Εκτύπωση

Νόμος 1249/1982

5/04/82

 

Διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία μισθολογικά θέματα και άλλες διατάξεις. (A' 43).
 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ


Ι. Φορολογία εισοδήματος


Άρθρο 1
Μειώσεις Εισοδήματος
.


Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955 "περί φορολογίας του εισοδήματος" αντικαθίσταται, προσθέτονται σ' αυτό δέκα νέες παράγραφοι  με αριθμούς 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, και 12 και η παράγραφος 3  αυτού αριθμείται 13, ως εξής:

"2. Το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και από κάθε είδους  συντάξεις μειώνεται κατά ποσοστό σαράντα τα εκατό (40ο/ο) μέχρι ποσού  καθαρού εισοδήματος τριακοσίων δέκα χιλιάδων (310.000) δραχμών και κατά  ποσοστό πέντε τα εκατό (5ο/ο) στο τμήμα του καθαρού εισοδήματος από  τριακόσιες δέκα χιλιάδες μια (310.001) μέχρις εννιακόσιες πενήντα  χιλιάδες (950.000) δραχμές.
Επίσης, το κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 45 του παρόντος εισόδημα από αμοιβές ελευθέριου επαγγέλματος μειώνεται  κατά ποσοστό είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) μέχρι ποσού καθαρού  εισοδήματος εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμών και κατά ποσοστό  πέντε τα εκατό (5ο/ο) στο τμήμα του καθαρού εισοδήματος από εκατόν  είκοσι χιλιάδες μία (120.001) μέχρι τετρακόσιες χιλιάδες (400.000)  δραχμές.
Η μείωση του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου υπολογίζεται και  στο εισόδημα από αμοιβές ελευθέριου επαγγέλματος που αποκτά δικηγόρος  από την παροχή υπηρεσιών με πάγια περιοδική αμοιβή, σύμφωνα με τους  όρους της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 63 του Ν.Δ. 3026/  1954 "περί του κώδικος των δικηγόρων".

Επίσης, η μείωση του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου  υπολογίζεται και στα εισοδήματα από αμοιβές για την παροχή υπηρεσιών  ελευθέριου επαγγέλματος που αποκτούν στα πρώτα πέντε χρόνια άσκησης του  επαγγέλματός του:

α) οι δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, ιατροί, οδοντίατροι, κτηνίατροι,  μαίες, διπλωματούχοι μηχανικοί όλων των κλάδων και χημικοί, 
β) οι πτυχιούχοι ανώτατης οικονομικής σχολής, οι οποίοι ασκούν το επάγγελμα του οικονομολόγου, ερευνητή ή συμβούλου επιχειρήσεων,  ιδιοκτήτη ή διευθυντή φορολογικού ή λογιστικού γραφείου ή  εμπειρογνώμονα.

Για τον υπολογισμό της πενταετίας ως πρώτο έτος για τα πρόσωπα της περίπτωσης α' θεωρείται το έτος μέσα στο οποίο τα πρόσωπα αυτά  γράφτηκαν στον οικείο επαγγελματικό σύλλογο ή το οικείο επαγγελματικό  επιμελητήριο και για τα πρόσωπα της περίπτωσης β' θεωρείται το έτος  μέσα στο οποίο τα πρόσωπα αυτά απόκτησαν το πτυχίο τους.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην  Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή  των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων.
Η μείωση που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή δεν μπορεί σε καμιά  περίπτωση να είναι ανώτερη από το ποσό των εκατόν πενήντα έξι χιλιάδων  (156.000) δραχμών το χρόνο κατά φορολογούμενο για τα εισοδήματα όλων  των παραπάνω κατηγοριών.
3. Κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα εκατό  (50%) για το ποσό των καθαρών αποδοχών ως τις οκτακόσιες χιλιάδες  (800.000) δραχμές και είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) στο τμήμα των  καθαρών αποδοχών από οκτακόσιες χιλιάδες μία (800.001) ως ένα  εκατομμύριο εκατό χιλιάδες (1.100.000) δραχμές, προκειμένου για το  καθαρό εισόδημα από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την  άσκηση του επαγγέλματός τους :

α) οι συντάκτες οι οποίοι είναι γραμμένοι στις ενώσεις που προβλέπει  ο νόμος για το δημοσιογραφικό επάγγελμα, δηλαδή οι διευθυντές σύνταξης,  αρχισυντάκτες, συντάκτες της ύλης, συντάκτες γραφείου γενικά,  αρθρογράφοι, σχολιαστές, ειδησεογράφοι, χρονογράφοι, κριτικοί,  μεταφραστές, σκιτσογράφοι και διορθωτές, οι οποίοι εργάζονται στις  εφημερίδες και στα περιοδικά, στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, στο  Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στα γραφεία τύπου των κρατικών υπηρεσιών  και δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπαλλήλου και οι  μόνιμοι ανταποκριτές που διέπονται από το νόμο για το δημοσιογραφικό  επάγγελμα,
β) οι μισθωτοί που είναι γραμμένοι στις αναγνωρισμένες επαγγελματικές Ενώσεις Προσωπικού Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών και  Θεσσαλονίκης και Τεχνικών Ημερήσιου και Περιοδικού Τύπου Αθηνών και  Θεσσαλονίκης,
γ) οι ηθοποιοί που προσφέρουν εξαρτημένη εργασία.

4. Επίσης, αντί για τη μείωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα εκατό (50%) για το ποσό του καθαρού εισοδήματος ως τις οκτακόσιες χιλιάδες  (800.000) δραχμές και είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) στο τμήμα του  καθαρού εισοδήματος από οκτακόσιες χιλιάδες μία (800.001) ως ένα  εκατομμύριο εκατό χιλιάδες (1.100.000) δραχμές, προκειμένου για το  καθαρό εισόδημα από αμοιβές για υπηρεσίες ελευθέριου επαγγέλματος που  αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματός τους:

α) οι δημοσιογράφοι οι οποίοι είναι γραμμένοι στις ενώσεις που προβλέπει ο νόμος για το δημοσιογραφικό επάγγελμα,
β) οι πνευματικοί δημιουργοί και γενικά οι δικαιούχοι συγγραφικών δικαιωμάτων,
γ) οι ηθοποιοί, οι οποίοι συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση μίσθωσης έργου.

5. Επίσης, κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα  εκατό (50%) για το ποσό των καθαρών αποδοχών ως τις πεντακόσιες  χιλιάδες (500.000) δραχμές και σε είκοσι πέντε τα εκατό (25%) στο  τμήμα των καθαρών αποδοχών από πεντακόσιες χιλιάδες μία (500.001) ως  εφτακόσιες χιλιάδες (700.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό  εισόδημα από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση  του επαγγέλματός τους.

α) οι μουσουργοί, εκτελεστές μουσικών έργων, καλλιτέχνες των κέντρων  διασκέδασης, χορευτές, χορογράφοι, σκηνοθέτες, σκηνογράφοι,  ενδυματολόγοι, καλλιτέχνες ζωγράφοι ή γλύπτες ή σκιτσογράφοι ή  χαράκτες.
β) οι λιθογράφοι οι οποίοι παρέχουν εξαρτημένη εργασία σε επιχειρήσεις στις οποίες εκδίδονται περιοδικά με μέση κυκλοφορία  τουλάχιστο δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) τευχών σε κάθε έκδοση, τα οποία  παράγονται αποκλειστικά από κυλινδρικά ταχυπιεστήρια όφσετ και  κυκλοφορούν μέσω των αναγνωρισμένων πρακτορείων διανομής τύπου,
γ) όσοι εργάζονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας στο "Πρακτορείο Εφημερίδων Αθηναϊκού Τύπου" και στο "Νέον Πρακτορείο Εφημερίδων και  Περιοδικών" και είναι μέλη της Ενώσεως Προσωπικού Πρακτορείων Ημερήσιων  Εφημερίδων Αθηνών",
δ) τα μέλη του "Συνδέσμου Φορτοεκφορτωτών Ημερήσιου και Περιοδικού Αθηναϊκού Τύπου", που παρέχουν εξαρτημένη εργασία.

6. Επίσης, αντί για τη μείωση του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα εκατό (50%) για το ποσό του καθαρού εισοδήματος ως τις πεντακόσιες χιλιάδες  (500. 000) δραχμές και σε είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) στο τμήμα του  καθαρού εισοδήματος από πεντακόσιες χιλιάδες μία (500.001) ως  εφτακόσιες χιλιάδες (700.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό  εισόδημα από αμοιβές για υπηρεσίες ελευθέριου επαγγέλματος που αποκτούν  αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματος του, οι εκτελεστές μουσικών  έργων, καλλιτέχνες ζωγράφοι ή γλύπτες ή σκιτσογράφοι ή χαράκτες,  σκηνοθέτες, σκηνογράφοι και χορογράφοι.
7. Επίσης, κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της  παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα  εκατό (50ο/ο) για το ποσό των καθαρών αποδοχών ως τις τετρακόσιες  χιλιάδες (400.000) δραχμές και σε είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) στο  τμήμα των καθαρών αποδοχών από τετρακόσιες χιλιάδες μία (400.001) ως  οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό  εισόδημα από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση  του επαγγέλματός τους:

α) οι φωτοειδησεογράφοι και εικονολήπτες επικαίρων τηλεόρασης, οι  οποίοι είναι γραμμένοι στην ένωση Φωτοειδησεογράφων Ελλάδας και στο  Σωματείο Εικονοληπτών Τηλεόρασης ΕΡΤ και στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο  Καλλιτεχνικού και Τεχνικού Προσωπικού ΥΕΝΕΔ και διέπονται από τις  διατάξεις του νόμου για το δημοσιογραφικό επάγγελμα, εφ' όσον δεν έχουν  την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπαλλήλου.
β) οι Σύμβουλοι Δημόσιων Σχέσεων των αθηναϊκών και μακεδονικών ημερήσιων πολιτικών εφημερίδων, οι οποίοι έχουν τουλάχιστον πέντε  χρόνια δημοσιογραφικής υπηρεσίας, η οποία βεβαιώνεται υπεύθυνα από τον εργοδότη τους και οι οποίοι είναι μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Δημόσιων  Σχέσεων τουλάχιστον για πέντε χρόνια.

8. Επίσης, κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της  παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα εκατό (50%) για το καθαρό ποσό της σύνταξης ως τις τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) δραχμές και είκοσι πέντε τα εκατό (25ο/ο) στο τμήμα αυτού από τετρακόσιες χιλιάδες μία (400.001) ως οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό εισόδημα από το ποσό της κύριας σύνταξης που καταβάλλεται:

α) στα πρόσωπα που αναφέρονται στην περίπτωση α της παραγράφου 3 του  παρόντος άρθρου, τα οποία συνταξιοδοτήθηκαν λόγω της ιδιότητας τους ως διευθυντών σύνταξης, αρχισυντακτών, συντακτών της ύλης κτλ. και μόνο για τη σύνταξη που τους καταβάλλεται από αυτή την αιτία.
β) στα πρόσωπα που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, τα οποία συνταξιοδοτήθηκαν λόγω της ιδιότητάς τους αυτής και είναι γραμμένα στις αναγνωρισμένες επαγγελματικές Ενώσεις Προσωπικού Ημερήσιου και Περιοδικού Τύπου Αθηνών και μόνο για τη  σύνταξη που τους καταβάλλεται από αυτή την αιτία.

9. Επίσης, κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό τριάντα πέντε τα εκατό (35ο/ο) για το ποσό των καθαρών ως τις τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) δραχ. και σε δεκαεφτά και μισό τα εκατό (17.5%) για το τμήμα των καθαρών αποδοχών από τετρακόσιες χιλιάδες μία (400.001) ως οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό εισόδημα από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματός τους οι μισθωτοί που είναι μέλη των Ενώσεων Προσωπικού Περιοδικού Τύπου.
10. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την απόδειξη της ιδιότητας των δικαιούχων των ειδικών μειώσεων των παραγράφων 3 ως και 9 του παρόντος και γενικά ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή αυτών των διατάξεων.
11. Επίσης, κατ' εξαίρεση, αντί για τη μείωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ορίζεται μείωση σε ποσοστό πενήντα τα εκατό (50%) για το ποσό των καθαρών αποδοχών ως τις  τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) δραχμές και σε είκοσι πέντε τα εκατό  (25%) για το τμήμα των καθαρών αποδοχών από τετρακόσιες χιλιάδες μία (400.001) ως εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές, προκειμένου για το καθαρό εισόδημα από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την παροχή υπηρεσιών στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση οι ηχολήπτες, συνθέτες κινηματογραφικών ταινιών (μοντέρ) και εκφωνητές, οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπαλλήλου και είναι γραμμένοι στα οικεία επαγγελματικά σωματεία της ΕΡΤ και της ΥΕΝΕΔ.
12. Εκτός από την ειδική μείωση που προβλέπεται από τις προηγούμενες παραγράφους 2, 3, 5, 7, 8, 9, και 11 το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες που αποκτούν οι μισθωτοί γενικά, οι οποίοι προσφέρουν υπηρεσίες ή κατοικούν για έξι (6) τουλάχιστο μήνες ή οι συνταξιούχοι που έχουν την κύρια κατοικία τους για έξι (6) τουλάχιστο μήνες, μέσα στο χρόνο που απόκτησαν το εισόδημα αυτό, στους νομούς Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου, Χίου, Λέσβου, Σάμου και Δωδεκανήσου, καθώς και σε περιοχή των νομών Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Φλωρίνης, Πέλλης, Κιλκίς, Σερρών και Δράμας, η οποία περιλαμβάνεται σε ζώνη βάθους είκοσι (20) χιλιομέτρων από τη μεθόρια γραμμή, μειώνεται με πρόσθετο ποσοστό δέκα τα εκατό (10ο/ο) στο ποσό του καθαρού εισοδήματος, η μείωση όμως αυτή δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδων (125.000) δραχμών το χρόνο.

Αν κάποια πόλη ή χωριό βρίσκεται κατά τμήμα μόνο μέσα στη ζώνη των είκοσι (20)  χιλιομέτρων από τη μεθοριακή γραμμή, δικαίωμα πρόσθετης μείωσης του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες έχουν όσοι παρέχουν υπηρεσίες ή κατοικούν στην πόλη αυτή ή το χωριό.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά με τα οποία αποδεικνύεται η προσφορά υπηρεσίας ή η κύρια κατοικία στις παραπάνω περιοχές όπως και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων".

 

 

 

 

Άρθρο 2
Απαλλαγές από το φόρο.


1. Η περίπτωση β' του κεφαλαίου Α ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ.3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"β) Από το ακαθάριστο τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοκατοίκηση της κύριας κατοικίας του φορολογουμένου, ποσό εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμών το χρόνο.

Το ποσό αυτό προσαυξάνεται με το ποσό των είκοσι  τεσσάρων χιλιάδων (24.000) δραχμών για κάθε ένα από τα τέκνα του φορολογουμένου, τα οποία συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν.

Αν η  ιδιοκατοικούμενη κύρια κατοικία ανήκει στη σύζυγο του φορολογουμένου το  συνολικό ποσό που απαλλάσσεται αφαιρείται από το δικό της ακαθάριστο  τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοκατοίκηση.

Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας  μεταξύ των συζύγων ή μεταξύ αυτών και των ανήλικων τέκνων τους, το συνολικό ποσό που απαλλάσσεται αφαιρείται αναλογικά από το ακαθάριστο τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοκατοίκηση του καθενός, με βάση το ποσοστό συνιδιοκτησίας τους.

Αν μέσα στο χρόνο που αποκτήθηκε το εισόδημα η κύρια κατοικία ιδιοκατοικήθηκε για διάστημα μικρότερο από δώδεκα (12) μήνες, το απαλλασσόμενο ποσό περιορίζεται ανάλογα.
Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής εφαρμόζονται ανάλογα για το τεκμαρτό εισόδημα το οποίο αποκτούν ομογενείς ή Έλληνες μόνιμοι κάτοικοι του εξωτερικού, από ιδιοκατοίκηση μιας κατοικίας που βρίσκεται στην Ελλάδα.
Για το υπολογισμό του πάνω από τις εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) δραχμές απαλλασσόμενου ποσού του ακαθάριστου τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιοκατοίκηση, θεωρούνται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο μόνο τα τέκνα αυτού που διαμένουν στην Ελλάδα και χρησιμοποιούν την κατοικία αυτή".

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται από το οικονομικό έτος 1982.

3. Το κεφάλαιο Δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1955  αντικαθίσταται ως εξής:

"Δ. Από το εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις, ακαθάριστο εισόδημα τριακοσίων εβδομήντα πέντε χιλιάδων (375.000) δραχμών κάθε χρόνο.

Το ποσό αυτό αυξάνεται σε ένα εκατομμύριο διακόσιες πενήντα χιλιάδες (1.250.000) δραχμές για όσους ασχολούνται προσωπικά ή με τα μέλη της οικογένειάς τους και κατά κύριο επάγγελμα σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, έστω κι αν αυτοί χρησιμοποιούν και εργάτες. Προκειμένου για τις γεωργικές επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν με μορφή προσωπικής ή περιορισμένης ευθύνης εταιρείας ή κοινοπραξίας, δικαίωμα για την απαλλαγή των παραπάνω ποσών, κατά περίπτωση, έχει κάθε ένας απο τους εταίρους ή τα μέλη της κοινοπραξίας".

4. Η υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης γ' του κεφαλαίου Ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1955 καταργείται, η υποπερίπτωση δδ' αυτής αριθμείται σε γγ' και η υποπερίπτωση ββ' αύτης θέτεται ως εξής:

"ββ) τους Δημάρχους, τους βοηθούς Δημάρχων και Προέδρους Κοινοτήτων του Κράτους".

5. Η περίπτωση στ' του κεφαλαίου Ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"στ) Τα μερίσματα και άλλα βοηθήματα τα οποία παρέχονται στους συνταξιούχους από Μετοχικά Ταμεία, Ταμεία Αρωγής και Αλληλοβοηθείας μέχρι το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) δραχμών για κάθε μήνα, με την προϋπόθεση ότι το συνολικό οικογενειακό ετήσιο καθαρό εισόδημα του συνταξιούχου δεν ξεπερνάει το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών ή το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) δραχμών προκειμένου για συνταξιούχο με σύζυγο ή με τέκνα μόνο και το ποσό των τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) δραχμών προκειμένου για συνταξιούχο με σύζυγο και τέκνα, τα οποία συνοικούν και τον βαρύνουν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος".

6. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται από το οικονομικό έτος 1982.
7. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"δ) η αποζημίωση που καταβάλλεται σύμφωνα με το Νόμο 2112/1920 "περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων", του άρθρου 94 του Ν.Δ. 3026/1954 "περί του κώδικος των δικηγόρων" και του άρθρου 1 του Β.Δ. 16/18 Ιουλίου 1920 "περί επεκτάσεως Νόμου 2112 "περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων" και επί των εργατών, τεχνιτών και υπηρετών", κατά το τμήμα αυτής το οποίο αντιστοιχεί στο πολλαπλάσιο των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών το μήνα ή των οκτακοσίων (800) δραχμών για κάθε ημερομίσθιο, κατά περίπτωση. Το υπόλοιπο τμήμα αυτής φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δέκα τα εκατό (10ο/ο) και ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή της αποζημίωσης.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης γ' της παρούσας παραγράφου, οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και για κάθε εφάπαξ αποζημίωση, που παρέχεται από οποιοδήποτε φορέα και για οποιοδήποτε λόγο διακοπής της σχέσης, η οποία συνδέει το φορέα με το δικαιούχο της αποζημίωσης.
Όταν το ποσό της αποζημίωσης, η οποία σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια υπόκειται σε φόρο, ξεπερνάει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, το πάνω από το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές ποσό αυτής υπόκειται σε φόρο με συντελεστή δέκα πέντε τα εκατό (15ο/ο) που παρακρατείται κατά την πληρωμή αυτής."

 

 

 

Άρθρο 3
Εκπτώσεις από το εισόδημα


1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"Προκειμένου για

α) ανάπηρους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι με την ιδιότητα του αναπήρου παίρνουν σύνταξη από το Δημόσιο Ταμείο,  αξιωματικούς που εξαιτίας πολεμικού τραύματος ή νοσήματος βρίσκονται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου,

β) θύματα πολέμου,

γ) τυφλούς που είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών, το οποίο τηρείται στο Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών και

δ) πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία 67ο/ο και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία, το αφορολόγητο ποσό πενταπλασιάζεται".

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν.Δ.  3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραπάνω περιπτώσεις β', γ', δ' και στ' θεωρούνται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο μόνο εφ' όσον δεν έχουν αποκτήσει δικό τους εισόδημα ή το εισόδημά τους είναι κατώτερο από το ποσό των πενήντα πέντε χιλιάδων (55.000) δραχμών το χρόνο.

Ειδικά, τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παραπάνω περίπτωση ε' θεωρείται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο μόνο εφ' όσον δεν έχουν αποκτήσει δικό τους εισόδημα ή το εισόδημά τους είναι κατώτερο από το ποσό των εκατόν  πενήντα χιλιάδων (150.000) δραχμών το χρόνο".

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Εκτός από τις εκπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου αφαιρείται ποσό εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών για κάθε ένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α', β', γ', δ', ε' και στ', τα οποία συνοικούν με το φορολογούμενο και τον βαρύνουν, εφ' όσον τα πρόσωπα αυτά παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα εφτά τα εκατό 67ο/ο και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία και δεν έχουν αποκτήσει δικό τους εισόδημα πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές το χρόνο.

Ανεξάρτητα από την ηλικία τους, τα αρσενικά τέκνα που παρουσιάζουν την παραπάνω αναπηρία και συνοικούν με το φορολογούμενο θεωρούνται ότι τον βαρύνουν εφ' όσον δεν έχουν αποκτήσει δικό τους εισόδημα πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών  Υπηρεσιών, οι οποίες δημοσιεύονται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά τα οποία χρειάζονται για την αναγνώριση της έκπτωσης αυτής της παραγράφου".

4. Η περίπτωση θ' της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"θ'. Από το ετήσιο ποσό που καταβάλλεται από το φορολογούμενο για ενοίκιο της κύριας κατοικίας του, ποσοστό τριάντα τα εκατό (30ο/ο) μέχρι ποσού ενοικίου εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμών και ποσοστό δέκα τα εκατό (10ο/ο) για το πάνω από εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) δραχμές ποσό αυτού.

Αυτή η έκπτωση ενεργείται αν ο φορολογούμενος είναι μισθωτός ή συνταξιούχος και εφ' όσον ο ίδιος όπως και τα πρόσωπα που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν, δεν είναι κύριοι με δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή ισόβιας επικαρπίας ή οίκησης άλλης οικίας ή διαμερίσματος, το οποίο επαρκεί για την ικανοποίηση των στεγαστικών τους αναγκών, στην περιοχή της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης ή σ' άλλη πόλη ή χωριό, όπου κατοικούν.
Το συνολικό ποσό της παραπάνω έκπτωσης δεν μπορεί να υπερβεί σε καμιά περίπτωση το ποσό του καθαρού εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις που απέκτησε ο δικαιούχος.

Η πιο πάνω έκπτωση δεν ενεργείται όταν χορηγείται επίδομα στέγασης στο φορολογούμενο ή στη σύζυγο του.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση της παραπάνω έκπτωσης καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της περίπτωσης".

5. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 προσθέτεται νέα περίπτωση ι' η οποία έχει ως εξής:

"ι'. Από το ποσό της δαπάνης που καταβάλλεται για έξοδα κηδείας των προσώπων που συνοικούν με το φορολογούμενο και τον βαρύνουν, ποσοστό τριάντα τα εκατό (30ο/ο) και μέχρι ποσού σαράντα χιλιάδων (40.000) δραχμών, εφ' όσον δεν αφήνουν κανένα περιουσιακό στοιχείο.
Ως έξοδα κηδείας θεωρούνται οι δαπάνες που καταβάλλονται για την τελετή και την ταφή του νεκρού, εκτός από τις δαπάνες για την κατασκευή  του τάφου.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση της παραπάνω έκπτωσης ως και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της περίπτωσης".

6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"5. Από τα εισοδήματα που αποκτά η φορολογούμενη από μισθωτές υπηρεσίες και από αμοιβές από την παροχή, ατομικά, υπηρεσιών ελευθέριου επαγγέλματος, αφαιρείται δαπάνη, χωρίς δικαιολογητικά, για τη φύλαξη των τέκνων της ως τη συμπλήρωση του έκτου έτους της ηλικίας τους, τα οποία συνοικούν με αυτήν και δεν έχουν δικό τους εισόδημα ή έχουν εισόδημα κατώτερο από το ποσό των πενήντα πέντε χιλιάδων (55.000) δραχμών ή το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) δραχμών προκειμένου για τα τέκνα που παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα εφτά τα εκατό 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία.

Το ποσό της δαπάνης ορίζεται σε ποσοστό δέκα τα εκατό (10%) στο εισόδημα που δηλώνεται και από τις δύο πηγές του εισοδήματός της το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα πέντε χιλιάδες (45.000) δραχμές το χρόνο και για τις δύο αυτές πηγές του εισοδήματός της. Το πιο πάνω ποσό προσαυξάνεται κατά εφτά χιλιάδες πεντακόσιες (7.500) δραχμές το χρόνο, για κάθε ένα μετά από το πρώτο τέκνο μέχρι τη συμπλήρωση ηλικίας έξι ετών".

7. Η παράγραφος 3 του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Στους εξαγωγείς κάθε είδους προϊόντων αναγνωρίζεται χωρίς δικαιολογητικά έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα για την αντιμετώπιση ειδικών δαπανών εξαγωγών, που υπολογίζεται σε ποσοστό ένα τα εκατό (1ο/ο) στα ακαθάριστα έσοδα που προέρχονται από εξαγωγές.

Επίσης, αναγνωρίζεται στις, κατά το Ν. 383/1976, μεταφορικές επιχειρήσεις διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών δικαίωμα έκπτωσης, χωρίς δικαιολογητικά, ποσοστού ένα τα εκατό (1ο/ο) στο ποσό των ακαθάριστων εσόδων τους, τα οποία προέρχονται από τη διενέργεια διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών".

8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/55 αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Σε εμπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες σε συνεργασία με αλλοδαπούς οίκους, εξάγουν βιομηχανικά, βιοτεχνικά, χειροτεχνικά, γεωργικά, κτηνοτροφικά, οπωροκηπευτικά, μεταλλευτικά και λατομικά προϊόντα καθώς και προϊόντα αλιείας με ανταλλαγή αγαθών από το εξωτερικόμετά από έγκριση του Ελληνικού Δημοσίου, όταν απαιτείται αυτή, αναγνωρίζεται χωρίς δικαιολογητικά έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, που υπολογίζεται σε ποσοστό πέντε τα εκατό (5ο/ο) στο ποσό της προμήθειας που παίρνουν".

9. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 7 και 8 εφαρμόζονται για εξαγωγές ή διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές, κατά περίπτωση, που πραγματοποιούνται από 1 Ιανουαρίου 1982 και μετά.
10. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 31 του Ν.Δ. 3323/1955 προσθέτεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής:

"Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και για τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από τη διάθεση εφημερίδων και περιοδικών, τα οποία αποκτούν οι εφημεριδοπώλες που είναι γραμμένοι στις οικείες επαγγελματικές Ενώσεις".

 

 




Άρθρο 4
Διαρρύθμιση κλιμακίων και συντελεστών φόρου.


1. Η Παράγραφος 1 και το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Το εισόδημα που απομένει μετά τις μειώσεις και τις εκπτώσεις, που ενεργούνται από το συνολικό εισόδημα του υπόχρεου, υποβάλλεται σε  φόρο με βάση την ακόλουθη φορολογική κλίμακα:

 

Κλιμάκιο εισοδήματος Φορολογικός συντελεστης Φόρος κλιμακίου  Σύνολο Εισοδήματος  Σύνολο Φόρου
80.000     80.000  
44.000 11  4.840  124.000  4.840
44.000 14 6.160 168.000 11.000
44.000 17 7.480 212.000 18.480
44.000 20 8.800 256.000 27.280
75.000 23 17.250 331.000 44.530
75.000  26 19.500 406.000 64.030
75.000 30 22.500 481.000 86.530
75.000  34 25.500 556.000 112.030
150.000 38 57.000 706.000 169.030
150.000 42 63.000 856.000 232.030
300.000 46 138.000 1.156.000 370.030
300.000 50 150.000 1.456.000 520.030
1.500.000 54 810.000 2.956.000 1.330.030
1.500.000 58 870.000 4.456.000 2.200.030
Υπερβάλλον 60      


Το ποσό του φόρου το οποίο προκύπτει με βάση την παραπάνω φορολογική κλίμακα για το φορολογούμενο μειώνεται κατά τα εξής ποσά:

α) τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες (4.800) δραχμές για τη σύζυγο που δεν αποκτά φορολογητέο εισόδημα,
β) έξι χιλιάδες πεντακόσιες (6.500) δραχμές για το πρώτο τέκνο, οκτώ χιλιάδες (8.000) δραχμές για το δεύτερο τέκνο, εννιά χιλιάδες πεντακόσιες (9.500) δραχμές για το τρίτο τέκνο, είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές για το τέταρτο τέκνο και για κάθε τέκνο μετά το τέταρτο,
γ) δύο χιλιάδες (2.000) δραχμές, για καθένα από τα λοιπά πρόσωπα,
δ) τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες (4.800) δραχμές προκειμένου για τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα έκπτωσης πενταπλάσιου αφορολόγητου ποσού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του παρόντος.

Η μείωση του φόρου που καθορίζεται στις παραπάνω περιπτώσεις α', β' και γ' ενεργείται εφ' όσον τα πρόσωπα που αναφέρονται σ' αυτές βαρύνουν το φορολογούμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος.

Αν, μετά την ενέργεια των εκπτώσεων του άρθρου 8 του παρόντος, το ποσό του εισοδήματος που απομένει στο φορολογούμενο είναι μέχρι ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές, τούτο πολλαπλασιάζεται με συντελεστή έξι τα εκατό (6ο/ο), το ποσό που προκύπτει αφαιρείται από το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων οκτακοσίων (4.800) δραχμών και το υπόλοιπο που απομένει εκπίπτει από το φόρο της συζύγου του.
Αν, μετά την ενέργεια των εκπτώσεων του άρθρου 8 του παρόντος, το ποσό του εισοδήματος που απομένει στη σύζυγο, αφού πολλαπλασιαστεί με συντελεστή έξι τα εκατό (6ο/ο), δίνει ποσό μικρότερο από τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες (4.800) δραχμές, η διαφορά μεταφέρεται για να εκπέσει από το φόρο του συζύγου.
Αν με βάση τη φορολογική κλίμακα δεν προκύπτει ποσό φόρου για το εισόδημα του φορολογουμένου ή το ποσό αυτό είναι κατώτερο από το συνολικό ποσό των παραπάνω μειώσεων, ολόκληρο το ποσό των μειώσεων ή η διαφορά που προκύπτει μειώνει το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική κλίμακα της συζύγου του.
Αν με βάση τη φορολογική κλίμακα δεν προκύπτει ποσό φόρου για το εισόδημα του φορολογουμένου ή το ποσό αυτό είναι κατώτερο από το συνολικό ποσό των παραπάνω μειώσεων, ολόκληρο το ποσό των μειώσεων ή η διαφορά που προκύπτει μειώνει το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική κλίμακα στο εισόδημα της συζύγου του.
Η μείωση του φόρου που ορίζεται στην παρούσα παράγραφο για τους ανιόντες της συζύγου, τους άγαμους αδελφούς και τις άγαμες αδελφές της, όπως και για τους ως τη συμπλήρωση της ηλικίας των δεκαέξι ετών ορφανούς από πατέρα και μητέρα συγγενείς της μέχρι τρίτου βαθμού,  ενεργείται στο σύνολο της από το ποσό του φόρου που προκύπτει στο εισόδημα της συζύγου με βάση τη φορολογική κλίμακα, εφ' όσον αυτή το ζητήσει με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
Αν για τη σύζυγο δεν προκύπτει φόρος ή το συνολικό ποσό αυτών των μειώσεων είναι μεγαλύτερο από το ποσό του φόρου που προκύπτει για τη σύζυγο, ολόκληρο το ποσό των μειώσεων ή η διαφορά μειώνει το ποσό του φόρου που προκύπτει στο εισόδημα του συζύγου με βάση τη φορολογική κλίμακα,
Αν το συνολικό ποσό των παραπάνω μειώσεων είναι μεγαλύτερο από το φόρο ο οποίος προκύπτει στα εισοδήματα του φορολογουμένου και της  συζύγου του, η διαφορά δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται.
2. Όταν το φορολογητέο εισόδημα περιέχει και εισόδημα από κινητές αξίες ή από κέρδη μεριδίων εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ή από κέρδη ετερόρρυθμων εταίρων, το εισόδημα αυτό, χωρίς τον υπολογισμό των εκπτώσεων του άρθρου 8 υποβάλλεται και σε συμπληρωματικό αναλογικό φόρο, ο οποίος ορίζεται σε ποσοστό τρία τα εκατό (3%)."

2. Η παράγραφος 7 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955, ως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"7. Σε περίπτωση θανάτου του ενός από τους συζύγους, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων οκτακοσίων (4.800) δραχμών εξακολουθεί να εκπίπτει από το ποσό του φόρου το οποίο προκύπτει στο εισόδημα του συζύγου που επιζεί και διατελεί σε κατάσταση χηρείας, εφ' όσον αυτός έχει ένα τουλάχιστο τέκνο που δε συμπλήρωσε τα δώδεκα χρόνια της ηλικίας του, και το οποίο τον βαρύνει".

3. Προκειμένου να εξευρεθεί ο φόρος που αναλογεί στο συνολικό καθαρό εισόδημα των αξιωματικών του εμπορικού ναυτικού και του ιπταμένου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας, σε περίπτωση που τα πρόσωπα αυτά αποκτούν, εκτός από τις αμοιβές τους για τις υπηρεσίες τους σε εμπορικά πλοία ή ως ιπτάμενοι, αντίστοιχα, και εισοδήματα από τις πηγές Α' ως Ζ' του Ν.Δ. 3323/1955 το ποσό του φόρου που αναλογεί με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955 αθροίζεται με το ποσό του φόρου που αναλογεί επιμεριστικά στα άλλα εισοδήματα του υπόχρεου.
Για την εξεύρεση του φόρου που αναλογεί επιμεριστικά στα άλλα εισοδήματα του υπόχρεου επιμερίζεται ο φόρος που προκύπτει στο συνολικό  εισόδημά του, με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955 ανάλογα με τα ποσά των αμοιβών του, ως αξιωματικού των εμπορικών πλοίων ή ως ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας και των εισοδημάτων του από τις πηγές Α' και Ζ'.

4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 40 του Ν.Δ. 3233/1955 αντικαθίσταται και προσθέτεται νέα παράγραφος 5 ως εξής:

"4. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στους ποδοσφαιριστές από τις ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες ή τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία κατά την υπογραφή του συμβολαίου μεταγραφής ή την ανανέωση του συμβολαίου συνεργασίας φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου τριάντα τα εκατό (30ο/ο) πλέον εισφοράς ΟΓΑ δέκα πέντε τα εκατό (15ο/ο) στο ποσό του φόρου. Τα ποσά φόρου και εισφοράς ΟΓΑ στο φόρο που προκύπτουν παρακρατούνται κατά την πληρωμή.
Για την απόδοση του φόρου και της εισφοράς ΟΓΑ του προηγούμενου εδαφίου, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 44 του παρόντος.

5. Χρηματικά ποσά από τρεις (3) μηνιαίους μισθούς και πάνω που καταβάλλονται εφάπαξ από τον εργοδότη σε μισθωτό, ύστερα από τη συμπλήρωση δέκα (10) ετών απασχόλησής του σ' αυτόν, λογίζονται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες.

Τα εφάπαξ αυτά ποσά κατανέμονται για να φορολογηθούν σε τρία (3) ίσα μέρη, καθένα από τα οποία προσαυξάνει τις αποδοχές του έτους της καταβολής και των αμέσως δύο (2) προηγούμενων της καταβολής ετών.
Η παρακράτηση του φόρου εισοδήματος ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτώσεως α' της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του παρόντος".

 

 

 

 

Άρθρο 5
Εξωλογιστικος προσδιορισμός κερδών.


1. Στο άρθρο 36 του Ν.Δ. 3323/1955 προσθέτονται δύο νέες παράγραφοι 3 και 4 οι οποίες έχουν ως εξής:

"3. Εξαιρετικά για τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 33α και τηρούν ακριβή βιβλία και  στοιχεία πρώτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων ή δεν τηρούν βιβλία γιατί δεν έχουν υποχρέωση τήρησης αυτών, λόγω ύψους αγορών, εφ' όσον περιέχονται στον ειδικό πίνακα του επόμενου εδαφίου, τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται εξωλογιστικά, με πολλαπλασιασμό των αγορών επί ένα μοναδικό, ειδικό συντελεστή καθαρού κέρδους κατά γενικές κατηγορίες επιχειρήσεων.
Οι συντελεστές καθαρού κέρδους επί αγορών περιέχονται σε ειδικό πίνακα, που καταρτίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
"Αν από τα στοιχεία που προσκομίζει ο φορολογούμενος προκύπτει ότι από γεγονότα ανώτερης βίας το πραγματικό κέρδος είναι κατώτερο αυτού που προσδιορίζεται με εφαρμογή του μοναδικού συντελεστή, το κέρδος αυτό μπορεί να καθορίζεται με χρήση κατώτερου συντελεστή όχι όμως κατώτερου από το μηδέν.
4. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου:

α) για τις επιχειρήσεις που τηρούν ακριβή βιβλία και στοιχεία της πρώτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, οι αγορές λαμβάνονται όπως αυτές προκύπτουν από τα βιβλία και στοιχεία τούτων,
β) για τις επιχειρήσεις που δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων λόγω ύψους αγορών, οι αγορές λαμβάνονται όπως αυτές προκύπτουν από τα τιμολόγια αγορών τους,
γ) σε περίπτωση αλλαγής της κατηγορίας των βιβλίων και στοιχείων που τηρούνται από την επιχείρηση:

αα) από την πρώτη κατηγορία στην τρίτη ή τέταρτη κατηγορία, οι αγορές της τελευταίας διαχειριστικής περιόδου πριν από την αλλαγή της κατηγορίας βιβλίων μειώνονται κατά την αξία τούτων που εμφανίζεται στη απογραφή έναρξης της διαχειριστικής περιόδου κατά την οποία έγινε η αλλαγή της κατηγορίας των βιβλίων,
ββ) από τη δεύτερη κατηγορία στην πρώτη κατηγορία, οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διαχειριστική περίοδο στην οποία τηρήθηκαν για πρώτη φορά βιβλία πρώτης κατηγορίας, προσαυξάνονται με την αξία των εμπορεύσιμων αγαθών που αποδειγμένα δε διατέθηκαν ή δε χρησιμοποιήθηκαν κατά τις διαχειριστικές περιόδους στις οποίες τηρήθηκαν βιβλία δεύτερης κατηγορίας,
γγ) από την τρίτη ή τέταρτη κατηγορία στην πρώτη κατηγορία οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διαχειριστική περίοδο στην οποία  τηρήθηκαν για πρώτη φορά βιβλία πρώτης κατηγορίας προσαυξάνονται με την αξία των εμπορεύσιμων αγαθών που εμφανίζονται στην τελευταία απογραφή λήξης".

2.( Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από το οικονομικό έτος 1982 - Καταργήθηκε με την περ. θ 'του άρθρου 47 του Ν. 1473/1984 (Α 127)).

 






Άρθρο 6
Τροποποιήσεις τεκμηρίων.


1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του Ν. 820/1978 "περί λήψεως μέτρων δια την περιστολή της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων" αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Τα χρηματικά ποσά που διαθέτονται κάθε χρόνο για την αγορά αυτοκινήτων, πλοίων αναψυχής, σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών  πραγμάτων μεγάλης αξίας, με εξαίρεση

α) εκείνων που αποτελούν το άμεσο αντικείμενο της εμπορικής δραστηριότητας,

β) των μηχανημάτων και

γ) των αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης, λογίζονται ως ετήσια τεκμαρτή δαπάνη του φορολογουμένου και της συζύγου του, η οποία προσαυξάνει την τεκμαρτή δαπάνη που προσδιορίζεται με βάση το άρθρο 12".

2. Ο πίνακας του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 820/1978, για τον υπολογισμό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης με βάση τους φορολογήσιμους ίππους των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, αντικαθίσταται ως εξής:

 

Φορολογήσιμοι ίπποι αυτοκινήτου Ετήσια τεκμαρτή δαπάνη
μέχρι και 7 330.000
8 400.000
9 480.000
10 570.000
11 660.000
12 770.000
13 920.000
14 1.100.000
15 1.400.000
16 1.700.000
17 1.950.000
18 2.200.000
19 2.500.000
20 2.800.000
21 3.050.000
22 3.350.000
23 και πάνω 3.700.000

 

3. Το έκτο εδάφιο της περίπτωσης Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 820/1978 αντικαθίσταται ως εξής:

"Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος, η σύζυγος ή τα προστατευόμενα μέλη διαθέτουν δεύτερο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης, η τεκμαρτή δαπάνη που προκύπτει με βάση την ιπποδύναμη αυτού, προσαυξάνεται κατά πενήντα τα εκατό (50ο/ο) και για κάθε ένα πέρα από το δεύτερο αυτοκίνητο η ετήσια τεκμαρτή δαπάνη προσαυξάνεται κατά ογδόντα τα εκατό (80ο/ο)".

4. Η περίπτωση Β' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 820/ 1978 καταργείται.

5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του Ν. 820/1978 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Το ετήσιο συνολικό ποσό τεκμαρτής δαπάνης διαβίωσης που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να αμφισβητηθεί από το φορολογούμενο, ο οποίος φέρει και το βάρος της απόδειξης των ισχυρισμών του".

6. Στο άρθρο 13 του Ν. 820/1978 προσθέτεται νέα παράγραφος 3 που έχει ως εξής:

"3. Δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 στην περίπτωση που ο φορολογούμενος, η σύζυγος του και τα πρόσωπα που συνοικούν και τον βαρύνουν είναι κύριοι ή κάτοχοι ενός επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης μέχρι και οκτώ (8) φορολογήσιμων ίππων. Η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει όταν αυτοί είναι κύριοι ή κάτοχοι και άλλου επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ανεξάρτητα από την ιπποδύναμή του".

7. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται από το οικονομικό έτος 1982.

 

 

 

 

Άρθρο 7
Αναπροσαρμογή συντελεστών φόρου νομικών προσώπων και μερισμάτων.


1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 3843/1958 "περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων" αντικαθίσταται ως εξής:

"α) Για τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες, τις αλλοδαπές εταιρείες και οργανισμούς που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων καθώς και για τις δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα, σαράντα πέντε τα εκατό (45ο/ο)".

2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται στο καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προκύπτει από ισολογισμούς ή διαχειρίσεις που κλείνουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1981.
3. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του Ν.Δ. 3843/1958 αντικαθίσταται ως εξής:

"Κατ' εξαίρεση, αν δικαιούχος του εισοδήματος της πηγής αυτής είναι πρόσωπο από εκείνα που αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος, που δεν έχει όμως μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, το ποσοστό του παρακρατούμενου φόρου ορίζεται ίσο με σαράντα πέντε τα εκατό (45ο/ο) στο καθαρό φορολογητέο ποσό και η εισφορά υπέρ του ΟΓΑ ίση με δεκαπέντε τα εκατό (15ο/ο) στο φόρο".

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Α.Ν. 148/1967 "περί μέτρων προς ενίσχυσιν της κεφαλαιαγοράς" αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Για τα μερίσματα από μετοχές, κοινές ή προνομιούχες, ισχύει το ακόλουθο φορολογικό καθεστώς, ανεξάρτητα αν ο μέτοχος είναι ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο:

α) Στα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές εισαγμένες στο Χρηματιστήριο τέσσερις (4) τουλάχιστο μήνες πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα, παρακρατείται ο φόρος με συντελεστή σαράντα δύο τα εκατό (42ο/ο), αν τα μερίσματα προέρχονται από μετοχές, οι οποίες έγιναν ονομαστικές πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα και παραμένουν ονομαστικές κατά τη διάρκεια που ισχύει το άρθρο αυτό και σαράντα πέντε τα εκατό (45%) αν προέρχονται από ανώνυμες μετοχές, χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση.
Ο υπολογισμός του παρακρατούμενου, σύμφωνα με τα πιο πάνω, φόρου γίνεται μετά από έκπτωση αφορολόγητου ποσού είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) δραχμών το χρόνο για κάθε μέτοχο για τα μερίσματα που εισπράττει από την ίδια ανώνυμη εταιρεία.

Το αφορολόγητο ποσό για κάθε μέτοχο δεν μπορεί να ξεπεράσει συνολικά της εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές, όταν τα μερίσματα προέρχονται από περισσότερες ανώνυμες εταιρείες.

Η έκπτωση του αφορολόγητου ποσού γίνεται, εφ' όσον ο μέτοχος που εισπράττει το μέρισμα δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του στην εταιρία ότι δεν έχει απαλλαγεί από την προείσπραξη του φόρου, με βάση τη διάταξη αύτη, κατά την είσπραξη μερισμάτων από άλλες ανώνυμες εταιρείες που αναφέρονται στην ίδια χρήση για ποσό μερισμάτων μεγαλύτερο από εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές, στο οποίο περιλαβαίνεται και το αφορολόγητο ποσό που ζητάει ο μέτοχος με τη δήλωση του αυτή.
β) Στα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές που δεν είναι εισαγμένες στο Χρηματιστήριο, παρακρατείται φόρος, χωρίς καμιά έκπτωση αφορολόγητου ποσού, με συντελεστή σαράντα εφτά τα εκατό (47ο/ο) αν τα μερίσματα προέρχονται από μετοχές οι οποίες έγιναν ονομαστικές πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα και παραμένουν ονομαστικές κατά τη διάρκεια που ισχύει το άρθρο αυτό και πενήντα τρία τα εκατό (53ο/ο), αν προέρχονται από ανώνυμες μετοχές, χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση".

5. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τα μερίσματα και προμερίσματα που αποκτούν οι μέτοχοι από 1 Ιανουαρίου 1982 και μετά.

 

 

 


ΙΙ. Αναπροσαρμογή αξίας ακινήτων των επιχειρήσεων.
 

 

Άρθρο 8
Επιβολή εφάπαξ φόρου υπεραξίας.


Επιβάλλεται εφάπαξ φόρος στην υπεραξία που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων (γηπέδων και κτιρίων) ορισμένων επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των πιο κάτω άρθρων.

 

 

 



Άρθρο 9
Επιχειρήσεις που υποχρεώνονται σε αναπροσαρμογή.


Σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων υποχρεώνονται όλες οι επιχειρήσεις, οι οποίες κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής τηρούν υποχρεωτικά από το νόμο βιβλία τέταρτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που λειτουργούν ή αν είναι ημεδαπές ή αλλοδαπές ή αν υπάγονται στις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή σε οποιοδήποτε φορολογικό καθεστώς.

 

 

 



Άρθρο 10
Αναπροσαρμογή της αξίας γηπέδων και κτηρίων.


1. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 του παρόντος νόμου υποχρεώνονται μέχρι 31 Μαΐου 1982 να αναπροσαρμόσουν εφάπαξ την αξία των γηπέδων και κτηρίων που έχουν στην κυριότητά τους.

Η αναπροσαρμογή θα γίνει με πολλαπλασιασμό της αξίας κτήσης, συμπλήρωσης και βελτίωσης των γηπέδων και κτηρίων με τους πιο κάτω συντελεστές:

α) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1974 με συντελεστή τέσσερα (4), προκειμένου για γήπεδα και τρία (3), προκειμένου για κτήρια.
β) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1975 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1976 με συντελεστή τρία (3), προκειμένου για γήπεδα και δύο και είκοσι εκατοστά (2,20), προκειμένου για κτήρια.
γ) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1977 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1978 με συντελεστή δύο (2), προκειμένου για γήπεδα και ένα και εξήντα εκατοστά (1,60), προκειμένου για κτήρια.
δ) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1977, μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1979 με συντελεστή ένα κι εξήντα (1,60), προκειμένου για γήπεδα και ένα και σαράντα εκατοστά (1,40), προκειμένου για κτήρια.
ε) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1980 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1980 με συντελεστή ένα και τριάντα εκατοστά (1,30), προκειμένου για γήπεδα και ένα και είκοσι εκατοστά (1,20), προκειμένου για κτήρια.

Η αξία των ακινήτων που αποικήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1981 και μετά δεν υπόκειται σε αναπροσαρμογή.
2. Οι αποσβέσεις στην αξία κάθε κτηρίου που έχουν γίνει μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1980 αναπροσαρμόζονται στο σύνολο τους, με βάση τους συντελεστές που προβλέπονται από την προηγούμενη παράγραφο, ανάλογα με το χρόνο κτήσης αυτού.
3. Με την αναπροσαρμογή των αποσβέσεων, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν τροποποιούνται τα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων, τα οποία προέκυψαν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1980.

 

 

 

 

 

Άρθρο 11
Αξία που υπόκειται σε αναπροσαρμογή.


1. Ως αξία κτήσης των ακινήτων που αποκτήθηκαν μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1974, για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, λαβαίνεται η αξία που προέκυψε μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977 "περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων.
Ειδικά για τις επιχειρήσεις που προήλθαν από μετατροπή ή συγχώνευση με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 3765/1957 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του Ν.Δ. 3323/1955 "περί φορολογίας του Εισοδήματος" του άρθρου 4 του Ν.Δ. 4002/1959 "περί λήψεως φορολογικών και άλλων τινών μέτρων προς ενίσχυσιν των παραγωγικών επενδύσεων", του άρθρου 3 του Ν.Δ. 4256/1962 "περί ιδρύσεως και επεκτάσεως βιομηχανιών και βιοτεχνικών και άλλων τινών διατάξεων", του άρθρου 6 του Α.Ν. 543/1968 "περί παροχής ειδικών απαλλαγών και εκπτώσεων εις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις" και του Ν.Δ. 1297/1972 "περί παροχής φορολογικών κινήτρων δια την συγχώνευσιν ή μετατροπή επιχειρήσεων προς δημιουργία μεγάλων οικονομικών μονάδων" μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1974, οι οποίες σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 542/1977 έλαβαν ως βάση για την αναπροσαρμογή την αξία κτήσης των ακινήτων που εμφανιζόταν στα διπλογραφικά βιβλία των μετατρεπομένων ή συγχωνευομένων επιχειρήσεων, λαβαίνεται ως αξία κτήσης αυτών για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, η αξία που προέκυψε μετά την αναπροσαρμογή τους με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977, όταν οι αναπροσαρμοσμένες αξίες αυτών ήταν καταχωρημένες στην πρώτη επίσημη απογραφή της νέας επιχείρησης.

Στην περίπτωση που οι αξίες των ακινήτων αυτών που είχαν αναπροσαρμοσθεί ήταν μικρότερες, λαβαίνεται ως αξία κτήσης αυτών, η αξία που είναι καταχωρημένη στην πρώτη επίσημη απογραφή της νέας επιχείρησης.
2. Για τις επιχειρήσεις που δεν είχαν υποχρέωση να αναπροσαρμόσουν την αξία των ακινήτων τους με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977, ως αξία κτήσης των ακινήτων που αποκτήθηκαν μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1974, για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, λαβαίνεται η αξία που εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης την 31.12.1974.

3. Για τις ανώνυμες εταιρείες που είχαν αναπροσαρμόσει την αξία των ακινήτων τους με βάση τις διατάξεις του Α.Ν. 148/1967 και των Ν.Δ. 1229/1972 και 1314/1972, εφ' όσον οι αναπροσαρμοσμένες αξίες των ακινήτων τους που προέκυψαν με τις διατάξεις αυτές ήταν μεγαλύτερες των αναπροσαρμοσμένων αξιών που προέκυψαν με την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 542/1977, ως αξία κτήσης αυτών, για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, λαβαίνεται η αξία που προέκυψε μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις του Α.Ν. 148/1967 και των Ν.Δ.1229/1972 και 1314/1972.
4. Για τις επιχειρήσεις που προήλθαν από μετατροπή ή συγχώνευση με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 129,7/1972 από 1 Ιανουαρίου 1975 και μετά, ως αξία κτήσης των ακινήτων που εισφέρθηκαν για την αναπροσαρμογή λαβαίνεται η αξία που καταχωρήθηκε στην πρώτη επίσημη απογραφή της νέας επιχείρησης.
5. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος και οι οποίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 542/1977, έλαβαν ως βάση για την αναπροσαρμογή, την αξία κτήσης των ακινήτων που εμφανιζόταν στα διπλογραφικά βιβλία των μετατρεπόμενων ή συγχωνευόμενων επιχειρήσεων, μπορούν να λάβουν ως αξία κτήσης των γηπέδων τους, για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, την αξία που προέκυψε μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977 και οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος, την αξία κτήσης των γηπέδων, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις  διατάξεις του ν. 542/1977, που προκύπτει από τα διπλογραφικά βιβλία των μετατρεπόμενων ή συγχωνευόμενων επιχειρήσεων ανώνυμες εταιρίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος, μπορούν να λάβουν ως αξία κτήσης των γηπέδων τους, για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου, την  αξία που προέκυψε μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977, εφ' όσον οι εταιρίες αυτές είχαν επιλέξει για φορολογία την υπεραξία των γηπέδων που προέκυψε με βάση τις διατάξεις του Ν. 542/1977.

 

 

 

 

 

Άρθρο 12
Απαλλαγές και εξαιρέσεις από την αναπροσαρμογή.


1. Δεν υποχρεώνονται σε αναπροσαρμογή:

α) Οι δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
β) Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας.
γ) Οι γεωργικοί συνεταιρισμοί και ενώσεις κάθε βαθμού, καθώς και οι κοινοπραξίες του Ν. 479/1943 "περί αναδιοργανώσεως της Πανελληνίου Συνομοσπονδίας Γεωργικών Συνεταιρισμών Οργανώσεως νομοθεσίας", του άρθρου 60 του Ν. 921/1979 "περί γεωργικών συνεταιρισμών" και του Ν.Δ. 3874/1958 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων των "περί Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος κλπ. κειμένων διατάξεων", καθώς και οι οποιασδήποτε μορφής εταιρείες, στις οποίες μετέχουν μόνο γεωργικές συνεταιριστικές οργανώσεις ή εταιρίες των οργανώσεων αυτών ή και η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας, οι άτυπες κοινοπραξίες μεταξύ της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας και γεωργικών συνεταιρισμών. Επίσης, οι εταιρείες που ανήκουν στις συνεταιριστικές οργανώσεις ή στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας κατά ποσοστό τουλάχιστον εξήντα τα εκατό (60%).
δ) Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί για τα ακίνητα που προορίζονται για διανομή στα μέλη τους.
ε) Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται την 8η Μαρτίου 1982 σε εκκάθαριση, εφόσον κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής δεν έχει συμπληρωθεί πενταετία από το χρόνο που έχουν τεθεί σε εκκαθάριση.

2. Εξαιρούνται από την αναπροσαρμογή:

α) τα ακίνητα που ανήκουν στην Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως (Ε.Τ.Β.Α.), τα οποία βρίσκονται στις βιομηχανικές περιοχές που προβλέπονται από το Ν. 4458/1965 "περί βιομηχανικών περιοχών".
β) Τα κτίρια των μεταλλευτικών και λατομικών επιχειρήσεων που βρίσκονται σε ξένο έδαφος, οι χώροι εναπόθεσης στείρων ή λυμάτων σε έδαφος κυριότητας των επιχειρήσεων αυτών καθώς και οι ιδιόκτητοι χώροι, που η επιφάνειά τους μέχρι το χρόνο της αναπροσαρμογής έχει σημαντικά αλλοιωθεί από την εξόρυξη του μεταλλεύματος.
γ) Τα κτίρια και το 1/2 της αξίας των γηπέδων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που τους ανήκουν κατά κυριότητα και τα χρησιμοποιούν για τουριστική εκμετάλλευση και στα οποία έχουν κατασκευαστεί έργα που εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες αυτών, όπως το κυρίως κτήριο του ξενοδοχείου και λοιποί χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων, χώροι αθλοπαιδιών κλπ.
δ) Τα γήπεδα, κτίρια και εγκαταστάσεις, που ανήκουν σε ανάδοχους φορείς προγραμμάτων ενεργού πολεοδομίας και βρίσκονται σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί κατά τις κείμενες διατάξεις σαν Ζώνες Ενεργού Πολεοδομίας, σύμφωνα με τις σχετικές συμβάσεις ανάθεσης.

 

 

 

 

 

Άρθρο 13
Εμφάνιση της υπεραξίας.


1. Από την υπεραξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 του παρόντος, αφαιρείται το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού "Κέρδη και Ζημίαι".
2. Το υπόλοιπο ποσό υπεραξίας που απομένει, κεφαλαιοποιείται ως εξής:

α) Οι ατομικές επιχειρήσεις θα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής.
β) Οι προσωπικές εταιρείες και οι συνεταιρισμοί θα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου τους σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
γ) Οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης θα κάνουν αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου, με έκδοση νέων εταιρικών μεριδίων, τα οποία διανέμονται δωρεάν στους παλαιούς εταίρους, κατά την αναλογία των μεριδίων τους.
δ) Οι ανώνυμες εταιρείες, ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισαγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο, θα κάνουν αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, είτε με αύξηση της ονομαστικής αξίας των μετοχών που υπάρχουν, είτε με έκδοση νέων μετοχών, είτε και με τους δύο τρόπους.

Οι νέες μετοχές που θα εκδοθούν θα διανεμηθούν δωρεάν στους παλαιούς μετόχους, κατά την αναλογία των μετοχών που κατέχουν.

3. Η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου των προσωπικών εταιριών, των συνεταιρισμών και των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, καθώς και του μετοχικού κεφαλαίου των ανώνυμων εταιρειών θα πραγματοποιηθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1982, σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις σχετικές διατάξεις που ισχύουν.

Σε περίπτωση που η εταιρεία δεν κάνει μέσα στο χρόνο αυτό αύξηση του κεφαλαίου, επιβάλλονται σε βάρος των υπευθύνων οι κυρώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 56 του Ν. 2190/1920.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 14
Φορολογία υπεραξίας - Παρακράτηση φόρου.


1. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας που υπόκειται σε φορολογία με βάση το άρθρο αυτό αφαιρείται από την αναπροσαρμοσμένη αξία κάθε  ακινήτου που προκύπτει με την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του παρόντος ή πριν από την αναπροσαρμογή αξία κτήσης του ακινήτου ή προκειμένου για κτήρια, η αξία των αποσβέσεων κάθε κτηρίου που αναπροσαρμόσθηκαν κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 10, όταν οι αποσβέσεις αυτές είναι μεγαλύτερες από την αξία κτήσης του κτηρίου.
Από την παραπάνω υπεραξία των γηπέδων και κτηρίων μπορεί να αφαιρεθεί αναλογικά η ζημία που επιτρέπεται κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής να συμψηφισθεί με άλλα εισοδήματα ή να μεταφερθεί για συμψηφισμό με βάση τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος.
Η ζημία που αφαιρείται από την υπεραξία δε συμψηφίζεται με άλλα εισοδήματα, ούτε και μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα χρόνια.
2. Το υπόλοιπο ποσό της υπεραξίας φορολογείται με συντελεστή οκτώ τα εκατό (8ο/ο) για τα γήπεδα και είκοσι τα εκατό (20ο/ο) για τα κτήρια.
3. Ο φόρος που οφείλεται με βάση την προηγούμενη παράγραφο παρακρατείται από τους εταίρους ή τους μετόχους, κατά περίπτωση.

Στις προσωπικές εταιρίες, εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και συνεταιρισμούς, παρακρατείται από τα κέρδη που αναλογούν σε κάθε εταίρο ή μέλος, κατά περίπτωση, σε ισόποσες δόσεις, μέσα σε τέσσερα (4) χρόνια και στις ανώνυμες εταιρίες από τα μερίσματα που καταβάλλονται κάθε χρόνο στους μετόχους, σε ισόποσες δόσεις, μέσα σε οκτώ (8) χρόνια.
4. Αν σε μια διαχειριστική περίοδο δε διανεμηθούν μερίσματα ή κέρδη, ο φόρος παρακρατείται σωρευτικά από τα μερίσματα ή κέρδη που θα καταβληθούν την επόμενη διαχειριστική περίοδο.

Αν στο τέλος των τεσσάρων (4) ετών, προκειμένου για προσωπικές εταιρίες, εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και συνεταιρισμούς ή των οκτώ (8) ετών, προκειμένου για ανώνυμες εταιρίες, δεν έχει παρακρατηθεί το σύνολο του φόρου που οφείλεται, το υπόλοιπο ποσό που απομένει καταβάλλεται στην εταιρία ή συνεταιρισμό μέσα σε ένα χρόνο από τους εταίρους, μέλη ή μετόχους, κατά περίπτωση, διαφορετικά μετά την προθεσμία αυτή πρέπει να μειωθεί, αφού τηρηθούν οι διατάξεις που ισχύουν, το εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο, κατά περίπτωση, μέσα στην προθεσμία έξι (6) μηνών.

 

 

 

 

 

Άρθρο 15
Δήλωση φόρου υπεραξίας - Αρμόδιος Οικονομικός Έφορος.


1. Σε υποβολή δήλωσης φόρου υπεραξίας υποχρεώνεται κάθε επιχείρηση που έχει φορολογητέα υπεραξία μεγαλύτερη των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών.
Η δήλωση αυτή υποβάλλεται:

α) από το φυσικό πρόσωπο ή το νόμιμο αντιπρόσωπό του και σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου από τους κληρονόμους αυτού,
β) από το νόμιμο εκπρόσωπο για τα νομικά πρόσωπα,
γ) από τον εκκαθαριστή για τα νομικά πρόσωπα που βρίσκονται σε εκκαθάριση.

2. Η δήλωση υποβάλλεται στον αρμόδιο οικονομικό έφορο μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που έγινε η αναπροσαρμογή.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης.
4. Αρμόδιος Οικονομικός έφορος για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του φόρου που οφείλεται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του  παρόντος είναι ο Οικονομικός Έφορος της έδρας της επιχείρησης.

 

 

 

 

 

Άρθρο 16
Καταβολή φόρου - Εξάντληση φορολογικής υποχρέωσης.


1. Ο φόρος που οφείλεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 14 του παρόντος καταβάλλεται από τις επιχειρήσεις σε δεκαέξι (16) τριμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.

Ειδικά για τις επιχειρήσεις που διέκοψαν τη λειτουργία τους για οποιοδήποτε λόγο και οι οποίες κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής βρίσκονταν σε αδράνεια για χρονικό διάστημα τουλάχιστο δώδεκα (12) μήνες πριν, ο φόρος υπεραξίας καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) τριμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.
Ο φόρος αυτός δεν αποτελεί δαπάνη της επιχείρησης και δεν αφαιρείται από τα κέρδη αυτής ούτε και λαβαίνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών προσώπων επίσης, δε συμψηφίζεται με το φόρο που οφείλεται από τα λοιπά εισοδήματα.
2. Με την καταβολή του πιο πάνω φόρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος της επιχείρησης, των εταίρων, των  μετόχων και των μελών του συνεταιρισμού για την υπεραξία που φορολογήθηκε με το άρθρο 14 του παρόντος και δεν έχουν τα πρόσωπα αυτά δικαίωμα να συναθροίσουν στη φορολογική τους δήλωση το ποσό της υπεραξίας που τους αναλογεί ειδικά, για την ανώνυμη εταιρία η εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης παρέχεται με την προϋπόθεση ότι η εταιρία δε  θα διαλυθεί ή το μετοχικό της κεφάλαιο δε θα μειωθεί με σκοπό διανομής στους μετόχους πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων.
3. Σε περίπτωση διάλυσης της ανώνυμης εταιρία ή μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών, η υπεραξία που φορολογήθηκε δε θεωρείται φορολογικά ως μετοχικό κεφάλαιο που έχει καταβληθεί και φορολογείται με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για  τη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, μετά την  αφαίρεση του φόρου που καταβλήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 14.

Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση διάλυσης της εταιρίας με σκοπό συγχώνευσης αυτής με άλλη επιχείρηση και ίδρυσης νέας ανώνυμης εταιρίας ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησης από άλλη ανώνυμη εταιρία.
4. Οι επιχειρήσεις που έχουν στο χαρτοφυλάκιο τους μετοχές άλλων ανώνυμων εταιριών και οι οποίες θα λάβουν δωρεάν μετοχές ή θα ανταλλάξουν τις παλαιές μετοχές με ισάριθμες νέες αυξημένης ονομαστικής αξίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος υποχρεώνονται να εμφανίσουν στα βιβλία τους τις νέες μετοχές, καθώς και το φόρο υπεραξίας που τους παρακρατούν από τα μερίσματα κάθε χρήσης.
Το ποσό της υπεραξίας που τυχόν θα προκύψει εμφανίζεται σε λογαριασμό αποθεματικού και για το ποσό αυτό εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση της επιχείρησης με την καταβολή του φόρου υπεραξίας που αναλογεί σε αυτό.
Στην περίπτωση όμως που ανώνυμη εταιρία διανείμει το αποθεματικό αυτό στους μετόχους της, αυτό θα φορολογηθεί με τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, κατά το χρόνο της διανομής.
Από τον οφειλόμενο φόρο κατά τη διανομή του αποθεματικού αφαιρείται ο φόρος υπεραξίας που αναλογεί στο ποσό του αποθεματικού που διανέμεται στους μετόχους.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 17
Διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης φόρου
.


Οι διατάξεις των άρθρων 50 μέχρι 59, 65, 67 και 68 του Ν.Δ. 3233/1955, του άρθρου 16 του Ν.Δ. 3843/1958 και του Ν. 4125/1960 "περί κυρώσεως του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας και περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Οργανισμού Φορολογικών Δικαστηρίων και καθορισμού των τελών διαδικασίας" εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που επιβάλλεται με το νόμο αυτό.

 

 

 

 

 

Άρθρο 18
Έκπτωση αποσβέσεων που ενεργούνται στο ποσό της υπεραξίας.


1. Στο ποσό της υπεραξίας που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας των κτηρίων, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 του παρόντος, ενεργούνται τακτικές και πρόσθετες αποσβέσεις, οι οποίες και αφαιρούνται από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955 και του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958. Η έκπτωση των αποσβέσεων στο ποσό της υπεραξίας αρχίζει να γίνεται από τον πρώτο ισολογισμό που κλείνουν οι επιχειρήσεις μετά την 30 Δεκεμβρίου 1982.
2. Για τον υπολογισμό της αναποσβεστης αξίας των κτηρίων αφαιρούνται από την αξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 10 οι αποσβέσεις που προκύπτουν μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10, καθώς και οι αποσβέσεις που δεν αναπροσαρμόσθηκαν.
3. Η υπεραξία που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 δεν αφαιρείται από τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων για το σχηματισμό αφορολόγητων κρατήσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις οποιουδήποτε αναπτυξιακού νόμου.

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ


Άρθρο 19
Ι. Φορολογία ακίνητης περιουσίας.

Άρθρο 20
Υποκείμενο φόρου.

Άρθρο 21.
Απαλλαγές από το φόρο.

Άρθρο 22
Προσδιορισμός αξίας ακίνητης περιουσίας.

Άρθρο 23
Εκπτώσεις - αφορολόγητο όριο - υπολογισμός φόρου.

Άρθρο 24
Υπόχρεοι σε δήλωση.

Άρθρο 25
Προθεσμία υποβολής και περιεχόμενο της δήλωσης.

Άρθρο 26
Αρμόδιος Οικονομικός Έφορος.

Άρθρο 27
Διαδικασία βεβαίωσης του φόρου - Παραγραφή Ατέλειες.

 

Άρθρο 28
Καταβολή του φόρου.

Άρθρο 29
Πρόσθετοι φόροι

Άρθρο 30
Απόδοση εσόδων.

Άρθρο 31
Ευθύνες και δικαιώματα των τελευταίων κατόχων ακινήτων από σύμβαση Ευθύνες των αντιπροσώπων των υπόχρεων σε φόρο.

Άρθρο 32

Άρθρο 33
Υποχρεώσεις αρχών.

Άρθρο 34
Κυρώσεις.

Άρθρο 35
Μη επιβολή φόρου και δικαιωμάτων για λογαριασμό τρίτων - Εξουσιοδοτικές διατάξεις.

Άρθρο 36
Φορολογία ακίνητης περιουσίας μειονοτικών νομικών προσώπων.


Παρατήρηση: Τα άρθρα 19 έως 36 καταργήθηκαν από το οικονομικό έτος 1993 με την παρ. 1 του άρθρου 37 του Ν. 2065/1992 (Α 113), κατά την παρ. 2 δε του αυτού άρθρου: "Οι καταργούμενες διατάξεις της  προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και μετά την 1η Ιανουαρίου 1993 σε υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας, για τις οποίες η  φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι την κατάργηση τους".

 

 

 

 

ΙΙ. Φορολογία Μεταβίβασης Ακινήτων

 

Άρθρο 37
Έννοια πολυκατοικίας.


Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1521/1950 "περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων" προσθέτεται τέταρτο εδάφιο, που έχει ως εξής:

"Ως πολυκατοικία θεωρείται κάθε πολυώροφη οικοδομή, η οποία αποτελείται από τρεις τουλάχιστον ορόφους κύριας χρήσης, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και το ισόγειο ή η οικοδομή που ανεξάρτητα από αριθμό ορόφων, έχει διαμερίσματα συνολικού εμβαδού πεντακοσίων τουλάχιστον τετραγωνικών μέτρων (500 μ2), οι οποίες προορίζονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, για πολύωρη σ' αυτές παραμονή ανθρώπων, για διημεύρευση, συναναστροφή, εργασία ή ύπνο".

 

 

 

 

 

Άρθρο 38
Αντικείμενο φόρου.


Στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1521 /1950 μετά την περίπτωση γ' προσθέτεται νέα περίπτωση δ' και η μέχρι τώρα περίπτωση δ' αριθμιζεται ως ε', η οποία έχει ως εξής:

"δ) απόφασης δικαστικής με την οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, στο όνομα κάποιου προσώπου, λόγω συμπλήρωσης των όρων της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία στο όνομα του προσώπου στο οποίο γίνεται η αναγνώριση, υπάρχει μεταγραμμένος τίτλος για το δικαίωμα αυτό, για το οποίο έχει υποβληθεί η δήλωση που προβλέπεται από το νόμο".

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 39
Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων.


1. Υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων, για τις οποίες η δήλωση υποβλήθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 1978 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 1981 και εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος ενώπιον  των φορολογικών Αρχών για έλεγχο, μπορούν να περαιωθούν οριστικά αν ο αγοραστής υποβάλει μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, συμπληρωματική δήλωση, με την οποία θα δέχεται την αγοραία αξία που προσδιόρισε προσωρινά ο αρμόδιος Οικονομικός Έφορος και καταβάλει ταυτόχρονα το ένα τέταρτο (1/4) του φόρου ο οποίος αναλογεί στη διαφορά μεταξύ της προεκτίμησης και του τιμήματος που δηλώθηκε χωρίς να του επιβληθεί πρόσθετος φόρος ή πρόστιμο.

Το υπόλοιπο ποσό του φόρου βεβαιώνεται αμέσως και εισπράττεται σε τρεις ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη θα καταβληθεί μέσα στον επόμενο από τη βεβαίωσή του μήνα.
Σε περίπτωση που ολόκληρο το ποσό του φόρου που προκύπτει θα καταβληθεί ταυτόχρονα με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης, θα εκπίπτεται ποσοστό δέκα τα εκατό (10%).
2. Σε όσες περιπτώσεις δεν έχει προσδιορισθεί προσωρινά η αγοραία αξία του ακινήτου ο αρμόδιος Οικονομικός Έφορος την προσδιορίζει μέσα στην ίδια προθεσμία των έξι (6) μηνών.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και σε υποθέσεις για τις οποίες ασκήθηκε εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος σε πρώτο βαθμό στα Διοικητικά πρωτοδικεία, χωρίς να έχουν συζητηθεί στην ουσία τους μέχρι το χρόνο που θα υποβληθεί η συμπληρωματική δήλωση.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 40
Απαλλαγή από το φόρο της αγοράς πρώτης κατοικίας.


1. Η απαλλαγή των εγγάμων και αγάμων προσώπων από το φόρο μεταβίβασης για την απόκτηση πρώτης κατοικίας βάσει διατάξεων προγενέστερων εκείνων του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 "περί απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως της αγοράς πρώτης κατοικίας κλπ." ορίζεται σε ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές για αγορά οικίας ή διαμερίσματος και σε τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές για αγορά οικοπέδου, για απόκτηση πρώτης κατοικίας.
Τα πρόσωπα που κατά το παρελθόν απαλλάχτηκαν από το φόρο μεταβίβασης κατά την απόκτηση πρώτης κατοικίας για ποσό μικρότερο αυτού που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο δε δικαιούνται συμπληρωματικής απαλλαγής. Οι διατάξεις των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 έχουν εφαρμογή και σε περίπτωση απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης για απόκτηση στέγης η οποία παρέχεται βάσει των προγενέστερων αυτού διατάξεων.
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 αντικαθίσταται, ως εξής:

"2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται για ποσό της αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι δραχμών δύο εκατομμυρίων εκατό χιλιάδων (2.100.000). Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά επτακόσιες χιλιάδες (700.000) δραχμές για καθένα από τα τρία πρώτα παιδιά του αγοραστή, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, και κατά ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές για το τέταρτο και επόμενα παιδιά του.

 

 

 

 

Άρθρο 41
Προσδιορισμός αξίας ακινήτων.


1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαβαίνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ' είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, διαμέρισμα, κατάστημα, αγρόκτημα και άλλα.
Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως για τα διαμερίσματα η παλαιότητα, η θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο της πολυκατοικίας, για τα καταστήματα η εμπορικότητα δρόμου, το πατάρι, το υπόγειο, για τα αγροκτήματα η καλλιεργητική αξία, η τουριστική ή παραθεριστική σημασία και άλλα.
Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση Επιτροπών που θα αποτελούνται από οικονομικούς υπαλλήλους, μηχανικούς του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, εκπροσώπους της Τοπικής  Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και άλλα πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις ή ιδιάζουσα εμπειρία και θα συγκροτούνται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Οικονομικών.
Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο τιμές αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο, ανά διετία, με τις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών.

Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται ή αποκτώνται με οποιαδήποτε αιτία, λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες εκ των προτέρων κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ΄ είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, αγροτικό ακίνητο και άλλα.
Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως ποιότητα κατασκευής, παλαιότητα, θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο, της πολυκατοικίας για τα διαμερίσματα, εμπορικότητα δρόμου, ύπαρξη παταριού ή υπογείου για τα καταστήματα, καλλιεργητική αξία, τουριστική ή παραθεριστική σημασία για τα αγροτεμάχια και άλλα.

1Α. Συνιστάται Επιτροπή για τη σύνταξη εισήγησης για τη διαμόρφωση των ζωνών και των συντελεστών αυξομείωσης των τιμών εκκίνησης (εφεξής Επιτροπή), η οποία αποτελείται από τον Γενικό Γραμματέα Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως Πρόεδρο και μέλη τον Γενικό Γραμματέα Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, τον Γενικό Γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τον Πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ), τον Προϊστάμενο του Αυτοτελούς Τμήματος Εκτιμήσεων και Προσδιορισμού Αξιών Ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και δύο εμπειρογνώμονες που ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών.
Έργο της Επιτροπής είναι η εισήγηση προς τον Υπουργό Οικονομικών σχετικά με τη διαμόρφωση των ζωνών και των συντελεστών αυξομείωσης των τιμών εκκίνησης.
Το Αυτοτελές Τμήμα Εκτιμήσεων και Προσδιορισμού Αξιών Ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών εισηγείται προς την Επιτροπή τη διαμόρφωση των ζωνών και τους συντελεστές αυξομείωσης των τιμών εκκίνησης και παρέχει στοιχεία και υποστήριξη προς την Επιτροπή για την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου της.
Η Επιτροπή δύναται να ζητά

α) τη συνδρομή ή τη συμμετοχή οποιουδήποτε άλλου δημοσίου ή ιδιωτικού φορέα ή προσώπου, με εμπειρία και ειδικές γνώσεις για την ολοκλήρωση του έργου της και

β) τη χορήγηση μη προσωποποιημένων στοιχείων από το ΤΕΕ, την Τράπεζα της Ελλάδος και τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης ς Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), τα οποία παρέχονται υποχρεωτικώς χωρίς την επίκληση απορρήτου.

Τα μέλη της Επιτροπής και οι εμπειρογνώμονες που λαμβάνουν γνώση των ανωτέρω στοιχείων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους υποχρεούνται να τηρούν απόλυτη εχεμύθεια.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συγκροτείται η Επιτροπή, ορίζονται τα μέλη της και ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής, καθορίζονται οι συντελεστές αυξομείωσης και η διαμόρφωση ζωνών των περιοχών που είναι ενταγμένες ή πρόκειται να ενταχθούν στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξιών ακινήτων, λαμβάνοντας υπόψη και τη γνώμη του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 261 του Ν. 3852/2010 (Α΄ 87), η οποία παρέχεται εντός δεκαπέντε ημερών.

1Β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ανατίθεται σε πιστοποιημένους εκτιμητές, εγγεγραμμένους στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, η σύνταξη εισήγησης για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης και καθορίζεται η μεθοδολογία, η τεκμηρίωση και η μορφή των εισηγήσεων, ο χρόνος ολοκλήρωσης του έργου τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Η απόφαση ανάθεσης εκδίδεται κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του Γενικού Γραμματέα Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία αναρτάται στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια» και στην οποία περιγράφεται το έργο, η διαδικασία για την εκδήλωση ενδιαφέροντος, ο τρόπος επιλογής των εκτιμητών, η αμοιβή τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Οι εισηγήσεις των εκτιμητών κατατίθενται ηλεκτρονικά σε βάση δεδομένων που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Στην ίδια βάση δεδομένων καταχωρίζεται η γνώμη του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 261 του Ν. 3852/2010 (Α΄ 87).

1Γ. Συνιστάται Επιτροπή Ελέγχου, η οποία αποτελείται από τον Προϊστάμενο του Αυτοτελούς Τμήματος Εκτιμήσεων και Προσδιορισμού Αξιών Ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως Πρόεδρο και μέλη έναν εκπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν υπάλληλο του Αυτοτελούς Τμήματος Εκτιμήσεων και Προσδιορισμού Αξιών Ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, έναν υπάλληλο του Τμήματος Λειτουργίας Πληροφοριακών Συστημάτων Διαχείρισης Γεωχωρικών Δεδομένων της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Παραγωγικής Λειτουργίας Πληροφοριακών Συστημάτων Οικονομικού Τομέα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Φορολογικής Πολιτικής της Γενικής Γραμματείας Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι υπηρετούν στην ίδια υπηρεσία.
Έργο της Επιτροπής Ελέγχου είναι η αξιολόγηση και ο έλεγχος των προβλεπόμενων στην απόφαση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 Β αναφορικά με τις εισηγήσεις των πιστοποιημένων εκτιμητών, η αντιμετώπιση προβλημάτων, κενών και αποκλίσεων και κάθε άλλου συναφούς θέματος, καθώς και η εισήγηση στον Υπουργό Οικονομικών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης.
Το Αυτοτελές Τμήμα Εκτιμήσεων και Προσδιορισμού Αξιών Ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών παρέχει υποστήριξη προς την Επιτροπή Ελέγχου για την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου της.
Σε περίπτωση αδυναμίας προσδιορισμού των τιμών εκκίνησης με βάσει τα ανωτέρω στοιχεία η Επιτροπή Ελέγχου δύναται:

α) να εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών την ανάθεση σύνταξης εισήγησης σε πιστοποιημένο εκτιμητή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών,

β) να ζητεί τη συνδρομή οποιουδήποτε άλλου φορέα ή προσώπου με εμπειρία και ειδικές γνώσεις στον τομέα αξιών ακινήτων και

γ) να ζητεί τη χορήγηση μη προσωποποιημένων στοιχείων από το ΤΕΕ, την Τράπεζα της Ελλάδος και τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, τα οποία παρέχονται υποχρεωτικώς, χωρίς την επίκληση απορρήτου.

Τα μέλη της Επιτροπής και οι εμπειρογνώμονες που λαμβάνουν γνώση των ανωτέρω στοιχείων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους υποχρεούνται να τηρούν απόλυτη εχεμύθεια.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συγκροτείται η Επιτροπή Ελέγχου, ορίζονται τα μέλη της, μετά από πρόταση των αρμόδιων υπηρεσιών, και καθορίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη λειτουργία της.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι τιμές εκκίνησης μετά από εισήγηση της Επιτροπής Ελέγχου, λαμβάνοντας υπόψη και τη γνώμη του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 261 του Ν. 3852/2010 (Α΄ 87), η οποία παρέχεται εντός δεκαπέντε ημερών.
Με όμοια απόφαση ανατίθεται η σύνταξη εισήγησης σε πιστοποιημένο εκτιμητή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ του τρίτου εδαφίου, καθώς και η αμοιβή του.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται:

α) η καταχώρηση των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσης τους σε πίνακες και η συσχέτισή τους με διαγράμματα που καταρτίζονται με βάση χάρτες,
β) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ολόκληρη τη χώρα ή ορισμένες περιοχές αυτής ή πόλεις και για όλα τα ακίνητα ή για ορισμένη κατηγορία τούτων.
γ) Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων εκτός σχεδίου ακινήτων.

3. Κάθε άλλη διάταξη, η οποία ρυθμίζει διαφορετικά τη φορολογητέα αξία των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα η αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας και τον τρόπο προσδιορισμού της, εξακολουθεί να εφαρμόζεται και μετά την έναρξη ισχύος των προεδρικών διαταγμάτων της προηγούμενης παραγράφου μόνο στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος αμφισβητήσει τις προκαθορισμένες τιμές με προσφυγή του ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων.

Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο το τίμημα ή επί αναγκαστικού ή εκούσιου πλειστηριασμού το εκπλειστηρίασμα, είναι μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση το τίμημα ή το εκπλειστηρίασμα αντίστοιχα.

4. Στα μέλη των επιτροπών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που δεν είναι δημόσιοι ή δημοτικοί υπάλληλοι καταβάλλεται αποζημίωση η οποία καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών.
5. Ο Υπουργός των Οικονομικών καθορίζει, εγκρίνει και δίνει εντολές με αποφάσεις του, για κάθε δαπάνη που είναι αναγκαία για την εκτέλεση και εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η οποία καταλογίζεται στα έξοδα βεβαίωσης των άμεσων φόρων.
6. Σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, ο φορολογούμενος αναγράφει στην οικεία φορολογική δήλωση την κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου οριζόμενη αξία τους, με βάση την οποία βεβαιώνεται ο φόρος που αναλογεί.

Αν ο υπόχρεος σε φόρο θεωρεί την προκαθορισμένη αξία μεγαλύτερη από την αγοραία έχει το δικαίωμα, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της δήλωσής του, να ζητήσει με προσφυγή τον προσδιορισμό της αξίας, από το αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο.
Αν ασκηθεί προσφυγή, ο Οικονομικός Έφορος διενεργεί έλεγχο για τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του ακινήτου και συντάσσει σχετική έκθεση, αντίγραφο της οποίας κοινοποιεί στο φορολογούμενο είκοσι (20) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο.

Η έκθεση αυτή επισυνάπτεται στην έκθεση του άρθρου 82 του κώδικα Φορολογικής Δικονομίας, στην οποία περιλαμβάνεται και αίτημα προς το Διοικητικό Δικαστήριο για προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του ακινήτου.
Εφόσον το διοικητικό δικαστήριο προσδιορίσει αξία του ακινήτου μεγαλύτερη από την προκαθορισμένη, επιβάλλεται εκτός από τον κύριο φόρο την πληρωμή του οποίου θα διέφευγε ο υπόχρεος και πρόσθετος φόρος, ίσος με ποσοστό εξήντα τα εκατό (60%) της διαφοράς του φόρου.
Σε περίπτωση που δεν αμφισβητηθεί η προκαθορισμένη αξία, ο Οικονομικός Έφορος ελέγχει την ακρίβεια των δηλώσεων μόνο όσον αφορά τα προσδιοριστικά στοιχεία των ακινήτων σύμφωνα με τα οποία διαμορφώνεται η αξία τους.

Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εκδίδεται πράξη με την οποία καταλογίζεται ο φόρος, την πληρωμή του οποίου θα διέφευγε ο υπόχρεος με την ανακρίβεια καθώς και ο πρόσθετος φόρος ίσος με ποσοστό διακόσια σαράντα τα εκατό (240%) της διαφοράς του φόρου.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 36 παρ. 1 του Ν. 2065/1992 (Α 113): "Το ποσοστό 240% του πρόσθετου φόρου, για το οποίο προβλέπει το  τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 14 του ν. 1473/84, ορίζεται σε εκατό τοις εκατό (100%)".
 

Για κάθε θέμα που δε ρυθμίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των φορολογιών μεταβίβασης ακινήτων, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, όπως κάθε φορά ισχύουν, καθώς και οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.
Μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της δήλωσης ο υπόχρεος σε φόρο δύναται, χωρίς φορολογική επιβάρυνση, εφ' όσον διαπιστώσει ότι έγινε οποιοδήποτε  λογιστικό λάθος κατά τη σύνταξη του φύλλου υπολογισμού της αξίας των ακινήτων ή εσφαλμένη επιλογή των προκαθορισμένων τιμών εκκίνησης ή των συντελεστών αυξομείωσης τους, να υποβάλει νέα δήλωση και να ζητήσει επαναπροσδιορισμό του φόρου, εφ' όσον δεν καταρτίσθηκε οριστικό συμβόλαιο με βάση την αρχική δήλωση.

Στην περίπτωση αυτήν, εάν ο φόρος που προκύπτει με τη νέα δήλωση είναι μεγαλύτερος συμψηφίζεται με τον καταβληθέντα, εάν είναι μικρότερος η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.

Αν ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μέσα στην προθεσμία του 20ημέρου από της υποβολής της δήλωσης διαπιστώσει εσφαλμένο υπολογισμό του φόρου, από υπαιτιότητα της υπηρεσίας, δύναται να προσκαλέσει το φορολογούμενο για την υποβολή, μέσα στην ίδια 20ήμερη προθεσμία συμπληρωματικής δήλωσης και επαναπροσδορισμό του φόρου.

7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και για τον προσδιορισμό της εισφοράς του ν. 960/1979 (ΦΕΚ Α' 194).

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 41α
Προσδιορισμός αξίας κτισμάτων και γης


1. Η φορολογητέα αξία των μεταβιβαζόμενων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής ακινήτων, που βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες δεν έχει εφαρμοστεί το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας τους, είτε αυτές είναι εντός είτε εκτός σχεδίου πόλης, υπολογίζεται χωριστά για τα επί του οικοπέδου ή γηπέδου τυχόν υφιστάμενα κτίσματα και χωριστά για το οικόπεδο ή το γήπεδο, ως εξής:

α) Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των κτισμάτων εφαρμόζεται αντικειμενικό σύστημα, κατά το οποίο λαμβάνονται υπόψη τιμές αφετηρίας κόστους ανά είδος κτιρίου, οι οποίες καθορίζονται και αναπροσαρμόζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Οι τιμές αυτές αφετηρίας αυξάνονται ή μειώνονται με την εφαρμογή συντελεστών που προσδιορίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του υπό εκτίμηση κτιρίου, όπως το μέγεθος, την ποιότητα κατασκευής, την παλαιότητα και άλλα. 
β) Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του οικοπέδου ή γηπέδου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α') και των άρθρων 9 και 10 του ν.δ/τος 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α').

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται σταδιακά, για τις περιοχές της προηγούμενης παραγράφου, ζώνες με αξία γης και συντελεστές αυξομείωσής τους, οι οποίοι προσδιορίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οικοπέδου ή γηπέδου, όπως σχήμα, δυνατότητα εκμετάλλευσης και άλλα, ώστε να υπολογίζεται αντικειμενικά και η αξία γης. Στις περιπτώσεις αυτές δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 και των άρθρων 9 και 10 του ν.δ/τος 118/1973.

3. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο αναγράφεται τίμημα μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση το τίμημα αυτό.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται:

α. Η καταχώριση των τιμών αφετηρίας κόστους κατά είδος οικοδομής και περιοχή, των τιμών γης κατά ζώνες και των συντελεστών αυξομείωσής τους σε πίνακες, καθώς και οι χάρτες και τα έντυπα, που θα αποτελούν την απαραίτητη υποδομή για τον αντικειμενικό προσδιορισμό της αξίας των κτισμάτων και του οικοπέδου ή γηπέδου.
β. Ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ολόκληρη τη χώρα ή κατά περιοχές.
γ. Κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

 







ΙΙΙ. Φορολογία κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών από λαχεία.


Άρθρο 42
Ελεγκτική αρμοδιότητα Οικονομικού Εφόρου.


1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 73 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Κατ' εξαίρεση, αν μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων που δηλώθηκαν εμπρόθεσμα περιλαβαίνονται και ακίνητα, ο προσδιορισμός της
αγοραίας αξίας τους μπορεί να γίνεται από τον Οικονομικό Έφορο και προσωρινά με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που έχει, τα βιβλία τιμών που
τηρεί ή και άλλα τυχόν στοιχεία που θα αποκτήσει.

Αν η αξία για τα ακίνητα που δηλώθηκε συμπίπτει με την αγοραία αξία τους, η υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής, αν δε συμπίπτει ο φορολογούμενος μπορεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση σύμφωνη με την αξία που προσδιόρισε ο Έφορος.

Στην περίπτωση αύτη και εφ' όσον όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που περιλαβαινονται στη δήλωση είναι ακριβή, η συμπληρωματική δήλωση θεωρείται ειλικρινής και δεν επιβάλλεται πρόσθετος φόρος και πρόστιμο. Σε περίπτωση που δε θα υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο ή αν τα στοιχεία που περιλαβαίνονται στη δήλωση είναι ανακριβή ο προσδιορισμός της αγοραίας αξίας των ακινήτων ενεργείται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του αρθρ. 73 του Ν.Δ. 118/1973 χωρίς να δεσμεύεται ο Οικονομικός Έφορος από την προσωρινή αξία που ο ίδιος προσδιόρισε.

Η διαδικασία της υποβολής συμπληρωματικής δήλωσης μπορεί να αφορά ορισμένο ή ορισμένα μόνο από τα ακίνητα που έχουν δηλωθεί."

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε από 1.1.1978 ως 31.12.1981, εφ' όσον κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκκρεμούν στις Οικονομικές Εφορίες και η συμπληρωματική δήλωση θα υποβληθεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Ο φόρος που θα προκύψει με βάση τη συμπληρωματική δήλωση μειώνεται κατά ποσοστό δέκα τα εκατό (10%).

 

 

 

 

 

Άρθρο 43
Πρόσθετοι φόροι.


Στο άρθρο 75 του Ν.Δ. 118/1973 προσθέτεται παράγραφος 11 που έχει ως εξής:

"11. Σε περίπτωση ανακρίβειας των στοιχείων της δήλωσης με βάση τα οποία περαιώθηκε οριστικά ως ειλικρινής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 73, επιβάλλεται και πρόσθετος φόρος, ο οποίος ορίζεται σε ποσοστό διακόσια σαράντα τα εκατό (240ο/ο), ανεξάρτητα από το ύψος της διαφοράς μεταξύ της αξίας που δηλώθηκε και εκείνης που οριστικά προσδιορίστηκε."

 

 

 

 

 

Άρθρο 44
Κέρδη από λαχεία κλπ.


1. Οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου 58 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται, ως εξής:

"1. Σε φόρο υποβάλλονται τα κέρδη από λαχεία, λαχειοφόρες ομολογίες και λαχειοφόρες αγορές, τα οποία προκύπτουν από κληρώσεις που γίνονται στην Ελλάδα, καθώς και τα κέρδη από τα προγνωστικά των αγώνων του ποδοσφαίρου (ΠΡΟ-ΠΟ).
Οι διατάξεις του άρθρου μόνο του Α.Ν. 225/1967 "περί απαλλαγής των εκ των Κρατικών Λαχείων κερδών, αφ οιουδήποτε φόρου λαχείων, ως και του τέλους χαρτοσήμου", καταργούνται".

3. Η φορολογική υποχρέωση, προκειμένου περί λαχείων, λαχειοφόρων ομολογιών και λαχειοφόρων αγορών, γεννιέται κατά το χρόνο της κλήρωσης και, προκειμένου περί προγνωστικών αγώνων ποδοσφαίρου κατά το χρόνο της γένεσης της αξίωσης στα κέρδη."

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 59 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται, ως εξής:

"2. Δε φορολογούνται τα κέρδη από λαχειοφόρες ομολογίες, που με ειδικούς νόμους εξαιρούνται από τη φορολογία".

3. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 60 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται, ως εξής:

"Τα κέρδη που προκύπτουν από : α) κάθε λαχειοφόρο ομολογία ή κάθε γραμμάτιο λαχείου ή λαχειοφόρου αγοράς και β) κάθε στήλη δελτίου προγνωστικών αγώνων ποδοσφαίρου (ΠΡΟ-ΠΟ), ανεξάρτητα από τον αριθμό των δικαιούχων τους, μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) δραχμών, υποβάλλονται σε φόρο που ορίζεται σε ποσοστό δέκα τα εκατό (10ο/ο)".

4. Το άρθρο 93 του Ν.Δ. 1 18/1973 αντικαθίσταται, ως εξής:

"Άρθρο 93.
Αρμόδιος Οικονομικός Έφορος.

 

Για το φόρο στα κέρδη της παραγράφου 1 του άρθρου 58 αρμόδιος είναι ο Οικονομικός Έφορος Α' Κεφαλαίου Αθηνών, εκτός από το φόρο στα κέρδη από τις λαχειοφόρες ομολογίες και λαχειοφόρες αγορές, για τα οποία αρμόδιος είναι ο οικονομικός Εφορος του τόπου των κληρώσεων".

5. Το άρθρο 94 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται, ως εξής:

"Άρθρο 95
Τρόπος υποβολής δήλωσης.

 

Η δήλωση συντάσσεται σε έντυπα που χορηγείται δωρεάν από την Υπηρεσία. Ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης καθώς και τα απαραίτητα έγγραφα που πρέπει να επισυναφθούν σ' αύτη, ορίζονται λεπτομερώς με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,η οποία δημοσιεύεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως".

6. Το άρθρο 95 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται, ως εξής:

"Άρθρο 95.
Τρόπος υποβολής δήλωσης.

 

Η δήλωση υποβάλλεται στον αρμόδιο Οικονομικό έφορο. Για την κατάθεση της δήλωσης και τη λοιπή γενικά διαδικασία εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 68, 69, 72 ως και 81 και 84".

7. Το άρθρο 8 του Ν.Δ. αντικαθίσταται, ως εξής:

"Άρθρο 98.
Ανάλογη εφαρμογή διατάξεων."

Οι διατάξεις των άρθρων 91 ως και 97 εφαρμόζονται ανάλογα και προκειμένου για κέρδη από προγνωστικά αγώνων ποδοσφαίρου (ΠΡΟ-ΠΟ)".

8. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Α.Ν. 598/1968 "περί ιδρύσεως οργανισμού τελέσεως ιπποδρομιών και άλλων τινών διατάξεων" αντικαθίστανται, ως εξής:

"Άρθρο 5
Οι ακαθάριστες εισπράξεις από κάθε είδους αμοιβαία στοιχήματα, με εξαίρεση το πρόσθετο αμοιβαίο στοίχημα (SWEEPSTAKES) της παραγράφου 3 του άρθρου 4, μοιράζονται ως εξής:

α) το 10ο/ο του ποσοστού 80ο/ο αποδίδεται στο Δημόσιο και εισάγεται στον Προϋπολογισμό του Κράτους ως εσοδό του και το υπόλοιπο αυτού σ' αυτούς που κερδίζουν.
β) Ποσοστό 5% για έπαθλα ιπποδρομιών
γ) Ποσοστό 0,125 % στη Φίλιππο Ενωση
δ) Ποσοστό 0,50ο/ο για το Ταμείο Πρόνοιας και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Ιπποδρομιών (Τ.Α.Π.Ε.Α.Π.Ι.)
ε) Ποσοστό 4ο/ο στο Υπουργείο Γεωργίας, για την ανάπτυξη γενικά της κτηνοτροφίας της χώρας, χωρίς να μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβεί το ποσό των δραχμών 17.000.000 κάθε χρόνο".

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής αρχίζουν να ισχύουν από της 31ης Μαρτίου 1982.

 

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΜΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ


Άρθρο 45
Φορολογία κύκλου εργασιών.


1. Σε όλες τις περιπτώσεις που επιβάλλεται φόρος κύκλου εργασιών, οι συντελεστές που ορίζονται από τις ισχύουσες διατάξεις, με την επιφύλαξη της διάταξης της επόμενης παραγράφου 2, αυξάνονται:

α) από τρία τα εκατό (3%) σε τέσσερα τα εκατό (4ο/ο),
β) από τέσσερα τα εκατό (4%) σε πέντε τα εκατό (5ο/ο),
γ) από έξι τα εκατό (6%) σε οκτώ τα εκατό (8ο/ο),
δ) από επτά τα εκατό (7%) σε οκτώ (8ο/ο),
ε) από οκτώ τα εκατό (8 %) σε δέκα τα εκατό (10%), με εξαίρεση τα φαρμακευτικά προϊόντα του κεφαλαίου 30 του ισχύοντος Δασμολογίου, τις πλάκες και ταινίες για ιατρική ή οδοντιατρική χρήση του κεφαλαίου 37 του ισχύοντος Δασμολογίου, το προπάνιο και το μίγμα προπανίου και  βουτανίου της δασμολογικής κλάσης 27.11.Α.Β και
στ) από δεκατέσσερα τα εκατό (14%) σε δεκαπέντε τα εκατό (15%).

2. Ο συντελεστής του φόρου κύκλου, εργασιών αυξάνεται σε δώδεκα τα εκατό (12ο/ο) για τα είδη που υπάγονται σε φόρο κατανάλωσης ή πολυτελείας, σύμφωνα με τις διατάξεις:

α) της Μ. 1480/1945 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί φόρου επί ειδών πολυτελείας",

β) του Ν.Δ. 2416/1953 "περί ρυθμίσεως δασμολογικών τινών ζητημάτων και τροποποιήσεως του φόρου πολυτελείας επί των εκ των εξωτερικού εισαγομένων ειδών",

γ) του άρθρου 18 του Ν.Δ. 3394/1955 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως δασμολογικών και άλλων τινών διατάξεων",

δ) του Ν.Δ. 3829/1958 "περί φορολογικών μέτρων αποσκοπούντων εις τον περιορισμό της καταναλώσεως ειδών τινών πολυτελείας", και

ε) του Ν.Δ. 141/1969 "περί αυξήσεως του φόρου  πολυτελείας επί οινοπνευματωδών ποτών" όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 59 του Ν. 12/1975 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και  άλλων τινών συναφών διατάξεων", όπως οι διατάξεις αυτές ισχύουν.

3. Επιβάλλεται φόρος κύκλου εργασιών, με συντελεστή 10ο/ο κατά τις διατάξεις του Α.Ν. 660/1937 "περί του φόρου επί του κύκλου εργασιών", στα ακαθάριστα έσοδα:

α) των Γραφείων Γενικού Τουρισμού,
β) των επιχειρήσεων, που ασχολούνται με κάθε είδους μεσιτικές εργασίες,
γ) των λεσχών και κέντρων εκμετάλλευσης αυτόματων μηχανικών παιγνιδιών,
δ) των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης μποουλινγκ,
ε) των σχεδιαστών μόδας,
στ) των γραφείων διεκπεραίωσης εμπιστευτικών γενικά υποθέσεων,
ζ) των επιχειρήσεων δακτυλογράφησης, μετάφρασης και έκδοσης φωτοαντιγράφων.

Ως ακαθάριστα έσοδα λαβαίνεται το σύνολο των ακαθάριστων εσόδων, που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις αυτές, χωρίς καμία έκπτωση.
4. Οι διατάξεις του εδαφίου ιγ' της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του Α.Ν. 660/1937, δεν έχουν εφαρμογή στις επιχειρήσεις της ανωτέρω παραγράφου 3, καθώς και στις λοιπές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, που τα ακαθάριστα έσοδα τους υπάγονται στο φόρο κύκλου εργασιών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
5. Ως ακαθάριστα έσοδα των Τραπεζών για την επιβολή του φόρου κύκλου εργασιών της περίπτωσης β' του άρθρου 1 του Α.Ν. 660/1937, θεωρούνται και τα έξοδα που προέρχονται από συμπληρωματικές πράξεις, οι οποίες δεν συνδέονται με τραπεζικές εργασίες.
6. Η ορθή έννοια της διάταξης του εδαφίου α' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 1080/1971 "περί καταργήσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινών περί φόρου κύκλου εργασιών", είναι ότι ως διαφημιστικές επιχειρήσεις θεωρούνται και οι επιχειρήσεις που διαθέτουν διαφημιστικά μέσα, εφ' όσον με αυτά αναλαβαίνουν τη διαφήμιση και γενικά την προβολή αγαθών, υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, ανεξάρτητα αν η εκπόνηση των σχετικών διαφημιστικών κειμένων, σχεδίων κτλ. γίνεται από τις επιχειρήσεις αυτές ή από οποιοδήποτε τρίτο.
7. Δεν επιστρέφεται ο φόρος κύκλου εργασιών, που αναλογεί στην αξία του τυχόν ακάλυπτου ποσού των πρώτων υλών, που υπήρχε την 31.12.1980 και στα προηγούμενα έτη, ως και αυτού, που δημιουργείται εφεξής από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Α.Ν. 660/1937, όπως ισχύουν.

 

 

 

 

 

Άρθρο 46
Φορολογία καπνοβιομηχανικών προϊόντων.

 

Καταργήθηκε με την περ.δ' της παρ.1 του άρθρου 57 του Ν.1642/1986 περί ΦΠΑ (Α 125).

 

 





Άρθρο 47
Φορολογία χαρτοσήμου.


1. Τα αναλογικά τέλη χαρτοσήμου, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15γ και της παραγράφου 1 του άρθρου 15δ του Προεδρικού Διατάγματος της 28 Ιουλίου 1931 "περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου", όπως ισχύει, ως και της παραγρ. 25 του άρθρου 7 του Ν. 1160/1981 "περί αυξήσεως των αποδοχών των Δημοσίων Υπαλλήλων, Πολιτικών και Στρατιωτικών, των υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ρυθμίσεως συναφών θεμάτων, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων", ορίζονται σε τρία τα εκατό (3%).
2. Από τη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται τα τέλη που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15γ και της παραγράφου 1 του άρθρου 15δ του παραπάνω Προεδρικού Διατάγματος για τα τιμολόγια ή άλλα έγγραφα, που εκδίδονται στην περίπτωση πώλησης από παραγωγούς γεωργικών κλπ. προϊόντων, που υπόκεινται στην εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α. κλπ. του άρθρου 10 του Ν. 4169/1961 "περί Γεωργικών Κοινωνικών Ασφαλίσεων", όπως ισχύει, ανεξάρτητα από το αν τα έγγραφα αυτά εκδίδει ο αγοραστής ή ο πωλητής των προϊόντων παραγωγός ή ο τρίτος, που πουλάει τα προϊόντα αυτά για λογαριασμό του παραγωγού.
3. Τα αναλογικά τέλη χαρτοσήμου, που προβλέπονται από μεν τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 158 και των παραγράφων 1,2,6 πρώτο εδάφιο,, και 10 του άρθρου 15ε του παραπάνω Προεδρικού Διατάγματος, ορίζονται σε τρία τα εκατό (3ο/ο), από δε τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του ίδιου άρθρου σε δύο τα εκατό (2ο/ο).
4. Στο άρθρο 15 του παραπάνω Προεδρικού Διατάγματος προσθέτεται παράγραφος 24, που έχει ως εξής:

"24. Σε τέλη χαρτοσήμου ένα τα εκατό (1ο/ο) υπόκεινται οι εξοφλητικές αποδείξεις λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, φωταερίου, τηλεγραφημάτων, αστικών και υπεραστικών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, ραδιοφώνων και συσκευών τηλεόρασης για οποιοδήποτε σκοπό ή χρήση, ως και οι αποδείξεις εξόφλησης λογαριασμών πελατών ξενοδοχείων και χώρων οργανωμένης κατασκήνωσης (Camping) και σε μισό τα εκατό (0,5ο/ο) οι αποδείξεις πληρωμής συνδρομών σε εφημερίδες, περιοδικά και κάθε άλλου είδους έντυπα.

Δεν υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου:

α) οι αποδείξεις εξόφλησης των αμέσως καταβαλλόμενων τελών τηλεγραφημάτων και τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και
β) οι αποδείξεις συνδρομών περιοδικών, εφημερίδων και εν γένει εντύπων, των οποίων η ετήσια συνδρομή δεν υπερβαίνει τις οκτακόσιες (800) δραχμές.

Τα τέλη χαρτοσήμου που ορίζονται στην παράγραφο αυτή καταβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παράγρ. 1 του Προεδρικού Διατάγματος 99/1977 "περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίο κείμενο των διατάξεων περί τηρήσεως βιβλίων και στοιχείων".

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1 Απριλίου 1982, πλην της περίπτωσης των αποδείξεων εξόφλησης λογαριασμών πελατών ξενοδοχείων και χώρων οργανωμένης κατασκήνωσης (Camping), που η ισχύς αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1983. Οι διατάξεις των εδαφίων στ' και ζ' της παραγράφου 1 και γ' και δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του Προεδρικού Διατάγματος της 28 Ιουλίου 1931 καταργούνται.
5. Οι συντελεστές της μέσης φορολογικής επιβάρυνσης από τέλη
χαρτοσήμου, που ορίζονται με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 226/1969 "περί διασφαλίσεως ίσων όρων ανταγωνισμού δια τα ελληνικά προϊόντα", όπως  ίσχυαν πριν από την αύξησή τους κατά ποσοστό είκοσι τα εκατό (20ο/ο) με το άρθρο 26 του Ν. 12/1975 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως  φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων" και τις κοινές  υπουργικές αποφάσεις, που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων  της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παραπάνω Νομοθετικού διατάγματος, αυξάνονται ως εξής:

α) Οι μέχρι ποσοστού 3ο/ο κατά μία μονάδα,

β) οι άνω του ποσοστού 3ο/ο και μέχρι ποσοστού 4ο/ο κατά μία και μισή μονάδα και

γ) οι άνω του  ποσοστού 4ο/ο κατά δύο μονάδες.

6. Οι συντελεστές που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 226/1969 ορίζονται σε 3,6 μονάδες.

7. Από τις προβλεπόμενες, από τις διατάξεις των παραγράφων 1,5 και 6 του άρθρου αυτού αυξήσεις, εξαιρούνται:

α) τα φαρμακευτικά προϊόντα του Κεφαλαίου 30 του ισχύοντος Δασμολογίου και οι δραστικές πρώτες ύλες φαρμακοβιομηχανίας, που εισάγονται μετά από σχετική έγκριση του ΚΕΕΦ για την κατασκευή φαρμάκων,
β) οι πλάκες και οι ταινίες για ιατρική ή οδοντιατρική χρήση του Κεφαλαίου 37 του ισχύοντος Δασμολογίου και
γ) το προπάνιο καθώς και το μίγμα προπανίου και βουτανίου της δασμολογικής κλάσης 27.11 Α,Β.

8. Ειδικές διατάξεις, με τις οποίες προβλέπεται απαλλαγή από τα τέλη χαρτοσήμου, για τα έγγραφα και πράξεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 ως 5 του παρόντος άρθρου, δε θίγονται.
9. Οι αποδείξεις πληρωμής δικαιωμάτων εγγραφής ή συνδρομών των μελών εργατοϋπαλληλικών σωματείων και ενώσεων αυτών δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου.
Τέλη χαρτοσήμου που οφείλονται για τις πιο πάνω αποδείξεις δεν αναζητούνται, όσα δε έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται.

 

 

 

 

 

Άρθρο 48
Φόροι κατανάλωσης σε είδη πολυτελείας, άλλοι φόροι κατανάλωσης, εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α.


1. Ο προβλεπόμενος από το άρθρο 1 του Ν.Δ/τος 3829/1958, όπως ισχύει σήμερα, φόρος κατανάλωσης αυξάνεται από 25ο/ο σε 30ο/ο, για τα παρακάτω είδη:

α. Συσκευές της δασμολογικής κλάσης 92.11 ΑΙ - ΙΙΙ, έστω και συνδυασμένες με συσκευές λήψης της δασμολογικής κλάσης 85.15 ΑΙΙΙ.
β. Μεγάφωνα και ηλεκτρικοί ενισχυτές της δασμολογικής κλάσης 85.14.
γ. Ραδιοενισχυτές της δασμολογικής κλάσης 85.15.
δ. Συσκευές τεχνητού κλίματος της δασμολογικής κλάσης 84.12 ΒΙΙ.

2. Στον πίνακα των ειδών της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.Δ/τος 3829/ 1958 που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, προσθέτονται:

α) οι έγχρωμες συσκευές τηλεόρασης της δασμ. κλάσης 85.15ΑΙΙΙ μη συνδυασμένες με συσκευές της δασμ. κλάσης 92.11 ΑΙ-ΙΙΙ με ποσοστό φόρου 10ο/ο και
β) οι συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής των εικόνων και του ήχου στην τηλεόραση κατασκευασμένες να λειτουργούν σε συνδυασμό με δέκτη τηλεόρασης (Βίντεο), της δασμ. κλάσης 92.11 Β, με ποσοστό φόρου 25 %, εξαιρουμένων των προοριζομένων για τις ανάγκες των εθνικών σταθμών Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΡΤ - ΥΕΝΕΔ).

Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης β) αρχίζει από την 17.3.82.

3. Στον προβλεπόμενο από την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 2416/1953 "περί ρυθμίσεως δασμολογικών τινων ζητημάτων και τροποποιήσεως του φόρου πολυτελείας επί των εκ του εξωτερικού εισαγομένων ειδών", φόρο πολυτελείας για τα "αθύρματα εν γένει", υποβάλλονται και τα μέρη, τεμάχια και εξαρτήματα αυτών, που υπάγονται στην ίδια δασμολογική κλάση με συντελεστή φόρου 10%.
4. Στην έννοια του όρου "δέρμα", όπου αυτός αναφέρεται στον πίνακα της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 2416/1953, περιλαμβάνονται το "φυσικό, τεχνητό ή ανασχηματισμένο δέρμα".
5. Οι περιπτώσεις αα, ββ και γγ εδάφιο πρώτο, της παραγράφου 1 Ε' α) του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961 "περί γεωργικών κοινωνικών ασφαλίσεων" αντικαθίστανται ως εξής:

"αα) Στον καφέ (άφρυχτο ή φρυγμένο) της δασμολογικής διάκρισης 09.01Α και στα υποκατάστατα που περιέχουν καφέ σε οποιαδήποτε αναλογία της δασμολογικής διάκρισης 09.01Γ, δραχμές είκοσι (20) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.

ββ) Στα εκχυλίσματα, στα συμπυκνωμένα αποστάγματα του καφέ και στα υποκατάστατα αυτού που περιέχουν καφέ σε οποιαδήποτε αναλογία, της δασμολογικής διάκρισης 21.02Α, δραχμές εκατό (100) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
γγ) Στο κακάο σε βαλάνους και στα θραύσματα βαλάνων, ακατέργαστα ή φρυγμένα, της δασμολογικής κλάσης 18.01, δραχμές είκοσι (20) ανά  χιλιόγραμμο καθαρού βάρους".

6. Στην προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 Ζ' α) του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961 "περί γεωργικών κοινωνικών ασφαλίσεων" εισφορά υπέρ ο.Γ.Α. υποβάλλονται και τα παρακάτω είδη:

  • "Υφάσματα πλεκτά, όχι ελαστικά, ούτε συνδυασμένα με καουτσούκ, από μέταξα ή γνάφαλα μέταξας, αμιγή ή σύμμικτα, της δασμολογικής κλάσης 60.01.

  • Εσωτερικά και εξωτερικά ενδύματα πλεκτά, όχι ελαστικά, ούτε συνδυασμένα με καουτσούκ, από μέταξα ή γνάφαλα μέταξας, αμιγή ή σύμμικτα, των δασμολογικών κλάσεων 60.04 και 60.05.

  • Εξωτερικά ενδύματα από μετάξια ή γνάφαλα μέταξας, αμιγή ή σύμμικτα, των δασμολογικών κλάσεων 61.01 και 61.02.

  • Κλινοσκεπάσματα, οθόναι κλίνης, τραπέζης, παραπετάσματα εν γένει και άλλα είδη επίπλωσης, από μέταξα ή γνάφαλα μέταξας, αμιγή ή σύμμικτα, των δασμολογικών κλάσεων 62.01 και 62.02."

7. Ο φόρος κατανάλωσης, που προβλέπεται για τα είδη που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 57 του Ν. 12/1975 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων", αυξάνεται αντίστοιχα από οκτώ (8) σε δεκαέξι (16) δραχμές και από έξι (6) σε δώδεκα (12) δραχμές κατά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
8. Σε φόρο κατανάλωσης, δραχμών δεκαέξι (16) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους, υποβάλλονται και τα παρασκευάσματα και λοιπά είδη της  δασμολογικής κλάσης 38.14, εφ' όσον τελωνίζονται για ανάλωση και προορίζονται να βελτιώσουν τα λιπαντικά της δασμολογικής διάκρισης 27.10 ΓΙΙΙ. - Με το άρθρο 15 του Ν. 2093/1992 (ΦΕΚ Α 181) καταργήθηκαν οι φόροι που προβλέπονται στο άρθρο 48 παρ. 8 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α 43).

 

 

 

 

 

Άρθρο 49
Φορολογία κατανάλωσης βύνης.

 

1.

α) Ο φόρος κατανάλωσης, που επιβάλλεται στη βύνη σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2963/1922, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το Ν.Δ. της 29 Δεκεμβρίου 1923 και με άλλες νεώτερες διατάξεις, αυξάνεται σε δραχμές εξήντα έξι και πενήντα λεπτά (66,50) κατά χιλιόγραμμο βύνης.
β) Η κατά το άρθρο 11 παραγρ. 1 εδάφ. ΣΤ του Ν. 4169/1961 "περί Γεωργικών Κοινωνικών Ασφαλίσεων" εισφορά στο ζύθο ορίζεται σε δραχμές  δέκα και πενήντα λεπτά (10,50) κατά χιλ/μο βύνης εγχώριας και αλλοδαπής  προέλευσης.

2. Η βύνη, που αναλογεί στο ζύθο που καταμετρήθηκε στα πρατήρια των ζυθοποιείων, υπολογίζεται με βάση την αναλογία της βύνης σε ζύθο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της χημικής ανάλυσης των αντιστοίχων δειγμάτων ζύθου, που έχουν ληφθεί στα ζυθοποιεία την ημέρα καταμέτρησης.
3.

α) Κατά την εισαγωγή του ζύθου επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης βύνης και εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α., που ισχύει στη βύνη που αναλογεί στον εισαγόμενο ζύθο.
β) Κατά τη διάθεση στην εσωτερική αγορά ο ζύθος αλλοδαπής προέλευσης επισημαίνεται όπως και ο ελληνικός ζύθος. Για τα στοιχεία, που θα λείπουν από την επισήμανση της συσκευασίας του ζύθου και για την αναγραφή της επωνυμίας του εισαγωγέα ή εμπορικού αντιπροσώπου με τη διεύθυνσή των, μπορεί να επικολλάται πρόσθετο επίσημα.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

α) Ρυθμίζονται θέματα που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των παραγρ. 1 και 2 του άρθρου αυτού.
β) Καθορίζεται η διαδικασία προσδιορισμού της βύνης, που αναλογεί στο ζύθο που εισάγεται.

 

 

 

 

Άρθρο 50
Φορολογία κατανάλωσης οινοπνεύματος.


1. Ο φόρος κατανάλωσης οινοπνεύματος, που επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Κώδικα των Νόμων "περί Φορολογίας Οινοπνεύματος", όπως οι διατάξεις αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο 1 του Νομοθετικού Διατάγματος 4358/1964, ορίζεται ως εξής:

α. Για κάθε χιλιόγραμμο άνυδρου εγχώριου οιν/ματος δραχμές (60) εξήντα.
β. Για κάθε χιλ/μο άνυδρο εγχώριου αποστάγματος οίνου δραχμές (30) τριάντα.
γ. Για κάθε χιλ/μο άνυδρου εγχώριου οινοπνεύματος, που προορίζεται για την παρασκευή οίνων ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης, δραχμές (30) τριάντα.
δ. Για το οινόπνευμα, που σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα των Νόμων "περί Φορολογίας του Οινοπνεύματος", μετουσιώνεται κατά τρόπο ώστε να μη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πόση, μυρεψία ή φαρμακευτική χρήση και καταναλώνεται μέσα στο Κράτος, για κάθε χιλιόγραμμο άνυδρο οινοπνεύματος δραχμές (6) έξι.

2. Για το οινόπνευμα ή οινοπνευματικά προϊόντα που εισάγονται από το εξωτερικό, ο κατά την παράγραφο 1 φόρος ορίζεται:

α) Για οινόπνευμα κάθε δύναμης φόρος κατανάλωσης δραχμές (60) εξήντα κατά χιλ/μο άνυδρου οιν/ματος.
β) Για οινοπνευματώδη ποτά ή χημικά προϊόντα ή φαρμακευτικά ή βιομηχανικά φόρος κατανάλωσης δραχμές (60) εξήντα για κάθε χιλιόγραμμο άνυδρου οινοπνεύματος που περιέχουν.
γ) Οι οίνοι που εισάγονται από το εξωτερικό και έχουν οινοπνευματικό βαθμό πάνω από 12 καταβάλλουν, για το οινόπνευμα που περιέχουν πάνω από τον οινοπνευματικό βαθμό 12, φόρο κατανάλωσης δραχμές (60) εξήντα για κάθε χιλ/μο άνυδρου οινοπνεύματος.

 




Άρθρο 51


Κατηργήθη δια του άρθρου 15 περ. Α9. του Ν. 1477/1984, ΦΕΚ Α 144, από 2/7/1984.





Άρθρο 52
Απαλλαγές στη φορολογία δημόσιων θεαμάτων.


1. Από 1 Μαΐου 1982 καταργείται ο φόρος δημόσιων θεαμάτων και η εισφορά υπέρ του Εθνικού Οργανισμού Πρόνοιας που επιβάλλεται στα εισιτήρια του Θεάτρου Πρόζας, του Μουσικού Θεάτρου, του Μελοδράματος, του Θεάτρου Σκιών, του Κουκλοθέατρου και κάθε είδους παιδικού Θεάτρου.
2. Η περίπτωση Γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 3279/ 1955 "περί διαρρυθμίσεως της φορολογίας δημοσίων θεαμάτων" όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"Γ'. Για τους κινηματογράφους που λειτουργούν:

α) στις περιφέρειες της πρώην Διοίκησης Πρωτεύουσας και Θεσσαλονίκης:

αα) Για τις πρώτες τριάντα χιλιάδες (30.000) εισιτήρια το χρόνο, σε ποσοστό είκοσι ένα τα εκατό (21 %) για τιμή εισιτηρίου μέχρι είκοσι πέντε (25) δραχμές και είκοσι πέντε τα εκατό (25%) για το επιπλέον ποσό.
αβ) Για τα εισιτήρια από τριάντα χιλιάδες ένα (30.001) και πάνω σε είκοσι τέσσερα τα εκατό (24%) για τιμή εισιτηρίου μέχρι είκοσι πέντε (25) δραχμές και είκοσι εφτά τα εκατό (27%) για το επιπλέον ποσό.

β) Στις περιφέρειες της λοιπής χώρας:

βα) Για τις πρώτες τριάντα χιλιάδες (30.000) εισιτήρια το χρόνο, σε ποσοστό δέκα εφτά τα εκατό (17%) για τιμή εισιτηρίου μέχρι είκοσι πέντε (25) δραχμές και είκοσι τα εκατό (20%) για το επιπλέον ποσό.
ββ) Για τα εισιτήρια από τριάντα χιλιάδες ένα (30.001) και πάνω σε είκοσι τα εκατό (20%) για τιμή εισιτήριου μέχρι είκοσι πέντε (25) δραχμές και είκοσι δύο τα εκατό (22%) για το επιπλέον ποσό.

Ο φόρος δημόσιων θεαμάτων υπολογίζεται στην τιμή του εισιτήριου που απομένει μετά την αφαίρεση του αφορολόγητου ορίου και όλων των φόρων, εισφορών, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ τρίτων που εισπράττονται μαζί με το φόρο και με βάση τους ονομαστικούς συντελεστές που ισχύουν.
Η διαφορά του φόρου που προκύπτει από την εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών των περιπτώσεων (αα) και (βα) αποτελεί αποκλειστικό δικαίωμα των εκμεταλλευτών κινηματογραφικών αιθουσών και εμφανίζεται χωριστά σε κάθε εισιτήριο.

(3. Ποσοστό φόρου ίσο με πέντε τα εκατό (5 %) από την τιμή πώλησης κάθε εισιτηρίου των κινηματογράφων, απαλλάσσεται από το φόρο δημοσίων θεαμάτων και από κάθε φόρο, εισφορά, τέλος ή δικαίωμα υπέρ τρίτου.
Το ποσό αυτό δε μπορεί να είναι μικρότερο από δύο και μισή (2,50) και μεγαλύτερο από τέσσερις (4) δραχμές κατά εισιτήριο)
. - καταργήθηκε με την περ. η' του άρθρου 47 του Ν.1473/1984 (Α 127).

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 52α
Ειδικό τέλος πετρελαιοκίνητων επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης.


1. Σε περίπτωση κυκλοφορίας πετρελαιοκίνητου επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης που προέρχεται από αγορά μαζί με την άδεια, δεν οφείλεται το ειδικό τέλος του άρθρου 2 Ν. 1108/1980, εφ' όσον έχει καταβληθεί από τον πωλητή ή άλλον προκάτοχο. Επίσης δεν οφείλεται το ίδιο ειδικό τέλος σε περίπτωση που μπαίνει σε κυκλοφορία πετρελαιοκίνητο επιβατικό αυτοκίνητο δημόσιας χρήσης σε αντικατάσταση άλλου, επίσης πετρελαιοκίνητου, εφ' όσον το τέλος αυτό έχει καταβληθεί από τον ίδιο ιδιοκτήτη και για το ίδιο αυτοκίνητο που αντικαθιστά ή από τον πωλητή ή άλλον προκάτοχο, αν προέρχεται από αγορά μαζί με την άδεια κυκλοφορίας.
2. Σε περίπτωση που το ειδικό τέλος έχει καταβληθεί χωρίς να οφείλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος, επιστρέφεται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου.

 

 

 

 

 

Άρθρο 53
Κατάργηση απαλλαγών.


Καταργούνται οι απαλλαγές από δασμούς, φόρους, τέλη και εισφορές για το Δημόσιο ή Τρίτους, που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις για τα καύσιμα και λιπαντικά, που προμηθεύονται τα ιδιωτικής χρήσης, με ξένη σημαία, πλοία θαλάσσιας αναψυχής και περιήγησης.

 





ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ
ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ


Άρθρο 54
Υπολογισμός διορθωτικού ποσού πολυθεσιτών.


Σε περίπτωση που ο υπάλληλος κατέχει περισσότερες από μία θέσεις, ως αποδοχές για τον υπολογισμό του διορθωτικού ποσού της άριθ. 9019/295/ 25.1. 1982 απόφασης του Υπουργού των Οικονομικών (ΦΕΚ 36/Β/28.1.1982) παίρνεται υπόψη το σύνολο των αποδοχών της παραγρ. 3 του κεφ. 1 της απόφασης αυτής, που συγκεντρώνει ο υπάλληλος από όλες τις θέσεις, τις οποίες (αποδοχές και θέσεις) έχει υποχρέωση να δηλώνει, με υπεύθυνη δήλωση, στον εκκαθαριστή των αποδοχών της κύριας θέσης του, από την οποία θα παίρνει και το διορθωτικό ποσό, αν δικαιούται.
Το ίδιο ισχύει και για υπαλλήλους που παίρνουν και σύνταξη, είτε από το Δημόσιο, είτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή.
Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τότε που ίσχυσε η άριθ. 9019/295/25.1.1982 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών.

 

 

 

 

Άρθρο 55
Κύρωση υπουργικών αποφάσεων.

Παραλείπεται κείμενο.

 


 


Άρθρο 56
Παρακράτηση και απόδοση του φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών

 

1. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του Ν.Δ. 3323/1955  αντικαθίσταται και προστίθεται στην παράγραφο αυτή μετά την περίπτωση  δ' νέα παράγραφος ε', που έχουν ως εξής:

"β) Για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο, με βάση συντελεστή ο οποίος ορίζεται σε ένα τα εκατό (1%) για την ημερομίσθια από οκτακόσιες εβδομήντα πέντε (875) και ως χίλιες (1.000) δραχμές, σε δύο τα εκατό (2%) για τα ημερομίσθια από χίλιες μία (1001) και ως χίλιες εκατόν είκοσι πέντε (1.125) δραχμές, σε τρία τα εκατό (3%) για τα ημερομίσθια από χίλιες εκατόν είκοσι έξι (1.126) και ως χίλιες διακόσιες πενήντα (1.250) δραχμές, σε τέσσερα τα εκατό (4%) για τα ημερομίσθια από χίλιες διακόσιες πενήντα μία (1.251) και ως χίλιες τριακόσιες εβδομήντα πέντε (1.375) δραχμές, σε έξι τα εκατό (6%) για τα ημερομίσθια από χίλιες τριακόσιες εβδομήντα έξι (1.376) και ως χίλιες εξακόσιες είκοσι πέντε (1.625) δραχμές και σε οκτώ τα εκατό (8%) για τα ημερομίσθια από χίλιες εξακόσιες είκοσι έξι (1.626) δραχμές και πάνω.
Για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο και παρέχουν υπηρεσίες με σχέση μίσθωσης εργασίας διάρκειας πάνω από ένα χρόνο ή με σχέση μίσθωσης εργασίας αορίστου χρόνου, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παρούσης παραγράφου.
ε) Προκειμένου για τις αμοιβές των αξιωματικών του εμπορικού ναυτικού, τις οποίες αυτοί δικαιούνται για τις υπηρεσίες που παρέχουν  σε πλοία, ως και για τις αμοιβές του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του παρόντος.

Σε περίπτωση που οι αμοιβές αυτών των δικαιούχων καταβάλλονται κατά ένα μέρος σε συνάλλαγμα και κατά το υπόλοιπο σε δραχμές, η αφαίρεση είτε των σαράντα (40) λιρών Αγγλίας ή του ισότιμου αυτών, αν η καταβολή των αμοιβών γίνεται σε διαφορετικό ξένο νόμισμα, είτε των χιλίων πεντακοσίων (1.500) δραχμών για κάθε μήνα εργασίας, γίνεται κατ' επιλογή του δικαιούχου από το συνολικό ποσό των μηνιαίων αποδοχών αυτού".

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 43 του Ν.Δ. 3323/1955, αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται λεπτομερέστερα όσα αφορούν τον τρόπο παρακράτησης του φόρου εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και ιδιαίτερα τον τρόπο αναγωγής των αμοιβών σε ετήσιο εισόδημα, τον υπολογισμό του φόρου σε περίπτωση που ο μισθωτός ή ο συνταξιούχος εισπράττει μισθούς, ημερομίσθια, πρόσθετες αμοιβές ή αποζημιώσεις ή συντάξεις ή μερίσματα και λοιπά βοηθήματα από περισσότερους από ένα εργοδότες ή φορείς, και γενικά ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου".

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 44 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Κατ' εξαίρεση, οι υπόχρεοι που παρακρατούν φόρο κατά την καταβολή αμοιβών σε αξιωματικούς του εμπορικού Ναυτικού, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες σε πλοία, θα αποδίνουν τα ποσά που παρακράτησαν με εξαμηνιαίες δηλώσεις, τις οποίες θα υποβάλλουν στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου, για τα ποσά φόρου που παρακράτησαν κατά τη διάρκεια του πρώτου ημερολογιακού εξαμήνου κάθε χρόνου και μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, για τα ποσά φόρου που παρακράτησαν κατά τη διάρκεια του δεύτερου ημερολογιακού εξαμήνου κάθε χρόνου.
Για την καταβολή του φόρου που πρέπει να παρακρατείται από τις κάθε είδους αμοιβές των αξιωματικών των εμπορικών πλοίων ευθύνονται αλληλέγγυα και αδιαίρετα βάσει του τίτλου που έχει αποκτηθεί έστω για έναν από τους υπόχρεους, ο οποίος ισχύει και ως προς τους άλλους υπόχρεους για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την είσπραξη του φόρου:

α) όλοι οι κατά καιρούς πλοιοκτήτες, για το φόρο που οφείλεται πριν από τη χρονολογία μεταβίβασης από αυτούς της κυριότητας του πλοίου, ως και οι διάδοχοι τους,
β) οι εφοπλιστές, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο είχαν την εκμετάλλευση του πλοίου,
γ) σε περίπτωση συμπλοιοκτησίας, κάθε συμπλοιοκτήτης ανάλογα με το ποσό της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητάς του επί του πλοίου και οι διαχειριστές, για το χρονικό διάστημα που είχαν τη διαχείριση του πλοίου, για ολόκληρο το ποσό του φόρου,
δ) οι διευθυντές, διαχειριστές και γενικά οι εκπρόσωποι των κάθε είδους εταιριών ή επιχειρήσεων οι οποίες εκμεταλλεύονται πλοία, ο καθένας χωριστά για ολόκληρο το ποσό του φόρου.

Για τον οικονομικό Έφορο ως εκπρόσωποι των πλοιοκτητών θεωρούνται και οι πράκτορες ή πληρεξούσιοί τους στην Ελλάδα, οι οποίοι έχουν ευθύνη για τις υποχρεώσεις που αφορούν το φόρο μισθωτών υπηρεσιών τις οποίες έχουν τα πρόσωπα τα οποία εκπροσωπούν, μόνον εφ' όσον έχουν αναλάβει την προσωπική ευθύνη για τις υποχρεώσεις αυτές και τούτο αποδεικνύεται από σχετικό έγγραφο.
Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του Ν. 27/1975, εφαρμόζονται ανάλογα και για την καταβολή του φόρου αυτής της παραγράφου".

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 αυτού του άρθρου εφαρμόζονται για την απόδοση του φόρου που παρακρατείται από 9 Ιανουαρίου 1982 και  εφεξής, κατά την καταβολή αμοιβών σε αξιωματικούς του εμπορικού ναυτικού που υπηρετούν σε πλοία.

 

 

 

 


Άρθρο 57
Παραγραφή.


1. Το άρθρο 68 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 68
Παραγραφή.

 

1. Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του παρόντος δεν μπορεί να γίνει μετά από πάροδο  δεκαετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Μετά από την πάροδο της δεκαετίας παραγράφεται το δικαίωμα του δημοσίου για την επιβολή του φόρου.
2. Εξαιρετικά, μπορεί να κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου και μετά την πάροδο δεκαετίας αν η, σύμφωνα με το άρθρο 16α του παρόντος, εγγραφή  στο όνομα της ομόρρυθμης, ετερόρρυθμης, περιορισμένης ευθύνης εταιρείας, ως και της κοινοπραξίας τεχνικών έργων έγινε οριστική μετά την πάροδο αυτής, όχι όμως και πέρα από έξι μήνες από την κοινοποίηση στον Οικονομικό Έφορο της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου ή της οριστικοποίησης της εγγραφής με διοικητική επίλυση της διαφοράς.
3. Το δικαίωμα του δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής έγγραφης και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεως και προστίμων για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαπενταετίας, εφ' όσον η μη ενάσκηση  αυτού, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται:

α) στην από πρόθεση πράξη ή παράλειψη του φορολογουμένου με τη σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου,
β) σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 51 του παρόντος.

4. Σε περίπτωση που δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή δήλωση απόδοσης παρακρατούμενων φόρων ή δήλωση αποτελεσμάτων από ομόρρυθμες, ετερόρρυθμες, περιορισμένης ευθύνης εταιρίες και κοινοπραξίες τεχνικών έργων, το δικαίωμα του δημοσίου για να κοινοποιήσει το φύλλο ελέγχου ή την πράξη προσδιορισμού αποτελεσμάτων παραγράφεται μετά την πάροδο προθεσμίας δεκαπέντε (15) ετών από τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της δήλωσης. Σε περίπτωση υποβολής των πιο πάνω δηλώσεων κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημερομηνία λήξης του χρόνου παραγραφής, το δικαίωμα του δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλου ελέγχου παραγράφεται μετά την πάροδο τριετίας από την λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης."

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 του Ν. 1041/1980 "περί.... τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου στη φορολογία κύκλου εργασιών δεν μπορεί να γίνει μετά από πάροδο δεκαετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης, μετά από την πάροδο της οποίας παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή του φόρου αυτού. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι ισχύουσες σχετικές διατάξεις στη φορολογία εισοδήματος".

3. Η διάταξη της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:

"α) προκειμένου για ανακριβή δήλωση, μετά από την πάροδο δεκαετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο υποβλήθηκε η δήλωση".

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στις φορολογικές υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παραγραφής μέχρι τη δημοσίευση αυτού του νόμου.

 

 

 

 

 

Άρθρο 58
Ειδικοί φόροι κατανάλωσης.


1. Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3829/1958 (ΦΕΚ - Α 126) που επιβάλλεται στους δρόμωνες ίππους υπόκεινται και τα μισθώματα που προέρχονται από την εκμίσθωσή τους, με συντελεστή είκοσι τα εκατό (20%).
Υπόχρεος, σε κάθε περίπτωση, για την απόδοση του φόρου στο Δημόσιο είναι ο εκμισθωτής των ίππων.
2. Στο άρθρο 5 του Ν. 1223/1981 "Κύρωση του Τελωνειακού Δασμολογίου και ρύθμιση ορισμένων άλλων δασμολογικών θεμάτων" προστίθεται παράγραφος 8 που έχει ως εξής:

"8. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων δεν έχουν εφαρμογή για τα φορτηγά αυτοκίνητα τα οποία συναρμολογήθηκαν ή θα συναρμολογηθούν από μέρη και εξαρτήματα που είχαν εισαχθεί από τις εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1981 ".

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 59
Επέκταση διατάξεων προσδιορισμού του εισοδήματος από γεωργικές επιχειρήσεις και σε εκκρεμείς υποθέσεις.


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του Ν. 1041/1980 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και στις υποθέσεις που είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού στις Φορολογικές Αρχές, τα Δικαστήρια οποιουδήποτε βαθμού και στο Συμβούλιο της Επικρατείας".

2. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από την έναρξη ισχύος της παραγράφου που αντικαταστάθηκε.

 

 

 

 

 

Άρθρο 60
Υποβολή δηλώσεων - συντελεστής προσδιορισμού αξίας αυτοκινήτων και μοτοσικλετών.


1. Εξαιρετικά για το οικονομικό έτος 1982, οι δηλώσεις φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, προσωπικών και περιορισμένης ευθύνης  εταιρειών, ως και κοινοπραξιών τεχνικών έργων, οι οποίες υποβλήθηκαν μετά τη λήξη των προθεσμιών που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 των άρθρων 12 και 16α του Ν.Δ. 3323/1955, μέχρι και τις 6 Μαρτίου 1982 θεωρούνται ότι υποβλήθηκαν εμπρόθεσμα.
Επίσης, θεωρούνται εμπρόθεσμες οι οριστικές δηλώσεις απόδοσης του φόρου μισθωτών υπηρεσιών οικονομικού έτους 1982, οι οποίες προβλέπονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 44 του Ν.Δ. 3323/1955, που υποβλήθηκαν μέχρι και τις 19 Μαρτίου 1982.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του Ν. 4045/1960 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων φορολογικών νόμων και μέτρων αφορωντων τας χερσαίας μεταφοράς" αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών οι οποίες δημοσιεύονται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης έναρξης άσκησης επαγγέλματος, ως και της σχετικής βεβαίωσης του Οικονομικού Εφόρου, οι υπόχρεοι για την υποβολή της δήλωσης και γενικά ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της πρώτης παραγράφου του άρθρου αυτού".

3. Προκειμένης εφαρμογής των διατάξεων της φορολογίας εισοδήματος κατά την μεταβίβαση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης ή μοτοσικλετών, η αξία του οχήματος, ως εμπορεύματος, υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 1146/1972. Στην περίπτωση αυτή ο συντελεστής ορίζεται σε είκοσι τέσσερα χιλιοστά της μονάδας (0,024), για τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης και σε τριάντα χιλιοστά της μονάδας (0,030) για τις μοτοσικλέτες.

 






Άρθρο 61
Λήξη αναστολής δασμών και φόρων τυριών και κρεάτων.


1. Η προβλεπόμενη από τη παράγραφο 4. Γ' του άρθρου 64 αναστολή των λοιπών φόρων και τελών εισαγωγής για τα τυριά της δασμολογικής κλάσης 04.04 ισχύει μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 1982.
2. Η οριζόμενη από την Παράγραφο 4Ζ' του άρθρου 64 απαλλαγή από φόρους και τέλη εισαγωγής για τα κατεψυγμένα κρέατα αιγοπροβατοειδων, χωρίς οστά, καταργείται μετά δίμηνο από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Ως ατελείς εισαγωγές, κατά την έννοια της περίπτωσης ΙΙΙ α της παραγράφου 4.ΙΓ' του άρθρου 64 για τη μη υπαγωγή τους στην εισφορά, νοούνται οι απαλλασσόμενες των δασμών και όλων των λοιπών φορολογικών επιβαρύνσεων εισαγωγές.

 

 

 

 

 

Άρθρο 62
Ρύθμιση σχετική με τα ταχυδρομικά δέματα.


Οι ρυθμίσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων του Κεφαλαίου Γ' του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται για τα ταχυδρομικά δέματα που έχουν τελωνισθεί και προωθηθεί μέχρι και τις 9 Μαρτίου 1982 στις Ταχυδρομικές Υπηρεσίες για παράδοση στους παραλήπτες.

 

 

 

 

 

Άρθρο 63
Καθιέρωση παραβόλου.


1. Δεν παρέχεται διευκόλυνση στην καταβολή των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο από τα εξουσιοδοτημένα από το νόμο όργανα αν δεν έχει επισυναφθεί στην αίτηση του ενδιαφερομένου το ακόλουθο παράβολο υπέρ του Δημοσίου:

α. Δραχμών πέντε χιλιάδων (5.000) όταν το ύψος του χρέους ανέρχεται από ένα εκατομμύριο μία δραχμές (1.000.001) μέχρι πέντε εκατομμύρια δραχμές (5.000.000).
β. Δραχμών δέκα χιλιάδων (10.000) όταν το ύψος του χρέους ανέρχεται από πέντε εκατομμύρια μία δραχμές (5.000.001) μέχρι δέκα εκατομμύρια δραχμές (10.000.000).
γ. Δραχμών δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) όταν το ύψος του χρέους ανέρχεται από δέκα εκατομμύρια μία δραχμές (10.000.001) μέχρι πενήντα εκατομμύρια δραχμές (50.000.000).
δ. Δραχμών είκοσι χιλιάδων (20.000) όταν το ύψος του χρέους ανέρχεται από πενήντα εκατομμύρια μία δραχμές (50.000.001) μέχρι εκατό εκατομμύρια δραχμές (100.000.000).
ε. Δραχμών πενήντα χιλιάδων (50.000) όταν το ύψος του χρέους είναι μεγαλύτερο των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών.

Χρέος στο οποίο υπολογίζεται το παράβολο, σύμφωνα με τα ανωτέρω, θεωρείται η αρχικά βεβαιωμένη οφειλή, όπως έχει διαμορφωθεί ύστερα από τυχόν νόμιμη μείωση ή μερική καταβολή.
Από την υποχρέωση της κατάθεσης του ανωτέρω παραβόλου εξαιρούνται μόνο τα αιτήματα που αφορούν :

αα. τη διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, που ζητείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως ισχύει κάθε φορά.
ββ. την άρση του μέτρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, όταν προβάλλεται ως αιτιολογία η ανάγκη της άμεσης και χωρίς αναβολή αναχώρησης στο εξωτερικό για λόγους υγείας και εφόσον υποβάλλονται σχετικά δικαιολογητικά."

2. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση του αρμόδιου οργάνου με την οποία καθορίζεται καταβολή ληξιπρόθεσμου χρέους για ορισμένο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης καταθέσει μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα νέα αίτηση, χωρίς να έχει καταβάλει τουλάχιστον το 1/2 του χρέους που έπρεπε να καταβληθεί σύμφωνα με την εκδοθείσα απόφαση, η νέα αυτή αίτηση απορρίπτεται.

Κατ' εξαίρεση ο παραπάνω περιορισμός δεν ισχύει για εξέταση αιτήσεων επιχειρήσεων που ανήκουν στο δημόσιο τομέα εν όλω ή κατά την πλειοψηφία του κεφαλαίου τους.

Στην περίπτωση αυτήν η επιτροπή του άρθρου 17 του ν. 5940/1933, εφ' όσον υφίσταται αδυναμία των παραπάνω επιχειρήσεων για οποιαδήποτε καταβολή, μπορεί να γνωμοδοτεί για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας των χρεών προς το Δημόσιο χωρίς προηγούμενη καταβολή. Εάν το αποδεικτικό ενημερότητας πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για είσπραξη χρημάτων, αυτό χορηγείται με παρακράτηση μέρους της απαίτησης του δικαιούχου, που δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 10% αυτής.

Στη ρύθμιση αυτήν υπάγονται και οι επιχειρήσεις του άρθρου 44 του ν. 1892/1990, καθώς και του άρθρου 45 του ν. 1947/1991, εφ όσον έχει επιτευχθεί η προβλεπόμενη από αυτό συμφωνία πιστωτών - επιχείρησης και έχει επικυρωθεί από το αρμόδιο εφετείο. Η καταβολή από την επιχείρηση με τον ανωτέρω τρόπο χρεών της προς το Δημόσιο δεν αποτελεί καταδολίευση των λοιπών δια της συμφωνίας πιστωτών της.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιτρέπεται η αύξηση των ποσών για τα οποία τα αρμόδια όργανα εκδίδουν σήμερα, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν, αποφάσεις για την βραχυχρόνια αναστολή εισπράξεως ή την τμηματική καταβολή χρεών προς το Δημόσιο ή την αναστολή των αναγκαστικών μέτρων που επισπεύδουν τα Δημόσια Ταμεία ή Τελωνεία.
Με ίδιες αποφάσεις, είναι δυνατή η αύξηση του ορίου των χρεών προς το Δημόσιο από το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν σήμερα, μπορούν τα αρμόδια όργανα να αποφασίζουν τη διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο για τους λόγους που προβλέπονται από τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, όπως ισχύει κάθε φορά.

 

 

 

 

 

Άρθρο 64
Κύρωση υπουργικών αποφάσεων.


1. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:

Κ. 1859/31 /27.2.1981. Κ. 5726/57/30.4.1981 , Σ. 4582/169/8.6.1981 , Ε. 7362/11.6.1981, Ε. 7603/19.6.1981, Κ. 8245/ 103/31.7.1981, Ε. 11 137/743/24.9.1981, Κ. 9564/134/29.9.1981, και Μ. 740/123/25.2.1982 του Υπουργού Οικονομικών, η κοινή απόφαση 4746.97/3025/12.11.1981 των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, καθώς και η 1639/23.7.1981 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, οι οποίες έχουν ως εξής:

  1. ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 1078/80.

  2. ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμιών για την περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας.

  3. ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από το φόρο κύκλου εργασιών των τόκων δανείου που χορηγούνται βάσει της από 28.7.1978 πράξεως νομοθετικού περιεχομένου όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί μεταγενέστερα.

  4. ΘΕΜΑ: Συμψηφισμός ποσού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων που επιστρέφεται από το Δημόσιο με το ποσό που οφείλεται από τον φορολογούμενο, επιστροφή του πιστωτικού υπολοίπου με επιταγές και παράταση της προθεσμίας εισπράξεως του φόρου εισοδήματος με ημερομηνία καταβολής την 10 Μαΐου 1981.

  5. ΘΕΜΑ: Τροποποίηση και συμπλήρωση της άριθ. Ε. 5524 από 4 Μαΐου 1981 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών.

  6. ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας για την περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας.

  7. ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμιών καταβολής χρεών προς το Δημόσιο.

  8. ΘΕΜΑ: "Έγκριση χορηγήσεως εκπτώσεως 10% λόγω εφάπαξ καταβολής."                                                                       

  9. ΘΕΜΑ: "Απαλλαγή προσαυξήσεως εκπροθέσμου καταβολής, και χορήγηση εκπτώσεως λόγω εφάπαξ καταβολής, σε περίπτωση που ο οφειλέτης παίρνει την εκκαθάριση ή τα μηχανογραφικά τριπλότυπα εισπράξεως, μετά την προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσεως που αναγράφεται σ' αυτά."

  10. ΘΕΜΑ: "Συμψηφισμός επιστρεφομένου βάσει δηλώσεως φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων φορολογουμένων βάσει του Ν.Δ. 3843/1958 με τα εκ των δηλώσεων τούτων προκύπτοντα προς βεβαίωση ποσά."

  11. ΘΕΜΑ: "Παράταση της προθεσμίας καταβολής της πέμπτης δόσεως των τελών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσικλετών και των συνειπραττομένων με αυτή ποσών."

  12. ΘΕΜΑ: "Χορήγηση εκπτώσεως 10 % σε φορολογούμενους που πήραν εκπρόθεσμα τα μηχανογραφικά τριπλότυπα εισπράξεως φόρου εισοδήματος οίκον. έτους 1981 ".             

Σημείωση : Παραλείπονται τα κείμενα των υπουργικών αποφάσεων που κυρώθηκαν με αυτό το άρθρο.

 

 

 

 

 

Άρθρο 64α
Μείωση εισοδήματος


1. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955, εφαρμόζεται ανάλογα και για το ποσά των κύριων αποδοχών τις οποίες αποκτούν, αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματός τους, τα μέλη της Ενώσεως Προσωπικού Ημερησίων Επαρχιακών Εφημερίδων.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955 εφαρμόζονται ανάλογα και για το ποσό των κύριων αποδοχών, τις οποίες αποκτούν, αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματός τους, τα μέλη του Σωματείου υπαλλήλων Πρακτορείων Εφημερίδων Θεσσαλονίκης "Ο Ερμης".
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955, εφαρμόζονται ανάλογα και για το ποσό των κύριων αποδοχών, τις οποίες αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματός τους, οι εικονολήπτες επικαίρων τηλεόρασης και κινηματογράφου, οι οποίοι είναι γραμμένοι στην Ενωση εικονοληπτών επικαίρων και Τηλεόρασης και οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπάλληλου και διέπονται από το νόμο για το δημοσιογραφικό επάγγελμα.
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955, εφαρμόζονται ανάλογα και για το ποσό της κύριας σύνταξης που καταβάλλεται στους Τεχνικούς Ημερήσιου και Περιοδικού Τύπου Θεσσαλονίκης, οι οποίοι είναι γραμμένοι στις οικείες Επαγγελματικές Ενώσεις. - οι παρ. 1 και 4 του παρόντος άρθρου καταργούνται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των διατάξεων των παρ.1 και 5 του άρθρου 1.Παρ.7 του άρθρου 1 του Ν.1563/1985

 

 

 

 

 

Άρθρο 65
Εξουσιοδοτική διάταξη.


Με προεδρικά διατάγματα, που θα εκδοθούν μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, θα διατυπωθούν στη δημοτική γλώσσα όλες οι διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας που ισχύει σήμερα, όπως αυτές θα διαμορφωθούν μετά την ισχύ αυτού του νόμου.

 

 

 

 

 

 

Άρθρο 66
Διατάξεις που καταργούνται.


Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος Νόμου καταργούνται:

α) οι διατάξεις των περιπτώσεων ε', στ', η' και θ' της παραγράφου 3 του άρθρου 40 και της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Ν.Δ. 3323/1955,
β) οι διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 5 και των παραγράφων 5, 6, 7, 8, 9 και 10 του άρθρου 6 του Ν. 1160/1981 "περί αυξήσεως... τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων",
γ) οι διατάξεις των Β.Δ/των 404/1960 και 284/1970,
δ) οι διατάξεις του άρθρου 44 του Ν. 820/1978 "περί λήψεως μέτρων δια την περιστολή της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων",
ε) κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αυτός ρυθμίζει.

 



 

Άρθρο 67
Έναρξη ισχύος.


Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει:

α) των διατάξεων των άρθρων 1, 2 παράγραφοι 3 και 4, 3 παράγραφοι 1 ως 6 και παράγραφοι 10, 4 παράγραφοι 1 και 2, 6 παράγραφοι 1 ως και 5, 64α, για τα εισοδήματα που αποκτούν οι δικαιούχοι από 1 Ιανουαρίου 1982 και των άρθρων 19 ως και 36 από 1 Ιανουαρίου 1982.
β) των διατάξεων του άρθρου 49 παράγραφοι 1, 2 και 4 από 8 Μαρτίου 1982,
γ) των διατάξεων των άρθρων 44 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6 και 7, 45 εκτός από τις παραγράφους 1 εδάφιο γ' και 3 εδάφιο α', 47 παράγραφοι, 1, 2, 3, 5, 6, 7 και 8, 48 παράγραφοι 1, 2α, 3, 4, 5, 6, 7 και 8, 49 παράγραφος 3, 50 και 51 από 9 Μαρτίου 1982,
δ) των διατάξεων του άρθρου 46 από 9 Απριλίου 1982,
ε) των διατάξεων του άρθρου 45 παράγραφοι 1 εδάφιο γ' και 3 εδάφιο α', από 1 Ιανουαρίου 1983,
στ) των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 4 από το οικονομικό έτος 1982.
ζ) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.


 

 

 

 

 

Κατηγορία: Νόμοι - Π.Δ.
Εμφανίσεις: 20233