Εκτύπωση

Αθήνα 13/03/1996

ΥΠΟΙΚ. 1032610/656/Α0012

ΠΟΛ. 1080

 

Θέμα: Κοινοποίηση ορισμένων διατάξεων του νομοσχεδίου "Μεταρρυθμίσεις στο αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις". 

 

 Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 1,2, 3 και 4 εκτός των παραγράφων 12 έως 19, 22 έως και 27 του νομοσχεδίου "Μεταρρυθμίσεις στο αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις" οι οποίες αναφέρονται στο αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος των εμπορικών επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών και σε άλλα θέματα φορολογίας εισοδήματος όπως αυτές ψηφίστηκαν πρόσφατα από τη Βουλή. Για κάθε ένα από τα πιο πάνω άρθρα σας παρέχουμε τις ακόλουθες ερμηνευτικές οδηγίες με σκοπό την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

 

¶ρθρο 1

Αντικειμενικά κριτήρια εμπορικών επιχειρήσεων


1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου προστίθεται εδάφιο στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του ν.2238/1994, σύμφωνα με το οποίο όταν η επιχείρηση αλλάζει επαγγελματική εγκατάσταση κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου είτε πρόκειται για την έδρα (κεντρικό) της επιχείρησης, είτε για κάποιο υποκατάστημά της, για τον υπολογισμό της μισθωτικής αξίας λαμβάνεται υπόψη η εγκατάσταση που χρησιμοποιήθηκε ως έδρα ή υποκατάστημα, κατά περίπτωση, κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μέσα στη διαχειριστική αυτή περίοδο. Σχετική σημείωση του γεγονότος αυτού θα πρέπει να γίνει στο έντυπο Ε10, ενώ η μεταβολή αυτή της επαγγελματικής εγκατάστασης φαίνεται και από τη δήλωση μεταβολών της οποίας η υποβολή προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 1642/1986. Τονίζεται ότι σε περίπτωση που η χρονική διάρκεια της επαγγελματικής εγκατάστασης είναι ίση και στις δύο εγκαταστάσεις, θα λαμβάνεται υπόψη η εγκατάσταση με τη μεγαλύτερη μισθωτική αξία. Σημειώνεται περαιτέρω ότι για λόγους ομοιόμορφης και ίσης εφαρμογής των διατάξεων του αντικειμενικού συστήματος φορολογίας εισοδήματος τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση μεταβολής της επαγγελματικής εγκατάστασης ελεύθερου επαγγελματία από αυτούς που υπάγονται στα αντικειμενικά κριτήρια.
2. Με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου αντικαθίστανται τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις μεταβάλλονται, στο ευνοϊκότερο για τους φορολογούμενους, οι συντελεστές απόδοσης τόσο των εμπορικώνεπιχειρήσεων όσο και των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών. Συγκεκριμένα ο συντελεστής απόδοσης μειώθηκε, για μεν τις εμπορικές επιχειρήσεις με μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους από 15% μέχρι και 20% από 1,45 σε 1,40 και για τις επιχειρήσεις με μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους πάνω από 20% από 1,60 σε 1,50 για δε τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών με μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους πάνω από 40% από 1,60 σε 1,50.
Οι συντελεστές αυτοί, οι οποίοι ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουρίου 1995 και μετά είναι οι ακόλουθοι:

Για επιχειρήσεις με μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδουςΣυντελεστής απόδοσης
μέχρι και 5% 1
πάνω από 5% μέχρι και 10%1,15
πάνω από 10% μέχρι και 15%1,30
πάνω από 15% μέχρι και 20%1,40
πάνω από 20%1,50

 

Προκειμένου για επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες, ο συντελεστής απόδοσης προσδιορίζεται ως ακολούθως:

 

Για επιχειρήσεις με μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδουςΣυντελεστής απόδοσης
μέχρι και 20%  1
πάνω από 20% μέχρι και 30%1,20
πάνω από 30% μέχρι και 40%1,40
πάνω από 40%1,50
  

 

Σημειώνεται ότι σε όσες περιπτώσεις έχουν ήδη υποβληθεί δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1.1.1995 και μετά (λύση ομόρρυθμης κλπ. εταιρίας μέσα στη διαχειριστική περίοδο 1995) και προσδιορίστηκε ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος χωρίς την εφαρμογή των νέων μειωμένων συντελεστών απόδοσης, θα πρέπει να υποβληθούν σχετικές ανακλητικές τροποποιητικές δηλώσεις για την τυχόν επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου εισοδήματος, χωρίς βέβαια, την επιβολή για τις συμπληρωματικές αυτές δηλώσεις των κυρώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 87 του ν.2238/1994.
Περαιτέρω, με τις ίδιες διατάξεις ορίζεται ότι για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία πρώτης κατηγορίας (Αγορών) του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων κατά τον προσδιορισμό του συντελεστή απόδοσης θα λαμβάνεται υπόψη ο ίδιος μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ο οποίος εφαρμόζεται επί επιχειρήσεων με ακαθάριστα έσοδα και όχι ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους της δραστηριότητας αυτής που εφαρμόζεται επί των αγορών.
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου1 αντικαθίσταται η περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.

Με τις νέες διατάξεις παρέχεται μείωση της μισθωτικής αξίας επαγγελματικής εγκατάστασης, κατά ποσοστό 30% και στην περίπτωση που η εγκατάσταση αυτή (έδρα ή υποκατάστημα επιχείρησης) βρίσκεται αποκλειστικά σε τυφλή στοά. Διευκρινίζεται ότι δεν παρέχεται τέτοια μείωση όταν η επαγγελματική εγκατάσταση βρίσκεται σε τυφλή στοά εμπορικού κέντρου.
Η μείωση αυτή της μισθωτικής αξίας, ισχύει για μισθωτικές αξίες επαγγελματικής εγκατάστασης που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων που αποκτώνται από 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που έχουν υποβληθεί ήδη δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος χωρίς να έχει υπολογιστεί η έκπτωση αυτή, εφαρμόζονται ανάλογα όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο.
4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 5 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση συστέγασης επιχειρήσεων, που δεν είναι όλες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, όπου φυσικά κατά τον ΚΒΣ επιτρέπεται τέτοια συστέγαση, για τον υπολογισμό της μισθωτικής αξίας κάθε συστεγαζόμενης επιχείρησης, ως επιφάνεια αυτής, λαμβάνονται τα τετραγωνικά μέτρα του χώρου, που πραγματικά χρησιμοποιούνται από κάθε μια συστεγαζόμενη επιχείρηση. Έτσι σε περίπτωση συστέγασης δύο ή περισσοτέρων εμπορικών επιχειρήσεων αγοράς και πώλησης αγαθών ή επιχείρησης πώλησης αγαθών με άλλη επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή παραγωγής αγαθών κλπ. για τον υπολογισμό της μισθωτικής αξίας της επαγγελματικής εγκατάστασης κάθε συστεγαζόμενης επιχείρησης, ως επιφάνεια αυτής θα λαμβάνεται ο πραγματικός χώρος που κάθε μία από αυτές χρησιμοποιεί και φυσικά θα πρέπει να καλύπτεται ολόκληρη η επιφάνεια των συστεγαζόμενων επιχειρήσεων.
Σημειώνεται ότι σε περίπτωση συστέγασης μόνον επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών η μισθωτική αξία της συστεγαζόμενης επιφάνειας εξακολουθεί να επιμερίζεται ανάλογα με τον αριθμό των συστεγαζόμενων επιχειρήσεων.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουαρίου 1995 και μετά και σε περίπτωση που υποβλήθηκαν ήδη δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα παραπάνω, εφαρμόζονται ανάλογα όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2.
5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου προστίθεται εδάφιο στην παράγραφο 9 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ότι ειδικά για τις επιχειρήσεις εκπαίδευσης οδηγών αυτοκινήτων, το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος που προσδιορίζεται με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια των εμπορικών επιχειρήσεων του άρθρου 33 του Ν.2238/1994, προσαυξάνεται κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) για καθένα αυτοκίνητο πέρα από το πρώτο. 
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουαρίου 1996 και μετά.
6. Με την παρ.6 του άρθρου 1 προστίθεται εδάφιο, μετά το τέταρτο εδάφιο, στην παρ.11 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις μεταβάλλονται οι προϋποθέσεις για το χαρακτηρισμό ατομικής επιχειρήσεις ως νέας, προκειμένου να μειωθεί κατά ποσοστό 30% το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος κατά τα 3 πρώτα έτη λειτουργίας της επιχείρησης. Συγκεκριμένα, ενώ με τις προηγούμενες διατάξεις για τον υπολογισμό της τριετίας, ως πρώτο έτος εθεωρείτο το επόμενο εκείνου μέσα στο οποίο ο φορολογούμενος υπέβαλε για πρώτη φορά δήλωση έναρξης άσκησης επαγγέλματος ανεξάρτητα από το αντικείμενο εργασιών, με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι σε περίπτωση που μεταγενέστερα από την υποβολή της αρχικής δήλωσης έναρξης άσκησης επαγγέλματος μεταβληθεί το αντικείμενο εργασιών του φορολογούμενου (υποβολή δήλωσης μεταβολών) και ταυτόχρονα μεταβληθεί και η επαγγελματική εγκατάσταση του (υποβολή δήλωσης μεταβολών), τότε, ως πρώτο έτος για τον υπολογισμό της τριετίας, μέσα στην οποία το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος μειώνεται κατά ποσοστό 30%, θεωρείται το επόμενο εκείνου, μέσα στο οποίο ο φορολογούμενος υπέβαλε τη δήλωση μεταβολής του αντικειμένου εργασιών και της επαγγελματικής εγκατάστασης της επιχείρησης και όχι το επόμενο του έτους που υποβλήθηκε για πρώτη φορά δήλωση έναρξης άσκησης επαγγέλματος.
Τα ίδια εφαρμόζονται και όταν υπάρχει διακοπή της άσκησης του αρχικού επαγγέλματος και σε μεταγενέστερο χρόνο υποβληθεί νέα δήλωση έναρξης άσκησης επαγγέλματος με διαφορετικό αντικείμενο εργασιών και σε διαφορετική εγκατάσταση από την αρχική.
Επισημαίνεται ότι απαιτείται η ύπαρξη αθροιστικά και των δύο παραπάνω προϋποθέσεων (διαφορετικό αντικείμενο εργασιών - διαφορετική επαγγελματική εγκατάσταση) και όχι η διαζευκτική ύπαρξη αυτών.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουαρίου 1995 και μετά. 
7. Με την παρ.1 του άρθρου 1 του κοινοποιουμενου νομοσχεδίου προστίθεται νέα περίπτωση β' στην παρ.13 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994 και οι περιπτώσεις β', γ'και δ'αυτής αναριθμούνται σε γ', δ'και ε'.
Με τις νέες διατάξεις καθορίζονται ελάχιστα ποσά καθαρού εισοδήματος και για τις επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται ενοικιαζόμενα επιπλωμένα διαμερίσματα, όταν δεν τηρούν βιβλία ή τηρούν βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του ΚΒΣ. Τα ποσά αυτά ετησίως είναι τα εξής:

α) Για κάθε μονόχωρο (2 κλινών) διαμέρισμα (Studio), διακόσιες είκοσι πέντε χιλιάδες (225.000) δρχ.
β) για κάθε δίχωρο (4 κλινών), διαμέρισμα τριακόσιες πενήντα χιλιάδες (350.000) δρχ. και
γ) για κάθε τρίχωρο διαμέρισμα (6 κλινών), πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες (550.000) δρχ.

Διευκρινίζεται ότι για τις επιχειρήσεις των περιπτώσεων α', β' και γ' της παρ.13 του άρθρου 33 που εκμεταλλεύονται ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια, διαμερίσματα και κάμπινγκ, επειδή προσδιορίζεται ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος για τη συνολική εκμετάλλευση αυτών, δηλαδή τόσο για το εισόδημά τους από εμπορικές επιχειρήσεις (Δ' κατηγορίας) όσο και για το εισόδημά τους από ιδιόχρηση ακινήτων (Α' κατηγορίας) οι επιχειρήσεις αυτές δεν έχουν υποχρέωση να δηλώσουν με την οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους και τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση των χρησιμοποιουμένων από αυτές ίδιων εγκαταστάσεών τους.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για το εισοδήματα που αποκτώνται από την εκμετάλλευση των διαμερισμάτων αυτών από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
8. Με την παρ.8 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην περίπτωση δ' της παρ.13 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις καθορίζεται ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος από εμπορική δραστηριότητα και για όσους φορολογούμενους εκμεταλλεύονται επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης (taxi), χωρίς να είναι ιδιοκτήτες αυτών των αυτοκινήτων και χωρίς να συνδέονται με σχέση μίσθωσης εργασίας με τους ιδιοκτήτες αυτών των αυτοκινήτων, δεδομένου ότι στην τελευταία αυτή περίπτωση το εισόδημά τους θεωρείται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Τα ποσά αυτά για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1996 (χρήσης 1995), ανέρχονται σε 2.750.000 δρχ. όταν έχουν την εκμετάλλευση του αυτοκινήτου κατά 100% και σε 1.995.000 δρχ. όταν έχουν την εκμετάλλευση του αυτοκινήτου κατά 50%. Διευκρινίζεται ότι στην ανωτέρω περίπτωση εκμετάλλευσης του επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης (taxi) και από τρίτο πρόσωπο για τον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου ισχύουν τα ποσά των υποπεριπτώσεων ββ και δδ της περίπτωσης δ' της παρ.13 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994, δηλαδή τα ποσά των 2.750.000 δρχ. και 1.995.000 δρχ., κατά περίπτωση. 
Οι διατάξεις αυτής της παρ. ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
9. Με την παρ.9 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου, αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παρ.13 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994, προκειμένου να τακτοποιηθεί νομοτεχνικά η διάταξη που αναφέρεται στο ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος επιβατικών λεωφορείων μη ενταγμένων σε ΚΤΕΛ, μετά την αρίθμηση αυτή της περίπτωσης με την παρ.7 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου, χωρίς ουσιαστική μεταβολή της.
10. Με την παρ.10 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου, αντικαθίστανται τα δυο πρώτα εδάφια της παρ.14 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις αυξάνεται σε ενενήντα χιλιάδες (90.000) δρχ. ετησίως, από εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) δρχ. το ποσό του φόρου που καταβάλλουν οι αποκλειστικά πλανόδιοι λιανοπωλητές όταν έχουν την έδρα τους σε πόλη με πληθυσμό από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους και πάνω και σε εξήντα χιλιάδες (60.000) δρχ. ετησίως, από πενήντα χιλιάδες (50.000) δρχ., όταν έχουν την έδρα τους σε πόλη με πληθυσμό κάτω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους
Τα παραπάνω νέα ποσά φόρου ισχύουν από τη δημοσίευση αυτού του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και κατά συνέπεια για ποσά φόρου που καταβλήθηκαν ήδη μέχρι και την προηγούμενη ημερομηνία από τη δημοσίευση του νόμου και αφορούν έκδοση ή ανανέωση άδειας για τη διαχειριστική περίοδο 1996 δεν αναζητείται η επιπλέον διαφορά φόρου.
11. Με την παρ.11 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου (Ν.2390/96) αντικαθίστανται τα τέσσερα πρώτα εδάφια της παρ.15 του άρθρου  33 του Ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις αφενός μεν αυξάνονται τα ποσά φόρου που πρέπει να καταβάλλουν οι αποκλειστικά λιανοπωλητές σε κινητές λαϊκές αγορές και αφετέρου διαφοροποιείται η φορολογική αυτή υποχρέωση μεταξύ παραγωγών αγροτικών προϊόντων και λοιπών πωλητών.
Συγκεκριμένα, αυξάνεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δρχ. ετησίως, από εκατό χιλιάδες (100.000) δρχ. το ποσό που πρέπει να καταβάλλουν οι αποκλειστικά λιανοπωλητές σε κινητές λαϊκές αγορές, εκτός των παραγωγών αγροτικών προϊόντων για τους οποίους το σχετικό ποσό ορίζεται σε εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) δρχ. Προκειμένου για επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό κάτω από διακόσιες που έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό κάτω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, τα παραπάνω ποσά μειώνονται σε εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) δρχ. και σε εξήντα χιλιάδες (60.000) δρχ. αντίστοιχα. Περαιτέρω, όταν η άδεια των παραγωγών αγροτικών προϊόντων εκδίδεται ή ανανεώνεται για χρονικό διάστημα μέχρι και έξι (6) μήνες, τα παραπάνω ποσά των παραγωγών αγροτικών προϊόντων, περιορίζονται στο μισό, διαμορφούμενα σε εξήντα χιλιάδες (60.000) δρχ. για πόλεις με πληθυσμό από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους και πάνω και σε τριάντα χιλιάδες (30.000) δρχ. για πόλεις με πληθυσμό κάτω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους.
Τέλος, με τις νέες διατάξεις παρέχεται η ευχέρεια στους αποκλειστικά πλανόδιους λιανοπωλητές, καθώς και στους αποκλειστικά λιανοπωλητές σε κινητές λαϊκές αγορές, να καταβάλλουν το οφειλόμενο ποσά φόρου σε οποιαδήποτε δημόσια οικονομική υπηρεσία, έστω και μη αρμόδια για τη φορολογία τους. Σε περίπτωση που ο φόρος καταβληθεί σε αναρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, ο προϊστάμενος της υποχρεούται να διαβιβάσει την οικεία δήλωση μέσα στον επόμενο από την παραλαβή της μήνα, στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία.
Τα παραπάνω ποσά ισχύουν από τη δημοσίευση αυτού του νόμου και κατά συνέπεια για ποσά φόρου που καταβλήθηκαν ήδη μέχρι και την προηγούμενη ημερομηνία από τη δημοσίευση του νόμου και αφορούν έκδοση ή ανανέωση άδειας για τη διαχειριστική περίοδο 1996 δεν αναζητείται η επιπλέον διαφορά φόρου, αλλά ούτε και επιστρέφεται τυχόν φόρος που έχει καταβληθεί επιπλέον.
12. Με την παρ.12 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου, αντικαθίσταται η περίπτωση α' ης παρ.16 του άρθρου 33 του Ν.2238/1994. 
Με τις νέες διατάξεις επεκτείνεται η εξαίρεση από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 33 του Ν.2238/1994 περί αντικειμενικών κριτηρίων και στα καθαρά κέρδη από ορισμένες άλλες δραστηριότητες πέραν από αυτές που έχουν ήδη εξαιρεθεί από τα κριτήρια αυτά.
Συγκεκριμένα, εξαιρούνται πλέον από την εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων και τα καθαρά κέρδη που αποκτούν:  

α) οι εκμεταλλευτές θεάτρου σκιών (καραγκιοζοπαίκτες),
β) οι εκμεταλλευτές κυλικείων θεάτρων και κινηματογράφων,
γ) τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία παρέχουν υπηρεσίες (χειρισμός κομπιούτερ, γραφομηχανής κ.τ.λ.), αποκλειστικά στο Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με μίσθωση έργου και
δ) τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσία με μίσθωση έργου αποκλειστικά προς ένα και μόνο αντισυμβαλλόμενο, χωρίς να απασχολούν προσωπικό, όπως π.χ. άτομα που έχουν αναλάβει τον καθαρισμό μιας και μόνο πολυκατοικίας ή μιας ανώνυμης εταιρίας κλπ., απασχολούμενοι για το σκοπό αυτόν προσωπικά και χωρίς να απασχολούν προσωπικό.

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτούν οι δικαιούχοι από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
13. Με την παράγραφο 13 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου αντικαθίσταται η περίπτωση γ'της παραγράφου 16 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις επεκτείνεται η εξαίρεση από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 33 του ν.2238/1994 περί αντικειμενικών κριτηρίων και στα καθαρά κέρδη από ορισμένες άλλες κατηγορίες επαγγελμάτων ή δραστηριότητων πέραν από αυτές που έχουν ήδη εξαιρεθεί. Συγκεκριμένα, εξαιρούνται πλέον από την εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων και τα καθαρά κέρδη που αποκτούν:

α) οι συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων εφόσον όμως έχουν ως επαγγελματική εγκατάσταση την κατοικία τους,
β) οι λογιστές, φοροτέχνες και οι σύμβουλοι επιχειρήσεων για τα έσοδα που αποκτούν από την παρεπόμενη δραστηριότητα παραγωγού ή μεσίτη ασφαλειών, καθώς και τα έσοδα από την παρεπόμενη δραστηριότητα της εκμετάλλευσης φωτοαντιγραφικού μηχανήματος (Δ' κατηγορίας εισόδημα), εφόσον όμως έχουν και εκμεταλλεύονται ένα μόνο τέτοιο μηχάνημα,
γ) όσοι απασχολούνται αποκλειστικά στην κατοικία τους με εργασίες παροχής υπηρεσιών (φασόν), εφόσον όμως δεν απασχολούν προσωπικό,
δ) όσοι ασχολούνται με το σύστημα απευθείας διάθεσης προϊόντων στον τελικό καταναλωτή (ντίλερς), εφόσον όμως έχουν ως επαγγελματική εγκατάσταση την κατοικία τους,
ε) οι επιχειρήσεις έκδοσης επαρχιακών εφημερίδων, εκτός ημερήσιων και εβδομαδιαίων, δηλαδή δεκαπενθήμερων, μηνιαίων, εξαμηνιαίων κλπ.

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
14. Με την παράγραφο 14 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου προστίθενται δύο εδάφια στην περίπτωση δ' της παραγράφου 16 του άρθρου 33 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις ορίζονται οι εθνικοί οδοί που λαμβάνονται υπόψη για τη μη εξαίρεση από τα αντικειμενικά κριτήρια όσων επιχειρήσεων βρίσκονται εγκατεστημένες σε πόλεις κτ.λ. με πληθυσμό κάτω από τέσσερις χιλιάδες (4.000) κατοίκους.
Συγκεκριμένα οι οδοί αυτοί είναι οι εθνικοί οδοί Αθηνών - Θεσσαλονίκης- Ευζώνων, Θεσσαλονίκης - Αλεξανδρούπολης, Αθηνών - Πατρών, Κορίνθου - Τρίπολης, Καστελλίου - Χανίων - Ρεθύμνου - Ηρακλείου- Αγ.Νικολάου - Σητείας Κρήτης, οι οποίοι οδοί ήδη λαμβάνονταν υπόψη για την εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος οικον.έτος 1995, σύμφωνα με την 1026533/404/Α.0012/ΠΟΛ.1055/27.2.95 διαταγή μας και επιπλέον προστίθεται, για τον προσδιορισμό του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος της διαχειριστικής περιόδου 1995 και η εθνική οδός Αντιρρίου - Ιωαννίνων.
Με τις ίδιες διατάξεις εξαιρούνται απο τα αντικειμενικά κριτήρια οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ελαιοτριβείου οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε περιοχές παραλιακες ή τουριστικές με πληθυσμό κάτω από τέσσερις χιλιάδες (4.000) κατοίκους.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
15. Με την παράγραφο 15 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νομοσχεδίου προστίθεται στην παράγραφο 16 του άρθρου 33 του ν.2238/1994 νέες περιπτώσεις ε', στ' και ζ'.
Με τις νέες διατάξεις επέρχονται οι εξης μεταβολές όσον αφορά τη μη εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων:

α) Εξαιρούνται από την εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες, οποιαδήποτε και αν είναι η δραστηριότητά τους που αναγράφεται στο συστατικό τους έγγραφο, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Διευκρινίζεται όμως ότι για την εξαίρεση αυτή δεν αρκεί μόνο η αναγραφή στο συστατικό έγγραφο των υπόψη εταιριών η επιδίωξη μη κερδοσκοπικού  σκοπού, αλλά θα πρέπει και να πραγματοποιείται αποδειγμένα μη κερδοσκοπική δραστηριότητα. Τούτο όμως ως θέμα πραγματικό ανάγεται στην εξελεγκτική εξουσία του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.
β) Περιορίζεται η χρονική διάρκεια που πρέπει να βρίσκεται σε αδράνεια μια επιχείρηση, για να μη φορολογηθεί με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια. Η διάρκεια της αδράνειας πρέπει να συμπίπτει με τη διαχειριστική περίοδο για την οποία υποβάλλεται η δήλωση φορολογίας εισοδήματος, και μέσα στη διαχειριστική αυτή περίοδο δεν πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί ούτε αγορές αλλά ούτε και πωλήσεις εμπορεύσιμων αγαθών. Ετσι, για παράδειγμα για να εξαιρεθεί μια επιχείρηση απο τα αντικειμενικά κριτήρια λόγω αδράνειας για το οικον.έτος 1996 απαιτείται κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1-31.12.1995 να μην πραγματοποίησε καθόλου αγορές και πωλήσεις εμπορεύσιμων αγαθών.
Για την εφαρμογή των παραπάνω διευκρινίζονται και τα ακόλουθα:

  • Απαιτείται αθροιστικά η μη ύπαρξη αγορών και πωλήσεων εμπορευσίμων αγαθών κατά την κρινόμενη χρήση για τη μη υπαγωγή της επιχείρησης στα αντικειμενικά κριτήρια. Κατά συνέπεια, αν υπάρχουν αγορές εμπορεύσιμων αγαθών και όχι πωλήσεις ή το αντίθετο δηλαδή πωλήσεις εμπορευσίμων αγαθών έστω και αν προέρχονται από αποθέματα προηγούμενων χρήσεων, η επιχείρηση δεν θεωρείται ότι είναι σε αδράνεια.

  • Εάν η επιχείρηση κατά την κρινόμενη χρήση έχει πραγματοποιήσει μόνο πωλήσεις παγίων στοιχείων (μηχανημάτων, ακινήτων, αυτοκινήτων κτλ.) θεωρείται ότι βρίσκεται σε αδράνεια.

  • Προκειμένου για μικτές επιχειρήσεις στις οποίες αδράνεια, κατά την παραπάνω έννοια, εμφανίζει ο κλάδος της εμπορίας αγαθών ή παραγωγής αγαθών τότε ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος προσδιορίζεται μόνο για τον κλάδο της παροχής υπηρεσιών.

  • Η καταβολή και μόνο γενικών εξόδων (ενοίκια κτλ.) δεν αναιρεί την ύπαρξη της αδράνειας.

  • Σε επιχειρήσεις που βρίσκονται σε αδράνεια σύμφωνα με τα παραπάνω και που έχουν φορτηγό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης πετρελαιοκίνητο για το οποιο δεν έχουν κατατεθεί οι πινακίδες κυκλοφορίας του στην αρμόδια ΔΟΥ, η αδράνεια δεν καλύπτει και την υποχρέωσή της που δημιουργείται από την εφαρμογή των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 13 του άρθρου 33 του ν. 2238/1994. Τα ίδια ισχύουν και σε κάθε άλλη περίπτωση που η επιχείρηση διαθέτει φορτηγό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης χωρίς να έχει καταθέσει αρμοδίως τις πινακίδες του αυτοκίνητού της.

  • Η διάταξη αυτή για την αδράνεια δεν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών είπε αυτές υπάγονται στα γενικά αντικειμενικά κριτήρια των παραγράφων 1 έως 12 του άρθρου 33 του ν.2238/1994, είτε υπάγονται στα ειδικά αντικειμενικά κριτήρια της παραγράφου 13 του ίδιου άρθρου. Ομοίως δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αδράνειας και για τους ελεύθερους επαγγελματίες γενικώς που υπάγονται στα αντικειμενικά κριτήρια.

γ) Δεν εφαρμόζονται τα αντικειμενικά κριτήρια ή υπολογίζονται αυτά σε δωδέκατα κατά περίπτωση, σε όσες περιπτώσεις απαιτείται η λειτουργία της επιχείρησης σχετική άδεια λειτουργίας από αρμόδια αρχή και μέχρι να εκδοθεί αυτή η άδεια λειτουργίας από αρμόδια αρχή και μέχρι να εκδοθεί αυτή η άδεια, εφόσον βέβαια η επιχείρηση κατά το διάστημα αυτό δηλαδή από της δήλωσης έναρξης επαγγέλματος μέχρι την ημερομηνία λήψης της σχετική άδειας πραγματικά δεν λειτούργησε. Τούτο όμως ως θέμα πραγματικό ανάγεται στην εξελεγκτική εξουσία του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά. 

 

 

Αντικειμενικά κριτήρια 

ελευθέριων επαγγελμάτων



1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 51 του ν.2238/1994 η οποία αναφέρεται στον τρόπο προσδιορισμό του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια για τους καλλιτέχνες ή τραγουδιστές των κέντρων διασκέδασης.
Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ρητά πλέον ότι ο καλλιτέχνης και ο τραγουδιστής των κέντρων διασκέδασης υπάγεται στα αντικειμενικά κριτήρια ανεξάρτητα από τη σχέση με την οποία παρέχει τις υπηρεσίες του σε αυτά δηλαδή ανεξάρτητα αν πρόκειται για μισθωτό συνδεόμενο με τον εργοδότη του με σχέση μίσθωσης εργασίας (εισόδημα ΣΤ' κατηγορίας) ή αν πρόκειται για ελεύθερο επαγγελματία που παρέχει υπηρεσίες με μίσθωση έργου (εισόδημα Ζ' κατηγορίας) και εφόσον βέβαια στην τελευταία αυτή περίπτωση δεν τηρεί βιβλία ή τηρεί βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Συνεπώς, για να προσδιοριστεί το εισόδημα του καλλιτέχνη ή τραγουδιστή των κέντρων διασκέδασης από την άσκηση του επαγγέλματος του, το ελάχιστο ποσόν καθαρού εισοδήματος συγκρίνεται με το συνολικό δηλούμενο εισόδημά του από την άσκηση του επαγγέλματός του με σύμβαση μίσθωσης εργασίας ή ανεξάρτητων υπηρεσιών σε κέντρα διασκέδασης, αναψυκτήρια συναυλίες, δίσκους κλπ. 
Περαιτέρω με τις νέες αυτές διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται πλέον ρητά ότι στα αντικειμενικά κριτήρια υπάγονται επίσης και οι καλλιτέχνες ή τραγουδιστές οι οποίοι ασκούν το επάγγελμά τους σε χώρους αναψυκτηρίων ή συναυλίες πράγμα το οποίο έχει γίνει ήδη δεκτό από τη διοίκηση κατά την ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 2 του ν.2214/1994 με την 1122241/2246/Α0012/ΠΟΛ.1238/31.10.1994 εγκύκλιο διαταγή μας.
Επίσης, διευκρινίζεται ότι στην έννοια του όρου καλλιτέχνης των κέντρων διασκέδασης, αναψυκτηρίων ή συναυλιών περιλαμβάνονται και οι λοιποί συντελεστές της παρουσίασης του έργου, όπως π.χ. παρουσιαστές, χορευτές, μέλη μπαλέτων, μίμοι κτλ. εκτός των μουσικών των ορχηστρών.
Τέλος, όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού αυτού του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος του καλλιτέχνη ή τραγουδιστή των κέντρων διασκέδασης, με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι το εισόδημα αυτό προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της επαγγελματικής αμοιβής με τους συντελεστές αυτοί αναφέρονται και αναλύονται αμέσως παρακάτω στην παράγραφο 2 του παρόντος.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου (Ν.2390/96)  αντικαθίσταται η περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τις νέες αυτές διατάξεις ορίζεται η έννοια των συντελεστών εμφάνισης, δισκογραφίας και προβολής οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος του καλλιτέχνη ή τραγουδιστή των κέντρων διασκέδασης με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια, δεδομένου ότι αυτό προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της εκάστοτε ισχύουσας επαγγελματικής αμοιβής με τους συντελεστές εμφάνισης (ΣΕ), δισκογραφίας (ΣΔ) και προβολής (ΣΠ).
Ειδικότερα:

(1+ αριθμός εμφανίσεων)
300

 

(1+ αριθμός διατεθέντων δίσκων, κασετών και λοιπών συναφών -1500)
18.000
(1+ αριθμός εμφανίσεων Χ αριθμός διατεθέντων δίσκων, κασετών και λοιπών συναφών)
2.000.000


 

Ειδικότερα, η εμφάνιση του καλλιτέχνη ή του τραγουδιστή σε:

α) Κάθε συναυλία προσμετράται με πέντε (5) εμφανίσεις.
β) Σε συναυλίες για φιλανθρωπικούς, πολιτιστικούς, εθνικούς σκοπούς η εμφάνισή του δεν λαμβάνεται υπόψη εφόσον αποδεδειγμένα δεν αμείβεται για τη συμμετοχή του αυτή.

Τονίζεται ότι ως αριθμός δίσκων κλπ. για τον προσδιορισμό του συντελεστή δισκογραφίας και τον συντελεστή προβολής λαμβάνεται υπόψη όχι το άθροισμα των δίσκων κλπ. που κυκλοφόρησε ο τραγουδιστής ή καλλιτέχνης κατά το έτος φορολογίας και το αμέσως προηγούμενο έτος, αλλά ο μέσος όρος αυτών που διατέθηκαν στην αγορά τα έτη αυτά, ενώ ως αριθμός εμφανίσεων λαμβάνεται ο αριθμός των εμφανίσεων που πραγματοποίησε ο καλλιτέχνης ή τραγουδιστής στα κέντρα διασκέδασης, τα αναψυκτήρια ή σε συναυλίες κατά το έτος φορολογίας. Περαιτέρω, με τις νέες αυτές διατάξεις προβλέπεται ότι, εξαιρετικά, στις περιπτώσεις που καλλιτέχνες ή τραγουδιστές των κέντρων διασκέδασης έχουν πραγματοποιήσει μέχρι και σαράντα εμφανίσεις και παράλληλα ο αριθμός των διατεθέντων στην αγορά δίσκων, κασετών και λοιπών συναφών είναι μέχρι 1.500, τότε το ελάχιστο ποσόν καθαρού εισοδήματος είναι ίσο με την επαγγελματική αμοιβή. Για την εφαρμογή αυτής της εξαίρεσης απαιτείται η αθροιστική ύπαρξη και των δύο παραπάνω προϋποθέσεων.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1ης Ιανουαρίου 1996 και μετά.
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 (ν.2390/96), η οποία αποτελεί διάταξη μεταβατικού χαρακτήρα αναφερόμενη μόνο στα εισοδήματα της διαχειριστικής περιόδου 1995, μεταβάλλεται ο πίνακας αντιστοιχίας δίσκων, κασετών και λοιπών συναφών που διατέθηκαν στην αγορά και αντίστοιχου συντελεστή δισκογραφικής δραστηριότητας, ο οποίος ίσχυσε για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1995 και ορίζεται νέος πίνακας, ο οποίος θα εφαρμοσθεί, όπως προαναφέρθηκε, για τις δηλώσεις οικονομικού έτους 1996 (διαχειριστικής περιόδου 1995), ως εξής:

 

MΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΔΙΣΚΩΝ, ΚΑΣΕΤΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΤΕΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΣΤΟ  ΕΤΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΜΕΣΩΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ   ΕΤΟΣ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

μέχρι και           1.500   τεμάχια1
από  1.501  μέχρι   4.000   τεμάχια1,5
από  4.001  μέχρι   8.000   τεμάχια2
από  8.001  μέχρι  12.000   τεμάχια2,5
από 12.001  μέχρι  16.000   τεμάχια3
από 16.001  μέχρι  20.000   τεμάχια3,5
από 20.001  μέχρι  23.000   τεμάχια4
από 23.001  μέχρι  26.000   τεμάχια4,5
από 26.001  μέχρι  29.000   τεμάχια5
από 29.001  μέχρι  32.000   τεμάχια5,5
από 32.001  μέχρι  34.000   τεμάχια6
από 34.001  μέχρι  36.000   τεμάχια6,5
από 36.001  μέχρι  38.000   τεμάχια7
από 38.001  μέχρι  40.000   τεμάχια7,5
από 40.001  μέχρι  42.000   τεμάχια8
από 42.001  μέχρι  44.000   τεμάχια8,5
από 44.001  μέχρι  46.000   τεμάχια9
από 46.001  μέχρι  48.000   τεμάχια9,5
από 48.001  μέχρι  50.000   τεμάχια 10
από 50.001  και άνω         τεμάχια   11


                          

Σημειώνεται ότι στον νέο αυτό πίνακα λαμβάνεται υπόψη όχι στο σύνολο των δίσκων, κασετών και λοιπών συναφών που διατέθηκαν στην αγορά στο έτος φορολογίας 1995 και το αμέσως προηγούμενο έτος 1994, αλλά ο μέσος όρος αυτών.
4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις καθιερώνεται και για τους κτηνιάτρους, φυσιοθεραπευτές, οικονομολόγους, συμβούλους επιχειρήσεων, λογιστές ή φοροτέχνες και αναλυτές - προγραμματιστές ελάχιστο όριο επιφάνειας της επαγγελματικής εγκατάστασης, που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της μισθωτικής αξίας, είκοσι (20) τετραγωνικών μέτρων, όταν χρησιμοποιούν ως επαγγελματική εγκατάσταση την οικία τους, όριο που δεν υπήρχε προηγουμένως.
Περαιτέρω, με τις ίδιες διατάξεις παρέχεται μείωση κατά ποσοστό 30% της μισθωτικής αξίας που λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος των φυσιοθεραπευτών, ανεξάρτητα που βρίσκεται η επαγγελματική τους εγκατάσταση.
Οι διατάξεις αυτή της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουαρίου 1995 και μετά.
5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου 2 αντικαθίσταται η παράγραφος 4 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τη νέα αυτή διάταξη ορίζεται ρητά αυτό που έχει δεκτό διοικητικά με την 1122241/2246/Α.0012/ΠΟΛ.1238/31.10.1994 διαταγή μας, δηλαδή ότι η κλιμάκωση του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος κατά 10% ανά έτος, ανάλογα με τα έτη άσκησης του επαγγέλματος, αρχίζει από το 5ο έτος και όχι από το 4ο.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1ης Ιανουαρίου 1996 και μετά.
6. Με την παράγραφο 6 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου (ν.2390/96)  αντικαθίσταται η υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης αα' της παραγράφου 6 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις μειώνεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15%) από είκοσι τοις εκατό (20%) η προσαύξηση που εφαρμόζεται για όλες τις κλινικές ειδικότητες των ιατρών προκειμένου να προσδιοριστεί το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματός τους.
Το μειωμένο αυτό ποσοστό προσαύξησης ισχύει για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1ης Ιανουαρίου 1995 και μετά.
7. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου (ν.2390/96)  αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 7 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις τίθεται προϋπόθεση πλέον για την εξαίρεση από τα αντικειμενικά κριτήρια των φυσιοθεραπευτών, οικονομολόγων, συμβούλων επιχειρήσεων, λογιστών ή φοροτεχνιτών και αναλυτών-προγραμματιστών που αποκτούν εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες και παράλληλα από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος που έχουν ως επαγγελματική εγκατάσταση την κατοικία τους.
Το σύνολο του εισοδήματός τους που δηλώνεται από μισθωτές υπηρεσίες (ΣΤ' κατηγορία) και από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματός τους (Ζ' κατηγορία) να είναι μεγαλύτερο ή ίσο με το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος που προσδιορίζεται με βάση τις διατάξεις του ίδιου άρθρου.
Για παράδειγμα λογιστής με επαγγελματική εγκατάσταση την κατοικία του δηλώνει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες 3.000.000 δρχ. και καθαρό εισόδημα από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος του 1.000.000 δρχ. Εάν το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος που προσδιορίζεται με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια είναι π.χ. 3.500.000 δρχ. τότε δεν θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί αντικειμενικών κριτηρίων, καθόσον το εισόδημα που δηλώθηκε από μισθωτές υπηρεσίες και από ελευθέρια επαγγέλματα (3.000.000 + 1.000.000 = 4.000.000), είναι μεγαλύτερο από το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος (3.500.000 δρχ.).
Εάν στο παραπάνω παράδειγμα το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος είναι π.χ. 4.200.000 δρχ. δηλαδή ή μεγαλύτερο από το δηλούμενο εισόδημα (3.000.000 + 1.000.000 = 4.000.000), τότε ο υπόψη φορολογούμενος δεν θα εξαιρεθεί από τα αντικειμενικά κριτήρια, αλλά θα φορολογηθεί για εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (ΣΤ' κατηγορία) 3.000.000 δρχ. και εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα (Ζ' κατηγορίας) 1.200.000 δρχ. αντί του 1.000.000 δρχ. που δηλώθηκε.
Τονίζεται ότι τα παραπάνω πρόσωπα έχουν υποχρέωση με την υποβολή της ετήσιας φορολογικής τους δήλωσης φορολογίας εισοδήματος να συμπληρώνουν και να συνυποβάλλουν με την δήλωσή των αυτή και το έντυπο "Ε11".
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
8. Με την παράγραφο 8 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου (Ν.2390/96) προστίθεται περίπτωση δ' στην παράγραφο 7 του άρθρου 51 του ν.2238/1994
Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ότι το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος των στρατιωτικών ιατρών, στρατιωτικών οδοντιάτρων και στρατιωτικών κτηνιάτρων, μετά τις μειώσεις λόγω, εισοδήματος από μισθωτικές υπηρεσίες και λόγω, τυχόν, κατοικίας και άσκησης του επαγγέλματος σε παραμεθόριο περιοχή, μειώνεται περαιτέρω και κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) εφόσον όμως μέχρι την 31 Δεκεμβρίου του έτους φορολογίας έχουν ασκήσει το ελευθέριο επάγγελμά τους λιγότερο από πέντε (5) έτη στην ίδια πόλη. Για την εφαρμογή των παραπάνω, η περιοχή της τέως διοίκησης πρωτεύουσας θεωρείται ως μία πόλη.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1ην Ιανουαρίου 1995 και μετά.
9. Με την παράγραφο 9 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου (ν.2390/96) προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 11 του άρθρου 51 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ότι, ειδικά για τους καλλιτέχνες ή τραγουδιστές των κέντρων διασκέδασης, αναψυκτηρίων ή συναυλιών ως δηλούμενο εισόδημα το οποίο και συγκρίνεται με το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος που προσδιορίζεται για τους φορολογούμενους αυτούς με βάση τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 51 του ν.2238/1994 λαμβάνεται το σύνολο του εισοδήματος που δηλώνουν τόσο από την άσκηση του επαγγέλματός τους με παροχή ανεξάρτήτων υπηρεσιών (Ζ' κατηγορία) όσο και από τυχόν, παράλληλη άσκηση του επαγγέλματός τους με σύμβαση μίσθωσης εργασίας (ΣΤ' κατηγορία).
Η, τυχόν, διαφορά που προκύπτει από τη σύγκριση αυτή, αν το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος είναι μεγαλύτερο από το εισόδημα που δηλώνεται από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος ή εάν δηλώνεται εισόδημα μόνο από μισθωτές υπηρεσίες (ΣΤ' κατηγορία), τότε η διαφορά ως εισόδημα λογίζεται από ελευθέριο επάγγελμα.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.

 

Αντικειμενική μέθοδος προσδιορισμού του καθαρού γεωργικού εισοδήματος


1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του νομοσχεδίου (ν.2390/96) αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 22 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις τίθεται ως προϋπόθεση για την απαλλαγή από την υποχρέωση δήλωσης τεκμαρτού εισοδήματος από δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης μεταξύ συζύγων, να είναι και οι δύο σύζυγοι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.
Περαιτέρω με τις ίδιες διατάξεις προβλέπεται η απαλλαγή από την υποχρέωση δήλωσης τεκμαρτού εισοδήματος από δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης και στην περίπτωση που γονείς ηλικίας πάνω από εξήντα πέντε (65) ετών παραχωρούν τη γεωργική τους γη στα παιδιά τους για εκμετάλλευση, εφόσον όμως τα παιδιά αυτά είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Στην
περίπτωση αυτή οι γονείς δεν έχουν υποχρέωση να δηλώσουν τεκμαρτό εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης (Α' κατηγορίας).
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
2. Με τις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 3 του κοινοποιουμενου νομοσχεδίου ρυθμίζονται θέματα διαδικαστικά που αφορούν τη σύνθεση κτλ. της κεντρικής επιτροπής της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του ν.2238/1994, η οποία οριστικοποιεί τους πίνακες προσδιορισμού του καθαρού γεωργικού εισοδήματος.
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 3 αντικαθίσταται η παράγραφος 5, του άρθρου 42 του ν.2238/1994.

Σύμφωνα με τη νέα διάταξη ως φορολογητέο εισόδημα από την εκμετάλλευση γεωργικής επιχείρησης λαμβάνεται το συγκριτικά μεγαλύτερο εισόδημα, είτε αυτό είναι το προσδιοριζόμενο με την αντικειμενική μέθοδο, είτε αυτό που προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία Β' κατηγορία του ΚΒΣ από τα οποία και δεν εξάγεται ως γνωστό λογιστικό αποτέλεσμα ή αυτό που προσδιορίζεται με βάση τα στοιχεία του φορολογουμένου (τιμολόγια, εκκαθαρίσεις κλπ.).

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
 

¶ρθρο 4
¶λλες διατάξεις


1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του νομοσχεδίου (ν.2390/96)  προστίθενται δύο εδάφια στην υποπερίπτωση αα' της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις αναγνωρίζονται για έκπτωση από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου και οι δεδουλευμένοι τόκοι που προκύπτουν από νέο δάνειο που συνάπτεται από το φορολογούμενο για εξόφληση παλιού στεγαστικού δανείου, που του είχε χορηγηθεί για απόκτηση πρώτης κατοικίας.
Όπως είναι γνωστό σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.2238/1994, από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου αφαιρείται το ποσό των δεδουλευμένων τόκων που καταβάλλονται από αυτόν, μεταξύ άλλων, και για στεγαστικά δάνεια για απόκτηση πρώτης κατοικίας που χορηγούνται σ' αυτόν με υποθήκη ή προσημείωση από τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το Ταχυδρομικά Ταμιευτήρια και λοιπούς πιστωτικούς οργανισμούς, εφόσον οφείλονται από αυτόν και η υποθήκη ή προσημείωση έχει εγγραφεί σε ακίνητό του ή του άλλου συζύγου ή των τέκνων τους που τους βαρύνουν.
Επίσης, σύμφωνα με την αριθμ.507/27.8.92 απόφαση της Επιτροπής Νομισματικών Πιστωτικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι δυνατή η χορήγηση από τράπεζες νέου δανείου για την εξόφληση παλιού δανείου, που χορηγήθηκε για απόκτηση πρώτης κατοικίας.
Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι σε περίπτωση λήψης από το φορολογούμενο στεγαστικού δανείου για αγορά πρώτης κατοικίας, για το οποίο αυτός δικαιούται έκπτωση από το συνολικό εισόδημά του των δεδουλευμένων ή άλλη, με σκοπό την εξόφληση του παλιού δανείου, οι δεδουλευμένοι τόκοι του νέου δανείου που αντιστοιχούν στο τμήμα αυτού που διατέθηκε για την εξόφληση του ανεξόφλητου υπολοίπου του παλιού (στεγαστικού) δανείου, εκπίπτουν από το εισόδημά του.
Η έκπτωση γίνεται μόνο στους δεδουλευμένους τόκους του νέου δανείου που αντιστοιχούν στο τμήμα αυτού που διατέθηκε για την εξόφληση του ανεξόφλητου υπόλοιπου του παλιού δανείου και για το χρονικό διάστημα που υπολείπεται από τη χορήγηση του νέου δανείου μέχρι τη λήξη του παλιού δανείου.
Για την αναγνώριση της ανωτέρω έκπτωσης πρέπει στο δανειστικό συμβόλαιο της τράπεζας που χορήγησε το νέο δάνειο να αναγράφονται απαραιτήτως τα εξής στοιχεία:

α) Ο σκοπός του δανείου, δηλαδή ότι το δάνειο χορηγήθηκε για την εξόφληση παλιού στεγαστικού δανείου που είχε χορηγηθεί για απόκτηση πρώτης κατοικίας.
β) Το ανεξόφλητο ποσό του παλιού δανείου.
γ) Ο χρόνος λήξης του παλιού δανείου.
δ) Εννοείται ότι θα αναγράφεται, επίσης ότι και για το νέο δάνειο έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση, με τις ίδιες προϋποθέσεις που ίσχυαν και για το παλιό δάνειο.

Επίσης, στη βεβαίωση καταβολής τόκων που εκδίδει η τράπεζα που χορήγησε το νέο δάνειο, στο τέλος κάθε έτους, πρέπει να βεβαιώνεται το ανεξόφλητο ποσό του παλιού δανείου και ο χρόνος λήξης του, καθώς και ότι οι τόκοι αφορούν το τμήμα του νέου δανείου που καταβλήθηκε για εξόφληση του υπόλοιπου ποσού του παλιού δανείου που δεν είχε εξοφληθεί μέχρι τη σύναψη του νέου δανείου.

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για τόκους που καταβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.

2. Με τη παράγραφο 2 του άρθρου 4 αντικαθίσταται η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν.2238/1994.

Με τις νέες διατάξεις επεκτείνεται και στην κατηγορία των κοινωνιών κληρονομικού δικαίου από τις κοινωνίες του Αστικού Δικαίου, το δικαίωμα αφαίρεσης από τα κέρδη της κοινωνίας κληρονομικού δικαίου επιχειρηματικής αμοιβής για μέχρι τρεις κοινωνούς φυσικά πρόσωπα με την απαραίτητα προϋπόθεση όμως ότι στις κοινωνίες αυτές μεταξύ των κοινωνών περιλαμβάνονται και ανήλικοι κοινωνοί. Σημειώνεται ότι το δικαίωμα αυτό εξακολουθεί μέχρι και την ενηλικίωση όλων των ανήλικων κοινωνών μελών της κοινωνίας, ενώ διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα αφαίρεσης επιχειρηματικής αμοιβής στις περιπτώσεις αυτές έχουν τρεις κοινωνοί με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής στην κοινωνία, ανεξάρτητα αν οι κοινωνοί αυτοί είναι τα ανήλικα μέλη αυτής ή όχι, εφόσον βέβαια πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις για αναγνώριση της επιχειρηματικής αμοιβής (δικαίωμα επιχειρηματικής αμοιβής από μία εταιρία ή κοινωνία κλπ.).
Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα αυτό παρέχεται μόνο στις κοινωνίες εκείνες οι οποίες προέκυψαν από την εφαρμογή των διατάξεων του κληρονομικού δικαίου εφόσον σε αυτές υπάρχουν ανήλικοι κοινωνοί των οποίων η διαχειριστική περίοδος έληξε από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
Για τις λοιπές κοινωνίες αστικού δικαίου που δεν αποτελούν κοινωνίες κληρονομικού δικαίου, δεν αναγνωρίζεται δικαίωμα αφαίρεσης από τα κέρδη επιχειρηματικής αμοιβής, έστω και εάν έχουν ανήλικα μέλη.
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 προστίθεται περίπτωση γ' στην παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις επιβάλλεται αυτοτελής φορολογία με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) σε κάθε ποσόν που καταβάλλεται, πέρα από τα μισθώματα, από τον μισθωτή προς τον εκμισθωτή, σε περίπτωση μίσθωσης ακινήτου, είτε αυτό μισθώνεται μόνο του, είτε μισθώνεται μαζί με το ακίνητο και οποιοσδήποτε εξοπλισμός του ή εγκατάσταση που τυχόν διαθέτει.
Η αυτοτελής αυτή φορολογία επιβάλλεται στα ποσά που καταβάλλονται πέρα από τα μισθώματα, είτε κατά την αρχική μίσθωση, είτε κατά την ανανέωση της μίσθωσης του ακινήτου.
Διευκρινίζεται ότι δεν περιλαμβάνεται στην ανωτέρω φορολογία το ποσόν της εγγύησης που συνηθέστατα καταβάλλεται κατά το χρόνο σύναψης της μίσθωσης του ακινήτου από το μισθωτή το οποίο αποσκοπεί, ως γνωστόν, στην καλή εκτέλεση της συναπτόμενης μισθωτικής συμβάσεως, η οποία εγγύηση παγίως συμφωνείται να επιστραφεί μετά τη λήξη της μισθώσεως και επομένως δεν έχει το χαρακτήρα συναλλάγματος για την παραχώρηση του μισθίου.
Όσα αναφέρονται στα επόμενα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν.2238/1994 σχετικά με την υποβολή της οικείας δήλωσης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία κλπ., καθώς και όσα αναφέρονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 81 του ίδιου νόμου, σχετικά με τις υποχρεώσεις των συμβολαιογράφων, εφαρμόζονται ανάλογα και σ' αυτή την περίπτωση.
Ειδικότερα, αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο που μισθώνεται.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για ποσά που καταβάλλονται από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου 4 αντικαθίσταται η περίπτωση στ' του άρθρου 17 του ν.2238/1994, η οποία αναφέρεται στο τεκμήριο δαπάνης που υπολογίζεται με βάση τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται για απόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής (περιλαμβανομένων και των ποσών που καταβάλλονται για την εξόφληση υποχρεώσεων από τη χρήση καρτών) με τους τυχόν οικείους τόκους (περιλαμβανομένων και τυχόν τόκων υπερημερίας).
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, για να υπολογισθεί η συνολική δαπάνη του φορολογουμένου (άρθρα 15-19 ν.2238/1994) λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, και τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται για απόσβεση δανείων ή πιστώσεων από τη χρήση καρτών πιστωτικών ή πληρωμών, εκτός των χρεωστικών καρτών. Στο ποσόν της δαπάνης αυτής περιλαμβάνεται και το ποσόν των οικείων τόκων στους οποίους περιλαμβάνονται και οι τυχόν τόκοι υπερημερίας. Εξαιρετικά, από το ποσόν της δαπάνης που καταβάλλεται για την τοκοχρεολυτική απόσβεση δανείου που έχει ληφθεί για την αγορά ή ανέγερση πρώτης κατοικίας, δεν λαμβάνεται υπόψη, για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, το ποσόν του χρεολυσίου που περιλαμβάνεται στην οικεία δαπάνη, κατά το μέρος που αυτό επιμεριστικά αναλογεί στη μέχρι των εκατόν είκοσι τετραγωνικών μέτρων επιφάνεια της πρώτης κατοικίας.
Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ρητά πλέον ότι σε αυτό το τεκμήριο δαπάνης υπάγονται και τα ποσά που καταβάλλονται για την εξόφληση υποχρεώσεων από τη χρήση καρτών πιστωτικών ή πληρωμών (όπως Diners κλπ.) έστω και αν η οικεία πίστωση ή υποχρέωση δεν είναι έντοκη, ενώ ρητά εξαιρούνται οι χρεωστικές κάρτες.
Με την ίδια παράγραφο ορίζεται ότι οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1ης Ιανουαρίου 1994 και μετά, δηλαδή από τότε που ισχύει η διάταξη που αντικαταστάθηκε.
5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου 4 προστίθεται περίπτωση ζ' στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις ότι από το ακαθάριστο εισόδημα από ακίνητα εκπίπτει το ποσόν της αποζημίωσης που υποχρεούται να καταβάλλει βάσει νόμου (ν.813/1978, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.2041/1992), ο εκμισθωτής (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) στο μισθωτή επί εμπορικών μισθώσεων κατά τη λύση της μισθωτικής σχέσης ακινήτου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 και 69 του π.δ. 34/1995 "Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων περί εμπορικών μισθώσεων". Το ποσόν της αποζημίωσης αυτής εκπίπτει από το ακαθάριστο εισόδημα που αποκτά ο μισθωτής από αυτό το ίδιο ακίνητο μέσα στο έτος που καταβλήθηκε η αποζημίωση. Σε περίπτωση που το εισόδημα του συγκεκριμένου ακινήτου του έτους που καταβλήθηκε η αποζημίωση δεν επαρκεί για να καλύψει την αποζημίωση, το τυχόν αρνητικό ποσόν δεν συμψηφίζεται με τυχόν εισοδήματα άλλων ακινήτων, αλλά ούτε και με άλλα θετικά εισοδήματα που αποκτά ο εκμισθωτής από άλλες πηγές (π.χ. μισθοί, εμπορικές επιχειρήσεις κλπ.).
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα κατά ρητή διάταξη και για τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του ν.2238/1994 (εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, ανώνυμες εταιρίες κλπ.).
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου ισχύουν για αποζημιώσεις που καταβάλλονται από την ημέρα δημοσίευσης του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Με την παράγραφο 6 του άρθρου 4 αντικαθίσταται η περίπτωση ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις χαρακτηρίζεται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις εκτός από την επιχειρηματική αμοιβή του ομόρρυθμου εταίρου προσωπικής εταιρίας, του εταίρου διαχειριστική της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης και η επιχειρηματική αμοιβή του κοινωνού που είναι μέλος κοινωνίας κληρονομικού δικαίου στην οποία μετέχουν και ανήλικοι.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
7. Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του νομοσχεδίου αυτού (ν.2390/96), προστίθεται νέο εδάφιο στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 34 του ν.2238/1994. Με τη συμπλήρωση των προαναφερομένων διατάξεων του νόμου, δεν θεωρείται ότι συντρέχει θέμα υπεργολαβίας και στην περίπτωση που τμήμα του έργου ή εργασίας εκτελείται από εταιρία μέλος της αρχικής αναδόχου κοινοπραξίας ή από κοινοπραξία επιχειρήσεων που είναι μέλος της αρχικής αναδόχου κοινοπραξίας.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ.3 του άρθρου 34 του ν.2238/1994 όπως αυτές ισχύουν, επί εισφοράς έργου ή εργασίας, εκ μέρους της αρχικής αναδόχου εταιρίας ή κοινοπραξίας, σε άλλη εταιρία ή κοινοπραξία μέλους αυτής, προκειμένου αυτή να εκτελέσει το έργο, η εισφορά αυτή δεν καλύπτεται από τις διατάξεις αυτές του νόμου και συνεπώς θεωρείται υπεργολαβία.
Επειδή στην πράξη απαντώνται περιπτώσεις δημοπράτησης σημαντικών τεχνικών έργων, τα οποία αναλαμβάνει ως ανάδοχος εταιρία ή κοινοπραξία, που έχει ως μέλη άλλες τεχνικές εταιρίες ή κοινοπραξίες, αντίστοιχα, οι οποίες θα εκτελέσουν τμηματικά εργασίες του όλου έργου, με την προαναφερόμενη νομοθετική συμπλήρωση της περίπτ. α' της παραγρ.3 του άρθρου 34 του ν.2238/1994 και προκειμένου όπως στην πράξη κατά την ανάληψη ή δημοπράτηση σημαντικών τεχνικών έργων, διευκολυνθεί τεχνικώς η εξυπηρέτηση των έργων αυτών, δεν θεωρείται ότι συντρέχει ζήτημα υπεργολαβίας και στην περίπτωση που τμήμα του έργου ή εργασίας εκτελείται από εταιρία - μέλος της αρχικής αναδόχου κοινοπραξίας, ή από κοινοπραξία επιχειρήσεων που είναι μέλος της αρχικής αναδόχου κοινοπραξίας.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
8. Με την παράγραφο 8 του άρθρου 4 προστίθενται δύο εδάφια στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις υποχρεώνονται οι συμβολαιογράφοι, στις συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάσσονται γαι τη μεταβίβαση ή με σκοπό τη μεταβίβαση ακινήτων να αναγράφουν, εκτός των λοιπών στοιχείων των αντισυμβαλλομένων και τον αριθμό φορολογικού μητρώου ή τον αριθμό δελτίου ταυτότητας αυτών εάν στερούνται αριθμού φορολογικού μητρώου, οπότε και θα αναγράφεται στη συμβολαιογραφική πράξη ότι κατά δήλωσή τους στερούνται αριθμού φορολογικού μητρώου. Στην περίπτωση εγγάμων γυναικών που στερούνται αριθμού φορολογικού μητρώου θα αναγράφεται ο αριθμός της ταυτότητάς τους, καθώς και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του συζύγου τους.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάσσονται από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
9. Με την παράγραφο 9 του άρθρου 4 προστίθεται παράγραφος 8 στο άρθρο 82 του ν.2238/1994.
Με τις νέες διατάξεις επιβάλλεται για κάθε σύμβαση μίσθωσης εργασίας ή έργου μεταξύ τραγουδιστή των κέντρων διασκέδασης, αναψυκτηρίων ή συναυλιών και οποιουδήποτε αντισυμβαλλόμενου, για την άσκηση του επαγγέλματός του να καταρτίζεται συμφωνητικό το οποίο κατατίθεται από τον αντισυμβαλλόμενο (κέντρο διασκέδασης κτλ.) του τραγουδιστή μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη σύνταξή του, στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδιος για τη φορολογία του (για τη φορολογία του κέντρου διασκέδασης κτλ). Το συμφωνητικό αυτό υποβάλλεται σε τρία (3) αντίτυπα από τα οποία το ένα επιστρέφεται θεωρημένο σε αυτόν που τα προσκόμισε και το άλλο διαβιβάζεται στον προϊστάμενο της αρμόδιας για τη φορολογία του τραγουδιστή δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.
Στο συμφωνητικό αυτό πρέπει να αναγράφονται ο χρόνος έναρξης και η διάρκεια της σύμβασης, ο αριθμός των εμφανίσεων του τραγουδιστή και το ποσό της αμοιβής του.
Σε κάθε κέντρο διασκέδασης τηρείται από τον εκμεταλλευτή του ιδιαίτερος φάκελος με τα συμφωνητικά που έχουν καταρτιστεί με τους τραγουδιστές που απασχολούνται στο κέντρο και τίθεται κάθε φορά στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου.
Αν δεν τηρηθεί η παραπάνω διαδικασία ή τα στοιχεία που δηλώνονται είναι ανακριβή επιβάλλεται με πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στον υπόχρεο (εκμεταλλευτή του κέντρου διασκέδασης, κτλ.) πρόστιμο για κάθε παράβαση από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές μέχρι οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές.
Επίσης, αν δεν κατατεθεί το παραπάνω συμφωνητικό στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, η αμοιβή που καταβλήθηκε στον τραγουδιστή δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα του αντισυμβαλλόμενου (εκμεταλλευτή του κέντρου διασκέδασης κτλ.).
Σε περίπτωση υπογραφής αντεγγράφου από το οποίο προκύπτει ότι συμφωνήθηκε ή καταβλήθηκε ποσό αμοιβής ή μισθού στον τραγουδιστή διαφορετικό από εκείνο που αναφέρεται στο συμφωνητικό που κατατέθηκε στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ανεξάρτητα από τις άλλες κυρώσεις που προβλέπονται από το νόμο, επιβάλλεται σε κάθε αντισυμβαλλόμενο πρόστιμο ίσο με το πενήντα τοις εκατό (50%) της διαφοράς μεταξύ του ποσού της αμοιβής ή μισθού που αναγράφεται στο αντέγγραφο και του ποσού της αμοιβής ή μισθού που αναγράφεται στο συμφωνητικό που υποβλήθηκε στη δημόσια οικονομική υπηρεσία. Το αντέγγραφο ως προς τις μεταξύ των συμβαλλομένων σχέσεις είναι ανίσχυρο και δεν παράγει έννομο αποτέλεσμα. Εισόδημα για τον τραγουδιστή θεωρείται το μεγαλύτερο από τα ποσά που αναγράφονται στο συμφωνητικό και στο αντέγγραφο.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για τα συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ αμειβόμενου αθλητή γενικά ή προπονητή και οποιουδήποτε τρίτου, καθώς και για τις αμοιβές ή μισθούς που καταβάλλονται στα πρόσωπα αυτά.
Για τα πρόστιμα που προβλέπονται από την παράγραφο αυτή κατά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 87 του ν.2238/1994.
Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου, ισχύουν για συμφωνητικά που υπογράφονται από την ημέρα δημοσίευσης του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Συμφωνητικά τα οποία έχουν υπογραφεί πριν από την έναρξη ισχύος του κοινοποιουμενου νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν κατά τη δημοσίευσή του, κατατίθενται κατά την παραπάνω διαδικασία στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
10. Με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 4 προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 103 του ν.2238/1994 νέα περίπτωση υπό στοιχείο ιγ'. Σύμφωνα με τις διατάξεις της νέας αυτής περίπτωσης οι τόκοι που αποκτά η Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος, οι οποίοι προκύπτουν από δάνειο που χορηγεί προς το Ελληνικό Δημόσιο, απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθοι όροι:

α) Το ως άνω χορηγούμενο δάνειο προέρχεται από ισόποσο δάνειο, το οποίο έχει λάβει προηγούμενα η υπόψη Τράπεζα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου από το Ταμείο Αποκαταστάσεως του Συμβουλίου της Ευρώπης.
β) Και τα δύο ως άνω δάνεια συνάπτονται για το ίδιο χρονικό διάστημα και με το ίδιο επιτόκιο και
γ) Στη σχετική σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ της υπόψη Τράπεζας και του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση του ως άνω δανείου, αναφέρονται οι πιο πάνω όροι υπό στοιχεία α' και β', καθώς και ότι οι τόκοι που αποκτά η δικαιούχος Τράπεζα από αυτό το δάνειο απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος.

Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επίσης, με το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου, ορίζεται ότι τα αναφερόμενα σε αυτή εφαρμόζονται ανάλογα και για τους τόκους που είτε έχουν προκύψει ή θα προκύψουν από δάνεια τα οποία έχουν συναφθεί πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
11. Με την παράγραφο 11 του άρθρου 4 προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν.2166/1993 νέα περίπτωση υπό στοιχείο στ'.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της νέας αυτής περίπτωση, οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 5 του ν.2166/1993 εφαρμόζονται και στην περίπτωση συγχώνευσης αστικών συνεταιρισμών του ν.1667/1986 με σκοπό την ίδρυση νέου αστικού συνεταιρισμού του ίδιου νόμου. Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή για συγχωνεύσεις αστικών συνεταιρισμών που θα πραγματοποιηθούν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
12. Με την παράγραφο 20 του άρθρου 4 προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 99 του ν.2238/1994.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νέου αυτού εδαφίου, εξαιρετικά, το συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος των εταιριών περιορισμένης ευθύνης, οι οποίες έχουν συσταθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν.588/1977 και αποκλειστικό σκοπό έχουν την εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους των ενταγμένων λεωφορείων σε ΚΤΕΛ, δεν φορολογείται στο όνομα του νομικού προσώπου της ΕΠΕ, αλλά στο όνομα κάθε εταίρου αυτών για το ποσοστό των κερδών που του αναλογεί από τη συμμετοχή του στην εταιρία. Οι διατάξεις του νέου αυτού εδαφίου, όπως ορίζεται με την παράγραφο 21 του ίδιου άρθρου, εφαρμόζονται για τις πιο πάνω εταιρίες περιορισμένης ευθύνης που έχουν συσταθεί μέχρι και την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνουν τα εισοδήματα αυτών των εταιριών που προκύπτουν από διαχειριστικές περιόδους που λήγουν την 31η Δεκεμβρίου 1995 και μετά.
13. Με τη διάταξη της παραγράφου 28 του νομοσχεδίου προστίθεται νέα διάταξη στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του Ν.2238/1994 η οποία είναι σαφής και δεν χρειάζεται ιδιαιτέρα ανάλυση. Αναφέρεται στην αυτοτελή φορολόγηση των χρηματικών ποσών που καταβάλλονται στους ποδοσφαιριστές και λοιπούς αμειβόμενους αθλητές από τις ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρίες και τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία για τη συμμετοχή τους σε ευρωπαϊκές ή διεθνείς διοργανώσεις και αποτελούν μέρος των όσων εισπράττουν σε συνάλλαγμα οι ΠΑΕ ή τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία από ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς για τις διοργανώσεις αυτές.

Η διάταξη αυτή ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου (21.3.96).

Κατηγορία: Εγκύκλιοι - ΠΟΛ
Εμφανίσεις: 9275