Εκτύπωση

NOMOΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 4261/2014

ΦΕΚ 107 /05.05.2014
Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Άρθρο 184

Τροποποιήσεις των νόμων 2238/1994, 4174/2013, 4238/2014, 2960/2001, 2961/2001 και άλλες διατάξεις

 

1. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων κατά το οικονομικό έτος 2014 δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ή το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον αυτοί δεν ασκούν ατομική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και δεν αποκτούν εισόδημα από ακίνητα, τα εισοδήματά τους αυτά φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών - συνταξιούχων.»

2.

α. Η περίπτωση η΄ του άρθρου 18 του ν.2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

«η) Προκειμένου για αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες του άρθρου 16 φυσικού προσώπου που έχει τη φορολογική του κατοικία στην αλλοδαπή.»

β. Οι διατάξεις της ως άνω παραγράφου έχουν εφαρμογή για τις αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες που πραγματοποιούνται κατά το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013).

3. Στο άρθρο 50 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38) προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής:

«γ) Οι διατάξεις των εδαφίων 1 και 2 της παραγράφου α΄ του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για υποθέσεις που είχαν εισαχθεί στην Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Διαφορών του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994, με αίτημα διοικητικού συμβιβασμού, και δεν εξετάστηκαν από αυτή έως τις 31.12.2013, εφόσον ο φορολογούμενος δεν έχει ασκήσει σχετική προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων ή έχει παραιτηθεί από προσφυγή που ασκήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου τέταρτου του ν. 4183/2013 (Α΄186). Η σχετική αίτηση του φορολογούμενου προς την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) εξετάζεται μόνο εφόσον υποβληθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.»

4.

α. Η παρ. 27 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), όπως προστέθηκε με το άρθρο 50 του ν. 4223/2013 (Α΄ 287), αντικαθίσταται ως εξής:

«27. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες έχουν εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση του Κώδικα Φ.Π.Α., που κυρώθηκε με το ν. 2859/2000, όπως αυτός ισχύει μέχρι 31.12.2013, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι 31.8.2014 ή μέχρι την έκδοση αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εφόσον αυτές εκδοθούν σε προγενέστερο χρόνο.»

β. Η διάταξη της παρούσας παραγράφου ισχύει από την 31η Μαρτίου 2014.

5. Η παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 26 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Επιτρέπεται μέσω ηλεκτρονικής υπηρεσίας, συναρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) και της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), η δημοσίευση του ΑΦΜ, του αντικειμένου των εργασιών, της ημερομηνίας έναρξης και λήξης εργασιών και της επαγγελματικής εγκατάστασης των νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, καθώς και κάθε φυσικού προσώπου με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Η περαιτέρω χρήση των πληροφοριών του προηγούμενου εδαφίου γίνεται πάντοτε με την επιφύλαξη της τήρησης των διατάξεων για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ν.2472/1997, Α΄ 50), όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν.»

6. Στην περίπτωση θ΄ της παρ. 1 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265) και μετά από τη φράση «Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704» προστίθενται οι λέξεις «και η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού της Σ.Ο. 2716».
7. Στο άρθρο 44 του ν.4111/2013 (Α΄ 18) προστίθεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:

«2. Για το οικονομικό έτος 2014 και εξής, ως έτος πρώτης κυκλοφορίας των επιβατικών ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων που αγοράστηκαν μεταχειρισμένα από τον ΟΔΔΥ, θεωρείται το έτος που τέθηκαν για πρώτη φορά σε κυκλοφορία στην Ελλάδα ή σε χώρα της ΕΕ ή του ΕΟΧ προ της πώλησής τους από τον ΟΔΔΥ. Εάν το πρώτο έτος κυκλοφορίας δεν αποδεικνύεται, ως έτος πρώτης κυκλοφορίας θεωρείται το έτος που αναγράφεται στην άδεια κυκλοφορίας που χορηγήθηκε μετά τη μεταβίβασή τους από τον ΟΔΔΥ.»

