδαπή:

α) από έλληνες που εργάζονται η εργάστηκαν με οποιοδήποτε ιδιότητα στο εξωτερικό για 3 τουλάχιστο χρόνια.

β) από έλληνες ναυτικούς που εργάζονται ή εργάστηκαν σε πλοία με ελληνική ή ξένη σημαία για 3 τουλάχιστο χρόνια που εκτελούσαν πλόες εξωτερικού έστω και αν προσεγγίζουν και σε ελληνικά λιμάνια και ο βασικός μισθός τους προβλέπεται από το μισθολόγιο που ισχύει κάθε φορά ότι καταβάλλεται σε ξένο νόμισμα και

γ) από ομογενείς εγκατεστημένους στο εξωτερικό τουλάχιστον 3 χρόνια. - καταργήθηκε με το άρθρο 2 περ.2 Ν.2459/1997 (Α 17).

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται κάθε φορά οι λεπτομέρειες διαπίστωσης της συνδρομής των προϋποθέσεων του παρόντος.

 

 

 

 

 

Άρθρο 7


1. Δι' εκάστην μεταβίβασιν οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται προ της συντάξεως του συμβολαίου των, να επιδώσωσι κοινήν δήλωσιν φόρου μεταβιβάσεως, προς τον Οικον. 'Εφορον της περιφερείας εν η κείται το ακίνητον ή προκειμένου περί πλοίου της περιφερείας εν η είναι νηολογημένον τούτο.

Πριν από κάθε μεταβίβαση με επαχθή αιτία οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση φόρου μεταβίβασης στη Φορολογική Διοίκηση.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο, η δήλωση συμπληρώνεται από τον συμβολαιογράφο που θα καταρτίσει τη συμβολαιογραφική πράξη.

Οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται να προσκομίσουν στο συμβολαιογράφο όλα τα αναγκαία στοιχεία που απαιτούνται για την ορθή σύνταξη της δήλωσης από αυτόν και στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης τα νόμιμα δικαιολογητικά.
2. Επί υποχρέων φυσικών προσώπων ή δήλωσις υποβάλλεται υπ' αυτών ή των πληρεξουσίων των ή των νομίμων αντιπροσώπων των.

Επί υποχρέων νομικών προσώπων η δήλωσις υποβάλλεται υπό των αντιπροσωπευόντων ταύτα ή του πληρεξουσίου των.
3. Η δήλωσις είναι απαράδεκτος εάν δεν περιέχη :

α) Την φορολογικήν Αρχήν προς ην απευθύνεται
β) το όνομα, όνομα πατρός και επώνυμον των δηλούντων,
γ) το επάγγελμα των δηλούντων,
δ) την κατοικίαν ή εν ελλείψει τοιαύτης την διαμονήν, ως και την επαγγελματικήν εγκατάστασιν ή την έδραν των δηλούντων,
ε) την νομικήν σχέσιν αυτών προς το μεταβιβαζόμενον περιουσιακόν στοιχείον,
ς) το είδος του μεταβιβαζομένου περιουσιακού στοιχείου και σύντομον περιγραφήν αυτού,
ζ) τον τρόπον κτήσεως αυτού υπό του μεταβιβάζοντος,
η) την αξίαν του ακινήτου ή την καθαράν χωρητικότητα του πλοίου,
θ) το ποσόν του αναλογούντος φόρου μεταβιβάσεως,
ι) τον διορισμόν αντικλήτων των δηλούντων,
ια) το ονοματεπώνυμον, επάγγελμα και την διεύθυνσιν της κατοικίας των πληρεξουσίων ή αντικλήτων των δηλούντων,
ιβ) το ονοματεπώνυμον και την διεύθυνσιν του συμβολαιογράφου ενώπιον του οποίου θα καταρτισθή η σύμβασις, και
ιγ) τον τόπον και την χρονολογίαν της δηλώσεως.

4. Δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως καθορίζονται εκάστοτε λεπτομερώς τα αναγκαιούντα στοιχεία δια την ακριβή περιγραφή του ακινήτου.
5. Η ακρίβεια του περιεχομένου της δηλώσεως βεβαιούται υποχρεωτικώς δια της υπογραφής των συμβαλλομένων ή των πληρεξουσίων των κλπ..
6. Σε περιπτώσεις εκούσιων και δικαστικών πλειστηριασμών, όπως και σε περιπτώσεις αναγκαστικής λόγω χρέους μεταβίβασης ακινήτου ή πλοίου, η δήλωση επιδίδεται από τον υπερθεματιστή μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από τη διενέργεια του πλειστηριασμού και πάντως πριν από τη σύνταξη της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης.
Επί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτων δια δημοσίαν ωφέλειαν, επιδίδεται δήλωσις φόρου μεταβιβάσεως, υπό του υποχρέου προς πληρωμήν της αποζημιώσεως ή υπό του κατά νόμον ενεργούντος δια λογαριασμόν αυτού, προ της καταβολής της προσωρινής ή οριστικώς καθορισθείσης αποζημιώσεως και καταβάλλεται υπ' αυτών εξ ολοκλήρου ο αναλογών φόρος μεταβιβάσεως.
Η παρακατάθεσις της προσωρινώς ή οριστικώς προσδιορισθείσης αποζημιώσεως απαγορεύεται, άνευ προσκομίσεως κεκυρωμένου αντιγράφου της υποβληθείσης δηλώσεως.
7. Οσάκις είναι προδήλως δυσχερής η επίδοσις της δηλώσεως του φόρου  μεταβιβάσεως εις τον αρμόδιον Οικον. Εφορον, λόγω του ότι η έδρα  τούτου ευρίσκεται εις πόλιν διάφορον του τόπου της καταρτίσεως της συμβάσεως, επιτρέπεται εξαιρετικώς να επιδοθή αύτη και εις αναρμόδιον Οικον. Εφορον, ο οποίος όμως, "αφού καταχωρίση ταύτην εις το βιβλίον δηλώσεων, υποχρεούται ν' αποστείλη αυτήν εις τον αρμόδιον Οικονομικόν  Εφορον προς έλεγχον αυτής κ.λ.π.
Αν στην περιφέρεια στην οποία βρίσκεται το ακίνητο εφαρμόζεται το άρθρο 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43/Α/) ,επιτρέπεται να επιδοθεί η δήλωση του φόρου  μεταβίβασης στον προϊστάμενο της αρμόδιας για τη φορολογία εισοδήματος του  αγοραστή δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ο οποίος χορηγεί αντίγραφο της  δήλωσης για τη σύνταξη συμβολαίου και στη συνέχεια τη διαβιβάζει στον  προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας για έλεγχο των  προσδιοριστικών στοιχείων του ακινήτου που δηλώθηκαν.
Η κατά τ' ανωτέρω δήλωσις καθίσταται απαράδεκτος αν μη περιέχη διορισμόν ειδικού αντικλήτου του αγοραστού κατοικούντος εις την έδραν της Οικον. Εφορίας προς την οποίαν μέλλει να διαβιβασθή αύτη.
8. Η δήλωσις είναι απαράδεκτος αν δεν αναγράφεται επ' αυτής βεβαίωσις του αρμοδίου Δημοσίου Ταμείου περί εισπράξεως του φόρου του  αναλογούντος επι της δηλουμένης αξίας.
9. Η δήλωσις συντάσσεται εις δυο αντίτυπα εξ ων, το πρώτον παραμένει  εις τον Οικον. Εφορον και το δεύτερον, βεβαιούμενον υπο του Οικον.  Εφόρου δια την ακρίβειαν της αντιγραφής, παραδίδεται εις τους  συμβαλλομένους.
Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δύναται να ορισθή η εις πλείονα των δύο αντιτύπων σύνταξις των υποβαλλομένων δηλώσεων φόρου μεταβιβάσεως προς απάσας ή τινάς Οικονομικάς Εφορίας του Κράτους, ως και ο τρόπος χρησιμοποιήσεως εκάστου των πλειόνων τούτων αντιτύπων.
10. Ο Οικον. Εφορος δύναται δι' αποφάσεως του να αναθέτη εις Ειρηνοδίκην ή Συμβολαιογράφον της περιφερείας του την παραλαβήν των δηλώσεων του φόρου μεταβιβάσεως και την χορήγησιν αντιγράφου αυτής, οίτινες υποχρεούνται όπως εντός δεκαημερου το βραδύτερον αποστείλωσιν επι αποδείξει εις τον Οικον. Εφορον την δήλωσιν.
11. Επί μεταβιβάσεως ακινήτων η πραγματικών δικαιωμάτων επι ακινήτων κειμένων εν Ελλάδι ή πλοίων, συντελουμένης εν τη αλλοδαπή ενώπιον ελληνικής προξενικής Αρχής η δήλωσις επιδίδεται εις την Αρχήν ταύτην, παρά της οποίας και διαβιβάζεται επί αποδείξει εις τον αρμόδιον Οικον. Έφορο όστις και εκδίδει το αντίγραφο της δηλώσεως.

 

 

 

Άρθρο 8


1. Ο φόρος μεταβιβάσεως καταβάλλεται εξ ολοκλήρου συν τη δηλώσει.
2. Κατά την υποβολήν της δηλώσεως φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων και εντός προθεσμίας δύο εργασίμων ημερών, ο Οικον. 'Εφορος είτε αποδέχεται το δηλούμενον τίμημα ως συμπίπτον προς την αγοραίαν αξίαν του μεταβιβαζομένου ακινήτου, ότε η μεταβίβασις περαιούται οριστικώς ως ειλικρινής, είτε προσδιορίζει προσωρινώς την αγοραίαν αξίαν αυτού και αναγράφει ταύτην εις το παραδιδόμενον εις τους συμβαλλομένους αντίτυπον της δηλώσεως.

