Open menu
28 | 03 | 2024

NOMOΣ 4307/2014

ΦΕΚ Α 246/15.11.2014

 

Ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο α) της Απόφασης - Πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση – Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις, οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΜΕΡΟΣ Α΄), β) της Απόφασης – Πλαίσιο 2008/947/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση – Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις που προβλέπουν την αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή απόλυση υπό όρους, με σκοπό την επιτήρησητων μέτρων αναστολής και των εναλλακτικών κυρώσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΜΕΡΟΣ Β΄), γ) της Απόφασης-Πλαίσιο 2009/829/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή, μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις περί μέτρων επιτήρησης εναλλακτικά προς την προσωρινή κράτηση (ΜΕΡΟΣ Γ΄) και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή

 

ΜΕΡΟΣ Δ΄

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ: ΚΙΝΗΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΧΡΕΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΠΡΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΑΚΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

 

Άρθρο 60

Αντικείμενο - σκοπός - ορισμοί

 

1. Με τον παρόντα νόμο θεσπίζονται έκτακτα προσωρινά μέτρα για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα οφειλών βιώσιμων μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης (ΦΚΑ), καθώς και έκτακτες διαδικασίες για την εξυγίανση ή εκκαθάριση εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων. Ειδικότερα, θεσπίζονται:

α) η παροχή κινήτρων προς μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες αφενός και προς χρηματοδοτικούς φορείς αφετέρου για τη ρύθμιση / διαγραφή ιδιωτικού χρέους,

β) η ελάφρυνση και ο διακανονισμός χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς το Δημόσιο και ΦΚΑ που προβαίνουν σε ρύθμιση οφειλών τους προς χρηματοδοτικούς φορείς,

γ) έκτακτη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών),

δ) έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης και

ε) η σύσταση επιτροπής παρακολούθησης και συντονισμού της υλοποίησης των θεσπιζόμενων μέτρων με στόχο την ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή τους.

Η εφαρμογή των θεσπιζόμενων μέτρων από τους χρηματοδοτικούς φορείς γίνεται λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας που θέσπισε η Τράπεζα της Ελλάδος για τη ρύθμιση χρεών ιδιωτών και εγχειρήσεων (Β` 2289) σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις του ν. 4224/2013 (Α` 288), ενώ προβλέπεται στο άρθρο 79 του παρόντος νόμου σύσταση επιτροπής παρακολούθησης της εφαρμογής του νόμου με αρμοδιότητα, μεταξύ άλλων, την υποβολή εκθέσεων προς την Τράπεζα της Ελλάδος ως προς την ανταπόκριση χρηματοδοτικών φορέων στις δυνατότητες διαγραφών και ρυθμίσεων που παρέχει ο παρόν νόμος. Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται και οφειλές εγγυημένες από το Ελληνικό Δημόσιο.

2. Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου:

α. Ως «μικρές επιχειρήσεις» νοούνται επιχειρήσεις που κατά τη χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών έως 2.500.000 ευρώ.

β. Ως «επαγγελματίες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναπτύσσουν επαγγελματική δραστηριότητα, η άσκηση της οποίας προϋποθέτει την εγγραφή του προσώπου σε ειδικό μητρώο, και που κατά τη χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών μέχρι 2.500.000 ευρώ.

γ. Ως «επιλέξιμοι οφειλέτες» νοούνται μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες, που πληρούν σωρευτικώς τις ακόλουθες προϋποθέσεις και υποβάλουν αίτηση το αργότερο μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2016:

1) δεν έχουν υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις του ν. 3869/2010 (Α` 130) ή έχουν εγκύρως παραιτηθεί από αυτήν μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως του παρόντος άρθρου,

2) δεν έχουν λυθεί ούτε παύσει τις εργασίες τους και, εφόσον έχουν πτωχευτική ικανότητα, δεν έχουν υποβάλλει αίτηση υπαγωγής τους σε οποιαδήποτε από τις διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α` 153) ή έχει υπάρξει έγκυρη παραίτηση από σχετική αίτηση μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως του παρόντος άρθρου, και

3) δεν έχουν καταδικαστεί οι ίδιοι οι επαγγελματίες ή οι φορείς της επιχείρησης και στην περίπτωση των νομικών προσώπων οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι, οι διαχειριστές, οι εταίροι και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε από δικαστική απόφαση στη διαχείριση αυτών με οριστική απόφαση για φοροδιαφυγή κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 17, 18 και 19 του ν. 2523/1997 (Α` 179) ή για λαθρεμπορία ή για απάτη σε βάρος του Δημοσίου ή ΦΚΑ.

δ. Ως «συνοφειλέτης» νοείται κάθε πρόσωπο που ευθύνεται αλληλεγγύως εκ του νόμου ή ως αποτέλεσμα δικαιοπραξίας, για την εξόφληση μέρους ή του συνόλου των οφειλών οφειλέτη προς χρηματοδοτικό φορέα συμπεριλαμβανομένου και κάθε εγγυητή ως προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την εγγύηση.

ε. Ως «καθαρή περιουσιακή θέση» νοείται η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών του, μείον το σύνολο των υποχρεώσεων του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών του.

Εφόσον ο οφειλέτης και τυχόν συνοφειλέτης ή συνοφειλέτες ενέχονται για την ίδια απαίτηση, αυτή υπολογίζεται άπαξ.

Από τον υπολογισμό των οφειλών εξαιρούνται οι οφειλές προς πρόεδρους, διευθύνοντες συμβούλους, διευθυντές, διαχειριστές, εταίρους, πρόσωπα εντεταλμένα ή από το νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή βάσει δικαστικής απόφασης στην εκπροσώπηση και διαχείριση της επιχείρησης, καθώς και προς τους συζύγους και τους συγγενείς αυτών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τον τρίτο βαθμό των ανωτέρω προσώπων ή του ιδίου του επαγγελματία.

Επίσης εξαιρούνται οι οφειλές προς συνδεδεμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920.

στ. Ως «χρηματοδοτικός φορέας» νοείται κάθε πιστωτικό ίδρυμα, συμπεριλαμβανομένων και των υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και κάθε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης και κάθε εταιρία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, εφόσον τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

ζ. Ως «επιλέξιμες διαγραφές» νοούνται οι διαγραφές απαιτήσεων ως προς κεφάλαιο και τόκους κατά επιλέξιμων οφειλετών, εφόσον:

1) τα πρόσωπα αυτά την 30ή Ιουνίου 2014 είχαν προς χρηματοδοτικό φορέα οφειλή από επιχειρηματικό δάνειο σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή επίδικη ή ρυθμισμένη ή:

i. δεν είχαν ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης, ή

ii. δεν είχαν ασφαλιστική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών προς ΦΚΑ ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης.

2. Oι διαγραφές ανά χρηματοδοτικό φορέα αφορούν μία ή περισσότερες επιχειρηματικές πιστώσεις του χρηματοδοτικού φορέα προς τον οφειλέτη και οι διαγραφές αυτού του χρηματοδοτικού φορέα προς τον επιλέξιμο οφειλέτη δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των 500.000 ευρώ και ισούνται τουλάχιστον προς:

i. το 50% των συνολικών απαιτήσεων του χρηματοδοτικού φορέα κατά του οφειλέτη, όπως αποτυπώνονται στα Βιβλία του φορέα την ημερομηνία έγκρισης από το χρηματοδοτικό φορέα της διαγραφής ή, εφόσον είναι μικρότερο,

ii. το ποσό που απαιτείται έτσι ώστε μετά την διαγραφή το υπόλοιπο της απαίτησης του χρηματοδοτικού φορέα κατά του οφειλέτη να μην υπερβαίνει το 75% της καθαρής περιουσιακής θέσης του οφειλέτη και των συνοφειλετών του σύμφωνα με τη βεβαίωση της παραγράφου 2 του άρθρου 2 (λαμβανομένης υπόψη ως προς τον υπολογισμό της καθαρής θέσης και της διαγραφείσας απαίτησης του χρηματοδοτικού φορέα), και

3. Περιλαμβάνουν τον περιορισμό των απαιτήσεων του χρηματοδοτικού φορέα κατά των συνοφειλετών στο ίδιο ύψος με την απαίτηση του κατά του οφειλέτη, ενώ οι υφιστάμενες ασφάλειες διατηρούνται για την εξασφάλιση της απαίτησης του κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται μετά την διαγραφή.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

 

Άρθρο 61

Ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών

 

1. Για την παροχή επιλέξιμης διαγραφής από χρηματοδοτικό φορέα απαιτείται η υποβολή αίτησης ρύθμισης των υποχρεώσεων του και Βεβαίωση με το περιεχόμενο που προσδιορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2. Η Βεβαίωση που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1: 

α. βεβαιώνει τη συνδρομή των προϋποθέσεων που τον καθιστούν επιλέξιμο οφειλέτη, 

β. αποτυπώνει τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της καθαρής περιουσιακής θέσης,

γ. προσδιορίζει την τρέχουσα αξία των περιουσιακών στοιχείων. Ως αξία των δηλουμένων ακινήτων λαμβάνεται κατ’ ελάχιστον σε κάθε περίπτωση η αντικειμενική αξία ή οποιαδήποτε άλλη αξία που τίθεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες φορολογικές διατάξεις, όπως αυτή που λαμβάνεται υπ’ όψιν για τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223/2013),

δ. περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία κάθε επιχείρησης με έναρξη λειτουργίας μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2010, την οποία ασκεί συγγενής πρώτου βαθμού ή σύζυγος του οφειλέτη (επί νομικών προσώπων ελέγχεται η σχέση με τον ομόρρυθμο εταίρο ή τον ελέγχοντα εταίρο, μεριδιούχο ή μέτοχο, κατά περίπτωση) ή ομόρρυθμος εταίρος ή ελέγχων εταίρος, ελέγχων μεριδιούχος ή ελέγχων μέτοχος ή συγγενής πρώτου βαθμού ή σύζυγος των παραπάνω προσώπων, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη ή τους συνοφειλέτες από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής,

ε. περιέχει άδεια για κοινοποίηση των δεδομένων του - περιλαμβανομένων στη βεβαίωση όσο και άλλων δεδομένων του στην κατοχή του χρηματοδοτικού φορέα- στη Φορολογική Διοίκηση και τα ασφαλιστικά ταμεία, και

στ. υπογράφεται από τον οφειλέτη και κάθε τυχόν συνοφειλέτη.

3. Η βεβαίωση αυτή επέχει τη θέση βεβαιωτικού όρκου, κατά την έννοια του άρθρου 861 του Κ.Πολ.Δ.. Σε περίπτωση ψευδορκίας, επιβάλλεται η προβλεπόμενη ποινή και πρόσθετη χρηματική ποινή ίση προς το τριπλάσιο των συνολικών διαγραφών που έλαβε ο οφειλέτης από το χρηματοδοτικό φορέα, τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ ως συνέπεια της επιλέξιμης ρύθμισης.

4. Ο χρηματοδοτικός φορέας παρέχει την αιτούμενη ρύθμιση ή / και διαγραφή κατά τη διακριτική του ευχέρεια, σύμφωνα με κριτήρια τα οποία επιλέγει για την αξιολόγηση της ικανότητας του αιτούμενου τη ρύθμιση ή/και διαγραφή να ανταπεξέλθει στις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις.

Σε άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, ο χρηματοδοτικός φορέας μπορεί να παράσχει ρύθμιση ή / καιδιαγραφή υπό διαφορετικούς όρους από τους περιλαμβανόμενους στην αίτηση ή και να αρνηθεί συνολικά τη ρύθμιση ή / και διαγραφή.

Σε περίπτωση διαγραφής πίστωσης που έχει εγγυηθεί, το Ελληνικό Δημόσιο, περιο-ρίζεται αναλογικά και η παρασχεθείσα εγγύηση.

Για την παροχή της αιτούμενης ρύθμισης ή και διαγραφής απαιτείται, εφόσον υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές, στη Φορολογική Διοίκηση ή / και στους ΦΚΑ, να έχει γίνει υπαγωγή των οφειλών αυτών σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης τους είτε κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014 (Α` 237), όπως εκάστοτε ισχύουν είτε κατά τις κείμενες διατάξεις, το οποίο τηρείται.

5. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προσκομίζει στη Φορολογική Διοίκηση ή/και στους ΦΚΑ βεβαίωση χρηματοδοτικού φορέα ότι έχει υπαχθεί σε ρύθμιση ή / και διαγραφή κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούται και πρόσθετη διαγραφή προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής ύψους 20% πέραν των προβλεπομένων στα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014 (Α` 237), όπως εκάστοτε ισχύουν, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων.

Η εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται τη, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, επιστροφή ή δη καταβληθέντων χρηματικών ποσών προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ, λόγω της μείωσης προσαυξήσεων και προστίμων.

6. Η μη προσήκουσα εκπλήρωση από τον οφειλέτη των όρων ρύθμισης, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν ή άλλες διατάξεις, για χρονικό διάστημα αθροιστικά μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών ως προς οποιαδήποτε από τις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις, προκαλεί αυτοδικαίως την αναβίωση των ρυθμισθεισών υποχρεώσεων του σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου και την αναδρομική αναβίωση του συνόλου των προς όλους διαγραφεισών υποχρεώσεων, προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία καθίστανται στο σύνολο τους άμεσα απαιτητά και ληξιπρόθεσμα.

Οι διατάξεις των άρθρων 51 και 54 του ν. 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και για τις ρυθμιζόμενες κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ.

Σε περίπτωση, αναβίωσης οφειλών εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτό ευθύνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες υπουργικές αποφάσεις, βάση των οποίων είχε χορηγηθεί η εγγύηση του.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ορίζεται η ειδικότερη μορφή και το περιεχόμενο της αίτησης της παραγράφου 1 και της βεβαίωσης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, της βεβαίωσης της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, καθώς και το περιεχόμενο και η διαδικασία ενημέρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών ως προς οφειλέτες που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση απαιτήσεων προς χρηματοδοτικούς φορείς, Φορολογική Διοίκηση και ΦΚΑ, των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίζονται σύμφωνα με το παρόν, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την υλοποίηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

8. Τα φορολογικά ευεργετήματα του άρθρου 78 του παρόντος νόμου παρέχονται αποκλειστικά σε χρηματοδοτικούς φορείς που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα, έχουν παράσχει επιχειρηματικά δάνεια στην Ελλάδα και παρέχουν επιλέξιμες διαγραφές.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΕΚΤΑΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ (ΜΕ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΩΝ)

 

Άρθρο 62

Υπαγωγή στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών)

 

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007), το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των οφειλετών του άρθρου 61 του παρόντος νόμου, δύναται να αιτείται τη ρύθμιση των υποχρεώσεων του κατά το παρόν άρθρο, εφόσον στη ρύθμιση αυτή συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον 50,1% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται τουλάχιστον 50,1% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία την 30ή Ιουνίου 2014 ως προς περιουσιακό στοιχείο (ήτοι ενέχυρο απαίτησης, εξασφαλιστική εκχώρηση απαίτησης, πλασματικό ενέχυρο ή προσημείωση υποθήκης) εξασφαλισμένων αιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον δύο χρηματοδοτικών φορέων, εφόσον ο οφειλέτης έχει χρηματοδοτηθεί από περισσότερους του ενός χρηματοδοτικούς φορείς των οποίων οι απαιτήσεις κατά του οφειλέτη αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον ποσοστό 20% των συνολικών του υποχρεώσεων (όπως αυτές προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου).

Για την παροχή της αιτούμενης ρύθμισης απαιτείται, εφόσον υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές, στη Φορολογική Διοίκηση ή/και στους ΦΚΑ, να έχει γίνει υπαγωγή των οφειλών αυτών σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης τους είτε κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014 (Α` 237), όπως εκάστοτε ισχύουν, είτε κατά τις κείμενες διατάξεις, το οποίο τηρείται.

2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να αιτούνται την υπαγωγή στις διαδικασίες του παρόντος νόμου μέχρι τις 31.3.2016.

3. Η συναίνεση των πιστωτών κατά την παράγραφο 1 αποτυπώνεται σε συμφωνία ρύθμισης, η οποία υποβάλλεται μαζί με την αίτηση του οφειλέτη.

Η συμφωνία ρύθμισης δύναται να προβλέπει μέτρα για την αναδιάρθρωση του δανεισμού, όπως μείωση απαιτήσεων, παράταση του χρόνου αποπληρωμής αυτών, μετοχοποίηση των απαιτήσεων ή κάθε άλλο πρόσφορο μέσο.

Σε περίπτωση που η συμφωνία περιλαμβάνει αναδιάρθρωση ή μείωση πίστωσης που έχει εγγυηθεί, το Ελληνικό Δημόσιο περιορίζεται αναλογικά και η παρασχεθείσα εγγύηση. Δεν επιτρέπεται με οποιονδήποτε τρόπο η πρόβλεψη στη συμφωνία μείωσης ή αναδιάρθρωσης των απαιτήσεων πιστωτών που ρυθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 1 περίπτωση γ` ή το άρθρο 64 παράγραφος 2, και εφόσον κατά παράβαση των ανωτέρω υφίσταται παρόμοια πρόβλεψη δεν παράγει οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα.

4. Για τις ανάγκες του παρόντος ως πιστωτές νοούνται τα πρόσωπα των οποίων οι απαιτήσεις κατά του οφειλέτη περιλαμβάνονται στην αποτύπωση των υποχρεώσεων του οφειλέτη κατά την έννοια του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (π.δ. 1123/1980) ή σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, προκειμένου για επιχειρήσεις που καταρτίζουν τις οικονομικές καταστάσεις τους, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, σύμφωνα με αυτά, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από το χρόνο αναφοράς της παραγράφου 5 μέχρι τη συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις.

Κοινοπρακτούντες και ομολογιούχοι πιστωτές συμμετέχουν στο σχηματισμό του ποσοστού συναίνεσης σύμφωνα με τους όρους της μεταξύ τους συμφωνίας.

Για το σχηματισμό των ποσοστών δεν συνυπολογίζονται οι πιστωτές των οποίων η απαίτηση ρυθμίζεται αυτομάτως με την αποδοχή της αίτησης βάσει του άρθρου 64 παρ. 3 και οι πιστωτές που είναι πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι διευθυντές, διαχειριστές, εταίροι, πρόσωπα εντεταλμένα ή από το νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή βάσει δικαστικής απόφασης στην εκπροσώπηση και διαχείριση της επιχείρησης, καθώς και σύζυγοι και συγγενείς αυτών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τον τρίτο βαθμό των ανωτέρω προσώπων ή του ιδίου του οφειλέτη, καθώς και πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920.

Ο υπολογισμός του ποσοστού των συναινούντων πιστωτών γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από κάτοχο άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α` ή Β` Τάξεως του ν. 2515/1997 ή ορκωτό ελεγκτή, επισυνάπτεται στη συμφωνία ρύθμισης, με ποινή απαραδέκτου, αναφέρεται σε ημερομηνία που δεν απέχει χρονικά προθεσμίας μεγαλύτερης των τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης της παραγράφου 1 στο δικαστήριο και περιλαμβάνει βεβαίωση του συντάκτη ότι συντρέχει η προϋπόθεση της πλειοψηφίας της παραγράφου 1.

5. Η υποβολή της ως άνω αιτήσεως του εμπορίου, πρέπει να συνοδεύεται από εκτίμηση των συμβαλλομένων περί της βιωσιμότητας του μετά την υπαγωγή στην έκτατη διαδικασία ρύθμισης.

6. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την έδρα του, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι αποφάσεις του δεν υπόκεινται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο.

Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Στην περίπτωση νομικών προσώπων, η αίτηση υποβάλλεται από το όργανο διοίκησης ή τον εξουσιοδοτημένο από αυτό εκπρόσωπο τους.

Ο αρμόδιος δικαστής δύναται να διατάσσει κατά το άρθρο 748 παράγραφος 3 Κ.Πολ.Δ. την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία της κλήτευσης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών, καθώς και την καταχώρηση της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.).

Η άσκηση παρέμβασης από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου και οποιοδήποτε άλλο πιστωτή γίνεται με κατάθεση προτάσεων στο ακροατήριο και χωρίς την τήρηση προδικασίας κατά την ορισθείσα δικάσιμο. Η άσκηση παρέμβασης με κατάθεση δικογράφου σε διαφορετική δικάσιμο δεν αποτελεί λόγο αναβολής της συζήτησης της αίτησης κατά την προσδιορισθείσα δικάσιμο.

7. Η υποβολή της αίτησης έχει ως συνέπεια την αναστολή τυχόν εκκρεμουσών αιτήσεων υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα ή εκκρεμουσών αιτήσεων ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 6 και 8 του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.

8. Κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή.

Η μεγίστη διάρκεια ισχύος των προληπτικών μέτρων είναι έξι (6) μήνες από την υποβολή της αίτησης.

Η αναστολή επάγεται αυτοδικαίως την αναστολή για τις ίδιες απαιτήσεις και έναντι τυχόν συνοφειλετών, καθώς και την απαγόρευση της διάθεσης των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών

 

 

 

 

Άρθρο 63

Απόφαση του δικαστηρίου

 

1. Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση και ρυθμίζει τις υποχρεώσεις του οφειλέτη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη συνυποβληθείσα με την αίτηση συμφωνίας ρύθμισης, εάν οι συμβαλλόμενοι πιστωτές στη συμφωνία ρύθμισης εκπροσωπούν το απαιτούμενο είδος και ποσοστό απαιτήσεων, κατά το άρθρο 62 και συντρέχει η προϋπόθεση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου.

2. Το δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση που κρίνει ότι δεν έχουν προσκομιστεί όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν το βάσιμο της αίτησης, αντί της απόρριψης της αίτησης, δύναται να τάξει προθεσμία για την προσκομιδή εγγράφων ή την παροχή διευκρινίσεων.

3. Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.

4. Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον.

5. Τριτανακοπή κατά της επικυρωτικής απόφασης δύναται να ασκηθεί εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου από πρόσωπο το οποίο δεν παρέστη στη συζήτηση, λόγω του ότι δεν είχε κλητευθεί ή δεν είχε κλητευθεί νομίμως.

6. Το δικαστήριο δεν επικυρώνει τη συμφωνία μόνο εάν ο επαναϋπολογισμός του είδους και του ύψους των απαιτήσεων των συναινούντων πιστωτών ανατρέπει την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 62 ή εφόσον δεν έχουν συμπεριληφθεί απαιτήσεις του τριτανακόπτοντα, οι οποίες λαμβανόμενες υπόψη έχουν ως συνέπεια να μην συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 62.

7. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του οφειλέτη επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την άσκηση της έφεσης.

8. Για διάστημα δώδεκα (12) μηνών από τη δημοσίευση απόφασης αποδοχής ή απόρριψης αίτησης του άρθρου 62 του παρόντος δεν επιτρέπεται υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης ή άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά τα άρθρα 100 και 106Β του Πτωχευτικού Κώδικα, αντιστοίχως.

 

 

 

Άρθρο 64

Αποτελέσματα της αποδοχής της αίτησης

 

1. Η αποδοχή της αίτησης του άρθρου 62 από το δικατήριο επιφέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα αποκλειστικά για τις ρυθμιζόμενες απαιτήσεις:

α. εφόσον το προβλέπει η συμφωνία ρύθμισης, δύνανται να αναστέλλονται οι ατομικές και συλλογικές διώξεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών για ορισμένο διάστημα, έως τριών μηνών, από τη δημοσίευση της απόφασης περί αποδοχής της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή, για την ίδια διάρκεια, αναστέλλεται η παραγραφή των απαιτήσεων των συμβαλλόμενων πιστωτών κατά των εγγυητών και τυχόν συνοφειλετών του για την άσκηση διαδικαστικών πράξεων,

β. αναστέλλεται, για περίοδο δώδεκα (12) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης που αποδέχεται την αίτηση, η λήψη κάθε μέτρου συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της κήρυξης πτώχευσης, σε βάρος του οφειλέτη, και

γ. εξοφλείται το οφειλόμενο στους εργαζόμενους χρέος του εδαφίου γ` του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις.

2. Οφειλέτης του οποίου οι υποχρεώσεις έχουν ρυθμιστεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δικαιούται πρόσθετη διαγραφή προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής ύψους 20%, για τις οφειλές του, προς τη Φορολογική Διοίκηση ή/και τους ΦΚΑ, πέραν των προβλεπόμενων στα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων.

Η εφαρμογή του παρόντος σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται την, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, επιστροφή ήδη καταβληθέντων χρηματικών ποσών προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ, λόγω της μείωσης προσαυξήσεων.

Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου αναγκαία προϋπόθεση αποτελεί, οι ίδιοι οι έμποροι και στην περίπτωση των νομικών προσώπων οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι, οι διαχειριστές, οι εταίροι και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε από το νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή από δικαστική απόφαση στη διαχείριση των υποθέσεων του νομικού προσώπου, να μην έχουν καταδικαστεί με οριστική απόφαση για φοροδιαφυγή κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 17, 18, και 19 του ν. 2523/1997 ή για λαθρεμπορία ή για απάτη σε βάρος του Δημοσίου ή ΦΚΑ.

3. Σε περίπτωση που λόγω του ύψους της οφειλής ο οφειλέτης αποκλείεται από τη ρύθμιση των οφειλών του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 51 ή 54 του ν. 4305/2014 όπως εκάστοτε ισχύουν, τότε εφόσον οι υποχρεώσεις του έχουν ρυθμισθεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δικαιούται υπό την προϋπόθεση ότι έχει υπαγάγει τις ανωτέρω οφειλές του σε ρύθμιση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις να αιτηθεί από τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, την διαγραφή ποσοστού 40% επί των προσαυξήσεων,τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής που τον βαρύνουν και στην τμηματική εξόφληση του υπολοίπου της οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις.

Η αίτηση γίνεται δεκτή εκτός εάν εκδοθεί αντίθετη αιτιολογημένη απόφαση από τη Φορολογική Διοίκηση ή το ΦΚΑ εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Νόμιμη αιτιολογία απόρριψης μπορεί να είναι η ύπαρξη άμεσα ρευστοποιήσιμων εξασφαλιστικών στοιχείων ή επαρκών εγγυήσεων ή η προφανής διακριτική μεταχείριση μετόχων, πιστωτών, συνοφειλετών.

4. Η απόφαση που αποδέχεται την αίτηση του οφειλέτη αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τις αναλαμβανόμενες με αυτήν υποχρεώσεις.

5. Οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά των συνοφειλετών του οφειλέτη, περιορίζονται στο ίδιο ποσό με την απαίτηση τους κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται με τη συμφωνία ρύθμισης, ενώ οι υφιστάμενες ασφάλειες διατηρούνται για την εξασφάλιση της απαίτησης τους, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά τη συμφωνία ρύθμισης. Σε περίπτωση ικανοποίησης πιστωτή από συνοφειλέτη, ο οφειλέτης ευθύνεται έναντι αυτού, εάν συντρέχει δικαίωμα αναγωγής, με τον ίδιο τρόπο που ευθύνεται κατά τη συμφωνία ρύθμισης έναντι του πιστωτή που ικανοποιήθηκε από αυτόν.

6. Τα δικαιώματα των ενέγγυων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησης τους, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

7. Η παράβαση από τον οφειλέτη όρου της συμφωνίας ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της μη καταβολής για διάστημα αθροιστικά τριών (3) μηνιαίων δόσεων οφειλόμενων προς τη Φορολογική Διοίκηση ή ΦΚΑ κατά τα άρθρα 51 και 54 του ν. 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν ή κατά τις κείμενες διατάξεις ή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, παρέχει σε κάθε άλλο πιστωτή του οποίου οι απαιτήσεις ρυθμίζονται συναινετικά ή μη από τη συμφωνία ρύθμισης το δικαίωμα καταγγελίας της ενώ αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη ως προς τις διαγραφείσες οφειλές και καθίστανται αυτοδικαίως ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι ρυθμισθείσες οφειλές, όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την αναβίωση τους. Σε περίπτωση αναβίωσης οφειλών εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτό ευθύνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες υπουργικές αποφάσεις βάσει των οποίων είχε χορηγηθεί η εγγύηση του.

Η καταγγελία της συμφωνίας ρύθμισης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ανατροπή των συνεπειών της επικύρωσης της συμφωνίας ρύθμισης. Η παρούσα διάταξη δεν επηρεάζει τις συνέπειες μη τήρησης των όρων ρύθμισης, προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ, που συνεπάγεται την αναδρομική αναβίωση του συνόλου των διαγραφεισών προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία καθίστανται στο σύνολο τους άμεσα απαιτητά και ληξιπρόθεσμα.

8. Οι διατάξεις των άρθρων 51 και 54 του ν. 4305/2014, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και για τις ρυθμιζόμενες κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΦΚΑ.

9. Εξαιρούνται της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, πράξεις που έλαβαν χώρα σε εκπλήρωση της συμφωνίας ρύθμισης του άρθρου 64 παράγραφος 3 του παρόντος νόμου.

 

 

 

 

 

Άρθρο 65

Χρηματοδότηση της επιχείρησης

 

Χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών προς τον οφειλέτη, οι οποίες διενεργούνται για διάστημα ενός έτους από τη δημοσίευση της απόφασης του άρθρου 63, καταλαμβάνονται από το προνόμιο του άρθρου 154 περίπτωση α` του Πτωχευτικού Κώδικα.

Το προνόμιο του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών από ιδιοκτήτες, εταίρους ή μετόχους, πρόεδρους, διευθύνοντες σύμβουλους, διευθυντές, διαχειριστές, πρόσωπα εντεταλμένα από το νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή βάσει δικαστικής απόφασης στην εκπροσώπηση και διαχείριση της επιχείρησης, καθώς και τους συζύγους και τους συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τον τρίτο βαθμό των ανωτέρω προσώπων ή του ιδίου του εμπόρου, καθώς και από συνδεδεμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920.

Επίσης, δεν καταλαμβάνει εισφορές στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου, καθώς και δικηγορικές αμοιβές για κατ’ αποκοπή χειρισμό υπόθεσης, καθ’ υπέρβαση του ποσού αμοιβής που προκύπτει για την αντίστοιχη υπηρεσία σύμφωνα με το Παράρτημα I του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α`208) και των σχετικών δαπανών-εξόδων, στα οποία υποβάλλεται ο δικηγόρος.

Το προνόμιο καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές μέχρις ορίου που προσδιορίζεται στην υποβληθείσα συμφωνία ρύθμισης.

 

 

 

 

 

Άρθρο 66

Δικαίωμα αποζημίωσης πιστωτών

 

Πιστωτές, οι οποίοι δεν έχουν συνυπογράψει τη συμφωνία του άρθρου 62 παράγραφος 3 του παρόντος κεφαλαίου και των οποίων οι απαιτήσεις έχουν περιοριστεί κατά την ονομαστική τους αξία, δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση από τον οφειλέτη για την προκληθείσα σε αυτούς ζημία, εφόσον αποδεικνύουν ότι εξ αιτίας της εφαρμογής της συμφωνίας η αξία της απαίτησης τους μειώθηκε πέραν του ποσού που ευλόγως θα ανακτούσαν:

(α) μέσω της θέσης της επιχείρησης σε πτωχευτική ρευστοποίηση κατά τον αυτό χρόνο ή

β) μέσω της ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων τους ή

γ) εάν η απαίτηση τους είχε δυσμενέστερη μεταχείριση από απαίτηση πιστωτή που βρίσκεται στην ίδια θέση, χωρίς να συντρέχει σπουδαίος επιχειρηματικός ή κοινωνικός λόγος διακριτικής μεταχείρισης.

Σε κάθε περίπτωση, η υποβολή αγωγής αποζημίωσης αλλά και η αποδοχή της κατά τα ανωτέρω δεν επηρεάζει την εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης. Σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής ευθύνονται αλληλεγγύως για την αποζημίωση του ενάγοντα πιστωτή οι τυχόν συνοφειλέτες, κατά το μέρος της ευθύνης τους, εξαιρουμένου του Ελληνικού Δημοσίου ως εγγυητή, ενώ ευθύνονται συμμέτρως προς τις ρυθμισμένες απαιτήσεις τους σύμφωνα με αίτηση του άρθρου 62 παράγραφος 1 του παρόντος κεφαλαίου, οι συνυπογράφοντες τη συμφωνία πιστωτές. Η αγωγή αποζημίωσης ασκείται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης που δέχεται την αίτηση κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 63 του παρόντος.

 

 

 

 

Άρθρο 67

Περιορισμός αμοιβών

 

Οι πράξεις κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των τελών χαρτοσήμου, εξαιρουμένου του ΦΠΑ. Ως προς τις αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα.

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΕΚΤΑΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

 

Άρθρο 68

Αίτηση υπαγωγής στην έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης

 

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, το οποίο έχει την έδρα του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε γενική και μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων, δύναται να υπάγεται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου.

Στην περίπτωση κεφαλαιουχικών εταιριών, αυτές μπορούν να υπάγονται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου και εφόσον συντρέχει ως προς αυτές για δύο συνεχόμενες χρήσεις λόγος λύσης κατά το άρθρο 48 παρ. 1 του κ.ν. 2190/1920 (αναλογικά εφαρμοζομένου στις λοιπές μορφές κεφαλαιουχικών εταιριών).

2. Η αίτηση υποβάλλεται από πιστωτή ή πιστωτές του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένας χρηματοδοτικός φορέας, οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον το 40% του συνόλου των απαιτήσεων σε βάρος του οφειλέτη.

3. Για τις ανάγκες του παρόντος ως πιστωτές νοούνται όσοι έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη κατά την έννοια του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (π.δ. 1123/1980) ή σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, προκειμένου για επιχειρήσεις που καταρτίζουν οικονομικές καταστάσεις, υποχρεωτικά ή προαιρετικά σύμφωνα με αυτά, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από τον ως άνω χρόνο αναφοράς μέχρι τη συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις.

4. Ο υπολογισμός του ποσοστού των αιτούντων πιστωτών για τις ανάγκες της παραγράφου 2 γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από κάτοχο άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α` ή Β` Τάξεως του ν. 2515/1997 ή ορκωτό ελεγκτή, βασίζεται στις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις ή/και τα βιβλία και στοιχεία του οφειλέτη ή/και των αιτούντων πιστωτών και αποτυπώνεται σε βεβαίωση του συντάκτη ότι συντρέχει η προϋπόθεση της πλειοψηφίας της παραγράφου 2.

Η βεβαίωση αυτή επισυνάπτεται στην αίτηση της παραγράφου 1 με ποινή απαράδεκτου. Κοινοπρακτούντες και ομολογιούχοι πιστωτές συμμετέχουν στο σχηματισμό του ποσοστού της παραγράφου 2 σύμφωνα με τους όρους της μεταξύ τους συμφωνίας.

5. Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινομένου ως ειδικού διαχειριστή (φυσικού ή νομικού προσώπου) περί αποδοχής του σχετικού έργου.

 

 

 

Άρθρο 69

Ορισμός Ειδικού Διαχειριστή

 

1. Ως ειδικός διαχειριστής ορίζεται νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο, όπως ορίζονται στο ν. 3693/2008 (Α` 174) ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α` τάξεως του ν. 2515/1997 (Α` 154).

Ειδικός διαχειριστής μπορεί να ορισθεί και σύμπραξη προσώπων εφόσον συμμετέχει σε αυτή νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α` τάξεως του ν. 2515/1997.

2. Ως προς τον ειδικό διαχειριστή ισχύει το άρθρο 106ι παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα.

3. Η διαδικασία και το λειτούργημα του ειδικού διαχειριστή παύουν εντός δεκαοκτώ (18) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης του άρθρου 70, με δυνατότητα παράτασης έξι (6) επιπλέον μηνών από το δικαστήριο του άρθρου 70, ανεξαρτήτως της αντικατάστασης του ειδικού διαχειριστή κατά το επόμενο εδάφιο, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στο παρόν.

Αν συντρέχει σπουδαίος λόγος ή ο ειδικός διαχειριστής παραιτηθεί, μπορεί να αντικατασταθεί με απόφαση του δικαστηρίου του άρθρου 70, μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, που δικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Η αμοιβή του ειδικού διαχειριστή συμφωνείται μεταξύ αυτού και των αιτούντων πιστωτών και καταβάλλεται από αυτούς, εφαρμοζομένου του προνομίου του άρθρου 154 περίπτωση α΄ του Πτωχευτικού Κώδικα.

4. Ο ειδικός διαχειριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια.

Ο ειδικός διαχειριστής και, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, οι εκπρόσωποι του, δεν προσωποκρατούνται ούτε υπέχουν οποιαδήποτε αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη για χρέη της υπό ειδική διαχείριση εταιρίας, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους και το χρόνο στον οποίο ανάγονται.

Το λειτούργημα του ειδικού διαχειριστή δεν συνιστά ελεγκτική εργασία.

 

 

 

 

Άρθρο 70

Εκδίκαση της αίτησης

 

1. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την έδρα του, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

Οι αποφάσεις του δεν υπόκεινται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.

2. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.

Στην περίπτωση νομικών προσώπων εφαρμόζεται το άρθρο 96 παρ. 2 του Πτωχευτικού Κώδικα.

Ο αρμόδιος δικαστής δύναται κατά το άρθρο 748 παράγραφος 3 Κ.Πολ.Δ. να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία της κλήτευσης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών, καθώς και την καταχώρηση της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.).

Η άσκηση παρέμβασης από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου και οποιονδήποτε άλλο πιστωτή γίνεται με κατάθεση προτάσεων στο ακροατήριο και χωρίς την τήρηση προδικασίας κατά την ορισθείσα δικάσιμο. Η άσκηση παρέμβασης με κατάθεση δικογράφου σε διαφορετική δικάσιμο δεν αποτελεί λόγο αναβολής της συζήτησης της αίτησης κατά την προσδιορισθείσα δικάσιμο.

3. Κατόπιν αιτήσεως οιποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 71 μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή.

Η αναστολή επάγεται αυτοδικαίως την αναστολή για τις ίδιες απαιτήσεις και έναντι των λοιπών συνοφειλετών, καθώς και την απαγόρευση της διάθεσης των ακινήτων και του εξοπλι- σμού της επιχείρησης του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών του.

4. Η αίτηση του άρθρου 68 μαζί με την πράξη ορισμού δικασίμου κοινοποιείται στην επιχείρηση και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στο Γ.Ε.ΜΗ. δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν τη δικάσιμο. Κύριες παρεμβάσεις κατατίθενται υποχρεωτικά και με ποινή απαραδέκτου το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, και συνεκδικάζονται, υποχρεωτικώς, όπως και οι τυχόν πρόσθετες παρεμβάσεις, με την αίτηση.

Οι κυρίως παρεμβαίνοντες φέρουν το βάρος απόδειξης ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 68.

5. Η υποβολή της αίτησης αναστέλλει τυχόν εκκρεμείς αιτήσεις υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα ή εκκρεμείς αιτήσεις ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 6 και 8 του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.

 

 

 

 

Άρθρο 71

Απόφαση του δικαστηρίου

 

1. Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 68 παράγραφοι 1 και 2.

2. Το δικαστήριο αποδεχόμενο την αίτηση διορίζει με την απόφαση του τον προτεινόμενο στην αίτηση ειδικό διαχειριστή, εκτός εάν υπάρχει πέραν της μιας αίτηση ή κύρια παρέμβαση με το αυτό αίτημα (θέση σε ειδική διαχείριση) και διαφορετική πρόταση ως προς τον ειδικό διαχειριστή, οπότε διορίζει τον κατά την κρίση του καταλληλότερο μεταξύ των προταθέντων.

3. Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.

4. Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον.

5. Τριτανακοπή κατά της απόφασης που δέχεται την αίτηση δύναται να ασκηθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση είτε γιατί δεν κλητεύθηκε είτε γιατί δεν κλητεύθηκε νομίμως, εντός νόμιμης προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο.

6. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του άρθρου 68 παρ. 2 επιτρέπεται έφεση.

Η έφεση ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.

 

 

 

 

Άρθρο 72

Συνέπειες αποδοχής της αίτησης

 

1. Η αποδοχή της αίτησης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη αναστολή όλων των ατομικών διώξεων κατά της επιχείρησης καθ’ όλη τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων διοικητικής εκτέλεσης από το Δημόσιο και τους ΦΚΑ, καθώς και των μέτρων διασφάλισης της οφειλής κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 4174/2013.

2. Μετά τη δημοσίευση της απόφασης της προηγούμενης παραγράφου η εξουσία των καταστατικών οργάνων διοίκησης και διαχείρισης της επιχείρησης περιέρχεται στο σύνολο της στον διοριζόμενο ειδικό διαχειριστή.

Ο ειδικός διαχειριστής αναλαμβάνει την εκπροσώπηση της εταιρίας έναντι τρίτων και τη διεκπεραίωση των καθημερινών της συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης οικονομικών καταστάσεων και της υποβολής φορολογικών δηλώσεων, ενώ αναστέλλεται για τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης η υποχρέωση έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση των μετόχων.

3. Η θέση της επιχείρησης σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία εκκρεμών συμβάσεων, ούτε αποτελεί λόγο ανάκλησης διοικητικών αδειών.

4. Ο ειδικός διαχειριστής μπορεί να ανταλλάσσει ακίνητα της επιχείρησης με ακίνητα τρίτων ίσης αξίας.

Η αξία των ανταλλασσόμενων ακινήτων προσδιορίζεται με έκθεση εκτίμησης δύο (2) πιστοποιημένων εκτιμητών εγγεγραμμένων στο Μητρώο του Υπουργείου Οικονομικών.

 

 

 

 

Άρθρο 73

Διαδικασία ειδικής διαχείρισης - διάθεση του ενεργητικού

 

1. Ο ειδικός διαχειριστής εγκαθίσταται με τη βοήθεια της δημόσιας αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει αμελλητί απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης, και εν συνεχεία καταρτίζει με βάση την απογραφή υπόμνημα προσφοράς, στο οποίο, πλην των απογραφέντων στοιχείων της επιχείρησης, περιλαμβάνει και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εικόνα του ενεργητικού της.

2. Ο ειδικός διαχειριστής, προκειμένου να διατηρήσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει δαπάνες και έξοδα της ειδικής διαχείρισης, περιλαμβανομένων και των δικών του αμοιβών, δύναται να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών, οι οποίες φέρουν το ειδικό προνόμιο του άρθρου 154 περίπτωση α` του Πτωχευτικού Κώδικα.

3. Το συντομότερο δυνατόν από την εγκατάσταση του, ο ειδικός διαχειριστής διενεργεί δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της υπό ειδική διαχείριση επιχείρησης ή επί μέρους λειτουργικών συνόλων της επιχείρησης (κλάδων) ή περιουσιακών της στοιχείων εφόσον αυτά δεν αποτελούν κλάδους.

4. Για την εκποίηση του ενεργητικού, ως σύνολο ή ως μέρη, κατά περίπτωση, ο ειδικός διαχειριστής, δημοσιεύει με ολοσέλιδη καταχώρηση σε δύο καθημερινής πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Τομέας Νομικών) και αναρτά επίσης στον τυχόν ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο και στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης πρόσκληση διενέργειας ενός ή περισσοτέρων, κατά περίπτωση, δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών.

5. Στην πρόσκληση ορίζεται ημερομηνία για την ενώπιον του ειδικού διαχειριστή στα γραφεία της επιχείρησης ή κατά την κρίση του στο κατάστημα του αρμόδιου δικαστηρίου υποβολή δεσμευτικών προσφορών, απαλλαγμένων από οποιαδήποτε αίρεση ή επιφύλαξη και συνοδευόμενων από εγγυητική επιστολή για το ισόποσο του προσφερομένου τιμήματος.

Η ημερομηνία του προηγούμενου εδαφίου απέχει είκοσι (20) τουλάχιστον και το πολύ σαράντα (40) εργάσιμες ημέρες από τη δημοσίευση της πρόσκλησης.

Στην πρόσκληση καθορίζονται και οι λοιποί όροι του σχετικού πλειοδοτικού διαγωνισμού, μεταξύ των οποίων περιέχεται η δέσμευση ότι με την υπογραφή της σύμβασης μεταβίβασης θα καταβάλλεται τοις μετρητοίς το σύνολο του τιμήματος, ενώ περιλαμβάνεται και το κείμενο της σύμβασης μεταβίβασης για τη σκοπούμενη δικαιοπραξία.

6. Ο ειδικός διαχειριστής δύναται να διαθέτει προς ενδιαφερομένους πληροφορίες ως προς τα διατιθέμενα περιουσιακά στοιχεία και την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα εργασιακά θέματα και σχέσεις της υπό ειδική διαχείριση εταιρίας, καθώς και πρόσβαση σε ενδιαφερομένους αγοραστές σε στοιχεία της εταιρίας.

7. Μετά τη, σύμφωνα με την πρόσκληση, λήξη της διαδικασίας υποβολής ο ειδικός διαχειριστής αποσφραγίζει τις προσφορές και συντάσσει έκθεση, η οποία αναφέρει τον πλειοδότη. Η έκθεση αυτή κοινοποιείται σε όσους νόμιμα κατέθεσαν προσφορές και υποβάλλεται στο αρμόδιο δικαστήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 69 του παρόντος κεφαλαίου με σχετική αίτηση αποδοχής της.

8. Σε περίπτωση που κατά το διαγωνισμό της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου κατατέθηκε μία μόνο προσφορά, συνέρχεται αμελλητί με πρόσκληση του ειδικού διαχειριστή συνέλευση των πιστωτών, η οποία με απόφαση της πλειοψηφίας επί του συνόλου των εκπροσωπουμένων στη συνέλευση απαιτήσεων (εφόσον υφίσταται η απαιτούμενη απαρτία που ορίζεται ως η πλειοψηφία των απαιτήσεων των πιστωτών οφειλέτη) αποφασίζει την υποβολή της έκθεσης της προηγούμενης παραγράφου στο δικαστήριο.

Δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνέλευση των πιστωτών τίθεται στη διάθεση των πιστωτών η προσφορά. Δικαίωμα συμμετοχής στη συνέλευση έχουν οι αναφερόμενοι στην κατάσταση πιστωτών της παραγράφου 4 του άρθρου 68, ενώ η πρόσκληση τους γίνεται με τον τρόπο δημοσίευσης της πρόσκλησης διενέργειας δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

Σε περίπτωση λήψης απόφασης υποβολής, ο ειδικός διαχειριστής υποβάλει αίτηση αποδοχής στο δικαστήριο κατά την προηγούμενη παράγραφο.

Σε περίπτωση μη λήψης απόφασης υποβολής, επέρχονται οι συνέπειες της επόμενης παραγράφου.

9. Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός αφορά το σύνολο του ενεργητικού της επιχείρησης και δεν κατατέθηκε καμία προσφορά ή δεν κατατέθηκε καμία προσφορά για οποιοδήποτε από τα λειτουργικά σύνολα, η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης σε βάρος του οφειλέτη.

10. Σε περίπτωση που δεν κατατέθηκε προσφορά για ορισμένα μόνο από τα λειτουργικά σύνολα, ο ειδικός διαχειριστής δεν διενεργεί νέο διαγωνισμό ως προς αυτά αλλά περιορίζεται στη διάθεση αυτών για τα οποία ελήφθησαν προσφορές εφαρμόζοντας αναλογικά την παραπάνω διαδικασία.

 

 

 

 

Άρθρο 74

Διαδικασία ειδικής διαχείρισης - εκδίκαση της αίτησης αποδοχής

 

1. Για τη συζήτηση της αίτησης αποδοχής της παραγράφου 7 του άρθρου 73, τις τυχόν παρεμβάσεις και οποιοδήποτε άλλο σχετικό ζήτημα εφαρμόζονται τα οριζόμενα για την αίτηση υπαγωγής σε ειδική διαχείριση, αναλόγως εφαρμοζόμενα.

2. Το δικαστήριο αποδέχεται την υποβληθείσα αίτηση εφόσον διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι όροι του παρόντος και ότι η εισαγόμενη προς έγκριση προσφορά είναι του πλειοδότη ή, σε περίπτωση μίας προσφοράς, ότι έχει την έγκριση της συνέλευσης των πιστωτών και ανακηρύσσει τον αγοραστή ή τους αγοραστές, κατά περίπτωση με απόφαση του, που δεν υπάγεται σε ένδικα μέσα.

3. Η απόφαση του δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γ.Ε.ΜΗ.. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης το αρμόδιο δικαστήριο ορίζει και εισηγητή δικαστή για τις ανάγκες της διανομής του πλειστηριάσματος κατά το άρθρο 77 του παρόντος.

4. Τριτανακοπή κατά της αποφάσεως δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση είτε γιατί δεν κλητεύθηκε είτε δεν κλητεύθηκε νόμιμα σε αυτή εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο.

 

 

 

 

Άρθρο 75

Διαδικασία ειδικής διαχείρισης - μεταβίβαση του ενεργητικού

 

1. Με τη δημοσίευση της τυχόν θετικής απόφασης ο ειδικός διαχειριστής απευθύνει εγγράφως προς τον αγοραστή ή τους αγοραστές σχετική πρόσκληση του για υπογραφή εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών της σύμβασης μεταβίβασης που περιλήφθηκε στην πρόσκληση.

Η παραπάνω σύμβαση επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης του 1003 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

2. Εφόσον το τίμημα καταβληθεί εμπροθέσμως, ο ειδκός διαχειριστής συντάσσει αμελλητί πράξη εξόφλησης.

Η πράξη αυτή προσαρτάται στη Σύμβαση Μεταβίβασης, επέχει θέση περίληψης έκθεσης κατακύρωσης του άρθρου 1005 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμοζομένων ως προς αυτήν αναλόγως όσων ισχύουν επί της τελευταίας και έχει, στην περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων, ως άμεση έννομη συνέπεια, μετά τη μεταγραφή της και το σχετικό αίτημα προς τον υποθηκοφύλακα ή το κτηματολογικό γραφείο κατά τα οριζόμενα για την πράξη μεταγραφής ακινήτων, την εξάλειψη και διαγραφή των υπέρ τρίτων βαρών.

3. Στη μεταβίβαση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή και λειτουργικών συνόλων αυτής, στο πλαίσιο της ειδικής διαχείρισης, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ.

4. Ως προς την παραπάνω σύμβαση μεταβίβασης, τις εκκρεμείς συμβάσεις της επιχείρησης και τις διοικητικές άδειες ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 106Θ του Πτωχευτικού Κώδικα.

5. Οι πράξεις για την πραγματοποίηση της μεταβίβασης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, καθώς και τελών χαρτοσήμου, εξαιρουμένου του ΦΠΑ.

Επίσης, η υπό ειδική διαχείριση επιχείρηση απαλλάσσεται από την υποχρέωση να προσκομίσει αποδεικτικό ενημερότητας της φορολογικής διοίκησης και ασφαλιστική ενημερότητα για τη σύναψη της σύμβασης μεταβίβασης, για τη λήψη δανείων, πιστοδοτήσεων και χρηματοδοτήσεων οποιασδήποτε μορφής, καθώς και για κάθε άλλη συναλλαγή με το Δημόσιο, καθ’ όλη τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης.

6. Ως προς αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα.

7. Οι πράξεις αυτές εξαιρούνται επίσης της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα.

 

 

 

 

Άρθρο 76

Περάτωση διαδικασίας ειδικής διαχείρισης

 

1. Σε περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία μεταβίβασης τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρίας (ως λογιστική αξία) εντός της προθεσμίας του άρθρου 69 παρ. 3 τότε η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης της επιχείρησης.

Σε περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέταση της. Κατ’ εξαίρεση, εάν εντός της ανωτέρω προθεσμίας εκκρεμεί πλειοδοτική διαδικασία και υποβολή αίτησης προς το δικαστήριο για αποδοχή προσφοράς με την οποία να επιτυγχάνεται (λαμβανομένων υπόψη και τυχόν προηγουμένων διαθέσεων) η διάθεση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρίας (ως λογιστική αξία και ανεξαρτήτως τρόπου διάθεσης), τότε η ειδική διαχείριση παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την έκδοση των σχετικών αποφάσεων από το αρμόδιο δικαστήριο και την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης των σχετικών στοιχείων.

2. Εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς από τον ειδικό διαχειριστή η μεταβίβαση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης (ως λογιστική αξία) και εάν κατά την εκτίμηση του, βάσει των αναγγελθεισών απαιτήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 77, το προϊόν ρευστοποίησης επαρκεί για την πλήρη ικανοποίηση όλων των πιστωτών, υποβάλλει σχετικό αίτημα στο αρμόδιο δικαστήριο το οποίο δύναται να παρατείνει το διορισμό του με αποκλειστικό αντικείμενο τη διάθεση του προϊόντος ρευστοποίησης προς τους δικαιούχους.

Σε περίπτωση πλήρους ικανοποίησης του συνόλου των πιστωτών, τα εταιρικά όργανα ή ο ιδιοκτήτης, κατά περίπτωση, ανακτούν τη διοίκηση του φορέα της επιχείρησης. Σε αντίθετη περίπτωση, ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη.

Σε περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέταση της.

3. Σε περίπτωση κήρυξης του φορέα της επιχείρησης σε πτώχευση, εάν εκκρεμεί η διάθεση μέρους του ενεργητικού της επιχείρησης στους πιστωτές, ο ειδικός διαχειριστής διατηρεί τον έλεγχο του ανωτέρω υπολοίπου και την ευθύνη διανομής του στους δικαιούχους σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος και η διανομή αυτή δεν υπόκειται σε πτωχευτική ανάκληση.

 

 

 

 

 

Άρθρο 77

Διαδικασία ειδικής διαχείρισης - διανομή προς πιστωτές

 

1. Ο ειδικός διαχειριστής, το συντομότερο μετά τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης (ή και μέρους αυτής ως λειτουργικού συνόλου) κατά τα προαναφερόμενα υποχρεούται να δημοσιοποιήσει, με τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 73, πρόσκληση αναγγελίας απαιτήσεων των πιστωτών.

Οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης.

2. Στη συνέχεια ο ειδικός διαχειριστής, αφού αφαιρέσει από το προϊόν της ειδικής διαχείρισης τα έξοδα της διαδικασίας, στα οποία περιλαμβάνονται οι δαπάνες της λειτουργίας της επιχείρησης κατά την ειδική διαχείριση και αποδώσει τα αντίστοιχα ποσά συμμέτρως προς τους δικαιούχους, επαληθεύει τις απαιτήσεις με βάση τα στοιχεία της επιχείρησης, σύμφωνα με την απλοποιημένη διαδικασία του άρθρου 163 του Πτωχευτικού Κώδικα, ανεξαρτήτως ποσού απαίτησης, και συντάσσει, για το απομένον υπόλοιπο, πίνακα κατάταξης κατά τις διατάξεις των άρθρων 153 -161 του Πτωχευτικού Κώδικα εφαρμοζομένων αναλόγως.

Αρμόδιο για την εκδίκαση τυχόν ανακοπών κατά του πίνακα (τόσο ως προς την επαλήθευση όσο ως προς την κατάταξη) και την τυχόν αναμόρφωση του είναι το δικαστήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του παρόντος Κεφαλαίου, το οποίο δικάζει κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις.

3. Η διανομή προς πιστωτές διενεργείται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κ.Πολ.Δ..

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

 

Άρθρο 78

 

Στο άρθρο 27 του ν. 4172/2013 (Α`167) προστίθεται παράγραφος 3 και οι υπάρχουσες παράγραφοι 3 και 4 αναριθμούνται ως παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:

«3. Η χρεωστική διαφορά (οριστική ζημία) λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τους πιστωτές των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του παρόντος από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου με τίτλο

«Ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο α) της Απόφασης-Πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση - Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουάριου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις, οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσης τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΜΕΡΟΣ Α),

β) της Απόφασης-Πλαίσιο 2008/947/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση- Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουάριου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις που προβλέπουν την αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή απόλυση υπό όρους, με σκοπό την επιτήρηση των μέτρων αναστολής και των εναλλακτικών κυρώσεων στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΜΕΡΟΣ Β),

γ) της Απόφασης-Πλαίσιο 2009/ 829/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή, μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις περί μέτρων επιτήρησης εναλλακτικά προς την προσωρινή κράτηση (ΜΕΡΟΣ Γ) και άλλες διατάξεις»,

εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα τους σε δεκαπέντε (15) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην  οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, η χρεωστική διαφορά ισούται με το συνολικό ποσό της διαγραφής μείον τους μη εγγεγραμμένους τόκους, οι οποίοι και δεν εγγράφονται. Η ανωτέρω χρεωστική διαφορά καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει.

Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του παρόντος, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτέλεσματων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.»

 

 

 

 

Άρθρο 79

Λοιπές διατάξεις

 

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συστήνεται επιτροπή με αρμοδιότητες την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων του παρόντος νόμου, το συντονισμό και υποστήριξη των συμμετεχόντων φορέων και αρχών, τη συλλογή και επεξεργασία στατιστικών και άλλων στοιχείων ως προς την εφαρμογή τους και τις οικονομικές και άλλες επιπτώσεις, την υποβολή εισηγήσεων και προτάσεων προς τους ανωτέρω Υπουργούς, την Τράπεζα της Ελλάδος και άλλα εποπτικά όργανα.

Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της επιτροπής αυτής και την εκπλήρωση του σκοπού της.

2. Η διαγραφή ή/και ρύθμιση υπολοίπου δανείου, το οποίο τελεί υπό την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και συντελείται εντός του πλαισίου της διαδικασίας των προηγούμενων άρθρων, δεν επηρεάζει κατά τα λοιπά την ισχύ της παρασχεθείσας εγγύησης από το Ελληνικό Δημόσιο.

3. Η περίπτωση η` του άρθρου 8 του ν. 3461/2006 (Α-106), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ. 7 του ν. 4013/2011 (Α` 204), εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση επικύρωσης συμφωνιών ρύθμισης κατά το Τρίτο Κεφάλαιο του παρόντος νόμου.

 

 

 

 

 

Άρθρο 80

Τροποποίηση καταστατικού της Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.

 

1. Μετά την περίπτωση ε` της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Καταστατικού της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ! ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.», όπως τέθηκε με το δεύτερο άρθρο του ν. 3912/2011 (Α` 17), προστίθεται νέα περίπτωση στ`ως εξής:

«στ) Με τη σύναψη συμβάσεων ομολογιακού δανείου που εκδίδουν νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού που έχουν ιδρυθεί και εδρεύουν στο Λουξεμβούργο, όπως το «IfG - Greek SME Finance S.A.» (αριθμός μητρώου B 186984) ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και διέπονται από την αντίστοιχη νομοθεσία, ποιώντας χρήση πόρων προερχόμενων από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων μέχρι το ύψος που καθορίζεται και από την αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας και κατά παρέκκλιση τυχόν αντίθετων διατάξεων του παρόντος νόμου ή του Κανονισμού που προβλέπεται στο τέταρτο άρθρο του παρόντος νόμου. Η σύναψη των ανωτέρω ομολογιακών δανείων από την Εταιρεία επιτρέπεται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3 του ν. 4224/2013 (Α`288) και ιδίως τη διοχέτευση πόρων στις ελληνικές πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜ Ε).

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται ο τρόπος, οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις, καθώς επίσης κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη σύναψη των ως άνω ομολογιακών δανείων.»

2. Στο άρθρο 6 του Καταστατικού της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ! ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.», όπως τέθηκε με το δεύτερο άρθρο του ν. 3912/2011, η υφιστάμενη παράγραφος 2 αναριθμείται σε παράγραφο 3 και προστίθεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:

«2) Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας αυξάνεται κατά εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ, που εισφέρονται σε μετρητά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Ελληνικού Δημοσίου, μέσω έκδοσης 1.000.000 νέων ονομαστικών μετοχών ονομαστικής αξίας 100 ευρώ εκάστη, τροποποιούμενης αναλόγως της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Το ποσό αυτό θα χρησιμοποιηθεί για την υλοποίηση του σκοπού που περιγράφεται στο εδάφιο στ` της παρ. 4 του άρθρου 4 του άρθρου δεύτερου του παρόντος.»

 

 

 

 

 

Άρθρο 81

Απορρόφηση νομικών προσώπων από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο

 

1. Μετά το τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 4224/2013 (Α`288), όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του ν. 4262/2014 (Α` 114), προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:

«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εγκρίνεται και ολοκληρώνεται η απορρόφηση των ανωτέρω υποκεφαλαίων από το Ταμείο. 

Νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί ως διακριτές νομικές οντότητες ειδικού σκοπού στο Λουξεμβούργο, όπως είναι η ανώνυμη εταιρεία «IfG - Greek SME Finance S.A.» (αριθμός μητρώου B 186984) ή σε άλλο κράτος -μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διέπονται από το αντίστοιχο δίκαιο και το Ελληνικό Δημόσιο κατά τη σύσταση τους δεν συμμετέχει στο εταιρικό τους κεφάλαιο, μπορούν να απορροφηθούν από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο ως υποκεφάλαια αυτού εφόσον πληρούνται οι όροι του παρόντος νόμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, καθορίζονται ο τρόπος, οι ειδικότερες προϋποθέσεις και τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος εδαφίου. Με όμοια απόφαση εγκρίνεται και ολοκληρώνεται η απορρόφηση των ανωτέρω νομικών οντοτήτων ως υποκεφαλαίων από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο.»

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 4224/2013 (Α` 288) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

«Ποσό εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ από το ανωτέρω αναφερόμενο καταβάλλεται σε μετρητά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Ελληνικού Δημοσίου στο Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.) του ν. 3912/2011 (Α` 17), το οποίο προς τούτο υποχρεούται να προβεί σε αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού του κεφαλαίου, μέσω της έκδοσης νέων ονομαστικών μετοχών. Το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση της ανώνυμης εταιρείας «IfG -Greek SME Finance S.A.» για τους σκοπούς του άρθρου 3 του παρόντος και ιδίως τη διοχέτευση πόρων στις ελληνικές πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).»

3. Μετά το άρθρο 5 του ν. 4224/2013 (Α` 288), προστίθεται νέο άρθρο 5Α ως εξής:

«Τα δάνεια που χορηγούν πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα σε πολύ μικρές,μικρές και μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις και προέρχονται από τα κεφάλαια που δανείζει μέσω ομολογιακού δανείου η Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε., στην ανώνυμη εταιρεία «IfG - Greek SME Finance S.A.» ή άλλα νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου απαλλάσσονται από την εισφορά του ν. 128/1975 (Α` 178).

Η ίδια απαλλαγή ισχύει και για τα δάνεια που χορηγούν πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα σε πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις και προέρχονται από κεφάλαια που δανείζουν:

α) αλλοδαπό Δημόσιο ή οντότητα συνδεόμενη με αλλοδαπό Δημόσιο,

β) Διεθνής Οργανισμός ή

γ) άλλη οντότητα σε κάθε περίπτωση ανεξαρτήτως της νομικής μορφής που βάσει διεθνούς ή διμερούς συμφωνίας ή των νομοθετικών, κανονιστικών, καταστατικών και λοιπών διατάξεων που τα ή τις διέπουν, απολαύουν φορολογικών προνομίων,

δ) κοινωφελές ίδρυμα και ε) μη κερδοσκοπικός οργανισμός, στην ανώνυμη εταιρεία «IfG - Greek SME Finance S.A.» ή άλλα νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου.

Τα δάνεια που χορηγούν, για τον ίδιο ανωτέρω σκοπό της δανειοδότησης πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων, η ανώνυμη εταιρεία «IfG - Greek SME Finance S.A.» ή άλλα νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου, σε πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα και προέρ-χονται από τα κεφάλαια που δάνεισε μέσω ομολογιακού δανείου η Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε. στην ανώνυμη εταιρεία «IfG -Greek SME Finance S. A.» ή άλλα ως άνω νομικά πρόσωπα, απαλλάσσονται από την εισφορά του ν. 128/1975, το τέλος χαρτοσήμου του π.δ. 28/1931 (Α` 239) και από τη φορολόγηση του εισοδήματος που προκύπτει από τους τόκους σύμφωνα με το ν. 4172/2013 (Α167). Για τον ίδιο επίσης σκοπό, ισχύουν όλες οι απαλλαγές του παρόντος εδαφίου και για τα χορηγούμενα από την «IfG - Greek SME Finance S.A.» - κατά τα ανωτέρω - δάνεια σε πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα, των οποίων η αρχική προέλευση των κεφαλαίων προέρχεται:

α) από αλλοδαπό Δημόσιο ή οντότητα συνδεόμενη με αλλοδαπό  Δημόσιο,

β) από Διεθνή Οργανισμό ή

γ) από άλλη οντότητα σε κάθε περίπτωση ανεξαρτήτως της νομικής μορφής που βάσει διεθνούς ή διμερούς συμφωνίας ή των νομοθετικών, κανονιστικών, καταστατικών και λοιπών διατάξεων που τα ή τις διέπουν, απολαύουν φορολογικών προνομίων,

δ) από κοινωφελές ίδρυμα και

ε) μη κερδοσκοπικό οργανισμό.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.»

 

 

 

 

 

Άρθρο 82

 

Η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του ν. 4262/2014 (Α` 114) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, δημόσιες αρχές, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή άλλοι δημόσιοι φορείς οφείλουν εντός του ως άνω χρονικού διαστήματος να προσαρμόσουν τη σχετική με την αδειοδότηση των εποπτευόμενων από αυτούς οικονομικών δραστηριοτήτων νομοθεσία στις εισαγόμενες με το παρόν αρχές.

Με κοινή απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας πραγματοποιείται η κατά τα ανωτέρω προσαρμογή και καθορίζονται περαιτέρω, με την ίδια απόφαση, οι όροι και οι προϋποθέσεις, καθώς και η διαδικασία της προσαρμογής, η κατάργηση υφιστάμενων διατάξεων, οποιασδήποτε μορφής, νομοθετικής ή κανονιστικής, που προβλέπουν την έκδοση αδειών λειτουργίας ή τα συγκεκριμένα προαπαιτούμενα πιστοποιητικά, η κατάταξη οικονομικών δραστηριοτήτων στις κατηγορίες του νέου ρυθμιστικού πλαισίου του παρόντος νόμου και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Παρερχομένου απράκτου του ανωτέρω χρονικού διαστήματος με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την άπρακτη πάροδο αυτού και με προεδρικά διατάγματα τα οποία εκδίδονται μετά από πρόταση του, μπορούν να εισάγονται ρυθμίσεις, με τις οποίες θα γίνεται η εν λόγω προσαρμογή.»

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ Ε΄

 

Άρθρο 83

Απευθείας τιμολόγηση διαφημιζόμενων

 

1. To άρθρο ένατο του ν. 4279/2014 (Α`158) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«1. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α`, β`, γ`, ε` και στ` του άρθρου πέμπτου αρχίζει από την 1.7.2015.

 2. Η ισχύς των λοιπών διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

2. Τιμολόγια για τις πράξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 2328/1995 (Α` 159) που τυχόν έχουν εκδοθεί από τη δημοσίευση του ν. 4279/2014 μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος, επανεκδίδονται μέχρι τη λήξη του μηνός Νοεμβρίου 2014.

 

 

 

 

 

Άρθρο 84

 

Το τρίτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 4178/ 2013 (Α174) αντικαθίσταται ως εξής:

«Δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και του παρόντος άρθρου κτίσματα που κρίθηκαν αυθαίρετα με αμετάκλητη απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου.

Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις εκκρεμών υποθέσεων για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί πράξη υπαγωγής και δεν έχει καταβληθεί το σχετικό παράβολο.»

 

 

 

 

 

Άρθρο 85

 

1. Στα άρθρα 21 και 39 του ν. 4264/2014 (Α` 118), όπως ισχύει, οι ημερομηνίες «31η Οκτωβρίου 2014», «31.10.2014», «1.11.2014» και «31 Δεκεμβρίου 2014», αντικαθίστανται από τις ημερομηνίες «31η Δεκεμβρίου 2014», «31.12.2014», «1.1.2015» και «2 Μαρτίου 2015» αντίστοιχα.

2. Το παρόν ισχύει από την 1η Νοεμβρίου 2014.

 

 

 

 

Άρθρο 86

 

1. Οι διατάξεις των περιπτώσεων 31, 32 και 33 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ` του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α` 222) καταργούνται από τότε που ίσχυσαν.

Με τη ρύθμιση του προηγούμενου εδαφίου δεν θίγεται η επελθούσα από 1.8.2012 παύση της αναστολής ισχύος των διατάξεων περί μισθολογικών προαγωγών και επιδόματος χρόνου υπηρεσίας των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής.

2.

α. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 50 του ν. 3205/2003 (Α` 297) αντικαθίστανται από 1.8.2012, ως εξής:

«2. Οι συντελεστές προσδιορισμού των βασικών μισθών της παραγράφου 1 είναι οι εξής:

Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (Α/Γ.Ε.ΕΘ.Α.)                                                                 2, 373

Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας (Α/Γ.Ε.Σ., Γ.Ε.Ν., Γ.Ε.Α.),

Ελληνικής Αστυνομίας, Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής                     2, 123

 

Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, Διοικητής 1ης Στρατιάς, Αρχηγός Στόλου και Αρχηγός Τακτικής Αεροπορίας      1, 957

 

Αντιστράτηγος και αντίστοιχοι                                     1, 822

 

Υποστράτηγος και αντίστοιχοι                                       1, 717

 

Ταξίαρχος και αντίστοιχοι                                            1, 592

 

Συνταγματάρχης και αντίστοιχοι                                   1, 377

 

Αντισυνταγματάρχης και αντίστοιχοι                             1, 231

 

Ταγματάρχης και αντίστοιχοι                                         1, 151

 

Λοχαγός και αντίστοιχοι                                                1, 096

 

Υπολοχαγός και αντίστοιχοι                                           1, 061

 

Ανθυπολοχαγός και αντίστοιχοι                                     1, 000

 

Ανθυπασπιστής και αντίστοιχοι                                      0, 950

 

Αρχιλοχίας και αντίστοιχοι                                             0, 920

 

Επιλοχίας και αντίστοιχοι                                               0, 885

 

Λοχίας και αντίστοιχοι                                                  0, 809

 

Δεκανέας και αντίστοιχοι                                               0, 570

 

Μόνιμος Στρατιώτης και Αστυφύλακας που δεν έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις      0, 320

3. Για τη διαμόρφωση των βασικών μισθών ο μηνιαίος βασικός μισθός του Ανθυπολοχαγού και αντιστοίχων ορίζεται σε οκτακόσια ογδόντα επτά (887) ευρώ.»

β. Οι παράγραφοι 3 έως 8α του άρθρου 51 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται από 1.8.2012, ως εξής:

«3. Εξομάλυνσης μισθολογικών διαφορών, ποσού εκατόν πέντε ευρώ και ογδόντα έξι λεπτών (105,86 ευρώ) για όλους τους στρατιωτικούς εν γένει.

Για τους έγγαμους χωρίς τέκνα, που αναγνωρίζονται ως προστατευόμενα μέλη της οικογένειας για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος, το ανωτέρω ποσό ορίζεται σε εκατόν πενήντα εννέα ευρώ και εξήντα ένα λεπτά (159,61 ευρώ).

Για έγγαμους ή διαζευγμένους ή σε διάσταση ή σε χηρεία ή άγαμους που έχουν τέκνα, που αναγνωρίζονται ως προστατευόμενα μέλη της οικογένειας για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος, το ποσό του επιδόματος αυτού ορίζεται σε διακόσια δώδεκα ευρώ και ενενήντα τέσσερα λεπτά (212,94 ευρώ).

Στη βάση υπολογισμού των μηνιαίων αποδοχών των μαθητών των παραγωγικών σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και των Εφέδρων και των Δοκίμων Εφέδρων Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, το επίδομα εξομάλυνσης ορίζεται σε εκατόν πέντε ευρώ και ογδόντα έξι λεπτά (105,86 ευρώ).

4. Ειδικής απασχόλησης για την Εθνική Άμυνα, Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια:

α. Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων ορίζεται, κατά περίπτωση, ως εξής:

i. Για ανώτατους αξιωματικούς σε διακόσια ενενήντα τέσσερα ευρώ και πέντε λεπτά (294,05 ευρώ) και για λοιπούς αξιωματικούς και ανθυπασπιστές σε εκατόν ογδόντα ευρώ και ογδόντα δύο λεπτά (180,82 ευρώ).

ii. Για υπαξιωματικούς και μόνιμους στρατιώτες σε εκατόν τριάντα οκτώ ευρώ και είκοσι τρία λεπτά (138, 23 ευρώ).

β. Για το αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και για το προσωπικό του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος που ορίζεται κατά περίπτωση ως εξής:

i. Για ανώτατους αξιωματικούς σε διακόσια εξήντα οκτώ ευρώ και επτά λεπτά (268,07 ευρώ) και για λοιπούς αξιωματικούς και ανθυπαστυνόμους ή αντίστοιχους σε εκατόν εξήντα πέντε ευρώ και τριάντα λεπτά (165,30 ευρώ),

ii. Για υπαξιωματικούς και αστυφύλακες ή αντίστοιχους σε εκατόν είκοσι δύο ευρώ και εβδομήντα δύο λεπτά (122,72 ευρώ).

Από τη χορήγηση του ανωτέρω επιδόματος εξαιρούνται οι τελούντες σε κατάσταση πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας και οι έφεδροι και δόκιμοι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες θητείας και βραχείας ανακατάταξης (μέχρι τριών ετών).

5. θέσης υψηλής ή αυξημένης ευθύνης, οριζόμενο κατά βαθμό ως εξής:

α. Για τον Αρχηγό Γ.Ε.ΕΘ.Α. σε εξακόσια είκοσι τέσσερα ευρώ και δεκατρία λεπτά (624,13 ευρώ). 

β. Για τους Αρχηγούς Γ.Ε.Σ., Γ.Ε.Ν., Γ.Ε.Α., τον Γενικό Επιθεωρητή Στρατού, τον Διοικητή της 1 ης Στρατιάς, τον Αρχηγό Στόλου και τον Αρχηγό Τακτικής Αεροπορίας, καθώς και για τους Αρχηγούς της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος σε τετρακόσια δώδεκα ευρώ και εξήντα δύο λεπτά (412,62 ευρώ).

γ. Για τον Αντιστράτηγο ή αντίστοιχο σε τριακόσια είκοσι ένα ευρώ και δύο λεπτά (321,02 ευρώ).

δ. Για τον Υποστράτηγο ή αντίστοιχο σε διακόσια τριάντα πέντε ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτά (235,75 ευρώ).

ε. Για τον Ταξίαρχο ή αντίστοιχο, σε εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και σαράντα εννέα λεπτά (149,49 ευρώ).

στ. Για τον Συνταγματάρχη ή αντίστοιχο, με εξαίρεση τους προαγόμενους μισθολογικά στο βαθμό, σε εκατόν επτά ευρώ και ένα λεπτό (107,01 ευρώ),

ζ. Για τον Αντισυνταγματάρχη και Ταγματάρχη ή αντίστοιχους, με εξαίρεση τους μισθολογικά προαγόμενους στους βαθμούς αυτούς, σε σαράντα πέντε ευρώ και τριάντα εννέα λεπτά (45,39 ευρώ).

η. Για τους κατώτερους Αξιωματικούς (Λοχαγούς, Υπολοχαγούς και Ανθυπολοχαγούς ή αντίστοιχους) με εξαίρεση τους μισθολογικά προαγόμενους στους βαθμούς αυτούς, σε τριάντα τρία ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (33,81 ευρώ).

θ. Για Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς και Μόνιμους Στρατιώτες, σε είκοσι επτά ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτά (27,58 ευρώ).

6. Εξοδα παράστασης τα οποία ορίζονται ως εξής:

α. Για τον Αρχηγό Γ.Ε.ΕΘ.Α. σε τριακόσια ενενήντα ένα ευρώ και πενήντα επτά λεπτά (391,57 ευρώ).

β. Για τους Αρχηγούς Γ.Ε.Σ., Γ.Ε.Ν., Γ.Ε.Α. και τον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. , του Λ.Σ. και Π.Σ. σε διακόσια τριάντα εννέα ευρώ και σαράντα επτά λεπτά (239,47 ευρώ).

γ. Για τον Γενικό Επιθεωρητή Στρατού, τον Διοικητή της Πρώτης Στρατιάς, τον Αρχηγό του Στόλου και τον Αρχηγό της Τακτικής Αεροπορίας σε εκατόν εξήντα δύο ευρώ και ογδόντα τέσσερα λεπτά (162,84 ευρώ).

7. Ευθύνης Διοίκησης Διεύθυνσης ορίζεται ως εξής: 

α. Για τους Ανώτατους Αξιωματικούς, με εξαίρεση τους προαγόμενους μισθολογικά, σε εκατόν επτά ευρώ και ένα λεπτό (107,01 ευρώ),

β. Για τον Συνταγματάρχη ή αντίστοιχο, με εξαίρεση τους προαγόμενους μισθολογικά στο βαθμό, σε ογδόντα πέντε ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (85,77 ευρώ).

γ. Για τον Αντισυνταγματάρχη και Ταγματάρχη ή αντίστοιχους, με εξαίρεση τους προαγόμενους μισθολογικά στους βαθμούς αυτούς, σε εξήντα τέσσερα ευρώ και δώδεκα λεπτά (64,12 ευρώ).

δ. Για Κατώτερους Αξιωματικούς (Λοχαγούς, Υπολοχαγούς και Ανθυπολοχαγούς ή αντίστοιχους) με εξαίρεση τους μισθολογικά προαγόμενους στους βαθμούς αυτούς, σε σαράντα δύο ευρώ και ογδόντα εννέα λεπτά (42,89 ευρώ).

ε. Για Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς και Μόνιμους Στρατιώτες σε είκοσι οκτώ ευρώ (28,00 ευρώ).

8. Αυξημένης Επιχειρησιακής Ετοιμότητας Μονάδων:

α. Για τους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων ορίζεται σε σαράντα πέντε ευρώ και τριάντα εννέα λεπτά (45,39 ευρώ).»

γ. Η παράγραφος 10 του άρθρου 51 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται από 1.8.2012, ως εξής: 

«10. Στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, στο αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και στο ένστολο προσωπικό του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, χορηγείται μηνιαίως επίδομα ειδικών συνθηκών, ποσό ίσο με εξήντα οκτώ ευρώ και σαράντα έξι λεπτά (68, 46 ευρώ).Από τη χορήγηση του ανωτέρω επιδόματος εξαιρούνται οι έφεδροι και δόκιμοι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες θητείας.»

δ. Το ποσό της παραγράφου 2 του άρθρου 2 της αριθμ. 8002/32/122-α/6.9.2007 (Β 1803) κοινής υπουργικής απόφασης και της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της αριθμ. 2/2381/0022/5.5.2009 (Β` 928) όμοιας, διαμορφώνεται, από 1.8.2012, σε δύο ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (2,77 ευρώ).

Οι αναπροσαρμογές του παρόντος εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α` 40).

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζεται ο χρόνος και η διαδικασία καταβολής των αναπροσαρμοσμένων αποδοχών και συντάξεων, καθώς και της διαφοράς αποδοχών και συντάξεων που απορρέει από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως και 31.12.2014 προς τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, εν ενεργεία και απόστρατους.

4. Από την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων δεν θίγεται σε καμία περίπτωση η χορήγηση της εφάπαξ χρηματικής ενίσχυσης που προβλέπεται από τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α.4. της παραγράφου Α` του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α`85).

5. Η προσωπική διαφορά της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ε.3 της παραγράφου Ε` του άρθρου τρίτου του ν. 4254/2014 αναπροσαρμόζεται με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

6. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 181 του ν. 4270/2014 (Α` 143) αντικαθίσταται και προστίθενται περιπτώσεις γ`, δ`, ε` και στ` ως εξής:

«β. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 29 του ν. 3205/2003 (Α` 297) αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:

«1. Ο μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας (Σ.τ.Ε.), των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Ε.Σ.), των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (Τ.Δ.Δ.) και της Γενικής Επιτροπείας αυτών, καθορίζεται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Πρωτοδίκη και των αντίστοιχων με αυτόν βαθμών, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ:

α. Πρόεδρος Σ.τ.Ε., Πρόεδρος και Εισαγγελέας

του Αρείου Πάγου (ΑΠ.), Πρόεδρος του Ε.Σ.,

Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ε.Σ.,

Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των Τ.Δ.Δ.           2,00

 

β. Αντιπρόεδρος του Σ.τ.Ε, του Α.Π. και του

Ε.Σ., Επίτροπος της Επικρατείας του Ε.Σ. και

Επίτροπος της Επικρατείας των Τ.Δ.Δ.                       1,80

 

γ. Σύμβουλος της Επικρατείας, Αρεοπαγίτης,

Αντεισαγγελέας του Α.Π., Σύμβουλος και

Αντεπίτροπος του Ε.Σ. , Αντεπίτροπος

Επικρατείας των Τ.Δ.Δ., Πρόεδρος και

Εισαγγελέας Εφετών και Πρόεδρος Εφετών

Διοικητικών Δικαστηρίων                                           1,60

 

δ. Πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας,

Εφέτης, Αντεισαγγελέας Εφετών, Πάρεδρος

του Ε.Σ. και Εφέτης Διοικητικών Δικαστηρίων           1,40

 

ε. Πρόεδρος και Εισαγγελέας Πρωτοδικών,

Πρόεδρος Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστη-

ρίων και Ειρηνοδίκης Α` Τάξης                                  1,20

 

στ. Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ.,

Πρωτοδίκης, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,

Πρωτοδίκης Διοικητικών Δικαστηρίων και

Ειρηνοδίκης Β` Τάξης                                                 1, 00

 

ζ. Δόκιμος Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ.,

Πάρεδρος Πρωτοδικείου, Πάρεδρος Εισαγ-

γελίας, Πάρεδρος Πρωτοδικείου των Διοικη-

τικών Δικαστηρίων και Ειρηνοδίκης Γ` Τάξης             0, 80

 

η. Ειρηνοδίκης Δ` Τάξης                                             0, 72

 

2. Για τη διαμόρφωση των νέων βασικών μισθών της προηγούμενης παραγράφου ο μηνιαίος βασικός μισθός του Πρωτοδίκη ορίζεται σε δύο χιλιάδες εξήντα επτά ευρώ (2.067 ευρώ).»

«γ. Οι παράγραφοι 3, 5 και 6 του άρθρου 30 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:

«3. Για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποθέσεων, καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση του λειτουργήματος τους (δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης, οργάνωση γραφείου), οριζόμενο κατά βαθμό ως εξής:

α. Ειρηνοδίκες Γ` και Δ` Τάξης, Δόκιμος Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και αντίστοιχοι τριακόσια σαράντα τέσσερα ευρώ και οκτώ λεπτά (344,08 ευρώ),

β. Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και αντίστοιχοι τετρακόσια ογδόντα επτά ευρώ και ενενήντα επτά λεπτά (487,97 ευρώ). 

γ. Πρόεδρος Πρωτοδικών και αντίστοιχοι πεντακόσια εξήντα τρία ευρώ και τέσσερα λεπτά (563,04 ευρώ).

δ. Πάρεδρος του Σ.τ.Ε. και αντίστοιχοι πεντακόσια ενενήντα τέσσερα ευρώ και τριάντα δύο λεπτά (594,32 ευρώ).

ε. Πρόεδρος Εφετών, Σύμβουλος της Επικρατείας και αντίστοιχοι εξακόσια είκοσι πέντε ευρώ και εξήντα λεπτά (625,60 ευρώ).

στ. Αντιπρόεδρος και αντίστοιχοι εξακόσια πενήντα έξι ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτά (656,88 ευρώ).

ζ. Πρόεδρος και αντίστοιχοι εξακόσια ογδόντα οκτώ ευρώ και δεκαέξι λεπτά (688,16 ευρώ).»

«5. Πάγια αποζημίωση, λόγω των ειδικών συνθηκών προσφοράς υπηρεσιών (πολύωρη παραμονή στην έδρα, απασχόληση χωρίς ωράριο εργασίας, κατ’ οίκον εργασία, προσφορά υπηρεσιών σε παραμεθόριες και προβληματικές περιοχές), οριζόμενη κατά βαθμό ως εξής:

Για δικαστικούς λειτουργούς από το βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών και αντίστοιχων μέχρι και το βαθμό του Προέδρου Ανωτάτου Δικαστηρίου επτακόσια εξήντα εννέα ευρώ και δώδεκα λεπτά (769,12 ευρώ).

Για δικαστικούς λειτουργούς από το βαθμό του Ειρηνοδίκη Δ` Τάξης μέχρι και το βαθμό του Εισηγητή του Σ.τ.Ε. και αντίστοιχων εξακόσια σαράντα τέσσερα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (644,44 ευρώ).»

«6. Αποζημίωση εξόδων παράστασης στους δικαστές που φέρουν βαθμό Προέδρου, Αντιπροέδρου και Συμβούλου Επικρατείας ή αντίστοιχους, οριζόμενη κατά βαθμό ως εξής:

Πρόεδρος Σ.τ.Ε. και αντίστοιχοι διακόσια σαράντα δύο ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτά (242,88 ευρώ).

Αντιπρόεδρος Σ.τ.Ε. και αντίστοιχοι εκατόν εξήντα έ-να ευρώ και ενενήντα δύο λεπτά (161,92 ευρώ).

Σύμβουλος Επικρατείας και αντίστοιχοι εκατόν είκοσι ένα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (121,44 ευρώ).

Η αποζημίωση αυτή δεν παρέχεται σε δικαστικούς λειτουργούς που δεν φέρουν τους ανωτέρω βαθμούς, ανεξαρτήτως της τυχόν μισθολογικής εξομοίωσης προς αυτούς.»»

«δ. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 32 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:

«1.0 μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους καθορίζεται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Δικαστικού Αντιπροσώπου, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ:

α. Πρόεδρος                                           2, 00

β. Αντιπρόεδρος                                      1, 80

γ. Σύμβουλος                                           1, 60

δ. Πάρεδρος                                             1, 40

ε. Δικαστικός Αντιπρόσωπος Α` Τάξεως     1, 20

στ. Δικαστικός Αντιπρόσωπος                   1, 00

ζ. Δόκιμος Δικαστικός Αντιπρόσωπος       0, 80

2. Για τη διαμόρφωση των βασικών μισθών της προηγούμενης παραγράφου ο μηνιαίος βασικός μισθός του Δικαστικού Αντιπροσώπου ορίζεται σε δύο χιλιάδες εξήντα επτά ευρώ (2.067 ευρώ).»»

«ε. Οι παράγραφοι 3, 5 και 6 του άρθρου 33 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:

«3. Για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποστηριζόμενων ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οριζόμενο κατά βαθμό ως εξής:

α. Δόκιμος Δικαστικός Αντιπρόσωπος τριακόσια σαράντα τέσσερα ευρώ και οκτώ λεπτά (344,08 ευρώ)

β. Δικαστικός Αντιπρόσωπος και αντίστοιχοι τετρακόσια ογδόντα επτά ευρώ και ενενήντα επτά λεπτά (487,97 ευρώ).

γ. Δικαστικός Αντιπρόσωπος Α` Τάξης πεντακόσια εξήντα τρία ευρώ και τέσσερα λεπτά (563,04 ευρώ).

δ. Πάρεδρος πεντακόσια ενενήντα τέσσερα ευρώ και τριάντα δύο λεπτά (594,32 ευρώ).

ε. Σύμβουλος εξακόσια είκοσι πέντε ευρώ και εξήντα λεπτά (625,60 ευρώ).

στ. Αντιπρόεδρος εξακόσια πενήντα έξι ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτά (656,88 ευρώ).

ζ. Πρόεδρος εξακόσια ογδόντα οκτώ ευρώ και δεκαέξι λεπτά (688,16 ευρώ).»

«5. Πάγια αποζημίωση, λόγω της πολύωρης παραμονής στα δικαστήρια, της απασχόλησης τους χωρίς ωράριο εργασίας, καθώς και των ειδικών συνθηκών προσφοράς υπηρεσιών σε παραμεθόριες περιοχές, οριζόμενη κατά βαθμό ως εξής:

Δικαστικός Αντιπρόσωπος Α` Τάξης μέχρι Πρόεδρο επτακόσια εξήντα εννέα ευρώ και δώδεκα λεπτά (769,12 ευρώ).

Δόκιμος και Δικαστικός Αντιπρόσωπος εξακόσια σαράντα τέσσερα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (644,44 ευρώ).

6. Αποζημίωση εξόδων παράστασης οριζόμενη κατά βαθμό ως εξής:

Πρόεδρος διακόσια σαράντα δύο ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτά (242,88 ευρώ).

Αντιπρόεδρος εκατόν εξήντα ένα ευρώ και ενενήντα δύο λεπτά (161,92 ευρώ).

Σύμβουλος εκατόν είκοσι ένα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (121,44 ευρώ).»

«στ. Οι διαφορές αποδοχών και συντάξεων που προκύπτουν από τις διατάξεις των περιπτώσεων α` έως και ε` της παρούσας παραγράφου, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως και 30.6.2014, θα καταβληθούν απομειωμένες κατά το ήμισυ.»

7. Η υφιστάμενη περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 181 του ν. 4270/2014 αναριθμείται σε περίπτωση ζ` και αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«ζ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται ο χρόνος και η διαδικασία καταβολής των διαφορών αποδοχών και συντάξεων που απορρέουν από τις διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων (α` έως και στ`), για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως και 30.6.2014, προς τους δικαστικούς λειτουργούς και ταμέλη του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εν ενεργεία και συνταξιούχους όλων των βαθμίδων.»

 

 

 

 

Άρθρο 87

 

1. Η δέσμευση των αναγκαίων πιστώσεων για την πληρωμή δαπανών που αφορούν στην καταβολή αποζημίωσης χρήσης ακινήτων που εξυπηρέτησαν ή/και εξυπηρετούν ανάγκες των υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2012 έως 31.12.2014, υπάγεται στις εξαιρέσεις της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 113/2010 (Α` 194) και διενεργείται μετά τη γνωστοποίηση των σχετικών απαιτήσεων των δικαιούχων στην αρμόδια Οικονομική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.

2. Η πληρωμή των υπόψη δαπανών διενεργείται σε βάρος των πιστώσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού τρέχοντος οικονομικού έτους.

3. Οι διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 6 του ν. 4141/2013 (Α`81) καταργούνται.

 

 

 

Άρθρο 88

 

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 51 του ν. 3852/2010 (Α` 87) προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Στην περίπτωση αυτή, έφορος των αντιπροσώπων της δικαστικής αρχής είναι ο Πρόεδρος του οικείου Πρωτοδικείου. Αυτός διορίζει σε κάθε εκλογικό τμήμα της περιφέρειας του πρωτοδικείου τον αντιπρόσωπο της δικαστικής αρχής δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν την ψηφοφορία.

Οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5, 7, 9, 10, 12 και 13 του άρθρου 68 του π.δ. 26/2012, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως. Αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής διορίζονται εκείνοι που υπηρετούν στην περιφέρεια του οικείου Πρωτοδικείου, κατά προτεραιότητα δε εκείνοι που αναφέρονται στην παράγραφο 10 του άρθρου 68 του π.δ. 26/2012.

Εάν τα πρόσωπα αυτά δεν επαρκούν, ο έφορος διορίζει αντιπροσώπους της δικαστικής αρχής και πρόσωπα εκτός της περιφέρειας του Πρωτοδικείου.

Για τη διενέργεια των διορισμών, ο έφορος μπορεί να ζητήσει από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου να του διαβιβάσει από τα συγκεντρωθέντα για την ακυρωθείσα εκλογή στοιχεία που προβλέπονται στις περιπτώσεις β` έως στ` της παραγράφου 6 του άρθρου 68 του π.δ. 26/2013, όσα κρίνει ο ίδιος αναγκαία.

Μπορεί επίσης να ζητήσει να του αποσταλούν από τις αρχές που αναφέρονται στις ανωτέρω περιπτώσεις επικαιροποιημένα τα ανωτέρω στοιχεία.

Σε κάθε περίπτωση τα στοιχεία αποστέλλονται σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, κατάλληλη για ηλεκτρονική επεξεργασία, εντός δέκα ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος.»

2. Στο άρθρο 153 παρ. 1 του ν. 3852/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Τα εδάφια δεύτερο έως και ένατο της παρ. 1 του άρθρου 51 εφαρμόζονται αναλόγως.»

 

 

 

 

Άρθρο 89

 

Τα άρθρα 22, 24, 26, 27, 29 και 32 του ν. 4304/2014 (Α`234) ισχύουν από την 23η.10. 2014.

 

 

 

 

Άρθρο 90

 

1. Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 30 του ν. 4223/2013 (Α`287) επιτρέπεται και η μετάταξη υπαλλήλων που δεν έχουν διανύσει τη διετία της δοκιμαστικής υπηρεσίας, το δε πεδίο εφαρμογής αυτού περιλαμβάνει και μετατάξεις υπαλλήλων δήμων σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου του ιδίου ή άλλου δήμου και το αντίστροφο.

2. Κατά την αληθή έννοια της περίπτωσης β` της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4223/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 8 του ν. 4250/2014 (Α` 74), εφόσον η αίτηση του υπαλλήλου συνοδεύεται από σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, ενώ η γνώμη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του φορέα προέλευσης είναι αρνητική, τότε λαμβάνεται υπόψη για τη μετάταξη η γνώμη που είναι ευνοϊκή για τον υπάλληλο.

3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του ν. 4223/2013 (Α` 287).

 

 

 

 

 

Άρθρο 91

 

1. Η παρ. 7 του άρθρου 2 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

«7.

α) Γενική Διεύθυνση Διοίκησης Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων:

αα) Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Λειτουργίας Δικαιοσύνης,

ββ) Διεύθυνση Νομοθετικού Εργου, Διεθνών Σχέσεων και Διεθνούς Δικαστικής Συνεργασίας.

β) Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών, Διοικητικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης:

αα) Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών,

ββ) Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Διοικητικής Υποστήριξης,

γγ) Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης,

δδ) Αυτοτελές Τμήμα Παλλαϊκής Άμυνας - Πολιτικής Σχεδιάσεως Εκτακτης Ανάγκης (ΠAM - ΠΣΕΑ).

γ) Γενική Διεύθυνση Αντεγκληματικής και Σωφρονιστικής Πολιτικής:

αα) Διεύθυνση Αντεγκληματικής Πολιτικής,

ββ) Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας Καταστημάτων Κράτησης.

δ) Γραφείο Νομοθετικής Πρωτοβουλίας, υπαγόμενο στον Υπουργό.

ε) Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών, υπαγόμενη στον Υπουργό.

στ) Αυτοτελές Τμήμα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, υπαγόμενο στον Υπουργό.

ζ) Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου, ως η ανεξάρτητη ελεγκτική-συμβουλευτική υπηρεσία, η οποία παρέχει διαβεβαίωση για την επάρκεια των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου του Υπουργείου.

Η εν λόγω Μονάδα λειτουργεί σε επίπεδο Αυτοτελούς Τμήματος υπαγόμενο στον Υπουργό. 

η) Στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λειτουργούν και οι ακόλουθες υπηρεσίες, σύμφωνα με τις διατάξεις που εκάστοτε τις διέπουν:

αα) Γραφείο Νομικού Συμβούλου,

ββ) Γραφείο Επιτρόπου Ελεγκτικού Συνεδρίου,

γγ) Γραφείο Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων,

δδ) Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου,

εε) Ελληνική Αρχή Συνδρομής (οι αρμοδιότητες ασκούνται από το Τμήμα Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων),

στστ) Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης.»

 

2. Στην παρ. 8 του άρθρου 2 του π.δ. 101/2014 διαγράφεται η περίπτωση β`.

3. Ο τίτλος του άρθρου 5 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

«Γενική Διεύθυνση Διοίκησης Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

4. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του π.δ. 101/2014 μετά τις λέξεις «Η Γενική Διεύθυνση» προστίθεται η λέξη «Διοίκησης».

5. Η υποπερίπτωση εε` της περίπτωσης α` της παρ. 3 του άρθρου 9 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής;

«εε) Ο ορισμός των δημοσίων υπολόγων και διαχειριστών.»

6. Στην περίπτωση δ` της παρ. 3 του άρθρου 9 του π.δ. 101/2014 προστίθεται περίπτωση ιι` ως εξής:

«ιι) Η σύνταξη και υποβολή δελτίων δήλωσης δαπανών για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα για τα οποία το ΥΔΑΑΔ είναι δικαιούχος».

7. Το άρθρο 13 του κεφαλαίου Β` του π.δ. 101/2014 αναριθμείται σε άρθρο 16.

8. Τα άρθρα 14, 15, 16 του π.δ. 101/2014 τίθενται στο Κεφάλαιο Α` μετά το άρθρο 12 αναριθμούμενα σε 13, 14 και 15.

9. Η παρ. 3 του πρώην άρθρου 13 και νυν 16 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Ο Γενικός Γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής είναι αρμόδιος για τα θέματα της Γενικής Διεύθυνσης Αντεγκληματικής και Σωφρονιστικής Πολιτικής και των εποπτευόμενων από αυτήν περιφερειακών υπηρεσιών, Ανθρώπινου Δυναμικού, που αφορούν τους Ιατροδικαστές και τους υπαλλήλους των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών.»

10. Στην περίπτωση α` της παρ. 2 του άρθρου 24 του π.δ. 101/2014 διαγράφεται η φράση «εκτός από τα Καταστήματα Κορίνθου, Κω, Νεαπόλεως και Χίου που είναι αντίστοιχο του Τμήματος».

11. Η περίπτωση στ` της παρ. 2 του άρθρου 24 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

«στ) Τις Διευθύνσεις των Καταστημάτων Κράτησης Κορίνθου, Κω, Νεαπόλεως και Χίου συγκροτούν τα εξής τμήματα:

αα) Τμήμα Διοίκησης - Οικονομικού,

ββ) Τμήμα Φύλαξης,

γγ) Τμήμα Εξωτερικής Φρούρησης.

Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης των ανωτέρω Καταστημάτων Κράτησης ασκεί και τα καθήκοντα του Προϊσταμένου του Τμήματος Διοίκησης - Οικονομικού.»

12. Στην περίπτωση ι` της παρ. 2 του άρθρου 24 του π.δ. 101/2014 προστίθεται υποπερίπωση δδ` ως εξής:

«δδ) Τμήμα Φύλαξης».

13. Στην περίπτωση ια` της παρ. 2 του άρθρου 24 του π.δ. 101/2014 προστίθεται υποπερίπωση γγ` ως εξής:

«γγ) Τμήμα Φύλαξης».

14.0 τίτλος του Κεφαλαίου Α` του Μέρους Δεύτερου («Προσωπικό») του π.δ., 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

«Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

15. Ο τίτλος του άρθρου 32 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής: «Κλάδοι Προϊσταμένων Υπηρεσιών και Οργανικών Μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης,Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

16. Στο α` εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 32 του π.δ. 101/2014 διαγράφεται η φράση:

«. . ή της Γενικής Διεύθυνσης Αντεγκληματικής και Σωφρονιστικής Πολιτικής της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής. .».

17. Η παρ. 3 του άρθρου 47 του π.δ. 101/2014 αντικαθίσταται ως εξής: 

«3. Του Τμήματος Κοινωνικής Εργασίας προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΤΕ Υγείας Πρόνοιας - ειδικότητας Κοινωνικής Εργασίας.»

18. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τις 29 Οκτωβρίου 2014.

 

 

 

 

Άρθρο 92

 

Η περίπτωση β` της παρ. 7 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 διαγράφεται και αναριθμείται η επόμενη περίπτωση γ` σε περίπτωση β`.

 

 

 

 

 

Άρθρο 93

 

Πιστώσεις φορέων του Κρατικού Προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού των οικείων περιφερειών, που δεν κατέστη δυνατό να απορροφηθούν εντός του οικονομικού έτους 2013, θεωρούνται ότι έχουν ανακληθεί αυτοδίκαια στις 31.12.2013 και οι σχετικές δαπάνες δύνανται να εκκαθαρισθούν και να πληρωθούν σε βάρος των πιστώσεων των αντίστοιχων προϋπολογισμών τρέχοντος οικονομικού έτους, τηρουμένων των λοιπών προϋποθέσεων κανονικότητας και νομιμότητας αυτών.

 

 

 

 

 

Άρθρο 94

Απόσπαση υπαλλήλου O.T.A.

 

Η παρ. 3 του άρθρου 184 του ν. 3584/2007 (Α` 143), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«3. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε άλλον Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με αίτηση του υπαλλήλου και κατόπιν θετικής γνώμης του φορέα προέλευσης, με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου του Ο.Τ.Α. υποδοχής.

Η απόσπαση γίνεται για δύο (2) έτη και μπορεί να παραταθεί για ένα (1) ακόμη.»

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄

 

Άρθρο 95

 

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

 

 


 

 

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm