Open menu
19 | 04 | 2024

Νόμος 2648/1998

Αθήνα 22.10.98
Ρυθμίσεις δασμολογικού και φορολογικού περιεχομένου, τροποποίηση του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις. (Α238)

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΔΑΣΜΟΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



¶ρθρο 1

Προσωρινή εισαγωγή ιδιωτικής χρήσης επιβατικών αυτοκινήτων


1. Η παρ. 2 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η διάρκεια παραμονής των ειδών ορίζεται στους έξι (6) μήνες συνεχείς ή όχι ανά περίοδο δώδεκα μηνών. Όσον αφορά τα επιβατικά οχήματα, με τη λήξη της παραπάνω διάρκειας κυκλοφορίας τους, εφόσον δεν επανεξάγονται, πρέπει να ακινητοποιούνται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, για διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες. Τα επιβατικά οχήματα που βρίσκονται σε τελωνειακή ακινητοποίηση λόγω λήξης της διάρκειας κυκλοφορίας τους αποσφραγίζονται και παραδίδονται πάλι για κυκλοφορία με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής, σύμφωνα με τα παραπάνω, στο δικαιούχο πρόσωπο, μόνον εφόσον το πρόσωπο αυτό κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την αποσφράγιση και παράδοση του οχήματος παρέμεινε στο εξωτερικά επί εκατόν ογδόντα πέντε (185) ημέρες τουλάχιστον. Αν το παραπάνω διάστημα των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών της τελωνειακής ακινητοποίησης παρέλθει, χωρίς το δικαιούχo πρόσωπο να φρονήσει για τη με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο τακτοποίηση του επιβατικού οχήματος, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αζήτητων. Η κατά τα παραπάνω ακινητοποίηση γίνεται. ύστερα από αίτηση και με δαπάνες του δικαιούχου προσώπου, με μολυβδοσφράγιση του οχήματος από την κατά τόπο αρμόδια τελωνειακή αρχή σε χώρους στάθμευσης που κατά την κρίση της πληρούν τους όρους ασφάλειας και αφού κατατεθεί εγγύηση αξιόχρεου τρίτου προσώπου που να καλύπτει τους αναλογούντες στο όχημα δασμούς και φόρους».

2. Στο άρθρο 4 προστίθεται παράγραφος 3 , που έχει ως εξής:

«3. Για τα επιβατικά οχήματα που φέρουν ισχύουσα άδεια κυκλοφορίας προσωρινού τύπου άλλης χώρας καταβάλλονται τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις τέλη κυκλοφορίας, από την ημέρα υπαγωγής τους στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής. Για τα επιβατικά οχήματα που φέρουν ισχύουσα άδεια κυκλοφορίας κανονικής σειράς άλλης χώρας και με τη λήξη του αρχικού εξαμήνου κυκλοφορίας δεν επανεξάγονται, καταβάλλονται τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις τέλη κυκλοφορίας, για το χρονικό διάστημα που κυκλοφορούν πέραν του αρχικού εξαμήνου.»

3. Η παρ. 1 του άρθρου 6 τροποποιείται ως εξής:

α. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β. αντικαθίσταται από το παρακάτω κείμενο:

«Η διάρκεια παραμονής των ειδών στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής ορίζεται σε 4 (τέσσερα) έτη, από την έναρξη της μετεκπαίδευσης ή ειδίκευσης. Το ίδιο χρονικό διάστημα μπορεί να ισχύσει και για τα είδη του άρθρου 1 που είχαν εισαχθεί από τα πρόσωπα της περίπτωσης α, εφόσον εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη των σπουδών τους αρχίσουν τη μετεκπαίδευση ή ειδίκευση τους».

β. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ αντικαθίσταται από το παρακάτω κείμενο:

«Η διάρκεια παραμονής των ειδών στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής ορίζεται για όσο διάστημα διαρκεί η σύμβαση.»

4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 προστίθεται εδάφιο τρίτο, που έχει ως εξής:

«Οι παραπάνω περιορισμοί δεν εφαρμόζονται στην προσωρινή εισαγωγή μεταφορικών μέσων που γίνονται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 της απόφασης αυτής. Ειδικά τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να φέρουν ισχύουσα άδεια κυκλοφορίας κανονικής σειράς άλλης χώρας».

5. Οι παράγραφοι 8 και 9 του άρθρου 11 αντικαθίστανται ως εξής:

"8. Όλα τα μεταφορικά μέσα (με εξαίρεση τα άλογα ιππασίας), για τα οποία διαπιστώνεται παράβαση, υπόκεινται αμέσως σε προσωρινή συντηρητική δέσμευση με πράξη της τελωνειακής αρχής που διαπίστωσε την παράβαση. Προκειμένου για επιβατικά οχήματα, η δέσμευση αυτή συνίσταται σε ακινητοποίηση και σφράγιση αυτών σε τελωνειακούς χώρους. Κατά την κρίση της τελωνειακής αρχής η ακινητοποίηση και σφράγιση μπορεί να γίνει σε χώρο δημόσιο ή ιδιωτικό και πάντοτε με την ευθύνη και οικονομική επιβάρυνση του δικαιούχου προσώπου ή του κατόχου. Προκειμένου για σκάφη αναψυχής και αεροπλάνα η ακινητοποίηση και σφράγιση αυτών γίνεται σε χώρους που είναι τούτο δυνατόν και επιτρέπεται και πάντοτε με την ευθύνη και οικονομική επιβάρυνση σε ολόκληρο του δικαιούχου και του κατόχου.

9. Η απόδοση των κατά τα παραπάνω δεσμευθέντων μεταφορικών μέσων γίνεται μετά την καταβολή των οφειλόμενων προστίμων και τυχόν άλλων προβλεπόμενων επιβαρύνσεων. Αν το μεταφορικό μέσο δεν παραληφθεί μέσα σε 4 (τέσσερις) μήνες από την οριστικοποίηση της καταλογιστικής πράξης των προστίμων, περιέρχεται αυτό αυτοδικαίως στην κυριότητα του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή διαγράφονται τα επιβληθέντα πρόστιμα. "

6. Στο άρθρο 12 προστίθεται παράγραφος 7 , του έχει ως εξής:

"7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται όταν η κλοπή των προσωρινά εισαχθέντων επιβατικών οχημάτων διαπράττεται" κατά το χρόνο που αυτά τελούν υπό τελωνειακή ακινητοποίηση."

7. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής:

"Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την κήρυξη ως αζήτητων των επιβατικών οχημάτων που τίθενται στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με τις προαναφερόμενες διατάξεις διέπονται από τις διατάξεις του ν.δ/τος 1238/ 1972 (ΦΕΚ 166 Α') όπως ισχύει. "

Επιστροφή




¶ρθρο 2

Προσωρινή εισαγωγή ιδιωτικής χρήσης επιβατικών οχημάτων και ειδών οικοσκευής των αρχαιολογικών σχολών


1. Οι απαλλαγές από δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που προβλέπονται από τις ισχύουσες περί προσωρινής εισαγωγής διατάξεις για τα είδη οικοσκευής και τα επιβατικά αυτοκίνητα που ανήκουν στο αλλοδαπό προσωπικό των ξένων αρχαιολογικών σχολών που λειτουργούν στην Ελλάδα παρέχονται μόνον εφόσον τα παραπάνω πρόσωπα εξακολουθούν, σε όλο το διάστημα της παραμονής τους στην Ελλάδα υπό την ανωτέρω ιδιότητα, να έχουν τη συνήθη κατοικία τους στο εξωτερικό, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 3 της Δ.247/1-3-1988 απόφασης του Υπ. Οικονομικών.
2. Είδη οικοσκευής και επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν ήδη παραδοθεί με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής σε πρόσωπα που δεν πληρούν την παραπάνω προϋπόθεση πρέπει να επανεξαχθούν η να τελωνισθούν εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Επιστροφή




¶ρθρο 3

Μεταβατικές ρυθμίσεις στην προσωρινή εισαγωγή και μετοικεσία


1. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 88 του ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α'), όπως ισχύουν, και οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 11 της Δ.247/1.3. 1988 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 1 του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς περιπτώσεις παραβάσεων για τις οποίες οι εκδοθείσες καταλογιστέες πράξεις έχουν οριστικοποιηθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της τετράμηνης προθεσμίας αρχομένης στην περίπτωση αυτή από τη δημοσίευση, ή θα οριστικοποιηθούν εντός ενός τριμήνου από την παραπάνω δημοσίευση.
2. Επιβατικά αυτοκίνητα που στις 31/3/1998 βρίσκονταν στην κατοχή των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 25 της Δ.245111.3.1988 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 11 του ν. 1839/1989 , εφόσον τα πρόσωπα πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 25 και 26 της ίδιας απόφασης και τα αυτοκίνητα τελωνιστούν μέχρι 31.12.1998, ο ειδικός φόρος, κατανάλωσης θα υπολογιστεί με βάση τους συντελεστές του άρθρου 37 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α'), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Η συνδρομή των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 25 της πιο πάνω απόφασης αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση της υπηρεσίας τους. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από 1/1/1998.

Επιστροφή




¶ρθρο 4

Τακτοποίηση αποσύρσεων επιβατικών αυτοκινήτων


1. Για τα αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας για τα οποία εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α'), χωρίς να πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις κατά τον τελωνισμό τους, δεν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία κυρώσεις σε βάρος του αγοραστή ή του κατόχου, εφόσον, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 (τριών) μηνών από την επίδοση, από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, σχετικής πρόσκλησης, καταβάλλουν στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, που δεν εισπράχθηκαν κατά τον τελωνισμό, καθώς και το Εφάπαξ Πρόσθετο Ειδικό Τέλος (Ε.Π.Ε.Τ.) και τα τέλη κυκλοφορίας από τα οποία απηλλάγησαν, στις κατά περίπτωση αρμόδιες τελωνειακές αρχές και δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες.
2. Εφόσον τα ποσά της προηγούμενης παραγράφου καταβληθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο της παραγράφου 1 μέσα στην προαναφερόμενη προθεσμία και αυτός που κατέβαλε καταθέσει υπεύθυνη δήλωση ότι παραιτείται των προβλεπόμενων από το νόμο ένδικων μέσων:

α) δεν υπολογίζονται τέλη εκπρόθεσμης καταβολής.
β) αίρονται οι συνέπειες της λαθρεμπορίας, δεν ασκείται ποινική δίωξη για την πράξη αυτή και η τυχόν ασκηθείσα παύει οριστικά, εφόσον δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου,
γ) καταργούνται οι δίκες στα διοικητικά δικαστήρια, εφόσον δεν έχουν εκδοθεί τελεσίδικες αποφάσεις,
δ) αίρεται η τυχόν επιβληθείσα κατάσχεση του αυτοκινήτου.

3. Ποσά τα οποία τυχόν έχουν καταβληθεί σε εκτέλεση πράξεων διοικητικών κυρώσεων της τελωνειακής αρχής δεν επιστρέφονται.
4. Ο πωλητής του αυτοκινήτου ή εκπρόσωπος του ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο πλην του αγοραστή ή του κατόχου δεν υπόκεινται στη ρύθμιση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου και εφαρμόζονται γι' αυτούς οι διατάξεις τις κείμενης νομοθεσίας, ευθυνόμενων προσέτι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την καταβολή στην αρμόδια τελωνειακή αρχή των ποσών της παραγράφου.
5. Για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η παραγραφή αρχίζει από τη διαπίστωση της παράβασης από την αρμόδια τελωνειακή αρχή.

Επιστροφή

¶ρθρο 5

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1165/1918 περί "Τελωνειακού Κώδικα" (ΦΕΚ 73 Α)


1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος ελέγχου των εφοδίων που βρίσκονται στο πλοίο ή προορίζονται γι' αυτό."

2. Το άρθρο 21 αντικαθίσταται ως εξής:

"¶ρθρο 21

Οι πλοίαρχοι οφείλουν να επιδεικνύουν στους τελωνειακούς υπαλλήλους που ενεργούν την επίσκεψη όλα τα εμπορεύματα που βρίσκονται στο πλοίο, να ανοίγουν τα κλειστά μέρη του και γενικά να διευκολύνουν την εκτέλεση του έργου των υπαλλήλων αυτών."

3. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 97 αντικαθίσταται ως εξής:

"Στην περίπτωση που το δεκαπλάσιο των δασμών και λοιπών φόρων που αντιστοιχούν στο αντικείμενο της λαθρεμπορίας είναι μικρότερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών, τα επιβλητέα τέλη μπορεί να καθορισθούν μέχρι του ποσού αυτού, το οποίο δύναται να αυξομειώνεται με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών."

4. Στο άρθρο 126 Α' προστίθεται νέα παράγραφος 13, που έχει ως εξής:

"13. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορισθεί ότι εξαιρείται από την παράδοση στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού (ΟΔΔΥ) ένα ή περισσότερα χερσαία, πλωτά ή εναέρια μεταφορικά μέσα, από εκείνα που έχουν κατασχεθεί ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα λαθρεπορευμάτων, ναρκωτικών ουσιών και λαθρομεταναστών ή είναι προϊόντα κλοπής, καθώς και ότι ανατίθεται η φύλαξη τους σε ορισμένο τελωνείο. Μετά την περιέλευση της κυριότητας των μέσων αυτών στο Δημόσιο λόγω παρόδου των προθεσμιών που αναγράφονται στην παρ. 7, ο Υπουργός Οικονομικών με απόφαση του τα διαθέτει σε τελωνειακές αρχές, που είναι αρμόδιες για τη δίωξη του λαθρεμπορίου και των ναρκωτικών, είτε σε υπηρεσίες του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.).

Αν διαπιστωθεί ότι τα μέσα αυτά δεν είναι κατάλληλα για τις ανάγκες των πιο πάνω υπηρεσιών, ο Υπουργός Οικονομικών με όμοια απόφαση του διατάσσει την απόδοση τους στον Ο.Δ.Δ.Υ.. Αν μετά τη διάθεση του μέσου που κατασχέθηκε, διατάχθηκε αμετακλήτως με βούλευμα ή δικαστική απόφαση η απόδοση του στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν από τον Ο.Δ.Δ.Υ. ως πλήρης αποζημίωση ποσό ίσο με την αξία του μέσου, όπως αυτή ορίζεται στην έκθεση κοστολόγησης, στην οποία υπολογίζονται ή όχι, κατά περίπτωση, οι δασμοί, οι φόροι και οι εισφορές που έχουν καταβληθεί και που συντάσσεται αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για φύλαξη των μέσων που κατασχέθηκαν.
Εφόσον ο δικαιούχος δεν αποδέχεται το ποσό της αποζημίωσης, δύναται να προσφύγει, εντός προθεσμίας 30 (τριάντα) ημερών από την επίδοση από τον Ο.Δ.Δ.Υ. της έκθεσης κοστολόγησης, στα διοικητικά δικαστήρια για τον καθορισμό της αξίας των ως άνω μεταφορικών μέσων.
Η έκθεση κοστολόγησης συντάσσεται στην περίπτωση αυτή από τον προϊστάμενο του τελωνείου κατάσχεσης των μέσων, τον αρμόδιο οικονομικό επιθεωρητή και ένα μηχανολόγο -μηχανικό της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της οικείας νομαρχίας ή του Ο.Δ.Δ.Υ.. Οι αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών της παραγράφου αυτής κοινοποιούνται στον Ο.Δ.Δ.Υ., καθώς και στην αρμόδια για τη σχετική παράβαση εισαγγελική αρχή.

Στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής, οι κοινοποιήσεις που ενεργούνται από την εισαγγελική αρχή γίνονται προς το οικείο τελωνείο φύλαξης αντί για τον Ο.Δ. Δ.Υ.. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων."

Επιστροφή

¶ρθρο 6

Ειδικός φόρος κατανάλωσης μπανανών


1. Οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 1798/ 1988 (ΦΕΚ 166 Α'). όπως ισχύουν, καταργούνται.
2. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 21.9.1998.

Επιστροφή


¶ρθρο 7


1. Τροποποίηση και κατάργηση διατάξεων του ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α) 1. Η περίπτωση ε της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν. 2127/1993 καταργείται.
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 49 του ν. 2127/1993 αντικαθίσταται ως εξής:

"Στα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 51 , μετά από αίτηση τους, παρέχεται πίστωση του φόρου του παρόντος, διάρκειας 8 (οκτώ) εβδομάδων, εφόσον πρόκειται για βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται για εμπορία και παράγονται στο εσωτερικό της χώρας ή παράγονται και προέρχονται από άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος."

Επιστροφή


¶ρθρο 8

Ρυθμίσεις στην καταβολή οφειλόμενου ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου


1. Ξενοδοχειακές μονάδες που αγόρασαν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (diesel) θέρμανσης, το οποίο είχε παραληφθεί με το φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α') και του άρθρου 20 του ν. 2127/1993 και δεν το χρησιμοποίησαν ως πετρέλαιο θέρμανσης κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του ν. 2166/1993 , οφείλουν, για να μην εφαρμοστούν σε βάρος τους οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του ν. 2093/ 1992 κυρώσεις και πρόστιμα, να καταβάλλουν εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και σε ποσοστό 60% (εξήντα τοις εκατό) της συνολικής ποσότητας πετρελαίου (diesel) θέρμανσης που παρέλαβαν, τη διαφορά μεταξύ των φορολογιών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης που ίσχυαν κατά το χρόνο της παραλαβής του.
2. Με εξαίρεση τις ξενοδοχειακές μονάδες στις περιπτώσεις που πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που προορίζεται για θέρμανση και το οποίο έχει παραληφθεί με το φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του ν. 2093/1992 και του άρθρου 20 του ν. 2127/1993 και δεν χρησιμοποιήθηκε ως πετρέλαιο θέρμανσης κατά την έννοια της παραγράφου β του άρθρου 26 του ν. 2166/1993 , οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του ν. 2093/1992 κυρώσεις και πρόστιμα δεν επιβάλλονται, εφόσον εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταβληθεί η σχετική διαφορά μεταξύ των φορολογιών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης που ίσχυαν κατά το χρόνο της παραλαβής του.
3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, καταργουμένων των σχετικών δικών, εφόσον κατατεθούν στη γραμματεία του οικείου δικαστηρίου τα αποδεικτικά στοιχεία καταβολής της σχετικής διαφοράς των φορολογιών εντός της παραπάνω αναφερόμενης προθεσμίας. Με τις αυτές προϋποθέσεις η ποινική δίωξη που τυχόν ασκήθηκε παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα.
4. Προϋπόθεση της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού είναι η υποβολή από τον ενδιαφερόμενο υπεύθυνης δήλωσης, με την οποία θα παραιτείται από τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από το νόμο.

Επιστροφή


¶ρθρο 9

Εκκρεμείς υποθέσεις προσωπικών ειδών μετοικούντων


1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 9 της Δ. 245/1988 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των τελωνειακών και δικαστικών αρχών για προσωπικά είδη που έχουν παραληφθεί με βάση την πιο πάνω απόφαση, καθώς και τη Δ.264/1985 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 139 Β'), που κυρώθηκε με το ν. 1591/1986 (ΦΕΚ 50 Α'), εφόσον δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση και οι ενδιαφερόμενοι παραιτηθούν από τα ένδικα μέσα και καταβάλλουν τα ποσά που ορίζονται στις ίδιες πιο πάνω παραγράφους 1 και 5, χωρίς προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Η καταβολή των οφειλόμενων επιβαρύνσεων γίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 (τριών) μηνών από την επίδοση από την αρμόδια τελωνειακή αρχή σχετικής πρόσκλησης.

Για επιβατικά αυτοκίνητα, τα οποία κατά το χρόνο του εκτελωνισμού ήταν νέας ή αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, με την έννοια ότι εκ κατασκευής καταλύτη και ήταν αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και όχι κατ ανάγκη καινουργή και χρεώθηκαν ποσά Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, με βάση τους συντελεστές του άρθρου 1 του ν. 363/1976 , επαναχρεώνονται με βάση τους συντελεστές του άρθρου 1 του ν. 1856/1989 (Φ.Ε.Κ. 148 Α) ή του άρθρου 37 του ν. 1882/1990 που ίσχυαν κατά τον ίδιο χρόνο.

Τυχόν ασκηθείσα ποινική δίωξη παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα και τα δεσμευθέντα ή κατασχεθέντα προσωπικά είδη αποδίδονται στους δικαιούχους. Καταβληθέντα ποσά σε εκτέλεση πράξεων ή αποφάσεων των αρμόδιων τελωνειακών αρχών συμψηφίζονται με πράξη της αρμόδιας τελωνειακής αρχής μέχρι των προσδιορισθέντων ποσών των παραγράφων 1 και 5 και τα τυχόν επιπλέον δεν επιστρέφονται.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα που άσκησαν το δικαίωμα της μετοικεσίας, καθώς και για τους αγοραστές ή κατόχους των αυτοκινήτων και λοιπών ειδών για τους οποίους διαπιστώθηκε παράβαση των σχετικών διατάξεων, όχι όμως για άλλα άτομα που με οποιονδήποτε τρόπο συμμετείχαν στη παραπάνω παράβαση και ιδίως για όσους αναμείχθηκαν ως έμποροι ή επαγγελματίες στη σχετική παράβαση για τους οποίους εφαρμόζεται η κείμενη νομοθεσία.

Επιστροφή

¶ρθρο 10

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1567/1985 (ΦΕΚ171 Α)


Η παράγραφος 5 του άρθρου 5 του ν. 1567/ 1985 , όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1798/1988 , αριθμείται ως παράγραφος 6 και αντικαθίσταται ως εξής:

"6. Τα χρησιμοποιούμενα από τις τελωνειακές αρχές αυτοκίνητα μπορούν να κινούνται σε ολόκληρο το οδικό δίκτυο της χώρας, όλες ης ημέρες της εβδομάδας και όλο το εικοσιτετράωρο, με έγγραφη εντολή του προϊσταμένου της αρμόδιας τελωνειακής υπηρεσίας, χωρίς να φέρουν τα ιδιαίτερα διακριτικά στοιχεία που προβλέπονται για τα αυτοκίνητα του Δημοσίου. Επίσης μπορούν να οδηγούνται από υπαλλήλους των υπηρεσιών αυτών, οι οποίοι διαθέτουν την απαιτούμενη για το είδος του αυτοκινήτου ερασιτεχνική άδεια οδήγησης και ορίζονται με απόφαση των προϊσταμένων τους. Ο αριθμός και το είδος των αυτοκινήτων, που χρησιμοποιούνται από κάθε τελωνειακή αρχή ορίζονται με απόφαση του Υπ. Οικονομικών. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής και της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και για το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος".

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 11

Προμήθεια και χρήση κινητών τηλεφώνων


Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να επιτρέπεται η προμήθεια και χρήση κινητών τηλεφώνων για τις ανάγκες των υπηρεσιών του Υπ. Οικονομικών.

Με τις αποφάσεις αυτές ορίζονται οι συγκεκριμένες υπηρεσίες και οι περιπτώσεις και τα πρόσωπα που επιτρέπεται να κάνουν χρήση της κινητής τηλεφωνίας, το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο μονάδων και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

Επιστροφή

¶ρθρο 12

Οπλοφορία των τελωνειακών υπαλλήλων


1. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι κατά την εκτέλεση των ελεγκτικών και διωκτικών καθηκόντων τους δικαιούνται να οπλοφορούν. Οι προϋποθέσεις οπλοφορίας, οι περιπτώσεις οπλοχρησίας, ο τρόπος εκπαίδευσης και προμήθειας του αναγκαίου οπλισμού, καθώς και οι σχετικές αναγκαίες λεπτομέρειες για τις μεθόδους και τον τρόπο αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος στον τομέα του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
2. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 2096/1952 (ΦΕΚ 113 Α') καταργείται.

Επιστροφή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο

¶ρθρο 13

Δικαιούχοι διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής


1. Στους οφειλέτες των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, δύναται να χορηγηθεί διευκόλυνση για την πέραν των νόμιμων προθεσμιών τμηματική καταβολή τους, εφόσον συντρέχει πραγματική οικονομική αδυναμία για την άμεση καταβολή του συνόλου των οφειλών αυτών.
2. Η διευκόλυνση τμηματικής καταβολής δεν επιδρά στην υπερημερία του οφειλέτη και στην επιβάρυνση της οφειλής με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ούτε στην καταβολή ολόκληρης της οφειλής, όταν αυτή προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις, για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, όπως η πληρωμή των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας για μεταβίβαση αυτοκινήτου ή η πληρωμή του επιμεριστικού φόρου κληρονομιάς για τη μεταβίβαση του ακινήτου που κληρονομήθηκε.

Επιστροφή

¶ρθρο 14

Αρμόδια όργανα


1. Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο είναι:

α) Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή του Τελωνείου για βασικές οφειλές μέχρι ποσού, 30.000. 000 δρχ.(τριάντα εκατομμυρίων δραχμών).
β) Επιτροπή αποτελούμενη από τον προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή του Τελωνείου, τον αρμόδιο οικονομικό επιθεωρητή και ένα μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος που προτείνεται από αυτό, για βασικές οφειλές πάνω από τριάντα εκατομμύρια (30.000.000) δραχμές και μέχρι ποσού εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών.
γ) Ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Παροχής Διευκολύνσεων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του επόμενου άρθρου, για βασικές οφειλές μεγαλύτερες του παραπάνω ποσού.

2. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της ίδιας Επιτροπής, υπάγεται και η εξέταση αιτημάτων παροχής διευκόλυνσης, ανεξαρτήτως ποσού βασικής οφειλής, των ακόλουθων κατηγοριών οφειλετών:

α) Επιχειρήσεων και οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά από τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και εταιριών που βρίσκονται υπό εκκαθάριση.
β) Επιχειρήσεων που βρίσκονται σε κατάσταση πτώχευσης, καθώς και οφειλετών των οποίων η πτώχευση έχει περατωθεί, αλλά στην περίπτωση αυτή μόνο για τα πτωχευτικά τους χρέη
γ) (Οφειλετών που ζητούν την επανεξέταση του αιτήματός τους για αύξηση του αριθμού των δόσεων της διευκόλυνσης που τους χορηγήθηκε από το αρμόδιο όργανο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η διάταξη του τρίτου εδαφίου του άρθρου 17 του παρόντος νόμου. Το αίτημα για την επανεξέταση πρέπει να υποβληθεί το αργότερο μέσα σε δύο (2) μήνες από την τελευταία εμπρόθεσμη πληρωμή της δόσης της προηγούμενης διευκόλυνσης και περιλαμβάνει το υπόλοιπο ποσό αυτής, καθώς και τις οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά το χρονικό διάστημα από τη χορήγησή της μέχρι την ημέρα υποβολής της αίτησης επανεξέτασης.
- (αντικαταστάθηκε  ως άνω με το άρθρο 17 παρ. 3 του ν. 3522/06.))

3. Ως βασική οφειλή θεωρείται το σύνολο των οφειλών που αρχικά βεβαιώθηκαν, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) (ΦΕΚ 90 Α'), όπως αυτό διαμορφώνεται την ημέρα υποβολής της αίτησης διευκόλυνσης, μετά από πληρωμή ή νόμιμη διαγραφή, ανεξάρτητα από το ποσό που έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο την ημέρα αυτή.

Επιστροφή

¶ρθρο 15

Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων


1. Η Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων συγκροτείται από:

( α) Έναν Αντιπρόεδρο ή Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, που ορίζονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β) Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή τον Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων ή έναν Διευθυντή από τις Διευθύνσεις που συγκροτούν τις ανωτέρω Γενικές Διευθύνσεις, με αναπληρωτή του Διευθυντή Διεύθυνσης από τις ίδιες Γενικές Διευθύνσεις.
γ) Τον Γενικό Διευθυντή Τελωνείων ή έναν από τους Διευθυντές της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων με αναπληρωτή του έναν Διευθυντή της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης.- αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 29, παρ. 5 του ν. 3296/2004.)

δ) Το Διευθυντή της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος
ε) Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δ.Ο.Υ..
στ) Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στα Τελωνεία, με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδας.
ζ) Έναν εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται από την κεντρική διοίκηση αυτού.

Τα μέλη των περιπτώσεων β', γ', ε' και στ συμμετέχουν κατά περίπτωση στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, εφόσον σε αυτή συζητούνται θέματα που αφορούν τις Δ.Ο.Υ. ή τα Τελωνεία αντίστοιχα.
(Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα μέλη της Επιτροπής με τους αναπληρωτές τους, μέχρι τέσσερις εισηγητές με τους αναπληρωτές τους, χωρίς δικαίωμα ψήφου, από τους προϊσταμένους τμημάτων ή υπαλλήλους ΠΕ κατηγορίας της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, καθώς και ο γραμματέας αυτής με τον αναπληρωτή του.
- (αντικαταστάθηκε  ως άνω με το άρθρο 17 παρ. 2 του ν. 3522/06.))

Με όμοια απόφαση ορίζεται η έδρα της Επιτροπής, ο αριθμός των συνεδριάσεων ανά μήνα, καθώς και η αμοιβή του προέδρου, των μελών, των εισηγητών και του γραμματέα αυτής.
2. Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής είναι:

α) Οι οριζόμενες στο προηγούμενο άρθρο.
β) Η γνωμοδότηση για τη διαγραφή χρεών οφειλετών του Δημοσίου και επαναβεβαίωση χρεών που έχουν διαγραφεί, ανεξαρτήτως ποσού βασικής οφειλής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.).
γ) Η γνωμοδότηση για την απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής χρεών κατά τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύει κάθε φορά.
δ) Η γνωμοδότηση για την άρση του μέτρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, που έχει ληφθεί σε εφαρμογή των διατάξεων του ν. 395/1976 (ΦΕΚ 199 Α'), του άρθρου 27 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α') και των υπουργικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατά εξουσιοδότηση αυτών, όταν προβάλλεται ανάγκη άμεσης και χωρίς αναβολή αναχώρησης στο εξωτερικό για λόγους υγείας ή για την εισαγωγή σε δίκη για αξιόποινη πράξη μετά από σχετικό αίτημα αρμόδιου δικαστηρίου.

3. Ο Υπ. Οικονομικών, με τις αποφάσεις του, μπορεί να αποδεχθεί τις γνωμοδοτήσεις της παραπάνω Επιτροπής ή να τις τροποποιήσει επί το δυσμενέστερο για τον οφειλέτη.

Επιστροφή

¶ρθρο 16

Κριτήρια χορήγησης διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής


Η εξέταση αιτήματος χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών ενεργείται από το αρμόδιο όργανο με βάση τα κριτήρια και τους συντελεστές βαρύτητας αυτών, ως ακολούθως:

ΚΡΙΤΗΡΙΑ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Ι. Οικονομική αδυναμία

1 μέχρι 5

II.Διασφάλιση οφειλής

0 μέχρι 4

III. Προέλευση οφειλής

0 μέχρι 5

IV. Συμπεριφορά οφειλέτη

0 μέχρι 4

V. Αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση

0 μέχρι 4

VI. Κρίση (αιτιολόγηση) προϊσταμένου

1 μέχρι 4

Επιστροφή

¶ρθρο 17

Συντελεστές βαρύτητας κριτηρίων


Το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας, όπως αναλύονται παρακάτω, διαμορφώνει τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων της διευκόλυνσης με τον περιορισμό ότι κάθε μηνιαία δόση δεν θα είναι μικρότερη των πενήντα χιλιάδων δραχμών (50.000 δρχ).
Όταν σε ορισμένο κριτήριο συντρέχουν άνω του ενός συντελεστές, λαμβάνεται ο απλός μέσος όρος αυτών.
Σε περίπτωση δεκαδικού αθροίσματος του συνόλου των συντελεστών, το άθροισμα στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα.
Ειδικά η Επιτροπή του άρθρου 15 του παρόντος νόμου μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να γνωμοδοτεί για χορήγηση δόσεων μέχρι του τριπλάσιου του αθροίσματος των συντελεστών των κριτηρίων του αιτούντος οφειλέτη, που δεν υπερβαίνουν όμως τις 48 (σαράντα οκτώ) μηνιαίες δόσεις κατά ανώτατο όριο και με τον περιορισμό του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου.
Το ίδιο ισχύει και για παροχή διευκόλυνσης από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. σε οφειλέτες από καταλογισμό αποδοχών, συντάξεων και λοιπών βοηθημάτων που έχουν ληφθεί χωρίς δόλο αχρεωστήτως. Στην περίπτωση αυτή οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής υπολογίζονται μόνο μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης.
Οι συντελεστές βαρύτητας για κάθε κριτήριο είναι:

I. Oικονομική αδυναμία

α. Αίτηση χωρίς αποδεικτικά στοιχεία 1
β. Εποχικό επάγγελμα ή εποχική επιχείρηση, εφόσον η αίτηση
υποβάλλεται κατά τη διάρκεια μη λειτουργίας της επιχείρησης.
2
γ. Ζημία τρέχοντος έτους ή προηγούμενου. 2
δ. Μερική καταστροφή αγαθών επιχείρησης. 3
ε. Αίτηση με αποδεικτικά στοιχεία (οικονομική αδυναμία του φυσικού προσώπου, βαριά ασθένεια αυτού ή μέλους της οικογένειάς του). 4
στ. Βαριά ασθένεια διαχειριστή E.Π.E. ή διευθύνοντος συμβούλου A.E. ή εκπροσώπου νομικού προσώπου, εφόσον ζητά ο ίδιος διευκόλυνση για να καταβάλει οφειλές τους, για τις οποίες έχει προσωπική ευθύνη. 4
ζ. Ολική καταστροφή αγαθών επιχείρησης ή για επιστροφή από καταλογισμό αποδοχών ή συντάξεων και λοιπών βοηθημάτων που έχουν ληφθεί αχρεωστήτως. 5

II. Διασφάλιση οφειλής

α. Μη ασφαλισμένη οφειλή ή μερικώς ασφαλισμένη με κινητά μόνο
πράγματα ασήμαντης αξίας.
0
β. Μερικώς ασφαλισμένη οφειλή με υποθήκη ή κατάσχεση ακινήτων. 2
γ. Πλήρως ασφαλισμένη οφειλή με υποθήκη ή κατάσχεση ακινήτων ή βεβαία απαίτηση από τρίτο, ή εγγύηση αξιόχρεου προσώπου ή εγγυητική επιστολή τράπεζας. 4

III. Προέλευση οφειλής

α. Οφειλές από παρακρατούμενους ή επιρριπτόμενους φόρους ή από δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. 0
β. Λοιπές οφειλές από φορολογικό έλεγχο ή από δικαστικές αποφάσεις. 1
γ. Οφειλές που προέκυψαν από εκκαθάριση φορολογικών δηλώσεων. 2
δ. Οφειλές από μη φορολογικά έσοδα.
ε. Οφειλές που δεν είναι βεβαιωμένες στο όνομα του αιτούντος, ο
ίδιος όμως έχει προσωπική ευθύνη για την καταβολή τους ως εγγυητής, μέλος O.E. ή E.E. ή εκπρόσωπος νομικού προσώπου.
4
στ. Οφειλές από φόρους κληρνομιών - δωρεών, γονικών παροχών, καθώς και διάφορες οφειλές του κληρονομούμενου, για την καταβολή των οποίων είναι υπόχρεος ο αιτών κληρονόμος, ή οφειλή από αποδοχές, συντάξεις και λοιπά βοηθήματα που έχουν ληφθεί αχρεωστήτως. 5

IV. Συμπεριφορά του οφειλέτη

α. Μη συνεπής κατά τα δύο προηγούμενα έτη σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, σε φορολογικές υποχρεώσεις για υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, καθώς και έκδοση ακάλυπτης επιταγής για πληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο για το ίδιο διάστημα.
β. Συνεπής σε διευκολύνσεις, καθώς και στις λοιπές φορολογικές
υποχρεώσεις κατά τα δύο προηγούμενα έτη.
2
γ. Ζητείται διευκόλυνση για πρώτη φορά και είναι συνεπής στις λοιπές φορολογικές του υποχρεώσεις. 4

V. Αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση

α. Αναστολή εκτέλεσης προγράμματος πλειστηριασμού ή αναστολή λειτουργίας καταστήματος επιτηδευματία.
β. Αναστολή εκτέλεσης του μέτρου της προσωπικής κράτησης ή της
ποινικής δίωξης.
1
γ. Αποφυγή λήψης μέτρων. 2
δ. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας ή θεώρηση φορολογικών στοιχείων. 3
ε. H διευκόλυνση ζητείται χωρίς ιδιαίτερο λόγο. 4

VI. κρίση (αιτιολόγηση) προϊσταμένου

Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.O.Y. ή του Τελωνείου προσθέτει αιτιολογημένα συντελεστές βαρύτητας από 1 μέχρι 4 κατά την κρίση του, λαμβάνοντας υπόψη την όλη φορολογική συμπεριφορά του οφειλέτη.

Επιστροφή

¶ρθρο 18

Περιορισμοί

1. Προϋπόθεση για την εξέταση αιτήματος χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής αποτελεί η πληρωμή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου που ανέρχεται σε ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5%ο) επί της υπαγόμενης σε διευκόλυνση βασικής οφειλής , το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.
Δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου όταν η αίτηση αφορά:

α) στη διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του Ν.Δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) (Κ.Ε.Δ.Ε.),
β) στην απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 356/1974,
γ) στην επανεξέταση αιτήματος διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14, με εξαίρεση την οφειλή για την οποία χορηγείται διευκόλυνση για πρώτη φορά.

2. H διευκόλυνση τμηματικής καταβολής χορηγείται για τη ληξιπρόθεσμη βασική οφειλή. Αν όμως στην ίδια οφειλή, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διευκόλυνσης, υπάρχουν και μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, τότε περιλαμβάνεται υποχρεωτικά και το ποσό αυτών στην απόφαση της διευκόλυνσης, με εξαίρεση τις οφειλές από φόρους κληρονομιών - δωρεών - γονικών παροχών. Στις δόσεις που προκύπτουν από το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων του προηγούμενου άρθρου προστίθεται ο αριθμός των δόσεων που δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες. Αν υφίστανται δύο ή περισσότερες οφειλές με μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, προστίθεται ο αριθμός των δόσεων της οφειλής με τις περισσότερες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, ο συνολικός όμως αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ (48).
3. Στον ίδιο υπόχρεο και για την ίδια οφειλή επιτρέπεται χορήγηση μέχρι τριών διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής. Η δεύτερη διευκόλυνση μπορεί να χορηγηθεί μετά την απώλεια της πρώτης, με βάση τα κριτήρια και τους συντελεστές βαρύτητας αυτών, καθώς και με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο. Η Τρίτη διευκόλυνση μπορεί να χορηγηθεί μετά την απώλεια της δεύτερης, όμως ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον εναπομείναντα αριθμό των δόσεων της δεύτερης διευκόλυνσης που απωλέστηκε, η δε πρώτη δόση αυτής θα είναι ίση με ποσοστό τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της οφειλής για την οποία χορηγείται η τρίτη διευκόλυνση. Επίσης σε κάθε περίπτωση που χορηγείται διευκόλυνση για αναστολή μέτρου είσπραξης ή χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, μπορεί να τίθεται αυξημένο ποσό πρώτης δόσης.
4. Επιτρέπεται επανεξέταση άπαξ από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 15 κατά τη διάρκεια της πρώτης ή δεύτερης διευκόλυνσης για αύξηση του αριθμού των δόσεων, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του παρόντος.
5. Τα ευεργετήματα που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 13 παρέχονται μόνο στην πρώτη διευκόλυνση εφόσον ο υπόχρεος συμμορφώνεται πλήρως, ήτοι καταβάλλει κανονικά όλες τις μηνιαίες δόσεις αυτής. Για την απόκτηση των ευεργετημάτων του άρθρου 19 πρέπει να καταβληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της διευκόλυνσης, καθώς και το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών που δεν υπάγονται σε διευκόλυνση.
6. O οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα της διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, εφόσον δεν πληρώσει τρεις συνεχείς μηνιαίες δόσεις αυτής.
- (αντικαταστάθηκε  ως άνω με το άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 3522/06.))

Επιστροφή

¶ρθρο 19

Ευεργετήματα του οφειλέτη


Η χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής και η συμμόρφωση σε αυτήν παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) Καθιστά τον οφειλέτη και τους κατά οποιονδήποτε τρόπο συνυπόχρεους, περιλαμβανομένων και των εγγυητών, ενήμερους για τα χρέη προς το Δημόσιο και χορηγείται σε αυτούς αποδεικτικό ενημερότητας για κάθε χρήση, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί όλες οι δόσεις της διευκόλυνσης μέχρι την ημερομηνία χορήγησης του αποδεικτικού και δεν υπάρχουν άλλες υποχρεώσεις του αιτούντος που εμποδίζουν τη χορήγηση του αποδεικτικού αυτού.
β) Αναστέλλει τη λήψη ή την εκτέλεση κάθε μέτρου σε βάρος του υπόχρεου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του επόμενου άρθρου.
γ) Αναστέλλει την εκτέλεση του μέτρου που προβλέπεται από το άρθρο 7 του νόμου 2120/1993 (ΦΕΚ 24 Α'). όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α').

Επιστροφή

¶ρθρο 20

Δικαιώματα Δημοσίου


1. Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

α) Να λάβει ή να διατηρήσει το μέτρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, κατά τις διατάξεις του ν. 395/1976 ή του άρθρου 27 του ν. 1882/1990 και των κατά εξουσιοδότηση αυτών εκδοθεισών αποφάσεων του Υπ. Οικονομικών.
β) Να επιβάλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη των συνυπόχρεων ή των εγγυητών, εφόσον το χρέος δεν είναι ασφαλισμένο.

γ) Να μην χορηγήσει αποδεικτικό ενημερότητας στα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης, για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, όπως για τη μεταβίβαση ακινήτου, εφόσον το χρέος δεν είναι ασφαλισμένο. Οι πράξεις αυτές καθορίζονται με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών.
δ) Να δώσει εντολή παρακράτησης μέρους ή του συνόλου της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την είσπραξη της οποίας ζητείται το αποδεικτικό ενημερότητας.
ε) Να προβεί σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των ληξιπρόθεσμων χρεών του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.).

2. Με την απόφαση παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των χρεών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 87 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α').
3. Οι αναγκαστικές κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων δεν αναστέλλονται και τα ποσά που εισπράττονται με τις κατασχέσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν είχαν υπαχθεί στη διευκόλυνση ή δημιουργήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που ίσχυε η διευκόλυνση.
4. Τα ποσά που εισπράττονται από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περίπτωση δ' της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, μπορεί να καλύψουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας διευκόλυνσης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά.

Επιστροφή

¶ρθρο 21

Εξουσιοδοτική διάταξη


Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να ορίζεται σταθμικός μέσος όρος των κριτηρίων αντί του απλού, και να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των άρθρων 13 έως και 20 του παρόντος.

Επιστροφή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

Τροποποίηση και συμπλήρωση φορολογικών και λοιπών σχετικών διατάξεων

¶ρθρο 22

Τροποποίηση διατάξεων της φορολογίας εισοδήματος


1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"Η επιτροπή (ΕΑΠΓΕ) καταρτίζει οριστικούς πίνακες, μέχρι τέλος Ιανουαρίου κάθε έτους, αφού συνεκτιμήσει ανάλογους πίνακες, οι οποίοι έχουν καταρτισθεί από τις νομαρχιακές επιτροπές της επόμενης παραγράφου."

2. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:

"Οι πίνακες αυτοί καταρτίζονται, με ευθύνη των Διευθύνσεων Γεωργίας, από διαθέσιμα λογιστικά στοιχεία γεωργικών εκμεταλλεύσεων, για όλα τα παραγόμενα γεωργικά προϊόντα του νομού, με βάση τις καθιερωμένες γεωργοοικονομικές μεθόδους και προσκομίζονται στην επιτροπή μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Με ευθύνη του προέδρου της επιτροπής, οι οριστικοποιημένοι πίνακες αποστέλλονται μέχρι 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους στην επιτροπή της παραγράφου 2."

3. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 4 του άρθρου 42 του ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:

"Οι οριστικοί αυτοί πίνακες εγκρίνονται από τον Υπ. Οικονομικών, ο οποίος μπορεί να τους τροποποιεί και με ευθύνη του προέδρου της επιτροπής κοινοποιούνται σης νομαρχίες και στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες των νομών. Με ευθύνη των νομαρχών οι πίνακες αυτοί κοινοποιούνται σε όλους τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, τις συνεταιριστικές οργανώσεις και τους αγροτικούς συλλόγους, μέχρι 10 Φεβρουαρίου κάθε έτους."

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 57 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

"Στο μηνιαίο εισόδημα από αμοιβές για υπηρεσία ενεργού εφημερίας, που αποκτούν οι ιατροί που είναι ενταγμένοι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.), οι πανεπιστημιακοί ιατροί που δεν ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, οι ειδικευόμενοι ιατροί που διέπονται από τις διατάξεις του νόμου 1397/1983 (ΦΕΚ 143 Α') και οι ιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 1666/ 1986 (ΦΕΚ 200 Α'), για ποσό που αντιστοιχεί σε δύο (2) ημέρες ενεργού κατά μήνα εφημερίας, ο φόρος υπολογίζεται και παρακρατείται με βάση την κλίμακα του άρθρου 9, όταν οι αμοιβές αυτές συνεντέλλονται σε μισθοδοτική κατάσταση μαζί με τις άλλες αποδοχές του δικαιούχου ή με βάση το συντελεστή της περίπτωσης γ, όταν αυτές εντέλλονται με χωριστή κατάσταση."

5. Το άρθρο 63 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

"¶ρθρο 63

Αρμόδιος προϊστάμενος δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας

1. Αρμόδιος για την παραλαβή των δηλώσεων και τον έλεγχο τους, την εξακρίβωση αυτών που δεν έχουν επιδώσει δηλώσεις και γενικά για την επιβολή του φόρου είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της κατοικίας του φορολογούμενου. Κατ' εξαίρεση προκειμένου:

α) Για τα πρόσωπα που ασκούν ατομικώς εμπορική επιχείρηση γενικά ή ελευθέριο επάγγελμα, αρμόδιος είναι, κατά περίπτωση, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της έδρας της κύριας επιχείρησης τους ή του κύριου επαγγέλματος τους.
β) Για τα πρόσωπα που είναι κάτοικοι αλλοδαπής και έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν δήλωση στην Ελλάδα, εφόσον δεν υπάγονται στην περίπτωση α', αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Κατοίκων Εξωτερικού. Εάν αυτά τα πρόσωπα συμμετέχουν σε εταιρίες, κοινωνίες και κοινοπραξίες που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρθρου 2 ή σε λοιπά νομικά πρόσωπα που έχουν έδρα στην Ελλάδα, με εξαίρεση τις ανώνυμες εταιρίες, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ο οποίος είναι αρμόδιος για τη φορολογία του εισοδήματος του εκπροσώπου στην Ελλάδα αυτών των φυσικών προσώπων.
γ) Για σχολάζουσα κληρονομιά ή σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου πριν από την επίδοση της δήλωσης, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας στην οποία κατοικούσε ο κληρονομούμενος ή βρισκόταν η έδρα της ατομικής επαγγελματικής του εγκατάστασης πριν από το θάνατο του.

2. Για την παραλαβή και τον έλεγχο εκπρόθεσμης δήλωσης, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην περιφέρεια της οποίας ο φορολογούμενος έχει την κατοικία του ή την έδρα της επιχείρησης του σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου κατά το χρόνο της υποβολής αυτής της δήλωσης. Πριν από την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης νομίμως επιλαμβάνεται ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που ήταν αρμόδιος για το αμέσως προηγούμενο της υποβολής της εκπρόθεσμης δήλωσης χρονικό διάστημα.
3. Οι δηλώσεις των προσώπων που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, στην παρ. 3 του άρθρου 47, καθώς και των προξενικών υπαλλήλων του Κράτους, που υπηρετούν στο εξωτερικό, μπορεί να επιδίδονται και στην προξενική αρχή του τόπου που διαμένει ο υπόχρεος, η οποία οφείλει να τις διαβιβάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.»

6. Στο άρθρο 115 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:

«3. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους παρακρατούμενους φόρους και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν, ως εξής:

α) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις ως άνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά.
β) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτησης του φόρου.»

7. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 εφαρμόζονται και για την περίπτωση β' του άρθρου 45 του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α'), καθώς και για οφειλές φόρου κύκλου εργασιών.
8. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

«Κατ' εξαίρεση, η υπερτίμηση από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου, το οποίο ιδιοχρησιμοποιείται ή έχει ιδιοχρησιμοποιηθεί για την άσκηση του αντικειμένου των εργασιών της επιχείρησης, απαλλάσσεται του φόρου, εφόσον εμφανίζεται σε ιδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού και φορολογείται σε περίπτωση διανομής του ή διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Κατά τον υπολογισμό του υπερτιμήματος από την πώληση ακινήτου, εξαιρουμένου του υπερτιμήματος που προκύπτει από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου, ως τιμή πώλησης δεν δύναται να ληφθεί ποσό μικρότερο της αξίας, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων.»

9. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1998 και μετά.

Επιστροφή

¶ρθρο 23

Απαλλαγή ληξιπρόθεσμων οφειλών από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής


Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως αυτή αναριθμήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 22 του ν. 2523/1997 και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Επιτρέπεται, μετά από αιτιολογημένη απόφαση, μερική ή ολική απαλλαγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον η μη εμπρόθεσμη καταβολή οφείλεται σε μη αποστολή της ειδοποίησης της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος. Στις περιπτώσεις που ο υπόχρεος έχει λάβει γνώση ενυπόγραφα για τον τρόπο καταβολής της οφειλής, η αίτηση του είναι απαράδεκτη.
Αρμόδια όργανα για την απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής είναι:

α) Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, μετά από γνώμη του νόμιμου αναπληρωτή του και του προϊστάμενου του Δικαστικού Τμήματος ή του αντίστοιχου γραφείου, σε περίπτωση που το ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής δεν υπερβαίνει τις 100.000 (εκατό χιλιάδες) δραχμές, την ημέρα υποβολής της αίτησης απαλλαγής, καθώς και σε όλες τις περιπτώσεις, ανεξάρτητα του ύψους του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη νόμιμη ημερομηνία λήξης πληρωμής της οφειλής.
β) Ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Παροχής Διευκολύνσεων, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

Τα παραπάνω όργανα δύνανται να χορηγούν στον οφειλέτη και την οριζόμενη από ειδικές διατάξεις έκπτωση λόγω εφάπαξ πληρωμής, αν η αίτηση για την απαλλαγή κατατεθεί το αργότερο εντός διμήνου από την εκπνοή της προθεσμίας εντός της οποίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, παρεχόταν το δικαίωμα της καταβολής με έκπτωση και η οφειλή καταβληθεί εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία που ο οφειλέτης έλαβε αποδεδειγμένα γνώση αυτής.

Κατά των αποφάσεων του προϊσταμένου δύναται να ασκηθεί ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Οικονομικών εντός μηνός από την κοινοποίηση της απόφασης. Η απόφαση επί της προσφυγής εκδίδεται μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 9 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α').
Ποσά που σύμφωνα με τις αποφάσεις των παραπάνω οργάνων κρίνεται ότι έχουν καταβληθεί αχρεώστητα, επιστρέφονται."

Επιστροφή

¶ρθρο 24

Διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο


Οι παράγραφοι 1 , 2 και 3 του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) αντικαθίστανται ως εξής:

"1. Χρέη γενικά προς το Δημόσιο μπορεί να διαγραφούν ολικά ή μερικά με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής παροχής διευκολύνσεων, εφόσον οφείλονται:

α) Από οφειλέτες που απεβίωσαν χωρίς να αφήσουν οποιαδήποτε περιουσία και οι κληρονόμοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά.
β) Από άπορους οφειλέτες, των οποίων η απορία διαπιστώνεται από στοιχεία της Δ.Ο.Υ. στην οποία βεβαιώθηκε το χρέος ή από κάθε άλλη δημόσια αρχή και η είσπραξη του χρέους δεν έχει επιτευχθεί μέσα σε 5 (πέντε) έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε, παρά τη λήψη όλων των προβλεπόμενων, από ης κείμενες διατάξεις, μέτρων είσπραξης.
γ) Από οφειλέτες φυσικά ή νομικά πρόσωπα που στερούνται περιουσίας ή των οποίων εκποιήθηκε αναγκαστικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος ή με τη διαδικασία της εκκαθάρισης, ολόκληρη η περιουσία, εφόσον, ύστερα από παρέλευση πέντε (5) ετών από τη βεβαίωση του χρέους, η Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων (Γ.Ε.Π.Δ.) διαπιστώνει αιτιολογημένα ότι έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα για την είσπραξη του χρέους και ότι ακόμη και αν ληφθούν όλα τα λοιπά μέτρα που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, δεν θα ήταν δυνατή η είσπραξη του. Σε περίπτωση ύπαρξης μερικής φοροδοτικής ικανότητας των οφειλετών αυτών, η διαγραφή μπορεί να περιοριστεί και πριν από την παρέλευση της πενταετίας από τη βεβαίωση του χρέους, ολικά ή μερικά στα πάσης φύσεως σχετικά πρόστιμα, πρόσθετους φόρους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

2. Η αίτηση του οφειλέτη, για διαγραφή χρεών διαβιβάζεται από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ στην Επιτροπή μαζί με πίνακα χρεών και λοιπά δικαιολογητικά με αιτιολογημένη γνώμη του επί του αιτήματος, καθώς και τη γνώμη του αρμόδιου επιθεωρητή. Ειδικά για την περίπτωση α' της προηγούμενης παραγράφου, πρόταση για διαγραφή χρεών συνοδευόμενη από τα ανωτέρω δικαιολογητικά μπορεί να υποβληθεί στην Επιτροπή οίκοθεν από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. με τη γνώμη του αρμόδιου επιθεωρητή.
3. Υποθέσεις για διαγραφή χρεών που έχουν εισαχθεί στην Επιτροπή και για τις οποίες εκδόθηκε απορριπτική απόφαση δεν δύνανται να επανεξετασθούν πριν περάσουν δύο (2) έτη από την έκδοση της απόφασης. "

Επιστροφή

¶ρθρο 25

Αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη προς το Δημόσιο


1. Ο τίτλος του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

"Αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη και φορολογικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο".

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

"Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν και για τους υπόχρεους υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, απόδοσης Φ.Π.Α.και παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών."

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Η εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αποδεικνύεται με αποδεικτικό ενημερότητας, που εκδίδεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. και χορηγείται εφόσον ο αιτών: α) έχει υποβάλει τις δηλώσεις που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και β) έχει καταβάλει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή με διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, που έχει χορηγηθεί από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα, τις μέχρι τη χρονολογία έκδοσης του αποδεικτικού βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς το Δημόσιο."

4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 προστίθενται δύο εδάφια ως εξής:

"Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται ο χρόνος ισχύος του αποδεικτικού ενημερότητας, που μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με την αιτία που ζητείται το αποδεικτικό για τα φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες ή για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες και νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, καθώς και για όσους είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο και δεν έχουν σε βάρος τους βεβαιωμένες, κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε., οφειλές. Με τις ίδιες αποφάσεις δύναται να προστίθενται ή να αφαιρούνται δηλώσεις απόδοσης φόρων, τελών ή εισφορών, που ορίζονται στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του παρόντος άρθρου."

Επιστροφή

¶ρθρο 26

Παράβολα - Τέλη

1. Παράβολα , τέλη , δικαιώματα και εισφορές, οποιασδήποτε μορφής ή ονομασίας ανταποδοτικής γενικά φύσης, που έχουν επιβληθεί υπέρ του Δημοσίου αναπροσαρμόζονται ως εξής:

α) Τα κάτω των χιλίων (1.000) δραχμών σε χίλιες (1.000) δραχμές.
β) Τα αξίας χιλίων (1.000) δραχμών και μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών διπλασιάζονται, στρογγυλοποιούμενα στην επόμενη χιλιάδα δραχμών, με εξαίρεση τα εισιτήρια των καζίνων.

2. Για την είσπραξη των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο παραβόλων, καθιερώνονται ειδικά κινητά ένσημα παραβόλων αξίας χιλίων (1.000), δύο χιλιάδων (2.000), πέντε χιλιάδων (5.000), δέκα χιλιάδων (10.000) και 20.000 (είκοσι χιλιάδων) δραχμών.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των ειδικών κινητών ενσήμων παραβόλων, ο τρόπος προμήθειας και διάθεσης η ημερομηνία θέσης σε κυκλοφορία αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Επιστροφή


¶ρθρο 27

Ρυθμίσεις στα τέλη χαρτοσήμου


1. Το ποσό που ορίζεται από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος της 28ης Ιουλίου 1931. για την είσπραξη του αναλογικού τέλους χαρτοσήμου με χρήση κινητού επισήματος, αυξάνεται σε πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές.
2. Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 15α του προεδρικού διατάγματος της 28ης Ιουλίου 1931, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
"1. Σε συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή, που εκδίδονται στην Ελλάδα, επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου, το οποίο ορίζεται ως ακολούθως:

Για ονομαστική αξία δρχ. 1 - 100.000 δρχ. 500
Για ονομαστική αξία δρχ. 100.001 - 200.000 1.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 200.001 - 400.000 2.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 400.001 - 600.000 3.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 600.001 - 800.000 4.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 800.001 - 1.000.000 5.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 1.000.001 - 1.400.000 7.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 1.400.001 - 1.800.000 9.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 1.800.001 - 2.200.000 11.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 2.200.001 - 2.600.000 13.000
Για ονομαστική αξία δρχ. 2.600.001 - 3.000.000 15.000


Για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή ονομαστικής αξίας μεγαλύτερης των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών, το τέλος ορίζεται σε πέντε τοις χιλίοις (5%ο) για την πέρα των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών ονομαστική αξία αυτών.

Η οπισθογράφηση, η τριτεγγύηση και η εξόφληση συναλλαγματικής ή γραμματίου σε διαταγή συντάσσονται ατελώς.

2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο τέλος χαρτοσήμου για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή αξίας μέχρι 3.000.000 (τρία εκατομμύρια) δραχμές εισπράττεται υποχρεωτικό με χρήση ειδικών εντύπων ενσήμων, για συναλλαγματικές δε και γραμμάτια σε διαταγή αξίας ανώτερης, με χρήση του ειδικού εντύπου ενσήμου της συναλλαγματικής ή του γραμματίου σε διαταγή αξίας τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών και με χρήση κινητού επισήματος ή αποδεικτικού πληρωμής της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Κώδικα αυτού. Σε όσες περιπτώσεις το αναλογικό τέλος είναι ή περιλαμβάνει κλάσμα της δραχμής αυτό στρογγυλοποιείται σε ακέραιη δραχμή.
3. Με απόφαση του Υπ. Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται η ημερομηνία θέσης σε κυκλοφορία των ως άνω νέων ειδικών εντύπων ενσήμων συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή και καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των εντύπων αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

Επιστροφή

¶ρθρο 28

Βεβαίωση ποσοστού αμφισβητούμενου φόρου και αναστολή είσπραξης του Διασφάλιση του υπόλοιπου μη βεβαιωθέντος ποσού


1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 74 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

"Αν δεν έχει επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκήθηκε από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, πρόσθετου φόρου και λοιπών συμβεβαιουμένων με αυτόν φόρων και τελών".

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 29 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"Αν ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή κατά πράξης επιβολής φόρου που προβλέπεται από τα άρθρα του παρόντος, βεβαιώνεται αμέσως ποσοστό 25% (είκοσι πέντε τοις εκατό) του αμφισβητούμενου με την πράξη κύριου και πρόσθετου φόρου."

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 4 του α.ν.1421/1967 (ΦΕΚ 169 Α'), όπως ισχύουν σήμερα, αντικαθίστανται ως εξής:

"1. Αν δεν έχει επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς σε πράξη επιβολής φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών, που έχει κοινοποιηθεί, αλλά ασκήθηκε εμπρόθεσμη προσφυγή από τον φορολογούμενο, βεβαιώνεται αμέσως ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) επί του αμφισβητούμενου φόρου (κυρίου, πρόσθετων και κάθε άλλης προσαύξησης) που ορίζεται με την πράξη.

2. Το ποσό που βεβαιώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της ανωτέρω παραγράφου, εισπράττεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν θα είναι μικρότερη των 100.000 δρχ.(εκατό χιλιάδων δραχμών), εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

Με την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου βεβαιώνεται ή διαγράφεται κατά περίπτωση η διαφορά του φόρου, που προκύπτει με βάση την απόφαση αυτή".

4. Στο άρθρο 22 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 1711 Α') προστίθεται παράγραφος 13, που έχει ως εξής:

"13. Οι διατάξεις του άρθρου 14 του παρόντος νόμου έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση οφειλετών των οποίων τα μη ασφαλισμένα ληξιπρόθεσμα, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), χρέη τους προς το Δημόσιο, από οποιαδήποτε αιτία, υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα εκατομμυρίων (50.000. 000) δραχμών.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία ενημέρωσης της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), προκειμένου αυτή να ενημερώσει με οποιονδήποτε τρόπο όλες τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, τις τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και τον οφειλέτη.

Οι ανωτέρω υπηρεσίες και φορείς από της ενημερώσεως τους υποχρεώνονται να εφαρμόσουν αμέσως τις απαγορεύσεις και δεσμεύσεις της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και οι προϋποθέσεις άρσης των μέτρων αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια."

Επιστροφή


¶ρθρο 29

Τροποποίηση του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας - Κατάργηση Δικαστικού Συμβιβασμού


1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 165 του ν. 4125/1960 , που κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 331/1985 (ΦΕΚ 116 Α'). όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 60 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α), αντικαθίσταται ως εξής:

"Σε έφεση υπόκεινται οι οριστικές αποφάσεις των διοικητικών πρωτοδικείων αν το ποσό της διαφοράς υπερβαίνει το 1.000.000 (ένα εκατομμύριο) δραχμές, χωρίς στο ποσό αυτό να συνυπολογίζονται οι πρόσθετοι φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις."

2. Τα άρθρο 1 του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 Α') και το άρθρο 71 του ν. 2238/1994 , όπως ισχύουν, καταργούνται.


Επιστροφή

¶ρθρο 30

Βεβαίωση του φόρου


1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 74 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

"5. Ο φόρος που βεβαιώνεται κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους ή μεταγενέστερα από τη λήξη του:

α) Με βάση φύλλο ελέγχου που έγινε οριστικό, λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες" δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται, μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

β) Μετά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των 100.000 δρχ. (εκατό χιλιάδων δραχμών), εκτός της τελευταίας. Η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις ι δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν. Αν ο υπόχρεος καταβάλλει εντός της προθεσμίας καταβολής του ενός πέμπτου (1/5), το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, παρέχεται επί αυτού έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%).

γ) Με βάση απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το συνολικό ποσό του φόρου δεν είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα, και η δεύτερη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μήνα που ακολουθεί."

2. Στο άρθρο 70 του ν. 2238/1994 προστίθεται παρ. 11 που έχει ως εξής:

"11. Αντίγραφο του πρακτικού της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς παραδίδεται στον υπόχρεο. Το πρακτικό αυτό επέχει και θέση ατομικής ειδοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.)."

3. Η υποπερίπτωση δδ' της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 1642/ 1986 , όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 30 του άρθρου 2 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α ), αντικαθίσταται ως εξής:

"δδ'. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο, εφόσον ο φόρος που βεβαιώθηκε δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών".

4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 42 ν. 1642/ 1986 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

"Αντίγραφο του πρακτικού της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς παραδίδεται στον υπόχρεο. Το πρακτικό αυτό επέχει και θέση ατομικής ειδοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε)."

5. Το άρθρο 82 του ν.δ. 118/1973 , όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"¶ρθρο 82

Καταβολή φόρου κτήσεων αιτία θανάτου

1. Ο φόρος που βεβαιώνεται :

α) Μετά από δήλωση ή πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

β) Μετά από διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε 24 (είκοσι τέσσερις) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας.

γ) Μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας.

Για τις ανωτέρω περιπτώσεις η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη , για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση ή την υπογραφή του πρακτικού και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

2. Αν ο υπόχρεος καταβάλλει το σύνολο του αναλογούντος κύριου και πρόσθετου φόρου κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση α' της προηγούμενης παραγράφου, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης μηνιαίας δόσης, ανεξάρτητα από το ύψος αυτού, παρέχεται επί αυτού έκπτωση κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%). Το ίδιο ποσοστό εκπίπτεται αν ο υπόχρεος καταβάλλει το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς εντός της προθεσμίας πληρωμής του 1/5 (ενός πέμπτου) αυτού.

3. Σε κινητές αξίες και λοιπά κινητά γενικά πράγματα, που έχουν κατατεθεί σε τράπεζες και λοιπά νομικά ή φυσικά πρόσωπα, ο φόρος που αναλογεί επιμεριστικά στην αξία τους καταβάλλεται πριν από την ανάληψη τους και τη χορήγηση του πιστοποιητικού του άρθρου 105.

4. Εφόσον στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου δεν διασφαλίζεται από τα κληρονομιαία αντικείμενα που απομένουν στην κατοχή του κληρονόμου ή κληροδόχου η πληρωμή του υπόλοιπου φόρου της κληρονομικής του μερίδας και δεν παρέχεται εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή μιας από τις αναγνωρισμένες στην Ελλάδα τράπεζες, ολόκληρος ο φόρος που αναλογεί στη μερίδα του κληρονόμου ή κληροδόχου καταβάλλεται πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού των άρθρων 105 και 112.

Σε κάθε άλλη περίπτωση που οφείλεται φόρος που αναλογεί σε μετρητά και γενικά κινητά πράγματα, εφόσον κατά την κρίση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δεν διασφαλίζεται η πληρωμή του από τη λοιπή κληρονομιαία περιουσία που απομένει στην κατοχή του υπόχρεου, παρέχεται ασφάλεια με την υποβολή της δήλωσης, άλλως καταβάλλεται αμέσως ολόκληρος ο φόρος αυτός και γίνεται σχετική μνεία στη δήλωση για την καταβολή.

5. Η ευχέρεια καταβολής του φόρου σε δόσεις κατά την παρ. 1 παρέχεται μόνο αν το ακίνητο, που αποκτήθηκε αιτία θανάτου, βρίσκεται στην κυριότητα του οφειλέτη κληρονόμου.

Προκειμένου αυτό να μεταβιβασθεί ή βαρυνθεί με εμπράγματα δικαιώματα, ολόκληρος ο φόρος που επιμεριστικά αναλογεί σε αυτό καθίσταται απαιτητός και καταβάλλεται πριν από τη χορήγηση πιστοποιητικού, για το οποίο ορίζει το άρθρο 112. Μπορεί όμως το πιστοποιητικό αυτό να χορηγηθεί και πριν από την ολοσχερή καταβολή του φόρου που επιμεριστικά αναλογεί, με τη ρητή εντολή ο φόρος να παρακρατηθεί από το συμβολαιογράφο και να αποδοθεί από αυτόν στη δημόσια οικονομική υπηρεσία, το αργότερο μέσα σε 3 (τρεις) ημέρες από τη σύνταξη του οικείου συμβολαίου.

Η πίστωση του καταβαλλόμενου αυτού φόρου θα γίνεται σε εξόφληση των πρώτων δόσεων από τις ανεξόφλητες, κατά την καταβολή είτε αυτές είναι ληξιπρόθεσμες είτε όχι, χωρίς να γίνεται επιμερισμός του φόρου αυτού σε όλες τις δόσεις του ποσού που έχει βεβαιωθεί. Προκειμένου για απόδοση καταθέσεων της παραγράφου 3, η παρακράτηση και η απόδοση κατά τα πιο πάνω, μπορεί να γίνει με επιμέλεια των προσώπων αυτών μέχρι την επόμενη της απόδοσης των καταθέσεων."

6. Στο άρθρο 80 του ν.δ. 118/1973 προστίθεται παράγραφος 7, που έχει ως εξής:

"7. Αντίγραφο του πρακτικού της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, παραδίδεται στον υπόχρεο. Το πρακτικό αυτό επέχει και θέση ατομικής ειδοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν.δ 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.)."

7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 8 του α.ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α'), όπως κυρώθηκε με το ν. 1587/1950 (ΦΕΚ 294 Α') και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"6. Φόρος που βεβαιώνεται κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους ή μεταγενέστερα από τη λήξη του:

α) Με βάση φύλλο ελέγχου που έγινε οριστικό λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών εκτός της τελευταίας.

Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

β) Μετά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε 6 (έξι) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

Αν ο υπόχρεος καταβάλλει εντός της ως άνω προθεσμίας καταβολής του ενός πέμπτου (1/5) το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, παρέχεται επί αυτού έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%).

γ) Με βάση απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το συνολικό ποσό του φόρου δεν είναι μικρότερο των 100.000 (εκατό χιλιάδων) δραχμών. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και η δεύτερη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες. ημέρα του μήνα που ακολουθεί."

Επιστροφή



¶ρθρο 31

Διατάξεις που καταργούνται


Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων των άρθρων 13 μέχρι και 21 του παρόντος καταργούνται:

α) Οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 5940/ 1933 (ΦΕΚ 382 Α').

β) Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.).

γ) Οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών 76803/111-114/19.6.1979 και 161617/1111-114/18.12.1979 που κυρώθηκαν με το άρθρο 92 του ν. 1041/1980 (ΦΕΚ 75 Α).

δ) Οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 1249/ 1982 (ΦΕΚ 43 Α'), όπως ισχύει.

ε) Οι διατάξεις του άρθρου 108 του π.δ. 284/1988 Οργανισμός Κεντρικής Υπηρεσίας Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ 128 Α').

στ) Η απόφαση του Υπ. Οικονομικών 62812/111-176/15.5.19 81, όπως ισχύει, που κυρώθηκε με το άρθρο 64 του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α).

ζ) Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 13 έως και 21 του παρόντος νόμου.

Επιστροφή




ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

Λοιπές διατάξεις

¶ρθρο 32

Θέματα φορολογικών Ελέγχων

1. Τα έκτο , έβδομο , όγδοο και ένατο εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του π.δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α) αντικαθίστανται ως εξής:

"Στην έδρα κάθε Οικονομικής Επιθεώρησης συνιστάται τριμελής Επιτροπή, εκτός των Οικονομικών Επιθεωρήσεων Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας, στις οποίες συνιστάται από μία Επιτροπή για κάθε Υποδιεύθυνση αυτών, για την κρίση των Βιβλίων και Στοιχείων των επιτηδευματιών αρμοδιότητας της, που ελέγχθηκαν από τις Δ.Ο.Υ. ή τα Περιφερειακά Ελεγκτικό Κέντρα, οι οποίες συγκροτούνται από:

α) Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που εποπτεύει δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), ή οποία εδρεύει στην περιφέρεια της αντίστοιχης Οικονομικής Επιθεώρησης ή υποδιεύθυνσης αυτής κατά περίπτωση, ως πρόεδρο, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης,

β) Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που εποπτεύει Δ.Ο.Υ., η οποία εδρεύει μέσα στην περιφέρεια της- αντίστοιχης Οικονομικής Επιθεώρησης ή υποδιεύθυνσης αυτής κατά περίπτωση, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης και

γ) Έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της πόλης που

εδρεύει η Οικονομική Επιθεώρηση, ο οποίος προτείνεται με τον αναπληρωτή του από αυτό.

Στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών συνιστώνται 5 (πέντε) τριμελείς Επιτροπές. για την κρίση των Βιβλίων και Στοιχείων των επιτηδευματιών που ελέγχθηκαν από το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (Εθ.Ε.Κ.), καθεμιά από τις οποίες συγκροτείται από:

σ) Έναν εκ των προϊσταμένων των Διευθύνσεων Φορολογίας Εισοδήματος, Ελέγχου, Βιβλίων και Στοιχείων, Φ.Π.Α. και Τελών και Ειδικών Φορολογιών, της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών. που ορίζεται ως πρόεδρος της επιτροπής με την απόφαση ορισμού των μελών αυτής από το αρμόδιο όργανο και αναπληρώνεται αϊτό το νόμιμο αναπληρωτή του.

β) Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης και

γ) Έναν κοινό εκπρόσωπο των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων Αθήνας και Πειραιά που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από αυτά. Σε περίπτωση διαφωνίας αυτών, ο εκπρόσωπος ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Η κατά τόπο αρμοδιότητα των παραπάνω επιτροπών ορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών."

2. Τα τέταρτο και πέμπτο εδάφια της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του π.δ. 186/1992 (Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων) αντικαθίστανται ως εξής:

"Για την έρευνα και την κατάσχεση συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτούς που ενεργούν την κατάσχεση και τον επιτηδευματία ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια του ελέγχου εταίρο ή μέλος ή συγγενικό προς τους ανωτέρω πρόσωπο ή πρόσωπο που μετέχει στη διοίκηση ή διαχείριση ή υπάλληλο ή λογιστή της επιχείρησης. Αντίγραφο της έκθεσης παραδίδει στον υπόχρεο ή στον παριστάμενο, κατά τις διακρίσεις του προηγούμενου εδαφίου, πρόσωπο. Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω να υπογράψουν, εφαρμόζονται οι σχετικές με τις κοινοποιήσεις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Ο ελεγχόμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφα'ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων με δαπάνες του. Για την κατάσχεση βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων τρίτου φορολογούμενου δεν απαιτείται επίδοση της έκθεσης κατάσχεσης σε αυτόν, με την προϋπόθεση ότι στην έκθεση ελέγχου, που επισυνάπτεται στην απόφαση "επιβολής προστίμου σε βάρος του τρίτου, επισυνάπτεται αντίγραφο της σχετικής έκθεσης κατάσχεσης ή απόσπασμα αυτής".

3. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 36 του π.δ. 186/1992 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

"Επίσης επιτρέπεται παραλαβή των βιβλίων και στοιχείων αυτών, προς έλεγχο στις περιπτώσεις μη ύπαρξης ανεπισήμων βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, με απόδειξη παραλαβής".

4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 21 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') προστίθενται δύο εδάφια. που έχουν ως εξής:

"Ειδικά κατά των πράξεων επιβολής προστίμου, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 8, 9 και 10 του άρθρου 5, που εκδίδονται σε βάρος των εκμεταλλευτών κέντρων διασκέδασης και των λοιπών "καταστημάτων ψυχαγωγίας, η εκδίκαση της προσφυγής προσδιορίζεται μέσα σε δυο (2) μήνες από την περιέλευση του φακέλου στη γραμματεία, του οικείου διοικητικού δικαστηρίου. Στην ίδια προθεσμία εκδικάζεται και η έφεσης καθώς και η, αναίρεση που τυχόν θα ασκηθούν. Σε περίπτωση αναβολής, που χορηγείται μόνο μια φορά η νέα δικάσιμος προσδιορίζεται, μέσα σε 1 (ένα) μήνα από τη χορήγηση αυτής".

5. Από τις διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του .άρθρου 24 του ν.2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') απαλείφονται οι λέξεις "ή δικαστικού" και μετά το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου προστίθενται δύο εδάφια. που έχουν ως εξής:

"Το κατακτά ανωτέρω ποσοστό φόρου ή προστίμου μπορείς να καταβληθεί και εντός, των. δύο επόμενων από της υπογραφής του συμβιβασμού εργάσιμων για τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ημερών, "γενόμενης σχετικής μνείας για την υποχρέωση αυτή του υπόχρεου στο έγγραφο του συμβιβασμού. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής από τον υπόχρεο ο επιτευχθείς συμβιβασμός θεωρείται ως μη γενόμενος."

6. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 85 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') προστίθεται νέα περίπτωση ε', που έχει ως εξής:

"ε) Η χορήγηση στοιχείων σε δημόσιες υπηρεσίες. νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμούς που έχουν αρμοδιότητα διαχείρισης, παρακολούθησης ή ελέγχου των πάσης, φύσεως χρηματοδοτήσεων, ενισχύσεων ή επιδοτήσεων που καταβάλλονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και φορείς και προέρχονται από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους, για την άσκηση αποκλειστικά των παραπάνω αρμοδιοτήτων τους".

7. Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών. που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να καθορίζονται υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, στις οποίες υποβάλλονται τα στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1882/ 1990 και των άρθρων 47 και 55 του ν. 2065/ 1992 , όπως αυτά ισχύουν, καθώς επίσης να εξαιρούνται ορισμένοι υπόχρεοι από την υποβολή στοιχείων ή να ορίζεται διαφορετικός τρόπος υποβολής αυτών.
8. Οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών που επιλέγονται ως ελεγκτές του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (Εθ.Ε.Κ.) η των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Π.Ε.Κ.), από την ανάληψη των ελεγκτικών καθηκόντων τους, απαλλάσσονται από τα καθήκοντα τους ως προϊστάμενοι για το υπόλοιπο διάστημα της θητείας τους. Οι παραπάνω υπάλληλοι είναι δυνατόν να επιλέγονται εκ νέου ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών και πριν από την πάροδο τριετίας από την κατά τα ανωτέρω απαλλαγή των καθηκόντων τους ως προϊσταμένων, μη εφαρμοζομένων γι' αυτούς των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α').
9. Φορολογικές διαφορές από φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων, πράξεις προσδιορισμού του φόρου και αποφάσεις επιβολής προστίμων φορολογίας εισοδήματος, φόρου προστιθέμενης αξίας, λοιπές φορολογίες και Κ.Β.Σ., που εκκρεμούν ενώπιον των οποιουδήποτε βαθμού διοικητικών δικαστηρίων συμπεριλαμβανομένου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες προέκυψαν μετά από τακτικό φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε από 20.11.1992 μέχρι 4/3/1993 σε επιχειρήσεις τουριστικών ειδών, ειδών λαϊκής τέχνης και αργυροχρυσοχοίας για τις οποίες υφίσταντο από διασταυρώσεις στοιχείων διαφορές από πωλήσεις μέσω πιστωτικών καρτών, μπορεί να επιλύονται με δικαστικό συμβιβασμό σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 42 Α').
10. Η επίλυση ενεργείται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., η οποία υποβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά την επίλυση επαναπροσδιορίζονται τα ακαθάριστα έσοδα με την προσθήκη των διαφορών από πωλήσεις μέσω πιστωτικών καρτών στα προκύπτοντα από τα βιβλία και τις οικείες δηλώσεις ακαθάριστα έσοδα.

Τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις με βάση τα κατά τα ανωτέρω επαναπροσδιοριζόμενα ακαθάριστα έσοδα.

Για διαφορές ακαθάριστων εσόδων, όπως αυτά επαναπροσδιορίζονται, εφόσον αφορούν αποδεδειγμένα λιανικές πωλήσεις, μέσω πιστωτικών καρτών, σε αλλοδαπούς, δεν αναζητείται Φ.Π.Α..

Οι πρόσθετοι φόροι και προσαυξήσεις περιορίζονται στο 1/5 (ένα πέμπτο) του προκύπτοντος ποσού επί των διαφορών των κύριων φόρων μετά την επίλυση των διαφορών. Ομοίως περιορίζονται στο ένα πέμπτο (1/5) τα ποσά των καταλογισθέντων προστίμων Κ.Θ.Σ. και στο 1/10 (ένα δέκατο) τα ποσά των καταλογισθέντων προστίμων Φ.Π.Α..

Για το βεβαιωμένο προς καταβολή ποσό οφειλής που απομένει μετά τον κατά τα ανωτέρω προσδιορισμό με το δικαστικό συμβιβασμό, δεν οφείλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την ημερομηνία του συμβιβασμού.
11. Οι διατάξεις του άρθρου 33 του ν. 2515/ 1997 (ΦΕΚ 154 Α') καταργούνται.
12. Δεν υποβάλλεται μηνυτήρια αναφορά από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. κατά των προσώπων του άρθρου 20 του ν. 2523/1997 για φορολογικές παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι 31.12.1997 και οι οποίες δεν αποτελούν από 1.1.1998 ποινικά αδικήματα σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2523/1997.
13. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 10 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') εφαρμόζονται ανάλογα και για την περαίωση των οικείων υποθέσεων, οι οποίες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχουν περαιωθεί οριστικά και εκκρεμούν στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι με αίτηση τους, που υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, πραγματοποιήσουν διοικητική επίλυση της διαφοράς.

Επιστροφή

¶ρθρο 33

Θέματα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος


1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 20 του ν. 1729/1987 (ΦΕΚ 144 Α') αντικαθίστανται ως εξής:

"1. Η αστυνόμευση για τη διαπίστωση των παραβάσεων του νόμου αυτού, ο σχετικός έλεγχος και η προανάκριση κατά τις διατάξεις των άρθρων 34 και 243 του Κ.Π.Δ. ενεργούνται από υπαλλήλους της Ελληνικής Αστυνομίας, της Τελωνειακής Υπηρεσίας, του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και του Λιμενικού Σώματος κατά λόγο αρμοδιότητας.

2. Συνιστάται μικτό όργανο αποτελούμενο από υπαλλήλους των υπηρεσιών της παρ. 1 για την αξιοποίηση πληροφοριών και το συντονισμό της δράσης των αρμόδιων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Τελωνειακής Υπηρεσίας, του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και του Λιμενικού Σώματος."

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 20 του ν. 1729/1987 , όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του ν. 2161/1993 (ΦΕΚ 119 Α), αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Οι προανακριτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας, της Τελωνειακής Υπηρεσίας, του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και του Λιμενικού Σώματος μπορούν να καλούν για εξέταση μάρτυρες και να παίρνουν απολογίες κατηγορουμένων για πράξεις του νόμου αυτού, ανεξάρτητα αν οι μάρτυρες ή οι κατηγορούμενοι είναι κάτοικοι της περιφέρειας τους.

Επίσης μπορούν να μεταβαίνουν για τη διεξαγωγή των παραπάνω προανακριτικών πράξεων και έξω από την περιφέρεια τους, εφόσον πρόκειται για χώρο εδαφικής αρμοδιότητας του Σώματος στο οποίο ανήκουν, ειδοποιώντας ταυτόχρονα τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου στον οποίο διεξάγεται η προανακριτική πράξη".

3. Το άρθρο 25β του ν. 1729/1987 , που προστέθηκε με το άρθρο 22 του νόμου 2161/1993, αντικαθίσταται ως εξής:

"¶ρθρο 25β

Πράξεις ελεγκτικών οργάνων

1. Δεν είναι άδικη η πράξη αστυνομικού, τελωνειακού υπαλλήλου, υπαλλήλου Σ.Δ.Ο.Ε. και λιμενικού υπαλλήλου που με εντολή του αρμόδιου για τη δίωξη ναρκωτικών προϊσταμένου του και με σκοπό την ανακάλυψη ή σύλληψη προσώπου, που διαπράττει έγκλημα από τα αναφερόμενα στα άρθρα 5 και 8 του παρόντος νόμου, εμφανίζεται ως υποψήφιος αγοραστής ή μεταφορέας η εν γένει ενδιαφερόμενος για τη διακίνηση, φύλαξη ή διάθεση ναρκωτικών. Το ίδιο ισχύει και για τον ιδιώτη που με αυτό το σκοπό ενεργεί ύστερα από πρόταση των αρμόδιων, για τη δίωξη ναρκωτικών, υπηρεσιών.

Οφείλει όμως στην περίπτωση αυτή, ο επικεφαλής της υπηρεσίας αυτής να ειδοποιήσει προηγουμένως, έστω και τηλεφωνικά, τον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών.

2. Επίσης, δεν είναι άδικη η πράξη αστυνομικού, υπαλλήλου Σ.Δ.Ο.Ε. , τελωνειακού υπαλλήλουκαι λιμενικού υπαλλήλου, όταν ύστερα από βάσιμη καταγγελία ή ισχυρές υπόνοιες ενεργεί έρευνα σε μεταφορικό μέσο για την ανεύρεση ναρκωτικών".

Επιστροφή

¶ρθρο 34

Θέματα Μητρώου και Φόρου Προστιθέμενης Αξίας


1. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 1642/ 1986 (ΦΕΚ 125 Α'), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"Στην περίπτωση νομικών προσώπων η καθυστέρηση υποβολής της δήλωσης έναρξης μέχρι τριάντα (30) ημέρες δεν συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων, εφόσον δεν έχουν πραγματοποιήσει καμία συναλλαγή."

2. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 1642/ 1986 , όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"Η δήλωση αυτή υποβάλλεται για μεν τα φυσικά πρόσωπα εντός 10 (δέκα) ημερών από την οριστική παύση των εργασιών τους για δε τα νομικά πρόσωπα και τις ενώσεις προσώπων εντός τριάντα (30) ημερών από τη λύση τους."

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Σε κάθε υποκείμενο στο φόρο χορηγείται μοναδικός αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.) ως εξής:

α) Στα φυσικά πρόσωπα με τη δήλωση απόδοσης Α.Φ.Μ. εκτός αν έχει χορηγηθεί Α.Φ.Μ. με δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την οριστική παύση των εργασιών.

β) Στα νομικά πρόσωπα και στις ενώσεις προσώπων μετά την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την αλλαγή της νομικής μορφής των προσώπων αυτών, αλλά με την οριστική λύση ή διάλυση τους.

γ) Στις υπό ίδρυση επιχειρήσεις χορηγείται Α.Φ.Μ. που παραμένει ο ίδιος για την επιχείρηση και μετά το πέρας των εργασιών της ίδρυσης.

Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών καθορίζεται το χρονικό διάστημα εργασιών ίδρυσης επιχείρησης".

4. Η περίπτωση η της παραγράφου 7 του άρθρου 29 του ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

"η) Ο ιδρυτής της επιχείρησης για τις υποχρεώσεις αυτής μέχρι το χρόνο έναρξης της λειτουργίας της επιχείρησης."

5. Οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης - Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) που κατέβαλαν επί του ειδικού τέλους του άρθρου 11 του ν. 1069/1980 (ΦΕΚ 191 Α') Φ.Π.Α, με συντελεστή 8% αντί του συντελεστή 18% για τις υπηρεσίες που παρασχέθηκαν από 1/1/1997 έως 30/9/1998, δεν υποχρεούνται να αποδώσουν τη διαφορά του φόρου αυτού, εφόσον δεν τον εισέπραξαν. Πράξεις επιβολής Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), προστίμων και λοιπών επιβαρύνσεων που αφορούν τη διαφορά φόρου επί του τέλους αυτού και έχουν εκδοθεί για την ανωτέρω χρονική περίοδο, εφόσον δεν έχουν καταστεί με οποιονδήποτε τρόπο οριστικές, παύουν να ισχύουν. Φόρος που τυχόν καταβλήθηκε με συντελεστή 18% δεν αναζητείται ούτε συμψηφίζεται.

Επιστροφή


¶ρθρο 35

Παραγραφή δικαιωμάτων του Δημοσίου και χρόνος διατήρησης βιβλίων και στοιχείων


1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 4 αυτού του άρθρου εφαρμόζονται σε υποθέσεις των οικονομικών ετών 1996 και μετά, για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δηλώσεων αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1996 και μετά."

2. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του π.δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α') η τελεία γίνεται κόμμα και συμπληρώνεται η φράση:

"επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 39 του παρόντος διατάγματος".

3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 39 του π.δ. 186/1992 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

"Επίσης διατηρούνται για όσα χρόνια προ- βλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 44 του π.δ. 99/1977 (ΦΕΚ 34 Α ) τα βιβλία και στοιχεία που τηρούνται με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος για συναλλαγές μέχρι 31/12/1994 ή μέχρι 30/6/1995 για τους επιτηδευματίες που η διαχειριστική περίοδος λήγει στις 30 Ιουνίου."

Επιστροφή

¶ρθρο 36

Ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών


1. Χρέη προς το Δημόσιο , βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ νομικών προσώπων και λοιπών τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ., τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι και τις 17 Σεπτεμβρίου 1998, ρυθμίζονται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε δεκαοκτώ (18) κατ' ανώτατο όριο ίσες διμηναίες δόσεις μαζί με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Στην περίπτωση αυτή οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μειώνονται κατά 15%(δεκαπέντε τοις εκατό).

Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών. Οι οφειλέτες που θα είναι συνεπείς στη ρύθμιση αυτή απαλλάσσονται από το υπόλοιπο ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφληση της οφειλής.
2. Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των ως άνω χρεών, που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή τελωνείο εντός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πρώτη δόση για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Νοεμβρίου 1998 και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν.
3. Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1998 συνεπάγεται πρόσθετη έκπτωση κατά ποσοστό τριάντα 35% (πέντε τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης.
4. Από την ανωτέρω ρύθμιση εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί, τα χρέη από συμβάσεις εκτός των δανείων που έχουν χορηγηθεί με την εγγύηση του Δημοσίου και έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. για είσπραξη, ο φόρος εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων οικονομικού έτους 1998. τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων του ίδιου έτους, τα αυτοτελώς βεβαιωμένα χρέη υπέρ Ο.Τ.Α., τα χρέη υπέρ των Κρατών - Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα χρέη υπέρ ξένων κρατών από φόρο εισοδήματος.
5. Η καθυστέρηση καταβολής 2 (δύο) συνεχών διμηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνομένου με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας δόσης, ο οφειλέτης επιβαρύνεται με προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%) μηνιαίως που υπολογίζεται στο σύνολο της δόσης.
6. Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση και δεν υφίστανται άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών του προς το Δημόσιο κάθε φορά για ένα (1) μήνα και δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα από τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α'), των άρθρων 22 και 23 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') και του ν. 395/1976 (ΦΕΚ 199 Α'). αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. Επίσης, αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσωποκράτηση ή αν αυτή έχει αρχίσει διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 23 του ν. 2523/ 1997 και αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσσς ποινής ή διακόπτεται η αρξάμενη εκτέλεση αυτής. Ομοίως αναστέλλεται η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης των κινητών ή ακινήτων και με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης απολέσει το δικαίωμα της ρύθμισης αυτής τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά.

Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει προς διασφάλιση της οφειλής την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είσπραξης. Ειδικά για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης, το αποδεικτικό αυτό δεν χορηγείται εφόσον δεν έχει καταβληθεί το ποσό που αντιστοιχεί στις 2 (δύο) πρώτες δόσεις. Επίσης, δεν χορηγείται το αποδεικτικό αυτό για όσο χρόνο καθυστερεί η καταβολή οποιασδήποτε δόσης.

Όπου όμως το αποδεικτικό ενημερότητας απαιτείται για είσπραξη χρημάτων, σύναψη και εκτέλεση συμβάσεων δανείων, καθώς και μεταβίβαση ακινήτων, η χορήγηση του επιτρέπεται χωρίς την καταβολή των δύο (2) πρώτων δόσεων ή της δόσης που καθυστερεί, με την προϋπόθεση ότι το χρηματικό ποσό ή τίμημα που πρόκειται να εισπραχθεί από τον οφειλέτη θα παρακρατηθεί κατά το μέρος που απαιτείται υπέρ του Δημοσίου και θα αποδοθεί σε αυτό για την ισόποση εξόφληση των ρυθμισθέντων χρεών, ανεξάρτητα αν δεν έχει λήξει ο χρόνος πληρωμής των δόσεων. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης θεωρείται συνεπής στη ρύθμιση, εφόσον αποδοθούν τα σχετικό ποσά στην αρμόδια ΔΟΥ μέχρι την ημερομηνία λήξης πληρωμής της δόσης ή των δόσεων που καλύπτουν.
7. Η παραγραφή των χρεών που κατά τα ανωτέρω δύνανται να ρυθμιστούν και για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει 1 (ένα) έτος από την παύση αυτής.
8. Με την παρούσα ρύθμιση δεν θίγονται ισχύουσες διατάξεις που απαιτούν την καταβολή συγκεκριμένης οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, όπως η πληρωμή των τελών κυκλοφορίας για μεταβίβαση αυτοκινήτων, και τα καταβαλλόμενα ποσά επιμερίζονται στις υπόλοιπες δόσεις, μειουμένου ανάλογα του ύψους αυτών.
9. Απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών που έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης αυτής, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι των οποίων συμψηφίζονται κατά προτεραιότητα.

Επιστροφή


¶ρθρο 37

Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο ειδικών περιπτώσεων


1. Χρέη προς το Δημόσιο που οφείλονται από επιτηδευματίες, οι οποίοι είχαν αναθέσει το χειρισμό των εν γένει φορολογικών τους υποθέσεων και την εμπρόθεσμη καταβολή των πάσης φύσεων φόρων και τελών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν τους εντολείς τους και δεν υπέβαλαν ή υπέβαλαν ανακριβείς δηλώσεις και παρακράτησαν τα χρηματικά ποσά, τα οποία εμπρόθεσμα τους είχαν δοθεί από τους υπόχρεους για την εξόφληση των οφειλών τους, ρυθμίζονται ως εξής:

Α. Οι ως άνω επιτηδευματίες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οι οποίοι, συνεπεία της αιτίας που προαναφέρεται δεν έχουν υποβάλει ή έχουν υποβάλει ανακριβείς δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 1988 έως και 1997 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, δύνανται να υποβάλλουν γι αυτά τα οικονομικά έτη αρχικές ή συμπληρωματικές κατά περίπτωση δηλώσεις στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων λόγω της εκπρόθεσμης υποβολής τους.

Η δυνατότητα υποβολής δήλωσης κατά τα πιο πάνω παρέχεται και για τις ακόλουθες φορολογίες, εφόσον οι πράξεις ή συναλλαγές βάσει των οποίων γεννήθηκε η σχετική φορολογική υποχρέωση πραγματοποιήθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος από 1.1.1987 έως και 31.12.1997:

α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων του άρθρου 32 του ν.δ. 3323/1955 ή του άρθρου 13 τουν.2238/1994 .

β) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις.

γ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση την Ε. 2665/1998 κοινή απόφαση των Υπ. Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, που κυρώθηκε με το ν. 1839/1989 και τα άρθρα 20 21 , 22 , 23 , 24 , 25 , 26 και 27 του ν. 2065/1992 .

δ) Φόρου Προστιθέμενης Αξίας του ν.1642/ 1986.

ε) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου που δεν περιλαμβάνεται στις πιο πάνω περιπτώσεις α' έως και δ', με εξαίρεση το φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων, ακίνητης περιουσίας, τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και το τέλος διενέργειας ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων.

Τα παραπάνω δεν έχουν εφαρμογή στις υποθέσεις των ως άνω επιτηδευματιών για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου.

Η συνολική οφειλή που προκύπτει με βάση τις δηλώσεις αυτές βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες διμηνιαίες, δόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής και καθεμιά από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών. Όταν κατά την εφαρμογή των ανωτέρω προκύπτει ποσό δόσης μικρότερο του ως άνω ορίου, ο αριθμός των δόσεων μειώνεται ανάλογα.

Οι πιο πάνω δηλώσεις είναι παραδεκτές και παράγουν έννομο αποτέλεσμα, εφόσον:

ι) Έχει υποβληθεί νομίμως μέχρι 31/8/1998 μήνυση κατά των υπευθύνων για απάτη, υπεξαίρεση και λοιπές πράξεις, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος, η οποία, σύμφωνα με βεβαίωση της γραμματείας του οικείου δικαστηρίου, εκκρεμεί μέχρι την υποβολή αυτών των δηλώσεων και από την οποία μήνυση προκύπτει ότι η μη υποβολή των δηλώσεων οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των μηνυομένων.

ιι) Συνοδεύονται από επικυρωμένο αντίγραφο της ως άνω μήνυσης και την ως άνω βεβαίωση.

ιιι) Δεν περιέχουν επιφύλαξη.

Σε περίπτωση έκδοσης αθωωτικής αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος, ανατρέπονται οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου. Τα ποσά που βεβαιώνονται κατ' εφαρμογή των παραπάνω καταβάλλονται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση τους.

Β. Οι επιτηδευματίες που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και στους οποίους έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις, που εκκρεμούν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ, για διοικητική επίλυση της διαφοράς ή στα αρμόδια διοικητικά πρωτοδικεία λόγω άσκησης εμπρόθεσμης προσφυγής, δύνανται, εντός προθεσμίας 30 (τριάντα) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, να ζητήσουν με αίτηση τους τη διοικητική επίλυση της διαφοράς. Η διοικητική επίλυση της διαφοράς επιτυγχάνεται με την αποδοχή από τους επιτηδευματίες των κύριων οφειλών, όπως αυτές προκύπτουν από τα φύλλα ελέγχου και τις καταλογιστικές πράξεις και τη διαγραφή των πρόσθετων φόρων και των προστίμων. Εκκρεμείς ποινικές δίκες που συναρτώνται με τα ως άνω φύλλο ελέγχου και καταλογιστικές πράξεις καταργούνται.

Οι κύριες οφειλές που προκύπτουν κατόπιν της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, μετά το συμψηφισμό, όπου συντρέχει περίπτωση, των κύριων οφειλών, των πρόσθετων φόρων και των προστίμων που έχουν βεβαιωθεί λόγω άσκησης προσφυγής, βεβαιώνονται και καταβάλλονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τέταρτο έως και έβδομο εδάφιο της προηγούμενης περίπτωσης Α'. Για ποσά πρόσθετων φόρων και προστίμων που έχουν βεβαιωθεί λόγω άσκησης προσφυγής, τα οποία δεν έχουν καταβληθεί και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα, δεν οφείλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Η κατά τα άνω υποβαλλόμενη αίτηση είναι παραδεκτή και παράγει έννομο αποτέλεσμα, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις ι και ιι της προηγούμενης περίπτωσης Α'. Επιπλέον, στην περίπτωση που τα φύλλα ελέγχου ή οι καταλογιστικές πράξεις εκκρεμούν στα αρμόδια Διοικητικά πρωτοδικεία λόγω άσκησης προσφυγής, η παραπάνω αίτηση απαιτείται να συνοδεύεται από βεβαίωση της γραμματείας του οικείου διοικητικού πρωτοδικείου, από την οποία προκύπτει ότι η σχετική φορολογική δίκη καταργήθηκε κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία.

Τα δύο τελευταία εδάφια της προηγούμενης περίπτωσης Α' ισχύουν ανάλογα και στην παρούσα περίπτωση, καταργούμενης της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς.

2. Χρέη των επιτηδευματιών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των χρεών από φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνητης περιουσίας, βεβαιωμένα στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. με τη στενή του όρου έννοια από 1.1.1987 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και μη καταβληθέντα μέχρι την ίδια ημερομηνία, τα οποία προέκυψαν λόγω μη υποβολής των δηλώσεων που αναφέρονται στην περίπτωση Α' της προηγούμενης παραγράφου ή λόγω ανακρίβειας των δηλώσεων αυτών, καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος, οι οποίες ισχύουν ανάλογα, χωρίς τους πρόσθετους φόρους, τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση αυτή είναι η υποβολή στη Δ.Ο.Υ., όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη, από τον οφειλέτη, αίτησης με την οποία θα ζητείται η υπαγωγή στη ρύθμιση του συνόλου του βεβαιούμενου και του οφειλόμενου χρέους της κατηγορίας αυτής, χωρίς τις προσαυξήσεις. και η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

Η αίτηση θα συνοδεύεται υποχρεωτικά από επικυρωμένο αντίγραφο της μήνυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος. Οι υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

Στην περίπτωση που έχουν καταβληθεί ποσά από την ανωτέρω αιτία μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν αναζητούνται και δεν συνοψηφίζονται όσον αφορά την κύρια οφειλή. Οι δε πρόσθετοι φόροι, τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που έχουν βεβαιωθεί για την αιτία αυτή και καταβληθεί, συμψηφίζονται με λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών.

Εάν μετά την υπαγωγή τους στη ρύθμιση τα ως άνω πρόσωπα ζητήσουν την κατάργηση της σχετικής ποινικής δίκης ή εμποδίσουν την εξέλιξη αυτής ή δεν εμμείνουν στη μήνυση, τότε εκπίπτουν όλων των ευεργετημάτων της ρύθμισης. Προς τούτο, η γραμματεία των αρμόδιων ποινικών δικαστηρίων οφείλει να ενημερώνει εγκαίρως τον προϊστάμενο της οικείας ΔΟΥ περί της πορείας και του αποτελέσματος των σχετικών ποινικών δικών.

Την ίδια υποχρέωση έχει αμελλητί ο μηνυτής επιτηδευματίας. Επίσης, σε περίπτωση έκδοσης αθωωτικής αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, ανατρέπονται οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου.

Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται αίτηση ρύθμισης με τις διατάξεις αυτές, αναστέλλεται για ολόκληρο το χρονικά διάστημα που αφορά η ρύθμιση ανεξαρτήτως καταβολής οποιασδήποτε δόσης αυτής, μετά δε την παύση της αναστολής δεν συμπληρώνεται η παραγραφή πριν παρέλθει ένα (1) έτος από την παύση αυτής.

Κατά τα λοιπά ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 5, 6, 8 και 9 του άρθρ. 36 του παρόντος.

Επιστροφή

¶ρθρο 38

Ρύθμιση χρεών οφειλετών του Δημοσίου που επλήγησαν από πράξεις βίας αναρχικών ατόμων στην πόλη της Αθήνας το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998


1 Χρέη προς το Δημόσιο , που προέρχονται από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, βεβαιωμένα στις Δ Ο.Υ. τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων μέχρι 31.8.1998 και οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βίας ομάδας (-ων) αναρχικών ατόμων που έγιναν στην ίδια πόλη το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998. ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε 18 (δεκαοκτώ) ίσες διμηνιαίες δόσεις, χωρίς τις τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά.
2. Η πρώτη δόση των οφειλών που ρυθμίζονται πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.
3. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο αίτησης στη δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), που είναι βεβαιωμένες οι οφειλές του, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυροσβεστικής Αρχής, ότι έχει υποστεί ζημιές λόγω των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη της Αθήνας το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998, καθώς και η καταβολή της πρώτης δόσης μέχρι την προθεσμία που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο.
4. Εξαιρούνται από τη ρύθμιση αυτή τα χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.
5. Κατά τα λοιπά ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 5,6,7,8 και 9 του άρθρου 36 του παρόντος.

Επιστροφή

¶ρθρο 39

Οργανωτικά θέματα


1. Το Κέντρο Πληροφορικής Υπουργείου Οικονομικών (ΚΕ.Π.Υ.Ο.), η Υπηρεσία Εκτύπωσης Εντύπων και Αξιών του Δημοσίου (Υ.Ε.Ε.Α.Δ.) και η Υπηρεσία Διαχείρισης Εντύπων και Αξιών του Δημοσίου (Υ.Δ.Ε.Α.Δ.) του Υπουργείου Οικονομικών λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από 1.1.1998.
3. Επιτρέπεται στον Υπουργό Οικονομικών με αιτιολογημένες αποφάσεις του να εγκρίνει κάθε φορά τη μετακίνηση εκτός έδρας των υπαλλήλων των συνιστώμενων και συγκροτούμενων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 39 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α'), όπως τροποποιήθηκαν και αντικαταστάθηκαν με την παρ.2 του ν. 2526/ 1997 (ΦΕΚ 205 Α'), συνεργείων, καθ' υπέρβαση των ημερών που ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2346/1995 (ΦΕΚ 220 Α'). Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις εκείνες που η κατά το ανωτέρω εδάφιο καθ' υπέρβαση απασχόληση υπαλλήλων έλαβε χώρα σε συνεργεία που έχουν περατώσει το έργο τους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Από την 1η Αυγούστου 1998 και μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1999 αιτήσεις υπαλλήλων του κλάδου Εφοριακών του Υπ. Οικονομικών για μετάθεση τους σε υπηρεσίες, που έχουν ως έδρα την ίδια με αυτή της υπηρεσίας που υπηρετούν πόλη, δεν εξετάζονται. Στο ίδιο χρονικό διάστημα δεν διενεργούνται οι μεταθέσεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του π.δ. 344/1995 (ΦΕΚ 183 Α'). Για την εφαρμογή των ανωτέρω λογίζονται ως μια πόλη:

α) οι περιοχές των Νομαρχιών Αθηνών, Πειραιώς, Ανατολικής Αττικής και Δυτικής Αττικής, εκτός των νήσων,

β) οι δήμοι του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης και της Ιωνίας Θεσσαλονίκης,

γ) οι Δήμοι του Βόλου και της Ν. Ιωνίας Μαγνησίας.

Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις των διατάξεων των άρθρων 3 , 7 παράγραφος 1 περίπτωση δ' και 14 παράγραφος 13 του π.δ. 344/1995 .
5. Η παράγραφος 8 του άρθρου 13 του ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38 Α'), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

«8. α) Στη Διεύθυνση Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους υπηρετούν 5 (πέντε) υπάλληλοι, που επιλέγονται από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, ως προϊστάμενοι Διεύθυνσης, στους οποίους ανατίθενται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθήκοντα Συντονιστή - Δημοσιονομικού Ελεγκτή.

β) Η αρμοδιότητα των ανωτέρω αναφέρεται κυρίως στον επιτόπου συντονισμό των δραστηριοτήτων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των κείμενων δημοσιολογιστικών διατάξεων και των σχετικών με αυτές οδηγιών. Στους ανωτέρω Συντονιστές - Δημοσιονομικούς Ελεγκτές και στις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου ανήκει η αρμοδιότητα άσκησης του επιτόπιου και ουσιαστικού ελέγχου, που προβλέπεται από τα άρθρα 24 παράγραφος 2 και 26 παράγραφος 3 του N. 2362/1995 (ΦΕΚ, 247 Α') επί των δαπανών που ελέγχονται και εκκαθαρίζονται από αυτές ή ελέγχονται από ης Ειδικές Ελεγκτικές Υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εφόσον αυτές υφίστανται, καθώς επίσης και επί των. δαπανών, των φορέων της περίπτωσης δ' του άρθρου 3 του ν. 2362/1995 .

γ) Οι Συντονιστές - Δημοσιονομικοί Ελεγκτές κατά την άσκηση των ανωτέρω καθηκόντων τους δεν επιλαμβάνονται θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Σώματος Οικονομικών Επιθεωρητών του Υπουργείου Οικονομικών"

6. Η παράγραφος 25 του άρθρου 13 του ν. 2601/1998 (ΦΕΚ 81 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"25. Με απόφαση του Υπ. Οικονομικών δύναται, σε έκτακτες περιπτώσεις, να ανατίθεται σε υπαλλήλους του Δημοσιονομικού Κλάδου του Γενικού. Λογιστηρίου του Κράτους ΠΕ ή ΤΕ κατηγορίας διενέργεια έκτακτου δημοσιονομικού ελέγχου των φορέων της περίπτωσης δ' του άρθρου 3 του ν. 2362/1995. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το περιεχόμενο και η έκταση του ελέγχου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια."

Επιστροφή

¶ρθρο 40

Ρυθμίσεις θεμάτων που αφορούν τα ψυχαγωγικά τεχνικά παίγνια


Η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α), όπως ισχύει κάθε φορά, εφαρμόζεται και για το πρόστιμο που επιβάλλεται κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του ίδιου-νόμου και της παραγράφου 9 του άρθρου 8 του ν. 2515/1997 (Φ.Ε.Κ. 154 Α'). Ως προς τη διαδικασία επίλυσης της φορολογικής διαφοράς εφαρμόζονται^ ανάλογα οι διατάξεις του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α')

Επιστροφή

¶ρθρο 41

¶λλες διατάξεις


1. Εκκρεμείς , κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του ν.2533/,1997 (ΦΕΚ 228 Α'), διαδικασίες αποζημίωσης επενδυτών, κατ' εφαρμογή του άρθρου 27 του ν. 3632/1928 ολοκληρώνονται και οι σχετικές αποζημιώσεις καταβάλλονται στους δικαιούχους, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του παραπάνω άρθρου και των άρθρων 9 , 10 , 11 , 12 , 13 , 14 , 15 , 16 , 17 , 18 , 19 , 20 και 21 του ν.δ. 3078/1954 , όπως αυτά ίσχυαν πριν από την κατάργηση τους από το νόμο 2533/1997, εφόσον ο επόπτης, είχε προβεί μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 2533/1997 στις προβλεπόμενες από την παράγραφο 11 του άρθρου 27 του ν. 3632/1928 προσκλήσεις και δημοσιεύσεις.
2. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 30 του ν.δ, 356/1974 (Κ. Ε.Δ. Ε.), προστίθεται νέα παράγραφος 4, αναριθμομένων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου αυτού σε 5 και 6, αντίστοιχα, ως εξής:

"4. Η κατάσχεση μπορεί να περιοριστεί σε μικρότερο ποσό ή ποσοστό, μετά από αιτιολογημένη απόφαση εκείνου που την επέβαλε".

3. Οι μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού βεβαιωμένες ανείσπρακτες οφειλές στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) υπέρ του Δημοσίου, καθώς και υπέρ νομικών προσώπων ή τρίτων, εκτός των οφειλών υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, διαγράφονται, εφόσον το συνολικό ποσό της βασικής οφειλής κατά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τις εννέα χιλιάδες (9.000) δραχμές και δεν έχουν εισπραχθεί εντός διετίας από τη βεβαίωση τους. Η διαγραφή γίνεται οίκοθεν, με πράξεις του προϊσταμένου της· Δ.Ο.Υ. κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του π.δ.16/1989(ΦΕΚ6Α').
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 68 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Η κατάθεση των ημερήσιων εισπράξεων. και ο χρηματικός εφοδιασμός των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, στις οποίες δεν εδρεύει πράκτορας ή διαχειριστής της Τράπεζας της Ελλάδος, μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω των Εμπορικών Τραπεζών. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών."

5. Η σύμβαση δανείου ή πίστωσης, που ασφαλίζεται με υποθήκη επί αεροσκάφους, το οποίο εκμεταλλεύεται αερομεταφορέας που έχει λάβει σχετική άδεια σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας 2407/1992, η επ' αυτού παροχή δικαιώματος εγγραφής αεροπορικής υποθήκης, η εγγραφή της υποθήκης και η εξάλειψη αυτής, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 50 , 51 , 52 , 53 , 54 , 55 , 56 , 57 , 58 , 59 , 60 , 61 , 62 , 63 , 64 , 65 , 66 , 67 , 68 , 69 , 70 , 71 , 72 και 73 του ν. 1815/1988 (ΦΕΚ 250 Α'), όπως ισχύουν και κάθε φορά, η εξόφληση του δανείου ή πίστωση οι εξ αυτών, τόκοι και προμήθειες, απαλλάσσονται κατά περίπτωση από τα τέλη χαρτοσήμου, τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών, καθώς και από οποιαδήποτε εισφορά και δικαίωμα, υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, καθ' όλη τη διάρκεια παραμονής του σκάφους υπό ελληνική σημαία.
6. Η ισχύς της διάταξης της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Σεπτεμβρίου 1998 και καταλαμβάνει πράξεις για τις οποίες η υποχρέωση γεννάται από την ημερομηνία αυτή.
7. Η μεταφορά των εισπρακτέων υπολοίπων του Ταμείου Ανταλλάξιμης Περιουσίας και Αποκατάστασης Προσφάτων (Τ.Α.Π.Α.Π.) σε έσοδα προϋπολογισμού, .συμφωνά με το Π.Δ. 137/ 1998 (ΦΕΚ 107 Α'), πραγματοποιείται με την καταχώρηση αυτών στο βιβλίο παραλαβής και βεβαίωσης εισπρακτέων εσόδων της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.

Οι υπάρχουσες εμπράγματες ή προσωπικές ασφάλειες ή άλλες ειδικές εγγυήσεις οφειλών υπέρ Τ.Α.Π.Α.Π. διατηρούνται υπέρ του Δημοσίου εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 13 του ν. 1957/1991 (ΦΕΚ114Α·).

Οι απαιτήσεις που περιέρχονται στο Δημόσιο με το π.δ. 137/1998, οι οποίες βεβαιώνονται εν στενή έννοια, από την ισχύ αυτού στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, παραγράφονται μετά 20 (είκοσι) έτη από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο, μετά την εν στενή έννοια βεβαίωση τους, καθίστανται ληξιπρόθεσμες.

Οι απαιτήσεις από την ίδια ως άνω αιτία, που έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. μέχρι την ημέρα έναρξης.

Η ισχύς του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, παραγράφονται μετά από είκοσι (20) έτη από τη λήξη του έτους δημοσίευσης αυτού.

Εκκρεμείς δίκες του Τ.Α.Π.Α.Π., που προέκυψαν από τη λειτουργία του καταργηθέντος νομικού προσώπου, συνεχίζονται από και κατά του Δημοσίου, χωρίς διακοπή.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
8. Οφειλέτες που εμπίπτουν σης διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α') και απώλεσαν το δικαίωμα υπαγωγής τους σε αυτές δύνανται να υπαχθούν στις εν λόγω διατάξεις με την προϋπόθεση να υποβάλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. σχετική αίτηση εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και ταυτόχρονα να καταβάλουν τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της ρύθμισης με τις νόμιμες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Οι ημερομηνίες καταβολής των λοιπών δόσεων δεν μεταβάλλονται από την παρούσα διάταξη.
9. Το μερίδιο του χρυσού των Ναζί που αναλογεί στην Ελλάδα, ύστερα από τη διανομή στις δικαιούχους χώρες της παρακρατηθείσας ποσότητας (2%) από την αρχική, εκχωρείται υπέρ του Διεθνούς Ταμείου Αποζημιώσεως Επιζώντων θυμάτων Ναζισμού.
10. Η παρ. 5 του άρθρου 61 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) αντικαθίσταται ως εξής:

"5. Σε περίπτωση πτώχευσης οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται στη σειρά της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για όλες τις απαιτήσεις του που γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από την πτώχευση, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης τους."

11. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται στις πτωχεύσεις που κηρύσσονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
12. Οι υφιστάμενες μέχρι 31.12.1997 χρεαπαιτήσεις μεταξύ των Υπουργείων, των Περιφερειών και των αποκεντρωμένων υπηρεσιών τους. που εντάσσονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό, διαγράφονται.
13. Οι από 1/1/1998 και εφεξής δημιουργούμενες χρεαπαιτήσεις μεταξύ των Υπουργείων, των Περιφερειών και των αποκεντρωμένων υπηρεσιών τους που εντάσσονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό, εάν δεν τακτοποιηθούν από τις πιστώσεις του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου δημιουργήθηκαν, ύστερα από σχετικές προτάσεις των κατά περίπτωση αρμόδιων διατακτών, η τακτοποίηση τους γίνεται οίκοθεν από τη Διεύθυνση Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με αιτιολογημένες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδονται εντός του πρώτου εξαμήνου του επόμενου οικονομικού έτους. Με τις αποφάσεις αυτές αυξάνονται οι σχετικές πιστώσεις των φορέων με τα ποσά που έχουν δαπανηθεί προς όφελος άλλου φορέα με ισόποση μείωση των αντίστοιχων ή άλλων πιστώσεων του προϋπολογισμού του φορέα που έχει ωφεληθεί, κατά την κρίση της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
14. Στο άρθρο 59 του π.δ. 715/1979 (ΦΕΚ 212 Α') προστίθεται παράγραφος 5, που έχει ως εξής:

"5. Με τους ίδιους όρους που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο επιτρέπεται η άνευ δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού εκποίηση ακινήτων Ν.Π.Δ.Δ. και προς νομικά πρόσωπα, τα οποία κατά το νόμο και το καταστατικό τους ασκούν δημόσια εξουσία, όπως ιδίως η Τράπεζα της Ελλάδος. Στις περιπτώσεις αυτές το τίμημα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από την αγοραία αξία του ακινήτου, η οποία καθορίζεται με βάση σχετική έκθεση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών. "

15. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 3 του ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38 Α') παρατείνεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2000.
16. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρ. 39 του ν. 2065/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

"Από τη διάταξη αυτή εξαιρούνται ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων, τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων οχημάτων, τα έξοδα εκτέλεσης και τα έσοδα υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης."

17 α) Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του π.δ.19/19.11.1932 (ΦΕΚ 409 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Στις μισθώσεις ακινήτων για στέγαση δημοσίων υπηρεσιών ή άλλη δημόσια, χρήση εφαρμόζονται, ως προς τη διάρκεια της μίσθωσης, την αναπροσαρμογή του, μισθώματος, και την καταγγελία της σύμβασης από τον εκμισθωτή λόγω ιδιόχρησης ή ανοικοδόμησης- του ακινήτου, οι διατάξεις του π.δ, 34/1995 (ΦΕΚ .30, Α), όπως ισχύουν."

β) Στην παράγραφο 3 του άρθρου 29 του π.δ 19/19.11.1932 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:

"Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται παράταση για μια μόνο φορά της, μίσθωσης μέχρι χρόνου ίσου προς τον της αρχικής μίσθωσης χωρίς τη διεξαγωγή δημοπρασίας, στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες κρίνεται τούτο απολύτως αναγκαίο και αιτιολογείται επαρκώς από τη στεγαζόμενη Υπηρεσία. Η παράταση αυτή γίνεται με απλή δήλωση του Υπουργού Οικονομικών, που κοινοποιείται στον εκμισθωτή τρεις (3) τουλάχιστο μήνες πριν από τη λήξη της ισχύουσας μίσθωσης, το δε μίσθωμα αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί εμπορικών μισθώσεων του π.δ. 34/1995, όπως ισχύουν."

γ) Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης β' αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται μόνο σε μισθώσεις που έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου."

18. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν.δ. 1297/1972 (ΦΕΚ 217 Α') αντικαθίστανται ως εξής και ισχύουν αφότου άρχισε να ισχύει το ν.δ.1297/1972:

"2. Οι αφορολόγητες κρατήσεις αναπτυξιακών νόμων που έχουν σχηματίσει οι μετατρεπόμενες ή συγχωνευόμενες επιχειρήσεις, εφόσον μεταφέρονται σε λογαριασμούς αποθεματικών στις προκύπτουσες από τη μετατροπή ή συγχώνευση επιχειρήσεις, δεν υπόκεινται σε φορολογία κατά το χρόνο της μετατροπής ή συγχώνευσης."

19. Στις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 15 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α') επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

α. Το ποσοστό απαλλαγής από τον Ε.Φ.Κ. του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (Diesel) κίνησης, το οποίο προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο αναπροσαρμόζεται από 30% (τριάντα τοις εκατό) σε 40% (σαράντα τοις εκατό).

β. Ο ειδικός κατ' αποκοπή συντελεστής της φυτικής παραγωγής, που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο, αναπροσαρμόζεται από 1,14% σε 1,59%.

20. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1.1.1999.

Επιστροφή

¶ρθρο 42

Ρύθμιση χρεών προβληματικών και υπερχρεωμένων επιχειρήσεων


Οι επιχειρήσεις οι οποίες έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α' /31.7.1990) δύνανται, μετά την έκδοση της επικυρωτικής απόφασης από το αρμόδιο εφετείο, να υποβάλλουν δηλώσεις παντός φόρου, τέλους ή εισφοράς υπέρ τρίτων εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, οι οποίες θα θεωρούνται εμπρόθεσμες, εφόσον οι φορολογικές υποχρεώσεις για τις οποίες υποβάλλονται γεννήθηκαν και αφορούν προγενέστερο της επικυρωτικής απόφασης χρονικό διάστημα και μέχρι την ημερομηνία που οι φορολογικές τους υποχρεώσεις ρυθμίζονται με την επικυρωθείσα συμφωνία.

Σε περίπτωση κατά την οποία στις ανωτέρω επιχειρήσεις έχουν ήδη καταλογιστεί κύριοι και πρόσθετοι φόροι, τέλη, εισφορές, ως και τυχόν πρόστιμα που αφορούν το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα και οι αντίστοιχες υποθέσεις εκκρεμούν στις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) ή ενώπιον των δικαστηρίων οποιουδήποτε βαθμού και δικαιοδοσίας, παρέχεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις αυτές να υποβάλουν αίτηση στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 60 (εξήντα) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος και να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς κατά τη διαδικασία του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 Α'), χωρίς την υποχρέωση για καταβολή πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων και προστίμων

Οι κύριοι φόροι, τα τέλη και οι εισφορές που προκύπτουν βάσει δηλώσεων ή κατόπιν της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, βεβαιώνονται και καταβάλλονται σε δώδεκα (12) ισόποσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη τον επόμενο μήνα από τη βεβαίωση και οι υπόλοιπες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των έντεκα (11) επόμενων μηνών.

Τυχόν βεβαιωθέντα ποσά, καταβληθέντα ή όχι, εκπίπτουν με έκδοση ατομικού φύλλου έκπτωσης (Α.Φ.ΕΚ.) και η βεβαίωση ενεργείται εξ υπαρχής με βάση το πρακτικό διοικητικής επίλυσης της διαφοράς. Σε περίπτωση κατά την οποία, λόγω προηγειθείσας μερικής ή ολικής καταβολής, προκύπτει από την εκκαθάριση του Α.Φ.ΕΚ. επιστροφή χρηματικού ποσού, αυτό συμψηφίζεται με τη νέα βεβαίωση στις παραπάνω δόσεις, χωρίς να απαιτείται αυτές να έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες.

Προϋπόθεση εφαρμογής των διατάξεων αυτών είναι η εμπρόθεσμη καταβολή των παραπάνω δόσεων, ενώ σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δύο συνεχών δόσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο διάπραξης των παραβάσεων.

Επιστροφή

¶ρθρο 43


1. Οι συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, που αναφέρονται στα εδάφια β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 2127/ 1993 (ΦΕΚ 48 Α'), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν με το άρθρο 22 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α'), καθορίζονται μέχρι και την 31/12/1999 ως ακολούθως:

ΕΙΔΟΣ

ΚΩΔΙΚΟΣ

ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΔΡΑΧΜΕΣ

ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ

β) Βενζίνη με Μόλυβδο

27.10.00.34
και 27.10.00.36

119.000

χιλ/τρο

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με αριθμό οκτανίων

27.10.00.27
και 27.10.00.29

103.000

χιλ/τρο

μέχρι και 96.5

- με αριθμό οκτανίων
μεγαλύτερο των 96.5

27.10.00.29
και 27.10.00.32

113.000

χιλ/τρο


2. Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από 24.9.1998.

Επιστροφή

¶ρθρο 44


Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 16 του ν 1836/1989 (ΦΕΚ 79 Α) αντικαθίστανται ως εξής:

"4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ύστερα από γνώμη του Δ Σ. του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζονται η λειτουργία και η διαχείριση του λογαριασμού της παραγράφου 1 ο τρόπος είσπραξης των εσόδων του, ο χρόνος έναρξης της ικανοποίησης των απαιτήσεων των εργαζομένων, η έκταση των ικανοποιούμενων απαιτήσεων, ο τρόπος ικανοποίησης των απαιτήσεων και των κεκτημένων δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων προσδοκίας των εργαζομένων και προσώπων που έχουν αποχωρήσει από την επιχείρηση την ημέρα που επήλθε η αφερεγγυότητα του εργοδότη, που προέρχονται από υφιστάμενα συστήματα επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής επικουρικής ασφάλισης που λειτουργούν έξω από την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
5. Αφερέγγυος εργοδότης είναι: α) Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που περιέρχεται σε κατάσταση παύσεως ή αναστολής των πληρωμών του και κηρύσσεται σε πτώχευση με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου. Αν η επιχείρηση αυτού του εργοδότη συνεχίζει να λειτουργεί παρά την κήρυξη σε πτώχευση, τότε ο εργοδότης δεν θεωρείται αφερέγγυος, β) Επιχείρηση (προβληματική) που υποβάλλεται στην ειδική εκκαθάριση των άρθρων 9 του ν. 1386/1983 (ΦΕΚ 107 Α), 46 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 ¶') και 14 του ν. 2000/1991 (ΦΕΚ 206 Α'), όπως ισχύουν. γ) Ασφαλιστική επιχείρηση της οποίας η άδεια λειτουργίας της ανακλήθηκε με απόφαση του αρμόδιου υπουργού, λόγω παράβασης διατάξεων της ασφαλιστικής νομοθεσίας και τίθεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση (αναγκαστική), σύμφωνα με το άρθρο 12α του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α'). όπως ισχύει, δ) Κάθε εργοδότης, νομικό ή φυσικό πρόσωπο, που η επιχείρηση του τέθηκε, ύστερα από προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία, σε εκκαθάριση με σκοπό την ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών του και με αποτέλεσμα τη λύση των σχέσεων εργασίας με τους μισθωτού του."

Επιστροφή

¶ρθρο 45


Το εδάφιο δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του κ.ν. 489/1976 , η οποία παράγραφος προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 2496/1997 , καταργείται.

Επιστροφή

¶ρθρο 46


Η απόσβεση των εξόδων πρώτης εγκατάστασης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία Α.Ε (Ε.Α.Β. Α.Ε.) της παραγράφου 31 του άρθρου 7 του ν. 1160/1981 (ΦΕΚ 147 Α ). τα οποία ανάγονται στη χρονική περίοδο από της ιδρύσεως της εταιρείας έως και την 31/12/2000, αρχίζει από τον ισολογισμό της χρήσης 2001, σύμφωνα με ης διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος.

Επιστροφή

¶ρθρο 47


Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Οι διατάξεις της παρ 4 του άρθρου 17 του ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α ) ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2001".

Επιστροφή

¶ρθρο 48

Έναρξη ισχύος


1. Οι διατάξεις των άρθρων 13 μέχρι και 21, 23, 24 και 25 του παρόντος ισχύουν από την 1 η Ιανουαρίου 1999.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 22 (παράγραφοι 6 και 7), 28, 29 και 30 ισχύουν από την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται σε αυτές.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 26 και της παρ. 2 του άρθρου 27 ισχύουν από την ημερομηνία ισχύος των αποφάσεων του Υπ. Οικονομικών, που εκδίδονται κατ" εξουσιοδότηση των άρθρων αυτών.
4. Οι λοιπές διατάξεις ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται σε αυτές.

Επιστροφή

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm