Open menu
28 | 03 | 2024

ΝΟΜΟΣ 2873/2000

ΦΕΚ Α' 285/28-12-2000.


Φορολογικές ελαφρύνσεις και απλουστεύσεις και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
 

 

 


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΕΛΑΦΡΥΝΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ



Άρθρο 1
Φορολογικές ελαφρύνσεις για τους αγρότες


1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του ν. 814/1978 (ΦΕΚ 144 Α'), μέχρι την περίπτωση α', όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α'), αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"1. Από την αγοραία αξία κάθε στρέμματος μεταβιβαζόμενης αιτία θανάτου γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, μαζί με τις εγκαταστάσεις
που βρίσκονται πάνω σε αυτή και εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή της, και εφόσον η αξία αυτή δεν υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια τετρακόσιες χιλιάδες (2.400.000) δραχμές, δεν φορολογείται το μέχρι ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες (1.200.000) δραχμές τμήμα της για κάθε κληρονόμο η κληροδόχο και συνολικά για ποσό μέχρι σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) δραχμές και μέχρι εκατό (100) στρέμματα μεταβιβαζόμενης έκτασης, εάν:"
2. Το δεύτερο εδάφιο μετά την περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του ν. 814/1978, μέχρι την περίπτωση α', όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2520/1997 (ΦΕΚ 173 Α'), αντικαθίσταται ως ακολούθως :

"Από την αγοραία αξία κάθε στρέμματος μεταβιβαζόμενης λόγω κληρονομικής διαδοχής γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, μαζί με τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται πάνω σε αυτή και εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή της, δεν φορολογείται ποσό που ισούται με  το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της ανά στρέμμα αξίας μεταβιβαζόμενης έκτασης για κάθε κληρονόμο ή κληροδόχο και συνολικά για ποσό μέχρι εκατόν ογδόντα εκατομμύρια (180.000.000) δραχμές και για μέχρι εκατόν είκοσι (120) στρέμματα μεταβιβαζόμενης έκτασης, εφόσον συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:"
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α'), μέχρι την περίπτωση α', όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 του ν. 2065/1992, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"2. Από την αξία των κληρονομικών μερίδων και κληροδοσιών, κληρονόμων που υπάγονται στις Α' και Β' κατηγορίες, εκπίπτει και δεν φορολογείται ποσό τριπλάσιο προς το αφορολόγητο, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:"
4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν.δ. 118/1973, μέχρι την περίπτωση α', όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 3
του ν. 2520/1997, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Από την αξία των κληρονομικών μερίδων και κληροδοσιών, κληρονόμων που υπάγονται στις Α' και Β' κατηγορίες, δεν φορολογείται ποσό
τετραπλάσιο προς το αφορολόγητο, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:"
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977 (ΦΕΚ 186 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 του ν. 2065/1992, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Συμβάσεις αγοράς ή ανταλλαγής κυριότητας γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους, που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους, εφόσον η κατά στρέμμα αγοραία αξία τους δεν υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων (1.200.000) δραχμών, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων, για το κατά στρέμμα τμήμα της αγοραίας αξίας τους μέχρι το ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) δραχμών και μέχρι και εμβαδόν πενήντα (50) στρεμμάτων συνολικά για κάθε αγοραστή, είτε οι συμβάσεις γίνονται με μία είτε με περισσότερες συμβολαιογραφικές πράξεις".
6. Το δεύτερο εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977, όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 24 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α'), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Η απαλλαγή παρέχεται εφόσον ο δικαιούχας δεν έχει γεωργική ή κτηνοτροφική έκταση μεγαλύτερη από εκατόν είκοσι (120) στρέμματα."
7. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Σε περίπτωση μεταβίβασης από επαχθή αιτία εκτάσεων ομόρων με την ιδιοκτησία του αγοραστή, η έκταση που απαλλάσσεται συνολικά για κάθε αγοραστή αυξάνεται σε εκατόν είκοσι (120) στρέμματα."
8. Το έβδομο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 2520/1997, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Σε συμβάσεις αγοράς ή ανταλλαγής της κυριότητας γεωργικών κοι κτηνοτροφικών εκτάσεων, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους, που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους, απαλλάσσεται από το φόρο  μεταβίβασης ακινήτων ποσό ίσο με το ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της ανά στρέμμα αξίας μεταβιβαζόμενης έκτασης και μέχρι εκατόν είκοσι (120) στρέμματα αυτής και για εκατόν ογδόντα εκατομμύρια (180.000.000) δραχμές κατά ανώτατο όρια για κάθε αγοραστή, είτε οι συμβάσεις συνάπτονται με μία είτε με περισσότερες συμβολαιογραφικές πράξεις, εφόσον η μεταβίβαση γίνεται σε νέο κατά κύρια απασχόληση αγρότη ηλικίας μέχρι σαράντα (40) ετών."
9. Το όγδοο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 2520/1997, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Σε περίπτωση μεταβίβασης από επαχθή αιτία εκτάσεων ομόρων με την ιδιοκτησία του αγοραστή, η έκταση που απαλλάσσεται συνολικά για κάθε αγοραστή, αυξάνεται σε εκατόν πενήντα (150) στρέμματα."
10. Το ένατο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 70 του ν. 2538/1997 (ΦΕΚ 242 Α'), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
"Για τη συμπλήρωση του ορίου των εκατόν είκοσι (120) και εκατόν πενήντα (150) στρεμμάτων αντίστοιχα, συνυπολογίζονται οι προγενέστερες μεταβιβάσεις ακινήτων, για τις οποίες ο δικαιούχος έτυχε απαλλαγής."
11. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του Ν. 2459/1997, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του ν. 2515/1997, προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
"Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή της πρώτης δόσης, θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα."
 




 



Άρθρο 2
Απαλλαγές για την αγορά πρώτης κατοικίας


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται:

α) Γιο αγορά οικίας ή διαμερίσματος από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 17.250.000 δραχμών.
β) Για αγορά κατοικίας ή διαμερίσματος από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 27.600.000 δραχμών.

Η απαλλαγή που δικαιούται ο έγγαμος προσαυξάνεται κατά 5.750.000 δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του και κατά 10.000.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
Υ) Για αγορά οικοπέδου από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 8.050.000 δραχμών ενώ από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 14.950.000 δραχμών.
Η αξία αυτή για τον έγγαμο προσαυξάνεται κατά 1.955.000 δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτο τέκνο του και κατά 3.000.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του."

2. Η περίπτωση β' της παραγράφου 15 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"β) για τους συζύγους 70 τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 15 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα τους και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα τους."
3. Η υποπερίπτωση δ' της περίπτωσης Β' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του α.ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α'), όπως προστέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 19 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α'), καταργείται.
4. Ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου, ο οποίος συμπληρώνεται την 31η Δεκεμβρίου 2000, παρατείνεται μέχρι την 30ή Ιουνίου 2001 για υποθέσεις φόρου μεταβίβασης με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, για τις αποίες προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του α.ν. 1521/1950 και της παραγράφου 1α του άρθρου 102 του ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α').
 

 






ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΛΑΦΡΥΝΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ



Άρθρο 3
Ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων


1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
"4. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται για τα εισοδήματα τα οποία προκύπτουν από:

α) την παροχή εργασίας του ανήλικου τέκνου, με σχέση εξαρτημένης ή ανεξάρτητης εργασίας ή μίσθωσης έργου,
β) περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν στο ανήλικο τέκνο από κληρονομιά,
Υ) περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν στο ανήλικο τέκνο από χαριστικές παροχές, εκτός από εκείνα που προέρχονται από χαριστικές παροχές γονέα του,
δ) περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν στο ανήλικο τέκνο από χαριστικές παροχές, που έγιναν σε αυτό από γονέα του, ο οποίος έχει αποβιώσει κατά το χρόνο πού προκύπτει το εισόδημα από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία,
ε) συντάξεις που απονεμήθηκαν στο ανήλικο τέκνο, λόγω θανάτου του πατέρα του ή της μητέρας του και
στ) περιουσιακά στοιχεία που με βάση δικαστική απόφαση περιέρχονται στο ανήλικο, ως υποκατάστατα στοιχείων που αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις αυτής της παραγράφου.

Για τα εισοδήματα αυτά το ανήλικο τέκνο έχει δική του φορολογική υποχρέωση, με εξαίρεση το εισόδημα από περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν σε αυτό από χαριστικές παροχές από τους γονείς του, καθώς και το αντίστοιχο υποκατάστατό τους.
Το εισόδημα από περιουσιακό στοιχείο που περιήλθε στο ανήλικο με χαριστική παροχή γονέα του φορολογείται στο όνομα του γονέα που το παραχώρησε. Αν η αξία του υποκατάστατου υπερβαίνει την αξία του περιουσιακού στοιχείου το οποίο εκποιήθηκε, το εισόδημα που προκύπτει θεωρείται ότι αποτελεί μέρος χαριστικής παροχής που έγινε στο τέκνο από το γονέα του που έχει το μεγαλύτερο ποσό εισοδήματος και φορολογείται, επιμεριζόμενο αναλόγως, στο όνομα αυτού του γονέα."
2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

"Το ακαθάριστο τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοκατοίκηση της κύριας κατοικίας του φορολογουμένου, εμβαδού μέχρι εκατόν πενήντα (150) τετραγωνικά μέτρα, το οποίο προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τετραγωνικά μέτρα για καθένα από το δύο τέκνα και κατά τριάντα (30) τετραγωνικά μέτρα για κάθε τέκνο από το τρίτο και μετά, που βαρύνουν τον φορολογούμενο."
3. Η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΦΕΚ 151 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
"γ) Τα ενήλικα άγαμα τέκνα τα οποία δεν έχουν υπερβεί το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές ή σχολεία του εσωτερικού ή εξωτερικού, καθώς και εκείνα τα οποία παρακολουθούν δημόσια ή ιδιωτικά ινστιτούτα επαγγελματικής κατάρτισης στο εσωτερικό."
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"2. Τα πρόσωπα, που αναφέρονται στις περιπτώσεις β' έως η' της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο εφόσον συνοικούν με αυτόν και το ετήσια φορολογούμενο και απαλλασσόμενο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) δραχμών ή το ποσό των οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) δραχμών αν αυτά παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία ή ψυχική πάθηση.
Για την εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου στο όριο του εισοδήματος δεν λαμβάνονται υπόψη τα εισοδήματα που αποκτώνται από το δικαιούχο:

α) το τεκμαρτό εισόδημα από  ιδιοκατοίκηση κύριας ή δευτερεύουσας κατοικίας, ή από την παραχώρηση της χρήσης ακινήτου χωρίς αντάλλαγμα σε πρόσωπα που είναι συγγενείς με αυτόν, μέχρι το δεύτερο βαθμό εξ αίματος,

β) τα εισοδήματα των ανήλικων  τέκνων, που κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 προστίθενται στο συνολικό εισόδημα του γονέα, και γ) έσοδα από διατροφή που καταβάλλεται στο ανήλικο με δικαστική απόφαση η ύστερα από συμφωνία που καταρτίστηκε με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Δε θεωρείται ότι βαρύνει το φορολογούμενο αν ο ανήλικος αποκτά εισόδημα από εμπορικές η γεωργικές επιχειρήσεις ή αμοιβές από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, ανεξάρτητα από το ποσό του εισοδήματος, εκτός αν το σχετικό δικαίωμα περιήλθε στον ανήλικο από κληρονομιά."

5. Στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, προστίθεται υποπερίπτωση δδ', που έχει ως εξής:
"δδ') Το ποσό που καταβάλλεται για την αγορά συσκευής ηλεκτρονικού υπολογιστή, των περιφερειακών συσκευών που αποτελούν ενιαίο σύνολο με αυτόν και για την αγορά εκπαιδευτικού λογισμικού, καθώς και για την πρόσβαση στο διαδίκτυο (Ιnternet)."
6. Το πέμπτο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Επίσης, τα χρηματικά ποσό, που καταβάλλονται από το φορολογούμενο μέχρι το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος του λόγω χορηγίας προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς."
7. Το όγδοο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Όταν τα ποσά των δωρεών και των χορηγιών αυτής της περίπτωσης, με εξαίρεση τις δωρεές που καταβάλλονται στους δωρεοδόχους οι οποίοι αναφέρονται στο πρώτο εδάφια, υπερβαίνουν τις εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν κατατεθεί σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου, που πρέπει να ανοιχθεί για το σκοπό αυτόν στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε τράπεζα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα."
8. Το δέκατο τέταρτο εδάφια της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Αν τα χρηματικά ποσό δωρεών και χορηγιών που εκπίπτουν υπερβαίνουν αθροιστικά, για κάθε δωρεοδόχο ή αποδέκτη της χορηγίας, το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών ετησίως, για να αφαιρεθούν αυτά από το συνολικό εισόδημα του δωρητή η χορηγού οφείλεται φόρος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) στο πάνω από ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές ποσό της δωρεάς ή της χορηγίας. Το ποσό του φόρου παρακρατείται από το δωρητή ή το χορηγό, κατά περίπτωση και αποδίδεται από αυτόν σε οποιαδήποτε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της ετήσιας δήλωσης φορολογίας του εισοδήματός του. Το πρωτότυπο του παραστατικού καταβολής του φόρου υποβάλλεται με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου, Για τις δωρεές χρηματικών ποσών προς το Δημόσιο και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δεν απαιτείται παρακράτηση και καταβολή φόρου."
9. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Η επιφάνεια αυτή προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τετραγωνικά μέτρα για καθένα τέκνο που βαρύνει τον υπόχρεο ή τον άλλο σύζυγο."
10. Η κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:


 

Κλιμάκιο εισοδήματος

Φορολογικός συντελεστής 

Φόρος κλιμακίου

Σύνολο εισοδήματος

Σύνολο Φόρου

2.100.000

0%    

0

2.100.000

0

746.000

5%    

37.300

2.846.000

37.300

1.706.000

15%    

255.900

4.552.000

293.200

3.407.000

30%    

1.022.100

7.959.000

1.315.300

9.088.000

40%    

3.635.200

17.047.000

4.950.500

Υπερβάλλον

42,5%    

 



11. Για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2002 και εφεξής ο ανώτατος οριακός συντελεστής της κλίμακας του άρθρου 9 του Κώδικα
Φορολογίας Εισοδήματος ορίζεται σε σαράντα τοις εκατό (40%).
12. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες εκδίδονται κάθε δύο (2) έτη και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήαεως,
αναπροσαρμόζονται τα ποσά των κλιμακίων της φορολογικής κλίμακας του άρθρου 9 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αναλόγως με το δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος καταρτίζεται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας.
13. Η περίπτωση γ' και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 9 ταυ Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίστανται ως εξής:

"γ) Εβδομήντα χιλιάδες (70.000) δραχμές για κάθε τέκνο του, όταν έχει τρία (3) τέκνα που τον βαρύνουν,
δ) ογδόντα χιλιάδες (80.00) δραχμές για κάθε τέκνο του, όταν έχει τέσσερα (4) τέκνα που τον βαρύνουν."

14. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
"Κατά την καταβολή του φόρου που προκύπτει με βάση τροποποιητική δήλωση παρέχεται έκπτωση ποσοστού δύο και ήμισυ τοις εκατό (2,5%) στο σύνολο της νέας οφειλής, εφόσον αυτή είναι μικρότερη από την αρχική και ο υπόχρεος κατέβαλε την αρχική οφειλή και έτυχε παρόμοιας έκπτωσης ή κατέβαλε μέσα στην προθεσμία της πρώτης δόσης ποσό της αρχικής οφειλής που καλύπτει σε ποσοστά το ενενήντα επτά και ήμισυ τοις εκατό (97,5%) της νέας οφειλής, εφόσον το λάθος οφείλεται σε υπαιτιότητα της φορολογικής ς."
15. Τα τέσσερα τελευταία εδάφια της υποπερίπτωσης αα' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίστανται ως εξής:
"Η έκπτωση αυτής της υποπερίπτωσης αναγνωρίζεται μόνο όταν ο φορολογούμενος αναγράψει στις οικείες ενδείξεις της ετήσιας δήλωσης φόρου εισοδήματος τον αριθμό φορολογικού μητρώου του εκμισθωτή. Αν πρόκειται για εκμισθωτές που δεν κατοικούν ούτε διαμένουν στην Ελλάδα, μπορεί να αναγράφεται ο αριθμός φορολογικού μητρώου του πληρεξουσίου ή νόμιμου εκπροσώπου τους. Για τους ανήλικους εκμισθωτές, που δεν έχουν αριθμό φορολογικού μητρώου, αναγράφεται το αντίστοιχο στοιχείο του προσώπου που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου".
16. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Οι αμοιβές που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης-Θεσσαλονίκη 1997, το Σύλλογο "Οι Φίλοι της Μουσικής", καθώς και την Εθνική Λυρική Σκηνή σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες ξένων χωρών, για τη συμμετοχή τους σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου δεκαπέντε τοις εκατό (15%)".
17. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Με την επιφύλαξη των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου δεν εκδίδεται φύλλο ελέγχου, αν το ποσό που τελικά οφείλεται δεν υπερβαίνει τις εννέα χιλιάδες (9.000) δραχμές, αθροιστικά λαμβανόμενο για το  φορολογούμενο και τη σύζυγό του."
18. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 74 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Δεν βεβαιώνεται το ποσό που τελικώς οφείλεται με βάση οποιονδήποτε νόμιμο τίτλο, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τις εννέα χιλιάδες (9.000) δραχμές, αθροιστικό λαμβανόμενο για το φορολογούμενο και τη σύζυγό του."
19. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
β) Στους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες ορισμένου χρόνου αλλά διάρκειας μικρότερης από ένα έτος, με συντελεστή στο ακαθάριστο ποσό του ημερομισθίου, ο οποίος ορίζεται σε τρία τοις εκατό (3%) για ημερομίσθιο πάνω από οκτώ χιλιάδες (8.000) δραχμές."
20. Η παράγραφος 2 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καταργείται.
21. Η παράγραφος 2 του άρθρου 58 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καταργείται.
22. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

"α) Το ποσό που πρέπει να βεβαιωθεί δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές".
23. Στο άρθρο 53 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
"4. Αν γίνει νέα εκκαθάριση λόγω υποβολής τροποποιητικής δήλωσης, εφόσον μειωθεί ο φόρος μειώνεται αναλόγως και η προκαταβολή του φόρου".
24. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 118 του Κώδικα Φορολογίας εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"1. Για τα φυσικά πρόσωπα που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, το ποσό του πρώτου κλιμακίου εισοδήματος της κλίμακας της παραγράφου 1 του άρθρου 9, προκειμένου να υπολογιστεί ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημά τους, αυξάνεται σε τέσσερα εκατομμύρια τριακόσιες χιλιάδες (4.300.000) δραχμές".
 

 


 

 

 

 

Άρθρο 4
Φορολογία επιτηδευματιών


1. Το έβδομο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Επίσης, τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται μέχρι το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, λόγω χορηγίας προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς."
2. Το δέκατο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Όταν τα ποσά των δωρεών και των χορηγιών αυτής της περίπτωσης, με εξαίρεση τις δωρεές που καταβάλλονται στους δωρεοδόχους του πρώτου εδαφίου, υπερβαίνουν τις εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του νομικού προσώπου που τηρείται σε τράπεζα."
3. Τα δύο τελευταία εδάφια της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίστανται ως εξής:
"Το συνολικό ποσό των δωρεών που εκπίπτουν δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των καθαρών κερδών που προκύπτουν πριν από την αφαίρεση αυτών των ποσών από τα ακαθάριστα έσοδα της οικείας διαχειριστικής περιόδου. Οι διατάξεις των πέντε τελευταίων εδαφίων της περίπτωσης δ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 εφαρμόζονται αναλόγως."
4. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Ομοίως, το εισόδημα από τόκους που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση, με εξαίρεση αυτά που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 25 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του παρόντος."
5. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Για επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται επιβατικά λεωφορεία μη ενταγμένα σε Κ.Τ.Ε.Λ., με βάση τον αριθμό των θέσεων ως ακολούθως:
 

Θέσεις

Με οδηγό τον ιδιοκτήτη

Αδεια κυκλοφορίας

Με οδηγό τρίτο πρόσωπο

Αδεια κυκλοφορίας

 

100%

50%

100%

50%

 Μέχρι 25

5.284.000

 3.834.000

 4.227.000

 3.067.000

 Από 26 μέχρι και 38

 5.813.000

 4.461.000

 4.755.000

3.450.000

 Από 39 μέχρι και 52

 6.077.000

4.774.000

 5.019.000

 3.641.000

 Από 53 και πάνω

 6.342.000

5.088.000

 5.284.000

 3.834.000»


6. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην επόμενη παράγραφο, οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 1α του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') εφαρμόζονται για την περαίωση των οικείων φορολογικών υποθέσεων οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών ή των διοικητικών δικαστηρίων, μέχρι τη δημοσίευση αυτού του νόμου, εφόσον οι υπόχρεοι υποβάλλουν στον προϊστάμενο της αρμόδιας φορολογικής ς σχετική συμπληρωματική δήλωση ή αίτηση και πραγματοποιήσουν διοικητική επίλυση της οικείας διαφοράς, μέσο σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Για την επιβολή του φόρου κατά την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, οι υπόχρεοι μπορούν να καταβάλουν το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε στο έτος 1998 ή και πριν από αυτό, μειούμενη κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), για κάθε έτος προγενέστερο. Η μείωση αυτή του φόρου δεν μπορεί να υπερβεί το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
8. Η παράγραφος 3 του άρθρου 28 του ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
"3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων ισχύουν για τα εισοδήματα που έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 1999 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2003".
9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Ως εισόδημα από οικοδομές λογίζεται:".
10. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 33 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που, ύστερα από άδειο του οικείου δικαστηρίου, εκποιούν όλα τα προϊόντα της επιχείρησής τους, την οποία ασκούν πάνω από δύο έτη.
11. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από τα εισοδήματα της χρήσης 1999.
12. Από την ημερομηνία δημοσίευσης αυτού του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αρχίζει η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α'). Για την έναρξη της περιόδου που ορίζεται σε αυτές, για την έκδοση της οικείας κοινής υπουργικής απόφασης, ως πρώτο έτος λογίζεται το έτος 2000.
13. Το δεύτερο και επόμενα εδάφια της περίπτωσης ι' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Για την έκπτωση των πιο πάνω ποσών από δικαιώματα ή αποζημιώσεις αρκεί η πίστωση αυτών στο όνομα του δικαιούχου, η οποία μπορεί να γίνει μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της χρήσης στην οποία αναφέρονται. Όταν δικαιούχος των δικαιωμάτων ή αποζημιώσεων είναι αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο απαιτείται να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 ή της οικείας διμερούς σύμβασης περί αποφυγής της διπλής φορολογίας.
Ο έλεγχος των αποζημιώσεων ή δικαιωμάτων της παραγράφου αυτής, με εξαίρεση τα ποσά από πνευματικά, συγγενικά και συναφή δικαιώματα που καταβάλλονται για λογαριασμό τρίτων, ενεργείται κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 66 όταν καταβάλλονται:

α) από εμπορικές επιχειρήσεις και αφορούν σήματα, μεθόδους εμπορίας ή και διανομής και άλλα συναφή δικαιώματα, καθώς και από μικτές επιχειρήσεις κατά το μέρος που αφορούν στον εμπορικό κλάδο, ανεξάρτητα από το ύψος τους,

β) από τις λοιπές επιχειρήσεις:

αα) στη μητρική τους επιχείρηση, προκειμένου για θυγατρικές,

ββ) στο κεντρικό τους κατάστημα, προκειμένου για υποκαταστήματα αλλοδαπής και

γγ) σε αλλοδαπή ή ημεδαπή επιχείρηση που ανήκει στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων, εφόσον υπερβαίνουν το τέσσερα τοις εκατό (4%) των ακαθαρίστων εσόδων που προκύπτουν από τη χρήση του συγκεκριμένου δικαιώματος ή το ποσό των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών, ανεξάρτητα από το καταβαλλόμενο ποσοστό επί των ακαθαρίστων εσόδων."

14. Η περίπτωση ιη' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"ιη) Των εξόδων για διοικητική υποστήριξη, οργάνωση, αναδιοργάνωση και για υπηρεσίες γενικά που παρέχονται στην επιχείρηση από επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο ημεδαπό ή αλλοδαπό όμιλο ή και από τρίτους για σκοπούς που σχετίζονται με τα γενικότερα συμφέροντα του ομίλου.
Τα έξοδα αυτά εκπίπτουν εφόσον και στο βαθμό που η πραγματοποίησή τους είναι ωφέλιμη για την ίδια την επιχείρηση.
Τα πιο πάνω έξοδα, όταν υπερβαίνουν το πέντε τοις εκατό (5%) των αντίστοιχων δαπανών της επιχείρησης ή τα είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές, ανεξαρτήτως ποσοστού, ελέγχονται κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 66."
15. Οι παράγραφοι 13 και 14 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τα κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 31η
Δεκεμβρίου 2000.
16. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 66 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται περίπτωση γ', που έχει ως εξής:
"γ) Συνιστώνται στα ελεγκτικά κέντρα που προβλέπονται από το άρθρο 3 του ν. 2343/1995 (ΦΕΚ 211 Α') ειδικές Επιτροπές, στις οποίες θα
ανατίθεται ο έλεγχος των δαπανών των περιπτώσεων ι' και ιη' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του παρόντος, όταν αυτές υπερβαίνουν τα κατά περίπτωση όρια. Με τις ίδιες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή και με άλλες καθορίζεται η σύνθεση των Επιτροπών αυτών, ο τρόπος λειτουργίας τους, οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά τον έλεγχο των ως άνω δαπανών, τα δικαιολογητικά που υποβάλλουν οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Το δεύτερο εδάφιο της προηγούμενης περίπτωσης β' εφαρμόζεται ανάλογα και στην παρούσα περίπτωση."
17. Στο τέλος της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
"Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και για τη δαπάνη που καταβάλλει η επιχείρηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα από την παράγραφο 5 του άρθρου 2 του ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α'), για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε.Η.."
18. Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται για το κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εφεξής.
19. Η υποπερίπτωση δδ' του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"δδ) όταν προμηθεύονται αγαθά ή τους παρέχονται υπηρεσίες από τις πολεμικές βιομηχανίες ΕΑΒ, ΕΒΟ, ΠΥΡΚΑΛ και ΕΛΘΟ, καθώς και από το Κέντρο Επιχειρηματικής Πολιτιστικής Ανάπτυξης (Κ.Ε.Π.Α.) και την Αναπτυξιακή Ένωση Μακεδονίας (ΑΝ.Ε.Μ.)."
20. Οι διατάξεις του πέμπτου και των επομένων αυτού εδαφίων της παραγράφου 2, καθώς και η παράγραφος 3 του άρθρου 32 του Κώδικα
Φορολογίας Εισοδήματος, αντικαθίστανται ως εξής:
"Για τις επιχειρήσεις για τις οποίες τα βιβλία και στοιχεία κρίνονται ανακριβή, καθώς και για τις επιχειρήσεις που δεν τηρούν τα βιβλία που προβλέπονται για αυτές από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων στα οποία καταχωρούνται πρωτογενώς οι συναλλαγές ή τηρούν βιβλία κατώτερης κατηγορίας από τα οριζόμενα από τον ίδιο κώδικα, ο κατά τα ανωτέρω συντελεστής προσαυξάνεται κατά 50%. Εξαιρετικά, το παραπάνω ποσοστό προσαύξησης διπλασιάζεται εφόσον η ανακρίβεια των βιβλίων και στοιχείων οφείλεται σε έναν τουλάχιστον από τους πιο κάτω λόγους:

α) Στην έκδοση πλαστών ή εικονικών ή στη νόθευση φορολογικών στοιχείων.
β) Στη διάπραξη μέσα στην ίδια χρήση περισσοτέρων της μιας παραβάσεων μη έκδοσης του προβλεπόμενου από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων στοιχείου αξίας ή διακίνησης αγαθών, που διαπιστώνονται από διαφορετικούς ελέγχους. Αν διακινούνται αγαθά χωρίς το προβλεπόμενο συνοδευτικό στοιχείο, ακόμη και αν αυτό έχει εκδοθεί, θεωρείται ότι δεν εκδόθηκε.
γ) Στη μη διαφύλαξη ή μη επίδειξη στον τακτικό φορολογικό έλεγχο των βιβλίων και στοιχείων.
δ) Στην απόκρυψη φορολογητέας ύλης που υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της δηλωθείσας και σε ποσό το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές.

Ο Μοναδικός Συντελεστής Καθαρού Κέρδους διπλασιάζεται στις περιπτώσεις που διαπιστώθηκε η χωρίς άδεια της αρμόδιας φορολογικής ς άσκηση επιτηδεύματος ή η άσκηση αυτού σε διεύθυνση που δεν δηλώθηκε ή η αλλοίωση των δεδομένων της φορολογικής ταμειακής μηχανής.
Σε περίπτωση εξολογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών επιχειρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 31, συγκρίνεται ο συντελεστής που προκύπτει από το λογιστικό προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος με το συντελεστή που ορίζεται με τα προηγούμενα εδάφια και εφαρμόζεται ο μεγαλύτερος, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του οικείου συντελεστή του πίνακα. Εφόσον τα προκύπτοντα κατά τα ανωτέρω καθαρά κέρδη υπολείπονται των καθαρών κερδών που προσδιορίζονται από τον έλεγχο λογιστικά, ως τελικά καθαρά κέρδη λαμβάνονται τα λογιστικώς προσδιοριζόμενα, ανεξάρτητα αν αυτά αντιστοιχούν σε συντελεστή ανώτερο του διπλάσιου του οικείου συντελεστή του πίνακα.
Σε κάθε περίπτωση ο συντελεστής καθαρού κέρδους που τελικά εφαρμόζεται ή αντιστοιχεί στα τελικά προσδιοριζόμενα καθαρά κέρδη δεν
μπορεί να είναι ανώτερος από το 85%.
3. Αν από τα στοιχεία που προσκομίζει ο φορολογούμενος προκύπτει αποδεδειγμένα, ότι, από γεγονότα ανώτερης βίας, το πραγματικό κέρδος είναι κατώτερο από αυτό που προσδιορίζεται με την εφαρμογή του μοναδικού συντελεστή, το κέρδος αυτό μπορεί να καθορίζεται με χρήση κατώτερου συντελεστή, όχι όμως κατώτερου από το μηδέν.
Εξαιρετικά, σε περιπτώσεις μερικής ή ολικής καταστροφής της επιχείρησης και των βιβλίων και στοιχείων από πυρκαγιά, σεισμό, πλημμύρα ή θεομηνία, μπορεί να αναγνωρισθεί αρνητικός συντελεστής μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί των ακαθάριστων εσόδων των ανέλεγκτων χρήσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, ανεξάρτητα από την κατηγορία βιβλίων, το σχετικό αίτημα της επιχείρησης κρίνεται από την επιτροπή της παραγράφου 5 του άρθρου 70, εφαρμοζομένων ανάλογα των οριζόμενων στις διατάξεις των παραγράφων 6, 7 και 8 του ίδιου άρθρου."
21. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καταργείται και προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
"Το πέμπτο και τα επόμενα αυτού εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 32 ισχύουν ανάλογα και για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος επί γεωργικών επιχειρήσεων."
22. Η παράγραφος 4 του άρθρου 50 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"4. Για κάθε κατηγορία επαγγέλματος προβλέπεται ένας μοναδικός συντελεστής καθαρών αμοιβών, ο οποίος εφαρμόζεται στις ακαθάριστες αμοιβές. Οι συντελεστές καθαρών αμοιβών περιλαμβάνονται σε ειδικό πίνακα, ο οποίος καταρτίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατ' εξαίρεση, στις ακαθάριστες αμοιβές των αρχιτεκτόνων και μηχανικών εφαρμόζονται οι συντελεστές που ορίζονται στην παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου. Σε περίπτωση που εκείνος που ασκεί ελευθέριο επάγγελμα δεν τηρεί τα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται γι' αυτόν από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή αυτά που τηρεί κρίνονται ανακριβή, ο συντελεστής καθαρών αμοιβών που εφαρμόζεται προσαυξάνεται κατά σαράντα τοις εκατό (40%ο). Το πέμπτο και τα επόμενα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 32, ισχύουν ανάλογα και για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος επί  ελευθέριων επαγγελμάτων."
23. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996 (ΦΕΚ 265 Α'), μετά το τελευταίο εδάφιο που προστέθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 12 του ν. 2753/1999, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
"Εφόσον στις παραπάνω δηλώσεις περιλαμβάνεται μέρος της φορολογητέας ύλης που σχετίζεται άμεσα με την επιβολή προστίμων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, η βάση υπολογισμού του προστίμου περιορίζεται κατά το μέρος της φορολογητέας ύλης που δηλώθηκε."
24. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 19 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'), προστίθενται τέσσερα νέα εδάφια που έχουν ως εξής:
"Δεν είναι εικονικό το φορολογικό στοιχείο που εξέδωσε ή έλαβε η κοινωνία κληρονόμων ή ο κληρονόμος ή σύζυγος ή τέκνο αποβιώσαντος ή συνταξιοδοτηθέντος συζύγου ή γονέα, το οποίο φέρεται ότι εκδόθηκε ή λήφθηκε από τον αποβιώσαντα ή συνταξιοδοτηθέντα επιτηδευματία, εφόσον αφορά πραγματική συναλλαγή και πριν από κάθε είδους φορολογικό έλεγχο, έχει καταχωρηθεί στα βιβλία τόσο του λαμβάνοντα, όσο και του εκδώσαντα το στοιχείο, η αξία αυτού να έχει συμπεριληφθεί στις οικείες δηλώσεις Φ.Π.Α. και Φορολογίας Εισοδήματος και έχει γίνει η απόδοση των φόρων που προκύπτουν από το στοιχείο αυτό.
Σε περίπτωση που η κατά το προηγούμενο εδάφιο έκδοση φορολογικών στοιχείων συνεχίζεται μετά την πάροδο εξαμήνου από το χρόνο που προέκυψε η μεταβολή στο φορέα της επιχείρησης, επιβάλλεται σε βάρος του ασκούντος την επιχείρηση το πρόστιμο της παραγράφου 2 περιπτώσεις α' και ε' του άρθρου 5 του ν. 2523/1997.
Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και για παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί οι οικείες καταλογιστικές πράξεις ή εφόσον εκδόθηκαν δεν έχουν οριστικοποιηθεί κατά οποιονδήποτε τρόπο ή εκκρεμούν επίσης ουσίας ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.
Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις περί δικαστικού συμβιβασμού, ανεξάρτητα από το χρόνο άσκησης της προσφυγής."
25. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 2753/1999 η τελεία γίνεται κόμμα και προστίθεται πρόταση ως εξής:
"... εκτός από τις διατάξεις των παραγράφων 11 και 12 του άρθρου αυτού που συνεχίζουν να ισχύουν."
26. Οι διαφορές φόρων, τελών, εισφορών και λοιπών επιβαρύνσεων, που προέκυψαν από τον τακτικό (οριστικό) φορολογικό έλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των διαχειριστικών περιόδων 1989 έως και 1999 της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.), μετά την καταβολή του προβλεπόμενου από τις οικείες διατάξεις ποσοστού κατά τη διοικητική επίλυση των φορολογικών διαφορών, βεβαιώνονται σε πέντε (5) ίσες ετήσιες δόσεις. Η πρώτη καταβάλλεται μέχρι τη 2α Ιανουαρίου του έτους 2001 και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου των ετών 2001, 2002, 2003 και 2004.
27. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στο Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Εργατικής Εστίας (Τ.Α.Π.Ε.Ε.), το οποίο μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος μπορεί να υποβάλλει στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις για την απόδοση των φόρων, τελών, εισφορών ή κρατήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994, για τους οποίους η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι 31.12.1997. Τα οικεία ποσά καταβάλλονται εφάπαξ με την υποβολή των δηλώσεων. Με την καταβολή των ανωτέρω ποσών εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των υπαλλήλων - μελών του Τ.Α.Π.Ε.Ε. που έλαβαν από αυτά τα εφάπαξ ποσά η βοηθήματα κατά περίπτωση.
 

 







Άρθρο 5
Τεκμήρια δαπανών διαβίωσης


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"2. Το συνολικό ποσό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης διαβίωσης του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν, όπως αυτό προσδιορίζεται από την προηγούμενη παράγραφο, προσαυξάνεται κατά δέκα τοις εκατό (10%) για καθένα στοιχείο προσδιορισμού της δαπάνης αυτής πέρα από το δεύτερο. Το ποσό της προσαύξησης δεν μπορεί να υπερβεί το διπλάσιο του μεγαλύτερου ποσού της τεκμαρτής δαπάνης που προκύπτει από τα στοιχεία που έχει στην κυριότητα ή την κατοχή του ο υπόχρεος, η σύζυγός του και τα πρόσωπα που τους βαρύνουν.
Δεν προσαυξάνεται η δαπάνη που προκύπτει κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, όταν το ποσό αυτής δεν υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες (2.500.000) δραχμές."
2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθενται δύο εδάφια που έχουν ως εξής:
"Στις πιο πάνω α' και στ' περιπτώσεις, η διαφορά μεταξύ της τεκμαρτής και της πραγματικής δαπάνης διαβίωσης λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της συνολικής τεκμαρτής δαπάνης του γονέα ή του τέκνου που συμβάλλει στις δαπάνες διαβίωσης του υπόχρεου.
Αν πρόκειται για τους γονείς, η διαφορά τεκμαρτής δαπάνης καταλογίζεται σε εκείνον που έχει το μεγαλύτερο εισόδημα."
3. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης στ' του άρθρου 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

"στ) Απόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής".
4. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ' του άρθρου 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"Η επιφάνεια αυτή προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τετραγωνικά μέτρα για καθένα τέκνο που βαρύνει τον υπόχρεο ή τον άλλο σύζυγο".
5. Η περίπτωση α' του άρθρου 18 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
"α) Προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη, η οποία προκύπτει με βάση ένα (1) επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης μέχρι και δεκατέσσερις (14) φορολογήσιμους ίππους, το οποίο ανήκει στην κυριότητα ή κατοχή υπόχρεου με τρία (3) τουλάχιστον τέκνα που τον βαρύνουν ή της συζύγου του και των προσώπων που συνοικούν μαζί τους και τους βαρύνουν."

 

 

 

 



Άρθρο 6
Φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων


1. Ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος που ορίζεται από τις διατάξεις της περίπτωσης αΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τα εισοδήματα οικονομικού έτους 2002 και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2003 και των επομένων.
2. Ο συντελεστής παρακράτησης που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 114 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνεται σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τα ποσά τόκων που καταβάλλονται στην αλλοδαπή από 1ης Ιανουαρίου 2001 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2001 και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) από την 1η Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.
3. Οι συντελεστές παρακράτησης που ορίζονται από τις περιπτώσεις αΆ, βΆ και γΆ της παραγράφου 8 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνονται από τέσσερα τοις εκατό (4%), τέσσερα και ογδόντα τοις εκατό (4,80%) και δέκα τοις εκατό (10%) σε τρία και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (3,75%), τέσσερα και πενήντα τοις εκατό (4,50%) και εννέα και τριακόσια εβδομήντα πέντε τοις εκατό (9,375%), αντίστοιχα για τα ποσά που καταβάλλονται από 1ης Ιανουαρίου 2001 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2001 και σε τρία και πενήντα τοις εκατό (3,50%), τέσσερα και είκοσι τοις εκατό (4,20%) και οκτώ και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (8,75%) αντίστοιχα για τα ποσά που καταβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.
4. Ο συντελεστής παρακράτησης φόρου της περίπτωσης αΆ του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 54 και της περίπτωσης αΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) από 1ης Ιανουαρίου 2001 και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) από 1ης Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.
5. Η περίπτωση βΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Τα εισοδήματα από οικοδομές γενικά και από εκμίσθωση γαιών που ανήκουν στις Ιερές Μονές του Αγίου Ορους, στον Πανάγιο Τάφο, στην Ιερά Μονή Σινά, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και στα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας.»
6. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ζΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα κέρδη από την εκμετάλλευση πλοίων υπό ελληνική σημαία που αποκτώνται από ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, συνεταιρισμούς ή ενώσεις συνεταιρισμών, τα οποία υπόκεινται στον ειδικό φόρο για τα πλοία, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά.»
7. Η περίπτωση γΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Τα τεκμαρτά εισοδήματα από οικοδομές που ανήκουν σε δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα και σε δημόσια ή δημοτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, εφόσον αυτές χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση και λειτουργία τους.»
8. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 106 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«Στην περίπτωση αυτήν ο παρακρατηθείς ή καταβληθείς, κατά περίπτωση, στα ανωτέρω εισοδήματα φόρος συμψηφίζεται με αυτόν που αναλογεί στο νομικό πρόσωπο για τα εισοδήματα αυτά.»
9. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης βΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 107 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθενται δύο νέα εδάφια, που έχουν ως εξής:
«Όταν δηλώνεται εισόδημα από την εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης, υποκείμενο σε φορολογία εισοδήματος, η δήλωση υποβάλλεται μέχρι τις 15 Απριλίου του οικείου οικονομικού έτους.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και στα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που τηρούν βιβλία ΓΆ κατηγορίας Κ.Β.Σ..»
10. Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν.δ.3765/1957 (ΦΕΚ 196 ΑΆ) καταργούνται.
Η κατάργηση αυτή ισχύει για ισολογισμούς που κλείνουν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και εφεξής.
11. Η προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 1 του ν.δ.1297/1972 (ΦΕΚ 217 ΑΆ), όπως ισχύει, παρατείνεται μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2002.
12. Τα κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν.27/1975 (ΦΕΚ 77 ΑΆ) ποσά φόρου προσαυξάνονται για την πενταετία 2001–2005 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως. Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα διαμορφωθέντα κατά το έτος 2000 ποσά φόρου, κατΆ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν.27/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών, όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και κατά τον υπολογισμό της κατά το άρθρο 10 του ν.27/1975 οφειλόμενης εισφοράς.
13. Τα κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν.29/1975 (ΦΕΚ 75 ΑΆ) ποσά εισφοράς προσαυξάνονται για την πενταετία 2001–2005 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως.
Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα διαμορφωθέντα κατά το έτος 2000 ποσά εισφοράς, κατΆ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν.29/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών, όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία.
14. Στο άρθρο 9 του ν.2578/1998 (ΦΕΚ 30 ΑΆ) προστίθεται νέα περίπτωση εΆ ως εξής:
«ε) θυγατρική εταιρία της εταιρίας της προηγούμενης περίπτωσης δΆ ή εταιρία των περιπτώσεων αΆ και βΆ στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει κατά ποσοστό τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) η εταιρία της προηγούμενης περίπτωσης δΆ.»
15. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ν.2578/1998 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Επίσης, εκπίπτουν και τα πιο πάνω ποσά φόρου εισοδήματος εταιρίας της περίπτωσης εΆ του άρθρου 9 που αναλογούν σε διανεμηθέντα από αυτήν κέρδη, τα οποία κτώνται τελικώς από την ημεδαπή μητρική ανώνυμη εταιρία, μέσω θυγατρικής εταιρίας στην αλλοδαπή, εφόσον τα διανεμηθέντα αυτά κέρδη δεν υπάγονται σε φορολογία στο Κράτος–Μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο οποίο ευρίσκεται η έδρα της θυγατρικής εταιρίας.»
16. Στο άρθρο 11 του ν.2578/1998 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Επίσης, η έκπτωση των φόρων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του παρόντος δεν επιτρέπεται, εάν η θυγατρική εταιρία της ημεδαπής μητρικής ανώνυμης εταιρίας δεν διατηρεί για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα το οριζόμενο από την περίπτωση εΆ του άρθρου 9 του παρόντος ποσοστό.»

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 7
Διαχειριστική περίοδος επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.


1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Η προσαρμογή μπορεί να γίνεται είτε με επιμήκυνση είτε με σύντμηση της διαχειριστικής περιόδου.»
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 29 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αλλαγή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου με σύντμηση ή επιμήκυνση αυτής επιτρέπεται, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι που την επιβάλλουν. Για την αλλαγή αυτήν απαιτείται έγκριση του προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, μετά από σχετική αίτηση του επιτηδευματία, που υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου της οποίας ζητείται η επιμήκυνση ή ένα (1) μήνα πριν από την αιτούμενη λήξη της υπό σύντμηση διαχειριστικής περιόδου. Η αίτηση που υποβάλλεται εκπρόθεσμα θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί.»
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 26 του π.δ.186/1992 (ΦΕΚ 84 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αλλαγή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου με σύντμηση ή επιμήκυνση αυτής επιτρέπεται, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι που την επιβάλλουν. Για την αλλαγή αυτήν απαιτείται έγκριση του προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, μετά από σχετική αίτηση του επιτηδευματία, που υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου της οποίας ζητείται η επιμήκυνση ή ένα (1) μήνα πριν από την αιτούμενη λήξη της υπό σύντμηση διαχειριστικής περιόδου. Η αίτηση που υποβάλλεται εκπρόθεσμα θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί.»
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή για διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν από τις 30 Ιουνίου 2000 και εφεξής.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 8
Φορολογική διαδικασία


1. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 4 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται τελευταίο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης εκχώρησης εισοδημάτων στο Δημόσιο, τα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με αυτήν, η διαδικασία βεβαίωσης των ποσών των εισοδημάτων που εκχωρούνται στο Δημόσιο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.»
2. Η περίπτωση στΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Στην περίπτωση γΆ της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης παρατείνεται για περίοδο δύο (2) μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομίας, εφόσον η λήξη αυτής της προθεσμίας συμπίπτει με ημερομηνία πριν από την παρέλευση έξι (6) μηνών από το θάνατο του υπόχρεου φορολογουμένου. Η προθεσμία αυτή υπολογίζεται ανάλογα και για τους εκ διαθήκης κληρονόμους του αποβιώσαντος, εφόσον αυτοί δεν καλούνται στην κληρονομία κατά την τάξη της εξ αδιαθέτου διαδοχής.
Αν δημοσιευθεί διαθήκη με την οποία ο αποβιώσας διαθέτει την περιουσία του διαφορετικά από ό,τι προβλέπεται κατά την τάξη της εξ αδιαθέτου διαδοχής, για τους μη τετιμημένους, οι οποίοι είχαν, κατΆ ν, υποχρέωση υποβολής δήλωσης ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος, δεν επιβάλλονται κυρώσεις για τη μη υποβολή δήλωσης. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, τυχόν κυρώσεις που επιβλήθηκαν στους μη τετιμημένους, αλλΆ εξ αδιαθέτου κληρονόμους του αποβιώσαντος, αίρονται οίκοθεν από τη φορολογική , μετά τη δημοσίευση της διαθήκης αυτού, ανεξάρτητα από την υποβολή δήλωσης από τους κληρονόμους με βάση την οικεία διαθήκη.
Αν δημοσιευθεί διαθήκη με την οποία η κληρονομιαία περιουσία διατίθεται διαφορετικά από ό,τι προβλέπεται στη εξ αδιαθέτου διαδοχή, για τους τετιμημένους, οι οποίοι δεν καλούνται άμεσα κατά την τάξη αυτής της διαδοχής, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης παρατείνεται για περίοδο δύο (2) μηνών μετά την πάροδο της προθεσμίας αποποίησης της κληρονομίας, εφόσον η λήξη της προθεσμίας αυτής συμπίπτει με ημερομηνία πριν από την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση της διαθήκης του υπόχρεου. Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε περιπτώσεις διαδοχικών αποποιήσεων κληρονομίας ή δημοσίευσης πλειόνων διαθηκών.»
3. Η περίπτωση εΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 61 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«Οσοι έχουν εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων πάνω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές το έτος.»
4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 78 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι μισθωτές ακινήτων πάσης φύσεως, καθώς και θαλάσσιων σκαφών αναψυχής, έχουν υποχρέωση να δηλώνουν αναλυτικά κάθε οικονομικό έτος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, τα ενοίκια που κατέβαλαν κατά το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό έτος για τις μισθώσεις αυτές, το ονοματεπώνυμο του εκμισθωτή, τον αριθμό φορολογικού μητρώου και τη διεύθυνση κατοικίας του.»
5. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του ν.2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:
«Στις συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάσσονται για τη μεταβίβαση ή με σκοπό τη μεταβίβαση ακινήτων, οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να αναγράφουν, εκτός των λοιπών στοιχείων των αντισυμβαλλομένων και τον αριθμό φορολογικού μητρώου αυτών.»
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 82 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«Κρατικές υπηρεσίες ή κρατικοί φορείς, αρμόδιοι για την έγκριση και καταβολή επιδοτήσεων ή αποζημιώσεων σε δικαιούχους, αναγράφουν υποχρεωτικά στις εγκριτικές ή διαπιστωτικές πράξεις που συντάσσουν, εκτός των λοιπών στοιχείων των δικαιούχων, και τον αριθμό φορολογικού μητρώου και την αρμόδια για τη φορολογία του δικαιούχου Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).»
7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 76 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αν ο υπόχρεος σε δήλωση μεταβάλει την κατοικία ή τη διαμονή του, έχει υποχρέωση να υποβάλλει, μέχρι τη λήξη του οικείου έτους, στον προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας που είναι αρμόδιος πριν από τη μεταβολή, τη δήλωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 5 της 1027411/842/ΔΜ/26.2.1998 (ΦΕΚ 193 ΒΆ) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, για τον τόπο της νέας κατοικίας ή διαμονής του.»
8. Τίτλοι είσπραξης που δημιουργούνται μετά την εκκαθάριση δηλώσεων από τη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), καταχωρούνται σε βιβλίο Παραλαβής και Βεβαίωσης Εισπρακτέων Εσόδων που τηρείται ηλεκτρονικά από τη Γ.Γ.Π.Σ. με ενιαία αρίθμηση για λογαριασμό κάθε Δ.Ο.Υ. της χώρας.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι διαδικασίες τήρησης του βιβλίου αυτού, οι αριθμοί καταχώρησης ανά Δ.Ο.Υ., η μεταφορά των καταχωρημένων εσόδων από το βιβλίο αυτό στο αντίστοιχο βιβλίο που τηρεί η κάθε Δ.Ο.Υ., καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής των ανωτέρω.
Με όμοιες αποφάσεις ως άνω είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται με την ίδια διαδικασία και άλλες κατηγορίες τίτλων είσπραξης που προβλέπονται από το π.δ.16/1989 (ΦΕΚ 6 ΑΆ).
9. Τα ατομικά ή συγκεντρωτικά φύλλα έκπτωσης που εκδίδονται από τη Γ.Γ.Π.Σ. καταχωρούνται στο Βιβλίο Επιστροφών και Διαγραφών που τηρείται ηλεκτρονικά από τη Γ.Γ.Π.Σ. με ενιαία αρίθμηση για κάθε Δ.Ο.Υ. της χώρας που λειτουργεί μηχανογραφικά.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται και οι διαδικασίες τήρησης του βιβλίου αυτού, οι αριθμοί καταχώρησης ανά Δ.Ο.Υ. και η μεταφορά των καταχωρημένων εκπτώσεων από το βιβλίο αυτό στο αντίστοιχο βιβλίο που τηρεί η κάθε Δ.Ο.Υ., καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής των ανωτέρω.
10. Όλα τα προβλεπόμενα βιβλία, τίτλοι είσπραξης και λοιπά στοιχεία που ορίζονται στις διατάξεις του π.δ.16/1989, όπως αυτό ισχύει σήμερα, δύναται να τηρούνται ηλεκτρονικά από τις Δ.Ο.Υ. που λειτουργούν μηχανογραφικά.
Όσα από τα παραπάνω είναι απαραίτητα για τη διενέργεια οποιουδήποτε ελέγχου εκτυπώνονται υποχρεωτικά εφόσον ζητηθούν.
11. Οι διατάξεις των παραγράφων 8, 9 και 10 του άρθρου αυτού ισχύουν από 1ης Μαΐου 2000.
12. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ανατίθεται σε μία ελεγκτική η αρμοδιότητα διενέργειας τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου όλων των εκκρεμών υποθέσεων των υπόχρεων, των οποίων οι εκκρεμείς υποθέσεις υπάγονται, κατά τις κείμενες διατάξεις, στην ελεγκτική αρμοδιότητα διαφορετικών Υπηρεσιών.
Στις περιπτώσεις αυτές ο προϊστάμενος της ελεγκτικής ς στον οποίο ανατίθεται η ελεγκτική αρμοδιότητα, καθίσταται αρμόδιος για την έκδοση των οικείων καταλογιστικων πράξεων, την επίλυση των διαφορών και τη βεβαίωση των φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων στη Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του υπόχρεου, κατά το χρόνο έκδοσης των οικείων καταλογιστικών πράξεων, καθώς και για κάθε περαιτέρω ενέργεια που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις.
13. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν.2343/1995 (ΦΕΚ 211 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο ενεργεί και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων, τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων του π.δ.179/2000 και τα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ..»
14. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων, ο επανέλεγχος των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ., κατά τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν.2343/1995, ενεργείται από τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα.
Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων, μπορεί να ανατίθεται, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, η διενέργεια επανελέγχου των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ. στα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα.
15. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν.2753/1999 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Εξαιρετικά, φορολογικές διαφορές από καταλογιστικές πράξεις γενικά που εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων και αφορούν υποθέσεις για τις οποίες εκκρεμεί ο τακτικός έλεγχος, μπορεί να επιλύονται με δικαστικό συμβιβασμό, ανεξάρτητα από το χρόνο που παρήλθε από την κατάθεση των σχετικών προσφυγών, εφόσον η επίλυση των διαφορών συντελείται ταυτόχρονα με τη διοικητική επίλυση των τυχόν διαφορών του τακτικού ελέγχου.»
16. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν.2523/1997, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Δεν επιβάλλεται το πρόστιμο του πρώτου εδαφίου επί ανακρίβειας της δήλωσης, εφόσον το ύψος της προκύπτουσας διαφοράς κύριου και συμπληρωματικού φόρου, τέλους ή εισφοράς ανέρχεται μέχρι του ποσού για το οποίο αμελείται η βεβαίωση κατά τις κείμενες διατάξεις.»
17. Στο τέλος της περίπτωσης στΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Τα πιο πάνω δικαιολογητικά δεν συνυποβάλλονται με την οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματος, αλλά φυλάσσονται από τον υπόχρεο, για την επίδειξή τους στην αρμόδια φορολογική , μέχρι να παραγραφεί το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84.»
18. Στο εδάφιο αΆ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν.2470/1997 (ΦΕΚ 40 ΑΆ), μετά τις λέξεις «του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.)», προστίθεται η φράση «και για τους υπαλλήλους που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται στα πολιτικά κόμματα».

 

 

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΧΡΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ



Άρθρο 9
Ρύθμιση οφειλών από δάνεια σεισμόπληκτων περιοχών όλης της Επικράτειας


1. Η προθεσμία που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 50 του ν.2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α') για την κατάθεση της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση των διατάξεων αυτών παρατείνεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα.
Μέχρι την ίδια ημερομηνία πρέπει να καταβληθούν όλες οι ληξιπρόθεσμες, σύμφωνα με την αρχική διάταξη, δόσεις της ρύθμισης, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τις διατάξεις του ν.δ.356/1974 (ΦΕΚ 90 Α') «Περί Κώδικος Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων».
2. Στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν.2778/1999 υπάγονται και οι οφειλές της ίδιας κατηγορίας που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μέχρι και 29.9.2000.
3. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 50 του ν.2778/1999 αντικαθίστανται ως εξής:
«3. Στη ρύθμιση της παραγράφου 1 υπάγονται και τα χρέη που προέρχονται από σεισμοδάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, των οποίων οι οφειλέτες απώλεσαν για οποιονδήποτε λόγο το δικαίωμα διακανονισμού εξόφλησης αυτών με προηγούμενες ρυθμίσεις, χωρίς τις αναλογούσες, κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Με την εφαρμογή της διάταξης αυτής δεν γεννάται αξίωση κατά του Δημοσίου για τυχόν καταβληθείσες προσαυξήσεις μέχρι την έναρξη ισχύος της.
Για τους οφειλέτες που έχουν ήδη ρυθμίσει τις οφειλές τους με τις διατάξεις της παραγράφου 1, αν ζητήσουν να υπαχθούν σε αυτές και οφειλές των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, θα γίνει αναπροσαρμογή των δόσεων της αρχικής ρύθμισης με υποχρέωση καταβολής της τυχόν διαφοράς που θα προκύψει, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., μέχρι την οριζόμενη στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου προθεσμία.
Μέχρι την ίδια προθεσμία θα πρέπει επίσης να κατατεθεί η σχετική αίτηση και η βεβαίωση για τη φύση του δανείου ως δανείου που έχει ληφθεί λόγω ζημιών από το σεισμό.
4. Η καθυστέρηση καταβολής τριών συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, το οποίο επιβαρύνεται με τις αναλογούσες κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης.
Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας οποιασδήποτε μηνιαίας δόσης, η οφειλή επιβαρύνεται με την αναλογούσα κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. προσαύξηση.
Από τη ρύθμιση αυτήν εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί, καθώς και τα χρέη που καταβάλλονται κατ' εφαρμογή όρων συμφωνίας του άρθρου 44 του ν.1892/1990.
Εφόσον ο οφειλέτης έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη ρύθμιση και δεν υφίστανται άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών προς το Δημόσιο κάθε φορά για ένα (1) μήνα και δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα από τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α'), του ν.395/1976 (ΦΕΚ 199 Α'), των άρθρων 22 και 23 του ν.2523/1997, των άρθρων 231 και 243 του ν.2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α'), αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. Επίσης αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσωποκράτηση ή, αν αυτή έχει αρχίσει, διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 23 του ν.2523/1997 και αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής ή διακόπτεται η αρξάμενη εκτέλεση αυτής. Ομοίως αναστέλλεται η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης των κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απολέσει το δικαίωμα αυτής της ρύθμισης διατηρείται η ισχύς των μέτρων που έχουν ανασταλεί.
Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει, προς διασφάλιση της οφειλής, την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είσπραξης.
Η παραγραφή των χρεών που κατά τα ανωτέρω δύνανται να ρυθμιστούν και για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα από την καταβολή οποιουδήποτε ποσού, και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη του χρόνου της τελευταίας δόσης της ρύθμισης.
Απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών που έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης αυτής, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι των οποίων συμψηφίζονται κατά προτεραιότητα».
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παρατείνεται η προθεσμία κατάθεσης αιτήσεων και πληρωμής των δόσεων της ρύθμισης, που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 50 του ν.2778/1999.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 10
Ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών των σεισμοπλήκτων της 7ης Σεπτεμβρίου 1999

 

1. Η προθεσμία που ορίζεται στις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του ν.2778/1999, για υπαγωγή στη ρύθμιση των διατάξεων αυτών, παρατείνεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα, από τη δημοσίευση αυτού του νόμου. Μέχρι την ίδια ημερομηνία πρέπει να καταβληθούν όλες οι ληξιπρόθεσμες, σύμφωνα με την αρχική διάταξη, δόσεις, χωρίς τις αναλογούσες σε αυτές, κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Κατά τα λοιπά οι διατάξεις του άρθρου 45 του ίδιου νόμου ισχύουν όπως έχουν.
2. Στο άρθρο 45 του ν.2778/1999 προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
«3. Στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού υπάγονται και οι οφειλές που προέκυψαν από την εκκαθάριση δηλώσεων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 1999, που υποβλήθηκαν μέσα στο έτος 1999 και έχουν βεβαιωθεί μέχρι και 29.9.2000.»
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτήν απαιτείται:
Η κατάθεση σχετικής αίτησης του δικαιούχου, του δελτίου αυτοψίας της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του ν.2778/1999, καθώς και η καταβολή των δόσεων, σύμφωνα με την αρχική διάταξη, χωρίς τις τυχόν αναλογούσες σε αυτές, κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση αυτού του νόμου.
3. Οι οφειλέτες που έχουν ήδη ρυθμίσει τις οφειλές τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν.2778/1999, αν ζητήσουν να υπαχθούν σε αυτές και οφειλές της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, όπως αυτή προστίθεται με τις διατάξεις της παραγράφου 2, δικαιούνται την αναπροσαρμογή των δόσεων, με βάση την αρχική ρύθμιση με την υποχρέωση να καταβάλλουν, μέχρι και την ημερομηνία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, την τυχόν διαφορά που θα προκύψει, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτές.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παρατείνεται η προθεσμία κατάθεσης αιτήσεων και πληρωμής των δόσεων της ρύθμισης των διατάξεων του άρθρου 45.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 11
Ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών


1. Οφειλές προς το Δημόσιο από δάνεια που χορηγήθηκαν από την Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος (Ε.Κ.Τ.Ε.), με βάση τις διατάξεις του ν.δ.1138/1972 (ΦΕΚ 63 Α') και ν.1641/1986 (ΦΕΚ 122 Α'), εκχωρήθηκαν στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 21 του ν.2198/1994 (ΦΕΚ 43 Α') και 32 του ν.2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α') και βεβαιώθηκαν στις Δ.Ο.Υ. μέχρι και 31.8.2000, ως δημόσια έσοδα, στους Κ.Α.Ε. 3917 και 3918, καταβάλλονται εφάπαξ, με παροχή έκπτωσης επ' αυτών κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), μέχρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς τις αναλογούσες, κατά Κ.Ε.Δ.Ε., προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως και για ληξιπρόθεσμα χρέη προερχόμενα από στεγαστικά δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε αγρότες από οποιαδήποτε τράπεζα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και είναι βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2000 και παραμένουν ανεξόφλητα σε αυτές.
2. Στο άρθρο 30 του ν.2789/2000 προστίθεται νέα παράγραφος 12, που έχει ως εξής:
«12. Οι απαιτήσεις οι οποίες είναι βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) υπέρ της Ε.Τ.Ε. (πρώην Ε.Κ.Τ.Ε.) του ν.δ.1138/1972 (ΦΕΚ 63 Α') διαγράφονται οίκοθεν με πράξη του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) στην οποία είναι βεβαιωμένες.»
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 9 του ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι προσφυγές κατά αποφάσεων επιβολής προστίμων για ακάλυπτες επιταγές, του άρθρου 5 του α.ν.1819/1951 (ΦΕΚ 51 Α'), απαλλαγής από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, του άρθρου 6 του ν.δ.356/1974, διαγραφής χρεών προς το Δημόσιο, του άρθρου 82 του ν.δ.356/1974 και χορήγησης έκπτωσης λόγω εφάπαξ πληρωμής της οφειλής, του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 του άρθρου 23 του ν.2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α'), εξετάζονται από Επιτροπή που αποτελείται από:

α. Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή το Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων.
γ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
δ. Τον Προϊστάμενο μιας Δ.Ο.Υ. της Περιφέρειας Αττικής.
ε. Τον Τμηματάρχη ενός τμήματος της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.»

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του ν.2648/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων συγκροτείται από:

α. Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή τον Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων, με αναπληρωτή του έναν από τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων που συγκροτούν τις ανωτέρω Γενικές Διευθύνσεις, ως μέλος.
γ. Τον Γενικό Διευθυντή Τελωνείων, με αναπληρωτή του τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδικασιών, ως μέλος.
δ. Τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.
ε. Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δ.Ο.Υ..
στ. Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στα Τελωνεία με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδας.
ζ. Έναν εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, ο οποίος ορίζεται από την κεντρική διοίκηση αυτού.
Τα μέλη που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', γ', ε' και στ' συμμετέχουν κατά περίπτωση στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, εφόσον σε αυτή συζητούνται θέματα που αφορούν τις Δ.Ο.Υ. ή τα Τελωνεία αντίστοιχα.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα πρόσωπα που μετέχουν στην Επιτροπή, οι νόμιμοι αναπληρωτές τους, δύο (2) εισηγητές με τους αναπληρωτές τους από τους Προϊσταμένους Τμημάτων της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, χωρίς δικαίωμα ψήφου, καθώς και ο Γραμματέας αυτής με τον αναπληρωτή του. Με όμοια απόφαση ορίζεται η έδρα της Επιτροπής, ο αριθμός των συνεδριάσεων ανά μήνα, καθώς και η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, των εισηγητών και του γραμματέα αυτής.»

5. Οφειλέτες που υπέβαλαν εμπρόθεσμη αίτηση για τη ρύθμιση των χρεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν.2648/1998, εφόσον κατέβαλαν εμπρόθεσμα τουλάχιστον την πρώτη από τις δόσεις αυτής της ρύθμισης και στη συνέχεια απώλεσαν το ευεργέτημα αυτής, δύνανται να υπαχθούν εκ νέου σε αυτήν, αφού καταβάλουν εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου τα ποσά των οφειλόμενων δόσεων με τις αναλογούσες σε αυτές προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται με ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) μηνιαίως στο ποσό κάθε δόσης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 36 του ν.2648/1998.
Οφειλέτες της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν.2648/1998 που δεν ρύθμισαν τα χρέη τους σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, δύνανται να υπαχθούν σε αυτή με την υποβολή εκ μέρους τους σχετικής αίτησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή στο αρμόδιο Τελωνείο εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και ταυτόχρονα να καταβάλουν όλες τις προηγούμενες δόσεις με ποσοστό προσαύξησης δύο τοις εκατό (2%) κατά μήνα. Για τις υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις παρέχεται η προβλεπόμενη έκπτωση των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής όλων των δόσεων εντός της ανωτέρω προθεσμίας. Κατά τα λοιπά ισχύουν όλες οι σχετικές διατάξεις του ανωτέρω άρθρου.
6. Χρέη προς το Δημόσιο, τα οποία έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. και προέρχονται από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, καθώς και από δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μέχρι και 29.9.2000 και οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βίας ομάδων αναρχικών ατόμων που συνέβησαν στην ίδια πόλη το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1999, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε τριάντα έξι (36) ίσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε..
Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο αίτησης στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), που είναι βεβαιωμένες οι οφειλές του, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυροσβεστικής ς, ότι έχει υποστεί ζημιές λόγω των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη της Αθήνας, το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1999, καθώς και η καταβολή της πρώτης δόσης εντός της αυτής ημερομηνίας.
Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.
Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.
Στη ρύθμιση αυτή δύνανται να υπαχθούν και χρέη τα οποία ρυθμίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν.2648/1998 εφόσον οι οφειλέτες αυτών υποβάλουν σχετική αίτηση στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) εντός της προθεσμίας που ορίζεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου αυτής.
Η καθυστέρηση καταβολής δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνόμενου με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Αν ο οφειλέτης καθυστερήσει την καταβολή οποιασδήποτε δόσης, το ποσό αυτής επιβαρύνεται μηνιαίως με την προσαύξηση που ορίζεται κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε..
Κατά τα λοιπά ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 6 έως και 9 του άρθρου 36 του ν.2648/1998.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 12
Κατάργηση του μέτρου απαγόρευσης εξόδου από τη Χώρα


Οι διατάξεις του ν.395/1976 (ΦΕΚ 199 Α') και του άρθρου 27 του ν.1882/1990 καταργούνται.

 

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ



Άρθρο 13
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις των νόμων 2127/1993 και 1165/1918 και άλλες διατάξεις


1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 20 του ν.2127/1973 (ΦΕΚ 48 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα ορίζονται ως εξής:
 

ΕΙΔΟΣ

ΚΩΔ. Σ.Ο.

ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΔΡΧ.

ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ

α) Βενζίνη αεροπλάνων

27.10.00.26

149.000

χιλιόλιτρο

β) Βενζίνη με μόλυβδο

27.10.00.34

 

και 27.10.00.36

111.000

χιλιόλιτρο

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο

- με αριθμό οκτανίων

 μέχρι και 96,5

 

27.10.00.27

 

 

και 27.10.00.29

101.000

χιλιόλιτρο

- με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5

 

27.10.00.29

 

 

και 27.10.00.32

108.000

χιλιόλιτρο

δ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.Ο.

 

27.10.00.34

και 27.10.00.36

 

27.10.00.27

 

 

27.10.00.29

 

 

και 27.10.00.32

111.000

χιλιόλιτρο

ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθούμενων τύπου βενζίνης

 

 

27.10.00.37

 

 

149.000

 

 

χιλιόλιτρο

στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης

 

  ΕΧ 27.10.00.66

 

83.000

 

χιλιόλιτρο

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης

 

ΕΧ 27.10.00.67

 

83.000

 

χιλιόλιτ

 

Για την περίοδο από 1ης Νοεμβρίου μέχρι και 10 Απριλίου κάθε έτους ο φόρος του πετρελαίου θέρμανσης ορίζεται σε 42.000 δρχ. το χιλιόλιτρο.
Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
 

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), άλλο από εκείνο των περιπτώσεων στΆ και ζΆ

 

 

 

ΕΧ 27.10.00.66

 

 

και ΕΧ 27.10.00.67

83.000

χιλιόλιτρο

θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL - Μαζούτ)

 

 

27.10.00.74

 

 

έως και 27.10.00.78

13.000

μετρ. τόννος

ι) Κηροζίνη (φωτιστικό πετρέλαιο)

 

27.10.00.51

 

 

και ΕΧ 27.10.00.55

83.000

χιλιόλιτρο

ια) Κηροζίνη θέρμανσης

ΕΧ 27.10.00.55

83.000

χιλιόλιτρο

 

 

Για την περίοδο από 1ης Νοεμβρίου μέχρι και 10 Απριλίου κάθε έτους ο φόρος της κηροζίνης θέρμανσης ορίζεται σε 42.000 δρχ. το χιλιόλιτρο.
Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη

 

ιβ) Υγραέρια και μεθάνιο που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο κινητήρων

 

 

ΕΧ 27.11.12.11

 

 

έως ΕΧ 27.11.19.00

 

 

και ΕΧ 27.11.29.00

34.000

μετρ. τόννος

ιγ) Υγραέρια και μεθάνιο για λοιπές, πλην της προηγούμενης περίπτωσης ιβ'), χρήσεις

 

 

 

ΕΧ 27.11.12.11

 

 

έως ΕΧ 27.11.19.00

 

 

και ΕΧ 27.11.29.00

4.500

μετρ. τόννος»

 

 

2. Στο ν.1165/1918 (ΦΕΚ 73 Α') επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις:

α) Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 97 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στην περίπτωση που το δεκαπλάσιο των δασμών και λοιπών φόρων που αντιστοιχούν στο αντικείμενο της λαθρεμπορίας είναι μικρότερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών, τα επιβλητέα τέλη καθορίζονται στο ποσό αυτό, το οποίο δύναται να αυξομειώνεται με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.»
β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 107 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Επίσης δημεύονται τα ζώα, οι άμαξες, τα οχήματα, τα πλοία ανεξαρτήτως χωρητικότητας, τα εφοδιαστικά πλοία που προβαίνουν σε εικονικούς εφοδιασμούς, οι λέμβοι και κάθε άλλο μεταγωγικό μέσο που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά του αποτελούντος το αντικείμενο της λαθρεμπορίας εμπορεύματος.»

3. Η διάρκεια παραμονής επιβατικών οχημάτων και άλλων ειδών στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής - χρησιμοποίησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις που διέπουν το καθεστώς αυτό, επιτρέπεται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν λόγοι αποδεδειγμένης ανάγκης, να παρατείνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.
4. Σε περιπτώσεις λαθρεμπορίας οχημάτων κυβισμού μέχρι 1.400 κυβικών εκατοστών, που έχουν διαπιστωθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2000, δεν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία κυρώσεις και πρόστιμα, εφόσον εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καταβληθεί στην αρμόδια Τελωνειακή πρόστιμο, ίσο με το σύνολο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που ίσχυαν κατά το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης.
Σε περιπτώσεις απλών τελωνειακών παραβάσεων οχημάτων που έχουν διαπιστωθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2000, τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία πρόστιμα περιορίζονται στο ύψος των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που ίσχυαν κατά το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης, εφόσον αυτά καταβληθούν στην αρμόδια τελωνειακή εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων.
Η ποινική δίωξη που τυχόν ασκήθηκε παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα, εφόσον προσκομισθούν τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία καταβολής του παραπάνω ποσού μέσα στην οριζόμενη προθεσμία.
Μετά την είσπραξη των προβλεπόμενων στα προηγούμενα εδάφια προστίμων αίρεται αυτοδίκαια η τυχόν κατάσχεση ή δέσμευση του αυτοκινήτου και αποδίδεται στον ιδιοκτήτη, ο οποίος μπορεί να το θέσει σε κυκλοφορία στο εσωτερικό της χώρας καταβάλλοντας τις ισχύουσες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις ή να του δώσει οποιονδήποτε άλλο νόμιμο προορισμό. Σε περίπτωση που το όχημα έχει εκποιηθεί, τα κατά τα παραπάνω οριζόμενα πρόστιμα μειώνονται κατά το ποσό της τιμής εκκίνησης που έχει καθορισθεί από την αρμόδια για την πρώτη δημοπρασία του οχήματος, μη επιστρεφομένης της διαφοράς, όταν η τιμή εκκίνησης είναι μεγαλύτερη του προστίμου.
Ποσά τα οποία έχουν καταβληθεί σε εκτέλεση πράξεων διοικητικών κυρώσεων της τελωνειακής ς για τις παραπάνω παραβάσεις, συμψηφίζονται με τα νέα πρόστιμα και τυχόν διαφορά δεν επιστρέφεται.
Προϋπόθεση της εφαρμογής των προηγούμενων διατάξεων είναι η υποβολή από τον ενδιαφερόμενο υπεύθυνης δήλωσης, με την οποία θα παραιτείται από τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από το νόμο.
Η ρύθμιση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής δεν καταλαμβάνει τις παραβάσεις που έγιναν στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 20 του ν.1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α') από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 5 του ν.2443/1996.
5. Στις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 15 του ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α') επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

α. Το ποσοστό απαλλαγής από τον Ε.Φ.Κ. του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης το οποίο προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, αναπροσαρμόζεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε πενήντα τοις εκατό (50%).
β. Οι ειδικοί κατ' αποκοπή συντελεστές, που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο, αναπροσαρμόζονται για μεν τη φυτική παραγωγή από 1,59% σε 2%, για δε τη ζωική παραγωγή και τις λοιπές περιπτώσεις από 0,45% σε 0,60%.

6. Παρέχεται απαλλαγή σε ποσοστό 30% επί του εκάστοτε ισχύοντος ποσού Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στις υπό κάλυψη καλλιέργειες (θερμοκήπια), για τη λειτουργία ξηραντηρίων γεωργικών προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής, ανεμομεικτών και αντλητικών συγκροτημάτων ισχύος άνω των 15 ίππων.
Η παραπάνω απαλλαγή χορηγείται με τη διαδικασία της επιστροφής του αναλογούντος ποσού από τις Τελωνειακές Αρχές με βάση τα τιμολόγια πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που αγοράζεται κατά τη διάρκεια εκάστου ημερολογιακού έτους.
Η υποβολή της αίτησης γίνεται από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 31η Μαρτίου εκάστου έτους και αφορά επιστροφή Ε.Φ.Κ. για πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που αγοράστηκε κατά το προηγούμενο έτος.
Για τους δικαιούχους της απαλλαγής αυτής, που τυγχάνουν και πρόσθετης απαλλαγής με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 15 του ν.2386/1996, η συνολική απαλλαγή καθορίζεται στο 80% του ποσού Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης το οποίο αγόρασαν κατά το προηγούμενο έτος.
Σε περίπτωση επιστροφής για την οποία διαπιστώνεται ότι ο δικαιούχος που έτυχε αυτής δεν θεμελίωνε τέτοιο δικαίωμα, επιβάλλεται σε αυτόν πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του επιστρέφοντος ποσού, καθώς και στέρηση του δικαιώματος απαλλαγής για τα τρία επόμενα έτη.
Οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας.
7. Η ισχύς των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού αρχίζει από τις 6 Νοεμβρίου 2000 και των παραγράφων 5 και 6 από 1ης Ιανουαρίου 2001.
 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 14
Τιμή πώλησης των δελτίων Διεθνούς Οδικής Μεταφοράς


1. Η τιμή πώλησης των δελτίων T.I.R. (TRANSPORT INTERNATIONAL ROUTIERE - ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΔΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ) για το χρονικό διάστημα από 1.7.1995 έως 16.7.1998 καθορίζεται ως κατωτέρω:

α. Εικοσάφυλλο δελτίο T.I.R. σε δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) δραχμές ανά τεμάχιο.
β. Δεκατετράφυλλο δελτίο T.I.R. σε δεκατέσσερις χιλιάδες (14.000) δραχμές ανά τεμάχιο.

2. Η τιμή πώλησης των τετράφυλλων δελτίων T.I.R. καθορίζεται σε οκτώ χιλιάδες (8.000) δραχμές ανά τεμάχιο, για το χρονικό διάστημα από 2.6.1997 έως 16.7.1998.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 15
Ρυθμίσεις δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 35 του ν.1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Στο κατά την προηγούμενη παράγραφο αναφερόμενο ποσό, αφαιρουμένου εκείνου των εισαγωγικών δασμών, επιβάλλονται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ.356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.»
2. Ποσά προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που έχουν υπολογιστεί με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν.1676/1986, πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου, περιορίζονται μέχρι του ορίου του 300% του χρέους που οφείλεται.
Τα βεβαιωμένα χρέη, που προέρχονται από την ανωτέρω αιτία και κατέστησαν ληξιπρόθεσμα προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, όπως αυτά διαμορφώνονται μετά την εφαρμογή του (κύρια οφειλή και προσαυξήσεις έως 300%), ρυθμίζονται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε τριάντα έξι (36) κατ' ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δραχμών.
Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των ως άνω χρεών, που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της, πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Τελωνειακή εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την καταβολή συγχρόνως της πρώτης δόσης των υπόλοιπων δόσεων καταβαλλομένων μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν.
Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι της ημερομηνίας καταβολής της δεύτερης δόσης, συνεπάγεται πρόσθετη έκπτωση κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με τον περιορισμό τους στο 300%.
Η καθυστέρηση καταβολής τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνομένου με τις αναλογούσες κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας οποιασδήποτε μηνιαίας δόσης ο οφειλέτης επιβαρύνεται με τις αναλογούσες κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις.
Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση δεν λαμβάνονται τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις αναγκαστικά μέτρα για την είσπραξη των οφειλόμενων ποσών ή τυχόν ληφθέντα αναστέλλονται.
Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης απωλέσει το δικαίωμα της ρύθμισης αυτής, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά. Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει, προς διασφάλιση της οφειλής, την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είσπραξης.
Από την ανωτέρω ρύθμιση εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί.
3. Ποσά που έχουν καταβληθεί στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 35 του ν.1676/1986 δεν αναζητούνται.
4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της αριθμ. Δ.697/35/20.3.1990 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 190 Β'), που κυρώθηκε με τον ν.1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α'), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του ν.1906/1990 (ΦΕΚ 157 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται, εφόσον η οδήγηση του αυτοκινήτου γίνεται μέσα στα όρια του νομού της μόνιμης κατοικίας του αναπήρου. Εφόσον γίνεται εκτός των ορίων του νομού, πρέπει να αποδεικνύεται ότι οφείλεται σε εξαιρετικές ή επείγουσες περιστάσεις ή έγινε αποκλειστικά και μόνο για λόγους εξυπηρέτησης των άμεσων αναγκών του αναπήρου.»

 

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ


Άρθρο 16
Θέματα Υπηρεσιών


1. Υπάλληλοι του Εφοριακού Κλάδου του Υπουργείου Οικονομικών που κατέχουν το βαθμό του Διευθυντή ή είναι Προϊστάμενοι σε οργανικές μονάδες αντίστοιχου επιπέδου, εκλεγόμενοι δήμαρχοι, πρόεδροι κοινοτήτων, πάρεδροι ή μέλη των συμβουλίων δημοτικών διαμερισμάτων, δημοτικοί, κοινοτικοί ή νομαρχιακοί σύμβουλοι, διαρκούσης της θητείας τους δεν μπορούν να υπηρετούν στο δήμο ή την κοινότητα ή τη Νομαρχία στην οποία έχουν εκλεγεί.
Κατά τη διάρκεια της θητείας τους στους παραπάνω Ο.Τ.Α., αναστέλλεται η άσκηση των καθηκόντων τους ως Προϊσταμένων οργανικών μονάδων και αναπληρώνονται στα καθήκοντά τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α').
Οι διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 12 του ν.1400/1983 (ΦΕΚ 156 Α') όπως τούτο αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 57 του ν.1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α'), καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 36 του άρθρου 13 του ν.2307/1995 (ΦΕΚ 113 Α'), δεν έχουν εφαρμογή για τους παραπάνω υπαλλήλους.
2. Οι Προϊστάμενοι Εποπτειών Ελέγχου των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Π.Ε.Κ.) και Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων (Τ.Ε.Κ.) και οι Προϊστάμενοι Τμημάτων Ελέγχου των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) μπορούν μετά διετή, τριετή και τετραετή, αντίστοιχα, άσκηση των καθηκόντων τους, να μετακινούνται ή μετατίθενται σε θέση Προϊσταμένου Εποπτειών Ελέγχου του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΕΘ.Ε.Κ.), των Π.Ε.Κ. και των Τ.Ε.Κ., αντίστοιχα. Οι Προϊστάμενοι Τμημάτων των Διευθύνσεων που συγκροτούν τις Γενικές Διευθύνσεις Φορολογίας και Φορολογικών Ελέγχων, καθώς και οι Προϊστάμενοι Τμημάτων του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) μπορούν, μετά διετή υπηρεσία άσκησης των καθηκόντων τους, να μετακινούνται ή μετατίθενται σε θέση Προϊσταμένων Εποπτειών Ελέγχου του ΕΘ.Ε.Κ., ή των Π.Ε.Κ. ή των Τ.Ε.Κ.. Οι Προϊστάμενοι Τμημάτων των λοιπών Διευθύνσεων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών και των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Σ.Δ.Ο.Ε., οι οποίοι προέρχονται από τον εφοριακό κλάδο, μπορούν μετά τριετή άσκηση των καθηκόντων τους να μετακινούνται σε θέση Προϊσταμένων Εποπτειών Ελέγχου των Τ.Ε.Κ.. Για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων δεν απαιτείται η προηγούμενη επιλογή των μετακινούμενων ή μετατιθέμενων ως ελεγκτών, της Υπηρεσίας που μετακινούνται ή μετατίθενται.
3. Οι Προϊστάμενοι Εποπτειών Ελέγχου και οι ελεγκτές των Ελεγκτικών Κέντρων είναι δυνατόν να μετακινούνται ή μετατίθενται, ύστερα από σχετική αίτησή τους ή για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών, από το ΕΘ.Ε.Κ. σε Π.Ε.Κ. ή Τ.Ε.Κ. ή Δ.Ο.Υ., από τα Π.Ε.Κ. σε Τ.Ε.Κ. ή Δ.Ο.Υ. και από τα Τ.Ε.Κ. σε Δ.Ο.Υ.. Επίσης, οι ανωτέρω προϊστάμενοι και οι ελεγκτές μπορούν να μετακινούνται ή μετατίθενται σε Διευθύνσεις ή Υπηρεσίες της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών ή των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Σ.Δ.Ο.Ε. που στελεχώνονται με υπαλλήλους εφοριακού κλάδου. Οι ελεγκτές των Ελεγκτικών Κέντρων είναι δυνατόν να αποσπώνται επίσης, κατά τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια, για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών. Οι κατά τα προηγούμενα εδάφια μετακινούμενοι ή μετατιθέμενοι είναι επίσης δυνατόν να επανέρχονται σε Ελεγκτικό Κέντρο, για το οποίο είχαν επιλεγεί ως ελεγκτές.
4. Η αρμοδιότητα του σχεδιασμού και συντονισμού των προληπτικών φορολογικών ελέγχων των Δ.Ο.Υ., των Ελεγκτικών Κέντρων και των Ειδικών Συνεργείων Ελέγχου του άρθρου 39 του ν.1914/1990 (ΦΕΚ 176 Α'), όπως ισχύει, μεταφέρεται από τη Διεύθυνση Μητρώου στη Διεύθυνση Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών.
5. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών αυτοτελές τμήμα με τίτλο «Τμήμα Υποστήριξης Προσαρμογής στο ΕΥΡΩ», υπαγόμενο στον Υπουργό Οικονομικών.
Το τμήμα αυτό είναι αρμόδιο: α) για την υποστήριξη των Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και του έργου των οικείων Ομάδων Εργασίας και Επιτροπών αυτού, σε θέματα προσαρμογής του Υπουργείου Οικονομικών στην εισαγωγή και χρήση του ΕΥΡΩ και β) για την παρακολούθηση της εξέτασης από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, των σχετικών αιτημάτων που υποβάλλονται σε αυτό από τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Του παραπάνω Τμήματος προΐσταται υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, βαθμού Α', κατηγορίας ΠΕ, των κλάδων Εφοριακών ή Τελωνειακών ή Δημοσιονομικών ή Χημικών ή Πληροφορικής.
Το Τμήμα αυτό τηρεί σχετικό αρχείο και στελεχώνεται με προσωπικό, διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών, που είναι αναγκαίο για τη διεξαγωγή του έργου του.
Ο χρόνος έναρξης και παύσης της λειτουργίας του παραπάνω Τμήματος ορίζεται με σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με όμοιες αποφάσεις καθορίζονται ο τρόπος λειτουργίας του παραπάνω Τμήματος και οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
6. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών Επιτροπή, για την αξιολόγηση των καταγγελιών που υποβάλλονται σε βάρος των Υπηρεσιών και των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών.
Η συγκρότηση και ο ορισμός μελών της Επιτροπής αυτής, ο τρόπος και η διαδικασία αξιολόγησης, διαχείρισης και αξιοποίησης των παραπάνω καταγγελιών, καθώς και τα θέματα λειτουργίας και γραμματειακής υποστήριξης της Επιτροπής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, καθορίζονται με σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.
Η Επιτροπή μπορεί με πράξη της να θέτει στο αρχείο τις καταγγελίες που αξιολογούνται από αυτήν, ως προφανώς αόριστες, αβάσιμες ή ασήμαντες.
Η Επιτροπή καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών, στην κάθε έτους, έκθεση με τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και ανάλυσης των στοιχείων των καταγγελιών του προηγούμενου έτους, καθώς και με τις σχετικές προτάσεις της για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων που αφορούν οι παραπάνω καταγγελίες.
7. Οι διατάξεις του άρθρου 49 του ν.1591/1986 (ΦΕΚ 50 Α'), όπως αυτές συμπληρώθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 20 του ν.2753/1999, αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 49


1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, είναι δυνατόν να καθορίζονται θέματα κανονισμού λειτουργίας των Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και οι αρμοδιότητες, τα καθήκοντα και οι ευθύνες των Προϊσταμένων και των λοιπών υπαλλήλων τους.
Με τα ίδια διατάγματα είναι επίσης δυνατόν να προβλέπεται η λειτουργία των Τμημάτων των παραπάνω Υπηρεσιών σε μη αυτοτελή Γραφεία, στα οποία κατανέμονται οι εργασίες των Τμημάτων αυτών.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν να ορίζονται τα τηρούμενα από τις Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών βιβλία, στοιχεία, δελτία και έντυπα, καθώς και ο τρόπος τήρησης και ενημέρωσης αυτών.»

8. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν.2753/1999 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

«Οι διατάξεις που προβλέπουν τις παραπάνω οργανικές θέσεις προσωπικού εξακολουθούν να ισχύουν, και όπου ορίζεται σε αυτές θέση Αναπληρωτή Προϊσταμένου, νοείται στο εξής θέση Υποδιευθυντή, που καλύπτεται με αντίστοιχη μείωση των οργανικών θέσεων, των ενιαίων βαθμών από τον εισαγωγικό βαθμό έως και το βαθμό Α', του προσωπικού της αυτής κατηγορίας, κλάδου και ειδικότητας.»
9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται και ανακαθορίζονται τα κριτήρια και οι συντελεστές βαρύτητας αυτών, οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, ο τρόπος και η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, για την αξιολόγηση των υποψηφίων Οικονομικών Επιθεωρητών του Υπουργείου Οικονομικών του άρθρου 2 του ν.2343/1995.
Στα κριτήρια του προηγούμενου εδαφίου, που συνεκτιμώνται για την αξιολόγηση των παραπάνω υποψηφίων, περιλαμβάνεται και ο βαθμός που λαμβάνει καθένας από αυτούς, στην προσωπική συνέντευξη που διενεργείται από Επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών, για τη διαπίστωση της κατοχής των αναγκαίων επαγγελματικών γνώσεων και εμπειριών, καθώς και της προσωπικότητάς τους γενικά, για την επιτυχή άσκηση των καθηκόντων επιθεωρητή.
Η συγκρότηση της παραπάνω Επιτροπής και τα μέλη αυτής, ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με τις αποφάσεις αυτές είναι δυνατόν να ορίζονται ως μέλη της Επιτροπής και ειδικοί εμπειρογνώμονες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι, λόγω των ειδικών γνώσεων και της επιστημονικής τους κατάρτισης ή της επαγγελματικής τους απασχόλησης και εμπειρίας, μπορούν να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη διεξαγωγή του έργου της.

10. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ανακαθορίζεται ο τίτλος και η έδρα των Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.
11. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 39 του ν.1041/1980 (ΦΕΚ 75 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 22 του ν.2753/1999 προστίθενται δύο εδάφια ως εξής:
«Εκτίμηση από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών της αγοραίας αξίας απαιτείται και στις περιπτώσεις που συμβάλλεται κοινωφελές ίδρυμα του α.ν.2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α'), διαχειριστής κοινωφελούς περιουσίας του νόμου αυτού και κηδεμόνας σχολάζουσας κληρονομίας. Δεν απαιτείται εκτίμηση από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών όταν η θεώρηση της σχετικής προκήρυξης έχει συντελεσθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.»
12. Το άρθρο 90 του π.δ.284/1988 (ΦΕΚ 128 και 165 Α') «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών» αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας του άρθρου 10 παράγραφος 1 του α.ν.1539/1938 (ΦΕΚ 488 Α'), του άρθρου 6 του από 29/9-4/10/1939 β.δ/τος (ΦΕΚ 427 Α') και Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων Ο.208/181/26.4.1982 (ΦΕΚ 214 Β') και Ο.704/465/15.12.1983 (ΦΕΚ 743 Β'), λειτουργεί στο Υπουργείο Οικονομικών σε δύο (2) αυτοτελή και ανεξάρτητα Τμήματα, ως εξής: α) Τμήμα Δημοσίων Κτημάτων και β) Τμήμα Ανταλλαξίμων Κτημάτων.
2. Το καθένα από τα ως άνω Τμήματα είναι εξαμελές και συγκροτείται από: α) έναν (1) Εφέτη Αθηνών (πολιτικών δικαστηρίων), ως Πρόεδρο, β) έναν (1) Πρωτοδίκη Αθηνών (πολιτικών δικαστηρίων) και γ) τρεις (3) Παρέδρους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως μέλη. Οι ως άνω ορίζονται μετ' ισαρίθμων αναπληρωματικών μελών, εκπροσώπων που έχουν αντίστοιχη ιδιότητα. δ) επιπλέον των ανωτέρω συμμετέχει ως μέλος χωρίς ψήφο (γνώμη), στο μεν Τμήμα Δημοσίων Κτημάτων ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, με αναπληρωτή αυτού τον Προϊστάμενο του Τμήματος Δημοσίων Κτημάτων της προαναφερθείσας Διεύθυνσης, στο δε Τμήμα Ανταλλαξίμων Κτημάτων ο νόμιμος αναπληρωτής του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας με αναπληρωτή αυτού τον Προϊστάμενο του Τμήματος Ανταλλαξίμων Κτημάτων της ίδιας Διεύθυνσης. Χρέη Γραμματέα, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή αυτού, εκτελεί στο μεν Τμήμα Δημοσίων Κτημάτων υπάλληλος που υπηρετεί στο Τμήμα Δημοσίων Κτημάτων της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας, στο δε Τμήμα Ανταλλαξίμων Κτημάτων υπάλληλος που υπηρετεί στο Τμήμα Ανταλλαξίμων Κτημάτων της ίδιας Διεύθυνσης.

3. Το Τμήμα Δημοσίων Κτημάτων γνωμοδοτεί για υποθέσεις που παραπέμπονται σε αυτό, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για την προστασία των δημοσίων κτημάτων, από τις οποίες ορίζεται και η διαδικασία εισαγωγής της υπόθεσης, της έκδοσης της γνωμοδότησης, της αποδοχής ή απόρριψης από τον Υπουργό Οικονομικών και της κοινοποίησης αυτής.
Το Τμήμα Ανταλλάξιμων Κτημάτων γνωμοδοτεί επί:

α) αιτήσεων τρίτων που προβάλλουν δικαίωμα κυριότητας σε ανταλλάξιμα κτήματα,

β) αιτήσεων δημοσίων υπηρεσιών, για επίλυση της μεταξύ αυτών και της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας ή των Δ.Ο.Υ. διαφοράς, σχετικά με την ιδιότητα κτήματος, ως ανταλλαξίμου,

γ) αιτήσεων τρίτων, για συμβιβαστική επίλυση κάθε διαφοράς, που υπάρχει μεταξύ αυτών και των αρμόδιων υπηρεσιών,

δ) αιτήσεων τρίτων, που έχουν δικαίωμα εξαγοράς ανταλλαξίμου κτήματος, για την αναθεώρηση της απόφασης της Νομαρχιακής Επιτροπής Δημοσίων και Ανταλλαξίμων Κτημάτων, σχετικά με την απευθείας εκποίηση ανταλλαξίμου κτήματος, καθώς και για τη μείωση του τιμήματος κτήματος, που εκποιήθηκε σε αυτούς.

Εισηγητές των υποθέσεων σε καθένα τμήμα ορίζονται μέλη του εν λόγω Τμήματος, μη εξαιρουμένου και του μετέχοντος χωρίς ψήφο, με πράξη του Προέδρου του.
4. Ο Πρόεδρος, τα μέλη, συμπεριλαμβανομένων και των χωρίς ψήφο, ως και ο Γραμματέας του καθενός εκ των δύο Τμημάτων του Συμβουλίου δικαιούνται αμοιβής (αποζημιώσεως) για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των Τμημάτων, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.»

13. Συνιστάται Τμήμα Εξόδων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) ΑΆ Αθηνών (ΑΆ, ΒΆ, ΓΆ), ΔΆ Αθηνών (ΔΆ, ΗΆ), ΕΆ Αθηνών (ΕΆ, ΘΆ), ΣΤΆ Αθηνών (ΣΤΆ, ΖΆ), ΙΆ Αθηνών, ΙΑΆ Αθηνών, ΙΒΆ Αθηνών, ΙΓΆ Αθηνών, ΙΔΆ Αθηνών, ΙΕΆ Αθηνών, ΙΣΤΆ Αθηνών, ΙΗΆ Αθηνών, ΙΘΆ Αθηνών, ΚΆ Αθηνών, ΚΑΆ Αθηνών, ΚΒΆ Αθηνών, ΚΓΆ Αθηνών, ΑΆ Πειραιά (ΑΆ, ΒΆ), ΓΆ Πειραιά, ΔΆ Πειραιά, ΕΆ Πειραιά, ΑΆ Θεσσαλονίκης, ΒΆ Θεσσαλονίκης (ΒΆ, ΓΆ), ΔΆ Θεσσαλονίκης, ΕΆ Θεσσαλονίκης, ΣΤΆ Θεσσαλονίκης, ΖΆ Θεσσαλονίκης, ΗΆ Θεσσαλονίκης, ΘΆ Θεσσαλονίκης.
14. Οι Δ.Ο.Υ. Πληρωμών Αθηνών, Πληρωμών Πειραιά και Πληρωμών Θεσσαλονίκης, που συστάθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 12, 324 και 164, αντίστοιχα, του π.δ.551/1988 «Οργανισμός Νομαρχιών (Οργάνωση Οικονομικών Υπηρεσιών)» (ΦΕΚ 259 Α') καταργούνται και οι αρμοδιότητές τους κατανέμονται στα συνιστώμενα Τμήματα Εξόδων των Δ.Ο.Υ. της προηγούμενης παραγράφου, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
15. Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των συνιστώμενων Τμημάτων Εξόδων και ο χρόνος παύσης λειτουργίας των καταργούμενων Δ.Ο.Υ. ορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
16. Τα συλλογικά όργανα του Υπουργείου Οικονομικών, στα οποία προβλέπεται η συμμετοχή Οικονομικών Επιθεωρητών αυτού, είναι δυνατόν να ανασυγκροτούνται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς τη συμμετοχή αυτών.
Με τις ίδιες ή όμοιες αποφάσεις ορίζεται και ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των συλλογικών οργάνων της προηγούμενης παραγράφου, με τη νέα συγκρότησή τους.
17. Το «Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντιλήψεως» το οποίο εκδίδεται μία φορά κατ' έτος κληρώνεται την τελευταία ημέρα κάθε έτους.
18. Στο άρθρο 4 του ν.2343/1995, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 18 που έχει ως εξής:

«18. Υπάλληλοι του Σ.Δ.Ο.Ε. των οποίων η κινητή ή ακίνητη περιουσία ζημιώνεται ή καταστρέφεται εν όλω ή εν μέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας της θέσης ή της ιδιότητάς τους από ενέργειες τρομοκρατικές ή μεμονωμένες επιθέσεις, δικαιούνται αποζημίωσης από το Ελληνικό Δημόσιο. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν.2093/1992 (ΦΕΚ 181 ΑΆ).
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν.2452/1996 (ΦΕΚ 283 ΑΆ) ισχύουν ανάλογα και για τους υπαλλήλους του Σ.Δ.Ο.Ε., των οποίων ο/η σύζυγος ή τέκνο θα προσλαμβάνονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις αυτών των διατάξεων, στο Υπουργείο Οικονομικών.»

19. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του ν.2168/1993 (ΦΕΚ 147 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι αστυνομικές, στρατιωτικές, τελωνειακές, λιμενικές, δασικές αρχές καθώς και το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, που κατάσχουν τα ανωτέρω όπλα και λοιπά αντικείμενα, δύνανται να ζητήσουν δια του προϊσταμένου τους Υπουργού, όσα από αυτά κρίνουν απαραίτητα για τις ανάγκες τους ή τον εμπλουτισμό συλλογών, από τον αρμόδιο εισαγγελέα ή επίτροπο, ο οποίος μετά την τελεσίδικη απόφαση δήμευσης παραγγέλλει την παράδοσή τους στην αιτούσα , η οποία τα εγγράφει στο υλικό της σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.»

20. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του π.δ.95/1996 (ΦΕΚ 76 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής: «Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος αυτού, καθώς και οι αρμοδιότητές τους.»

21.

α. Για την προαγωγή στο βαθμό του Διευθυντή με τη διαδικασία του άρθρου 82 του ν.2683/1999 των υπαλλήλων των Κλάδων ΠΕ2 Αρχαιολόγων, ΠΕ3 Αρχιτεκτόνων και ΠΕ12 Φυσικών-Γεωλόγων-Βιολόγων-Γεωπόνων, ειδικότητας Γεωλόγου ή Βιολόγου του Υπουργείου Πολιτισμού, απαιτείται δεκαπενταετής υπηρεσία στον ΑΆ βαθμό ή εξαετής υπηρεσία στο βαθμό αυτόν και άσκηση καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης ή Τμήματος ή αντιστοίχου επιπέδου οργανικής μονάδας για μία τριετία. Η διάταξη αυτή ισχύει μέχρι 30.4.2006.
β. Στην πρώτη εφαρμογή του ν.2683/1999, από τους υπαλλήλους των ανωτέρω Κλάδων κρίνονται για προαγωγή στο βαθμό του Διευθυντή, πέραν των υπαγομένων στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου δεύτερου του ανωτέρω νόμου και όσοι κατά την έναρξη ισχύος αυτού είχαν δεκαεννέα (19) χρόνια υπηρεσίας εκ των οποίων τα έξι (6) χρόνια στον ΑΆ βαθμό.

22. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 105 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ 101 ΑΆ) προστίθεται περίπτωση δΆ, που έχει ως εξής:

«δ) Κώδικας Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία».

 

 


 

 

 

 

 

Άρθρο 17
Θέματα Εθνικών Κληροδοτημάτων


1. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μεταβιβάζονται στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας αρμοδιότητες που αφορούν τα Εθνικά Κληροδοτήματα.
2. Σε κάθε Περιφέρεια συνιστάται περιφερειακό Συμβούλιο Εθνικών Κληροδοτημάτων.

Το Συμβούλιο είναι πενταμελές και αποτελείται από:

α. Έναν Εφέτη δικαστή των πολιτικών δικαστηρίων, ως Πρόεδρο.
β. Έναν Δικαστικό Αντιπρόσωπο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.).
γ. Έναν Διευθυντή της Τράπεζας της Ελλάδος.
δ. Έναν Διευθυντή Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.).
ε. Έναν Προϊστάμενο Κτηματικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.

Το υπό στοιχείο αΆ μέλος του Συμβουλίου ορίζεται μετά του αναπληρωτή του, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα υπό στοιχεία βΆ και γΆ μέλη ορίζονται μετά των αναπληρωτών τους ύστερα από πρόταση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. και του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος. Τα λοιπά μέλη ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας.
Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας. Η θητεία των μελών του είναι τριετής. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας ορίζονται γραμματέας και αναπληρωτής του, ανώτεροι υπάλληλοι της Περιφέρειας.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, των εισηγητών και του Γραμματέα του Συμβουλίου. Η αμοιβή αυτή βαρύνει τις πιστώσεις του Υπουργείου Οικονομικών.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θεσπίζεται κανονισμός λειτουργίας του Συμβουλίου.
3. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί επί όλων των θεμάτων της παραγράφου 1 του παρόντος, που:

α) σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν.2039/1939 ή άλλων ειδικών νόμων περί Εθνικών Κληροδοτημάτων απαιτείται η γνώμη του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων ή της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων,

β) παραπέμπονται σε αυτό από το Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας.

 

 


 




Άρθρο 18
Θέματα Νομικού Συμβουλίου του Κράτους


1. Στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) διορίζονται ως μέλη, κατόπιν διαγωνισμού, όσοι έχουν συμπληρώσει το 26ο έτος της ηλικίας και έχουν άδεια δικηγόρου ή είναι δικαστικοί λειτουργοί και δεν έχουν υπερβεί το 35ο έτος της ηλικίας τους.
2. Η επιθεώρηση των Πάρεδρων από το Ν.Σ.Κ. γίνεται από έναν Αντιπρόεδρο ή Νομικό Σύμβουλο που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. και για μια διετία. Ο Επιθεωρητής υποχρεούται να παρακολουθεί τις εργασίες και την απόδοση των επιθεωρουμένων και να συντάσσει στο τέλος της διετίας τις οικείες εκθέσεις επιθεωρήσεως. Ο Πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. δύναται, με ειδική εντολή του, να ζητήσει την κατάρτιση και κατάθεση εκθέσεων επιθεωρήσεως οποτεδήποτε και μέσα στην πιο πάνω διετία, για συγκεκριμένους επιθεωρούμενους.
3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του π.δ.282/1996 (ΦΕΚ 199 ΑΆ), προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. μπορούν να συνιστώνται Νέα Δικαστικά Γραφεία του Ν.Σ.Κ. και με τον ίδιο τρόπο καταργούνται υφιστάμενα.»
4. Οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 23 του π.δ.282/1996 αντικαθίστανται ως εξής:

«5. Η αμοιβή των δικηγόρων του Δημοσίου διέπεται από τις διατάξεις του ν.δ.3026 της 6/8 Οκτωβρίου 1954 «Περί του Κώδικος των Δικηγόρων», όπως εκάστοτε ισχύουν και καθορίζεται στο διπλάσιο από εκείνο που προβλέπεται από αυτές ελάχιστου ορίου για κάθε δικαστική ή εξώδικη ενέργεια. Σε δικαστικές ή εξώδικες εργασίες, για τις οποίες από διατάξεις του Κώδικα η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της υπόθεσης, οι δικηγόροι του Δημοσίου αμείβονται, με το διπλάσιο του ελάχιστου ορίου, που ορίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 100 παράγραφος 4, 107 παράγραφος 1 εδάφιο 2 και 110 παράγραφος 1 του πιο πάνω Κώδικα στην πρώτη περίπτωση και από το άρθρο 161 παράγραφος 4 στη δεύτερη περίπτωση. Οι αμοιβές αυτές μπορούν κατά την εκκαθάρισή τους είτε να μειωθούν μέχρι του ελάχιστου ορίου που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα, όταν πρόκειται για χειρισμό μεγάλου αριθμού όμοιων υποθέσεων ή όταν ο δικηγόρος του Δημοσίου δεν χειρίστηκε την υπόθεση με την προσήκουσα επιμέλεια, είτε να αυξηθούν μέχρι το τετραπλάσιο του ελάχιστου αυτού ορίου όταν επιδείχθηκε από τον δικηγόρο ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επιμέλεια.
6. Στους δικηγόρους του Δημοσίου για κάθε μετάβασή τους εκτός της έδρας του Γραφείου τους, για χρονικό διάστημα περισσότερο των δύο ωρών, σε εκτέλεση δοθείσης εντολής, καταβάλλεται εκτός από τα οδοιπορικά και λοιπά έξοδα και ημερήσια αποζημίωση, ίση με το ένα τριακοστό (1/30) του βασικού μισθού του Δικαστικού Αντιπροσώπου.»

5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 42 του π.δ.282/1996 αντικαθίσταται ως εξής:
«Εκπαιδευτική άδεια δεν επιτρέπεται να χορηγηθεί μετά τη συμπλήρωση του 50ού έτους.»
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του π.δ.282/1996 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι άδειες χορηγούνται από τον Υπουργό Οικονομικών, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου μέλους και γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου.»
7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 48 του π.δ.282/1996, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του ν.2753/1999, αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Μέλη του κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. είναι δυνατόν να αποσπώνται σε Υπουργείο, για εκτέλεση ειδικής υπηρεσίας με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών, γενικών ή ειδικών διατάξεων περί αποσπάσεων.»

8. Στην παράγραφο 11 του άρθρου 5 του ν.2343/1995 προστίθεται περίπτωση γ', ως εξής:
«γ) Νομικής υποστήριξης των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.»
9. Για τον επόμενο εισαγωγικό διαγωνισμό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), που θα διενεργηθεί μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γίνονται δεκτοί και υποψήφιοι που δεν έχουν υπερβεί το 40ό έτος της ηλικίας τους στις 31 Δεκεμβρίου του έτους διαγωνισμού.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ


Άρθρο 19
Επιστροφή έμμεσων φόρων


1. Έμμεσοι φόροι που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρά το νόμο δεν επιστρέφονται αν έχουν επιρριφθεί στην κατανάλωση. Το βάρος απόδειξης έχει εκείνος που ζητάει την επιστροφή.
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 159 του ν.2717/1999 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

«Το δικαστήριο διατάσσει υποχρεωτικώς πραγματογνωμοσύνη σε υποθέσεις επιστροφής φόρων που έχουν επιρριφθεί στην κατανάλωση.»
3. Στο άρθρο 88 του ν.2717/1999 προστίθεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Οι προθεσμίες άσκησης ένδικων μέσων, περιλαμβανομένης και της αναιρέσεως, κατά αποφάσεων που διατάσσουν την επιστροφή, καθώς και η άσκησή τους έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα.»
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 εφαρμόζονται και στις υποθέσεις που εκκρεμούν κατά το χρόνο έναρξης της ισχύος τους ενώπιον των φορολογικών αρχών και των διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 20
Αντιμετώπιση λαθρεμπορίας πετρελαίου και καπνικών προϊόντων


1. Όταν διαπιστώνεται ότι χρησιμοποιείται αντί για πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο θέρμανσης, ναυτιλίας ή πετρέλαιο κίνησης νοθευμένο με άλλα προϊόντα, αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες του οχήματος με το οποίο γίνεται η μεταφορά, από τα ελεγκτικά όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και των Τελωνειακών Αρχών.
Στον κάτοχο του οχήματος, επιπλέον των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του ν.1165/1918 «Περί Τελωνειακού Κώδικα», όπως ισχύει, ή των κυρώσεων που προβλέπονται από διατάξεις άλλων νόμων, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ποσού ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών.
Τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος, η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες επιστρέφονται μετά την καταβολή του προστίμου. Η προθεσμία της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την είσπραξη του προστίμου.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
2. Στα προοριζόμενα για εξαγωγή ή αποστολή σε χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης βιομηχανοποιημένα καπνά αναγράφεται σε κάθε μονάδα συσκευασίας κωδικός αριθμός παρτίδας κατά καπνοβιομηχανία, με κατάλληλη μορφή, που επιτρέπει τον προσδιορισμό της προέλευσης του προϊόντος.
Κατά την εξαγωγή ή αποστολή βιομηχανοποιημένων καπνών δηλώνονται στην αρμόδια Τελωνειακή οι κωδικοί αριθμοί που αναγράφονται στις μονάδες συσκευασίας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η εξαγωγή ή αποστολή των προϊόντων αυτών, καθώς και τα στοιχεία του παραλήπτη με την πλήρη εμπορική του επωνυμία.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται επακριβώς το περιεχόμενο του κωδικού αριθμού παρτίδας των βιομηχανοποιημένων καπνών, ο χρόνος εφαρμογής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 21
Αύξηση ποσών μηνιαίων βασικών συντάξεων


1. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15 ΑΆ) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Ο.Γ.Α. (ν.4169/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2001 σε πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές και από 1ης Ιανουαρίου 2002 επίσης σε άλλες πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές.
2. Οι δικαιούχοι της εισοδηματικής ενίσχυσης του άρθρου 14 του ν.2837/2000, οι συνταξιούχοι του Ο.Γ.Α., οι πάσης φύσεως συνταξιούχοι στους οποίους καταβάλλεται Ε.Κ.Α.Σ., οι μακροχρονίως άνεργοι και οι πρώην δήμαρχοι και πρώην πρόεδροι κοινοτήτων, στους οποίους καταβάλλεται χορηγία έως εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές μηνιαίως δικαιούνται για τη χειμερινή περίοδο 2000-2001 οικονομική ενίσχυση, το ύψος της οποίας καθορίζεται ως εξής:

α) δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000) για τους δικαιούχους που κατοικούν στους νομούς Δωδεκανήσου, Ζακύνθου, Ηρακλείου, Κεφαλληνίας, Κυκλάδων, Λασιθίου, Ρεθύμνης, Σάμου, Χανίων και Χίου,
β) δραχμές σαράντα χιλιάδες (40.000) για τους δικαιούχους που κατοικούν στους νομούς Αττικής, Αιτωλοακαρνανίας, Αργολίδας, Αρτας, Αχαϊας, Βοιωτίας, Εύβοιας, Ηλείας, Θεσπρωτίας, Λακωνίας, Λέσβου, Λευκάδας, Μαγνησίας, Μεσσηνίας, Κέρκυρας, Κορινθίας, Πρεβέζης, Φθιώτιδας και Φωκίδας,
γ) δραχμές πενήντα χιλιάδες (50.000) για τους δικαιούχους που κατοικούν στους νομούς Αρκαδίας, Γρεβενών, Δράμας, Εβρου, Ευρυτανίας, Ημαθίας, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Καβάλας, Καρδίτσας, Καστοριάς, Κιλκίς, Κοζάνης, Λαρίσης, Ξάνθης, Πέλλης, Πιερίας, Ροδόπης, Σερρών, Τρικάλων, Φλωρίνης και Χαλκιδικής.

3. Η ανωτέρω οικονομική ενίσχυση, η οποία είναι αφορολόγητη, θα καταβληθεί:

α) στους κατά τα παραπάνω συνταξιούχους και τους πρώην δημάρχους και προέδρους κοινοτήτων από τους ασφαλιστικούς φορείς από τους οποίους καταβάλλεται η κύρια σύνταξή τους ή χορηγία σε δύο ισόποσες δόσεις, η πρώτη με το επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2000 και η δεύτερη με τη σύνταξη του μηνός Μαρτίου 2001,
β) στους μακροχρονίως άνεργους από τον Ο.Α.Ε.Δ. σε δύο ισόποσες δόσεις εντός των μηνών Δεκεμβρίου 2000 και Μαρτίου 2001 και
γ) στους δικαιούχους του άρθρου 14 του ν.2837/2000 εφάπαξ, σύμφωνα με διαδικασία που θα ορισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μπορεί επίσης να ρυθμίζει λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού. Κάθε δικαιούχος λαμβάνει την εν λόγω ενίσχυση από μία και μόνο πηγή.

4. Η προκαλούμενη κατά τα ανωτέρω δαπάνη θα αντιμετωπισθεί με διάθεση των απαραίτητων κονδυλίων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 22
Θέματα Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας


1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν.1100/1980 (ΦΕΚ 295 Α'), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν.1479/1984 (ΦΕΚ 145 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Πόροι του Επιμελητηρίου είναι: α) το δικαίωμα εγγραφής μέλους του, β) η ετήσια συνδρομή, γ) τα δικαιώματα για την έκδοση ή ανανέωση από αυτό επαγγελματικών αδειών, δ) επαγγελματικών ταυτοτήτων και αδειών λειτουργίας γραφείων, ε) τα δικαιώματα για την έκδοση πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων, στ) οι κρατήσεις σε αμοιβές που εισπράττονται από τα μέλη που ορίζονται από το Επιμελητήριο για τη σύνταξη μελέτης ή πραγματογνωμοσύνης, ζ) οι κρατήσεις σε αμοιβές που εισπράττονται από τα μέλη για τη συμμετοχή τους στα διοικητικά συμβούλια ανωνύμων εταιριών ή κάθε μορφής οργανισμών ή Ν.Π.Δ.Δ., η) χορηγίες τραπεζών, συνεταιρισμών, οργανισμών, κοινοπραξιών ή εταιριών, θ) κληρονομίες, κληροδοσίες, δωρεές μελών ή τρίτων, ι) τα εισοδήματα που αποκτά από την περιουσία του, κ) τα εκλογικά παράβολα και κάθε άλλο έσοδο που προβλέπεται από το νόμο.»

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν.1100/1980, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν.1479/1984, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το Επιμελητήριο διοικείται από την Κεντρική Διοίκηση, η οποία είναι δεκαπενταμελής και αποτελείται από τους Πρόεδρο, Α' Αντιπρόεδρο, Β' Αντιπρόεδρο, Γενικό Γραμματέα, Οικονομικό Επόπτη και δέκα (10) Συμβούλους.
Ο Πρόεδρος, ο Α' και Β' Αντιπρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας και ο Οικονομικός Επόπτης αποτελούν το Προεδρείο, το οποίο εισηγείται στην Κεντρική Διοίκηση.
Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μετά από γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας ορίζεται αποζημίωση που καταβάλλεται στα μέλη του Προεδρείου για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις.»

3. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 του ν.1100/1980, αντί της λέξης «Αντιπροέδρου» τίθεται «ΑΆ και ΒΆ Αντιπροέδρου».
4. Στην παράγραφο 9 του άρθρου 9 του ν.1100/1980, η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν.1479/1984, προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:

«Με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του Ο.Ε.Ε. μέσα στα όρια του εγκεκριμένου προϋπολογισμού του, καθορίζεται αποζημίωση που καταβάλλεται στα μέλη της Κεντρικής Διοίκησης που διαμένουν έξω από το Νομό Αττικής, για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις της Κεντρικής Διοίκησης, για τις δαπάνες μετακίνησης και διαμονής τους.»

5. Η παράγραφος 13 του άρθρου 9 του ν.1100/1980, όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν.1479/1984, αντικαθίσταται ως εξής:

«13. Η Κεντρική Διοίκηση συγκαλεί σε κοινή με αυτή σύσκεψη τις Τοπικές Διοικήσεις των Περιφερειακών Τμημάτων μια φορά κάθε έτος. Τα πορίσματα των συσκέψεων αυτών λαμβάνονται συμβουλευτικά υπόψη από τη Συνέλευση των Αντιπροσώπων.
Με απόφαση της Κεντρικής Διοίκησης του Ο.Ε.Ε. μέσα στα όρια του εγκεκριμένου προϋπολογισμού του, καθορίζονται τα έξοδα μετακίνησης, διαμονής και διατροφής που καταβάλλονται στα μέλη των Τοπικών Διοικήσεων.»

6. Στο άρθρο 9 του ν.1100/1980, όπως συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν.1479/1984, προστίθεται παράγραφος 15 ως εξής:

«15. Οι δαπάνες των εκλογών για την ανάδειξη των αιρετών οργάνων του Επιμελητηρίου βαρύνουν το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας.
Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, καθορίζεται αποζημίωση που καταβάλλεται στα μέλη και τους γραμματείς της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής, της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής των Περιφερειακών Εκλογών και στους Προέδρους των Τοπικών Εφορευτικών Επιτροπών.»

 

 

 

 

Άρθρο 23
Θέματα Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών


1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του ν.2753/1999 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Όταν μεταβιβάζεται η κυριότητα ακινήτων στα πιο πάνω πρόσωπα, λόγω δωρεάς, δεν απαιτείται έκθεση εκτίμησης του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών.»
2. Στην περίπτωση α' της παραγράφου 12 του άρθρου 31 του ν.2579/1998 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας δεν απαιτείται έκθεση εκτίμησης του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών όταν η αξία των μεταβιβαζόμενων ακινήτων δεν υπερβαίνει τα είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές.»

 

 

 

 

 

Άρθρο 24
Θέματα Φ.Π.Α.


1. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 26 του ν.2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α') «Κώδικας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας» αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται όταν κατά τη διάρκεια παραμονής των αγαθών στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης υπάρχει καταστροφή, απώλεια ή κλοπή αυτών που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται.»
Οι διατάξεις του παραπάνω εδαφίου ισχύουν για αποζημιώσεις που λαμβάνονται από 1.1.2000.
β. Στις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' «Υπηρεσίες» του Παραρτήματος ΙΙΙ - Αγαθά και Υπηρεσίες που υπάγονται σε συντελεστή Φ.Π.Α. 8% του ν.2859/2000 προστίθενται δύο νέες περιπτώσεις 14 και 15, ως εξής:
«14. Επιδιορθώσεις και μετατροπές ενδυμάτων και υφασμάτων ειδών οικιακής χρήσης.
15. Παροχή υπηρεσιών κατ' οίκον φροντίδας, παιδιών, ηλικιωμένων, ασθενών και ατόμων με ειδικές ανάγκες γενικά.»

Οι διατάξεις της πιο πάνω περίπτωσης ισχύουν από 1.1.2001 μέχρι 31.12.2002.
2. Η πρώτη περίοδος της παραγράφου 3 του άρθρου πέμπτου του ν.1956/1991 (ΦΕΚ 113 Α'), που προστέθηκε με το άρθρο 8 του ν.2364/1995 (ΦΕΚ 252 Α') και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν.2702/1999 (ΦΕΚ 70 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Τα ως άνω μηχανήματα, εξαρτήματα και ανταλλακτικά, καθώς και όσα άλλα προσωρινώς εισαχθούν από την Α/Ο STROYTRANSGAZ και VPO ZARUBEZHN EFTEGAZSTROI για το σκοπό της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, απαλλάσσονται από την καταβολή του Φ.Π.Α. που επιβάλλεται κατά την εισαγωγή παρόμοιων μηχανημάτων, καθώς και από τους φόρους, δασμούς, τέλη και όλες τις συναφείς επιβαρύνσεις εισαγωγής για όλο το χρόνο που θα απαιτηθεί να χρησιμοποιηθούν για την εκτέλεση των παραπάνω συμβάσεων, οπότε και θα επανεξαχθούν και πάντως όχι βραδύτερα από την 31.12.2000.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης επιτρέπεται η ανωτέρω ημερομηνία να παρατείνεται κατ' εξαίρεση για συγκεκριμένο τμήμα του ως άνω μηχανολογικού εξοπλισμού μέχρι την 31.12.2002.»

3. Η περίπτωση ε' της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν.2859/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

«ε) η παροχή υπηρεσιών από δικηγόρους, συμβολαιογράφους, άμισθους υποθηκοφύλακες, δικαστικούς επιμελητές, γιατρούς, οδοντογιατρούς, ψυχολόγους, μαίες, νοσοκόμους και φυσικοθεραπευτές».

Η παρούσα παράγραφος ισχύει από 7.11.2000.
4. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 21 του άρθρου 13 του ν.2601/1998 (ΦΕΚ 81 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«Πράξεις επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας, προστίμων κ.λπ. που αφορούν τις παραπάνω υπηρεσίες και έχουν εκδοθεί για την ανωτέρω χρονική περίοδο παύουν να ισχύουν. Ποσά που τυχόν έχουν βεβαιωθεί διαγράφονται.»
5. Η παράγραφος 4 ισχύει από 15 Απριλίου 1998.

 

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΧΑΡΤΟΣΗΜΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ



Άρθρο 25
Ρυθμίσεις στα τέλη χαρτοσήμου


1. Τα άρθρα 17, 18, 19 και 20 του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931 (ΦΕΚ 239 Α') «Περί κώδικας των νόμων περί τελών χαρτοσήμου» αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 17
Σχέδια μηχανικών κ.τ.λ.

 

Στα σχέδια, προϋπολογισμούς, κάθε φύσης εκθέσεις και μελέτες των μηχανικών και αρχιτεκτόνων, καθώς και στα αντίγραφα αυτών που υποβάλλονται:

α) Στην πολεοδομική για έκδοση οικοδομικών αδειών, επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου δύο τοις χιλίοις (2‰), που υπολογίζεται στον προϋπολογισμό του έργου, όπως αυτός λαμβάνεται υπόψη για την έκδοση της άδειας. Το τέλος αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από χίλιες (1.000) δραχμές.
Εφόσον οι οικοδομικές άδειες εκδίδονται για την κατασκευή έργων του Δημοσίου, δήμων, κοινοτήτων ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το ποσοστό του τέλους μειώνεται στο ένα τέταρτο (1/4).
Το τέλος χαρτοσήμου της περίπτωσης αυτής εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.622/1977 (ΦΕΚ 171 Α').
β) Στις αρμόδιες υπηρεσίες για την κατασκευή έργων του Δημοσίου, δήμων, κοινοτήτων και νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, εφόσον τα έργα αυτά δεν υπάγονται στην προηγούμενη περίπτωση α', επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου δύο τοις χιλίοις (2‰), που υπολογίζεται στην αμοιβή του μελετητή του έργου. Το τέλος αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από χίλιες (1.000) δραχμές και καταβάλλεται από το μελετητή του έργου στο Δημόσιο Ταμείο με αποδεικτικό πληρωμής, πριν από την είσπραξη της αμοιβής του.


Άρθρο 18
Άδειες, έγγραφα ναυτιλιακά, διπλώματα, πτυχία, διαβατήρια και άλλα

Α. Άδειες
1. Οι κατωτέρω άδειες και οι ανανεώσεις τους υπόκεινται σε τέλη ως ακολούθως:

α) Η άδεια μεταβολής ή προσθήκης επωνύμου δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).

β) Η άδεια οδηγού αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).
γ) Η άδεια γάμου θρησκευτικού ή πολιτικού και η πράξη διαζυγίου δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).
δ) Η άδεια αναδοχής υπηρεσίας σε ξένη κυβέρνηση και η άδεια πολιτογράφησης στην αλλοδαπή δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000).
ε) Οι χορηγούμενες άδειες παραμονής και εργασίας σε αλλοδαπούς και τα δελτία ταυτότητας αυτών, αν για λόγους αμοιβαιότητας δεν προβλέπεται διαφορετικά:

αα) βραχείας διάρκειας δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000),
ββ) ετήσιας διάρκειας δραχμές είκοσι χιλιάδες (20.000),
γγ) διάρκειας δύο (2) ετών και άνω δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000),
δδ) δελτία ταυτότητας αλλοδαπού δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).

Τα τέλη χαρτοσήμου δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερα του αντίστοιχου σε δραχμές ποσού, που καταβάλλεται από τους Έλληνες υπηκόους στη χώρα του αλλοδαπού. Όταν παρατείνεται ο χρόνος προσωρινής διαμονής μέχρις τρεις (3) μήνες, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 7 του ν.1975/1991 (ΦΕΚ 184 Α'), το τέλος χαρτοσήμου είναι ίσο με αυτό που καταβλήθηκε για την αρχική χορήγηση της προξενικής θεώρησης. Προκειμένου για Έλληνες ξένης υπηκοότητας τα ανωτέρω τέλη περιορίζονται στο ένα δεύτερο (1/2) και πάντως όχι κατώτερα των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών.
στ) Η άδεια άσκησης επαγγέλματος από ιατρούς, φαρμακοποιούς και γενικά ελεύθερους επαγγελματίες, όπως αυτοί νοούνται στη φορολογία εισοδήματος, εφόσον βάσει διατάξεων προβλέπεται η έκδοση τέτοιας άδειας, δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000).
ζ) Η άδεια θήρας δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).
η) Η άδεια σύστασης ειδικού καπνεργοστασίου δραχμές διακόσιες χιλιάδες (200.000).
ΚατΆ εξαίρεση η ανανέωση της άδειας αυτής δραχμές εκατό χιλιάδες (100.000).
θ) Η άδεια λειτουργίας ιαματικών πηγών δραχμές είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) και τουριστικών ή ταξιδιωτικών γραφείων δραχμές πενήντα χιλιάδες (50.000).
Κατ' εξαίρεση η ανανέωση της άδειας αυτής δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) για τις ιαματικές πηγές και δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000) για τα τουριστικά ή ταξιδιωτικά γραφεία.
ι) Οι άδειες που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 29 του ν.2168/1993 και του ν.456/1976 (ΦΕΚ 277 Α'), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 30 του ν.2168/1993, ως ακολούθως:

αα) οι άδειες οπλοφορίας προς άσκηση στη σκοποβολή δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000),
ββ) οι λοιπές άδειες οπλοφορίας δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000),
γγ) η επέκταση των αδειών οπλοφορίας δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000),
δδ) οι άδειες κατασκευής, εμπορίας, επισκευής και συναρμολόγησης δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000),
εε) οι άδειες εισαγωγής και μεταφοράς από το εξωτερικό προς εμπορία δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000).

2. Δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου:

α) η άδεια οδηγού αναπηρικού αυτοκινήτου που είναι διασκευασμένο και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο από ανάπηρο λόγω της αναπηρίας του,
β) η άδεια οδηγού αυτοκινήτου εν γένει και η άδεια οπλοφορίας, εφόσον χορηγούνται σε δημόσιους υπαλλήλους για υπηρεσιακές ανάγκες.

Β. Έγγραφα ναυτιλιακά - διπλώματα - πτυχία και άλλα Στα κατωτέρω κατά περίπτωση πάγια τέλη υπόκεινται:

α) Τα πιστοποιητικά πλοϊμότητας ελληνικών πλοίων και αεροσκαφών, τα πιστοποιητικά εθνικότητας πλοίων ή νηολογήσεως αεροσκαφών, καθώς και τα αντίγραφα των πιστοποιητικών αυτών δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000).
β) Τα ναυτολόγια πλοίων και τα αντίγραφα αυτών δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000).
γ) Τα χορηγούμενα από δημόσιες αρχές κάθε είδους αποδεικτικά ναυτικής ή αεροναυτικής ικανότητας των πληρωμάτων των πλοίων, των αεροσκαφών, ως και του προσωπικού εδάφους (διπλώματα, πτυχία, άδειες ή πιστοποιητικά), καθώς και τα αντίγραφα αυτών δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).
δ) Τα χορηγούμενα από δημόσιες αρχές αποδεικτικά τεχνικής ικανότητας (πτυχία, διπλώματα, άδειες γενικές και ειδικές), καθώς και τα αντίγραφα αυτών προς κάθε φύσης μηχανικούς, θερμαστές, ηλεκτρολόγους κ.λπ. δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000).
ε) Τα χορηγούμενα από τις δημόσιες αρχές πιστοποιητικά ικανότητας εργολάβου (πτυχία εργοληπτών δημόσιων έργων), καθώς και η ανανέωση ή τα αντίγραφα αυτών:

αα) ΑΆ, ΒΆ, ΓΆ τάξης δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000),
ββ) ΔΆ, ΕΆ και ΣΤΆ τάξης δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000),
γγ) ΖΆ και ανώτερης τάξης δραχμές πενήντα χιλιάδες (50.000).

Γ. Τέλη διαβατηρίων
1. Η έκδοση διαβατηρίου και η ανανέωσή του υπόκειται σε πάγια τέλη χαρτοσήμου που υπολογίζονται για κάθε έτος ισχύος του ως εξής:

α) ατομικό διαβατήριο δραχμές χίλιες πεντακόσιες (1.500),
β) οικογενειακό διαβατήριο δραχμές τρεις χιλιάδες (3.000),
γ) ομαδικό διαβατήριο για κάθε άτομο δραχμές επτακόσιες πενήντα (750).

2. Η θεώρηση από τις αρμόδιες αρχές στην ημεδαπή διαβατηρίων που εκδόθηκαν από ελληνικές ή αλλοδαπές αρχές δεν υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου.
3. Τα διαβατήρια που εκδίδονται από τις Διπλωματικές ή Προξενικές Αρχές στην αλλοδαπή υπόκεινται στα οικεία προξενικά τέλη.
 

Άρθρο 19
Βεβαιώσεις περί υποβολής δήλωσης έναρξης ή μεταβολής εργασιών


Οι βεβαιώσεις που χορηγούνται από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) για την υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών από πρόσωπα που ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τις διατάξεις των άρθρων 2, 3 και 4 του ν.2859/2000, ανεξάρτητα από την υπαγωγή ή μη της δραστηριότητας αυτής σε φόρο προστιθέμενης αξίας και για την υποβολή δήλωσης μεταβολής εργασιών για την ίδρυση υποκαταστήματος ή την είσοδο νέου μέλους σε υφιστάμενο νομικό πρόσωπο, με οποιαδήποτε αιτία, υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου, το οποίο δεν προσαυξάνεται με εισφορά Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις κατωτέρω διακρίσεις:
Α. Φυσικά πρόσωπα.

α) Δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000) εφόσον ασκούν δραστηριότητα σε χωριά ή κωμοπόλεις μέχρι 2.000 κατοίκους, εκτός από τις τουριστικές περιοχές.
β) Δραχμές επτά χιλιάδες πεντακόσιες (7.500) εφόσον ασκούν δραστηριότητα σε κωμοπόλεις και πόλεις άνω των 2.000 και μέχρι 10.000 κατοίκους, καθώς και σε χωριά ή κωμοπόλεις μέχρι 2.000 κατοίκους που βρίσκονται σε τουριστικές περιοχές.
γ) Δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) εφόσον ασκούν δραστηριότητα σε πόλεις άνω των 10.000 και μέχρι 50.000 κατοίκους.
δ) Δραχμές τριάντα χιλιάδες (30.000) εφόσον ασκούν δραστηριότητα σε πόλεις άνω των 50.000 κατοίκων.

Β. Ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες, δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000). Για κάθε μέλος των προσώπων αυτών επιβάλλεται επιπλέον, με βάση τον τόπο που οι εταιρείες αυτές ασκούν δραστηριότητα:

α) Προκειμένου περί ομόρρυθμων μελών το τέλος που ορίζεται στην κατηγορία Α, κατά τις διακρίσεις αυτής.
β) Προκειμένου περί ετερόρρυθμων μελών το τέλος, που ορίζεται στην κατηγορία Α, κατά τις διακρίσεις αυτής, προσαυξημένο κατά 50%.

Γ. Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, δραχμές εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000). Για κάθε μέλος των εταιρειών αυτών επιβάλλεται επιπλέον το τέλος που ορίζεται στην κατηγορία Α, κατά τις διακρίσεις αυτής και με βάση τον τόπο άσκησης δραστηριότητας από τις εταιρείες αυτές, προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%).
Δ. Το πάγιο τέλος που ορίζεται ανωτέρω για τα μέλη των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών επιβάλλεται και στη βεβαίωση που εκδίδεται συνεπεία υποβολής από τις εταιρείες αυτές δηλώσεων μεταβολής εργασιών για την είσοδο κάθε νέου μέλους σε αυτές με οποιαδήποτε αιτία.
Ε. Κοινοπραξίες επιτηδευματιών, δραχμές εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000).
Για κάθε μέλος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, των κοινοπραξιών της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του π.δ.186/1992 επιβάλλεται επιπλέον το τέλος που ορίζεται στην κατηγορία Α, κατά τις διακρίσεις αυτής και με βάση τον τόπο άσκησης της δραστηριότητας της κοινοπραξίας.
ΣΤ. Ανώνυμες εταιρείες, δραχμές διακόσιες είκοσι πέντε χιλιάδες (225.000).
Ζ. Λοιπά πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα, δραχμές δεκαπέντε χιλιάδες (15.000). Το ίδιο τέλος επιβάλλεται και στις βεβαιώσεις έναρξης επιτηδεύματος που χορηγούνται στον ιδρυτή νομικού προσώπου ή οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης.
Στα πρόσωπα της περίπτωσης αυτής περιλαμβάνονται και οι Ιδιότυπες Μεταφορικές Εταιρείες (Ι.Μ.Ε.) του ν.383/1976 (ΦΕΚ 182 ΑΆ) καθώς και οι ναυτικές εταιρείες του ν.959/1979 (ΦΕΚ 192 ΑΆ).
Η. Το τέλος που ορίζεται στις ανωτέρω περιπτώσεις, με εξαίρεση το τέλος για τα μέλη των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών, επιβάλλεται και στις βεβαιώσεις που εκδίδονται συνεπεία υποβολής δηλώσεως μεταβολής εργασιών στην περίπτωση ίδρυσης υποκαταστήματος.
Θ. Το τέλος που προβλέπεται για κάθε υποκατάστημα, επιβάλλεται και στην περίπτωση που το υποκατάστημα ιδρύεται συγχρόνως με την υποβολή εκ μέρους των υπόχρεων της δήλωσης έναρξης εργασιών.
Οι βεβαιώσεις που εκδίδονται για την υποβολή δήλωσης μεταβολής εργασιών που αφορούν περιπτώσεις ίδρυσης υποκαταστημάτων στους χώρους που αναφέρονται στην περίπτωση βΆ της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του π.δ.186/1992, όπως εκάστοτε ισχύει, απαλλάσσονται από τέλη χαρτοσήμου.
Ι. Σε περίπτωση που επιχείρηση μεταφέρει την έδρα της ή την επαγγελματική της εγκατάσταση σε τόπο που προβλέπεται μεγαλύτερο πάγιο τέλος, καταβάλλεται η διαφορά του πάγιου τέλους κατά την έκδοση της σχετικής βεβαίωσης περί υποβολής δήλωσης μεταβολής εργασιών.
ΙΑ. Οι βεβαιώσεις, που εκδίδονται συνεπεία υποβολής δήλωσης έναρξης εργασιών από επιχειρήσεις που προήλθαν από μετατροπή ή συγχώνευση κατά τις διατάξεις του ν.δ.1297/1972 (ΦΕΚ 217 ΑΆ) ή του ν.2166/1993 (ΦΕΚ 137 ΑΆ), δεν υπόκεινται στο τέλος χαρτοσήμου του παρόντος άρθρου.
ΙΒ. Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου, που προβλέπονται με τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ ορισμένων προσώπων, δεν καταλαμβάνουν τα τέλη χαρτοσήμου των βεβαιώσεων που επιβάλλονται με το παρόν άρθρο.
ΙΓ. Το τέλος που επιβάλλεται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού εισπράττεται με αποδεικτικό πληρωμής της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.), που εκδίδει την κατά τα ανωτέρω βεβαίωση.

 

Άρθρο 20
Εξαιρέσεις


Δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου:

α) Οι εξοφλητικές αποδείξεις που δίδονται για συνδρομές, εισφορές, επιχορηγήσεις και κάθε φύσης χρηματικές ενισχύσεις που χορηγούνται από το Δημόσιο, τους δήμους ή κοινότητες σε κάθε είδους νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, καθώς και από τους δήμους ή κοινότητες και κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο σε ευεργετικά ταμεία δημόσιων γενικά, δημοτικών ή κοινοτικών, εκκλησιαστικών και ιδιωτικών υπαλλήλων ή εργατών, εκπαιδευτικά, φιλανθρωπικά, εθνωφελή και κοινωφελή σωματεία ή ιδρύματα, ταμεία, οργανισμούς και επιτροπές.
β) Η συμφωνία για τροποποίηση όρου της αρχικής σύμβασης δανείου, ενέγγυας πίστωσης ή ανοίγματος πίστωσης που υποβλήθηκε στο νόμιμο τέλος, με την προϋπόθεση ότι συνομολογείται πριν τη λήξη της ισχύος της αρχικής σύμβασης και δεν επέρχεται αύξηση του ποσού του δανείου ή της πίστωσης ή μεταβολή στα πρόσωπα που αρχικά συμβλήθηκαν.
γ) Οι εξοφλητικές αποδείξεις που δίδονται για επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων χρημάτων.
δ) Οι αποδείξεις εξόφλησης χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής οδοιπορικών εξόδων, εξόδων κίνησης ή οποιασδήποτε δαπάνης (έξοδα γραφικά, καθαριότητας, θέρμανσης κ.λπ.), τα οποία πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του Δημοσίου, δήμου ή κοινότητας ή οποιουδήποτε νομικού προσώπου, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή οργανισμού ή ατομικής επιχείρησης.
ε) Οι αποδείξεις πληρωμής βοηθημάτων σε οικονομικά αδύνατους ή παθόντες από θεομηνίες ή άλλες αιτίες.
στ) Οι αποδείξεις εξόφλησης χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής επιχορηγήσεων από το Δημόσιο προς τους Δημόσιους Οργανισμούς ή τις Δημόσιες Επιχειρήσεις με μοναδικό μέτοχο το Δημόσιο για την εκτέλεση έργων ή την κάλυψη ελλειμμάτων του προϋπολογισμού τους.
ζ) Οι αποδείξεις παράδοσης αξιών ελεύθερων πληρωμής.
η) Οι καταθέσεις χρημάτων σε τράπεζα ή άλλη ανώνυμη εταιρεία ή νομικό πρόσωπο, δικαιούμενο να δέχεται καταθέσεις, καθώς και η ανάληψη αυτών.
θ) Οι τραπεζικές επιταγές αδιάφορα από τον τόπο έκδοσης, οπισθογράφησης και πληρωμής, καθώς και οι αποδείξεις εξόφλησης των εντολών πληρωμής κάθε φύσης και των πιστωτικών επιστολών.
ι) Η σύμβαση μεταβίβασης ακινήτων.
ια) Η σύμβαση δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου και η σύμβαση γονικής παροχής.
ιβ) Η μεταγραφή των συμβάσεων που αναγράφονται στις περιπτώσεις ιΆ και ιαΆ.
ιγ) Τα καταστατικά των σωματείων ή συνεταιρισμών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και οι τροποποιήσεις τους.»


2. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και στα άρθρα 26 και 27, τα άρθρα 21 έως 29 του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931 καταργούνται, με εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 27 και την παράγραφο 9 του άρθρου 28. Με την ίδια επιφύλαξη καταργούνται τα πάγια τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις λοιπές διατάξεις του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος ή από άλλες διατάξεις. Δεν θίγονται τα τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15α του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος.
Η κατάργηση αυτή δεν συνεπάγεται την επιβολή αναλογικών τελών χαρτοσήμου.
3. Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις δεν θίγονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
4. Τα τέλη χαρτοσήμου που επιβάλλονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, εισπράττονται:

α) Εάν δεν υπερβαίνουν τις 30.000 δρχ., με αποδεικτικό πληρωμής ή με τα χρησιμοποιούμενα κάθε φορά παράβολα είσπραξης τελών χαρτοσήμου.
β) Εάν υπερβαίνουν τις 30.000 δρχ., με αποδεικτικό πληρωμής.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται διαφορετικός τρόπος είσπραξης των τελών αυτών.
Η χρήση κινητού επισήματος, για είσπραξη οποιουδήποτε αναλογικού ή πάγιου τέλους χαρτοσήμου, καταργείται. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ότι για το έτος 2001 επιτρέπεται κατΆ εξαίρεση η χρήση κινητού επισήματος και να καθορίζεται ο τρόπος επιστροφής της αξίας των κινητών επισημάτων σε όσους κατέχουν αυτά.
5. Τα ποσά που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, από 1ης Ιανουαρίου 2002 ορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται ως εξής:

 

Των επτακοσίων πενήντα (750) δραχμών σε:

2 ΕΥΡΩ

Των χιλίων (1.000) δραχμών σε:

3 ΕΥΡΩ

Των χιλίων πεντακοσίων (1.500) δραχμών σε:

 4 ΕΥΡΩ

Των τριών χιλιάδων (3.000) δραχμών σε:

9 ΕΥΡΩ

Των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών σε:

15 ΕΥΡΩ

Των επτάμισι χιλιάδων (7.500) δραχμών σε:

22 ΕΥΡΩ

Των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών σε:

30 ΕΥΡΩ

Των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) δραχμών σε:

 45 ΕΥΡΩ

Των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών σε:

60 ΕΥΡΩ

Των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) δραχμών σε:

 75 ΕΥΡΩ

Των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών σε:

90 ΕΥΡΩ

Των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών σε:

145 ΕΥΡΩ

Των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) δραχμών σε:

220 ΕΥΡΩ

Των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών σε:

295 ΕΥΡΩ

Των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών σε:

590 ΕΥΡΩ

Των διακοσίων είκοσι πέντε χιλιάδων (225.000) δραχμών σε:

 660 ΕΥΡΩ

 

6. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις αυτού.»

 

 

 

 

 

 




Άρθρο 26
Ενοποίηση επιβαρύνσεων αδειών κυκλοφορίας


1. Τα τέλη χαρτοσήμου, η εισφορά υπέρ Τ.Σ.Α., τα τέλη χαρτοσήμου επί της εισφοράς Τ.Σ.Α., η επί των τελών χαρτοσήμου εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α. και το γενικό παράβολο, που επιβάλλονται για την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας και για την αντικατάσταση ή ανανέωση αυτής, ενοποιούνται σε ενιαίο, κατά περίπτωση, τέλος, με την ονομασία «τέλος άδειας οχήματος», το οποίο εισπράττεται υπέρ του Δημοσίου και ανέρχεται ως εξής:
 

Α. Ιδιωτικής χρήσης.

α) Μοτοσικλέτες δρχ.

3.000

β) Λοιπά οχήματα δρχ.

25.000

 

Β. Δημόσιας χρήσης.

α) Μοτοσικλέτες δρχ.

10.000

β) Λοιπά οχήματα δρχ.

35.000

 

2. Από 1ης Ιανουαρίου 2002 τα ποσά των 3.000, 10.000, 25.000 και 35.000 δρχ. που προβλέπονται από την προηγούμενη παράγραφο ορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 9, 30, 75 και 100 ΕΥΡΩ.
3. Από το τέλος που προβλέπεται από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων απαλλάσσονται οι δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και οι ανάπηροι για τις άδειες που αφορούν αναπηρικά αυτοκίνητα που είναι ειδικά διασκευασμένα για αναπήρους.
Με την επιφύλαξη των οριζομένων στη διάταξη του προηγούμενου εδαφίου, απαλλαγές από φόρους και τέλη που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ ορισμένων προσώπων δεν αφορούν το τέλος αυτό.
4. Το τέλος που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εισπράττεται με αποδεικτικό πληρωμής της Δ.Ο.Υ. ή με παράβολο του Δημοσίου πριν από την έκδοση της άδειας.
5. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 2001, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις αυτού.

 

 

 

 

 



Άρθρο 27
Ενοποίηση επιβαρύνσεων μεταβίβασης οχημάτων


1. Τα τέλη χαρτοσήμου, η επΆ αυτών εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α., ο πόρος υπέρ του Ταμείου Νομικών και η εισφορά υπέρ Τ.Σ.Α. που επιβάλλονται κατά περίπτωση για τη μεταβίβαση, από επαχθή αιτία, της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας, με αίρεση ή χωρίς αίρεση, ενοποιούνται σε ενιαίο κατά περίπτωση τέλος, με την ονομασία «τέλος μεταβίβασης αυτοκινήτου οχήματος», το οποίο εισπράττεται υπέρ του Δημοσίου και ανέρχεται ως εξής:

α) Επιβατικά Ι.Χ. αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες κάθε κατηγορίας και χρήσης:

Κατηγορία

Κινητήρας σε κυβ. εκατ.

Τέλος μεταβίβασης

Α

-400

30 ευρώ

Β

401-800

15.000 δρχ.

Γ

801-1300

20.000 δρχ.

Δ

1301-1600

30.000 δρχ.

Ε

1601-1900

40.000 δρχ.

ΣΤ

1901-2500

50.000 δρχ.

Ζ

2501 και άνω

70.000 δρχ.

 

β) Φορτηγά Ι.Χ. αυτοκίνητα:

Κατηγορία

Μικτό βάρος σε χιλιόγραμμα

Τέλος μεταβίβασης

Α

έως 3.500

10.000 δρχ.

Β

3.501-10.000

15.000 δρχ.

Γ

10.001-20.000

25.000 δρχ.

Δ

20.001-30.000

40.000 δρχ.

Ε

30.001-40.000

50.000 δρχ.

ΣΤ

40.001- και άνω

60.000 δρχ.

 

γ) Λεωφορεία Ι.Χ. αυτοκίνητα:

Κατηγορία

Θέσεις καθημένων

Τέλος μεταβίβασης

Α

έως 33

25.000 δρχ.

Β

34-50

35.000 δρχ.

Γ

51 και άνω

45.000 δρχ.

 

δ) Επιβατικά Δ.Χ. αυτοκίνητα (με ή χωρίς μετρητή) μαζί με την άδεια κυκλοφορίας 65.000 δρχ.

 

ε) Φορτηγά Δ.Χ. αυτοκίνητα μαζί με την άδεια κυκλοφορίας:

Κατηγορία

Μικτό βάρος σε χιλιόγραμμα

Τέλος μεταβίβασης

Α

μέχρι 3.500

25.000 δρχ.

Β

3.501-10.000

55.000 δρχ.

Γ

10.001-20.000

80.000 δρχ.

Δ

20.001-30.000

120.000 δρχ.

Ε

30.001-40.000

155.000 δρχ.

ΣΤ

40.001 και άνω

190.000 δρχ.

 

στ) Λεωφορεία Δ.Χ. αυτοκίνητα μαζί με την άδεια κυκλοφορίας:

Κατηγορία

Θέσεις καθημένων και ορθίων

Τέλος μεταβίβασης

Α

έως 50

120.000 δρχ.

Β

51 και άνω

180.000 δρχ.

 

2. Από 1ης Ιανουαρίου 2002 τα ποσά των 10.000, 15.000, 20.000, 25.000, 30.000, 35.000, 40.000, 45.000, 50.000, 55.000, 60.000, 65.000, 70.000, 80.000, 120.000, 155.000, 180.000 και 190.000 δραχμών, που προβλέπονται από την προηγούμενη παράγραφο, ορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε: 30, 45, 60, 75, 90, 105, 120, 135, 145, 160, 175, 190, 205, 235, 350, 455, 530 και 560 ΕΥΡΩ.
3. Όταν μεταβιβάζεται ιδανικό μερίδιο επί αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας το προβλεπόμενο από τις προηγούμενες παραγράφους τέλος επιμερίζεται αναλόγως.
4. Από το τέλος που επιβάλλεται με τις προηγούμενες παραγράφους απαλλάσσονται οι μεταβιβάσεις των οχημάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του φόρου προστιθέμενης αξίας. Στις μεταβιβάσεις των οχημάτων αυτών δεν επιβάλλεται ούτε ο πόρος υπέρ του Ταμείου Νομικών.
5. Το τέλος που προβλέπεται από τις παραγράφους 1 και 2 εισπράττεται με αποδεικτικό πληρωμής της Δ.Ο.Υ. ή με παράβολο του Δημοσίου πριν από τη μεταβίβαση.
6. Για τη μεταβίβαση, από επαχθή αιτία, της κυριότητας μοτοποδηλάτου με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 50 κ.ε. επιβάλλεται τέλος υπέρ του Δημοσίου, το οποίο ανέρχεται σε 5.000 δρχ.. Από 1.1.2002 το ποσό αυτό ορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο διαμορφώνεται σε 15 ΕΥΡΩ.
Προκειμένου περί μεταβιβάσεως ιδανικού μεριδίου μοτοποδηλάτου το προβλεπόμενο από την παράγραφο αυτή τέλος επιμερίζεται αναλόγως.
Το τέλος δεν επιβάλλεται στις μεταβιβάσεις που εμπίπτουν στο φόρο προστιθέμενης αξίας.
Το αναλογικό τέλος χαρτοσήμου που προβλέπεται για τις μεταβιβάσεις της κυριότητας μοτοποδηλάτων, στις οποίες επιβάλλεται το τέλος της παραγράφου αυτής, καταργείται.
Το τέλος που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή εισπράττεται με αποδεικτικό πληρωμής της Δ.Ο.Υ. ή με παράβολο του Δημοσίου πριν από τη μεταβίβαση.
7. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις αυτού.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 28
Τέλη κυκλοφορίας

 

1. Τα τέλη κυκλοφορίας που επιβάλλονται στα δημόσιας χρήσης αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες μειώνονται για το έτος 2001 κατά πενήντα τοις εκατό (50%).
2. Τα τέλη κυκλοφορίας των επιβατικών ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων, των επιβατικών δίκυκλων και τρίκυκλων μοτοσικλετών ιδιωτικής χρήσης, των τύπου jeep αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης ανεξαρτήτως από το χαρακτηρισμό τους ως επιβατικών ή φορτηγών και των επιβατικών ρυμουλκούμενων, ημιρυμουλκούμενων ιδιωτικής χρήσης (τροχόσπιτων), καταβάλλονται με την προμήθεια ειδικού σήματος που αποτελεί ένδειξη καταβολής.

Στα ανωτέρω αυτοκίνητα περιλαμβάνονται και τα επιβατικά ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα που εισάγονται από το αλλοδαπό προσωπικό των εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα με βάση τον α.ν.89/1967 (ΦΕΚ 132 ΑΆ), όπως ισχύει.
Με το ειδικό σήμα δύναται να κυκλοφορεί το αυτοκίνητο από την 1η Δεκεμβρίου μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του προηγούμενου και επόμενου αντίστοιχα έτους εκείνου για το οποίο εκδίδεται.

Ειδικά για τα οχήματα που τίθενται για πρώτη φορά σε κυκλοφορία, καθώς και γιΆ αυτά που προέρχονται από μετατροπή, από κατηγορία οχημάτων για τα οποία δεν προβλέπεται ειδικό σήμα σε κατηγορία για την οποία προβλέπεται, η προμήθεια του σήματος γίνεται κατά τη χορήγηση της άδειας κυκλοφορίας.

Επί συνιδιοκτησίας, για να χορηγηθεί το ειδικό σήμα, πρέπει να καταβληθεί το σύνολο των τελών κυκλοφορίας του οχήματος.
Το ειδικό σήμα χορηγείται υποχρεωτικά και για τα οχήματα για τα οποία προβλέπεται απαλλαγή από τα τέλη κυκλοφορίας έναντι ποσού χιλίων (1.000) δραχμών που αποτελεί το κόστος παραγωγής και διάθεσής του.

Δεν χορηγείται ειδικό σήμα εάν από τις πινακίδες κυκλοφορίας προκύπτει ότι πρόκειται για οχήματα που ανήκουν σε πρόσωπα απαλλασσόμενα από τα τέλη κυκλοφορίας.
Σε περίπτωση εκπρόθεσμης προμήθειας του ειδικού σήματος ή παράλειψης προμήθειας ή καταβολής μειωμένων τελών κυκλοφορίας επιβάλλεται από τη Δ.Ο.Υ. πρόστιμο ίσο με τα τέλη κυκλοφορίας που αντιστοιχούν στο όχημα και πάντως όχι κάτω των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών.

Όταν το όχημα απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) των τελών κυκλοφορίας που προβλέπονται για το μη απαλλασσόμενο αντίστοιχο όχημα. Επίσης, πρόστιμο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών επιβάλλεται και στην περίπτωση που αφαιρέθηκαν οι πινακίδες του οχήματος, με πράξη της Αστυνομικής ς, επειδή δεν έφερε επικολλημένο το ειδικό σήμα, η προμήθεια του οποίου είχε γίνει πριν την αφαίρεση, εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα, καθώς και στην περίπτωση προμήθειας νέου σήματος λόγω απώλειας, κλοπής ή καταστροφής του αρχικά χορηγηθέντος.

Εάν για το όχημα προβλέπονται τέλη κυκλοφορίας κατώτερα των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών, το πρόστιμο σε περίπτωση προμήθειας νέου σήματος λόγω απώλειας, κλοπής ή καταστροφής, περιορίζεται στο ύψος των τελών κυκλοφορίας. Το νέο σήμα χορηγείται χωρίς άλλη επιβάρυνση.
Η ακινησία των ανωτέρω οχημάτων δεν αίρεται εάν ο κάτοχος του οχήματος δεν προμηθευτεί προηγουμένως το ειδικό σήμα τελών κυκλοφορίας του έτους κατά το οποίο γίνεται η άρση. Στην περίπτωση αυτή το σήμα χορηγείται χωρίς πρόστιμο.
Για τα οχήματα για τα οποία, παρότι υπάρχει υποχρέωση, δεν έγινε προμήθεια ειδικού σήματος τελών κυκλοφορίας ή καταβλήθηκαν μειωμένα τέλη κυκλοφορίας, το οφειλόμενο ποσό τελών κυκλοφορίας, καθώς και το κατά περίπτωση προβλεπόμενο πρόστιμο βεβαιώνονται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ..
Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 και της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.2523/1997 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 36 του ν.2093/1992 εφαρμόζονται αναλόγως.

Αρμόδιος για τη βεβαίωση των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας και προστίμων σε περίπτωση μη προμήθειας του ειδικού σήματος ή καταβολής μειωμένων τελών είναι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του κατόχου του οχήματος κατά το χρόνο της βεβαίωσης αυτών. Για τη βεβαίωση των οφειλόμενων ποσών, ο αρμόδιος Προϊστάμενος συντάσσει χρηματικό κατάλογο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο του ανωτέρω ειδικού σήματος, τα πρόσωπα τα οποία το διαθέτουν, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων τελών κυκλοφορίας, ο τρόπος και ο χρόνος βεβαίωσης και καταβολής των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας και προστίμων σε περίπτωση μη προμήθειας του ειδικού σήματος ή καταβολής μειωμένων τελών και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Με όμοια απόφαση μπορεί να παρατείνεται η προθεσμία προμήθειας του ειδικού σήματος.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ότι τα τέλη κυκλοφορίας, για τα οποία δεν προβλέπεται χορήγηση ειδικού σήματος, εισπράττονται με παράβολο του Δημοσίου.
4. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 29
Απόδοση δικαιωμάτων τρίτων


1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών καθορίζονται τα ποσά που αποδίδονται στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελμάτων (Ο.Α.Ε.Ε.) – Τ.Σ.Α. και στο Ταμείο Νομικών, λόγω της κατά τα άρθρα 26 και 27 ενσωμάτωσης των δικαιωμάτων τους στα κατά περίπτωση επιβαλλόμενα τέλη, ο τρόπος απόδοσης των ποσών αυτών και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
2. Η απόδοση στον Ο.Α.Ε.Ε. – Τ.Σ.Α. και στο Ταμείο Νομικών των ποσών που καθορίζονται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 δεν υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου.
3. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 30
Ρυθμίσεις θεμάτων παιγνίων


1.
Τα τέλη διενέργειας ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων, που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.2515/1997 (ΦΕΚ 154 ΑΆ) και τα οποία ανέρχονται σε 25.000, 55.000, 80.000, 100.000, 140.000 και 180.000 δρχ., αυξάνονται από 1.1.2001 σε 30.000, 90.000, 130.000, 160.000, 250.000 και 350.000 δρχ., αντίστοιχα.
Από 1.1.2002, τα ανωτέρω ποσά ορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται σε 90, 265, 380, 470, 730 και 1.030 ΕΥΡΩ, αντίστοιχα.
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.2515/1997, όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Τα ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά ψυχαγωγικά τεχνικά παίγνια λειτουργούν μόνο εφόσον διαθέτουν ενσωματωμένο ή είναι συνδεδεμένα με ειδικό απαραβίαστο φορολογικό μηχανισμό αυτόματης καταγραφής και έκδοσης αποδείξεων εσόδου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1809/1988 (ΦΕΚ 222 ΑΆ) και την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1144860/370/29.12.1998 (ΦΕΚ 1338 ΒΆ).
Για τις πράξεις ή παραλείψεις που ανάγονται στην εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, επιβάλλονται οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από το ν.1809/1988 και ν.2523/1997.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θα καθορισθούν οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του μέτρου αυτού».

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2002.
3. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του ν.2753/1999 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Πέρα από τις ποινές που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, όταν κατάσχεται παιγνιομηχάνημα ως τυχερό, καταλογίζεται σε βάρος της επιχείρησης πρόστιμο τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών για κάθε παιγνιομηχάνημα που κατάσχεται. Από 1.1.2002 το ανωτέρω ποσό ορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο διαμορφώνεται σε εννέα χιλιάδες (9.000) ΕΥΡΩ.
Εφόσον η υπόθεση παραπεμφθεί στην αρμόδια Επιτροπή Παιγνίων, ύστερα από διατύπωση επιφύλαξης κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή, ο καταλογισμός του προστίμου γίνεται μετά την έκδοση της σχετικής πραγματογνωμοσύνης και εφόσον το παίγνιο δεν χαρακτηρίσθηκε από αυτήν ως ψυχαγωγικό τεχνικό.
Για την επιβολή του προστίμου, τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, το δικαστικό συμβιβασμό, την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου και τη βεβαίωση και καταβολή αυτού, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν.2523/1997.»

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2001.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 31
Διαμόρφωση ποσών σε ΕΥΡΩ – Κατάργηση φόρου


1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 15α του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. Σε συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή, που εκδίδονται στην Ελλάδα, επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου, το οποίο ορίζεται ως ακολούθως:
 

Για ονομαστική αξία

μέχρι 300 ΕΥΡΩ:

1,5 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 300

και μέχρι 600 ΕΥΡΩ:

 3 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

 άνω των 600

και μέχρι 1.200 ΕΥΡΩ:

 6 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 1.200

και μέχρι 1.800 ΕΥΡΩ:

9 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 1.800

και μέχρι 2.400 ΕΥΡΩ:

 12 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 2.400

και μέχρι 3.000 ΕΥΡΩ:

15 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 3.000

και μέχρι 4.200 ΕΥΡΩ:

21 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 4.200

και μέχρι 5.400 ΕΥΡΩ:

27 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 5.400

και μέχρι 6.600 ΕΥΡΩ:

33 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 6.600

και μέχρι 7.800 ΕΥΡΩ:

39 ΕΥΡΩ

Για ονομαστική αξία

άνω των 7.800

και μέχρι 9.000 ΕΥΡΩ:

45 ΕΥΡΩ

 

Για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή ονομαστικής αξίας μεγαλύτερης των 9.000 ΕΥΡΩ, το τέλος ορίζεται σε πέντε τοις χιλίοις (5‰) για την πέραν των 9.000 ΕΥΡΩ ονομαστική αξία αυτών.
Η οπισθογράφηση, η τριτεγγύηση και η εξόφληση συναλλαγματικής ή γραμματίου σε διαταγή συντάσσεται ατελώς.
2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο τέλος χαρτοσήμου για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή αξίας μέχρι 9.000 ΕΥΡΩ εισπράττεται υποχρεωτικά με χρήση ειδικών εντύπων ενσήμων, για συναλλαγματικές δε και γραμμάτια σε διαταγή αξίας ανώτερης, με χρήση ειδικού εντύπου ενσήμου της συναλλαγματικής ή του γραμματίου σε διαταγή αξίας 9.000 ΕΥΡΩ και με αποδεικτικό πληρωμής της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας.».
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των εντύπων ενσήμων συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
2. Σε όσες περιπτώσεις το αναλογικό τέλος χαρτοσήμου είναι ή περιλαμβάνει κλάσμα ΕΥΡΩ το κλάσμα αυτό αμελείται.
3. Η αξία του ειδικού σφραγιστού χάρτη, στον οποίο συντάσσεται η υπεύθυνη δήλωση που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.1599/1986 (ΦΕΚ 75 ΑΆ) καθορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενη διαμορφώνεται σε ένα (1) ΕΥΡΩ.
4. Τα ποσά των 5.000 και 50.000 δραχμών που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 16 του ν. 2523/1997 καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται σε 15 και 150 ΕΥΡΩ, αντίστοιχα.
5. Τα ποσά του τέλους εξέτασης και χαρακτηρισμού παιγνίων που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του ν.2753/1999 και τα οποία ανέρχονται σε 500.000, 250.000 και 35.000 δρχ. ορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται σε 1.460, 730 και 100 ΕΥΡΩ, αντίστοιχα.
6. Τα ποσά των χιλίων (1.000) και δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται σε 3 και 30 ΕΥΡΩ, αντίστοιχα.
7. Τα ποσά της εφάπαξ εισφοράς που προβλέπονται από τη διάταξη της περίπτωσης αΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν.δ.49/1968 (ΦΕΚ 29 ΑΆ), όπως ισχύει, για τα φορτηγά αυτοκίνητα Ι.Χ. με κλειστό αμάξωμα και τα οποία ανέρχονται σε 80.000, 100.000, 120.000 και 140.000 δραχμές καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 235, 295, 350 και 410 ΕΥΡΩ.
Τα ποσά της εφάπαξ εισφοράς που προβλέπονται από τη διάταξη της περίπτωσης βΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν.δ.49/1968, όπως ισχύει, για τα φορτηγά αυτοκίνητα Ι.Χ. με ανοικτό αμάξωμα και τα οποία ανέρχονται σε 50.000, 60.000, 70.000, 80.000 δραχμές καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 150, 175, 205 και 235 ΕΥΡΩ.
Το ποσό της εφάπαξ εισφοράς που προβλέπεται από τη διάταξη της περίπτωσης γΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν.δ.49/1968, όπως ισχύει, για τα τρίτροχα φορτηγά Ι.Χ. με κλειστό αμάξωμα και το οποίο ανέρχεται σε 20.000 δρχ. καθορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο διαμορφώνεται σε 60 ΕΥΡΩ.
Τα ποσά της εφάπαξ εισφοράς που προβλέπονται από τις περιπτώσεις αΆ και βΆ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν.δ.49/1968, όπως ισχύει για φορτηγά αυτοκίνητα Ι.Χ. άνω των 4.000 χιλιογράμμων μικτού βάρους, τα οποία ανέρχονται σε 140.000 και 80.000 δραχμές προσαυξανόμενα κατά 16 δραχμές ανά χιλιόγραμμο για το πέραν των 4.000 χιλιογράμμων μικτό βάρος καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται σε 410 και 235 ΕΥΡΩ αντίστοιχα, προσαυξανόμενα κατά 0,05 ΕΥΡΩ για κάθε χιλιόγραμμο μικτού βάρους για το πέραν των 4.000 χιλιογράμμων μικτό βάρος.
Τα ποσά των 120.000, 80.000 και 40.000 δραχμών, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 2 του ν.δ.49/1968, όπως ισχύει, καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 350, 235 και 120 ΕΥΡΩ.
8. Τα ποσά της εφάπαξ εισφοράς που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.383/1976 (ΦΕΚ 182 ΑΆ) για τα φορτηγά αυτοκίνητα Δ.Χ. και τα οποία ανέρχονται σε 10,7 και 5 δραχμές ανά χιλιόγραμμο μικτού βάρους και 30.000 δραχμές για τα Φ.Δ.Χ. αυτοκίνητα ψυγεία καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και αναπροσαρμοζόμενα και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 0,04, 0,03, 0,02 και 90 ΕΥΡΩ.
9. Τα ποσά του εφάπαξ ειδικού τέλους που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 και της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν.1108/1980 (ΦΕΚ 304 ΑΆ) και τα οποία ανέρχονται σε 100.000, 70.000 και 85.000 δραχμές, καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 295, 205 και 255 ΕΥΡΩ.
10. Το ποσό των 30.000 δρχ. της εισφοράς που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν.1073/1980 (ΦΕΚ 214 ΑΆ) για την αντικατάσταση των τρίτροχων φορτηγών δημόσιας χρήσης με φορτηγά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, καθορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο ανέρχεται σε 90 ΕΥΡΩ.
11. Τα ποσά που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν.2052/1992 (ΦΕΚ 94 ΑΆ), τα οποία ανέρχονται σε 50.000, 30.000 και 15.000 δρχ., καθορίζονται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενα διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 150, 90 και 45 ΕΥΡΩ.
Το ποσό του τέλους των 350 δρχ. ανά ίππο (αγγλικό) κινητήρα μηχανημάτων έργου που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του ν.2052/1992 καθορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο διαμορφώνεται σε 1 ΕΥΡΩ.
12. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.2579/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«Το τέλος αυτό υπολογίζεται για κάθε μηνιαίο λογαριασμό κάθε σύνδεσης και ορίζεται ως εξής:

Για μηνιαίο λογαριασμό μέχρι 30 ΕΥΡΩ: 1,5 ΕΥΡΩ
Για μηνιαίο λογαριασμό πάνω από 30 ΕΥΡΩ και μέχρι 60 ΕΥΡΩ: 3 ΕΥΡΩ
Για μηνιαίο λογαριασμό πάνω από 60 ΕΥΡΩ και μέχρι 90 ΕΥΡΩ: 4,5 ΕΥΡΩ
Για μηνιαίο λογαριασμό πάνω από 90 ΕΥΡΩ: 6 ΕΥΡΩ»

13. Το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών που ορίζεται στη διάταξη της παραγράφου 5 της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών 1128269/1226/0015/15.11.1995 (ΦΕΚ 982 ΒΆ) για το εισιτήριο εισόδου στα καζίνο, ορίζεται σε ΕΥΡΩ και στρογγυλοποιούμενο διαμορφώνεται σε 15 ΕΥΡΩ.

14. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που προβλέπεται για το ακατέργαστο θείο από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν.1038/1980 (ΦΕΚ 67 ΑΆ), όπως ισχύει, καταργείται.

15. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2002 εκτός από την παράγραφο 14, η ισχύς της οποίας αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 32

Δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986

 

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ότι για τη σύνταξη, από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2001, της υπεύθυνης δήλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν.1599/1986 (ΦΕΚ 75 ΑΆ), επιτρέπεται να χρησιμοποιείται και φωτοτυπία της υπεύθυνης δήλωσης που τέθηκε σε κυκλοφορία με την απόφασή του 1023196/296/18.2.1998 (ΦΕΚ 143 ΒΆ). Στη συντασσόμενη κατά τον τρόπο αυτόν υπεύθυνη δήλωση θα επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου διακοσίων πενήντα (250) δραχμών.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 33

Κατάργηση ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών

 

1. Ο ειδικός φόρος τραπεζικών εργασιών που επιβάλλεται με τις διατάξεις των άρθρων 6–16 του ν.1676/1986 (ΦΕΚ 204 ΑΆ), όπως ισχύει, στα ακαθάριστα έσοδα που προβλέπονται από τη διάταξη της περίπτωσης βΆ του άρθρου 7 του ίδιου νόμου, καταργείται.

Στα ακαθάριστα έσοδα για τα οποία καταργείται ο ειδικός φόρος τραπεζικών εργασιών και στα παρεπόμενα αυτών σύμφωνα δεν επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου.

2. Η ισχύς της παραγράφου 1 αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001 και καταλαμβάνει έσοδα για τα οποία η φορολογική υποχρέωση γεννάται από την ημερομηνία αυτήν.

 

 

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ

 

Άρθρο 34

Κατάργηση φόρων υπέρ τρίτων

 

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι πιο κάτω κοινωνικοί πόροι των αντίστοιχων νομικών προσώπων, Δημοσίου, οργανισμών ή ειδικών λογαριασμών:

1. Τα έσοδα από κληρονομιές άκληρων πολιτικών υπαλλήλων που απεβίωσαν, που προβλέπονται από το ν.δ.12.2-1.3.1923 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

2. Τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 21 του άρθρου 14 του διατάγματος της 10ης Μαϊου – 20 Ιουλίου 1926 (ΦΕΚ 241 ΑΆ) χρηματικά ποσά που εισπράττονται ως αντισηκώματα, πρόστιμα ή εξαγορά υπηρεσίας και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

3. Τα έσοδα από την εκποίηση κάθε είδους άχρηστου για το στρατό υλικού, λόγω φθοράς ή λόγω επίταξης που προβλέπονται από το π.δ. 10.5/20.7.1926 αρ. 14 παρ. 20, α.ν.114/1936 άρθρο 2 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

4. Τα έσοδα από την εκποίηση κάθε είδους χρήσιμου αλλά ακατάλληλου για το στρατό υλικού, καθώς και υλικού που δεν χρησιμοποιήθηκε, που προβλέπονται από το π.δ. 10.5/20.7.1926 αρθ. 14 παρ. 20, α.ν.114/1936 άρθρο 2 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

5. Ποσοστό 2% επί των πληρωμών που κάνουν οι Ενοπλες Δυνάμεις για προμήθειες, επισκευές, μετασκευές, κατασκευές εγκαταστάσεων, μισθώματα και ημερομίσθια του ν.δ.398/1974 άρθρο 21 παρ. 6, 7 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου αλληλοβοηθείας στρατού ξηράς.

6. Η κράτηση 4% επί της αξίας των προμηθευόμενων πολεμικών ή υπηρετικών πλοίων ή σκαφών, είτε για ναυπήγηση είτε για αγορά που προβλέπονται από τον κ.ν.5481/1932 άρθρο 44, παρ. αΆ, α.ν.2141/1939, α.ν.437/1948 άρθρο 1 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

7. Η Κράτηση 4% στο ποσό της αγοράς τορπιλών και λοιπών εκρηκτικών υλών υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού, που γίνονται για την υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος που προβλέπονται από τον κ.ν.5481/1932 άρθρο 44 παρ. αΆ, α.ν.2141/1939, α.ν.437/1948 άρθρο 1 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

8. Τα εισπραττόμενα από το Δημόσιο για το Πολεμικό Ναυτικό έσοδα και αντισηκώματα που προβλέπονται από τον κ.ν.5481/1932 άρθρο 50, ν.2740 άρθρο 10 ν.5121 άρθρο111, περί αεροπορίας ν.5481 άρθρο 111 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

9. Τα αντισηκώματα των στρατευσίμων της αεροπορίας που προβλέπονται από τον α.ν.1447/1938, ν.δ.3850/1958 άρθρα 86-89, περί στρατολογίας και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

10. Η κράτηση 15% των αντισηκωμάτων και προστίμων, με βάση την ισχύουσα στρατιωτική νομοθεσία που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974, ν.788/1978 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Ναυτικού.

11. Η κράτηση 1% στις αποδοχές των στρατευσίμων που προβλέπονται από ν.δ.398/1974 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Ναυτικού.

12. Η κράτηση στο αντίτιμο της τροφοδοσίας των κληρωτών και εφέδρων οπλιτών που αναχωρούν σε άδεια μικρής διάρκειας που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Ναυτικού.

13. Το ποσοστό μέχρι 20% στα καθαρά κέρδη των εκμεταλλεύσεων προσωπικού, που λειτουργούν εντός των στρατιωτικών χώρων, που καθορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Αμυνας (βάσει του προϋπολογισμού 94 – 95 το ποσοστό είναι 3%) που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974 άρθρο 21 παρ. 2 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοήθειας Στρατιωτικών Αεροπορίας.

14. Η κράτηση 15% από τα καθοριζόμενα, βάσει της ισχύουσας Στρατολογικής Νομοθεσίας, αντισηκώματα και πρόστιμα που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974 άρθρο 21 παρ. 5 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοήθειας Στρατιωτικών Αεροπορίας.

15. Η κράτηση 1% στις αποδοχές των στρατευσίμων και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Στρατιωτικών Αεροπορίας, ν.δ.398/1974.

16. Η κράτηση στο αντίτιμο της τροφοδοσίας των κληρωτών και εφέδρων οπλιτών που αναχωρούν σε άδεια μικρής διάρκειας, που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Στρατιωτικών Αεροπορίας.

17. Τα ποσά των παραγραφέντων μισθών απόντων οπλιτών που προβλέπονται από το ν.δ.398/1974 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Στρατιωτικών Αεροπορίας.

18. Η κράτηση 4% επί της συνολικής δαπάνης που κάνει το Δημόσιο, το Ταμείο Αμυνας Αεροπορίας ή το Μ.Τ.Α., για προμήθειες, επιχορηγήσεις και άλλες υπηρεσίες, που προβλέπονται από τον α.ν.1988/1939 άρθρο 4 παρ. 11, α.ν.2141/1939 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας.

19. Το προϊόν από την εκποίηση άχρηστων και εύχρηστων, αλλά ακατάλληλων υλικών και εφοδίων, που ανήκουν στο Υπουργείο Αεροπορίας και στις υπαγόμενες σε αυτό υπηρεσίες, με εξαίρεση τις διατάξεις του α.ν.1077/1938 περί «τρόπου εκποιήσεως παλαιότερου υλικού», που προβλέπονται από τον α.ν.1988/1939 άρθρο 4 παρ. 13, ν.1678/1944 άρθρο 4 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας.

20. Τα έσοδα από την επιβολή δικαιώματος χρήσης λιμένος επί των εισαγόμενων πετρελαιοειδών, καθώς και για τα προϊόντα τα οποία παράγονται από τα Κρατικά Διυλιστήρια που προβλέπονται από το ν.3834/1958 και καταβάλλονται υπέρ του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά (Ο.Λ.Π.).

21. Το τέλος το οποίο επιβάλλεται στα εισαγόμενα ή παραγόμενα στο εξωτερικό πετρελαιοειδή. Το τέλος καταβάλλεται από τον παραλήπτη στο όνομα του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός, που προβλέπονται από το ν.δ.357/1969 και καταβάλλονται υπέρ του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά (Ο.Λ.Π.).

22. Τα έσοδα από την εισφορά επί των αποδοχών των εργατών και υπαλλήλων των βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων που προβλέπονται από το ν.843/1948 και καταβάλλονται υπέρ του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά (Ο.Λ.Π.).

23. Τα έσοδα από το ποσοστό 2% των μισθωμάτων των μεταξύ του Κράτους και ιδιωτών συμβάσεων, για εκμετάλλευση άγονων ακτοπλοϊκών γραμμών, καθώς και επί των αποζημιώσεων γενικά των χορηγούμενων από το Δημόσιο στα πλοία που μεταφέρουν ταχυδρομείο, που προβλέπονται από τον α.ν.528/1938, άρθρο 4 και καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

24. Η εισφορά 10.000 δρχ. για κάθε έκδοση άδειας για κατοχή όπλου σε πλοιάρχους, που προβλέπονται από την Υ.Α.3312/1994 και καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

25. Η εισφορά υπέρ Ν.Α.Τ. για κάθε χορήγηση άδειας λειτουργίας καζίνου που προβλέπονται από την Υ.Α.3312/1994 και καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

26. Τα έσοδα από εκποίηση σε ιδιώτες κρατικών πλοίων, που προβλέπονται από το α.ν.469/1974 άρθρο 7 και ν.δ.3380/1955 και καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

27. Τα έσοδα από το προϊόν εκποίησης ανασυρόμενων από τη θάλασσα αδέσποτων πραγμάτων που καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

28. Τα έσοδα από το προϊόν εκποίησης ανελκυσθέντων έρμαιων και ναυαγίων (ανενεργός πόρος) που καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

29. Τα έσοδα από το ποσοστό 10% σε κάθε θαλάσσια λεία που καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

30. Τα έσοδα από την επιβολή δικαιώματος χρήσης λιμένος επί των εισαγόμενων πετρελαιοειδών και για τα προϊόντα τα οποία παράγονται από τα Κρατικά Διυλιστήρια που προβλέπονται από το ν.3834/1958 και καταβάλλονται υπέρ των Λιμενικών Ταμείων.

31. Το τέλος που εισπράττεται από τα Λιμενικά Ταμεία το οποίο επιβάλλεται στα εισαγόμενα ή παραγόμενα στο εξωτερικό πετρελαιοειδή. Σύμφωνα με το νόμο, το τέλος καταβάλλεται από τον παραλήπτη στο όνομα του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός, που προβλέπονται από το ν.δ.357/1969 και καταβάλλονται υπέρ των Λιμενικών Ταμείων.

32. Ο πόρος υπέρ των απομακρυνθέντων από την Υπηρεσία Λεμβούχων που προβλέπονται από το ν.δ.4544/1966 και β.δ.176/1977 και καταβάλλονται υπέρ του ειδικού λογαριασμού αποζημίωσης λεμβούχων.

33. Η ειδική εισφορά 0,50 δρχ. για κάθε τόννο σίτου προέλευσης εσωτερικού ή εξωτερικού εκφορτωμένου σε λιμάνι ή όρμο με μηχανικά μέσα του Ο.Λ.Π. ή των κυλινδρομύλων ή άλλων οργανώσεων ή που προβλέπονται από το ν.3239/1955 και καταβάλλονται υπέρ του λογαριασμού προστασίας φορτοεκφορτωτών λιμενεργατών.

34. Τα έσοδα που αποδίδει ο Ο.Λ.Π. που προκύπτουν από τα δικαιώματα φορτοεκφόρτωσης και καταβάλλονται υπέρ του ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΙΗΡΗΣ.

35. Τα έσοδα από το φόρο που επιβάλλεται κατά την εισαγωγή των ελαστικών αυτοκινήτων και των αεροθαλάμων αυτών, που προβλέπονται από τον α.ν.843/1948 και καταβάλλονται υπέρ του Ειδικού Ταμείου Μονίμων Οδοστρωμάτων Αθηνών (Ε.Τ.Μ.Ο.Α.).

36. Η εισφορά επί των αποστειρουμένων σύκων που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, ν.δ.2167/1952 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

37. Τα παράβολα αποστειρουμένων σύκων που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, ν.δ.2167/1952 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

38. Τα τέλη σημάνσεως αποστειρουμένων σύκων που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, ν.δ.2167/1952 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

39. Τα χρηματικά ποσά που εισπράττονται από την στρεμματική αποζημίωση αδειών ρυζοκαλλιέργειας που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, α.ν.1850/1951 άρθρο 2 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

40. Το παράβολο αναθεώρησης των τιμών ελαιοπυρήνων που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, ν.δ.2686/1953 άρθρα 4, 5 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

41. Το έσοδο από το ποσοστό 15% του φόρου πολυτελείας επί της τεχνητής μετάξης που κατασκευάζεται στην ημεδαπή, που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1, ν.2152/1952 άρθρο 1 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

42. Τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές για την προώθηση της εντατικής καλλιέργειας που προβλέπονται από τον α.ν.813/1937 άρθρο 15 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

43. Τα δικαιώματα για την έκδοση αντιγράφων συμβολαίων και πάσης φύσεως πράξεων για χρήση του Δημοσίου που προβλέπονται από τον ν.670/1977 άρθρο 111 και καταβάλλονται υπέρ του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου.

44. Η εισφορά που προβλέπεται από την περίπτωση δΆ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν.6071/1937 (ΦΕΚ 68 ΑΆ), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 του ν.2166/1993 (ΦΕΚ 137 ΑΆ).

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 35

Εισαγωγή κοινωνικών πόρων στον Κρατικό Προϋπολογισμό

 

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος εισάγονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό οι πιο κάτω κοινωνικοί πόροι των αντίστοιχων Νομικών Προσώπων, Δημοσίου ή Ειδικών Λογαριασμών.

α. Η παραχώρηση οχημάτων από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.) προς τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και Ν.Π.Δ.Δ. σε τιμή μειωμένη κατά 50% από την τιμή κοστολόγησης.

β. Τα πρόστιμα, ποινικές ρήτρες ή χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σε εργολάβους ή προμηθευτές του Δημοσίου, που προβλέπονται από το ν.δ.12.2-1.3.1923 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

γ. Τα έσοδα από καταπτώσεις εγγυήσεων λόγω παραβίασης συμβάσεων από προμηθευτές ή εργολάβους του Δημοσίου, που προβλέπονται από το ν.δ.12.2-1.2.1923 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

δ. Τα έσοδα από την εκποίηση άχρηστου υλικού οποιασδήποτε πολιτικής ς, που προβλέπονται από το ν.δ.12.2-1.3.1923 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

ε. Τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 12 του άρθρου 14 του διατάγματος της 10ης Μαϊου – 20 Ιουλίου 1926 (ΦΕΚ 241 ΑΆ) χρηματικά ποσά που προέρχονται από τις αποδοχές των μονίμων, των εφέδρων και των οπλιτών που υπηρετούν τη θητεία τους στο στρατό ή τη θητεία τους στο στρατό ή τη χωροφυλακή, για το διάστημα που βρίσκονται και δεν πληρώνονται και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

στ. Τα έσοδα από την εκποίηση κτηνών του στρατού, οχημάτων, πολεμικών οργάνων και κάθε άλλου υλικού που προέρχονται από επίταξη, που προβλέπονται από το ν.4407/1929 άρθρο 3 εδάφιο Β και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Εθνικής Αμυνας.

ζ. Τα έσοδα από την εκποίηση υλικού και κτηνών του στρατού, που είναι εύχρηστο υλικό αλλά μη αναγκαίο για το στρατό, που προβλέπονται από το ν.δ.4.10.1927 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Εθνικής Αμυνας.

η. Τα έσοδα υπέρ του Δημοσίου, από πρόστιμα, ποινές, αντισηκώματα, εξαγορές πρόσθετων υπηρεσιών κ.λπ. που καταβάλλονται από τους στρατεύσιμους ή έφεδρους προς τακτοποίηση της στρατολογικής τους κατάστασης, που αποδίδονται στο Τ.Ε.Α. και που προβλέπονται από το ν.4407/1929 άρθρο 3 εδάφιο Ζ και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Εθνικής Αμυνας.

θ. Τα έσοδα από όλα τα πρόστιμα και τις χρηματικές ποινές, που επιβάλλονται κατά την εκτέλεση του κώδικα περί στρατιωτικών εισφορών και ναυλώσεων, που προβλέπονται από το ν.4442/1929 άρθρο 47 σε συνδυασμό με το ν.4977/1931.

ι. Τα έσοδα από κάθε είδους υλικά από λείες πολέμου, που προβλέπονται από το ν.4407/1929 άρθρο 3 εδάφιο θΆ και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Εθνικής Αμυνας.

ια. Τα έσοδα από χρηματικές ποινές που επιβάλλονται στα συμβόλαια και τις συμβάσεις ναυπηγικών ή βιομηχανικών οίκων, που προβλέπονται από τον κ.ν.5481/1932 άρθρο 48 παρ. αΆ και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

ιβ. Τα έσοδα από τις χρηματικές ποινές που επιβάλλονται στα συμβόλαια και τις συμβάσεις μεταξύ βιομηχανικών οίκων και του Σώματος της Πολεμικής Αεροπορίας, που προβλέπονται από τον κ.ν.5481/1932 άρθρο 48 παρ. αΆ και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού.

ιγ. Το προϊόν εκποίησης του πλεονάζοντος εύχρηστου αλλά μη αναγκαίου υλικού, που προβλέπονται από το ν.δ.3960/1959 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αεροπορικής Αμυνας.

ιδ. Το προϊόν από την εκποίηση άχρηστων και εύχρηστων, αλλά ακατάλληλων υλικών και εφοδίων, που ανήκουν στο Υπουργείο Αεροπορίας και στις υπαγόμενες σε αυτό υπηρεσίες, με εξαίρεση τις διατάξεις του α.ν.1077/1938 περί «τρόπου εκποιήσεως παλαιότερου υλικού», που προβλέπονται από τον α.ν.1988/1939 άρθρο 4 παρ. 13, ν.1678/1944 άρθρο 4 και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας.

ιε. Τα έσοδα από ποσοστό 50% επί του αντιτίμου από τα εισιτήρια των C-130 που χρησιμοποιούνται για τη μετακίνηση του προσωπικού, που προβλέπονται από τη Φ.829/ΑΔ.928647/20.5.1993/ΓΕΑ/Δ32α Διαταγή και καταβάλλονται υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας.

ιστ. Τα έσοδα από ποσοστό 10% του 1/3 του προϊόντος από την πρόσθετη φορολογία 0,5% επί των εισαγόμενων προϊόντων που προβλέπονται από τον α.ν.788/1948, ν.3883/1958 και καταβάλλονται υπέρ της Ακαδημίας Αθηνών.

ιζ. Ο ειδικός φόρος επί της τιμής των εισιτηρίων κινηματογράφων κατανέμεται σε τρίτους ως εξής: α) 20-55% στους επιχειρηματίες προβολείς, β) 60% του υπολοίπου του (α) στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, γ) 39% του υπολοίπου του (α) στο Υπουργείο Πολιτισμού και δ) 1% του υπολοίπου του (α) στο Ταμείο Εισαγωγής Κινηματογραφιστών.

ιη. Τα έσοδα από ποσοστό 5% από τα εισπραττόμενα φαρικά τέλη, τα οποία αποτελούν φόρο του Δημοσίου, αποδίδεται στο Ν.Α.Τ. που προβλέπονται από το ν.δ.718/1970 και καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

ιθ. Τα έσοδα από πώληση άχρηστου ή πλεονάζοντος, για το Π.Ι.Κ.Π.Α., υλικού που καταβάλλονται υπέρ του Π.Ι.Κ.Π.Α..

κ. Οι κρατήσεις από τα εκπλειστηριάσματα από την εκποίηση πραγμάτων που προβλέπονται από το ν.478/1976 άρθρο 2 και καταβάλλονται υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.).

κα. Τα έσοδα από την επιβολή διοικητικών χρηματικών ποινών σε όσους ρυπαίνουν το περιβάλλον (στην πράξη δεν έγινε ποτέ χρήση αυτού του δικαιώματος), που προβλέπονται από το ν.1561/1955 και καταβάλλονται υπέρ του Οργανισμού Θεσσαλονίκης.

κβ. Τα έσοδα από πρόστιμα και τέλη που επιβάλλονται από τον Οργανισμό στους ρυπαίνοντες το περιβάλλον, που προβλέπονται από το ν.1515/1985 και καταβάλλονται υπέρ του Οργανισμού Αθήνας.

κγ. Η απόδοση στον ειδικό λογαριασμό «Αποθεματικό Κεφάλαιο Προστασίας Καπνοπαραγωγής» 51.000.000 δρχ. από το φόρο κατανάλωσης σιγαρέττων εγχώριας παραγωγής, που προβλέπονται από το ν.δ.4373/1964 και καταβάλλονται υπέρ του Εθνικού Οργανισμού Καπνού.

κδ. Τα έσοδα από την πώληση προϊόντων, την αποζημίωση εργασιών, την εκποίηση υλικών, που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ. 1 και καταβάλλονται υπέρ του Κ.Τ.Γ.Κ.Δ..

κε. Τα ποσά που προέρχονται από την εκποίηση, ενοικίαση και παράχρηση αγρών, οικοπέδων, οικημάτων κ.λπ., καθώς και του μηχανολογικού και εργαστηριακού εξοπλισμού, εργαλείων και μέσων Δημοσίου, που χρησιμοποιούσαν τα μετονομαζόμενα κέντρα σποροπαραγωγής και καταβάλλονται στον Ειδικό Λογαριασμό Σποροπαραγωγής, που προβλέπονται από το ν.1564/1985 παρ. 2,δΆ και καταβάλλονται υπέρ του Κ.Τ.Γ.Κ.Δ..

κστ. Τα μισθώματα από φόρους δασικών προϊόντων γενικά (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

κζ. Τα έσοδα από μισθώματα από φόρους ρητίνης (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

κη. Τα γραμμάτια ή διπλότυπα εισπράξεως για την έκδοση άδειας κυνηγιού (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από τον α.ν.1926/1939 άρθρο 8.

κθ. Οι αποζημιώσεις δασικών αδικημάτων (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

λ. Τα έσοδα από στρεμματικό δασικό φόρο (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από τον α.ν.2204/1940 άρθρο 15, ν.δ.2501/1953 άρθρο 36.

λα. Τα έσοδα από τις μισθώσεις ή παραχωρήσεις δημοσίων δασικών εκτάσεων (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από το ν.4173 άρθρο 220, ν.482/1943 άρθρο 7.

λβ. Τα έσοδα από την αξία δημευόμενων δασικών προϊόντων, οργάνων, σκευών, μεταφορικών μέσων κ.λπ. (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από το ν.4173 άρθρο 220, ν.482/1943 άρθρο 3, ν.δ.2501/1953 άρθρο 44.

λγ. Τα έσοδα από το τίμημα εκποιηθέντων δημευθέντων γεωργικών προϊόντων (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από το ν.4173 άρθρο 220.

λδ. Τα πρόστιμα (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από τον α.ν.1460/1938 άρθρο 12.

λε. Τα πρόστιμα ιδιωτικών δασοφυλάκων (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.) που προβλέπονται από τον α.ν.959/1945 άρθρο 12.

λστ. Τα έσοδα από καταλογισμούς (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από το π.δ.19.11.1928 άρθρα 43-45.

λζ. Το ειδικό τέλος κατάθεσης αίτησης αναγνώρισης δικαιωμάτων επί δάσους ή δασικής έκτασης από το Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών. Το τέλος κυμαίνεται από 2.000 δρχ. έως 100.000 ανάλογα με το μέγεθος της έκτασης (έσοδο των Δασαρχείων που αποδίδεται στο Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.), που προβλέπονται από το ν.998/1979.

λη. Τα τέλη που επιβάλλονται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται ακάλυπτους χώρους του Δημοσίου και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

λθ. Τα έσοδα από τα τέλη που επιβάλλονται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, που ασχολούνται με την παραγωγή αντιγράφων αρχαίων και λοιπών εκθεμάτων μουσείων περιοχής Δωδεκανήσου, που προβλέπονται από το ν.736/1977 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

μ. Τα έσοδα από τέλη δημοσιεύσεως φωτογραφιών αρχαιολογικού περιεχομένου, που χρησιμοποιούνται για εμπορική εκμετάλλευση, που προβλέπονται από το ν.736/1977 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

μα. Εσοδα από τέλη κινηματογραφήσεως ή λήψεως φωτογραφιών εντός μουσείων, αρχαιολογικών χώρων, ή μνημείων που προβλέπονται από το ν.736/1977 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

μβ. Εσοδα από τέλη κινηματογραφήσεως ή λήψεως φωτογραφιών εντός μουσείων, αρχαιολογικών χώρων, ή μνημείων περιοχής Δωδεκανήσου, που προβλέπονται από το ν.736/1977 και καταβάλλονται υπέρ του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

μγ. Τα έσοδα από το ποσοστό 1% για κάθε έργο που έχει παραχθεί στο εσωτερικό ή το εξωτερικό και που προορίζεται για δημόσιους χώρους, ιερούς ναούς, νεκροταφεία, πλατείες κ.λπ. που προβλέπονται από το ν.261/1943 και καταβάλλονται υπέρ της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων.

μδ. Τα έσοδα από το ποσοστό 2% στην τιμή των έργων που πωλούνται από την Σ.Κ.Τ.Γ., που προβλέπονται από το ν.261/1943 και καταβάλλονται υπέρ της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων.

με. Τα έσοδα από τα ποσοστά από τις πωλήσεις βιβλίων που γίνονται σε εκθέσεις που διοργανώνει η ίδια η Στέγη, που προβλέπονται από το ν.261/1943 και καταβάλλονται υπέρ της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων.

μστ. Τα έσοδα από το ποσοστό 2% από την αξία κάθε αναπαραγόμενου έργου εικαστικής τέχνης, που προβλέπονται από το ν.1218/1981 και καταβάλλονται υπέρ του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε.Ε.Τ.Ε.).

μζ. Τα έσοδα από το ποσοστό 2% από την αμοιβή κάθε μέλους του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε.Ε.Τ.Ε.) για επιμέλεια ή εικονογράφηση εντύπου ή μακέτας ή σκηνογραφίας έργου θεάτρου, κινηματογράφου, τηλεόρασης που προβλέπονται από το ν.1218/1981 και καταβάλλονται υπέρ του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε.Ε.Τ.Ε.).

μη. Τα πρόστιμα μέχρι το ποσό των 10.000.000 δραχμών της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του ν.1565/1985 (ΦΕΚ 164 ΑΆ) όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν.2326/1995 (ΦΕΚ153 ΑΆ) όταν κατά την παραγωγή, εμπορία, διάθεση λιπασμάτων διαπιστωθεί η ύπαρξη τοξικών ουσιών και καταβάλλονται υπέρ του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας (ΕΤΕΠΠΑΑ).

μθ. Η προσαύξηση κατά 100% των εξόδων ανάλυσης, που προβλέπεται από την παράγραφο 5 του άρθρου 11 του ν.1565/1985, όπως αυτό το άρθρο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του ν.2326/1995 (ΦΕΚ 153 ΑΆ),όταν η δήλωση ή οι ενδείξεις επί της συσκευασίας ως προς τη σύνθεση των λιπασμάτων παρουσιάζουν αποκλίσεις μεγαλύτερες των επιτρεπομένων ανοχών, που καθορίζονται στην κείμενη νομοθεσία και καταβάλλονται υπέρ του ΕΤΕΠΠΑΑ.

ν. Τα τέλη, παράβολα και πρόστιμα που εισπράττονται κατά την εκτέλεση του έργου του Γενικού Χημείου του Κράτους, καθώς και οι αποζημιώσεις για την παροχή υπηρεσιών προς οργανισμούς, επιχειρήσεις και ιδιώτες, τα οποία προβλέπονται από την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του ν.4328/1929, όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 11 του ν.2343/1995, και καταβάλλονται υπέρ του ΕΤΕΠΠΑΑ.

να. Τα έσοδα από τα τέλη για ατομικές άδειες αλιείας επαγγελματικές και ερασιτεχνικές που καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

νβ. Αδειες αλιείας σκάφους επαγγελματικές και ερασιτεχνικές(περιλαμβάνονται τέσσερις κατηγορίες εντύπων) που καταβάλλονται υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.).

νγ. Η ετήσια εισφορά μηχανοκίνητων ελαιοτριβείων που προβλέπονται από το β.δ.284/1961 άρθρο 6 παρ.1, ν.δ.2686/1953 άρθρα 4, 5 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

νδ. Τα έσοδα από τις εκμισθώσεις των αποστραγγιζόμενων γαιών στη Μακεδονία που προβλέπονται από τον α.ν.430/1937 και α.ν.1250/1938 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

νε. Τα έσοδα από τις εκμισθώσεις των αδιάθετων γεωργικών κλήρων που προβλέπονται από τον Αγροτικό Κώδικα 2880 άρθρο 258 και καταβάλλονται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ.Δ.).

2. Η είσπραξη των πόρων της προηγούμενης παραγράφου θα εξακολουθήσει να γίνεται επΆ ονόματι των νομικών προσώπων υπέρ των οποίων έχουν θεσπιστεί. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της είσπραξης των πόρων αυτών και της εισαγωγής τους στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

 

 

 

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 36

Ρυθμίσεις θεμάτων ργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου και θεμάτων Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών

 

1. Το άρθρο 22 του π.δ.228/1999 (ΦΕΚ 193 ΑΆ) τροποποιείται ως εξής:

«Η εταιρική χρήση έχει διάρκεια δώδεκα (12) μηνών, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η πρώτη εταιρική χρήση του Ο.Π.Α.Π. ως ανώνυμης εταιρείας αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2000 και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2000.

Η ισχύς της παρούσας διάταξης άρχεται από 8.11.2000.»

2. Στο άρθρο 27 του ν.2843/2000 (ΦΕΚ 219 ΑΆ) προστίθεται παράγραφος 10, ως εξής:

«10. Τα υφιστάμενα κατά την 31.12.2000 χρηματικά υπόλοιπα από τα δικαιώματα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού που προέρχονται από τα παιχνίδια του Ο.Π.Α.Π., για τον προσδιορισμό των οποίων έχουν ληφθεί υπόψη και οι διαφορές φόρων που έχουν προκύψει από φορολογικούς ελέγχους του Ο.Π.Α.Π., κατατίθενται από αυτόν στον Ειδικό Λογαριασμό της παραγράφου 4 του παρόντος το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του 2001.

Το πλεόνασμα του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε., το οποίο έχει σχηματισθεί σύμφωνα με το εδάφιο βΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του π.δ.395/1990 (ΦΕΚ 158 ΑΆ) και του εδαφίου βΆ της παραγράφου 11 του άρθρου μόνου του π.δ.433/1990 (ΦΕΚ 169 ΑΆ) και εισφέρεται για το σχηματισμό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο ή τέλος υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Η διάταξη της παρούσας παραγράφου τίθεται σε ισχύ από την 8.11.2000.»

3. Στο άρθρο 10 του ν.2744/1999 (ΦΕΚ 222 ΑΆ) προστίθεται τελευταίο εδάφιο, ως εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, με χρήση εξομοιώνεται και κάθε βραχύτερη του έτους διαχειριστική περίοδος των ανωτέρω Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών, υπό τη νομική μορφή που αυτοί είχαν προ της μετατροπής τους σε ανώνυμες εταιρείες, η οποία αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του έτους αυτού και λήγει την προηγούμενη της έναρξης της πρώτης χρήσης τους ως ανωνύμων εταιρειών.»

4. Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν.2000/1991 (ΦΕΚ 216 ΑΆ) δύναται να εφαρμοσθεί αναλογικά και στους συνεργαζόμενους με τον Οργανισμό Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (Ο.Π.Α.Π.) πράκτορες και με όρους που θα καθορίσει η Δ.Ε.Α..

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 37

Διαχείριση και αξιοποίηση του ειδικού κεφαλαίου του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού ΟΤΕ

 

1.  Το εδάφιο αΆ της περίπτωσης δΆ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.2768/1999 (ΦΕΚ 273 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής:

«Το Ταμείο Αρωγής προσωπικού Ο.Τ.Ε. μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, που εγκρίνεται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναλαμβάνει από την Τράπεζα της Ελλάδος μέρος των διαθεσίμων κεφαλαίων του, που τελούν υπό καθεστώς αποκλειστικής διαχείρισης, καθώς και μέρος των κατεχόμενων χρεογράφων του Δημοσίου από την Τράπεζα της Ελλάδος ή άλλες Τράπεζες, προκειμένου να προβεί στην παροχή δανείου προς το Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Ο.Τ.Ε. (Τ.Α.Π.–Ο.Τ.Ε.).

2. Στο τέλος της περίπτωσης δΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν.2768/1999 προστίθενται δύο εδάφια που έχουν ως εξής:

«Οι όροι χορήγησης του δανείου, ο χρόνος και ο τρόπος εξόφλησης αυτού, η αποτίμηση της αξίας των εισφερόμενων χρεογράφων του Δημοσίου, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με την υπογραφή της σχετικής δανειακής σύμβασης.

Η σύμβαση παροχής δανείου, η εξόφληση του δανείου, καθώς και η εξόφληση των εξ αυτού τόκων απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου, καθώς και από οποιαδήποτε εισφορά, δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.»

3. Η περίπτωση θΆ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν.2768/1999 τροποποιείται ως εξής, ως ακολούθως:

«Η ΔΕΚΑ Α.Ε. αναλαμβάνει την υποχρέωση κάλυψης των ελλειμμάτων του Τ.Α.Π.–Ο.Τ.Ε. της περιόδου 1.11.1998 έως τρεις (3) μήνες μετά τη χορήγηση άδειας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στην ανώνυμη εταιρεία της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, που διενεργείται με την παράδοση στο Τ.Α.Π.–Ο.Τ.Ε. ισόποσης αξίας τίτλων ή μετοχών.»

4. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν.2768/1999 προστίθεται περίπτωση ιαΆ που έχει ως εξής:

«ια. Επί των τόκων που καταβάλλονται στο Ταμείο Αρωγής Προσωπικού Ο.Τ.Ε. ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης για το εισόδημα αυτό. Ο παρακρατούμενος φόρος του προηγούμενου εδαφίου αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με την υποβολή δήλωσης από τον οφειλέτη των τόκων στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία στην περιφέρεια της οποίας αυτός έχει την έδρα του, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα που έγινε η παρακράτηση του φόρου. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 12 του ν.2238/1994 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους τόκους της περίπτωσης αυτής.

Κατά την είσπραξη από την εταιρεία τόκων προερχόμενων από τη διαχείριση του ειδικού κεφαλαίου του Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού ΟΤΕ (Τ.Α.Π.–Ο.Τ.Ε.) ενεργείται από τον καταβάλλοντα παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 12 και 54 του ν.2238/1994, κατά περίπτωση. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση για τα εισοδήματα αυτά.

Το καθαρό εισόδημα από κινητές αξίες, που προκύπτει ετησίως από επενδύσεις του ειδικού κεφαλαίου σε τίτλους αλλοδαπής προέλευσης, φορολογείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για το εισόδημα αυτό. Η εταιρεία έχει υποχρέωση να αποδώσει τον αναλογούντα φόρο στην αρμόδια για τη φορολογία του δικαιούχου του εισοδήματος αυτού Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία μέσα στο μήνα Ιανουάριο του επόμενου έτους. Οι διατάξεις των άρθρων 113 και 116 του ν.2238/1994 εφαρμόζονται ανάλογα και για το φόρο που οφείλεται με βάση τη διάταξη αυτή.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 38

Ρυθμίσεις θεμάτων λογιστών – φοροτεχνικών

 

1.  Στις περιπτώσεις των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 13 του ν.2771/1999 (ΦΕΚ 280 ΑΆ) για την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού λαμβάνεται υπόψη και η προϋπηρεσία που έχει αποκτηθεί και στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.

2. Οι επιτηδευματίες, καθώς και οι κοινοπραξίες ή κοινωνίες επιτηδευματιών, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του Π.Δ. 186/1992, οι οποίοι:

α) τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. ή
β) τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο έχουν πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα:

αα) πάνω από 100.000 (εκατό χιλιάδες) ευρώ, αν πρόκειται για εμπορική ή μικτή επιχείρηση,
ββ) πάνω από 50.000 (πενήντα χιλιάδες) ευρώ, αν πρόκειται για επιτηδευματία που ασκεί εμπορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα, υποβάλλουν τις κάθε είδους δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), αρχικές, συμπληρωματικές, τροποποιητικές, περιοδικές και εκκαθαριστικές, αφού προηγουμένως έχουν υπογραφεί και από λογιστή φοροτεχνικό, κάτοχο της σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.

3. Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο χρόνος έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, οι κατηγορίες των υπόχρεων, η ακριβής εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλόμενων εντύπων και καταστάσεων, ο τρόπος υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με τις ίδιες αποφάσεις, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2, δύνανται να αυξομειώνονται τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων που αναφέρονται σε αυτήν.

5. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν κατΆ εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις:

α) Για τους υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρόστιμο, κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν.2523/1997.

Αν ο υπόχρεος κατά του οποίου έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, μετά την κοινοποίηση αυτής, υποπέσει πάλι σε όμοια παράβαση, κατά την ίδια χρήση, το προβλεπόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου.

β) Για τους υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επιβάλλεται πρόστιμο των διατάξεων του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν.2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι ανακριβείς σε σχέση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδομένα και ο υπόχρεος επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών.

Το πρόστιμο αυτό είναι αυτοτελές ανά δήλωση.

6. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43 ΑΆ) προστίθενται τρία νέα εδάφια ως εξής:

«Επίσης οι εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου, που ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους υπερβαίνει το ποσό των τριών (3) δισεκατομμυρίων δραχμών, υποχρεούνται να υπολογίζουν εσωλογιστικά, σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση, το λειτουργικό κόστος, το κόστος παραγωγής και τα αναλυτικά αποτελέσματα.

Οι εταιρείες οι οποίες δεν υποχρεούνται με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (π.δ.186/1992) στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (άρθρο 37 Κ.Β.Σ.) έχει δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή, καθώς και οι εταιρείες των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια δραχμές, απαλλάσσονται από την ενημέρωση των λογαριασμών της Αναλυτικής Λογιστικής σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος (λειτουργικό και παραγωγής) και τα αναλυτικά αποτελέσματα μόνο στο τέλος της χρήσης.

Ειδικές διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις στις εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών, κατισχύουν των διατάξεων των δύο προηγούμενων εδαφίων. Οι επιχειρήσεις αυτές, εφόσον δεν τηρούν βιβλίο αποθήκης κατά την εξαγωγή, θα υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος και τα αναλυτικά αποτελέσματα με διενέργεια τριμηνιαίων απογραφών.»

7. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 39

Φορολογία υπεραξίας

 

1. Η προθεσμία που ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν.2579/1998, όπως αυτή ισχύει μετά την παράτασή της με την παράγραφο 3 του άρθρου 28 του ν.2682/1999 (ΦΕΚ 16 ΑΆ), παρατείνεται και τα ποσά φόρου που ορίζονται σε αυτήν επιβάλλονται για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003.

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν.2579/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση αυτού του νόμου μέχρι 31.12.2003.»

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 40

Κατάργηση διατάξεων

 

Καταργούνται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 12 του ν.2367/1995, που θεσπίζουν περιορισμούς στη μεταβίβαση μετοχών της εταιρείας «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.», καθώς και υποχρέωση της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και των νομικών προσώπων του δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν.2190/1994, διατηρήσεως της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της ανωτέρω εταιρείας σε σταθερό ποσοστό πενήντα ένα τοις εκατό (51%) του συνόλου του. Ο συνεταιρισμός των εργαζομένων της εταιρείας «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.» διατηρεί την παρεχόμενη σε αυτόν, με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου 12, δυνατότητα να αγοράζει μετοχές εργαζομένων και να τις μεταβιβάζει σε τρίτους.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 41

Παράταση προθεσμιών

 

1. Η προθεσμία που προβλέπεται στη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν.2601/1998 όπως αυτό προστέθηκε στον εν λόγω νόμο με το άρθρο 35 του ν.2638/1998 (ΦΕΚ 204 ΑΆ), παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους 2001.

2. Η προθεσμία που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης (υ) της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν.2601/1998, η οποία παρατάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 41 του ν.2778/1999 (ΦΕΚ 295 ΑΆ), παρατείνεται αφότου έληξε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους 2001.

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 42

Θέματα προσωπικού

 

1. Η παράγραφος δΆ του άρθρου 5 του ν.2838/2000 (ΦΕΚ 179 ΑΆ) αντικαθίσταται ως εξής:

«δ. Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2 και 3 του ν.2512/1997.»

2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 6 του ν.2838/2000 αντικαθίσταται από την έναρξη ισχύος της ως εξής:

«6. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας θεωρείται ο χρόνος που διανύθηκε στις Ενοπλες Δυνάμεις ή στην Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό και το Πυροσβεστικό Σώμα ή την τέως Ελληνική Χωροφυλακή και την τέως Αστυνομία Πόλεων από την ημερομηνία κατάταξής τους, καθώς και ο χρόνος φοίτησης στα Α.Ε.Ι., τα Τ.Ε.Ι., τις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.) και εξάμηνη θαλάσσια υπηρεσία μετά τη λήψη διπλώματος ΓΆ Τάξης Αξιωματικού του Εμπορικού Ναυτικού, εφόσον η φοίτηση ή το πτυχίο αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξής τους. Δεν λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία η υπηρεσία στις Ενοπλες Δυνάμεις ως κληρωτού ή εφέδρου, καθώς και ο πέραν του ελάχιστου χρόνου φοίτησης στις σχολές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»

 

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 43

Κοπή κερμάτων ΕΥΡΩ

 

Η Τράπεζα της Ελλάδος σε περίπτωση αδυναμίας της να εκτελέσει τη συνολική παραγγελία κοπής – τύπωσης κερμάτων ΕΥΡΩ, διενεργεί, κατόπιν εντολής του Υπουργού Οικονομικών, διαγωνισμό για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου προς παραγωγή των κερμάτων αυτών στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις προμήθειές της.

Στην εντολή του Υπουργού Οικονομικών αναφέρονται αναλυτικά τα στοιχεία που πρέπει να περιληφθούν στη διακήρυξη του διαγωνισμού και ιδίως η ποσότητα των κερμάτων, οι τεχνικές προδιαγραφές και ο χρόνος παραγωγής.

Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάθεση της προμήθειας των κερμάτων εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του ν.δ.488/1974 (ΦΕΚ 203 ΑΆ).

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 44

Κράτηση από επιδοτήσεις

 

Οι διατάξεις του άρθρου 57 παράγραφοι 5 και 6 του ν.2324/1995 (ΦΕΚ 146 ΑΆ) επαναφέρονται σε ισχύ και εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις του ν.2601/1998 (ΦΕΚ 81 ΑΆ) ως προς τις κεντρικές υπηρεσιακές μονάδες του π.δ.178/2000 (ΦΕΚ 165 ΑΆ), του ποσοστού της παραγράφου 5 οριζόμενου σε 1%.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 45

Φορολογία εκπαιδευτικών Βαυαρίας

 

1.  Στο άρθρο 14 του ν.2238/1994 προστίθεται παράγραφος 8 που έχει ως εξής:

«8. Το καθαρό ποσό της ειδικής αποζημίωσης που παίρνουν εκτός από τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχολικών μονάδων της Βαυαρίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Ο.Δ.Γ.), με φορέα το Προξενείο της Ελλάδας, φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημα αυτό υπολογίζεται κατά την εκκαθάριση της οικείας ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Με την καταβολή αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για το ποσό αυτό των αμοιβών.»

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται στα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από τους δικαιούχους στις χρήσεις 1997 και 1998, καθώς και από 1ης Ιανουαρίου 2001 και μετά.

3. Αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχολικών μονάδων της Βαυαρίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, με φορέα το Προξενείο της Ελλάδας, που έχουν εισπράξει ποσά ειδικής αποζημίωσης κατά την περίοδο 1.1.1997 έως 31.12.1998, δύνανται να υποβάλλουν στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας σχετική αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του δεύτερου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ειδικώς, στις χρήσεις αυτές τα ποσά της ειδικής αποζημίωσης θα φορολογηθούν αυτοτελώς με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του καθαρού ποσού τους.

Με την καταβολή του παραπάνω φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος για τα δηλωθέντα κατά τα ανωτέρω ποσά.

Η οφειλή για φόρο εισοδήματος που βεβαιώνεται με βάση την αρχική ή συμπληρωματική δήλωση κάθε έτους καταβάλλεται σε τριάντα έξι (36) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του φόρου και η καθεμιά από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των επόμενων μηνών.

Σε όσους εξοφλούν μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης ολόκληρο το ποσό του οφειλόμενου φόρου, για τις αρχικές και συμπληρωματικές δηλώσεις και των δύο ετών, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) στο οφειλόμενο ποσό.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 46

Κατάργηση απαλλαγής

 

Η περίπτωση ια' της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν.2238/1994, όπως αυτή προστέθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 6 του ν.2740/1999, καταργείται.

Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου αυτού του άρθρου εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτούνται από 1.1.2001 και μετά.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 47

Αναστολή εκτέλεσης

 

1. Το άρθρο 30 του ν.2789/2000 (ΦΕΚ 21 ΑΆ) τροποποιείται ως εξής:

«α. Στην παράγραφο 4 περίπτωση β', αντί της 31ης Οκτωβρίου 2000 ορίζεται η 31η Μαρτίου 2001.

β. Στην παράγραφο 7 αντί της 1.11.2000 ορίζεται η 1.4.2001.»

2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει από 31 Οκτωβρίου 2000.

3. Οι τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της σχετικής αιτήσεως, να χορηγούν στον αιτούντα δανειολήπτη αντίγραφο του φακέλου του δανείου του και λεπτομερή κατάσταση περιέχουσα όλες τις επιμέρους χρεοπιστωτικές πράξεις και σημειώσεις και την εν γένει εξέλιξη του χρέους του.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 48

Απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης

 

Απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων παρέχεται με τους όρους που αναφέρονται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 4 των εδαφίων δεύτερου και τρίτου της παραγράφου 7, καθώς και των παραγράφων 11, 12 και 15 του άρθρου 1 του ν.1078/1980, κατ' εξαίρεση, και σε πρόσωπα τα οποία αγοράζουν οικία ή διαμέρισμα ή οικόπεδο, στην περιφέρεια της Θράκης, εφόσον θα ιδιοκατοικήσουν σε αυτή για πέντε (5) έτη, ανεξάρτητα από το αν έχουν άλλη κατοικία ή διαμέρισμα ή οικόπεδο σε άλλη περιφέρεια της Ελλάδας ή έτυχαν απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης για την αγορά πρώτης κατοικίας.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 49

Μισθολογική πολιτική έτους 2001

 

1. Ο μηνιαίας βασικός μισθός που αποτελεί τη βάση για τη διαμόρφωση, κατά περίπτωση, των βασικών μισθών όλων των βαθμών της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών, των στρατιωτικών, των αρχιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος, του κυρίου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των ιατροδικαστών, των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., των ερευνητών, των ειδικών λειτουργικών επιστημόνων (Ε.Λ.Ε.), των Συμβούλων και Παρέδρων Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.), του ερευνητικού προσωπικού του ΚΕΠΕ, των καθηγητών ανώτατων στρατιωτικών σχολών (Α.Σ.Σ.) και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (Ε.Σ.Δ.Υ.), των διπλωματικών υπαλλήλων και λοιπών συναφών κατηγοριών του Υπουργείου Εξωτερικών, των γιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας, των μελών του μόνιμου καλλιτεχνικού προσωπικού των Κρατικών Ορχηστρών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και της Ορχήστρας της Λυρικής Σκηνής, του εκπαιδευτικού προσωπικού των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.), του προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης και των μισθολογικά αντίστοιχων προς αυτό κληρικών, ορίζεται ως εξής:

α) Πρωτοδίκη, σε διακόσιες ενενήντα μία χιλιάδες τετρακόσιες (291.400) δραχμές.

β) Ανθυπολοχαγού, σε διακόσιες δέκα χιλιάδες εννιακόσιες (210.900) δραχμές.

γ) Τιτουλάριου Επισκόπου και Βοηθού Επισκόπου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε τριακόσιες είκοσι τρεις χιλιάδες (323.000) δραχμές.

δ) Δικαστικού Αντιπροσώπου Ν.Σ.Κ., σε διακόσιες ενενήντα μία χιλιάδες τετρακόσιες (291.400) δραχμές.

ε) Ιατροδικαστή Δ' Τάξεως, σε διακόσιες ενενήντα μία χιλιάδες τετρακόσιες (291.400) δραχμές.

στ) Λέκτορα Α.Ε.Ι., σε διακόσιες ογδόντα τέσσερις (284.000) δραχμές.

ζ) Καθηγητή Εφαρμογών Τ.Ε.Ι., σε διακόσιες πενήντα πέντε χιλιάδες (255.000) δραχμές.

η) Ερευνητή Δ', σε διακόσιες εβδομήντα πέντε χιλιάδες τριακόσιες (275.300) δραχμές.

θ) Ε.Λ.Ε. Δ', σε διακόσιες πενήντα εννέα χιλιάδες οκτακόσιες (259.800) δραχμές.

ι) Παρέδρου με θητεία Π.Ι., σε τριακόσιες μία χιλιάδες πεντακόσιες (301.500) δραχμές.

ια) Συνεργάτη Β' του ΚΕΠΕ, σε διακόσιες σαράντα τρεις χιλιάδες επτακόσιες (243.700) δραχμές.

ιβ) Τακτικού καθηγητή Α.Σ.Σ. και Ε.Σ.Δ.Υ., σε τετρακόσιες δέκα έξι χιλιάδες εννιακόσιες (416.900) δραχμές.

ιγ) Ακολούθου πρεσβείας, σε διακόσιες δύο χιλιάδες εννιακόσιες (202.900) δραχμές.

ιδ) Επιμελητή Β' γιατρού Ε.Σ.Υ., σε διακόσιες ογδόντα χιλιάδες (280.000) δραχμές.

ιε) Μουσικού, σε διακόσιες τριάντα εννέα χιλιάδες επτακόσιες (239.700) δραχμές.

ιστ) Επιμελητή Α.Ε.Ν., σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) δραχμές.

ιζ) Του 36ου μισθολογικού κλιμακίου του άρθρου 7 παρ. 2 του ν.2470/1997 (ΦΕΚ 40 ΑΆ), όπως διαμορφώθηκε την 1.1.2000, σε εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδες τετρακόσιες (125.400) δραχμές.

2. Το επίδομα του εδαφίου γ' της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.2470/1997, όπως αναπροσαρμόσθηκε με το εδάφιο γ' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν.2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α'), διαμορφώνεται ως εξής:

«Για όσες περιοχές χαρακτηρίζονται ταυτόχρονα προβληματικές και παραμεθόριες του ν.287/1976 (ΦΕΚ 78 Α'), σε τριάντα επτά χιλιάδες πεντακόσιες (37.500) δραχμές.»

3. Τα ποσά των εδαφίων α', β', γ' και δ' των επιδομάτων ανθυγιεινής, επικίνδυνης και ειδικών συνθηκών εργασίας, που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 30 του ν.2768/1999, διαμορφώνονται ως εξής:

α) Από πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές σε επτά χιλιάδες πεντακόσιες (7.500) δραχμές.

β) Από οκτώ χιλιάδες (8.000) δραχμές σε δώδεκα χιλιάδες (12.000) δραχμές.

γ) Από δώδεκα χιλιάδες (12.000) δραχμές σε δεκαοκτώ χιλιάδες (18.000) δραχμές.

δ) Ποσά άνω των δεκαοκτώ χιλιάδων (18.000) δραχμών παραμένουν αμετάβλητα, στο ύψος που αυτά καταβάλλονται.

ε) Προκειμένου περί χημικών τοξικολόγων της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, το ύψος του επιδόματος ανθυγιεινής, επικίνδυνης και ειδικών συνθηκών εργασίας καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών κατά παρέκκλιση των ανωτέρω.

4. Το κίνητρο απόδοσης του άρθρου 13 του ν.2470/1997, καθώς και το επίδομα αποκλειστικού ειδικού λειτουργήματος της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του ν.2768/1999, διαμορφώνονται ως εξής:

«Α. Κίνητρο απόδοσης:

α) Κατηγορία ΥΕ σαράντα τέσσερις χιλιάδες (44.000) δραχμές.

β) Κατηγορία ΔΕ πενήντα μία χιλιάδες (51.000) δραχμές.

γ) Κατηγορία ΤΕ ή ΠΕ χωρίς πτυχίο ανώτερης ή ανώτατης σχολής, πενήντα έξι χιλιάδες (56.000) δραχμές.

δ) Κατηγορία ΤΕ με πτυχίο Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) ή ισότιμο, εξήντα μία χιλιάδες (61.000) δραχμές.

ε) Κατηγορία ΠΕ με πτυχίο Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) ή ισότιμο, καθώς και εκπαιδευτικοί λειτουργοί, εβδομήντα μία χιλιάδες (71.000) δραχμές.

Β. Επίδομα αποκλειστικού ειδικού λειτουργήματος:

i) Για τους αρχιερείς, σε εξήντα οκτώ χιλιάδες (68.000) δραχμές.

ii) Για τους κληρικούς:

α) Της κατηγορίας ΔΆ, με εξέλιξη στα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) 36ο μέχρι 19ο, σε σαράντα τρεις χιλιάδες (43.000) δραχμές.

β) Της κατηγορίας ΓΆ με εξέλιξη στα Μ.Κ. 28ο μέχρι 11ο σε σαράντα οκτώ χιλιάδες (48.000) δραχμές.

γ) Της κατηγορίας ΒΆ:

αα) με εξέλιξη στα Μ.Κ. 27ο μέχρι 10ο, σε πενήντα τρεις χιλιάδες (53.000) δραχμές,

ββ) με εξέλιξη στα Μ.Κ. 21ο μέχρι 4ο, σε πενήντα πέντε χιλιάδες (55.000) δραχμές.

δ) Της κατηγορίας ΑΆ:

αα) με εξέλιξη στα Μ.Κ. 21ο μέχρι 4ο σε πενήντα πέντε χιλιάδες (55.000) δραχμές και

ββ) με εξέλιξη στα Μ.Κ. 18ο μέχρι 1ο σε εξήντα πέντε χιλιάδες (65.000) δραχμές.»

5.

α) Το ειδικό επίδομα Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας που προβλέπεται με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του ν.2521/1997 (ΦΕΚ 174 ΑΆ) αυξάνεται σε διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές.

β) Στους Ιατροδικαστές του Υπουργείου Δικαιοσύνης χορηγείται, λόγω των ειδικών συνθηκών προσφοράς υπηρεσιών, της απασχόλησής τους χωρίς ωράριο εργασίας, καθώς και για τη δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης, πάγια αποζημίωση οριζόμενη κατά μήνα, για όλους τους βαθμούς της ιεραρχίας, σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές.

6. Η αληθινή έννοια της διάταξης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 31 του ν.2768/1999 είναι ότι, η αμοιβή των ωρών νυχτερινής απασχόλησης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), του Πυροσβεστικού Σώματος (Π.Σ.) και του Λιμενικού Σώματος (Λ.Σ.), για αυξημένη επιχειρησιακή ετοιμότητα, προσδιορίζεται σύμφωνα με τις εκδιδόμενες υπουργικές αποφάσεις και δεν εμπίπτει στον περιορισμό του ύψους του επιδόματος αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας.

 

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 50

Έναρξη ισχύος

 

Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει:

α. Των διατάξεων των άρθρων 1, 2 (παράγραφοι 1 και 2) από 1ης Ιανουαρίου 2001 και μετά.

β. Των διατάξεων του άρθρου 3 (παράγραφος 3) από το οικονομικό έτος 2001, για τα πρόσωπα που συνοικούν με το φορολογούμενο και τον βαρύνουν από 1ης Ιανουαρίου 2000 και μετά.

γ. Των διατάξεων των άρθρων 3 (παράγραφος 1), 6 (παράγραφος 8) και 8 (παράγραφος 3) από το οικονομικό έτος 2001 για τα εισοδήματα της χρήσης 2000 και στο εξής.

δ. Των διατάξεων των άρθρων 3 (παράγραφοι 5, 6, 7 και 8), 4 (παράγραφοι 1, 2 και 3), για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1ης Ιανουαρίου 2001 και μετά.

ε. Των διατάξεων των άρθρων 3 (παράγραφοι 2, 4, 9, 10, 13, 16, 17 έως και 22) και 5, για τα εισοδήματα που αποκτούν ή τις δαπάνες που πραγματοποιούν οι υπόχρεοι από 1ης Ιανουαρίου 2001 και μετά.

στ. Των διατάξεων των άρθρων 4 (παράγραφοι 5, 9, 20, 21 και 22), 6 (παράγραφοι 5 και 9) και 8 (παράγραφος 3) για τα εισοδήματα που αποκτούν οι υπόχρεοι από 1ης Ιανουαρίου 2000 και μετά.

ζ. Των διατάξεων των άρθρων 4 (παράγραφος 4) και 6 (παράγραφοι 6 και 7) από τη δημοσίευση του ν.2238/1994 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

η. Των διατάξεων του άρθρου 4 (παράγραφος 25) από τη δημοσίευση του ν.2753/1999 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

θ. Των διατάξεων του άρθρου 6 (παράγραφοι 14, 15 και 16) από τη δημοσίευση του ν.2578/1998 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ι. Των λοιπών, από τη δημοσίευση αυτού του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός και αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm