Αθήνα 05/07/1990
Αρ. πρωτ.: 1045354/440/0015
ΠΟΛ. 1151
ΘΕΜΑ: Η χρήση ταμιακών μηχανών σε εστιατόρια κλπ. των ξενοδοχείων.
1. Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην εγκύκλιό μας 1031726/297/0015/2.5.1990, για τα κέντρα διασκέδασης, εστιατόρια, μπαρ κλπ. που λειτουργούν σε ξενοδοχεία δημιουργείται υποχρέωση χρήσης φ.τ.μ. μόνο για τους συγκεκριμένους κλάδους εκμετάλλευσης και όχι για τις λοιπές δραστηριότητες.
2. Περαιτέρω, προϋπόθεση υπαγωγής στη σχετική υποχρέωση είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 1809/88, η επιχείρηση να πωλεί τα αγαθά λιανικώς ή κυρίως λιανικώς ή να παρέχει υπηρεσίες στο κοινό.
Από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Σ. ορίζεται η έννοια του κατά κύριο λόγο χονδροπωλητή.
Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, κυρίως λιανοπωλητής θεωρείται εκείνος που οι λιανικές του πωλήσεις καλύπτουν τουλάχιστον το 40% των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων του.
Είναι προφανές, με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις, ότι ο επιτηδευματίας, χωρίς διάκριση αντικειμένου εργασιών, κρίνεται ως λιανοπωλητής ή μη με βάση τα δεδομένα της συνολικής του επιχείρησης (σύνολο δραστηριοτήτων) και όχι κατά κλάδο.
Συνεπώς και το ξενοδοχείο που εκμεταλλεύεται εστιατόριο, μπαρ κλπ. κρίνεται ως λιανοπωλητής ή μη με βάση τα συνολικά ακαθάριστα έσοδά του, ήτοι τα έσοδα από όλες τις δραστηριότητες.
Έτσι, το εστιατόριο ή το μπαρ κλπ. που λειτουργεί σε ξενοδοχείο υποχρεούται να χρησιμοποιεί φ.τ.μ. εφόσον η επιχείρηση (ξενοδοχείο) συνολικά έχει 40% τουλάχιστον ακαθάριστα έσοδα από πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών προς το κοινό.
Δεν κρίνεται δηλαδή μεμονωμένα και αυτοτελώς ο κάθε κλάδος, όσον αφορά τον χαρακτηρισμό χονδροπωλητής ή λιανοπωλητής.
3. Εξάλλου, τα ξενοδοχεία στις περιπτώσεις που συμβάλλονται με τουριστικά γραφεία (πρακτορεία κλπ.) και εξυπηρετούν πελάτες αυτών (πρακτορείων), χωρίς να κάνουν καμία συμφωνία με τα μεμονωμένα πρόσωπα, έχουν δε απαίτηση και δικαίωμα είσπραξης για τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή τα διατιθέμενα αγαθά (πακέτο ή μη), από τα τουριστικά γραφεία, θεωρούνται για τις περιπτώσεις αυτές χονδροπωλητές.
4. Ακόμη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 (παρ. 3) του Κ.Φ.Σ., ο εκμεταλλευτής ξενοδοχείου για την αμοιβή του από εκμίσθωση υπνοδωματίου μόνο ή και παροχή άλλων αγαθών (πακέτο) εκδίδει σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από την ιδιότητα του πελάτη (επιτηδευματίας ή ιδιώτης) θεωρημένη διπλότυπη απόδειξη παροχής υπηρεσιών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις πιο πάνω διατάξεις.
Δηλαδή, το ξενοδοχείο για τις υπηρεσίες ξενοδοχείου που παρέχει (πακέτο ή μη) εκδίδει θεωρημένες αποδείξεις όχι μόνο σε ιδιώτες αλλά και σε επιτηδευματίες.
Συνεπώς, η διάκριση των εσόδων ξενοδοχείων που προκύπτουν από τις εκδιδόμενες αποδείξεις του άρθρου 13 (παρ. 3) του Κ.Φ.Σ. σε χονδρικώς και λιανικώς είναι θέμα πραγματικό, που μπορεί να γίνει και να εξακριβωθεί με βάση τα ατομικά στοιχεία του πελάτη (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, επάγγελμα κλπ.) που αναφέρονται στις αποδείξεις, τις εγγραφές του βιβλίου κίνησης πελατών, τα συμβόλαια κλπ.
5. Συνοψίζοντας τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα εστιατόρια, μπαρ, κέντρα διασκέδασης κλπ. που λειτουργούν σε ξενοδοχεία, υποχρεούνται να χρησιμοποιούν φ.τ.μ. εφόσον, εκτός των άλλων, έχουν ακαθάριστα έσοδα από παροχή υπηρεσιών ή διάθεση άλλων ειδών απευθείας στο κοινό τουλάχιστον 40 τοις εκατό των συνολικών, από κάθε δραστηριότητα, ακαθάριστων εσόδων τους.
6. Τέλος, με την ευκαιρία διευκρινίζεται ότι στις περιπτώσεις που ο πελάτης εξυπηρετείται από διάφορους κλάδους του ξενοδοχείου (εστιατόρια, ταβέρνα, μπαρ κλπ.), χωρίς να προσφέρονται σ' αυτόν υπηρεσίες "πακέτο" και το αντίτιμο δεν καταβάλλεται αμέσως, αλλά χρεώνεται ο λογαριασμός του, μπορεί στις εκδιδόμενες με φ.τ.μ. αποδείξεις να αναγράφεται αντί του ονοματεπωνύμου ο αριθμός δωματίου, εφόσον αυτό είναι τεχνικώς δυνατόν.