Εξαιρετικώς, οσάκις συντρέχουν σοβαροί λόγοι, ο προσδιορισμός της προσωρινής αξίας δύναται να πραγματοποιηθή, τη εγκρίσει του εποπτεύοντος Επιθεωρητού, το βραδύτερον εντός 15 ημερών από της υποβολής της δηλώσεως.
3. Ο βαρυνόμενος κατά τας διατάξεις του παρόντος δια του φόρου επί της τυχόν υπαρχούσης διαφοράς μεταξύ αγοραίας αξίας και τιμήματος του μεταβιβαζομένου ακινήτου, δύναται, εντός διμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της ημερομηνίας παραλαβής της δηλώσεως, να επιδώση συμπληρωματικήν δήλωσιν φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, σύμφωνον προς την  υπό του Οικον. Εφόρου προσδιορισθείσαν αξίαν και να καταβάλη ταυτοχρόνως το ήμισυ του αναλογούντος επ' αυτής φόρου, άνευ προσθέτου τοιούτου ή προστίμου. Το υπόλοιπο ήμισυ του φόρου τούτου βεβαιούται αμέσως και εισπράττεται εντός του επομένου από της βεβαιώσεως μηνός.
Εις την περίπτωσιν ταύτην και υπό τον όρων ότι άπαντα τα εν τη δηλώσει προβλεπόμενα στοιχεία τυγχάνουν ειλικρινή, η μεταβίβασις περαιούται οριστικώς ως ειλικρινής.
4. Εν περιπτώσει μη υποβολής δηλώσεως εντός της ως άνω προθεσμίας ενεργείται έλεγχος κατά τα εν ταις οικείαις διατάξεσι οριζόμενα, της ως άνω προσωρινής αξίας μη δεσμευούσης τον Οικον. 'Εφορου κατά τον βάσει ελέγχου προσδιορισμόν της αγοραίας αξίας του ακινήτου συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 3, ούτε και κατά την μεταβίβασιν ετέρων πλησιοχώρων ομοειδών ακινήτων.
5. Η προεκτίμησις, κατά τα εν παρ. 2, έχει εφαρμογήν μόνον επί υποβολής της δηλώσεως φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων απ' ευθείας εις τον αρμόδιον Οικον. 'Εφορον.
6. Φόρος που βεβαιώνεται κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους ή μεταγενέστερα από τη λήξη του:

α) με βάση φύλλο ελέγχου, που έγινε οριστικό λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) ευρώ εκτός της τελευταίας.
Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα  και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες  υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.
β) Μετά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) ευρώ εκτός της τελευταίας.
Η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες  υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.
Αν ο υπόχρεος καταβάλλει εντός της ως άνω προθεσμίας καταβολής του ενός πέμπτου (1/5) το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία  της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, παρέχεται επί αυτού έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%).
γ) Με βάση απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, καταβάλλεται σε δύο ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το συνολικό ποσό του φόρου δεν είναι μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ εκτός της τελευταίας.

Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα, και η δεύτερη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα τους μήνα που ακολουθεί.

 

 

 

 

Άρθρο 9

 

1. Επί ανακριβούς δηλώσεως της αξίας ή του φόρου επιβάλλεται πρόσθετος φόρος οριζόμενος εις ποσοστόν 50 % επί της διαφοράς μεταξύ καταβληθέντος και καταλογιζομένου ποσού φόρου.
Δεν επιβάλλονται πρόσθετος φόρος ανακριβείας εάν το επί έλαττον δηλωθέν ποσόν φόρου δεν υπερβαίνη το 1/5 του ποσού του οριστικώς προσδιορισθέντος φόρου.
2. Επί παραλείψεως υποβολής δηλώσεως επιβάλλεται πρόσθετος φόρος οριζόμενος εις ποσοστόν 100% επί του καταλογιζομένου φόρου.
3. Επί εκπροθέσμου υποβολής δηλώσεως επιβάλλεται πρόσθετος φόρος οριζόμενος εις 3% του ποσού του βάσει δηλώσεως οφειλομένου φόρου δι' έκαστον μήνα καθυστερήσεως, μη δυνάμενος να υπερβή το 1/4 του ποσού τούτου.
Ο πρόσθετος ούτος φόρος συμβεβαιούται και συνεισπράττεται μετά του φόρου της δηλώσεως, μη απαιτουμένης της εκδόσεως πράξεως της φορολογικής Αρχής.
4. Επί ανακριβείας των εν τη δηλώσει προβλεπομένων στοιχείων, βάσει των οποίων η μεταβίβασις επεραιώθη οριστικώς ως ειλικρινής είτε διότι εκρίθη ότι η βάσει δηλώσεως αξία συμπίπτει προς την αγοραίαν τοιαύτην κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 8, είτε διότι υπεβλήθη συμπληρωματική δήλωσις κατά τας διατάξεις της παρ. 3 του αυτού άρθρου, επιβάλλεται πέραν του οφειλομένου φόρου και πρόσθετος τοιούτος οριζόμενος εις ποσοστόν 200% επί της διαφοράς μεταξύ καταβληθέντος και καταλογιζομένου ποσού φόρου.
5. Οι πρόσθετοι φόροι επιβάλλονται ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη δόλου ή αμελείας του υποχρέου .

 

 

 

 

Άρθρο 10


1. Ο Οικον. 'Εφορος ενεργεί έλεγχον της δηλώσεως του φόρου μεταβιβάσεως αναθέτων την εκτίμησιν της αξίας του μεταβιβασθέντος ακινήτου ή του πραγματικού δικαιώματος επί του ακινήτου ή του πλοίου εις τους κατά την κρίσιν του καταλλήλους οικονομικούς ή ετέρους δημοσίους υπαλλήλους ή εις υπαλλήλους της Εθνικής Κτηματικής Τραπέζης ή εις μηχανικούς κλπ., οίτινες υποχρεούνται, εντός χρονικού διαστήματος ουχί πέραν των 10 ημερών, να υποβάλλωσιν εις τον Οικον. 'Εφορον το πόρισμά των. Υπό του Οικον. Εφόρου δύναται να διαταχθή και η ενέργεια πραγματογνωμοσύνης εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων του Νόμ. 1641/1919 περί φορολογίας των κληρονομιών κλπ.
Ο Οικον. 'Εφορος δικαιούται να προσδιορίση αξίαν μείζονα ή ελάσσονα της καθορισθείσης υπό των εκτιμητών, αναγράφων λεπτομερώς εις το τέλος της εκθέσεως εκτιμήσεως τα στοιχεία, εφ' ων βασίζει την κρίσιν του ταύτην.
2. Επί τη βάσει του πορίσματος της προηγουμένης παραγράφου καταρτίζεται φύλλο ελέγχου, το οποίον κοινοποιείται εις τον υπόχρεων ή εις τον πληρεξούσιον του, εν περιπτώσει δε θανάτου του υπόχρεου κοινοποιείται εις τους κληρονόμους αυτού.
3. Ο Οικον. Έφορος δεν δικαιούται δια νεωτέρου φύλλου ελέγχου να αυξήσει την καθορισθείσαν, δια του πρώτου φύλλου ελέγχου αξίαν, του ακινήτου ή του πραγματικού δικαιώματος επί του ακινήτου ή του πλοίου.
Εξαιρετικώς δύναται ο Οικον. Έφορος να κοινοποίηση νέον φύλλο ελέγχου με ηυξημένην αξίαν οσάκις ο εκτιμητής ή ο Οικον. Έφορος, επί τη βάσει της εκθέσεως του οποίου κατηρτίσθη το αρχικό φύλλο ελέγχου, ετιμωρήθη πειθαρχικώς δια βαρείαν αμέλειαν ή δόλο κατά την εκτίμησιν ταύτην.

 

 

 

 

 

Άρθρο 11


1. Κατά του φύλλου ελέγχου, εφ' όσον δι' αυτού προσδιορίζεται ως αξία του μεταβιβασθέντος ακινήτου κλπ. ή ως φόρος επ' αυτής ποσόν μεγαλύτερον του δηλωθέντος κλπ. έχει δικαίωμα ενστάσεως ο υπόχρεως ή οι κληρονόμοι του.
2. Διαρκούσης της προθεσμίας προς άσκησιν ενστάσεως ο υπόχρεως δικαιούται να ζητήση παρά του αρμοδίου Οικον. Εφόρου την συμβιβαστικήν επίλυσιν της διαφοράς.
Επιτευχθείσης της συμβιβαστικής επιλύσεως της διαφοράς συντάσσεται σχετική πράξις επί του φύλλου ελέγχου, ήτις υπογράφεται υπό του Οικον. Εφόρου και του υπόχρεου ο οποίος μέχρι και της επομένης της υπογραφής της πράξεως υποχρεούται να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση και να καταβάλλει την επί πλέον διαφορά του φόρου μετά της προσαυξήσεως της προβλεπομένης υπό του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρ. 9 του παρόντος.
Εν περιπτώσει μη καταβολής της επί πλέον διαφοράς του φόρου κλπ. ματαιούται η συμβιβαστική επίλυσις της υποθέσεως και συνεχίζεται περαιτέρω η τακτική διαδικασία.
3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί της περιπτώσεως διανομής ακινήτων μεταξύ των συγκυρίων των κλπ.

 

 

 

 

 

Άρθρο 12


1. Η επαλήθευσις των επιδοθεισών δηλώσεων, η σύνταξις των φύλλων ελέγχου και των φορολογικών καταλόγων και η κοινοποίησις αποσπασμάτων αυτών, αι ενστάσεις κατά των εν τοις φορολογικοίς καταλόγοις εγγραφών και τα της επιδόσεως και εκδικάσεως αυτών, αι εφέσεις κατά των εκδοθεισών συνεπεία ενστασεων αποφάσεων και τα της επιδόσεως και εκδικάσεως των εφέσεων, τα των παραβόλων και δικαστικών δαπανών, τα της βεβαιώσεως του φόρου και εν γένει η διαδικασία της βεβαιώσεως του φόρου διέπονται υπό των διατάξεων του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων, εφ' όσον δεν ρυθμίζονται άλλως δια διατάξεων του παρόντος νόμου.
Δια την εκδίκασιν των ενστάσεων ως τρίτον ιδιωτικόν μέλος μετέχει το ωρισμένον δια την εκδίκασιν των ενστάσεων της φορολογίας οικοδομών του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων, "προκειμένου δε περί μεταβιβάσεως πλοίου το ωρισμένον δια την εκδίκασιν των ενστάσεων φορολογίας πλοίων".
2. Η κατά τον παρόντα νόμον διαδικασία βεβαιώσεως και εν γένει άπαντα τα δια την εφαρμογήν της φορολογίας ταύτης εκδιδόμενα ή οπωσδήποτε χρησιμοποιούμενα έγγραφα, συντάσσονται εφ' απλού χάρτου.
3. Το δικαίωμα του δημοσίου προς επιβολήν του φόρου του παρόντος παραγράφεται μετά πάροδον πενταετίας από του τέλους του έτους εντός του οποίου επεδόθη η δήλωσις φόρου μεταβιβάσεως.

 

 

 

 

 

Άρθρο 13


1. Ο συμβολαιογράφος δεν μπορεί να συντάξει συμβόλαιο αν από την ημέρα έκδοσης του αντιγράφου της δήλωσης έχει περάσει χρονικά διάστημα μεγαλύτερο των 3 μηνών.
Σε όσες περιοχές εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρ. 41 το νόμ. 1249/1982, συντάσσεται συμβόλαιο με βάση το αντίγραφο προθεσμία που ορίζεται με το προηγούμενο εδάφιο, εφ' όσον μέχρι τη σύνταξη του συμβολαίου δεν έχει δημοσιευθεί απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών που να τροποποιεί το αντικειμενικό σύστημα τη συγκεκριμένη περιοχή.
2. Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται:

α) να αναγράψη εις το συμβόλαιον τον αύξοντα αριθμόν της δηλώσεως και την Οικ. Εφορίαν την παραλαβούσαν ταύτην, τον αριθμόν και την ημερομηνίαν του αποδεικτικού εισπράξεως, το καταβληθέν ποσόν του φόρου μεταβιβάσεως, το Δημόσιον Ταμείον και το ονοματεπώνυμον του επιμελητού εισπράξεως,

β) να επισυνάψη το αποδεικτικόν εισπράξεως εις το συμβόλαιον και

γ) να υπομιμνήσκη εις τους συμβαλλομένους απάσας τας εκ του παρόντος νόμου υποχρεώσεις αυτών και τας κυρώσεις δια τας παραβάσεις των διατάξεών του, ποιούμενος ρητήν μνείαν εν τω συμβολαίω περί τούτου.
δ) να αναγράψη εις το συμβόλαιον εάν η περί ης τούτο μεταβίβασις έτυχεν απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως, ως αφορώσα απόκτησιν πρώτης κατοικίας ή μη.

Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί των περιπτώσεων της παρ. 2 του άρθρ. 7 του παρόντος.
3. Το αντέγγραφον εξ ου προκύπτει ότι συνεφώνηθη ή κατεβλήθη τίμημα μεγαλύτερον του αναγραφέντος εν τω συμβολαίω και εν τη δηλώσει του φόρου του παρόντος Νόμου είναι άκυρον και δεν δύναται να προσαχθή και να ληφθή υπ' όψει υπό του Δικαστηρίου και υφ' οιασδήποτε ετέρας Αρχής.
4.Ο μεταγραφοφύλαξ υποχρεούται ν' αρνηθή την μεταγραφήν συμβάσεως ή δικαστικής αποφάσεως ή οιασδήποτε ετέρας πράξεως αφορώσης εις την μεταβίβασιν της κυριότητας ή ετέρων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, πλην υποθήκης, εφ' όσον δεν προσάγεται εις αυτόν αντίγραφον της δηλώσεως φόρου μεταβιβάσεως, δεόντως θεωρημένον, υπό του Οικονομικού Εφόρου.
Ειδικώς προκειμένου περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσεως, απαγορεύεται η μεταγραφή εις τα οικεία βιβλία της αποφάσεως κηρύξεως αυτής, εάν δεν προσαχθή αντίγραφον δηλώσεως φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, δεόντως θεωρημένον, εξ ου να προκύπτη, ότι κατεβλήθη ο επί της οριστικώς καθορισθείσης αποζημιώσεως αναλογών φόρος ή ότι δεν οφείλεται φόρος.
Αι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται και δια την ενέργειαν των οικείων μεταβολών εις το νηολόγιον.

 

 

 

 

 

Άρθρο 14


1. Αι δημόσιαι εν γένει Αρχαί, ως και παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υποχρεούνται όπως, μετά πρόσκλησιν του Οικον. Εφόρου ή των Φορολογικών Δικαστηρίων, αποστέλλωσι προς αυτά, το βραδύτερον εντός δέκα ημερών από της λήψεως της προσκλήσεως, τα στοιχεία και πληροφορίας τα οποία διαθέτουσι.
2. Το πρώτον πενθήμερον εκάστου μηνός υποχρεούνται να αποστέλλωσιν επί αποδείξει εις τον αρμόδιον Οικον. 'Εφορον

α) οι συμβολαιογράφοι αντίγραφα των προσυμφώνων ως και των οριστικών συμβολαίων μεταβιβάσεως ακινήτων κλπ. των συναφθέντων εντός του αμέσως προηγουμένου μηνός,

β) οι γραμματείς των δικαστηρίων περιλήψεις των εκδοθεισών αποφάσεων ένεκα μη εκτελέσεως προσυμφώνου κλπ. δι' ων επιτάσσεται η μεταβίβασις ακινήτων κλπ. και

γ) αι προξενικαί Αρχαί αντίγραφα των προσωρινών ή οριστικών συμβολαίων μεταβιβάσεως ακινήτων κλπ. των συναφθέντων εντός του αμέσως προηγουμένου μηνός .


 


Άρθρο 15
Κυρώσεις.


1. Πάν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον αρνούμενον, δυστροπούν ή αμελούν να συμμορφωθή προς τας διατάξεις του παρόντος, ή υποχρεούμενον ή καλούμενον να παράσχη πληροφορίας ή υπηρεσίας ή στοιχεία ή παρέχον ταύτα πλημμελώς ή εσφαλμένως δια την εξακρίβωσιν της φορολογητέας ύλης, τιμωρείται δια προστίμου ουχί ελάσσονος των 10.000 δραχμών, ουδέ μείζονος των 10.000 δραχμών.
2. Απαγορεύεται η σύνταξις συμβολαιογραφικής πράξεως αφορώσης εις την εξ επαχθούς αιτίας μεταβίβασιν ακινήτου ή εμπραγμάτου επί ακινήτου δικαιώματος:

α) εάν δεν προσαχθή αντίγραφον δηλώσεως φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, και
β) εάν άπαντα τα προσδιοριστικά του μεταβιβαζομένου ακινήτου ή εμπραγμάτου επί ακινήτου δικαιώματος στοιχεία δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς την ανωτέρω δήλωσιν.

Οι παραβάται της προηγουμένης διατάξεως, ανεξαρτήτως πάσης άλλης ευθύνης των κατά τας κειμένας διατάξεις, τιμωρούνται δια προστίμου ουχί ελάσσονος των 25.000 δραχμών ουδέ μείζονος των 200.000 δραχμών.

Το πρόστιμον τούτο επιβάλλεται και επί των παραβατών των διατάξεων των άρθρ. 13 και 14 του παρόντος.
3. Ο αγοραστής όστις θα αποκαλυφθή ότι υπέγραψεν αντίγραφον εξ ου προκύπτει, ότι συνεφώνησεν ή κατέβαλε τίμημα μεγαλύτερον του εν συμβολαίω και εν τη φορολογικώ δηλώσει αναγραφέντος, ανεξαρτήτως του προσθέτου φόρου του άρθρ. 9 του παρόντος, τιμωρείται δια προστίμου ίσου προς το πενταπλάσιον του οριστικώς προσδιορισθέντος φόρου, ο οποίος αναλογεί επί του μη δηλωθέντος τμήματος του τιμήματος.

4. Τα κατά τας προηγουμένας παραγράφους πρόστιμα επιβάλλονται δι' ητιολογημένης πράξεως του Οικον. Εφόρου.

Δια την έκδοσιν και επίδοσιν της πράξεως, την παραγραφήν του δικαιώματος του Δημοσίου προς επιβολήν προστίμου, την άσκησιν προσφυγής και ενδίκων μέσων και εν γένει την διαδικασίαν βεβαιώσεως και εισπράξεως τούτου, εφαρμόζονται αναλόγως αι περί επιβολής προστίμου διατάξεις, αι ισχύουσαι εν τη φορολογία εισοδήματος.

 

 

 

 

Άρθρο 16

 

1. Εάν μετά την επίδοσιν της δηλώσεως ματαιωθή η  υπογραφή του συμβολαίου μεταβιβάσεως, ο καταβληθείς φόρος επιστρέφεται.
2. Εάν η μεταβίβασις, υπό αναβλητικήν ή διαλυτικήν αίρεσιν, ματαιωθή, συνεπεία ατονίας της αναβλητικής ή εξόδου της διαλυτικής αιρέσεως, επιστρέφεται το ήμισυ του καταβληθέντος φόρου.

3. Εάν γίνη η εξώνησις του ακινήτου εντός της ταχθείσης συμβατικής προθεσμίας, δεν επιβάλλεται φόρος μεταβιβάσεως δια την νέαν ταύτην μεταβίβασιν, επιστρέφεται δε και το ήμισυ του καταβληθέντος φόρου μεταβιβάσεως κατά την κατάρτισιν του, επί τω όρω της εξωνήσεως, συνταγέντος συμβολαίου.

4. Εάν εντός τεσσάρων ετών από της καταρτίσεως του οριστικού συμβολαίου μεταβιβάσεως ακυρωθή τούτο ένεκεν ελαττώματος αφορώντος εις τας νομικάς σχέσεις του πωλητού προς το ακίνητον ή ένεκεν άλλων εξαιρετικών λόγων, δεν επιβάλλεται φόρος μεταβιβάσεως δια την ακύρωσιν, ο δε επί της αρχικής μεταβιβάσεως φόρος περιορίζεται εις το ήμισυ του αναλογούντος τοιούτον από της αγοραίας αξίας του ακινήτου. Τυχόν επί πλέον καταβληθείς ή βεβαιωθείς φόρος επιστρέφεται ή εκπίπτεται κατά  περίπτωσιν.

5. Εάν εντός δύο ετών από της καταρτίσεως του οριστικού συμβολαίου μεταβιβάσεως της περιπτώσεως της παρ. 1 του άρθρ. 2 του παρόντος δεν πραγματοποιηθή η ανέγερσις της πολυκατοικίας ή του διαμερίσματος είτε η συμπλήρωσις των αγορασθέντων εν ημιτελεί καταστάσει κτισμάτων, ο φόρος μεταβιβάσεως περιορίζεται επί της αξίας του οικοπέδου και των μέχρι της συμπληρώσεως της διετίας ανεγερθέντων κτισμάτων, το δε τυχόν επί πλέον καταβληθέν ποσόν φόρου μεταβιβάσεως επιστρέφεται.

6. Δια την επιστροφήν του φόρου επί των περιπτώσεων των προηγουμένων παραγράφων απαιτείται αίτησις του δικαιούχου προς τον αρμόδιον δια τον φόρον της μεταβιβάσεως Οικον. 'Εφορον, ήτις δέον να υποβληθή:

Α) εντός έτους από της επιδόσεως της δηλώσεως εις την περίπτωσιν της ματαιώσεως της υπογραφής του συμβολαίου μεταβιβάσεως και

Β) εντός 120 ημερών από της ημέρας :

α) της ατονίας ή εξόδου της αιρέσεως,

β) της ενεργείας της εξωνήσεως,

γ) της ακυρώσεως του συμβολαίου και

δ) της συμπληρώσεως της προθεσμίας της παρ. 5 του παρόντος άρθρου.

Μετά την πάροδον των προθεσμιών τούτων παραγράφεται το δικαίωμα προς επιστροφήν του καταβληθέντος φόρου.

7. Εάν η πράξις μεταβιβάσεως δεν μετεγράφη εις τα οικεία βιβλία μεταγραφών ένεκα παρεμβληθέντος νομικού κωλύματος περί την μεταγραφήν και ακυρωθή αύτη εντός έτους από της συντάξεώς της δικαστικώς, δεν επιβάλλεται φόρος μεταβιβάσεως δια την ακύρωσιν και επιστρέφεται ο  κατά την κατάρτισιν του ακυρουμένου συμβολαίου καταβληθείς φόρος μεταβιβάσεως.
Δια την επιστροφήν του φόρου απαιτείται συν τη αιτήσει τη προβλεπομένη υπό της παρ. 6 του άρθρ. 16 του ρηθέντος νόμου να υποβληθή βεβαίωσις ότι δεν μετεγράφη η αρχική πράξις και ότι του δια ταύτης μεταβιβαζομένου ακινήτου υφίστατο νομικόν ελάττωμα, ως και δικαστική απόφασις ακυρώσεως της πράξεως.

 

 

 

 

 

Άρθρο 17


1. Δια Δ/των, εκδιδομένων προτάσει των επί της Δικαιοσύνης και των Οικονομικών Υπουργών, δύναται να καταστή υποχρεωτική η υπό των συμβολαιογράφων και των γραμματέων των Δικαστηρίων αποστολή αντιγράφων των συμβάσεων ή κατά περίπτωσιν περιλήψεων των δικαστικών αποφάσεων εις τον μεταγραφοφύλακα και υποχρεωτική υπό τούτου η μεταγραφή ή σημείωσις εις το βιβλίον μεταγραφών ή καταχώρισις εις το νηολόγιον, συμβολαίων μεταβιβάσεως ακινήτων κλπ. καθ' άπασαν την Επικράτειαν ή εις τινα τμήματα αυτής.
Δια των αυτών Β.Δ/των καθορισθήσονται τα της καταβολής του παγίου τέλους χαρτοσήμου της αιτήσεως μεταγραφής και των δικαιωμάτων των αμίσθων υποθηκοφυλάκων και εν γένει πάσα αναγκαία λεπτομέρεια.
2. Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται:

α) το ποσόν το καταβαλλόμενον εις τους συμβολαιογράφους και εις τους γραμματείς των Δικαστηρίων δια την κάλυψιν των δαπανών των δια τα υπ' αυτών αποστελλόμενα προς τον Οικονομικόν 'Εφορον κλπ.  αντίγραφα,

β) τα  έξοδα κινήσεως και αι αμοιβαί των εκτιμητών κλπ. εφ' όσον δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι,

γ) ο τύπος της δηλώσεως και το ειδικώτερον  περιεχόμενόν της,

δ) τα της καταθέσεως των ποσών εις την Τράπεζαν της Ελλάδος υπέρ των εν παρ. 3 του άρθρ. 4 του παρόντος αναφερομένων νομικών προσώπων,

ε) τα των απαιτουμένων στοιχείων δια την επιστροφήν του φόρου επί ματαιώσεως της μεταβιβάσεως και επί των λοιπών περιπτώσεων επιστροφής και

ς) εν γένει πάσα λεπτομέρεια  αναγκαία δια την εφαρμογήν του παρόντος νόμου.

3. Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δύναται:

α) να ορισθή ειδική διαδικασία βεβαιώσεως και εισπράξεως του φόρου μεταβιβάσεως πλοίων ή μεριδίου αυτών συντελουμένης εν τω εσωτερικώ ή εν τω εξωτερικώ,

β) να ορισθούν τρόποι καθορισμού και ελέγχου της αξίας αυτών και

γ) να ορισθούν τα της αμοιβής των ενεργούντων την εργασίαν ταύτην, οσάκις ούτοι δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι.

4. Ο Υπουργός των Οικονομικών εγκρίνει και εντέλλεται την πληρωμήν πάσης αναγκαίας δαπάνης δια την εκτέλεσιν του παρόντος νόμου αταλογιζομένης εις τα έξοδα βεβαιώσεως των αμέσων φόρων.
5. Η διάθεσις του ποσοστού της παρ. 3 του άρθρ. 4 του παρόντος εις έκαστον δήμον και κοινότητα ή εις επαρχιακόν ταμείον οδοποιίας και τα της αναλήψεως του ποσού όπερ έκαστον τούτων δικαιούται, ενεργούνται κατά το οριζόμενα δι' αποφάσεων του Υπουργού των Εσωτερικών ή κατά περίπτωσιν του Υπουργού των Δημοσίων 'Εργων.
6. Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών καθορίζονται τα της αποδόσεως των δικαιωμάτων εις το ταμείον συντάξεως νομικών.

 

 

 

 

 

Άρθρο 18


1. Αι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται επί των από 1 Ιαν. 1951 και εφεξής:

α) μεταβιβάσεων ακινήτων, και πραγματικών δικαιωμάτων επί των ακινήτων, ή πλοίων και μεριδίου αυτών και

β) μεταγραφών των περιπτώσεων της παρ. 3 του άρθρ. 2 του παρόντος.

Ωσαύτως ο παρών νόμος εφαρμόζεται και επί των οριστικών συμβολαίων των συντασσομένων εις εκτέλεσιν προσυμφώνων συνταγέντων μέχρι της 31 Δεκ. 1950.

2. Κυρούνται αι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εκδοθείσαι αποφάσεις περί απαλλαγής από της καταβολής φόρου μεταβιβάσεως και αναλογικών τελών χαρτοσήμου της τε συμβολαιογραφικής πράξεως, και της μεταγραφής αυτής επί μεταβιβάσεως ακινήτων υπό οικοδομικών μη κερδοσκοπικών Συνεταιρισμών προς τα μέλη αυτών.

Αι εν λόγω απαλλαγαί ισχύουσι και επί περιπτώσεων μεταβιβάσεων, συντελεσθεισών ήδη ή συντελεσθησομένων μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου.

3. Από 1 Ιαν. 1951 καταργούνται εφαρμοζόμεναι εφεξής μόνον επί των μέχρι και της  31 Δεκ. 1950 μεταβιβάσεων ακινήτων, ή πραγματικών δικαιωμάτων επί των ακινήτων ή πλοίων  και μεριδίων αυτών:

α) αι διατάξεις του Νόμ. 4225/1929 "περί καταργήσεως της φορολογίας αυτομάτου υπερτιμήματος της ακινήτου ιδιοκτησίας και επιβολής ειδικού φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων" ως συνεπληρώθησαν και ετροποποιήθησαν μεταγενεστέρως,

β) αι διατάξεις αι αφορώσαι την επιβολήν προσθέτου 1 % κατά την κατάρτισιν των συμβολαίων μεταβιβάσεως και 0.25% κατά την μεταγραφήν αυτών, υπέρ του ταμείου συντάξεως νομικών και 

γ) πάσα ετέρα γενική ή ειδική διάταξις αντικειμένη εις το παρόντα νόμον.

4. Αι διατάξεις του άρθρ. 23 του Ν.Δ. 1298/1949 και αι διατάξεις του Α.Ν. 1323/1949 διατηρούνται εν ισχύϊ ως προς τας υπ' αυτών ρυθμιζομένας σχέσεις.

 

 

 

 

 

Άρθρο 19


1. Επί των από 1 Ιαν. 1951 και εφεξής μεταβιβάσεων ακινήτων, πραγματικών δικαιωμάτων επί ακινήτων, πλοίων ή μεριδίου αυτών δεν επιβάλλονται:

α) αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου και κατά περίπτωσιν προξενικόν τέλος δια τε το συμβόλαιον και δια την μεταγραφήν αυτού και

β) αναλογικά δικαιώματα εμμίσθων μεταγραφοφυλάκων δια την μεταγραφήν των συμβολαίων των εν λόγω μεταβιβάσεων.

Αι διατάξεις της παρούσης εφαρμόζονται αναλόγως και επί των περιπτώσεων της παρ. 3 του άρθρ. 2 του παρόντος.

Επί των μεταβιβάσεων τούτων επιβάλλεται πάγιο τέλος χαρτοσήμου πενήντα λεπτών (0,50) ευρώ για κάθε συμβόλαιο και για κάθε αίτηση μεταγραφής αυτού. -  ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρ.13 Ν.3091/2002,ΦΕΚ Α 330/24.12.2002.
2. Εκτός:

α) του φόρου μεταβιβάσεως και του παγίου τέλους χαρτοσήμου,
β) του φόρου υπέρ του ειδικού ταμείου εποικισμού του προβλεπομένου υπό του άρθρ. 220 του αγροτικού κώδικος,

γ) του φόρου επί μεταβιβάσεως μεταλλείων του Νόμ. ΓΦΚΔ του έτους 1910 ως ισχύει,

δ) των νομίμων δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων και

ε) των νομίμων δικαιωμάτων των αμίσθων φυλάκων μεταγραφών, ουδείς έτερος φόρος, τέλος, δικαιώματα, εισφορά υπέρ του δημοσίου ή υπέρ τρίτου επιβάλλεται επί της μεταβιβάσεως των ακινήτων ή των πραγματικών επ' αυτών δικαιωμάτων και επί της μεταγραφής αυτών ως και επί μεταβιβάσεως πλοίων ή μεριδίου αυτών.

3. Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης επιτρέπεται, όπως ορισθή τρόπος επιδιώξεως της εισπράξεως των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων και των αμίσθων υποθηκοφυλάκων επί της τυχόν προκυπτούσης διαφοράς μεταξύ του δηλωθέντος τιμήματος του αντικειμένου της μεταβιβάσεως και της οριστικοποιηθείσης επί πλέον αξίας τούτου.

 

 

 

 

 

Άρθρο 20


Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από 1ης Ιαν. 1951, υποβληθήσεται δε προς κύρωσιν εις την Βουλήν άμα τη επαναλήψει των εργασιών αυτής.

 

 

 

 

Άρθρο δεύτερον

 

Η ισχύς του παρόντος  άρχεται  από  της  δημοσιεύσεως  του  διά  της  Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

 

 

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm