NOMOΣ 3631/08
ΦΕΚ Α΄ 6 /29/01/2008
Σύσταση Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΣΥΣΤΑΣΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ
1. Ιδρύεται Ταμείο με την επωνυμία Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής (Ε.ΤΑ.Κ.Σ.), το οποίο είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Το Ταμείο εποπτεύεται από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα.
2. Σκοπός του Ταμείου είναι η χρηματοδότηση προγραμμάτων ετήσιας εισοδηματικής ενίσχυσης φυσικών προσώπων ή νοικοκυριών, που κατοικούν νόμιμα ή είναι νόμιμα εγκατεστημένα, αντιστοίχως, στην Ελλάδα και έχουν ετήσιο εισόδημα χαμηλότερο από το κατ΄ έτος εκάστοτε εκτιμώμενο όριο της φτώχειας στην Ελλάδα.
3. Το όριο της φτώχειας ορίζεται στο 60% της διάμεσου του ισοδύναμου συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ακολουθείται κατά την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των νοικοκυριών που διενεργείται ετησίως από τη Γενική Γραμματεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας (Ε.Σ.Υ.Ε.), δυνάμει του Κανονισμού 1177/2003 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
1. Οι πόροι του Ε.ΤΑ.Κ.Σ. προέρχονται από:
α) Ετήσιες εισφορές από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Κράτους.
β) Ποσοστό έως 20% επί των εσόδων του λογαριασμού του Ν. 128/1975 (ΦΕΚ 178 Α΄) του προηγούμενου έτους.
γ) Ποσοστό έως 20% επί των ετήσιων εισπράξεων των ειδικών λογαριασμών του Ν. 2771/1999 (ΦΕΚ 280 Α΄) εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, εκτός των ειδικών λογαριασμών που εισπράττουν πόρους από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
δ) Έσοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου.
2. Το ύψος της ετήσιας εισφοράς από τον Τακτικό Προϋπολογισμό ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.ΤΑ.Κ.Σ.. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το ακριβές ποσοστό ανά λογαριασμό και ο τρόπος απόδοσης των πόρων από τους ειδικούς λογαριασμούς και το λογαριασμό του Ν. 128/1975 στο Ε.ΤΑ.Κ.Σ..
3. Με την ίδρυσή του το Ε.ΤΑ.Κ.Σ. επιχορηγείται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό με το ποσό των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ.
Άρθρο 3
Προγράμματα και δικαιούχοι
1. Το Ε.ΤΑ.Κ.Σ. χρηματοδοτεί ολοκληρωμένα προγράμματα εισοδηματικής ενίσχυσης κατηγοριών δικαιούχων, τα οποία καταρτίζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κυρίως των Υπουργείων Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αλλά και άλλων Υπουργείων.
2. Τα προγράμματα εισοδηματικής ενίσχυσης εγκρίνονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ε.ΤΑ.Κ.Σ.. Με τις αποφάσεις αυτές καθορίζονται τα κριτήρια υπαγωγής των δικαιούχων, το ύψος και ο τρόπος καταβολής των ενισχύσεων, καθώς και κάθε άλλη σχετική με την εφαρμογή των προγραμμάτων λεπτομέρεια.
3. Δικαιούχοι των ενισχύσεων μπορούν να είναι φυσικά πρόσωπα ή νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα χαμηλότερο του ορίου της φτώχειας στην Ελλάδα, όπως αυτό ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 1 του παρόντος, σύμφωνα με τα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και τις σχετικές εκτιμήσεις της Γενικής Γραμματείας της Ε.Σ.Υ.Ε..
Άρθρο 4
Διοίκηση και οργάνωση − Θέματα προσωπικού
1. Το Ε.ΤΑ.Κ.Σ. διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.). Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Από τα υπόλοιπα μέλη, δύο ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, δύο από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και δύο από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με κριτήριο τις ειδικές γνώσεις και την πολυετή εμπειρία τους σε θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Το Δ.Σ. διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και έχει πενταετή θητεία. Οι ανωτέρω αποφάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Η θητεία του Δ.Σ. μπορεί να ανανεώνεται μία φορά για αντίστοιχο χρονικό διάστημα και παρατείνεται μέχρι το διορισμό νέας Διοίκησης και πάντως όχι πέραν τριμήνου από τη λήξη της.
3. Η θητεία των μελών διακόπτεται μόνο εάν κατά τη διάρκεια αυτής προκύψουν πράξεις ή παραλείψεις που θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία που συνάδει με την άσκηση του λειτουργήματός τους ή αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους για λόγους υγείας. Σε περίπτωση κενώσεως θέσεως μέλους του Δ.Σ. με οποιονδήποτε τρόπο, ορίζεται νέο μέλος για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του Δ.Σ., κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του, τον Πρόεδρο του Δ.Σ. αναπληρώνει ως προς όλες τις αρμοδιότητές του ο Αντιπρόεδρος. Ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. εκλέγεται από τα μέλη του Δ.Σ..
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος της αμοιβής του Προέδρου και των υπόλοιπων μελών του Δ.Σ.. Πέραν των αμοιβών αυτών δεν καταβάλλονται αποζημιώσεις για συμμετοχή του Προέδρου και των μελών στις συνεδριάσεις του Δ.Σ..
6. Το Δ.Σ. βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα τουλάχιστον πέντε μέλη. Μεταξύ των μελών αυτών πρέπει απαραιτήτως να είναι ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ.. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η άποψη υπέρ της οποίας τάσσεται ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος, κατά περίπτωση.
7. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ε.ΤΑ.Κ.Σ., καθορίζεται η οργανική διάρθρωση του Ταμείου και ο κανονισμός λειτουργίας του.
8. Το Δ.Σ. του Ε.ΤΑ.Κ.Σ. είναι αρμόδιο για:
α) την οργάνωση και τη λειτουργία του Ταμείου,
β) την είσπραξη των πόρων και τη διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου,
γ) την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού, ισολογισμού, απολογισμού,
δ) τη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης της προόδου υλοποίησης των στόχων του Ταμείου,
ε) την εκπροσώπηση του Ταμείου στο εσωτερικό ή εξωτερικό και για κάθε άλλο θέμα που σχετίζεται με την εκπλήρωση της αποστολής του.
9. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. εκπροσωπεί το Ε.ΤΑ.Κ.Σ. ενώπιον κάθε αρχής και τρίτου, εποπτεύει την ορθή εφαρμογή των αποφάσεων του Δ.Σ., την ορθή εκτέλεση του προγράμματος και του προϋπολογισμού του Ταμείου στο πλαίσιο της επίτευξης του σκοπού του, την τήρηση του κανονισμού οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών του Ταμείου. Συγκαλεί σε συνεδριάσεις το Δ.Σ., προεδρεύει στις συνεδριάσεις του και ορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Με την έγκριση του Δ.Σ., ο Πρόεδρος μπορεί να αναθέτει σε άλλο μέλος του Δ.Σ. την εκπροσώπηση του Ταμείου ενώπιον κάθε αρχής και τρίτου.
10. Το Ε.ΤΑ.Κ.Σ. υποστηρίζεται από επιστημονικό, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό που αποσπάται, κατά προτεραιότητα, από τα συναρμόδια Υπουργεία, από άλλα Υπουργεία και από Ν.Π.Δ.Δ.. Για το σκοπό αυτόν, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ., συνιστώνται και κατανέμονται έως είκοσι συνολικά θέσεις, οι οποίες πληρούνται μόνο με απόσπαση. Οι αποσπάσεις του ανωτέρω προσωπικού γίνονται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, εάν ο αποσπασμένος προέρχεται από Υπουργείο, ή με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από σύμφωνη γνώμη του Προέδρου του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ., εάν ο αποσπασμένος προέρχεται από Ν.Π.Δ.Δ.. Οι αποσπασμένοι στο Ε.ΤΑ.Κ.Σ. συνεχίζουν να λαμβάνουν το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων και λοιπών αμοιβών τους από την υπηρεσία από την οποία προέρχονται.
11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ε.ΤΑ.Κ.Σ., μπορεί να προβλεφθεί η χορήγηση ειδικού μηνιαίου επιδόματος στους υπαλλήλους που αποσπώνται στο Ταμείο, το οποίο θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του Ε.ΤΑ.Κ.Σ..
12. Στο Ε.ΤΑ.Κ.Σ. συνιστάται «Μονάδα Έρευνας, Ανάλυσης και Τεκμηρίωσης» (Η Μονάδα). Η Μονάδα αποτελεί επιστημονικό και συμβουλευτικό όργανο του Προέδρου και του Δ.Σ. του Ταμείου.
α. Έργο της Μονάδας είναι η υποβολή εισηγήσεων επί θεμάτων εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας και των εκδιδόμενων κανονιστικών αποφάσεων για τα ολοκληρωμένα προγράμματα εισοδηματικής ενίσχυσης κατηγοριών δικαιούχων αρμοδιότητας του Ε.ΤΑ.Κ.Σ., τον εκσυγχρονισμό αυτής, καθώς και λήψης μέτρων και θέσπισης κανόνων για την τροποποίηση, συμπλήρωση της νομοθεσίας.
β. Η Μονάδα επιλαμβάνεται των ανωτέρω, μετά από σχετική παραπομπή των θεμάτων σε αυτήν από τον Πρόεδρο ή το Δ.Σ. του Ε.ΤΑ.Κ.Σ..
γ. Η Μονάδα αποτελείται από επιστημονικό προσωπικό πέντε ατόμων, που ανήκει στην κατηγορία του ειδικού επιστημονικού προσωπικού του άρθρου 2 του Π.Δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄), όπως ισχύει, και τα οποία είναι πρόσωπα υψηλής επιστημονικής κατάρτισης με ειδίκευση στο αντικείμενο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Για τις προσλήψεις και τις αμοιβές των υπαλλήλων του ειδικού επιστημονικού προσωπικού εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α΄), όπως ισχύει.
δ. Η Μονάδα συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και οι δαπάνες λειτουργίας της βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ε.ΤΑ.Κ.Σ..
Άρθρο 5
Προϋπολογισμός - Απολογισμός - Οικονομικός έλεγχος
1. Για την κατάρτιση, έγκριση και εκτέλεση του προϋπολογισμού του Ε.ΤΑ.Κ.Σ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.Δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204 Α΄), όπως ισχύουν. Επιπλέον, ο έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης του Ταμείου και του ισολογισμού του ανατίθεται από το Δ.Σ. σε ορκωτούς ελεγκτές ή αναγνωρισμένη ελεγκτική εταιρία, που υποβάλλουν σχετική έκθεση προς τη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων και τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.
2. Το οικονομικό έτος αρχίζει, με εξαίρεση την πρώτη χρήση, την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Το αργότερο μέχρι τέλος Οκτωβρίου συντάσσεται ο προϋπολογισμός του επόμενου οικονομικού έτους, εντός δε τριών μηνών από την έναρξή του συντάσσεται ο απολογισμός του προηγούμενου οικονομικού έτους και έκθεση αξιολόγησης της προόδου υλοποίησης των στόχων του Ταμείου, που υποβάλλονται στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών για έγκριση και κοινοποιούνται στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.Δ. 496/1974, όπως ισχύουν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 6
Χορήγηση πολυτεκνικού επιδόματοςστις τρίτεκνες οικογένειες
1. Στη μητέρα που έχει ή αποκτά τρία ζώντα τέκνα χορηγείται από την 1η Ιανουαρίου 2008 μηνιαίο επίδομα για κάθε άγαμο παιδί της κάτω των 23 ετών, το οποίο ισούται, για κάθε παιδί, με το επίδομα που καταβάλλεται κάθε φορά για κάθε παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Εάν για ένα παιδί συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση και του επιδόματος της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), όπως ισχύει, καταβάλλεται για το παιδί αυτό το μεγαλύτερο επίδομα εκ των δύο. Το ποσό του συνολικού μηνιαίου επιδόματος δεν μπορεί να υπολείπεται του ελάχιστου συνολικού επιδόματος πολύτεκνου γονέα, εκτός εάν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο. Το επίδομα του παρόντος άρθρου καταβάλλεται ανεξάρτητα από κάθε άλλο επίδομα, μισθό, σύνταξη, αμοιβή, αποζημίωση ή εισόδημα, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου και διακόπτεται την 1η του επόμενου έτους κατά το οποίο το επιδοτούμενο άγαμο τέκνο συμπληρώνει το 23ο έτος της ηλικίας του. Σε καμία περίπτωση το επίδομα δεν μετατρέπεται σε ισόβια σύνταξη του δικαιούχου.
Τα τέκνα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τη θεμελίωση του δικαιώματος λήψης του παραπάνω επιδόματος, είναι τα τέκνα που αποκτώνται από τον ίδιο ή διαφορετικούς γάμους, τα νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, καθώς και τα γεννηθέντα εκτός γάμου. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου ή υπαίτιας εγκατάλειψης των τέκνων του και οριστικής διακοπής της συγκατοίκησης ή διαζυγίου, η παροχή καταβάλλεται σε όποιον έχει την κύρια ή αποκλειστική ευθύνη διατροφής των τέκνων.
2. Το επίδομα καταβάλλεται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και στον πατέρα, ο οποίος έχει τρία ζώντα τέκνα από διαφορετικούς γάμους, καθώς και τα νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα από τον ίδιο, εφόσον όμως έχει την αποκλειστική ευθύνη διατροφής τους και η μητέρα δεν επιδοτείται για τα παιδιά της αυτά.
3. Το επίδομα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:
α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,
β) ομογενείς αλλοδαπούς που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και διαθέτουν δελτίο ομογενούς,
γ) πολίτες Κρατών - Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,
δ) πολίτες των χωρών που ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) και Ελβετούς πολίτες και διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,
ε)1) αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (Ν.Δ. 3989/1959, ΦΕΚ 201 Α΄), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, ΦΕΚ 125 Α΄).
2) ανιθαγενείς, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (Ν. 139/1975, ΦΕΚ 176 Α΄) και
3) δικαιούχους του ανθρωπιστικού καθεστώτος, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από το άρθρο 8 του Π.Δ. 61/1999 (ΦΕΚ 63 Α΄), που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και για όσο χρόνο διαρκούν οι ως άνω ιδιότητές τους,στ) πολίτες άλλων Κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας.
4. Για τους όρους και τη διαδικασία καταβολής του ως άνω επιδόματος ισχύουν τα οριζόμενα με τις υπ΄ αριθμ. Γ1α 440/7.2.1991 (ΦΕΚ 90 Β΄) και Π3δ/οικ. 1078/19.3.1997 (ΦΕΚ 241 Β΄) κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και με τα άρθρα 2 έως 9 της υπ΄ αριθμ. Π1α/Γ.Π.οικ.60227/19.5.2006 (ΦΕΚ 645 Β΄) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5. Η παρ. 6 του άρθρου 39 του Ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Τα επιδόματα και η σύνταξη που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 63 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), όπως ισχύει, χορηγούνται στους αναγνωριζόμενους ως πολύτεκνους, κατά την παράγραφο 5 του παρόντος, όπως ισχύει, μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 5 του Ν. 3454/2006 (ΦΕΚ 75 Α΄).»
Άρθρο 7
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3299/2004
1. α. Η υποπερίπτωση ii) της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«ii) Εκσυγχρονισμός ολοκληρωμένης μορφής λειτουργουσών ξενοδοχειακών μονάδων κατηγορίας τουλάχιστον δύο αστέρων (2*), πρώην Γ΄ τάξης ή ξενοδοχειακών μονάδων που έχουν διακόψει τη λειτουργία τους, χωρίς στο διάστημα της διακοπής να έχει γίνει αλλαγή στη χρήση του κτιρίου και υπό τον όρο ότι κατά το χρόνο της διακοπής της λειτουργίας τους ήταν τουλάχιστον κατηγορίας δύο αστέρων (2*), πρώην Γ΄ τάξης - ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 4.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης iii) της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 3299/2004 αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης εκσυγχρονισμός ολοκληρωμένης μορφής ξενοδοχειακών μονάδων που έχουν διακόψει τη λειτουργία τους, χωρίς στο διάστημα της διακοπής να έχει γίνει αλλαγή στη χρήση του κτιρίου και υπό τον όρο ότι με τον εκσυγχρονισμό τους αναβαθμίζονται τουλάχιστον σε κατηγορία δύο αστέρων (2*), πρώην Γ΄ τάξης - ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 4.»
γ. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του Ν. 3299/2004 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Επενδυτικά σχέδια δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, καθώς και των θυγατρικών εταιρειών τους, στις οποίες συμμετέχουν με ποσοστό μεγαλύτερο του 49% του μετοχικού τους κεφαλαίου. Επίσης, επενδυτικά σχέδια εταιρειών στις οποίες συμμετέχουν το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ και β΄ βαθμού με ποσοστό μεγαλύτερο του 49% του μετοχικού τους κεφαλαίου ή επιχορηγούνται τακτικά ή έκτακτα από αυτά και η επιχορήγηση υπερβαίνει το 50% των ετήσιων εσόδων τους.
2. α. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Ν. 3299/2004 προστίθεται φράση ως ακολούθως:
«ή του κριτηρίου της έκτακτης ανάγκης εκ φυσικών καταστροφών».
β. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Ν. 3299/2004 η φράση «της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος» αντικαθίσταται από τη φράση «της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος».
3. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του Ν. 3299/2004 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως ακολούθως:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορούν να προτάσσονται στην αρμόδια γνωμοδοτική επιτροπή, κατ΄ εξαίρεση της απόλυτης χρονικής σειράς προτεραιότητας, αιτήσεις υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων συγκεκριμένων κατηγοριών ή γεωγραφικών περιοχών, αποκλειστικά λόγω έκτακτων αναγκών εκ φυσικών καταστροφών.»
4. α. Τα εδάφια 2, 3, 4 και 5 της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν. 3299/2004 αντικαθίστανται ως εξής:
«Η υπαγωγή του επιχειρηματικού σχεδίου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από προηγούμενη έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία καθορίζει τις προδιαγραφές, τις προϋποθέσεις, το είδος και τους όρους της ενίσχυσης, σύμφωνα με την Ανακοίνωση της Επιτροπής για τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 244 της 1ης Οκτωβρίου 2004, σ. 2). Συμπληρωματικά για τα επιχειρηματικά σχέδια της παρούσας παραγράφου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις για τις διαδικασίες και τα όργανα ελέγχου του παρόντος νόμου.»
β. Οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 8 και η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 9 του άρθρου 7, καθώς και η παράγραφος 9 του άρθρου 12 του Ν. 3299/2004 καταργούνται.
5. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2Δ του άρθρου 10 του Ν. 3299/2004 ισχύουν και για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στο νόμο αυτόν, πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 37 του Ν. 3522/2006 (ΦΕΚ 276 Α΄), καθώς και για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στους νόμους 1262/1982 (ΦΕΚ 70 Α΄), 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) και 2601/1998 (ΦΕΚ 81 Α΄) και δεν απαιτείται για τη μεταβολή της εταιρικής σύνθεσης των εταιρειών η έγκριση του αρμόδιου για την έκδοση της απόφασης υπαγωγής οργάνου.
6. Για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 2601/1998 σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν. 2996/2002 «Ελληνικό Σχέδιο Οικονομικής Ανασυγκρότησης των Βαλκανίων» (ΦΕΚ 62 Α΄) και στις οποίες έχει ορισθεί προθεσμία ολοκλήρωσης τρία έτη με βάση τις κανονιστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 4 της παραγράφου 2 του Ν. 2601/1998, ισχύουν οι ρυθμίσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 6 του Ν. 2601/1998.
Οι παραπάνω ρυθμίσεις ισχύουν και για όσες επενδύσεις έχει παρέλθει η εξάμηνη προθεσμία υποβολής του αιτήματος παράτασης από τη λήξη της προθεσμίας ολοκλήρωσης, χωρίς αυτές να έχουν εμπροθέσμως ολοκληρωθεί και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί απόφαση ανάκλησης της υπαγωγής. Στην περίπτωση αυτή η εξάμηνη προθεσμία αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος.
Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α΄), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α΄), με την παράγραφο 3 του άρθρου 16 του Ν. 2744/1999 (ΦΕΚ 222 Α΄) και με την παράγραφο 2 του άρθρου 17 του Ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το καταστατικό μπορεί να επιτρέπει την απόκτηση από κάθε συνεταίρο έως πέντε προαιρετικών μερίδων, εκτός από την υποχρεωτική μερίδα. Προκειμένου για καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, το καταστατικό μπορεί να επιτρέπει την απόκτηση από κάθε συνεταίρο μέχρι εκατό προαιρετικών μερίδων, για πιστωτικούς συνεταιρισμούς μέχρι χιλίων πεντακοσίων και μιας προαιρετικών μερίδων και μπορεί να ορίζει χωρίς περιορισμό τον αριθμό των προαιρετικών μερίδων που μπορούν να αποκτήσουν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Η αξία κάθε προαιρετικής μερίδας είναι ίση με την αξία της υποχρεωτικής.»
1. Η παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 2526/1997 (ΦΕΚ 205 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο σκοπός της Εταιρείας περιορίζεται στη διαχείριση και αξιοποίηση της υφιστάμενης περιουσίας της, κατόπιν σχετικής απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων του Ν. 3049/2002 (ΦΕΚ 212 Α΄) και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν.»
2. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 2 του Ν. 2628/1998 (ΦΕΚ 151 Α΄) αναριθμούνται σε 4 και 5 αντίστοιχα και προστίθεται νέα παράγραφος 3, ως εξής:
«3. Η παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 2836/2000 (ΦΕΚ 168 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν. 3483/2006 (ΦΕΚ 169 Α΄), εφαρμόζεται αναλογικά για τον Πρόεδρο, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και το εν γένει προσωπικό του Οργανισμού.»
Άρθρο 10
1. Η παρ. 1.ε 38 του άρθρου όγδοου του Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Απαγορεύεται κάθε εγκατάσταση σταθμού ηλεκτρικής ενέργειας μέσα στο χώρο του αεροδρομίου, εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης με χρήση φυσικού αερίου. Επιπλέον, επιτρέπεται η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ηλεκτροπαράγωγα ζεύγη μόνο για την απολύτως αναγκαία εξασφάλιση ηλεκτρικού ρεύματος σε περίπτωση βλάβης ή διακοπής της παροχής από το κεντρικό δίκτυο ηλεκτροδότησης.»
2. Κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 25.6 της Σύμβασης Ανάπτυξης Αεροδρομίου (Σ.Α.Α.), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α΄), καθορίζεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, η διαδικασία επιβολής και είσπραξης ανταποδοτικών και άλλων δημοτικών ή κοινοτικών επιβαρύνσεων, φόρων ή τελών από τους Δήμους Σπάτων, Παιανίας, Μαρκόπουλου Μεσογαίας, Αρτέμιδος, Ραφήνας και Κορωπίου, καθώς και από κάθε άλλο δικαιούχο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) σε βάρος της εταιρείας «Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών Α.Ε.» (Δ.Α.Α. Α.Ε.).
3. Ποσά που ειπράχθηκαν από τους ανωτέρω Ο.Τ.Α. καθ΄ υπέρβαση του προβλεπόμενου από το άρθρο 25.6 της Σ.Α.Α. ανώτατου ορίου από την 28.3.2001 και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, συμψηφίζονται με μεταγενέστερες οφειλές.
1. Επί ανωνύμων εταιριών εθνικής στρατηγικής σημασίας, που έχουν ή είχαν μονοπωλιακό χαρακτήρα, και ιδίως όταν πρόκειται για εταιρίες που έχουν στην κυριότητά τους ή εκμεταλλεύονται ή διαχειρίζονται εθνικά δίκτυα υποδομών, η απόκτηση από άλλο μέτοχο, εκτός του Ελληνικού Δημοσίου, ή από συνδεδεμένες με αυτόν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 42 ε του Κ.Ν. 2190/1920, ή από μετόχους που δρούν από κοινού με εναρμονισμένο τρόπο, δικαιωμάτων ψήφου από 20% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου και άνω, προϋποθέτει την προγενέστερη έγκριση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων του Ν. 3049/2002, κατά τη διαδικασία του νόμου αυτού.
2. Η έγκριση χορηγείται εφόσον πληρούνται κριτήρια αξιολόγησης προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, ώστε να διασφαλίζεται η συνεχής και απρόσκοπτη παροχή των προσφερόμενων υπηρεσιών και λειτουργία των δικτύων. Ενδεικτικά λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια αξιολόγησης και συνεκτιμώνται:
α) η εμπειρία των τρίτων μετόχων στο αντικείμενο των ανωτέρω επιχειρήσεων,
β) η φερεγγυότητά τους,
γ) πληροφορίες αναφορικά με τις επενδυτικές τους στρατηγικές,
δ) η διαφάνεια των συναλλαγών τους,
ε) τα συγκεκριμένα επιχειρηματικά τους σχέδια,
στ) το μέγεθος και το είδος του επενδυτικού τους προγράμματος,
ζ) το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς,
η) η διασφάλιση των θέσεων εργασίας,
θ) η δομή του μετοχικού τους κεφαλαίου και ιδίως η συμμετοχή κεφαλαίων εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάσει της αρχής της διαφάνειας και της αμοιβαιότητας,
ι) ο τρόπος λήψεως αποφάσεων.
3. Οι αποφάσεις των ως άνω εταιριών εθνικής στρατηγικής σημασίας που αναφέρονται στα ακόλουθα θέματα υπόκεινται για την εγκυρότητά τους σε έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών προς διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος.
Α) Στη διάλυση της εταιρίας, τη θέση της σε εκκαθάριση και τον ορισμό εκκαθαριστών.
Β) Σε οποιοδήποτε εταιρικό μετασχηματισμό των ανωτέρω επιχειρήσεων, όπως ενδεικτικά στη μετατροπή, τη συγχώνευση με άλλη εταιρία, τη συγχώνευση με σύσταση νέας ανώνυμης εταιρίας, τη διάσπαση, με οποιαδήποτε μορφή και αν αυτή πραγματοποιείται, ή την απόσχιση κλάδου ή κλάδων, η οποία μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την παροχή υπηρεσιών σε τομείς στρατηγικής σημασίας.
Γ) Σε οποιαδήποτε μεταφορά, μεταβολή ή μετατροπή, οποιαδήποτε εκχώρηση, παροχή ως εγγύηση, καθώς και σε οποιαδήποτε μεταβολή ή αλλαγή του προορισμού των στρατηγικής σημασίας στοιχείων του ενεργητικού των ανωτέρω εταιριών και των βασικών δικτύων και υποδομών για την οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, καθώς και για την ασφάλειά της.
4. Η έγκριση της προηγούμενης παραγράφου παρέχεται με υπουργική απόφαση που εκδίδεται εντός χρονικού διαστήματος τριάντα (30) ημερών από της υποβολής της αποφάσεως της εταιρείας στον Υπουργό. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής, θεωρείται ότι η απαιτούμενη έγκριση έχει παρασχεθεί.
5. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από την κατάθεσή του στη Βουλή των Ελλήνων.
1. Η προθεσμία που χορηγήθηκε με το άρθρο 36 του Ν. 3498/2006 (ΦΕΚ 230 Α΄) και παρατάθηκε με την υπουργική απόφαση 16665/2006 (ΦΕΚ 1932 Β΄) μέχρι την 31.12.2007 παρατείνεται μέχρι την 31.10.2008, υπό την προϋπόθεση ότι τα απαιτούμενα από την ως άνω διάταξη δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα μέχρι την 31.10.2006.
2. Η ισχύς της διατάξεως της παραγράφου 6 του άρθρου 18 του Ν. 3525/2007 παρατείνεται μετά τη λήξη της την 31.12.2007, μέχρι την 31.12.2008. Μέχρι την ίδια ημερομηνία εφαρμόζεται η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Ν. 3419/2005.
Άρθρο 13
Τροποποιήσεις του ν. 2545/1997
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του Ν. 2545/1997 (ΦΕΚ 254 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Μετά την έκδοση της εγκριτικής απόφασης της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού και μέχρι την έγκριση της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης, αναστέλλεται η έκδοση οικοδομικών αδειών και οικοδομικών εργασιών μέσα στα όρια της Β.Ε.ΠΕ., πλην εκείνων που αφορούν την κατασκευή των έργων υποδομής που προβλέπονται στην ως άνω εγκριτική απόφαση. Μετά την έκδοση της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης αίρεται αυτοδίκαια η παραπάνω αναστολή και επιτρέπεται η εγκατάσταση ή μετεγκατάσταση βιομηχανικών, βιοτεχνικών και λοιπών επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων των άρθρων 1 και 2 στη Β.Ε.ΠΕ., καθώς και η με οποιονδήποτε τρόπο διάθεση ή παραχώρηση έκτασης ή χώρων μέσα στη Β.Ε.ΠΕ..
Από της ισχύος της παρούσας καταργείται κάθε προγενέστερη γενική ή ειδική διάταξη νόμου, κανονιστικής ή ατομικής διοικητικής πράξης που αντίκειται στα παραπάνω.»
2.
α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του Ν. 2545/1997 καταργείται.
β) Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 9 του Ν. 2545/1997 αναριθμούνται σε παραγράφους 1, 2 και 3 αντιστοίχως.
γ) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν. 2545/1997, που αναριθμείται σε παράγραφο 1, αντικαθίσταται ως εξής:«2. Με την ολοκλήρωση των απαιτούμενων έργων υποδομών, ιδίως των δικτύων ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων της Β.Ε.ΠΕ., είναι δυνατόν να χορηγούνται άδειες λειτουργίας στις εγκαθιστάμενες μονάδες, εφόσον διαπιστωθεί από την υπηρεσία, που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 4 περίπτωση γ΄ του παρόντος ύστερα από σχετική αίτηση του φορέα Β.Ε.ΠΕ., ότι με τα έργα που έχουν εκτελεστεί μέχρι την υποβολή της σχετικής αίτησης είναι δυνατή η έναρξη λειτουργίας της Β.Ε.ΠΕ. ή τμήματος αυτής σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.»
δ) Στο άρθρο 9 του Ν. 2545/1997 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Σε υφιστάμενες ΒΙ.ΠΕ. που έχουν οριοθετηθεί με τους νόμους 4458/1965 και 742/1977 και έχουν υπαχθεί στο Ν. 2545/1997, η ανάπτυξη των έργων υποδομής και η λειτουργία της ΒΙ.ΠΕ. επιτρέπεται να γίνεται τμηματικά κατά φάσεις, εφόσον αυτό είναι τεχνικά εφικτό, δεν αντίκειται στην εγκριτική απόφαση για την ίδρυση Β.Ε.ΠΕ. και πιστοποιείται σχετικά από την υπηρεσία που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 4 περίπτωση γ΄ του παρόντος. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο χρόνος έναρξης των έργων υποδομής της πρώτης (Α΄) φάσης υπολογίζεται από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, ενώ ο χρόνος έναρξης έργων κάθε επόμενης φάσης υπολογίζεται από την έκδοση της διαπιστωτικής απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για την προηγούμενη φάση.»
Άρθρο 14
Οικονομική ενίσχυση πλημμυροπαθών κατοίκων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ροδόπης − Έβρου, Δράμας − Καβάλας − Ξάνθης, Αρκαδίας και Σερρών έτους 2007
1. Χορηγείται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό εφάπαξ οικονομική ενίσχυση έως του ποσού των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ σε κάθε οικογένεια μονίμου κατοίκου πληγείσας περιοχής, της οποίας καταστράφηκε ή υπέστη ζημία η κύρια κατοικία ή η οικοσκευή από τις πλημμύρες του μηνός Νοεμβρίου, του έτους 2007, σε περιοχές των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ροδόπης -Έβρου, Δράμας - Καβάλας - Ξάνθης, Αρκαδίας και Σερρών.
2. Η πληρωμή της οικονομικής ενίσχυσης στους δικαιούχους γίνεται άμεσα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί Δημοσίου Λογιστικού, μέσω της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος ή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων που θα καθοριστούν, ύστερα από αίτησή τους, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, από λογαριασμούς στους οποίους μεταφέρονται τα απαραίτητα ποσά από το Δημόσιο.
Δικαιολογητικό για την πληρωμή αποτελεί η κατάθεση αίτησης - υπεύθυνης δήλωσης του Ν. 1599/1986 του δικαιούχου για τις ζημίες που υπέστη, στην οποία αναφέρεται ότι είναι μόνιμος κάτοικος της πληγείσας περιοχής, δεν έλαβε την ίδια παροχή από οποιαδήποτε άλλη πηγή και ότι θα προσκομίσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά εντός έξι (6) μηνών από την πληρωμή της ενίσχυσης.
Η αίτηση - υπεύθυνη δήλωση για οικονομική ενίσχυση των δικαιούχων υποβάλλεται εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία εκδήλωσης της καταστροφής.
3. Μετά την καταβολή της ανωτέρω οικονομικής ενίσχυσης, οι πληρώτριες τράπεζες αποστέλλουν ανά εβδομάδα στην αρμόδια Δ24 Διεύθυνση Λογαριασμών Δημοσίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους καταστάσεις πληρωμών, στις οποίες αναφέρονται συνολικά και αναλυτικά κατά δικαιούχο οι πληρωμές, επισυνάπτοντας τις αιτήσεις - υπεύθυνες δηλώσεις των δικαιούχων.
4. Εντός έξι (6) μηνών από την καταβολή της οικονομικής ενίσχυσης κάθε δικαιούχος υποχρεούται να υποβάλει στην κατά τόπο αρμόδια Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Αντίγραφο του εντύπου Ε9 ή βεβαίωση του Δήμου για την κυριότητα της πληγείσας κύριας κατοικίας.
β) Πιστοποιητικό μόνιμης κατοικίας κατά το χρόνο εκδήλωσης της φυσικής καταστροφής.
γ) Μισθωτήριο συμφωνητικό ή υπεύθυνη δήλωση, όταν πρόκειται για ενοικιαστές που έχουν λάβει την οικονομική ενίσχυση.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο έλεγχος των δικαιολογητικών των δικαιούχων, η διαδικασία επιστροφής των οικονομικών ενισχύσεων που καταβλήθηκαν χωρίς να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, τα όργανα καταλογισμού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευσή του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.