8. Η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν.4224/2013 (Α΄ 288) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η σύμβαση εκχώρησης συνάπτεται μεταξύ του εκκαθαριστή του νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του εκχωρητή, και του Προϊσταμένου της αρμόδιας φορολογικής αρχής του υπό ειδική εκκαθάριση νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του Δημοσίου, εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης του Γενικού Γραμματέα της πρώτης παραγράφου. Η καθυστέρηση της υπογραφής της σύμβασης εκχώρησης πέραν των τριάντα (30) ημερών δεν επηρεάζει την εγκυρότητά της ή τη δυνατότητα δικαστικής χρήσης της. Η σύναψη της σύμβασης εκχώρησης γίνεται χωρίς υποχρέωση καταβολής τέλους χαρτοσήμου, καθώς και οποιουδήποτε άλλου τέλους, φόρου ή εισφοράς. Μετά την αναγγελία της εκχώρησης στους οφειλέτες, το Δημόσιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στα δικαιώματα του εκχωρητή και δύναται να παρίσταται και ως πολιτικώς ενάγον σε κάθε ποινική δίκη είτε έχει ολοκληρωθεί σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό είτε άρχεται μετά το χρόνο αυτόν, σχετική με αδίκημα, με το οποίο συνδέονται οι εκχωρηθείσες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένου και οποιουδήποτε διαπραχθέντος και/ή διαπραττομένου αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα και από τρίτα πρόσωπα, ακόμη και ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και του Αρείου Πάγου, εφόσον στον προηγούμενο βαθμό δικαιοδοσίας έχει γίνει δεκτή παράσταση πολιτικής αγωγής του εκχωρητή, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου.»

9. Η παράγραφος 6 του άρθρου 82 του Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2961/2001 (Α΄ 266) αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου κληρονομιάς από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο της πλήρους κυριότητας ολοκλήρου αξιόλογου κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου, το οποίο βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης και δεν βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος.

Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακινήτου που προσφέρεται και του φόρου κληρονομιάς που οφείλεται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

10. Η παρ. 8 του άρθρου 31 του ν. 2778/1999 (Α΄ 295) αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Οι διατάξεις των ανωτέρω παραγράφων 1 έως 6, εφαρμόζονται και στις θυγατρικές των ΑΕΕΑΠ εταιρείες των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου και ισχύουν από την έναρξη εφαρμογής του ν. 4141/2013 (Α΄ 81).»

 

 

 

Άρθρο 185

 

1. Στον Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), όπως ισχύει, προστίθεται νέο άρθρο 39β, ως εξής:

«Άρθρο 39β

Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής


1. Κατά παρέκκλιση των γενικών διατάξεων του παρόντος Κώδικα, των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος του παρόντος άρθρου.
2. Για τα πρόσωπα που εντάσσονται στο ειδικό αυτό καθεστώς:

α) Ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής ή μέρους αυτής που αφορά τις πραγματοποιούμενες από τα πρόσωπα αυτά φορολογητέες πράξεις.
β) Ο φόρος εισροών εκπίπτεται κατά το χρόνο πληρωμής του τιμήματος ή μέρους αυτού που αφορά τις φορολογητέες πράξεις που λαμβάνουν από άλλους υποκείμενους στο φόρο.

3. Οι υποκείμενοι στο φόρο λήπτες παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών από τα πρόσωπα που έχουν ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς, εκπίπτουν το φόρο που αναλογεί στις πράξεις αυτές κατά το χρόνο πληρωμής του τιμήματος.
4. Στο ειδικό καθεστώς δεν υπάγονται οι ακόλουθες πράξεις:

α) Παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών οι οποίες απαλλάσσονται από το φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 έως 28β.
β) Εισαγωγές αγαθών.
γ) Ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών.
δ) Πράξεις για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου καθίσταται ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών.
ε) Λιανικές πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών.
στ) Πράξεις για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης δεν βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας.

5. Η ένταξη στο ειδικό καθεστώς πραγματοποιείται με υποβολή δήλωσης στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, ισχύει από την έναρξη της επόμενης φορολογικής περιόδου και δεν μπορεί να παύσει πριν τη λήξη της επόμενης διαχειριστικής περιόδου.
6. Στο ειδικό καθεστώς δεν μπορεί να ενταχθεί υποκείμενος στο φόρο, ο οποίος αποδεδειγμένα κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων διαχειριστικών περιόδων δεν έχει υποβάλλει δηλώσεις ΦΠΑ και εισοδήματος ή καταστάσεις πελατών - προμηθευτών ή έχει υποπέσει σε φορολογικές παραβάσεις που συνιστούν φοροδιαφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 παράγραφος 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
7. Οι υποκείμενοι στο φόρο που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς υποχρεούνται να αναγράφουν στα φορολογικά στοιχεία που εκδίδουν την ένδειξη «ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά το χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής - άρθρο 226.7α Οδηγίας 2006/112/ΕΚ».
8. Οι υποκείμενοι στο φόρο που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς υποχρεούνται να τηρούν τα λογιστικά αρχεία τους με τρόπο που να διαπιστώνονται οι εισπράξεις και οι πληρωμές της αντιπαροχής για παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούν ή λαμβάνουν και να παρέχουν ηλεκτρονικά πληροφορίες στη Φορολογική Διοίκηση για τις εν λόγω εισπράξεις και πληρωμές. Επίσης οι υποκείμενοι στο φόρο, που λαμβάνουν παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, από υποκείμενους του ειδικού καθεστώτος, υποχρεούνται να τηρούν τα λογιστικά αρχεία τους με τρόπο που να διαπιστώνονται οι πληρωμές που πραγματοποιούν για τις εν λόγω πράξεις και να παρέχουν ηλεκτρονικά πληροφορίες στη Φορολογική Διοίκηση για τις εν λόγω πληρωμές.
9. Ο υποκείμενος στο φόρο δεν μπορεί να παραμείνει στο ειδικό καθεστώς στην περίπτωση που δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις, όπως ορίζονται από αυτό ή υποπίπτει σε φορολογικές παραβάσεις που συνιστούν φοροδιαφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 παράγραφος 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Στην περίπτωση αυτή η Φορολογική Διοίκηση ενημερώνει εγγράφως και αιτιολογημένα τον υποκείμενο και η έξοδος από το καθεστώς ισχύει από τη φορολογική περίοδο που έπεται της εν λόγω ειδοποίησης.
Επίσης το ειδικό καθεστώς παύει να ισχύει για την επόμενη διαχειριστική περίοδο για υποκείμενους στο φόρο, οι οποίοι κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο πραγματοποίησαν ακαθάριστα έσοδα πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Ο υποκείμενος στο φόρο μπορεί να ζητήσει την έξοδό του από το ειδικό καθεστώς με δήλωση που υποβάλλει στη Φορολογική Διοίκηση και η έξοδος αυτή θα ισχύει από την επόμενη διαχειριστική περίοδο.

10. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται:

α) Ο τύπος, το περιεχόμενο και ο χρόνος υποβολής της δήλωσης ένταξης ή εξόδου από το ειδικό καθεστώς του παρόντος άρθρου.
β) Ο τρόπος τήρησης των λογιστικών αρχείων, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της είσπραξης ή πληρωμής του οφειλόμενου φόρου, καθώς και ο τρόπος είσπραξης και πληρωμής.
γ) Ο τρόπος ηλεκτρονικής ενημέρωσης της Φορολογικής Διοίκησης.
δ) Κάθε άλλο θέμα που απαιτείται για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν για συναλλαγές που πραγματοποιούνται από 1ης Οκτωβρίου 2014 και εφεξής.

 


Κατηγορία: Νόμοι - Π.Δ.
Εμφανίσεις: 15586