Αθήνα 07/04/2014
Αρ. πρωτ.: 1057684
ΘΕΜΑ: α) Διαχειριστική περίοδος ατομικής επιχείρησης με διπλογραφικά βιβλία, β) παροχές σε είδος.
Σε απάντηση ερωτημάτων σας αναφορικά με τα παραπάνω θέματα, σας πληροφορούμε τα εξής:
1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του Ν. 4172/2013 , το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος. Για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία το φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου. Σε καμία περίπτωση το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.
2. Επίσης, με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου και νόμου, ο φόρος που επιβάλλεται , σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος αφορά σε εισόδημα που αποκτήθηκε το αμέσως προηγούμενο φορολογικό έτος.
3. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι μόνο τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία δύνανται να έχουν φορολογικό έτος που να λήγει 30 Ιουνίου. Απεναντίας, στις ατομικές επιχειρήσεις (φυσικά πρόσωπα) που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, το φορολογικό τους έτος πρέπει να λήγει 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, καθόσον υποχρεωτικά το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό.
4. Κατόπιν των ανωτέρω, όταν η ατομική επιχείρηση τηρεί διπλογραφικά βιβλία και έκλεισε διαχειριστική περίοδο 1.7.2012 έως 30.6.2013, τότε η διαχειριστική περίοδος που άρχισε 1.7.2013 πρέπει να κλείσει στις 31.12.2013. Συνεπώς, από 01.01.2014 που εφαρμόζονται οι διατάξεις του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.4172/2013 ), η διαχειριστική περίοδος ατομικής επιχείρησης με διπλογραφικά βιβλία θα είναι εναρμονισμένη με το φορολογικό έτος, το οποίο ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος.
5. Αναφορικά με το δεύτερο ερώτημά, σας γνωρίζουμε ότι με το άρθρο 13 «παροχές σε είδος» του Ν.4172/2013, καθιερώνεται γενικός κανόνας για τον συνυπολογισμό των παροχών σε είδος που λαμβάνουν εργαζόμενοι ή συγγενικά τους πρόσωπα στο φορολογητέο εισόδημα, αναγνωρίζοντας ότι αποτελούν μισθό σε είδος. Περαιτέρω, περιγράφονται ενδεικτικά ορισμένες κατηγορίες παροχών σε είδος και τίθεται ο γενικός κανόνας ότι κάθε παροχή, ανεξαρτήτως του είδους αυτής (μπορεί να αφορά αγαθά ή υπηρεσίες) που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό αυτού πρόσωπο, συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα, εφόσον υπερβαίνουν το κατώτατο όριο των τριακοσίων (300) ευρώ σε βάση φορολογικού έτους.