Νόμος 2190/1920
περί Α.Ε.
Ευρετήριο
Ν. 2190/1920 " Περί Ανωνύμων Εταιρειών".
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Το κείμενο του παρόντος νόμου παρατίθεται όπως κωδικοποιήθηκε με το ΒΔ 174/1963 (Α 37) και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σχετικό το Π.Δ. 409/1986 (Α 191), περί προσαρμογής της Ελληνικής νομοθεσίας περί Ανωνύμων Εταιρειών προς το Κοινοτικό Δίκαιο.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σχετικό το Π.Δ. 56/1991 περί προσαρμογής και συμπλήρωσης του Κ.Ν. 2190/ 1920 "περί Ανωνύμων Εταιρειών", όπως
κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. 174/1963 και τροποποιήθηκε με τα Π.Δ. 409/1986 και 498/ 1987, προς τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 25 της Δεύτερης Οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Δεκ. 1976 (Ε.Ε. 06, τόμος 001, σελίδα 230), Α' 26.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σχετικά τα ΠΔ 325/94 περί προσαρμογής του ΚΝ 2190/20 στην Οδ. ΕΟΚ 90/604/ΕΟΚ και ΠΔ 326/90 περί προσαρμογής στην Οδ. ΕΟΚ 90/605/ΕΟΚ.
*** Όπου στον κ.ν.2190/1920,όπως ισχύει, γίνεται αναφορά σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες νοούνται οι Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες. (άρθρ.10 παρ.10 περ.ε' Ν. 2741/1999 ).
Άρθρο μόνον.
Το κείμενο του νόμου 2190 του 1920 "Περί Ανωνύμων Εταιρειών" ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως κωδικοποιείται εις ενιαίον κείμενο νόμου, έχον ως έπεται:
ΝΟΜΟΣ 2190
Γενικαί Διατάξεις
Πάσα ανώνυμος εταιρεία είναι εμπορική, και εάν ο σκοπός αυτής δεν είναι εμπορική επιχείρησις.
1. Το καταστατικό της
ανώνυμης εταιρείας πρέπει
να περιέχει διατάξεις:
α. Για την εταιρική επωνυμία και το σκοπό
της εταιρείας.
β. Για την έδρα της εταιρείας.
γ. Για την διάρκειά της.
δ. Για το ύψος και τον τρόπο καταβολής του
εταιρικού κεφαλαίου.
ε. Για
το είδος των
μετοχών, καθώς και
για τον αριθμό, την ονομαστική αξία και την έκδοσή
τους.
στ. Για
τον αριθμό των
μετοχών κάθε κατηγορίας
εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών.
ζ. Για
τη μετατροπή ονομαστικών μετοχών σε ανώνυμες, ή ανώνυμων σε ονομαστικές.
η. Για
τη σύγκληση, τη
συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου.
θ. Για
τη σύγκληση, τη
συγκρότηση, τη λειτουργία
και τις αρμοδιότητες των Γενικών
Συνελεύσεων.
ι. Για τους ελεγκτές.
ια. Για τα δικαιώματα των μετόχων.
ιβ. Για τον ισολογισμό και τη διάθεση των
κερδών.
ιγ. Για τη λύση της εταιρείας και την
εκκαθάριση της περιουσίας της.
2.
Το καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας πρέπει να αναφέρει επίσης:
α.
Τα ατομικά στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που υπέγραψαν το
καταστατικό της εταιρείας ή στο
όνομα και για λογαριασμό των οποίων έχει υπογραφεί το καταστατικό αυτό.
β.
Το συνολικό ποσό, τουλάχιστον κατά προσέγγιση, όλων, των δαπανών που
απαιτήθηκαν για τη σύσταση της εταιρείας και βαρύνουν αυτή".
***Το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 2 του ΠΔ 409/1986
(Α 191).
"1.
Επιτρέπεται, ίνα δια διατάξεων
του καταστατικού, ορίζηται προνόμιο
υπέρ μετοχών. Το προνόμιο τούτο συνίσταται εις απόληψιν προ των κοινών μετοχών του κατά το άρθρον 45
πρώτου μερίσματος και εις την
προνομιακή απόδοσιν του καταβληθέντος υπό των κατόχων προνομιούχων μετοχών
κεφαλαίου εκ του
προϊόντος της εκκαθαρίσεως της
εταιρικής περιουσίας. Ωσαύτως επιτρέπεται όπως ορισθεί, ότι
εν περιπτώσει μη
διανομής μερίσματος κατά μίαν ή πλείονας χρήσεις, το προνόμιο
αφορά εις προνομιακή καταβολή
μερισμάτων και δια τας χρήσις, καθ'
ας δεν εγένετο διανομή μερίσματος.
2.
Αι προνομιούχοι μετοχαί
δύναται να ορίζηται
ότι έχουσι σταθερό μέρισμα ή ότι
συμμετέχουσιν εν όλω ή εν μέρει
εις τα κέρδη της επιχειρήσεως.
3. Αι προνομιούχοι μετοχαί μετά ψήφου
δύναται να εκδοθώσι και ως
μετατρέψιμοι εις κοινάς
μετοχάς, οπότε ορίζεται
και ο χρόνος της
μετατροπής. Το δικαίωμα της
μετατροπής ασκείται υπό του
προνομιούχου μετόχου ατομικώς
δια δηλώσεώς του,
ισχύει δε, η μετατροπή από της
επομένης, της καθ' ην ησκήθη, εταιρικής χρήσεως.
"4. Οι προνομιούχες μετοχές μπορούν να
εκδοθούν και χωρίς δικαίωμα ψήφου, οπότε, εκτός από
τα προνόμια των
προηγούμενων παραγράφων, επιτρέπεται να καθορίζεται υπέρ αυτών και
δικαίωμα απόληψης ορισμένου τόκου. Η απόληψη ορισμένου τόκου
από τους μετόχους προνομιούχων χωρίς δικαίωμα ψήφου μετοχών που θα εκδοθούν
μετά την έναρξη
ισχύος της παρούσας διάταξης
υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 44 α.
Για
τη φορολογική μεταχείριση
του εισοδήματος που προέρχεται από τόκους προνομιούχων μετοχών,
εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου
10 του Α.Ν. 148/1967, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.
Προκειμένου για προνομιούχες
ονομαστικές μετοχές χωρίς
δικαίωμα ψήφου, που αναλαμβάνονται αρχικά από την
ΕΤΒΑ ή το Δημόσιο, είναι δυνατό να καθοριστεί ότι η απόληψη ορισμένου
τόκου μπορεί να γίνει με την
προϋπόθεση ότι, για
ορισμένο χρόνο που ορίζεται κατά την έκδοση αυτών των προνομιούχων
μετοχών, δε θα συμμετέχουν στα κέρδη.
Και στην περίπτωση αυτή
η απόληψη ορισμένου τόκου υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου
44α".
***Η παρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 3 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
"5. Κατάργηση ή περιορισμός τους
προνομίου επιτρέπεται μόνο μετά από απόφαση η οποία λαμβάνεται σε ιδιαίτερη
γενική συνέλευση εκείνων των προνομιούχων μετόχων στους οποίους αφορά το
προνόμιο με πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) του εκπροσωπούμενου
προνομιούχου κεφαλαίου.
Για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης
αυτής, τη συμμετοχή σε αυτή, την παροχή πληροφοριών, την ψηφοφορία ως και την
ακύρωση των αποφάσεών της, εφαρμόζονται ανάλογα οι περί της γενικής συνέλευσης
των μετόχων σχετικές διατάξεις.
Για τη μετατροπή των προνομιούχων, χωρίς
ψήφο, μετοχών σε κοινές μετά ψήφου μετοχές απαιτείται, εκτός της κατά τα
ανωτέρω αποφάσεων των προνομιούχων μετόχων και απόφαση της γενικής συνέλευσης
των μετόχων κοινών μετοχών, με την πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) του εκπροσωπούμενου
κοινού μετοχικού κεφαλαίου.
Οι κατά τα ανωτέρω γενικές συνελεύσεις των
μετόχων κατόχων προνομιούχων και κοινών μετοχών ευρίσκονται σε απαρτία και συνεδριάζουν
εγκύρως επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή
αντιπροσωπεύονται σε αυτές μέτοχοι εκπροσωπούντες τα τρία τέταρτα (3/4)
*** Η παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω από την
παρ.1 άρθρ.1 Ν.2339/1995 (Α 204).
6. Αι κατά τας διατάξεις των προηγουμένων
παραγράφων εκδιδόμεναι προνομιούχοι
μετοχαί δέον να διακρίνωνται σαφώς από των κοινών μετοχών και να
αναγράφωσι δια μεγάλων στοιχείων επί της πρόσθιας αυτών όψεως τας λέξεις
"Προνομιούχος Μετοχή" ως και τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών π.χ.
"μετατρέψιμος",
"μετά ή άνευ ψήφου"
κλπ., επί δε της οπίσθιας όψεως την έκτασιν και του όρους του παρεχομένου
προνομίου.
7(8).
δια διατάξεων του καταστατικού δύναται να επιτραπεί η έκδοσης
δεσμευμένων ονομαστικών μετοχών,
των οποίων η μεταβίβασις εξαρτάται από την έγκρισιν της εταιρείας. Την έγκρισιν παρέχει
το Διοικητικόν Συμβούλιο ή η Γενική
Συνέλευσις κατά τα
υπό του καταστατικού οριζόμενα. Το καταστατικό
δύναται να ορίσει τους λόγους
δι' ους επιτρέπεται η άρνησης
της εγκρίσεως".
* Η αρχική παρ.7 καταργήθηκε και η παρ.8
αναριθμήθηκε σε 7 από την παρ.2 άρθρ.1 Ν.2339/1995 (Α 204).
*Το άρθρον 3, ως τούτο είχε
τροποποιηθεί υπό του Ν. 5924/1931 και του ΝΔ 4237/1962, αντικατεστάθη ως άνω
δια του άρθρου 5 του ΑΝ 148/1967 (Α 173).
"1.
(α) Η γενική συνέλευση μπορεί να αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
29 παρ. 3 και 31 παρ. 2 την έκδοση ομολογιακού δανείου, με το οποίο χορηγείται
στους ομολογιούχους δικαίωμα μετατροπής των ομολογιών τους σε μετοχές της
εταιρείας.
(β)
Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει την έκδοση ομολογιακού δανείου με
μετατρέψιμες ομολογίες υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13.
(γ)
Επί των αποφάσεων των περιπτώσεων α' και β' εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις
για τη δημοσιότητα της απόφασης για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και οι
διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 13.
*Η παρ.1,η οποία είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 4 ΠΔ 409/1986,
αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω με την παρ.1 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"2.
Στην απόφαση του αρμόδιου οργάνου ορίζεται ο χρόνος και ο τρόπος άσκησης του
δικαιώματος, η τιμή ή ο λόγος μετατροπής ή το εύρος τους. Η τελική τιμή ή ο
λόγος μετατροπής ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας πριν από
την έκδοση του δανείου. Απαγορεύεται χορήγηση μετοχών ονομαστικής αξίας
ανώτερης της τιμής έκδοσης των μετατρεπόμενων ομολογιών.
* Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.2 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"3. Η διάταξη της παραγράφου 1 του
άρθρου 13α του παρόντος εφαρμόζεται ανάλογα. Μετά την ολοκλήρωση της κάλυψης
του δανείου, το διοικητικό συμβούλιο της εκδότριας πιστοποιεί την καταβολή του
ομολογιακού δανείου με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 11 του παρόντος. Σε
περίπτωση παράβασης επιβάλλονται οι ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 58α του
παρόντος.
* Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.3 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"4.
Με την άσκηση του δικαιώματος μετατροπής των ομολογιών, επέρχεται ισόποση
αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας
υποχρεούται μέχρι τη λήξη του επόμενου μηνός από την ημέρα άσκησης του
δικαιώματος μετατροπής να διαπιστώνει την αύξηση και να αναπροσαρμόζει το περί
κεφαλαίου άρθρο του καταστατικού, τηρώντας τις διατυπώσεις δημοσιότητας του
άρθρου 7β.
*
Η παρ.4 προστέθηκε με την παρ.4 άρθρ.15
Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α
157/25.6.2003.
"5. Οι αυξήσεις κεφαλαίου της παραγράφου
4 δεν αποτελούν τροποποίηση του καταστατικού".
*
Η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.15
Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
*Το άρθρον 3α προσετέθη δια του άρθρου 2
του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
Η
γενική συνέλευση μπορεί να αποφασίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29
παρ. 3 και 31 παρ. 2, την έκδοση ομολογιακού δανείου, με το οποίο χορηγείται
στους ομολογιούχους δικαίωμα είτε προς λήψη, πέραν του τόκου, και ορισμένου
ποσοστού επί των κερδών που υπολείπονται μετά την απόληψη του κατά το άρθρο 45
πρώτου μερίσματος από τους προνομιούχους και κοινούς μετόχους είτε προς λήψη
άλλης πρόσθετης παροχής, που εξαρτάται από το ύψος της παραγωγής ή το εν γένει
επίπεδο δραστηριότητας της εταιρείας.
* Το άρθρο 3β αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.6 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"1. Επιτρέπεται η υπό
Ανωνύμου Εταιρείας έκδοσης ομολογιακού
δανείου σφαλισμένου εν τω συνόλω μετά των τόκων του δι' υποθήκης επί
ενός ή πλειόνων ακινήτων της οφειλέτιδος ή τρίτου τινός.
2.
δια την έκδοσιν
τοιούτου δανείου απαιτείται
άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ήτις κρίνει την επάρκεια της παρεχομένης ασφαλείας. Προς τούτο η προτιθεμένη την έκδοσιν
τοιούτου δανείου. Εταιρεία υποβάλει τη ως άνω Επιτροπή αίτησιν
αναφέρουσαν το ποσόν, του δανείου, τον
αριθμόν των ομολογιών, τον χρόνον εξοφλήσεως, τον τόκον και τον "εκπρόσωπον των ομολογιούχων" οίος
δύναται να είναι
μόνον Τράπεζα ως και πιστοποιητικόν του Υποθηκοφυλακείου
συνοδευόμενον υπό εγγράφου βεβαιώσεως του νομίμου εκπροσώπου της Εταιρείας ότι
το εις υποθήκη προσφερόμενο ακίνητον ανήκει κατά πλήρη
κυριότητα εις μόνη την αιτούσαν ή τον
προσφέροντα την υποθήκη
τρίτον και ότι
είναι ελεύθερον βάρους
κατασχέσεως ή διεκδικήσεως ή αναφέρουσαν τα τυχόν υφιστάμενα
επ' αυτού υποθηκικά
βάρη. Η άδεια
της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, περιέχουσα πάντα τα στοιχεία
ταύτα, αποτελεί τον τίτλον
εγγραφής της υποθήκης.
Τα πάσης φύσεως
δικαιώματα των εμμίσθων ή
αμίσθων υποθηκοφυλάκων δια την προς ασφάλειαν του εκδιδομένου κατά τα
ανωτέρω ομολογιακού δανείου
εγγραφήν υποθήκης δεν δύναται να υπερβώσι
το ποσόν των δραχμών 3.000. δια την εγγραφήν ή διαγραφή της υποθήκης
ουδεμία κράτησις υπέρ οιουδήποτε τρίτου ενεργείται.
3.
Η εκδίδουσα το
δάνειον εταιρεία δημοσιεύει
εις δύο τουλάχιστον ημερησίας
εφημερίδας πρόγραμμα του
δανείου, μνημονεύον τους εγκριθέντας
όρους αυτού, την
προς τούτο άδειαν της επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τον εκπρόσωπον των
ομολογιούχων, την δια το συνολικόν
ποσόν του δανείου
και τους τόκους αυτού εγγραφήν της υποθήκης δι' αναφοράς του πιστοποιητικού του
Υποθηκοφύλακος, την ύπαρξιν
ή μη υποθηκικών βαρών και την σειράν εγγραφής της υποθήκης.
4.
Αι εκ του δανείου υποθηκικαί
αξιώσεις των ομολογιούχων
ασκούνται αποκλειστικώς υπό του
εκπροσώπου αυτών. Η
είσπραξις της ονομαστικής αξίας
της ομολογίας κατά
την λήξιν της
και των τοκομεριδίων ενεργούνται
υπό των κομιστών τούτων.
5.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δικαιούται να ορίσει
έτερον "εκπρόσωπον ομολογιούχων" αν ο υπάρχων παραιτηθή, εκλείψη ή ανακληθή υπό του Προέδρου των
Πρωτοδικών, κατά την διαδικασίαν του
άρθρου 634 κ.ε.
της Π.Δ., δικαιούται δε και ν' ανακαλέση η ιδία τον
οπωσδήποτε ορισθέντα, επί τη αιτήσει ομολογιούσων
εκπροσωπούντων το 1/10 του όλου ομολογιακού δανείου, αν συντρέχωσι σοβαροί
λόγοι. Η ως άνω απόφασις του Προέδρου
ή της Επιτροπής
Κεφαλαιαγοράς σημειούται εις
το περιθώριον της πράξεως εγγραφής της εν παρ. 1 του παρόντος
υποθήκης, τη αιτήσει οιουδήποτε
έχοντος έννομον συμφέρον, από της σημειώσεως δε ταύτης ισχύει ως προς τους ομολογιούχους και την εταιρείαν.
6.
Ο εκπρόσωπος των
ομολογιούχων ευθύνεται έναντι τούτων δια δόλον και πάσαν αμέλειαν.
7. Η υποθήκη διαγράφεται μόνον κατόπιν
εγκρίσεως της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
παρεχομένης επί τη
βεβαιώσει της εταιρείας και
των εκπροσώπων των ομολογιούχων ότι
εξωφλήθη ολοσχερώς το ΚΕΦΑΛΑΙΟ και οι
τόκοι ή ότι παν οφειλόμενον ποσόν εκ κεφαλαίου και τόκων κατετέθη εις
το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ των ομολογιούχων. Η ολική εξόφλησις γίνεται μόνον επί τη προσαγωγή του
τίτλου της ομολογίας. Εις περίπτωσιν μη πραγματοποιήσεως του δανείου, η υποθήκη
διαγράφεται επί ομοία βεβαιώσει της εταιρείας και του εκπροσώπου
των ομολογιούχων ότι επεστράφησαν τα καταβληθέντα ποσά ή ότι κατετέθησαν
εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και δανείων υπέρ των καταβαλόντων.
8.
Όπου κατά τας κειμένας διατάξεις
απαιτείται η εγγραφή του ονόματος του δανειστού, νοείται δια την
εφαρμογήν του παρόντος
το ονοματεπώνυμον του εκπροσώπου των ομολογιούχων και
ο ακριβής προσδιορισμός του ομολογιακού δανείου".
* Το άρθρο 3γ,το
οποίο είχε προστεθεί με το άρθρο 8 ΑΝ 148/1967 (Α 173) ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.22 άρθρ.15
Ν.3157/2003,ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"1. Ο Υπουργός
Εμπορίου υποχρεούται να προκαλέσει, σύμφωνα με το άρθρο 37 του Εμπορικού
Νόμου, την απόφαση για
τη σύσταση ανώνυμης εταιρείας, καθώς
και την έγκριση
του καταστατικού της, εφόσον το
καταστατικό έχει καταρτισθεί δια
δημοσίου εγγράφου σύμφωνα
με τις ισχύουσες
διατάξεις".
*Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ. 1 του άρθρ. 2 του ΠΔ 498/1987 (Α
236).
"2. Το καταστατικό τροποποιείται ή
κωδικοποιείται με απόφαση της γενικής συνέλευσης που εγκρίνεται από τον υπουργό
Εμπορίου.
Για την τροποποίηση ή κωδικοποίηση του
καταστατικού δεν απαιτείται δημόσιο
έγγραφο".
* Η παρ.2 που είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 14 του Ν.1934/1991 (Α 31),αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από
την παρ.1 άρθρ.2 Ν.2339/1995 (Α 204).
"3. Η πρόσκληση για τη σύγκληση της
γενικής συνέλευσης και η απόφασή της για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου
πρέπει με ποινή ακυρότητας να ορίζει το σκοπό της μείωσης, καθώς και τον τρόπο
πραγματοποίησης της.
Η απόφαση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από
έκθεση ορκωτού ελεγκτή, στην οποία να βεβαιώνεται η δυνατότητα της εταιρίας να
ικανοποιήσει τους δανειστές της, εκτός αν η απόφαση για τη μείωση προβλέπει την
ταυτόχρονη ισόποση, τουλάχιστον, αύξηση του κεφαλαίου με ολική καταβολή του
ποσού αυτής ή η μείωση του κεφαλαίου γίνεται προς συμψηφισμό ζημιών ή
επιβάλλεται από το νόμο.
Ο υπουργός Εμπορίου δεν εγκρίνει την απόφαση
για μείωση, αν θεωρεί, με βάση την έκθεση του ορκωτού ελεγκτή ότι μετά τη
μείωση δεν απομένουν ικανές εγγυήσεις για την ικανοποίηση των δανειστών".
* Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την
παρ.2 άρθρ.2 Ν.2339/1995 (Α 204).
4. Δε γίνεται καμία καταβολή στους μετόχους
από το αποδεσμευμένο με τη μείωση ενεργητικό
της εταιρείας, με
ποινή ακυρότητας αυτής της
καταβολής, εκτός εάν ικανοποιηθούν οι
δανειστές της εταιρείας
των οποίων οι απαιτήσεις
γεννήθηκαν πριν από τη δημοσιότητα της απόφασης για μείωση ή εάν το
δικαστήριο αποφανθεί ότι οι απαιτήσεις αυτές
είναι αβάσιμες.
5.
Εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, κάθε απόφαση
της Γενικής Συνέλευσης, που
αφορά τη μείωση του κεφαλαίου, τελεί υπό την έγκριση της κατηγορίας ή
των κατηγοριών μετόχων,
τα δικαιώματα των οποίων θίγονται από την απόφαση αυτή.
"Η
έγκριση παρέχεται με
απόφαση των μετοχών
της θιγόμενης κατηγορίας, που
λαμβάνεται σε ιδιαίτερη
συνέλευση με τα ποσοστά απαρτία β και πλειοψηφίας που
προβλέπονται από τα άρθρα 29 παρ. 3 και 4 και 31 παρ. 2".
*Το β' εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω με
την παρ. 2 του άρθρ. 2 του ΠΔ 498/1987
(Α 236).
Για τη σύγκληση αυτής της συνέλευσης,
τη συμμετοχή σ' αυτήν, την παροχή
πληροφοριών, την αναβολή λήψης
αποφάσεων, την ψηφοφορία, καθώς και την ακύρωση των αποφάσεών της, εφαρμόζονται αναλόγως
οι σχετικές διατάξεις για τη
Γενική Συνέλευση των μετόχων".
*Το άρθρο 4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 5 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
(5.Η απόρριψη από τον Υπουργό Εμπορίου
αίτησης για την παροχή άδειας σύστασης ανωνύμου εταιρίας ή για την έγκριση
τροποποίησης καταστατικού ή για την εγκατάσταση υποκαταστήματος αλλοδαπής
εταιρίας στην Ελλάδα κατά το άρθρο 50 και επόμενα του παρόντος νόμου, γίνεται
μετά από γνώμη της επιτροπής Ανωνύμων εταιριών που αποτελείται από:
α)τον νομικό σύμβουλο του υπουργείου
Εμπορίου ή το νομικό αναπληρωτή του.
β)τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ανωνύμων
Εταιριών της Πίστεως ή τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων
και Αναλογιστικής του Υπουργείου Εμπορίου, κατά περίπτωση αναπληρούμενους από
τους νόμιμους αναπληρωτές τους.
γ)Έναν καθηγητή εμπορικού δικαίου που
ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον υπουργό Εμπορίου και
δ)έναν δικηγόρο παρ'Αρείω Πάγω ειδικευμένο
σε θέματα εμπορικού δικαίου υποδεικνυόμενο με τον αναπληρωτή του από τον
Σύνδεσμο Ανωνύμων Εταιρειών και ΕΠΕ
ε)Έναν δικηγόρο παρ'Αρείω Πάγω ειδικευμένο
σε θέματα εμπορικού δικαίου υποδεικνυόμενο από τον Σύνδεσμο Ελλήνων
Εμπορικολόγων
Ο πρόεδρος με τον αναπληρωτή του ορίζεται
από τον υπουργό Εμπορίου.
Χρέη γραμματέως εκτελεί υπάλληλος της
Διεύθυνσης Ανωνύμων Εταιριών και Πίστεως του υπουργείου Εμπορίου που ορίζεται
με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εμπορίου.
Ο υπουργός Εμπορίου δικαιούται να ζητεί
γνωμοδότηση της επιτροπής αυτής και για άλλα θέματα που αφορούν τις ανώνυμες
εταιρίες.
Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών
και Εμπορίου καθορίζεται κάθε φορά το ποσόν του παράβολου που υποχρεούται ο
ενδιαφερόμενος να καταβάλλει στο Δημόσιο Ταμείο για όλες τις περιπτώσεις που
ζητείται η γνώμη της επιτροπής καθώς και η αποζημίωση που καταβάλλεται στον
πρόεδρο και τα μέλη της επιτροπής κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 18
του ν. 1505/84 και 8 του Ν. 1810/88.
Η Επιτροπή ανωνύμων εταιριών βρίσκεται σε
απαρτία όταν παρευρίσκονται τρία τουλάχιστον μέλη της).
* Η δεύτερη παρ.5 που προστέθηκε με το
άρθρο 26 Ν.2339/1995, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 άρθρ.10 Ν.2741/1999 ΦΕΚ Α
199/28.9.1999.
1. Η εταιρεία κηρύσσεται
άκυρη με δικαστική απόφαση μόνο αν:
"α. Δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις των
άρθρων 2 παρ. 1 περιπτώσεις
α και δ, 4 παρ. 1 και 8 παρ. 2".
* Η περ. α) αντικαταστάθηκε ως άνω με
την παρ. 3 του άρθρου 2 του ΠΔ 498/1987
(Α 236).
β. ο σκοπός της είναι παράνομος ή αντίκειται
στη δημόσια τάξη.
"Προκειμένου
για συμμετοχές της Εταιρείας στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων, στις οποίες η
Εταιρεία είναι απεριόριστα ευθυνόμενος εταίρος, παρατίθεται ανάλυση, η οποία
περιλαμβάνει την επωνυμία, την έδρα και το νομικό τύπο της κάθε μιας από αυτές
τις επιχειρήσεις. Η πληροφορία αυτή είναι δυνατόν να παραλείπεται, όταν είναι
ασήμαντη σε σχέση με τις αρχές της παραγρ. 2 του άρθρου 42α".
*Το εντός " " εδάφιο προστέθηκε
με το άρθρο 3 του Π.Δ.326/1994 (Α 174).
Η ισχύς των διατάξεων του Π.Δ.326/1994
αρχίζει από τις εταιρικές χρήσεις, που αρχίζουν από 1ης Ιανουαρίου 1995 και
μετά.(ΟδΕΟΚ 90/605/ΕΟΚ)
γ. ο αριθμός των ιδρυτών είναι κατώτερος
από δύο, και δ. όλοι οι ιδρυτές, όταν
υπογράφτηκε η εταιρική σύμβαση δεν είχαν
την ικανότητα για δικαιοπραξία.
2.
Η αγωγή ασκείται από κάθε
πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και απευθύνεται κατά της εταιρείας.
Το δικαστήριο που
απαγγέλλει την ακυρότητα
διορίζει με την ίδια απόφαση και τους εκκαθαριστές.
3.
Η δικαστική απόφαση που
κηρύσσει την ακυρότητα
της εταιρείας αντιτάσσεται προς τους τρίτους σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 7β. Τριτανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε προθεσμία έξι (6)
μηνών από την υποβολή της απόφασης στη δημοσιότητα που προβλέπει η περιπτ.
β της παρ. 1 του άρθρου 7β.
4.
Η ακυρότητα αυτή
καθαυτή δεν επηρεάζει
την εγκυρότητα των υποχρεώσεων ή των απαιτήσεων της
εταιρείας χωρίς να
βλάπτονται τα αποτελέσματα της
κατάστασης εκκαθάρισής της.
5.
Οι μέτοχοι της άκυρης εταιρείας υποχρεούνται να
καταβάλλουν το κεφάλαιο που ανέλαβαν και δεν έχουν ακόμη καταβάλει, στην
έκταση που αυτό είναι αναγκαίο
για την εκπλήρωση του σκοπού της εκκαθάρισης".
*Το άρθρο 4α προστέθηκε με το άρθρο 6
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
1. Η ανώνυμος εταιρεία λαμβάνει την επωνυμία
αυτής εκ του είδους της επιχειρήσεως, ην ασκεί.
2. Εν τη επωνυμία δύναται, πλην των ανωτέρω,
να περιέχηται και το ονοματεπώνυμον ιδρυτού τινός ή άλλου φυσικού προσώπου, είτε
η επωνυμία εμπορικής τινός εταιρείας.
3. Εν τη επωνυμία δέον πάντως να περιέχωνται
αι λέξεις "Ανώνυμος Εταιρεία".
"4. Σε περίπτωση που ο σκοπός της
εταιρίας εκτείνεται σε πολλά αντικείμενα, η επωνυμία μπορεί να λαμβάνεται από
τα κυριότερα από αυτά.
5. Η τυχόν διεύρυνση του σκοπού δεν
συνεπάγεται αναγκαίως και τη μεταβολή της εταιρικής επωνυμίας, με την οποία η
εταιρία είναι ήδη γνωστή στις συναλλαγές.
6. Για τις διεθνείς συναλλαγές της εταιρίας,
η επωνυμία μπορεί να εκφράζεται και σε ξένη γλώσσα, σε πιστή μετάφραση ή με
λατινικά στοιχεία".
*
Οι παρ.4,5 και 6 προστέθηκαν με το άρθρο 3 Ν.2339/1995 (Α 204).
Ως έδρα της εταιρείας δέον να ορίζηται εις
δήμος ή μια κοινότης της Ελληνικής Επικρατείας.
Πράξεις και στοιχεία που υποβάλλονται
σε δημοσιότητα.
"1. Πράξεις και στοιχεία ημεδαπών
Ανωνύμων Εταιρειών. Σε δημοσιότητα
υποβάλλονται οι εξής πράξεις και στοιχεία:
α.
Οι αποφάσεις της
Διοίκησης για τη σύσταση ανώνυμων εταιρειών, καθώς και το καταστατικό
που εγκρίθηκε.
"β. Οι αποφάσεις της διοίκησης για την
έγκριση της τροποποίησης ή κωδικοποίησης καταστατικών ανωνύμων εταιριών, καθώς
και ολόκληρο το νέο κείμενο του καταστατικού μαζί με τις τροποποιήσεις που
έγιναν".
*
Το εδάφ.β' αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 άρθρ.4 Ν.2339/1995 (Α 204).
γ.
Ο διορισμός και
η για οποιοδήποτε λόγο παύση με τα στοιχεία ταυτότητας των προσώπων
που: ασκούν τη διαχείριση της εταιρείας, έχουν την εξουσία να την εκπροσωπούν
από κοινού ή μεμονωμένα, είναι αρμόδια
να ασκούν τον τακτικό της έλεγχο.
δ. Η
απόφαση ανάκλησης της
άδειας σύστασης και
έγκρισης του καταστατικού της
εταιρείας. ε. Κάθε απόφαση για αύξηση
ή μείωση του μετοχικού κεφαλαίου
της εταιρείας. Στην απόφαση για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου
πρέπει να αναγράφεται το νέο κεφάλαιο, ο αριθμός και το είδος
των μετοχών που εκδίδονται, η ονομαστική τους
αξία και γενικά οι όροι έκδοσης τους, καθώς και ο συνολικός αριθμός των
μετοχών της εταιρείας.
στ. Το
πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου με το
οποίο πιστοποιείται η καταβολή
του μετοχικού κεφαλαίου, είτε κατά τη σύσταση της εταιρείας, είτε μετά από κάθε
αύξηση του.
ζ. Οι
ετήσιες οικονομικές καταστάσεις,
αρχικές και τροποποιημένες από τη Γενική Συνέλευση (ισολογισμός,
αποτελέσματα χρήσεως, πίνακας διαθέσεως αποτελεσμάτων και προσάρτημα) και οι σχετικές εκθέσεις του
Διοικητικού Συμβουλίου και των Ελεγκτών της εταιρείας. Ο ισολογισμός
πρέπει να περιέχει τα ατομικά
στοιχεία των προσώπων που, κατά νόμο, τον πιστοποιούν.
η.
Οι μηνιαίες λογιστικές καταστάσεις των Τραπεζών, των υποκαταστημάτων των
αλλοδαπών Τραπεζών, καθώς και η λογιστική κατάσταση του άρθρου 46".
* Η περ. η αντικαταστάθηκε ως άνω από την
παρ.1 του άρθρου 2 του ΠΔ 367/1994 (Α
200) (Προσαρμογή στις διατάξεις των
Οδηγιών 86/635/ΕΟΚ και 78/669/ΕΟΚ).
"ι. Η δικαστική απόφαση
παντός βαθμού που κηρύσσει άκυρη την εταιρία ή σε κατάσταση πτώχευσης, καθώς
και οι δικαστικές αποφάσεις παντός βαθμού που αναγνωρίζουν ως άκυρες ή
ακυρώνουν αποφάσεις γενικών συνελεύσεων.
Σε δημοσιότητα υποβάλλονται και οι
δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν τις παραπάνω αποφάσεις".
*
Το εδάφ.ι αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 άρθρ.4 Ν.2339/1995 (Α 204).
ια. Ο διορισμός και η αντικατάσταση των
εκκαθαριστών, με τα στοιχεία της ταυτότητάς τους.
ιβ.
Οι ισολογισμοί της
εκκαθάρισης, καθώς και
ο τελικός της ισολογισμός.
ιγ. Η διαγραφή της εταιρείας από το Μητρώο
Ανωνύμων Εταιρειών.
ιδ.
Κάθε πράξη ή στοιχείο του οποίου
η δημοσιότητα επιβάλλεται από άλλες διατάξεις.
2.
Πράξεις και στοιχεία
υποκαταστημάτων εταιρειών άλλων Κρατών Μελών. Οι πράξεις και τα στοιχεία που αφορούν
στα υποκαταστήματα, τα οποία
έχουν ιδρύσει στην Ελλάδα εταιρείες, που διέπονται από το δίκαιο άλλου
κράτους μέλους της Κοινότητας και
στις οποίες εφαρμόζεται
η οδηγία 68/151 /ΕΟΚ, δημοσιεύονται
κατά το άρθρο 7β του παρόντος νόμου, που εφαρμόζεται αναλόγως.
Η υποχρέωση δημοσιότητας, που αναφέρεται
παραπάνω, αφορά μόνο στις ακόλουθες πράξεις και στοιχεία:
α)
την ιδρυτική πράξη
και το καταστατικό, εάν αυτό
αποτελεί αντικείμενο χωριστής πράξης, καθώς και των τροποποιήσεων των
εγγράφων,
β) τη βεβαίωση του Μητρώου, στο οποίο έχει
καταχωρηθεί η εταιρεία,
γ) την ταχυδρομική ή άλλη διεύθυνση του
υποκαταστήματος,
δ) την αναφορά του αντικειμένου των
εργασιών του υποκαταστήματος,
ε) το μητρώο, στο οποίο τηρείται για την
εταιρεία φάκελος, με μνεία και του αριθμού εγγραφής της σ' αυτό,
στ) την επωνυμία και τη μορφή της
εταιρείας, καθώς και την επωνυμία του
υποκαταστήματος, εάν δεν
είναι η ίδια
με την επωνυμία της εταιρείας,
ζ) το διορισμό, τη λήξη των
καθηκόντων, καθώς και
τα ατομικά στοιχεία ταυτότητος
των προσώπων, που έχουν την
εξουσία να δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων και να την εκπροσωπούν ενώπιον
δικαστηρίου: ως προβλεπόμενα από το
νόμο όργανα διοίκησης της εταιρείας ή ως μέλη ενός τέτοιου οργάνου σύμφωνα με τη δημοσιότητα που λαμβάνει χώρα
για την εταιρεία βάσει του άρθρου 2 παρ.
1 στοιχείο δ
της Οδηγίας 68/ 151 /ΕΟΚ. ως νόμιμοι εκπρόσωποι
της εταιρείας για
τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος με μνεία της έκτασης των
αρμοδιοτήτων τους.
η)
τη λύση της εταιρείας το διορισμό, τα ατομικά στοιχεία ταυτότητος και τις
εξουσίες των εκκαθαριστών, καθώς και την
περάτωση της εκκαθάρισης και τη σχετική μνεία στο Μητρώο, όπως επίσης
τη διαδικασία πτώχευσης, πτωχευτικού συμβιβασμού ή άλλη ανάλογη διαδικασία στην
οποία υπόκειται η εταιρεία.
θ) τα
λογιστικά έγγραφα (οικονομικές καταστάσεις) της εταιρείας,
όπως καταρτίσθηκαν ελέχθησαν και δημοσιεύθηκαν κατά το δίκαιο
του κράτους μέλους, από
το οποίο διέπεται η εταιρεία και
σύμφωνα με τις οδηγίες 78/660/ ΕΟΚ,
83/349/ΕΟΚ και 84/253/ΕΟΚ. Το παρόν δεν εφαρμόζεται στα υποκαταστήματα, τα
οποία έχουν ιδρύσει τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αποτελούν
αντικείμενο της οδηγίας 89/117/ΕΟΚ.
ι)
το κλείσιμο του υποκαταστήματος.
3.
Πράξεις και στοιχεία υποκαταστημάτων εταιρειών τρίτων χωρών. Οι πράξεις και
τα στοιχεία που
αφορούν στα υποκαταστήματα, που
έχουν ιδρύσει στην Ελλάδα εταιρείες, οι οποίες διέπονται από το δίκαιο άλλου Κράτους μη μέλους της Κοινότητας έχουν
όμως νομικό τύπο ανάλογο με τους αναφερόμενους
στην Οδηγία 68/151 /ΕΟΚ,
δημοσιεύονται κατά το άρθρο 7β του παρόντος νόμου, που εφαρμόζεται αναλόγως.
Η υποχρέωση δημοσιότητας αφορά στις
ακόλουθες πράξεις και στοιχεία:
α) τα αναφερόμενα στην παρ. 2 εδάφια
α, γ,
δ, στ, η και ι
του παρόντος άρθρου
β) το δίκαιο του Κράτους, από το οποίο
διέπεται η εταιρεία
γ) εάν το παραπάνω δίκαιο το προβλέπει,
το Μητρώο, στο
οποίο η εταιρεία είναι
εγγεγραμμένη και τον αριθμό εγγραφής της στο μητρώο αυτό
δ)
τη μορφή, την έδρα και το αντικείμενο της εταιρείας,
καθώς και τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, το ποσό του καλυφθέντος κεφαλαίου,
εάν τα στοιχεία αυτά δεν περιέχονται στα παραπάνω έγγραφα.
ε)
το διορισμό, τη
λήξη των καθηκόντων,
καθώς και το στοιχεία ταυτότητος των προσώπων που έχουν την εξουσία να
δεσμεύουν την εταιρεία έναντι τρίτων και να την εκπροσωπούν ενώπιον
δικαστηρίου:
ως
νόμιμα προβλεπόμενα όργανα της
εταιρείας ή ως μέλη ενός τέτοιου οργάνου,
ως
νόμιμοι εκπρόσωποι της
εταιρείας για τη
δραστηριότητα του
υποκαταστήματος, με μνεία
της εκτάσεως των
εξουσιών τους και ενδεχόμενης δυνατότητας να ασκούν τις
εξουσίες αυτές μόνοι.
στ) τα λογιστικά έγγραφα (οικονομικές
καταστάσεις) της εταιρείας, με εξαίρεση τα λογιστικό έγγραφα των πιστωτικών
και χρηματοπιστωτικών
ιδρυμάτων, όπως καταρτίσθηκαν, ελέχθησαν και δημοσιεύθηκαν κατά το δίκαιο του Κράτους,
από το οποίο διέπεται η εταιρεία.
4.
Όταν η δημοσιότητα που επιβάλλεται
να γίνεται για
το υποκατάστημα διαφέρει από τη δημοσιότητα που επιβάλλεται να γίνεται
για την εταιρεία, η πρώτη υπερισχύει
για τις εργασίες που διενεργούνται με το υποκατάστημα.
5.
Όταν σε ένα Κράτος - μέλος έχουν ιδρυθεί περισσότερα
του ενός υποκαταστήματα από την ίδια
εταιρεία η δημοσιότητα
που προβλέπεται παραπάνω σχετικά
με την ιδρυτική πράξη και το καταστατικό, καθώς και τα λογιστικά έγγραφα,
ως αυτά αναφέρονται στις παρ. 2 εδ. θ και 3 εδ. στ του παρόντος άρθρου,
μπορεί να γίνεται στο Μητρώο ενός
υποκαταστήματος κατ' επιλογήν της εταιρείας
Οι
αρμόδιες Υπηρεσίες Εμπορίου
των Νομαρχιών του
Κράτους υποχρεούνται σε αμοιβαία
ενημέρωση του Μητρώου
τους με ταυτόχρονη πληροφόρηση του Κεντρικού Μητρώου
των Α.Ε."
"6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται
ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Ανάπτυξης, μπορεί να θεσπιστεί
μερική ή ολική απαλλαγή από τις υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου, καθώς και από
τις υποχρεώσεις των άρθρων 26 παρ. 2, 36 και 43β παρ. 5 του παρόντος νόμου, για
τις εταιρείες της παρ. 6 του άρθρου 42α του παρόντος νόμου."
*** Η παρ.6 προστέθηκε με την παρ.11 άρθρ.1 Ν.2941/2001,ΦΕΚ Α
201/12.9.2001.
***Το άρθρο 7α αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 2 του Π.Δ.360/1993 (ΦΕΚ Α 154)
Δημοσιότητα
"1. Η δημοσιότητα πραγματοποιείται:
"α. Με την καταχώριση, ύστερα από
έλεγχο, των πράξεων και στοιχείων στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών, που τηρείται
στην υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου της νομαρχίας όπου έχει την έδρα της η
εταιρεία. Αν το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας δεν ξεπερνά τα 300.000 ΕΥΡΩ, με
την καταχώριση αυθημερόν, χωρίς έλεγχο, των πράξεων σύστασης. Από την παραπάνω
διαδικασία της αυθημερόν καταχώρισης εξαιρούνται οι εταιρείες της παραγράφου 8
του παρόντος άρθρου, οι αθλητικές ανώνυμες εταιρείες, καθώς και οι ανώνυμες
εταιρείες που προέρχονται από τη μετατροπή
επιχειρήσεων
άλλης μορφής."
*** Το εδάφιο α'αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.12 άρθρ.1 Ν.2941/2001,ΦΕΚ Α 201/12.9.2001.
β. Με τη δημοσίευση, με επιμέλεια της
αρμόδιας υπηρεσίας και
με δαπάνες της ενδιαφερόμενης εταιρείας, στο τεύχος
Ανώνυμων Εταιρειών και Εταιρειών
Περιορισμένης Ευθύνης της
Εφημερίδας της Κυβέρνησης, ανακοίνωσης για την καταχώριση στο οικείο Μητρώο
Ανώνυμων Εταιρειών των Πράξεων και των
στοιχείων που υποβάλλονται σε δημοσιότητα,
τροποποιούμενης ανάλογα της
παρ. 3 του άρθρου 21
του Ν. 1599/86
"Σχέσεις
Κράτους - πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου
ταυτότητας και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ
Α' 75/1986). Κατ'
εξαίρεση οι αρχικές
και οι τροποποιημένες από τη
Γενική Συνέλευση ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, εκτός από το προσάρτημα,
καθώς και το πιστοποιητικό ελέγχου της παρ.
4
του
άρθρου 438, δημοσιεύονται στο
σύνολό τους είκοσι
(20) ημέρες τουλάχιστον πριν
από τη συνεδρίαση της συνέλευσης
και σε περίπτωση τροποποίησής τους, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από αυτή.
γ. Ειδικά για συστατικές πράξεις, η παραπάνω
δημοσίευση πραγματοποιείται με επιμέλεια και με δαπάνες της ενδιαφερόμενης
εταιρείας. Η σχετική ανακοίνωση αποστέλλεται προς το Εθνικό Τυπογραφείο
υπογεγραμμένη από την εποπτεύουσα αρχή και θεωρημένη από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. για
την καταβολή όλων των σχετικών τελών. Αποδεικτικό της παραπάνω δημοσίευσης
προσκομίζεται στην εποπτεύουσα αρχή εντός μηνός από την εγγραφή της εταιρείας
στο οικείο μητρώο, επί ποινή διαγραφής της εταιρείας από το μητρώο.
Με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και
Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι
όροι και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του εδαφίου αυτού.
*** Το εδάφιο γ' προστέθηκε με την παρ.13 άρθρ.1 Ν.2941/2001,ΦΕΚ Α
201/12.9.2001.
2. Το Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών αποτελείται
τουλάχιστον από:
α. το βιβλίο μητρώου ανώνυμων εταιρειών,
β. τη μερίδα κάθε εταιρείας,
γ. το φάκελο της εταιρείας και
δ. το ευρετήριο των εταιρειών.
Άρθρο 7γ.
Στοιχεία εντύπων της εταιρείας.
3. Στο βιβλίο μητρώου καταχωρίζεται με
χρονολογική σειρά η επωνυμία κάθε ανώνυμης εταιρείας. Οι καταχωριζόμενες
εταιρείες αριθμούνται, ο δε αριθμός
καταχώρισης που αποτελεί
τον αριθμό μητρώου της εταιρείας, αναγράφεται στο
φάκελο και τη μερίδα της εταιρείας. Ο
αριθμός μητρώου μνημονεύεται
επίσης σε κάθε έγγραφο που υποβάλλεται για καταχώρηση στην υπηρεσία μητρώου
και σε κάθε έγγραφο ή
πιστοποιητικό της υπηρεσίας αυτής.
4.
Στη μερίδα της
εταιρείας καταχωρίζονται οι
πράξεις και τα στοιχεία
που προβλέπονται από το άρθρο 7α
καθώς και κάθε στοιχείο που υποβάλλεται
στο Υπουργείο Εμπορίου
για την άσκηση
της Κρατικής Εποπτείας.
Στη μερίδα αυτή αναγράφονται η επωνυμία, η
έδρα, η διάρκεια και το κεφάλαιο
της εταιρείας, τα ονοματεπώνυμα και οι διευθύνσεις
κατοικίας των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου τα
ονοματεπώνυμα και οι διευθύνσεις των προσώπων τα οποία από
κοινού ή μεμονωμένα εκπροσωπούν την εταιρεία και το ονοματεπώνυμο και η
διεύθυνση του προσώπου που είναι εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή των προς
την εταιρεία κοινοποιούμενων εγγράφων.
Μεταγενέστερες μεταβολές των ανωτέρω σημειώνονται στη μερίδα της εταιρείας
αμέσως μετά τις σχετικές
καταχωρήσεις ή την υποβολή των σχετικών εγγράφων.
5.
Στο φάκελο της
εταιρείας τηρούνται όλα
τα έγγραφα που καταχωρίζονται στη μερίδα της.
6.
Στο ευρετήριο των
εταιρειών αναγράφεται με
αλφαβητική σειρά η ακριβής επωνυμία κάθε εταιρείας και ο
αριθμός μητρώου της.
Για την τήρηση του
ευρετηρίου δεν λαμβάνονται
υπόψη οι λέξεις
"Ανώνυμη Εταιρεία".
7.
Οι φάκελοι και
οι μερίδες ταξινομούνται με βάση τον αριθμό μητρώου της
εταιρείας.
8.
Εάν πρόκειται για
Τράπεζες, ανώνυμες
ασφαλιστικές εταιρείες,
ανώνυμες εταιρείες του
Ν.Δ. 608/1970 "περί
εταιρειών επενδύσεων
χαρτοφυλακίου και αμοιβαίων
κεφαλαίων" (ΦΕΚ Α 170/1970) και ανώνυμες εταιρείες που έχουν
τις μετοχές τους
εισαγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, το Μητρώο
που προβλέπεται από τις προηγούμενες παραγράφους τηρείται
στην αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Η παρ.3 του άρθρου 5 του
Ν.2533/1997 (Α 228) ορίζει ότι:
9. Με
αποφάσεις του Υπουργού
Εμπορίου, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης,
καθορίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη λειτουργία του Μητρώου
Ανώνυμων Εταιρειών, η
διαδικασία δημοσιότητας
(καταχώρηση - δημοσίευση), όπως επίσης
οι λεπτομέρειες σχετικά με τη λειτουργία Κεντρικού Μητρώου.
10.
Η εταιρία αποκτά
νομική προσωπικότητα με την
καταχώρηση στο οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών της διοικητικής απόφασης για τη
σύσταση της εταιρείας και την έγκριση του καταστατικού της.
11.
Η τροποποίηση καταστατικού συντελείται μόνο μετά την καταχώρηση στο
οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών της εγκριτικής διοικητικής απόφασης μαζί με
ολόκληρο το νέο κείμενο του καταστατικού.
"Το νέο κείμενο του καταστατικού πρέπει
απαραίτητα να υπογράφεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή τον
νόμιμο αναπληρωτή του".
*
Το δεύτερο εδάφιο της παρ.11 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.4 Ν.2339/1995 (Α 204).
12. Μετά από αίτηση κάθε
ενδιαφερομένου παραδίνονται ή στέλνονται αντίγραφα των Πράξεων και των
στοιχείων που υποβάλλονται σε δημοσιότητα και
τηρούνται στο φάκελο,
σύμφωνα με την
ανωτέρω παράγραφο 5, επικυρωμένα ή όχι, αφού καταβληθεί το
διοικητικό κόστος, που ορίζεται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών
και Εμπορίου, η οποία καθορίζει και τις διατυπώσεις
είσπραξης και απόδοσής του.
"Η εταιρία υποχρεούται να χορηγεί στους
μετόχους της αντίγραφα πρακτικών γενικών συνελεύσεων. Οι μέτοχοι στους οποίους η εταιρία αρνείται να χορηγήσει
αντίγραφατων πρακτικών της γενικής συνέλευσης στην οποία παρέστησαν
αυτοπροσώπως ή δια νομίμως εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου τους μπορούν να
απευθυνθούν στην αρμόδια αρχή, όπου τηρείται ο φάκελος της εταιρίας, η οποία
υποχρεούται να τους χορηγήσει τα αντίγραφα αυτά. Οι τρίτοι και οι μη
παραστάντες στη γενική συνέλευση μέτοχοι μπορούν να πάρουν αντίγραφα των
πρακτικών της γενικής συνέλευσης από την αρμόδια διοικητική αρχή, μόνο ύστερα
από σχετική εισαγγελική παραγγελία".
***
Τα εντός " " άνω εδάφια προστέθηκαν με την παρ.4 άρθρ.4 Ν.2339/1995 (Α 204).
13.
Η εταιρεία δεν μπορεί να αντιτάξει στους τρίτους τις πράξεις και τα στοιχεία
για τα οποία δεν τηρήθηκε η
δημοσίευση που προβλέπει η περίπτωση β της ανωτέρω παραγράφου 1 εκτός αν
αποδείξει ότι οι τρίτοι τα
γνώριζαν. Πράξεις ή
στοιχεία που έχουν
δημοσιευτεί δεν αντιτάσσονται
στους τρίτους πριν περάσουν
δεκαπέντε ημέρες από
τη δημοσίευση, εφόσον οι
τρίτοι αποδεικνύουν ότι δεν ήταν δυνατόν να τα γνωρίζουν.
14.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας
είναι υπεύθυνο για
την υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου των
πράξεων και στοιχείων για τα οποία απαιτείται δημοσιότητα.
Σε
περίπτωση ασυμφωνίας του κειμένου που δημοσιεύτηκε στο
"Τεύχος Ανώνυμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης" της Εφημερίδας της Κυβέρνησης
με το περιεχόμενο της πράξης ή
του στοιχείου που έχει καταχωρηθεί στο Μητρώο
Ανώνυμων Εταιρειών, η Εταιρεία
δεν μπορεί να αντιτάξει το περιεχόμενο του κειμένου που δημοσιεύτηκε στους
τρίτους.
Οι τρίτοι μπορούν να το επικαλεστούν, εκτός
αν η εταιρεία αποδείξει ότι γνώριζαν το κείμενο που έχει καταχωρηθεί στο
Μητρώο.
15.
Οι τρίτοι μπορούν να επικαλούνται πράξεις ή στοιχεία για
τα οποία δεν ολοκληρώθηκαν οι διατυπώσεις δημοσιότητας σύμφωνα με την ανωτέρω
παράγραφο 1, εκτός εάν
η έλλειψη δημοσιότητας τα καθιστά
ανίσχυρα".
* Το άρθρο 7β προστέθηκε με το άρθρο 7 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
* ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Το εδάφιο β' της παρ.3 του
άρθρου 2 του Ν.1969/1991 (ΦΕΚ Α 167)
ορίζει ότι:"Κάθε δημοσίευση κατά την έννοια του άρθρου 7β του κ.ν. 2190/1920, που αφορά τροποποίηση του
καταστατικού εταιρείας επενδύσεων
χαρτοφυλακίου ή αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου γνωστοποιείται στην επιτροπή
κεφαλαιαγοράς.
"Κάθε
έντυπο της εταιρείας
πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον
τα εξής στοιχεία:
α. Το Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών όπου έχει
εγγραφεί η εταιρεία.
β. Τον αριθμό μητρώου της εταιρείας.
γ. Την
επωνυμία, την έδρα και
αν βρίσκεται σε
εκκαθάριση να αναφέρεται αυτό
ρητά".
***Το άρθρο 7γ προστέθηκε με το άρθρο 7 του ΠΔ. 409/1986 (Α 191).
Άρθρο 7δ
Πράξεις κατά το ιδρυτικό στάδιο
"Πρόσωπα που έχουν ενεργήσει στο όνομα
υπό ίδρυση εταιρείας ευθύνονται για τις πράξεις αυτές απεριόριστα και σε
ολόκληρο. Ευθύνεται όμως μόνη η
εταιρεία για τις πράξεις που έγιναν
ρητά στο όνομά
της κατά το ιδρυτικό
στάδιο εάν, μέσα σε τρεις μήνες
από την απόκτηση της νομικής προσωπικότητας ανέλαβε τις υποχρεώσεις που
απορρέουν από αυτές
τις πράξεις".
*Το άρθρο 7δ προστέθηκε με το άρθρο 7
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
Ελαττώματα διορισμού των εκπροσώπων της εταιρείας.
Εφόσον τηρήθηκαν
οι σχετικές διατυπώσεις
δημοσιότητας για το διορισμό των προσώπων που εκπροσωπούν
την εταιρεία δεν
αντιτάσσεται στους τρίτους
οποιοδήποτε ελάττωμα σχετικά με το διορισμό των προσώπων αυτών, εκτός
αν η εταιρεία αποδείξει ότι
οι τρίτοι γνώριζαν
το ελάττωμα".
*Το άρθρο 7ε προστέθηκε με το άρθρο 7
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
"1. Το κεφάλαιον της Ανωνύμου
Εταιρείας, αναλαμβανόμενον κατά τα εν
τω καταστατικώ οριζόμενα υπό δύο τουλάχιστον ιδρυτών ή υπό του κοινού
δια δημοσίας εγγραφής
δέον να καταβληθή εν όλω ή εν
μέρει. Εις την δευτέραν περίπτωσιν της εν μέρει καταβολής το καταβεβλημένον μέρος δέον να είναι οπωσδήποτε τουλάχιστον ίσον με το εν
τη παραγράφω 2 του παρόντος άρθρου
οριζόμενον κατώτατο όριο.
"2.Το κατώτατο όριο του μετοχικού
κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας
ιδρυομένης στο εξής, ορίζεται
στο ποσό των
είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000)" δραχμών,
ολοσχερώς καταβεβλημένο κατά
τη σύσταση της εταιρείας.
* Στην παρ. 2 του άρθρου 8 η φράση "είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) δραχμών" αντικαθίσταται από τη φράση
"εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ"
με το άρθρο 12 Ν.2842/2000 το
οποίο ισχύει από 1.1.2002.
*Το κατώτατο όριο μετοχικού κεφαλαίου Α.Ε από 10.000.000 δρχ. αυξήθηκε σε 20.000.000 δρχ. με την παρ.1 του άρθρου 11
του Ν.2579/1998 (Α 31/17.2.1998).Με την παρ.2 του αυτού άρθρου ορίζεται ότι: "Για τις υφιστάμενες ανώνυμες εταιρίες, που έχουν εταιρικό κεφάλαιο μικρότερο από αυτά
που ορίζεται στην προηγούμενη
παράγραφο, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 8 του κ.ν.2190/1920".
3. Οι υφιστάμενες ανώνυμες εταιρείες, που
έχουν εταιρικό κεφάλαιο
μικρότερο του οριζόμενου στην προηγούμενη παράγραφο ορίου υποχρεούνται
εντός δύο ετών από την
έναρξη ισχύος του παρόντος, να αυξήσουν το κεφάλαιό τους μέχρι του ορίου
αυτού, διαφορετικά ανακαλείται η άδεια
σύστασης τους."
* Με το άρθρο 12 Ν.2842/2000 η παρ.3 αντικαθίσταται από 1.1.2002 ως εξής :
"3. Οι υφιστάμενες κατά την 1.1.2002
ανώνυμες εταιρείες, που έχουν μετοχικό κεφάλαιο μικρότερο του ποσού των εξήντα
χιλιάδων ευρώ, υποχρεούνται να προσαρμόσουν το κεφάλαιό τους μέχρι του ποσού
αυτού και με απόκλιση έως μείον 2,5% το αργότερο μέχρι 31.12.2003 διαφορετικά
ανακαλείται η άδεια σύστασής τους.
* Οι παρ. 2 και 3 αντικαταστάθηκαν ως άνω
με την παρ.1 του άρθρ.38 Ν.2065/1992 (Α 113).(Με τις αντικατασταθείσες
διατάξεις το κατώτατο όριο του
μετοχικού κεφαλαίου οριζόταν σε 5.000.000 δρχ.
η δε προθεσμία καλύψεως αυτού
ήταν δεκαπενταετής).
Κατά την παρ.5 του ιδίου άρθρου 38 του
Ν.2065/1992 για τα καταβαλλόμενα από
τους μετόχους ποσά αυξήσεως του κεφαλαίου των άνω εταιριών δεν εφαρμόζονται οι
διατάξεις του άρθρ. 5 ΝΔ 3323/1955.
***
ΠΡΟΣΟΧΗ: Με το άρθρο 20 Ν.2819/2000,ΦΕΚ Α
84/15.2.2000 ορίζεται ότι:
"1. Η προθεσμία για την αύξηση του
κεφαλαίου των υφιστάμενων ανωνύμων εταιρειών και εταιρειών περιορισμένης
ευθύνης, που έχουν κεφάλαιο κατώτερο από αυτό που ορίζεται στην παράγραφο 2 του
άρθρου 8 του κ.ν. 2190/1920 και στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 3190/1955
αντίστοιχα, παρατείνεται, αφότου έληξε, μέχρι και την 30.9.2000.
2. Για τις υφιστάμενες ανώνυμες εταιρίες και
εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, που δεν θα προβούν σε αύξηση του κεφαλαίου τους
μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι
διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 11 του ν. 2579/1998,
αντίστοιχα".
"4. Οι ανώνυμες εταιρείες, που δεν
επιθυμούν να συμμορφωθούν προς τις
διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, δύνανται,
πριν από την παρέλευση της ανωτέρω
διετίας, να μετατραπούν σε εταιρεία άλλου
τύπου, με απόφαση
της γενικής συνέλευσης,
η οποία λαμβάνεται
κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου
29 και
στην παράγραφο 2 του άρθρου 31 του παρόντος."
***Το εντός " " ανωτέρω εδάφιο
αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 2 του άρθρου 38 του Ν. 2065/1992 (Α 113).
*** Με το άρθρο 12 Ν.2842/2000, από
1.1.2002, η λέξη "διετίας"
στο πρώτο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 8
αντικαθίσταται με τη λέξη "προθεσμίας".
Η απόφασις αύτη, περιλαμβάνουσα τους όρους
του Καταστατικού της νέας Εταιρείας,
δέον να περιβληθή
τον τύπον του
συμβολαιογραφικού εγγράφου. (Εις
τας προς μετατροπήν αναγκαίας πράξεις εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις του
άρθρου 51 του Νόμου 3190/1955).
***
Το εντός ( 1) τρίτο εδάφιο της παρ.4 απαλείφθηκε με την παρ.1 άρθρ.5
Ν.2339/1995 (Α 204).
"5 (6). Το μετοχικό κεφάλαιο
αποτελείται μόνο από στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να τύχουν
χρηματικής αποτίμησης. Τα
στοιχεία αυτά του ενεργητικού δεν μπορεί να
περιλαμβάνουν απαιτήσεις που προκύπτουν από ανάληψη υποχρέωσης εκτέλεσης
εργασιών ή παροχής υπηρεσιών".
"6 (7). Το μετοχικό κεφάλαιο δεν
μπορεί να μειωθεί πέρα από το κατώτατο
όριο που ορίζεται στην παραπάνω
παρ. 2, εκτός αν η απόφαση για
τη μείωση προβλέπει την ταυτόχρονη αύξηση του κεφαλαίου, τουλάχιστον μέχρι το
πιο πάνω κατώτατο όριο".
*** Η αρχική παρ.5 απαλείφθηκε και οι παρ.6 και
7, που προστέθηκαν με το άρθρο 8 του ΠΔ 409/1986 (Α 191),αναριθμήθηκαν σε 5 και
6 αντιστοίχως με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.2339/1995 (Α 204).
*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Νεώτερες ρυθμίσεις,
φορολογικά, διάφορα κίνητρα κλπ. επί μετασχηματισμών εταιρειών βλέπε στα ΝΔ
1297/1972, Ν.2166/1993 και
αναπτυξιακούς νόμους (ιδιωτικές επενδύσεις).
"1.
Το κατώτατο όριο του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρίας που προσφεύγει στην
ολική ή μερική κάλυψη του από το κοινό με δημόσια εγγραφή ορίζεται στο ποσό του
ενάμισι εκατομμυρίου ευρώ ολοσχερώς καταβεβλημένο".
*
Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.7 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α
157/25.6.2003.
"2. Η σύναψη με δημόσια εγγραφή
ομολογιακού δανείου επιτρέπεται μόνο σε ανώνυμη εταιρία που έχει μετοχικό
κεφάλαιο τουλάχιστον ενάμισι εκατομμυρίου ευρώ ολοσχερώς καταβεβλημένο.
*
Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.8 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"3. Η διάθεση προς το κοινό μετοχών ή
ομολογιών ενεργείται μέσω αναδόχου, ο οποίος συνυπογράφει το ενημερωτικό
δελτίο."
* Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.9 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"4. Για την κάλυψη του μετοχικού
κεφαλαίου ή τη σύναψη ομολογιακού δανείου, με δημόσια εγγραφή, ή για τη διάθεση
προς το κοινό μετοχών ή ομολογιών απαιτείται άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
η οποίο εγκρίνει ταυτόχρονα και το ενημερωτικό δελτίο που δημοσιεύεται σύμφωνα
με την κείμενη νομοθεσία. Για την παροχή της άδειας δημόσιας εγγραφής η
Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ελέγχει τη συνδρομή των προϋποθέσεων που τίθενται από
τις παραγράφους 1 - 3 του άρθρου αυτού."
*
Η παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.10 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α
157/25.6.2003.
"5.
Πρόσκληση προς το κοινό ή διάθεση κινητών αξιών που εμπίπτουν στο άρθρο 4 του
π.δ. 52/1992 δεν συνιστούν δημόσια εγγραφή."
* Η παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.11 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α
157/25.6.2003.
"6.
Οι ανώνυμες εταιρίες που αποκτούν κεφάλαια μέσω δημόσιας εγγραφής μετοχών ή
ομολογιών υποχρεούνται να ζητήσουν μέσα σε ένα έτος από την ολοκλήρωση της
δημόσιας εγγραφής την εισαγωγή των παραπάνω κινητών αξιών σε
χρηματιστήριο."
*
Η παρ.6 προστέθηκε με την παρ.12 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"7.
Για τη χορήγηση της άδειας για δημόσια εγγραφή σε ομολογιακό δάνειο ή για
διάθεση προς το κοινό ομολογιών απαιτείται προηγούμενη αξιολόγηση της
πιστοληπτικής ικανότητας της εταιρίας ή των ομολογιών. Με απόφαση της Επιτροπής
Κεφαλαιαγοράς ορίζονται οι εταιρείες που μπορούν να αξιολογούν την πιστοληπτική
ικανότητα των εκδοτριών, η διαδικασία δημοσιοποίησης της αξιολόγησης, καθώς και
κάθε θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τα παραπάνω."
* Η παρ.7 προστέθηκε με την παρ.13 άρθρ.15
Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
*Το άρθρον 8α προσετέθη δια του άρθρου 5
του Ν.Δ. 4237/1962 (Α 162).
*ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Η περ.ββ' της παρ.1 του
άρθρου 4 του Ν.1969/1991 (ΦΕΚ Α167) ορίζει ότι:"Στην περίπτωση κατά την οποία
οι νεοεκδιδόμενες αξίες αφορούν κάλυψη μετοχικού κεφαλαίου ανωνύμου εταιρείας
με δημόσια εγγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 8α του.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων
εταιρειών", η εταιρεία επενδύσεων
χαρτοφυλακίου δύναται να συνάπτει σύμβαση με τον ανάδοχο της ως άνω εκδόσεως
περί της συμμετοχής στη δημόσια εγγραφή, υπό την επιφύλαξη της υποπερ. αα ' της
περ. γ ' της παρούσας παραγράφου."
* ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Νεώτερες ρυθμίσεις,
φορολογικά, διάφορα κίνητρα κλπ. επί μετασχηματισμών εταιρειών βλέπε στα ΝΔ
1297/1972 , Ν.2166/1993 και
αναπτυξιακούς νόμους (ιδιωτικές επενδύσεις).
" 1. Η μεταβίβασης των
ονομαστικών μετοχών, γίνεται δι' εγγραφής εις ειδικόν βιβλίον της Εταιρίας
χρονολογουμένης και υπογραφομένης υπό του μεταβιβάζοντος μετόχου και του προς
ον η μεταβίβασης ή των πληρεξουσίων αυτών.
Μεθ' εκάστην μεταβίβασιν εκδίδεται νέος
τίτλος ή επισημειούται υπό της Εταιρίας επί του υπάρχοντος τίτλου η γενομένη
μεταβίβασης και ονοματεπώνυμα μετά των διευθύνσεων, του επαγγέλματος και της
εθνικότητος του μεταβιβάζοντος και του προς ον η μεταβίβασης. Τα στοιχεία ταύτα
καταχωρούνται και εν τω τηρουμένω παρά της εταιρίας ως άνω ειδικώ βιβλίω.
Έναντι της εταιρίας θεωρείται ως μέτοχος ο εν τω ανωτέρω βιβλίω εγγεγραμμένος.
2. Το άρθρον 5 του Ν. Διατάγματος 3330/1955,
ισχύει μόνον δια την μεταβίβασιν των εις το Χρηματιστήριο εισηγμένων
ονομαστικών μετοχών".
*Το άρθρον 8β προσετέθη δια του άρθρου 5
του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
*ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν.Δ. 244/1973, η αληθής έννοια του άρθρ.8β του παρόντος "είναι ότι ο υπ' αυτού θεσπιζόμενος τρόπος μεταβιβάσεως των ονομαστικών μετοχών , δεν ισχύει επί των μετοχών της Τραπέζης της Ελλάδος , η μεταβίβασης των οποίων διέπεται υπό των διατάξεων του Καταστατικού αυτής, κυρωθέντος υπό του Νόμου 3424/1927".
" 1 Η εξακρίβωση της αξίας των εταιρικών εισφορών σε είδος
κατά τη σύσταση της εταιρείας, καθώς
και σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, γίνεται μετά από γνωμοδότηση τριμελούς
επιτροπής εμπειρογνωμόνων που αποτελείται από
έναν ή δύο υπαλλήλους του
Υπουργείου Ανάπτυξης Τομέας
Τα μέλη της επιτροπής δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από την
εταιρεία.
Στις περιπτώσεις συγχωνεύσεως πιστωτικών
ιδρυμάτων, η παραπάνω επιτροπή αποτελείται υποχρεωτικά από έναν Ορκωτό ελεγκτή
- λογιστή και έναν ορκωτό εκτιμητή και τον εκπρόσωπο του αρμόδιου
Επιμελητηρίου.
Με κανονιστικές αποφάσεις του Υπουργού
Ανάπτυξης μπορεί να καθορίζονται και άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικής σύνθεσης
της επιτροπής για κατηγορίες εταιρειών, "
* Η παρ.1,όπως ίσχυε δυνάμει του άρθρ.22
παρ.3 Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999 αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω με το άρθρο 2 παρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.
"2. Τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται με πράξη του Υπουργού
Εμπορίου.
Ο ορισμός πρέπει να γίνεται μέσα σε δεκαπέντε
(15) ημέρες από
την υποβολή της σχετικής
αίτησης στο Υπουργείο Εμπορίου. Η έκθεση της Επιτροπής υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορίου,
μέσα σε δύο (2) μήνες από
τον ορισμό των μελών της, και ταυτόχρονα με την αποδοχή της ή όχι κοινοποιείται από το Υπουργείο αυτό στην
ενδιαφερόμενη εταιρεία".
*Το εντός " " εδάφιο
αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 4 του άρθρου 2 του ΠΔ 498/1987 (Α 236).
Η
Έκθεση της Επιτροπής
πρέπει να περιέχει
την περιγραφή κάθε εισφοράς, να
αναφέρει τις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόστηκαν και να πιστοποιεί για
το αν οι αξίες, που προκύπτουν από
την εφαρμογή αυτών των μεθόδων αποτίμησης αντιστοιχούν στον αριθμό
και στην ονομαστική αξία των μετοχών που
θα εκδοθούν έναντι των εισφορών αυτών, ή, σε περίπτωση
που δεν είναι γνωστή η ονομαστική
αξία στη λογιστική
τους αξία αφού ληφθεί υπόψη και η διαφορά πάνω από το άρτιο που είναι
πιθανό να προκύψει από την έκδοση των μετοχών".
"Ειδικότερα, για την εκτίμηση των
παγίων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη: α) προκειμένου περί
γηπέδων οι τίτλοι κτήσεως, πρόσφατο τοπογραφικό διάγραμμα, η εμπορικότητα της
περιοχής, οι προοπτικές ανάπτυξης, η τιμή κτήσεως, οι πραγματικές τρέχουσες
τιμές σε συνδυασμό πάντοτε με την αντικειμενική αξία του ακινήτου,
β)
προκειμένου περί κτιρίων οι τίτλοι κτήσεως, οι άδειες οικοδομής και αντίστοιχη
τεχνοοικονομική έκθεση μηχανικού, γ) προκειμένου περί μηχανημάτων, μεταφορικών
μέσων και επίπλων, η χρονολογία και η αξία κτήσεως, ο βαθμός χρησιμοποίησής
τους, ο βαθμός συντήρησης, η ενδεχόμενη τεχνολογική απαξίωσή τους και οι
τρέχουσες τιμές για ίδια ή παρεμφερή πάγια στοιχεία".
* Το τρίτο εδάφιο προστέθηκε με την παρ.1
άρθρ.6 Ν.2339/1995 (Α 204).
*
Οι παρ. 1 και 2 αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 9 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
3.
"Με απόφαση του υπουργού Εμπορίου καθορίζονται τα οδοιπορικά έξοδα και η
αποζημίωση των μελών της επιτροπής των προηγούμενων παραγράφων 1και 2 που
καταβάλλονται υποχρεωτικά από τους ενδιαφερόμενους μετά το πέρας της
εκτίμησης".
*Η παρ.3, που είχε αντικατασταθεί με το
άρθρο 9 ΠΔ 409/1986 (Α 191),
αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω με την παρ.2 άρθρ.6 Ν.2339/1995
(Α 204).
4. Η
λόγω αποτιμήσεως εις υπερβολικήν τιμήν των εις είδος εισφορών απόρριψης
αιτήσεως περί παροχής αδείας συστάσεως ανωνύμου εταιρίας ή περί εγκρίσεως
τροποποιήσεων καταστατικού τοιαύτης εταιρίας, δεν υπάγεται εις τας διατυπώσεις
του άρθρου 4 παρ. 3.
5. Αυξήσεις κεφαλαίων, μη αποτελούσαι
τροποποιήσεις καταστατικού, πραγματοποιούμεναι όμως δι' εισφορών εις είδος,
θεωρούνται άκυροι, εάν δεν εξακριβωθεί κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου η
αξία των εις είδος εισφορών, δια των οποίων πραγματοποιούνται.
"6.
Οι εκθέσεις αποτίμησης των
εισφορών σε είδος υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου
7β".
*Η παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 9 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
*ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Το άρθρο 1 του Ν.Δ.1229/1972 (ΦΕΚ Α
150) ορίζει ότι"Αι διατάξεις των
παραγράφων 4 έως του παρόντος
άρθρου εφαρμόζονται και επί
της, εκ της
αναπροσαρμογής της αξίας
των περιουσιακών
στοιχείων, υπεραξίας, της
αγομένης εις ειδικόν αποθεματικόν κατ' εφαρμογήν
της προηγουμένης παραγράφου. Εις την περίπτωσιν ταύτην
η προβλεπομένη υπό
της παραγράφου 4 του παρόντος
άρθρου προθεσμία άρχεται από της δημοσιεύσεως
εις την Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως της αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 9 του Ν. 2190/1920, ως ούτος εκωδικοποιήθη δια του
Β.Δ. 174/1963 "περί εκτιμήσεως της αξίας των περιουσιακών στοιχείων".
*
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.2 άρθρ.44 Ν.2773/1999 ορίζεται ότι: "Οι
εισφορές σε είδος των εταιρειών διανομής αερίου ως ιδρυτικών μετόχων των
εταιρειών παροχής αερίου εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 9 του
κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει".
"1. Μέσα στα πρώτα δύο χρόνια από τη
νόμιμη λειτουργία της εταιρείας, καθώς και δύο χρόνια μετά από κάθε αύξηση του
κεφαλαίου της, απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόκτηση οποιουδήποτε
στοιχείου του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου, που έχει καταβληθεί, εφόσον πωλητές
είναι ιδρυτές, μέτοχοι εκπροσωπούντες ποσοστό μεγαλύτερο του 1/20 του
καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της
εταιρείας, συγγενείς των ανωτέρω μέχρι και του δευτέρου βαθμού εξ αίματος ή εξ
αγχιστείας συμπεριλαμβανομένου, σύζυγοι των ανωτέρω, καθώς και εταιρείες στις
οποίες ιδρυτές, μέτοχοι ή εταίροι εκπροσωπούντες το 1/20 του κεφαλαίου των εν
λόγω εταιρειών, μέλη των Διοικητικών τους Συμβουλίων ή διαχειριστές, συγγενείς
των ανωτέρω μέχρι και του δευτέρου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συμπεριλαμβανομένου
ή σύζυγοι των ανωτέρω έχουν την ιδιότητα των παραπάνω προσώπων."
Το
ίδιο ισχύει αν ο πωλητής απόκτησε το στοιχείο που μεταβιβάζεται από κάποιο από αυτά τα πρόσωπα, ή συγγενή τους των
πιο πάνω βαθμών, μέσα στους
προηγούμενους δώδεκα μήνες από την υπογραφή του καταστατικού ή την
πραγματοποίηση της αύξησης του κεφαλαίου".
***
Το πρώτο εδάφιο της παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.16
Ν.2919/2001,ΦΕΚ Α 128/25.6.2001.
"2.
Οι αποκτήσεις στοιχείων
που αναφέρονται στην
προηγούμενη παράγραφο
θεωρούνται ότι έγιναν
έγκυρα, αν προηγηθεί
έγκριση της Γενικής Συνέλευσης και άδεια του Υπουργού Εμπορίου που εκδίδεται
μετά από αποτίμηση των στοιχείων που μεταβιβάζονται στην εταιρία,
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9.
Η άδεια του Υπουργού Εμπορίου, μαζί με την έκθεση αποτίμησης,
υποβάλλονται στις διατυπώσεις
δημοσιότητας του άρθρου
7β".
***
Οι παρ.1 και 2 αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 10 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
3. Πρόσωπα, μη περιλαμβανόμενα εις τίνα των
κατηγοριών της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, μεταβιβάζοντα δε εις την
εταιρία αντικείμενα προς παγία εκμετέλλευσιν της επιχειρήσεως αυτής, δεν
δύνανται κατά την διάρκεια της απαγορεύσεως της μνημονευθείσης παραγράφου να
εκλεγώσι σύμβουλοι, διορισθώσιν υπάλληλοι ή λάβωσιν αμοιβή ή αποζημίωσίν τίνα
παρά της εταιρίας άνευ προηγουμένης εγκρίσεως γενικής συνελεύσεως.
"4.
Η απαγόρευση της παραπάνω παρ. 1 δεν ισχύει όταν πρόκειται για
αποκτήσεις που γίνονται
στα πλαίσια των
τρεχουσών συναλλαγών της
εταιρείας, για αποκτήσεις που πραγματοποιούνται με απόφαση Διοικητικής ή
Δικαστικής Αρχής, καθώς και για αποκτήσεις
που πραγματοποιούνται στο Χρηματιστήριο".
***
Η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 11 ΠΔ 409/1986 (Α 191).
1. Μέσα στο πρώτο δίμηνο από τη σύσταση της
ανώνυμης εταιρίας, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να συνέλθει σε ειδική
συνεδρίαση με μοναδικό θέμα ημερήσιας διάταξης την πιστοποίηση καταβολής ή μη
του από το καταστατικό οριζόμενου αρχικού μετοχικού κεφαλαίου.
"2. Σε κάθε περίπτωση αύξησης του
μετοχικού κεφαλαίου η κατά τα ανωτέρω πιστοποίηοη της καταβολής η μη αυτού στο
το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να γίνεται εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη
λήξη της ορισθείσας προθεσμίας καταβολής του ποσού της αύξησης."
*** Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 2 παρ.2 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α
178/3.8.2000.
"3. Η προθεσμία καταβολής της αύξησης
του κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός (1) μηνός και μεγαλύτερη
των τεσσάρων (4) μηνών από την ημέρα που το αρμόδιο όργανο της εταιρείας έλαβε
τη σχετική απόφαση. Εάν αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο εταιρείας, της οποίας οι
μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, η προθεσμία αυτή δεν
μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών και μεγαλύτερη των τεσσάρων
(4) μηνών."
*** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.1 άρθρ.6 Ν.2892/2001, ΦΕΚ Α
46/9.3.2001.
4. Στην περίπτωση που η αύξηση του μετοχικού
κεφαλαίου συνοδεύεται από ανάλογη τροποποίηση του σχετικού, περί κεφαλαίου
άρθρου του καταστατικού, η προθεσμία καταβολή της αύξησης του κεφαλαίου αρχίζει
από την ημέρα λήψης της σχετικής απόφασης από τη γενική συνέλευση των μετόχων,
δυνάμενη να παραταθεί από το διοικητικό συμβούλιο για έναν (1) ακόμη μήνα.
5. Μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την λήξη
της προθεσμίας των παραγράφων 1 και 2, η εταιρία υποχρεούται να υποβάλει στο
υπουργείο Εμπορίου αντίγραφο του σχετικού πρακτικού συνεδρίασης του διοικητικού
συμβουλίου.
Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, στην
περίπτωση καταβολής αρχικού κεφαλαίου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 48
παρ. 1 εδάφ. α' και στην περίπτωση αύξησης του κεφαλαίου ανακαλείται η σχετική
εγκριτική απόφαση τροποποίησης του
καταστατικού.
"6. Η καταβολή των μετρητών για κάλυψη
του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου ή τυχόν αυξήσεων αυτού, καθώς και οι καταθέσεις
μετοχών με προορισμό τη μελλοντική αύξηση, του μετοχικού κεφαλαίου, θα
πραγματοποιούνται, υποχρεωτικά, με κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό επ. ονόματι
της εταιρείας, που θα τηρείται σε οποιαδήποτε τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα
στην Ελλάδα."
*** Η παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 2 παρ.2 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α
178/3.8.2000.
*** Το άρθρο 11 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.7 Ν.2339/1995 (Α 204).
Άρθρον
11α.
"1. Το κεφάλαιο της ανώνυμης εταιρίας
διαιρείται σε μετοχές που μπορεί να είναι ανώνυμες ή ονομαστικές και
ενσωματώνονται σε τίτλους μιας ή περισσοτέρων μετοχών".
2. Ειδικώς δια τας Τραπεζιτικάς,
Ασφαλιστικάς, Σιδηροδρομικάς και Αεροπορικάς
Ανωνύμους Εταιρείας, ως και τας τοιαύτας τας ασκούσας επιχείρησιν
παραγωγής φωταερίου, παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, υδρεύσεως και
αποχετεύσεως πόλεων, τηλεπικοινωνιών, ραδιοφωνίας και κατασκευής παντός είδους
πολεμικού υλικού, ορίζεται ότι αι μετοχαί αυτών θα είναι ονομαστικαί.
*** Η παρ.1 προστέθηκε και το υπάρχον
κείμενο αριθμήθηκε σε παρ.2 με την παρ.2 άρθρ.7 Ν.2339/1995 (Α 204).
"1.
Μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου,
κατά την έννοια αυτού του Νόμου, θεωρείται η καταβολή κατά τη σύσταση της
εταιρείας, καθώς και η καταβολή σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, τμήματος της
ονομαστικής αξίας της μετοχής
με ταυτόχρονη ανάληψη,
από κάθε μέτοχο,
της υποχρέωσης για καταβολή της υπόλοιπης αξίας της μετοχής, σύμφωνα με
τις διατάξεις του καταστατικού. Μερική
καταβολή του εταιρικού κεφαλαίου δεν επιτρέπεται σε περίπτωση εισφοράς σε
είδος".
***Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 12 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
2. Εν περιπτώσει ορισμού τοιαύτης καταβολής
ισχύουσιν υποχρεωτικώς τα επόμενα:
α) Ο χρόνος, καθ' ον η αξία μετοχής τινός
δύναται να παραμείνη εν μέρει μόνον καταβεβλημένη, δεν δύναται να υπερβαίνει τα
δέκα έτη.
"β.
Το τμήμα της αξίας κάθε μετοχής που έχει καταβληθεί δεν μπορεί να είναι
κατώτερο από το ένα τέταρτο (1/4) της
ονομαστικής αξίας και των
είκοσι πέντε δραχμών.
Αν προβλέπεται έκδοση μετοχών πάνω από το άρτιο, η πάνω από το άρτιο διαφορά
καταβάλλεται ολόκληρη εφάπαξ
κατά την καταβολή της πρώτης δόσης".
*** Η περ. β) αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 13 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
*** Με το άρθρο 12 Ν.2842/2000, από 1.1.2002, διαγράφονται οι λέξεις "και των είκοσι πέντε δραχμών".
γ)
Αι μετοχαί μέχρι της αποπληρωμής αυτών δέον να είναι ονομαστικαί. Η μεταβίβασης των τίτλων τούτων ενεργείται
κατά τας διατάξεις του άρθρου 8β.
δ)
Ο μεταβιβάζων μετοχή τίνα αυτού, μήπω πληρωθείσαν εξ ολοκλήρου, ευθύνεται
αλληλεγγύως μετά του νέου αυτής κυρίου δια το οφειλόμενον έτι τμήμα της μετοχής
επί μίαν διετία από της χρονολογίας, αφ' ης ενηργήθη η κατά το προηγούμενον
εδάφιον εγγραφή εις τα βιβλία της εταιρίας.
ε) Μετά πάροδον τριμήνου από της λήξεως πάσης προθεσμίας, ταχθείσης δια
δημοσιεύσεως εις δύο τουλάχιστον ημερησίας εφημερίδας προς καταβολήν τμήματος
της αξίας των μετοχών, αι μετοχαί, εφ' ων δεν κατεβλήθη η ζητηθείσα δόσης
καθίστανται αυτοδικαίως άκυροι, η δε εταιρεία υποχρεούται, ίνα, εντός μηνός από
της λήξεως του ως άνω τριμήνου, προβεί εις πώλησιν νέων μετοχών, ίσων κατ'
αριθμόν προς τας ακυρωθείσας. Η πώλησης αύτη ενεργείται χρηματιστηριακώς εν τω
Χρηματιστηρίω Αθηνών υπό χρηματιστού, διοριζομένου υπό της εταιρίας, καθ'
ημέραν και ώραν, οριζόμενη προ πέντε πλήρων ημερών, δια δημοσιεύσεως εις δύο
ημερησίας εφημερίδας και δια τοιχοκολλήσεως εν τη αιθούση του Χρηματιστηρίου.
Περί της τοιαύτης εκποιήσεως ειδοποιείται εγγράφως κατά την αυτήν πενθήμερον
προθεσμίαν και ο οφειλέτης, της προς αυτόν κοινοποιήσεως δυναμένης να γίνη εν
περιπτώσει απουσίας του, και προς τον Γραμματέα του Πρωτοδικείου της
περιφερείας, εν ή εδρεύει η εταιρεία. Η εκποίησις αύτη ενεργείται δια
λογαριασμόν των οφειλετών μετόχων, εις ους καταβάλλεται παν προκύπτον πλεόνασμα
μετά την αφαίρεσιν πάντων των εξόδων και καθ' ως η εταιρεία δύναται ν' αξιώση
πάσαν προκύψουσαν ζημίαν. Αποτυχούσης τυχόν της τοιαύτης εκποιήσως εν όλω ή εν
μέρει, αύτη επαναλαμβάνεται, τηρουμένων πασών των ανωτέρω διατάξεων, εντός δέκα
πέντε ημερών από της αποτυχίας, εν η δε περιπτώσει και αύθις δεν επιτευχθή η
συνολική εκποίησις, η εταιρεία υποχρεούται να προβεί εις μείωσιν του εταιρικού
κεφαλαίου κατά το ποσόν των μη εκποιηθεισών μετοχών δια της πρώτης μετά την
εκποίησιν συγκληθησομένης γενικής συνελεύσεως. Η ούτω λαμβανομένη απόφασις περί
μειώσεως του εταιρικού κεφαλαίου δεν απαλλάσσει τους οφειλέτας μετόχους πάσης
προς την εταιρίαν οφειλής εκ της λυθείσης μετοχικής σχέσεως.
στ) Επί της ετέρας όψεως εκάστης μετοχής
αναγράφονται αι διατάξεις του παρόντος άρθρου, ως και αι σχετικαί διατάξεις του
καταστατικού.
ζ) Εν παντί εντύπω, διαφημίσει, δημοσιεύματι
ή άλλω εγγράφω, εν τω οποίω αναφέρεται το ονομαστικό κεφάλαιον, δέον
απαραιτήτως να μνημονεύηται αμέσως παρ' αυτώ και το καταβεβλημένον κεφάλαιον.
"η) Καμία αύξηση κεφαλαίου δεν μπορεί
να αποφασισθεί πριν από τη δημοσίευση, κατά το εδάφιο ε' της πρόσκλησης για
πληρωμή της τελευταίας οφειλόμενης δόσεως, εκτός αν πρόκειται για αύξηση
επιβαλλόμενη από διάταξη νόμου".
*** Το εδάφι. η' αντικαταστάθηκε ως άνω με
την παρ.1 άρθρ.8 Ν.2339/1995 (Α 204).
Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής
του τίτλου μετοχής, με τις τυχόν υπάρχουσες και μη αποχωρισθείσες από αυτόν
μερισματαποδείξεις, εφαρμόζονται τα άρθρα 843 επόμενα του Κώδικα Πολιτικής
Δικονομίας".
*** Το άρθρο 12α αντικαταστάθηκε ως άνω με
την παρ.2 άρθρ.8 Ν.2339/1995 (Α 204).
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Οι παρ.6 του άρθρου 19 και 7
του άρθ.48 του Ν.1969/1991 (ΦΕΚ Α 167) ορίζουν ότι: "Σε περιπτώσεις απώλειας τίτλων μεριδίων εφαρμόζονται
αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 12α
του κ.ν. 2190/1920"
1.(α) Στο καταστατικό είναι δυνατόν να
ορισθεί ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης πενταετίας από τη σύσταση της
εταιρείας, το διοικητικό συμβούλιο έχει το δικαίωμα με απόφασή του, που λαμβάνεται
με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) τουλάχιστον του συνόλου των μελών του να
αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο μερικά ή ολικά με την έκδοση νέων μετοχών, για
ποσό που δεν μπορεί να υπερβεί το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο."
***
Η περ.α' αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.14 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"(β) Η πιο πάνω εξουσία μπορεί να
εκχωρείται στο διοικητικό συμβούλιο και με απόφαση της γενικής συνέλευσης, η
οποία υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β. Στην περίπτωση
αυτή, το μετοχικό κεφάλαιο μπορεί να αυξάνεται μέχρι το ποσό του κεφαλαίου που
είναι καταβεβλημένο κατά την ημερομηνία που χορηγήθηκε στο διοικητικό συμβούλιο
η εν λόγω εξουσία."
***
Η περ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.15 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
"(γ) Η πιο πάνω εξουσία του διοικητικού
συμβουλίου μπορεί να ανανεώνεται από τη γενική συνέλευση για χρονικό διάστημα
που δεν υπερβαίνει την πενταετία για κάθε ανανέωση και η ισχύς της αρχίζει μετά
τη λήξη της κάθε πενταετίας. Η απόφαση αυτή της γενικής συνέλευσης υπόκειται
στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β."
***
Η περ. γ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.16 άρθρ.15 Ν.3156/2003, ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
2. Στο καταστατικό είναι δυνατόν να ορισθεί
ότι κατά τη διάρκεια της πρώτης πενταετίας από τη σύσταση της εταιρίας, η
γενική συνέλευση έχει το δικαίωμα με απόφασή της που λαμβάνεται σύμφωνα με τις
διατάξεις τωνάρθρων 29 παρ. 1 και 2 και 31 παρ. 1, να αυξάνει το μετοχικό
κεφάλαιο, μερικά ή ολικά με την έκδοση νέων μετοχών συνολικά μέχρι το
πενταπλάσιο του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου.
3.
Απαγορεύεται στις εταιρίες που έχουν κάποια από τα παραπάνω δικαιώματα να
αναγράφουν σε οποιοδήποτε έντυπο, διαφήμιση, δημοσίευμα ή άλλο έγγραφο, ως
κεφάλαιο το ποσό για το οποίο δικαιούται κατά τα ανωτέρω, να εκδώσει νέες
μετοχές το διοικητικό συμβούλιο ή η γενική συνέλευση.
4.α) Κατ' εξαίρεση των διατάξεων των ανωτέρω
παραγράφων 1 και 2, όταν τα αποθεματικά της εταιρίας υπερβαίνουν το ένα τέταρτο
(1/4) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, για την αύξηση αυτού απαιτείται
απόφαση της γενικής συνέλευσης, λαμβανόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
29 παρ. 3 και 4 και 31 παρ. 2 του παρόντος και ανάλογη τροποποίηση του σχετικού
με το μετοχικό κεφάλαιο άρθρου του καταστατικού.
β) Οι αποφασιζόμενες αυξήσεις του κεφαλαίου
σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 δεν αποτελούν τροποποίηση του καταστατικού.
γ) Η αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου
να αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο, σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να ασκηθεί
παράλληλα με αυτήν της γενικής συνέλευσης κατά την παράγραφο 2 του παρόντος
άρθρου.
***
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με το άρθρο 55 του Ν. 1961/1991, ΦΕΚ Α 132: "Οι περιορισμοί στο ύψος του μετοχικού κεφαλαίου που
προβλέπονται στις διατάξεις
του κ.ν. 2190/20 για
αυξήσεις κεφαλαίου , οι οποίες
δεν αποτελούν τροποποίηση του
Καταστατικού ή για την έκδοση ομολογ.
δανείου ,μετατρέψιμου σε μετοχές, δεν ισχύουν προκειμένου περί αυξήσεως κεφαλαίου ή εκδόσεως μετατρέψιμιμου ομολογιακού
δανείου από ανώνυμες Τραπεζικές εταιρείες".
"5. Η απόφαοη του αρμόδιου οργάνου της
εταιρίας για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον το ποσό
της αύξησης του κεφαλαίου, τον τρόπο κάλυψής της, τον αριθμό και το είδος των
μετοχών που θα εκδοθούν, την ονομαστική αξία και την τιμή διάθεσης αυτών και
την προθεσμία κάλυψης."
***
Το πρώτο εδάφιο της παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.17 άρθρ.15 Ν.3156/2003,ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
Σε κάθε περίπτωση αύξησης του μετοχικού
κεφαλαίου που δεν γίνεται με εισφορά σε είδος ή έκδοσης ομολογιών με δικαίωμα
μετατροπής τους σε μετοχές, παρέχεται δικαίωμα προτίμησης σε ολόκληρο το νέο
κεφάλαιο ή το ομολογιακό δάνειο, υπέρ των κατά την εποχή της έκδοσης μετόχων,
ανάλογα με τη συμμετοχή τους στο υφιστάμενο μετοχικό κεφάλαιο.
"Μετά το τέλος της προθεσμίας, που
όρισε το όργανο της εταιρείας που αποφάσισε την αύξηση, για την ενάσκηση του
δικαιώματος προτίμησης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα (1) μήνα
ή, εφόσον το δικαίωμα προτίμησης απορρέει από μετοχές που είναι εισηγμένες στο
Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, δεκαπέντε (15) ημέρες, οι μετοχές πού δεν έχουν
αναληφθεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, διατίθενται ελεύθερα από το διοικητικό
συμβούλιο της εταιρείας".
***
Το τρίτο εδάφιο της παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.18 άρθρ.15
Ν.3156/2003,ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
Σε περίπτωση κατά την οποία το όργανο της
εταιρίας που αποφάσισε την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου παρέλειψε να ορίσει
την προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος προτίμησης, την προθεσμία αυτή ή
τυχόν παράταση αυτής, ορίζει με απόφασή του το διοικητικό συμβούλιο μέσα στα
προβλεπόμενα
από το άρθρο 11 του παρόντος χρονικά όρια.
Η πρόσκληση για την ενάσκηση του δικαιώματος
προτίμησης, στην οποία πρέπει να μνημονεύεται και η προθεσμία μέσα στην οποία
πρέπει να ασκηθεί αυτό το δικαίωμα, δημοσιεύεται στο τεύχος ανωνύμων εταιριών
και εταιριών περιορισμένης ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
Η κατά τα ανωτέρω πρόσκληση και η προθεσμία
άσκησης του δικαιώματος προτίμησης μπορούν να παραλειφθούν, εφόσον στη γενική
συνέλευση παρέστησαν μέτοχοι εκπροσωπούντες το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου
και έλαβαν γνώση της προθεσμίας που τάχθηκε για την άσκηση του δικαιώματος
προτίμησης ή δήλωσαν την απόφασή τους για την υπ' αυτών άσκηση ή μη του
δικαιώματος προτίμησης.
Επίσης, η δημοσίευση της πρόσκλησης μπορεί
να αντικατασταθεί με συστημένη "επί αποδείξει" επιστολή, εφόσον οι
μετοχές είναι ονομαστικές στο σύνολό τους.
***Η παρ.2α καταργήθηκε και οι παρ.1,2,3,4
και 5 αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρ.9 Ν.2339/1995 (Α 204).
"6.
Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνεται σύμφωνα με τις
διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και
4 και 31 παρ. 2,
μπορεί να περιοριστεί ή να
καταργηθεί το δικαίωμα προτίμησης που προβλέπεται στην παραπάνω παρ. 5. Για
να ληφθεί παρόμοια
απόφαση, το Διοικητικό
Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να υποβάλει στη Γενική Συνέλευση γραπτή
έκθεση που θα αναφέρει
τους λόγους που επιβάλλουν τον περιορισμό ή την κατάργηση του
δικαιώματος προτίμησης και θα δικαιολογεί την τιμή που προτείνεται για την
έκδοση των νέων
μετοχών. Η απόφαση αυτή της
Γενικής Συνέλευσης υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπει το
άρθρο 7β".
"7. Δεν υπάρχει αποκλεισμός από το
δικαίωμα προτίμησης σύμφωνα
με την έννοια της προηγούμενης
παρ. 6, όταν οι μετοχές αναλαμβάνονται από τράπεζες ή από άλλους
χρηματοδοτικούς Οργανισμούς, για
να προσφερθούν στους μετόχους
σύμφωνα με την παραπάνω παρ. 5".
"8.
Αν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, κάθε απόφαση
της Γενικής Συνέλευσης που
αφορά την αύξηση του κεφαλαίου, καθώς και η απόφαση
που προβλέπεται στην παραπάνω παρ. 1 για
παροχή εξουσίας στο Διοικητικό Συμβούλιο για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, απαιτεί
έγκριση της κατηγορίας ή των
κατηγοριών μετόχων, των
οποίων τα δικαιώματα θίγονται
από τις αποφάσεις αυτές.
"Η
έγκριση παρέχεται με απόφαση
των μετόχων της κατηγορίας
που θίγεται και λαμβάνεται σε ιδιαίτερη
συνέλευση με τα ποσοστά απαρτίας
και πλειοψηφίας που προβλέπονται από τα άρθρα 29 παρ. 3 και
4 και 31 παρ. 2. Για τη σύγκληση αυτής
της συνέλευσης, τη συμμετοχή σ' αυτή, την
παροχή πληροφοριών την
αναβολή λήψης αποφάσεων, την ψηφοφορία καθώς και την ακύρωση των αποφάσεων της, εφαρμόζονται αναλόγως οι
σχετικές διατάξεις για τη Γενική
Συνέλευση των μετόχων".
*** Το εντός " " β' εδάφιο
αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 6 του άρθρου 2 του Π.Δ. 498/1987 (Α 236).
***Οι παρ.6,7 και 8 προστέθηκαν με το
άρθρο 15 του Π.Δ. 409/1986 (Α 191).
"9. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης,
που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφοι 3 και 4 και 31
παρ. 2, μπορεί να θεσπισθεί πρόγραμμα διαθέσεως μετοχών στα μέλη του
Διοικητικού Συμβουλίου και το προσωπικό της εταιρείας, καθώς και των συνδεδεμένων
με αυτήν εταιρειών κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5, με τη μορφή
δικαιώματος προαιρέσεως αγοράς μετοχών κατά τους όρους της αποφάσεως αυτής,
περίληψη της οποίας υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β. Η
απόφαση αυτή της Γενικής Συνέλευσης πρέπει ιδίως να ορίζει τον ανώτατο αριθμό
μετοχών που μπορεί να εκδοθούν, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/10 των
υφιστάμενων μετοχών, αν οι δικαιούχοι ασκήσουν το δικαίωμα (option) αγοράς
μετοχών, την τιμή και τους όρους διάθεσης των μετοχών στους δικαιούχους. Το
Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, με απόφασή του, ρυθμίζει κάθε άλλη σχετική
λεmομέρεια, που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά από τη Γενική Συνέλευση, εκδίδει τα
πιστοποιητικά δικαιώματος αγοράς μετοχών και κατά το μήνα Δεκέμβριο κάθε χρόνου
εκδίδει μετοχές στους δικαιούχους, που άσκησαν το δικαίωμά τους, αυξάνοντας το
κεφάλαιο της εταιρείας αντιστοίχως και πιστοποιεί την αύξηση του κεφαλαίου κατά
το άρθρο 11. Οι αυξήσεις αυτές του κεφαλαίου δεν αποτελούν τροποποιήσεις του
Καταστατικού και δεν εφαρμόζεται επ' αυτών η παράγραφος 5 του άρθρου
αυτού."
***
Η παρ.9,η οποία προστέθηκε με την παρ.10 άρθρ.10 Ν.2741/1999, ΦΕΚ Α
199/28.9.1999,αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 άρθρ.16 Ν.2919/2001,ΦΕΚ Α 128/25.6.2001.
1.
Αν η κάλυψη του ποσού της αύξησης του
μετοχικού κεφαλαίου δεν
είναι πλήρης, το μετοχικό κεφάλαιο αυξάνεται μέχρι το ποσό της κάλυψης,
μόνο εφόσον στην απόφαση για αύξηση προβλέπεται ρητά αυτή η δυνατότητα.
2.
Με ποινή ακυρότητας της πιο πάνω αύξησης, πρέπει να ακολουθήσει,
μέσα σε δύο μήνες από την πιστοποίηση που προβλέπεται στο
άρθρο 11, απόφαση για τροποποίηση του
καταστατικού από την οποία να
φαίνεται το ποσό της αύξησης του
μετοχικού κεφαλαίου που καλύφθηκε.
3. Η προηγούμενη
παράγραφος δεν έχει εφαρμογή στις
αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου
που αποφασίζονται σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 13".
***Το άρθρο 13α προστέθηκε με το άρθρο 16
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
1. Η ονομαστική αξία εκάστης
μετοχής δεν δύναται να ορισθεί κατωτέρα των εκατόν (100) δραχμών.
***
Με το άρθρο 12 Ν.2842/2000, από 1.1.2002, η παρ.1 του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής:
"1.
Η ονομαστική αξία εκάστης μετοχής δεν δύναται να ορισθεί κατωτέρο των τριάντα
λεπτών (0,30) του ευρώ και ανωτέρα των εκατό (100) ευρώ".
2. Απαγορεύεται η έκδοσης μετοχών εις τιμήν,
κατωτέραν του αρτίου.
3. Η εξ εκδόσεως μετοχών υπέρ το άρτιο
προκύπτουσα διαφορά δεν δύναται να διατεθή προς πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Στον περιορισμό της άνω
παραγράφου 3 του άρθρου 14 υπόκειται η διαφορά μεταξύ της τιμής διαθέσεως και
της ονομαστικής αξίας των νέων εκδοθησομένων μετοχών της "ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ" εφόσον αυτές διατεθούν σε
τιμή σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερη της ονομαστικής" (βλέπε άρθρο 1 παρ. 2
ΝΔ 413/1970 ΦΕΚ Α 16).
*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 12 Ν.2842/2000,ΦΕΚ Α 207/27.9.2000:
" 1. Η μετατροπή και η στρογγυλοποίηση
της ονομαστικής αξίας της μετοχής, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2, γίνεται με
αύξηση ή μείωση του μετοχικού κεφαλαίου και τροποποίηση των σχετικών άρθρων του
καταστατικού, που αποφασίζεται, παρά κάθε αντίθετη διάταξη του καταστατικού,
από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29
παρ. 1 και 2 και 31 πορ. 1 του κωδ.ν.
2190/1920,
όπως ισχύει, και κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 4 πορ. 3, 4 και 5 και
13 παρ. 4 και 8 του ιδίου νόμου. Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου ισχύουν
ανάλογο και για την παρ. 1 περίπτωση β' του άρθρου 11.
Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου
πραγματοποιείται με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών ή και με καταβολή μετρητών. Το
ποσό που αντιστοιχεί στη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου καταχωρίζεται
υποχρεωτικά σε ειδικό αποθεματικό "Διαφορά από μετατροπή μετοχικού
κεφαλαίου σε ευρώ" και κεφαλαιοποιείται σε μελλοντική αύξηση του εν λόγω
κεφαλαίου.
2. Οι υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου εταιρείες, μπορούν να εκφράσουν το μετοχικό κεφάλαιο και την
ονομαστική αξία των μετοχών τους και σε ευρώ.
3. Οι ανώνυμες εταιρείες που θα συσταθούν
από 1.1.2001 έως 31.12.2001
μπορούν
να ορίσουν το μετοχικό τους κεφάλαιο και την ονομαστική αξία της μετοχής τους
και σε ευρώ.
4. Από 1.1.2002 γιο την έγκριση τροποποίησης
του καταστατικού ανώνυμης εταιρείας απαιτείται το μετοχικό κεφάλαιο και η
ονομαστική αξία των μετοχών της να έχουν μετατραπεί σε ευρώ.
5. Από την 1.1.2004 για την καταχώριση
στοιχείων ανώνυμης εταιρείας στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών (Μ.Α.Ε.) απαιτείται
το μετοχικό κεφάλαιο και η ονομαστική αξία των μετοχών να έχουν μετατροπεί σε
ευρώ.
6. Οι υφιστάμενες κατά την 1.1.2002 ανώνυμες
εταιρείες αναπροσαρμόζουν την ονομαστική αξία της μετοχής τους σύμφωνα με την
παρ.1 του άρθρου 14 του κωδ.ν.2190/1920 μέχρι 31.12.2003".
"1. Κατά την ίδρυση της εταιρείας μπορεί
να συμφωνηθεί, εφόσον προβλεφθεί ρητά στο καταστατικό, ότι
όλοι ή μερικοί από τους ιδρυτές θα πάρουν
ως ανταμοιβή για καθορισμένες ενέργειές τους για τη σύσταση της
εταιρείας, αριθμό ιδρυτικών τίτλων που δεν μπορούν να υπερβούν το ένα δέκατο (1/10) του αριθμού των μετοχών
που εκδίδονται".
***Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 17 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
2. Οι τίτλοι ούτοι δεν έχουσιν ονομαστικήν
αξίαν και δεν παρέχουσι δικαίωμά τι συμμετοχής εις την διοίκησιν και
διαχείρισιν της εταιρείας, ως και εις το προϊόν της εκκαθαρίσεως της περιουσίας
αυτής.
3. Οι τίτλοι ούτοι παρέχουσιν αποκλειστικώς
δικαίωμα απολήψεως το πολύ του 1/4 του
τμήματος των καθαρών κερδών, όπερ υπολείπεται μετά τας αφαιρέσεις της κρατήσεως
προς σχηματισμόν τακτικού αποθεματικού και του απαιτουμένου προς διανομήν
πρώτου μερίσματος εις τους μετόχους ποσού.
4. Η εταιρεία δικαιούται δέκα έτη μετά την
έκδοσιν τοιούτων τίτλων να εξαγοράση και ακυρώση αυτούς αντί της εν τω
καταστατικώ οριζομένης τιμής, ήτις συνολικώς δια πάντας τους τίτλους ουδέποτε
δύναται να αποτελέση ποσόν υπερβαίνον το αντιστοιχούν εις την κεφαλοποίησιν
προς 15% του κατά την τελευταίαν τριετίαν πληρωθέντος εις τους ιδρυτικούς τίτλους
μέσου ετησίου μερίσματος.
5.
Εξαιρετικώς, προκειμένου κατά την σύστασιν ή διαρκούσης της λειτουργίας
εταιρείας τινός να δοθώσιν ως αντάλλαγμα εισφορών εις είδος ιδρυτικοί τίτλοι,
δικαιούται αύτη, τηρουμένων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 3, να καθορίση
οιουσδήποτε όρους συμμετοχής αυτών εις τα κέρδη και εξαγοράς, διάρκειαν όμως
αυτών ουδέποτε ανωτέραν της προβλεπομένης διαρκείας της χρησιμοποιήσεως του
εισφερομένου αντικειμένου. Η εξακρίβωσις της υπάρξεως των τοιούτων εισφορών εις
είδος, ως και της προβλεπομένης διαρκείας της χρησιμοποιήσεως αυτών γίνεται
κατά τας διατάξεις του άρθρου 9.
1.
Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι η Γενική Συνέλευση έχει
το δικαίωμα με απόφασή
της, που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 1 και 31 παρ, 1, να προβαίνει στην
ολική ή μερική απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου.
Η απόσβεση αυτή δεν αποτελεί μείωση του
μετοχικού κεφαλαίου.
Επίσης η Γενική Συνέλευση μπορεί, με απόφασή
της που λαμβάνεται, σύμφωνα με
τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και 4 και 31 παρ. 2 να
προβαίνει σε ολική ή μερική απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου που δεν προβλέπεται από το καταστατικό.
2.
Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης,
για απόσβεση του
μετοχικού κεφαλαίου υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου
7β.
3.
Η απόσβεση γίνεται με την
καταβολή στους μετόχους της εταιρείας του συνόλου ή μέρους της ονομαστικής
αξίας των μετοχών
τους. Η καταβολή αυτή
δεν αποτελεί επιστροφή της
αναλογίας των μετοχών αυτών στο μετοχικό κεφάλαιο ή της αναλογίας
του μέρους αυτών
που έχει καταβληθεί. Η
απόσβεση γίνεται πάντοτε
με τη χρησιμοποίηση σχηματισμένων ειδικών αποθεματικών ή με ποσά που
διανέμονται σύμφωνα με τα άρθρα 44α και 45.
4.
Οι μέτοχοι των οποίων οι μετοχές έχουν
αποσβεστεί διατηρούν τα
δικαιώματά τους με
εξαίρεση το δικαίωμα της
επιστροφής της εισφοράς τους και το δικαίωμα συμμετοχής στη
διανομή του πρώτου
μερίσματος, σύμφωνα με το άρθρο 45, που εισπράττεται μόνο από τις
μετοχές που δεν
έχουν
αποσβεστεί.
5.
Εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, η
εγκυρότητα της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης που αφορά την απόσβεση
του κεφαλαίου εξαρτάται από
την έγκριση της κατηγορίας ή των κατηγοριών των μετοχών που τα
δικαιώματα τους θίγονται από την απόφαση αυτή.
"Η
έγκριση παρέχεται με
απόφαση των μετόχων της κατηγορίας που θίγεται και λαμβάνεται σε ιδιαίτερη
συνέλευση με τα ποσοστό απαρτίας
και πλειοψηφίας που προβλέπονται από τα άρθρα 29 παρ. 3 και
4 και 31 παρ.2. Για τη σύγκληση αυτής
της συνέλευσης, τη συμμετοχή σ' αυτή, την παροχή πληροφοριών, την αναβολή λήψης αποφάσεων, την ψηφοφορία
και την ακύρωση των αποφάσεών της,
εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις
για τη Γενική Συνέλευση των μετόχων".
***Τα εντός " " β' και γ' εδάφ.
αντικαταστάθηκαν ως άνω με την παρ. 7
του άρθρου 2 του ΠΔ 498/1987 (Α 236).
***Το άρθρο 15α προστέθηκε με το άρθρο 18
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
1. Η εταιρεία δεν μπορεί να
αναλαμβάνει την κάλυψη δικών της μετοχών.
2. Σε
περίπτωση που τις μετοχές της εταιρείας ανέλαβε πρόσωπο που
ενεργεί με το δικό του όνομα αλλά για λογαριασμό της εταιρείας, θεωρείται ότι
το πρόσωπο αυτό τις ανέλαβε για δικό του λογαριασμό.
3. Κατά τη σύσταση της εταιρείας οι ιδρυτές
και σε περίπτωση αύξησης του
μετοχικού κεφαλαίου, τα
μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, υποχρεούνται
να καταβάλουν την
αξία των μετοχών που έχουν αναληφθεί κατά παράβαση των διατάξεων αυτού
του άρθρου.
Οι
πιο πάνω ιδρυτές
ή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να απαλλαγούν από αυτή την
υποχρέωση αν αποδείξουν ότι δεν τους
βαρύνει οποιαδήποτε υπαιτιότητα ".
***Το άρθρο 15β προστέθηκε με το άρθρο 19
του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
1.
Απαγορεύεται στην ανώνυμη εταιρεία η απόκτηση δικών της μετοχών, είτε
από αυτή την ίδια είτε από πρόσωπο που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της.
2. Από την απαγόρευση της
προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται:
α.
Οι αποκτήσεις με σκοπό τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου,
που αποφασίστηκε από τη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Καταστατικού.
β.
Οι αποκτήσεις μετά από καθολική μεταβίβαση περιουσίας.
γ.
Οι αποκτήσεις μετοχών,
που έχουν αποπληρωθεί ολοσχερώς και προέρχονται από
αναγκαστική εκτέλεση που
έγινε για την
πληρωμή απαιτήσεων της ίδιας της εταιρίας.
δ.
Οι αποκτήσεις από ανώνυμες τραπεζιτικές
εταιρείες μετοχών τους, αλλά κατ' εντολή τρίτων.
ε.
Οι αποκτήσεις από
χαριστική αιτία εφόσον έχουν αποπληρωθεί ολοσχερώς.
"στ.
Αποκτήσεις με σκοπό τη διανομή
των μετοχών στο προσωπικό της εταιρίας
ή στο προσωπικό εταιρείας που είναι συνδεδεμένη με αυτή. Η
διανομή των μετοχών αυτών πρέπει να πραγματοποιείται μέσα σε προθεσμία δώδεκα
μηνών από την
απόκτησή τους, μετά την πάροδο της οποίας η διάταξη της παρ. 3 ως προς τις περιπτώσεις
γ' και ε' έχει εφαρμογή. Οι
αποκτήσεις μετοχών αυτής
της περίπτωσης γίνονται
υπό τις εξής
προϋποθέσεις:
-
εφ' όσον η
ονομαστική αξία των
μετοχών αυτών, μαζί με την ονομαστική αξία τυχόν μετοχών των
προηγουμένων περιπτώσεων α - ε,
δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο
(1/10) του μετοχικού κεφαλαίου.
-
εφ' όσον δε
θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση
του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων
της Εταιρείας, όπως
προσδιορίζονται στο υπόδειγμα
ισολογισμού που προβλέπεται
από το άρθρο 42γ, κάτω από το
ποσό που προβλέπει η παρ. 1 του άρθρου
44α, και
-
εφ' όσον πρόκειται για μετοχές πλήρως εξοφλημένες".
***Η περ. στ) προστέθηκε με την παρ. 1 του
άρθρου 25 του Ν. 1682/1987 (Α 14).
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά την παρ. 2 του άρθρου 25
του Ν. 1682/1987 (Α 14):
"Με προεδρικά διατάγματα, που
εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών,
Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας και Εμπορίου και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διάθεσης
μετοχών στους εργαζόμενους και ιδίως
θέματα που αφορούν το είδος των μετοχών αυτών, τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν στα πρόσωπα των
δικαιούχων, τον τρόπο διάθεσης και κατανομής τους, το ειδικό καθεστώς που θα
τις διέπει καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια".
3. Στις περιπτώσεις α'
και β' της προηγούμενης παραγράφου,
οι μετοχές που αποκτούνται πρέπει να ακυρώνονται αμέσως. Στις περιπτώσεις γ' και ε' της ίδιας
παραγράφου, οι μετοχές πρέπει να πωλούνται μέσα στο συντομότερο δυνατό
χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί
να υπερβαίνει το
ένα
έτος. Αν περάσει άπρακτη αυτή η
προθεσμία, οι μετοχές πρέπει
να ακυρώνονται αμέσως.
4.
Οι μετοχές της εταιρείας που ανήκουν στην ίδια υπολογίζονται για το
σχηματισμό απαρτίας, δεν
έχουν όμως δικαίωμα
ψήφου στη γενική Συνέλευση".
"Η παρ. 2 εδαφ. στ' περίπτωση πρώτη
καθώς και η παρ. 3 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση απόκτησης
μετοχών ανώνυμης εταιρείας από την άλλη εταιρεία της παρ. 3 του άρθρου 17, για
τις μετοχές αυτές όμως εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο.
Τα μέλη των οργάνων διοίκησης της ανώνυμης
εταιρείας υποχρεούνται να εξαγοράσουν από την άλλη εταιρεία τις μετοχές που
αναφέρονται παραπάνω στην τιμή πουτις είχε αποκτήσει αυτή ή άλλη εταιρεία. Η
κύρωση αυτή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση μόνο που τα εν λόγω μέλη αποδείξουν
ότι ουδόλως ευθύνονται γιά την ανάληψη ή την απόκτηση των εν λόγω
μετοχών".
*** Τα εντός " " εδάφια της
παρ.4 προστέθηκαν με το ΠΔ 60/2001,ΦΕΚ Α 51/16.3.2001.
[άρθρο 24α παρ. 6 της οδηγίας 77/91/ΕΟΚ
(άρθρο 1 της οδηγίας 92/101/ΕΟΚ)]
"5. Εταιρείες των οποίων οι
μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών μπορούν, με απόφαση της
γενικής συνέλευσης των μετόχων που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των
άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1, να αποκτούν δικές τους
μετοχές μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών μέχρι το 10% του συνόλου των
μετοχών τους, με σκοπό τη στήριξη της χρηματιστηριακής τιμής τους σε
περιπτώσεις που θεωρείται ότι η εν λόγω τιμή είναι σημαντικά χαμηλότερη από την
τιμή που αντιστοιχεί στα δεδομένα της αγοράς και στην οικονομική κατάσταση και
προοπτικές της εταιρείας. Στο ανωτέρω ποσοστό συμπεριλαμβάνονται και οι μετοχές
τις οποίες έχει προηγουμένως αποκτήσει η εταιρεία, καθώς και εκείνες που έχουν αποκτηθεί
από πρόσωπο το οποίο ενεργούσε επ' ονόματί του αλλά για λογαριασμό της
εταιρείας.
6. Η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της
εταιρείας για σύγκληση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, με σκοπό τη λήψη
απόφασης για αγορά δικών της μετοχών προς στήριξη της τιμής τους, σύμφωνα με
την παράγραφο 5 του παρόντος, καθώς και η απόφαση της γενικής συνέλευσης των
μετόχων για αγορά των μετοχών, γνωστοποιούνται αμέσως, μετά τη λήψη τους, στο
διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.
7. Στην απόφαση της γενικής συνέλευσης των
μετόχων ορίζονται κυρίως τα εξής:
α) Ο ανώτατος αριθμός μετοχών που θα
αγοραστούν.
β) Η ανώτατη και κατώτατη τιμή στην οποία
επιτρέπεται να διενεργηθούν οι αγορές.
γ) Το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα
γίνουν οι αγορές και το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες
από την ημερομηνία λήψης της απόφασης της γενικής συνέλευσης των μετόχων.
*** Οι παρ. 5,6 7 αντικαταστάθηκαν ως άνω με
την παρ.2 άρθρ.6 Ν.2892/2001, ΦΕΚ Α 46/9.3.2001.
8. Οι αγοραζόμενες μετοχές πρέπει να είναι
πλήρως εξοφλημένες και να προέρχονται από το ευρύτερο επενδυτικό κοινό και τους
οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων. Η κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος
διενεργούμενη συναλλαγή είναι απολύτως άκυρη, η ακυρότητα δε αυτή διαπιστώνεται
με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επιφυλασσομένης της δικαιοδοσίας των
δικαστηρίων προς τελική επίλυση της διαφοράς.
9. Η απόκτηση από την Εταιρεία των δικών της
μετοχών κατά τα ανωτέρω, δεν επιτρέπεται να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του
καθαρού ενεργητικού σε ποσό κατώτερο από εκείνο που ορίζεται στο άρθρο 15 παρ.
1α της οδηγίας 77/91/ΕΟΚ.
10. Η απόφαση της γενικής συνέλευσης της
εταιρείας για αγορά δικών της μετοχών δημοσιεύεται τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες
πριν την έναρξη των αγορών σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες, μία
πολιτική και μία οικονομική, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος
2 (α) και (β), καθώς και στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών
Αθηνών. Η ανακοίνωση πρέπει να περιλαμβάνει τους βασικούς όρους της συναλλαγής,
όπως ενδεικτικά τον ανώτατο αριθμό των μετοχών που θα αγοραστούν, την ανώτατη
και κατώτατη τιμή και το συνολικό χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα γίνουν οι
αγορές. Η ανακοίνωση αυτή πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε φορά για κάθε επί
μέρους διάστημα κατά το οποίο η εταιρεία εφαρμόζει την απόφαση για αγορά δικών
της μετοχών.
Στην περίπτωση αυτή, η εταιρεία υποχρεούται
το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες μέρες πριν την έναρξη του επί μέρους χρονικού
διαστήματος συναλλαγών, να υποβάλλει στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών δήλωση στην
οποία θα αναφέρεται η πρόθεση της εταιρείας να προβεί στην απόκτηση δικών της
μετοχών και τα βασικά στοιχεία της συναλλαγής που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο
και ιδίως θα εξειδικεύεται το επί μέρους χρονικό διάστημα κατά το οποίο η
εταιρεία θα πραγματοποιεί τις αγορές. Η δήλωση αυτή δημοσιεύεται στο Ημερήσιο
Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Επίσης, το αργότερο δύο (2)
εργάσιμες ημέρες πριν την έναρξη του επί μέρους χρονικού διαστήματος
συναλλαγών, η εταιρεία υποχρεούται να δημοσιεύει ανακοίνωση με το ίδιο
περιεχόμενο σε δύο ημερήσιες εφημερίδες, μία πολιτική και μία οικονομική, όπως
αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 (α) και (β).
Την επόμενη ημέρα από τη λήξη του επί μέρους
χρονικού διαστήματος συναλλαγών, η εταιρεία υποχρεούται να υποβάλλει στην
Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών δήλωση, στην οποία θα
αναφέρεται ο ακριβής αριθμός μετοχών που αποκτήθηκαν, η μέση τιμή κτήσης τους,
το σύνολο των ιδίων μετοχών που κατέχει η εταιρεία και το ποσοστό του μετοχικού
κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει το παραπάνω σύνολο.
Η
δήλωση αυτή δημοσιεύεται στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών
Αθηνών.
Η τήρηση των παραπάνω υποχρεώσεων δεν
απαλλάσσει την εταιρεία από τις υποχρεώσεις γνωστοποίησης που απορρέουν από
άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
11. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας
υποχρεούται να συγκεντρώνει στοιχεία και να καταρτίζει πλήρη κατάλογο μετόχων
από τους οποίους προήλθαν οι αποκτηθείσες μετοχές. Ο κατάλογος αυτός
ανακοινώνεται στους μετόχους στην πρώτη γενική συνέλευση που ακολουθεί την
περίοδο των αγορών."
*** Οι παρ.10 και 11 αντικαταστάθηκαν ως άνω
με την παρ.2 άρθρ.6 Ν.2892/2001, ΦΕΚ Α 46/9.3.2001.
12. Αν οι αποκτηθείσες μετοχές δεν πωληθούν
εντός τριετίας από την ημερομηνία αποκτήσεως των μετοχών ή δε διανεμηθούν εν
όλω ή εν μέρει στους απασχολούμενους στην Εταιρία, ακυρώνονται με απόφαση της
Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, ύστερα από πρόσκληση του Διοικητικού Συμβουλίου
της Εταιρείας. Η απόφαση θα περιλαμβάνει τον αριθμό και τα στοιχεία των
ακυρουμένων μετοχών και τους λόγους ακύρωσής τους. Η ακύρωση θα γίνεται με
καταστροφή του σώματος αυτών και σε περίπτωση εναποθέσεως των μετοχών στην
Ανώνυμη Εταιρία Αποθετηρίων Τίτλων με καταστροφή των αποθετηρίων εγγράφων και
αντίστοιχων μετοχών αποδιδομένων προς τούτο από την Ανώνυμη Εταιρεία
Αποθετηρίων Τίτλων στην Εταιρεία. Η απόφαση ακυρώσεως γνωστοποιείται στο
Διοικητικό Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και στην αρμόδια Δ/νση του
Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
Η
Εταιρία δύναται να ζητεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παράταση της τριετούς
προθεσμίας μέχρι και 2 έτη για ειδικούς λόγους τους οποίους εξειδικεύει στην
αίτησή της.
13. Η πώληση των μετοχών διενεργείται με
απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία του
όλου αριθμού των μελών του. Η απόφαση ορίζει κατώτατη τιμή πωλήσεως, μέγιστο
αριθμό μετοχών και χρόνο διαθέσεως αυτών στην αγορά. Η απόφαση γνωστοποιείται
αμελλητί στο Διοικητικό Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και
δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον πανελλαδικής κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες.
14. Σε περίπτωση που διενεργείται αγορά
μετοχών κατά τις διατάξεις του παρόντος τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 30
του Ν. 1806/1988.
***Το άρθρο 16 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 20 του ΠΔ 409/1986 (Α 191), οι δε παρ. 5 έως και 14 προστέθηκαν με το
άρθρο 2 του ΠΔ 14/1993 (Α 6).
1.
Απαγορεύεται σε ανώνυμη εταιρεία να λαμβάνει δικές της
μετοχές, καθώς και μετοχές
θυγατρικής της εταιρείας,
ως ενέχυρο για
την εξασφάλιση δανείων που χορηγούνται από αυτήν ή άλλων απαιτήσεών της. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τις
τρέχουσες συναλλαγές Τραπεζών
και άλλων Χρηματοδοτικών Οργανισμών.
2. Θυγατρικές ανώνυμες εταιρείες κατά την
έννοια αυτού του Νόμου δεν έχουν δικαίωμα
να επενδύουν ούτε
μέρος του δικού
τους μετοχικού κεφαλαίου σε μετοχές μητρικής εταιρείας".
***Το άρθρο 17 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 21 του ΠΔ 409/ 1986 (Α 191).
"3.
Η ανάληψη, η απόκτηση ή η κατοχή μετοχών ανώνυμης εταιρείας από άλλη ανώνυμη
εταιρεία ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή ετερόρρυθμη κατά μετοχές εταιρεία,
στην οποία η ανώνυμη εταιρεία διαθέτει, άμεσα ή έμμεσα, την πλειοψηφία των δικαιωμάτων
ψήφου ή στην οποία μπορεί να ασκήσει,
άμεσα ή έμμεσα δεσπόζουσα επιρροή, θεωρείται ότι έγιναν από την ίδια την
ανώνυμη εταιρεία.
Το τεκμήριο αυτό ισχύει και στην περίπτωση
που η άλλη εταιρεία υπόκειται στο δίκαιο τρίτης χώρας και έχει νομική μορφή
ανάλογη με την μορφή της ανώνυμης εταιρείας ή της εταιρείας περιορισμένης
ευθύνης ή της ετερόρρυθμης κατά μετοχές εταιρείας.
4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του
παρόντος, όπως ισχύει, εφαρμόζεται και για τις μετοχές της προηγούμενης
παραγράφου.
5. Η παρ. 3 του παρόντος δεν εφαρμόζεται:
α) όταν η ανάληψη, η απόκτηση ή η κατοχή
γίνεται για λογαριασμό προσώπου διάφορου του αναλαμβάνοντος, αποκτώντος ή
κατέχοντος και εφόσον το πρόσωπο αυτό δεν είναι ούτε η ανώνυμη εταιρεία που
αναφέρεται την παρ. 3, ούτε άλλη εταιρεία στην οποία η ανώνυμη εταιρεία
διαθέτει άμεσα ή έμμεσα την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου ή στην οποία
μπορεί να ασκήσει άμεσα ή έμμεσα δεσπόζουσα επιρροή,
β) όταν η ανάληψη, απόκτηση ή κατοχή γίνεται
από την άλλη εταιρεία ως κατ' επάγγελμα διενεργούσα πράξεις επί τίτλων και υπό
την ιδιότητά της αυτή, υπό τον όρο ότι είναι μέλος χρηματιστηρίου αξιών που
βρίσκεται ή λειτουργεί σε κράτος μέλος ή ότι έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή
υπόκειται στην εποπτεία αρχής κράτους μέλους που είναι αρμόδια για την εποπτεία
των κατ' επάγγελμα διενεργούντων πράξεις επί τίτλων, στους οποίους, τηρουμένων
των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, περιλαμβάνονται και τα πιστωτικά
ιδρύματα,
γ) όταν η κατοχή μετοχών της ανώνυμης
εταιρείας από την άλλη εταιρεία είναι αποτέλεσμα απόκτησης η οποία έλαβε χώρα
σε χρόνο κατά τον οποίο η σχέση των δύο εταιρειών δεν πληρούσε τα κριτήρια της
παρ. 3.
6. Τα δικαιώματα ψήφου, που αντιστοιχούν
στις μετοχές της περίπτωσης γ της προηγουμένης παραγράφου, αναστέλλονται και οι
μετοχές αυτές λαμβάνονται υπόψη για να προσδιορισθεί κατά πόσο πληρούται ο όρος
του άρθρου 16 παρ. 2 εδαφ. στ' περίπτωση πρώτη του παρόντος".
***Οι παρ.3-6 προστέθηκαν με το ΠΔ
60/2001,ΦΕΚ Α 51/16.3.2001. [άρθρο 24α παρ. 1, 4, 5 και 6 της οδηγίας 77/91/ΕΟΚ
(άρθρο 1 της οδηγίας 92/101/ΕΟΚ)]
Τα άρθρα 16 παρ. 4εδ.
δεύτερο και τρίτο και 17 παρ. 3 έως 6 δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που οι
μετοχές αποκτήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Εν τούτοις τα δικαιώματα ψήφου που
αντιστοιχούν στις μετοχές αυτές αναστέλλονται και οι μετοχές αυτές λαμβάνονται
υπόψη προκειμένου να καθορισθεί αν πληρούται ο όρος του άρθρου 16 παρ. 2 εδαφ.
στ' περίπτωση πρώτη του παρόντος".
*** Το άρθρο 17α προστέθηκε με το άρθρ.4
(άρθρο 2 παρ.1 της οδηγίας 92/101/ΕΟΚ) ΠΔ 60/2001,ΦΕΚ Α 51/16.3.2001.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2ον
Άρθρον 18.
1. Η ανώνυμος εταιρεία εκπροσωπείται επί
δικαστηρίου και εξωδίκως υπό του Διοικητικού αυτής Συμβουλίου, ενεργούντος
συλλογικώς.
2. Το Καταστατικόν δύναται να ορίσει, ότι
και εν ή πλείονα μέλη του Συμβουλίου ή άλλα πρόσωπα δικαιούνται να εκπροσωπώσι την εταιρεία εν γένει ή εις
ωρισμένου μόνον είδους πράξεις.
" 3. Το Καταστατικόν δύναται να ορίση
ότι ωρισμένος μέτοχος ή μέτοχοι δύνανται να διορίσωσι μέλη του Διοικητικού
Συμβουλίου ουχί όμως πέραν του ενός τρίτου του προβλεπομένου συνολικού αριθμού
αυτών, ορίζον άμα και τας προϋποθέσεις ασκήσεως του δικαιώματος ιδία εξ απόψεως
ποσοστού συμμετοχής εις το εταιρικόν κεφάλαιον και δεσμεύσεως των μετοχών.
Η άσκησις του δικαιώματος τούτου πρέπει να
πραγματοποιήται προ της εκλογής του Διοικητικού Συμβουλίου υπό της Γενικής
Συνελεύσεως, περιοριζομένης εν τη περιπτώσει ταύτη εις την εκλογήν των
υπολοίπων συμβούλων. Οι ασκήσαντες το ανωτέρω δικαίωμα γνωστοποιούν τον
διορισμόν των συμβούλων των εις την εταιρείαν τρεις πλήρεις ημέρας, προ της
συνεδριάσεως της γενικής συνελεύσεως και δεν συμμετέχουν εις την εκλογήν του
υπολοίπου Συμβουλίου".
" 4. Οι ούτως οριζόμενοι σύμβουλοι
δύνανται ν' ανακληθώσιν οποτεδήποτε από τους έχοντες το δικαίωμα του διορισμού
των και να αντικαθίστανται δι' άλλων. Λόγω σπουδαίου λόγου εγκειμένου εις το
πρόσωπον του διορισθέντος, δύναται ο Πρόεδρος Πρωτοδικών της περιφερείας εις
την οποίαν εδρεύει η Εταιρεία, τη αιτήσει μετόχων εκπροσωπούντων το 1/10 του
καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου κατά την επ' αναφορά διαδικασίαν να ανακαλέση τούτον".
" 5. Εν περιπτώσει μεταβολής του αριθμού
των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου διατηρείται υποχρεωτικώς η υφισταμένη εν
τω καταστατικώ αναλογία ιδιαιτέρας εν αυτώ εκπροσωπήσεως".
***Αι ανωτέρω παράγραφοι 3, 4 και 5 προσετέθησαν διά του άρθρου 7 του ΝΔ
4237/1962 (Α 123), η δε πρώην παράγραφος υπ' αριθμόν 3, έλαβε τον αριθμόν 6.
"6".
Εάν δεν ευρεθή εις το κατάστημα της εταιρείας πρόσωπον τι εκ των αναγραφομένων
εν τω άρθρω 145 της Πολιτικής Δικονομίας, παν έγγραφον προς αυτήν επιδίδεται
νομίμως, εάν τοιχοκολληθή εις το μνημονευθέν κατάστημα κατά τας διατάξεις του
άρθρου 143 της Πολιτικής Δικονομίας.
1. Η θητεία των μελών του Διοικητικού
Συμβουλίου ουδέποτε δύναται να υπερβαίνει τα εξ έτη.
"2. Οι σύμβουλοι, μέτοχοι ή μη μέτοχοι
είναι πάντοτε επανεκλέξιμοι και ελεύθερα ανακλητοί".
***
H παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.10 Ν.2339/1995 (Α 204).
1. Το Διοικητικόν Συμβούλιον δέον να
συνέρχηται τουλάχιστον άπαξ κατά ημερολογιακόν μήνα εν τη έδρα της εταιρίας.
2. Εξαιρετικώς επιτρέπεται, όπως ορίζηται εν
τω καταστατικώ και άλλος τόπος, εν ω να δύναται να συνεδριάζη εγκύρως το
Συμβούλιον, κείμενος είτε εν τη ημεδαπή, είτε μετά ειδικήν άδειαν του Υπουργού
Εμπορίου και εν τη αλλοδαπή. Εν τη πράξει ταύτη του Υπουργού δύνανται να καθορίζωνται
και όροι, υφ' ους χορηγείται η άδεια της συνεδριάσεως εν τη αλλοδαπή, ων μη
τηρουμένων αι κατά τοιαύτας συνεδριάσεις ληφθείσαι αποφάσεις δύνανται να
κηρυχθώσιν άκυροι απέναντι της εταιρείας.
"3. Το διοικητικό συμβούλιο εγκύρως
συνεδριάζει εκτός της έδρας του σε άλλο τόπο είτε στην ημεδαπή, είτε στην
αλλοδαπή, εφόσον στην συνεδρίαση αυτή παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται όλα τα
μέλη του και κανένα δεν αντιλέγει στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης και στη
λήψη αποφάσεων.
4. Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται από
τον πρόεδρο του με πρόσκληση που γνωστοποιείται στα μέλη του δύο (2)
τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Στην πρόσκληση πρέπει
απαραίτητα να αναγράφονται με σαφήνεια και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης,
διαφορετικά η λήψη αποφάσεων επιτρέπεται μόνο εφόσον παρίστανται ή
αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και κανείς δεν
αντιλέγει στη λήψη αποφάσεων.
5. Τη σύγκλιση του διοικητικού συμβουλίου
μπορεί να ζητήσουν δύο (2) εκ των μελών του, με αίτησή τους προς τον πρόεδρο
αυτού, ο οποίος υποχρεούται να συγκαλέσει το διοικητικό συμβούλιο μέσα σε
προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή της αίτησης.
Σε περίπτωση άρνησης του πρόεδρου να
συγκαλέσει το διοικητικό συμβούλιο μέσα στην παραπάνω προθεσμία ή εκπρόθεσμης
σύγκλησής του, επιτρέπεται στα μέλη που ζήτησαν τη σύγκληση να συγκαλέσουν αυτά
το διοικητικό συμβούλιο μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από τη λήξη του
δεκαημέρου, γνωστοποιώντας τη σχετική πρόσκληση στα λοιπά μέλη του διοικητικού
συμβουλίου.
Στην κατά τα ανωτέρω αίτησή τους πρέπει, με
ποινή απαραδέκτου, να αναφέρονται με σαφήνεια και τα θέματα με τα οποία θα
ασχοληθεί το διοικητικό συβούλιο.
6. Οι συζητήσεις και αποφάσεις του
διοικητικού συμβουλίου καταχωρούνται περιληπτικά σε ειδικό βιβλίο που μπορεί να
τηρείται και κατά το μηχανογραφικό σύστημα. Υστερα από αίτηση μέλους του
διοικητικού συμβουλίου, ο πρόεδρος υποχρεούται να καταχωρήσει στα πρακτικά
ακριβή περίληψη της γνώμης του. Στο βιβλίο αυτό καταχωρείται επίσης κατάλογος
των παραστάντων ή αντιπροσωπευθέντων κατά τη συνεδρίαση μελών του διοικητικού
συμβουλίου.
7. Αντίγραφα πρακτικών συνεδριάσεων του
διοικητικού συμβουλίου, για τα οποία υπάρχει υποχρέωση καταχώρισής τους στο
μητρώο ανωνύμων εταιριών, σύμφωνα με το άρθρο 7α του παρόντος, υποβάλλονται στο
υπουργείο Εμπορίου μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την συνεδρίαση του
διοικητικού συμβουλίου".
***
Οι παρ.3,4,5,6 και 7 προστέθηκαν με την
παρ.2 άρθρ.10 Ν.2339/1995 (Α 204)
1. Το Διοικητικόν Συμβούλιον
ευρίσκεται εν απαρτία και συνεδριάζει εγκύρως, όταν παρίστανται ή
αντιπροσωπεύωνται εν αυτώ το ήμισυ πλέον ενός των συμβούλων, ουδέποτε όμως ο
αριθμός των παρόντων συμβούλων δύναται να η ελλάσων των τριών. Προς εξεύρεσιν
του αριθμού απαρτίας παραλείπεται τυχόν προκύπτον κλάσμα.
"2. Εφόσον δεν ορίζει διαφορετικά ο
νόμος ή το καταστατικό, οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνοντας
έγκυρα σε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων και αντιπροσωπευόμενων μελών. Σε
περίπτωση ισοψηφίας δεν υπερισχύει η ψήφος του προέδρου του διοικητικού
συμβουλίου".
***
Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.3 άρθρ.10 Ν.2339/1995 (Α 204).
3. Έκαστος σύμβουλος δύναται ν'
αντιπροσωπεύει εγκύρως μόνον ένα έτερον σύμβουλο.
4. Η αντιπροσώπευσις εν τω συμβουλίω δεν
δύναται να ανατεθεί εις πρόσωπα μη
ανήκοντα εις το συμβούλιο
"1. Το
Διοικητικόν Συμβούλιο είναι αρμόδιο ν' αποφασίζει πάσα πράξιν αφορώσαν εις την διοίκησιν της
εταιρίας, εις την διαχείρισιν
της περιουσίας αυτής
και εις την εν γένει επιδίωξιν
του σκοπού της εταιρίας.
"Πράξεις του Διοικητικού Συμβουλίου,
ακόμη και αν είναι εκτός
του εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την εταιρία απέναντι στους τρίτους,
εκτός αν αποδειχθεί ότι ο τρίτος γνώριζε την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού ή όφειλε
να τη γνωρίζει. Δε συνιστά
απόδειξη μόνη η
τήρηση των διατυπώσεων
δημοσιότητας ως προς το
καταστατικό της εταιρίας
ή τις τροποποιήσεις του".
***Το εντός " " εδάφιο προστέθηκε
με το άρθρο 22 του ΠΔ 409/1986 (Α 191)
"2.
Περιορισμοί της εξουσίας
του Διοικητικού Συμβουλίου
από το καταστατικό ή
από απόφαση της
Γενικής Συνέλευσης δεν αντιτάσσονται στους καλόπιστους τρίτους, ακόμη
και αν έχουν υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας".
***Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρ.23 του ΠΔ 409/1986 (Α 191)
"3. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει
θέματα για τα οποία η εξουσία του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να ασκείται
ολικά ή μερικά από ένα η περισσότερα μέλη του, διευθυντές της εταιρίας ή
τρίτους.
Τα πρόσωπα που κατά το καταστατικό
εκπροσωπούν και δεσμεύουν την εταιρία, καθώς και οι αρμοδιότητές τους ορίζονται
από το διοικητικό συμβούλιο".
***
Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.4 άρθρ.10 Ν.2339/1995 (Α 204).
***Το άρθρον 22 αντικατεστάθη ως άνω διά
του άρθρου 8 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Παν μέλος του
Διοικητικού Συμβουλίου ευθύνεται έναντι της εταιρείας κατά την διοίκησιν των εταιρικών υποθέσεων
διά παν αυτού πταίσμα. Ευθύνεται
ιδία εάν ο
ισολογισμός περιέχη παραλείψεις ή ψευδείς δηλώσεις
αποκρυπτούσας την πραγματική
κατάστασιν την εταιρείας.
2. Η ευθύνη αύτη δεν υφίσταται
εάν αποδείξη ότι
κατέβαλε την επιμέλειαν του
συνετού οικογενειάρχου. Τούτο
δεν ισχύει διά τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εταιρίας,
υπόχρεων εις πάσα επιμέλεια. Ωσαύτως η
ευθύνη αύτη δεν
υφίσταται επί πράξεων ή παραλείψεων στηριζόμενων επί σύννομου αποφάσεως της
γενικής συνελεύσεως.
3. Παν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου
υποχρεούται εις αυστηρά
τήρησιν των απορρήτων της επιχειρήσεως τα οποία κατέστησαν αυτώ
γνωστά λόγω της ιδιότητος αυτού ως
συμβούλου.
4. Η Εταιρεία δύναται να παραιτηθή των προς
αποζημίωσιν αξιώσεών της ή να
συμβιβασθή μετά πάροδον διετίας από της γενέσεως της αξιώσεως και μόνον
εφ' όσον συγκατατίθεται η Γενική Συνέλευσις και δεν αντιτίθεται
μειοψηφία εκπροσωπούσα το 1/4 του
εν τη συνελεύσει
εκπροσωπουμένου εταιρικού κεφαλαίου.
5.
Αι ως άνω αξιώσεις υπόκεινται
εις τριετή παραγραφήν από της
τελέσεως της πράξεως, εφ' όσον δε πρόκειται περί ζημίας εκ δόλου
εις δεκαετή".
***Το άρθρον 22α προσετέθη διά του άρθρου
9 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
"1. Οι αξιώσεις της εταιρίας κατά των
μελών του διοικητικού συμβουλίου εκ της διοικήσεως των εταιρικών υποθέσεων
ασκούνται υποχρεωτικά, εάν αποφασίσει τούτο η γενική συνέλευση με απόλυτη
πλειοψηφία ή ζητήσουν από το διοικητικό συμβούλιο μέτοχοι εκπροσωπούντες το ένα
τρίτο (1/3) του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. Η αίτηση της μειοψηφίας
λαμβάνεται υπόψη μόνον εάν βεβαιωθεί ότι οι αιτούντες έγιναν μέτοχοι τρεις (3)
τουλάχιστον μήνες προ της αιτήσεως. Οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν απαιτούνται
στην περίπτωση που η ζημία οφείλεται σε δόλο των μελών του διοικητικού
συμβουλίου"
*** Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.5 άρθρ.10 Ν.2339/1995 (Α 204).
2.
Η αγωγή δέον να εγερθή εντός εξ μηνών από της ημέρας της γενικής
συνελεύσεως ή της υποβολής της αιτήσεως.
3. Προς διεξαγωγή της δίκης η γενική
συνέλευσις δύναται να διορίση
ειδικούς εκπροσώπους. Εάν
η ενάσκησις της αξιώσεως
ζητείται από την μειψηφίαν ή εν περιπτώσει καθ' ην η υπό της
προηγουμένης παραγράφου
καθοριζομένη προθεσμία ήθελε παρέλθει άπρακτος, δύναται ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών
της περιφερείας εις την οποίαν εδρεύει η Εταιρεία, αιτήσει της
μειοψηφίας, υποβαλλομένη εντός μηνός από
της λήξεως της
εν τη προηγουμένη παραγράφω
προθεσμίας, κατά την διαδικασίαν του άρθρου 634 της Πολ. Δικονομίας, να διορίση
ειδικούς εκπροσώπους της εταιρείας προς διεξαγωγή του δικαστικού αγώνος".
***Το άρθρον 22β προσετέθη διά του
άρθρου 9 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Απαγορεύεται εις μετέχοντας οπωσδήποτε
της διευθύνσεως της εταιρείας Συμβούλους, ως και εις τους διευθυντάς αυτής να
ενεργώσι κατ' επάγγελμα άνευ αδείας της γενικής συνελεύσεως δι' ίδιον λογαριασμό
ή δια λογαρισμόν τρίτων πράξεις υπαγομένας εις τινά εκ των επιδιωκομένων υπό
της εταιρείας σκοπών και να μετέχωσιν ως ομόρρυθμοι εταίροι εταιρειών,
επιδιωκουσών τοιούτους σκοπούς.
2. Εν περιπτώσει παραβάσεως της ανωτέρω
διατάξεως η εταιρεία δικαιούται εις αποζημίωσιν, δυναμένη αντί ταύτης να
απαιτήση, προκειμένου μεν περί πράξεων γενομένων δι' ίδιον του Συμβουλίου ή του
Διευθυντού λογαριασμόν, όπως θεωρηθώσιν αι πράξεις αύται ως ενεργηθείσαι δια
λογαριασμόν της εταιρίας, προκειμένου δε περί πράξεων γενομένων υπό του
Συμβούλου ή του Διευθυντού δια λογαριασμόν τρίτων, όπως δοθή εις την εταιρίαν η
εκ της μεσολαβήσεως αμοιβή ή εκχωρηθή προς αυτήν η επί της αμοιβής ταύτης
απαίτησις.
3. Αι κατά το προηγούμενον εδάφιον
απαιτήσεις της εταιρείας κατά Συμβούλων ή Διευθυντών αυτής παραγράφονται μετά
εν έτος αφ' ης ανεκοινώθησαν εις συνεδρίασιν του Διοικητικού Συμβουλίου υπό
μέλους αυτού ή εκοινοποιήθησαν προς την εταιρίαν υπό μετόχου. Η παραγραφή
επέρχεται πάντως πέντε έτη μετά την ενέργειαν της απηγορευμένης πράξεως.
"1.
Δάνεια της εταιρείας
προς ιδρυτές, μέλη
του Διοικητικού Συμβουλίου,
γενικούς διευθυντές ή διευθυντές
αυτής, συγγενείς αυτών μέχρι
και του τρίτου
βαθμού εξ αίματος
ή αγχιστείας συμπεριλαμβανομένων
ή συζύγους των ανωτέρω ως και
παροχή πιστώσεων προς αυτούς καθ' οιονδήποτε τρόπον ή παροχή
εγγυήσεων υπέρ αυτών προς τρίτους,
απαγορεύονται απολύτως και είναι άκυρα.
"Επίσης δάνεια της εταιρείας σε
τρίτους, καθώς και η παροχή πιστώσεων σ' αυτούς με οποιονδήποτε τρόπο ή παροχή
εγγυήσεων υπέρ αυτών με σκοπό την απόκτηση
από αυτούς μετοχών της
εταιρείας, απαγορεύονται απολύτως και είναι άκυρα".
***Το εντός " " εδάφιο προστέθηκε
με το άρθρο 24 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
2. Οιαιδήποτε άλλαι συμβάσεις της
εταιρείας μετά των
άνω προσώπων είναι άκυροι άνευ
προηγουμένης ειδικής εγκρίσεως αυτών υπό της γενικής συνελεύσεως των μετόχων. Η έγκρισις δεν παρέχεται αν εις
την απόφασιν αντετάχθησαν μέτοχοι εκπροσωπούντες τουλάχιστον το 1/3
του εν τη συνελεύσει εκπροσωπουμένου μετοχικού κεφαλαίου. Η απαγόρευσις
αύτη δεν ισχύει προκειμένου περί
συμβάσεως μη εξερχομένης
των ορίων της τρεχούσης συναλλαγής της εταιρείας μετά
των πελατών της.
"3. Η απαγόρευση της παραγράφου 1
ισχύει και προκειμένου για δάνεια ή
πιστώσεις που χορηγούνται από θυγατρικές εταιρείες κατά την
έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5, καθώς επίσης και από ομόρρυθμες εταιρείες,
στις οποίες ομόρρυθμο μέλος είναι η ανώνυμη εταιρεία".
***Η παρ. 3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ. 8 του άρθρου 2 του ΠΔ 498/1987 (Α
236).
4. Η παράβασις των διατάξεων του παρόντος
άρθρου επάγεται τας ποινάς του άρθρου 58α".
***Το άρθρον 23α, προστεθέν υπό του
άρθρου 4 του Ν. 5076/1931,
αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρου 10 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
"1.
Πάσα επί των
κερδών χορηγούμενη εις
μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου
αμοιβή, δέον να λαμβάνηται εκ του απομένοντος υπολοίπου των καθαρών
κερδών μετά την
αφαίρεσιν των κρατήσεων
δια τακτικό αποθεματικό
και του απαιτουμένου ποσού προς διανομή του πρώτου μερίσματος υπέρ των
μετόχων, ίσου τουλάχιστον
προς 6 % επί του
καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου.
2.
Πάσα ετέρα, μη
καθοριζομένη κατά ποσόν υπό του
Καταστατικού, χορηγουμένη δε εξ
οιουδήποτε λόγου εις σύμβουλον αμοιβή ή αποζημίωσις, θεωρείται βαρύνουσα την Εταιρείαν, μόνον, εάν εγκριθή
δι' ειδικής αποφάσεως της τακτικής Γενικής Συνελεύσεως.
Αύτη δύναται να μειωθή υπό του δικαστηρίου εάν κατ' αγαθήν
κρίσιν είναι υπέρογκος
και αντετάχθησαν κατά της ληφθείσης
αποφάσεως μέτοχοι εκπροσωπούντες το 1/10 του εταιρικού
κεφαλαίου.
3.
Η διάταξις της
προηγουμένης παραγράφου δεν
εφαρμόζεται προκειμένου περί
αμοιβών οφειλομένων εις
μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δι' υπηρεσίας
αυτών παρεχομένας εις την Εταιρείαν επί τη βάσει ειδικής σχέσεως μισθώσεως εργασίας ή εντολής".
***To άρθρον 24 αντικατεστάθη ως άνω διά
του άρθρου 11 του ΝΔ 4237/ 1962 (Α
123).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3ον
Η Γενική Συνέλευσις συνέρχεται υποχρεωτικώς
εν τη έδρα της εταιρείας τουλάχιστον άπαξ καθ' εταιρικήν χρήσιν και εντός εξ το
πολύ μηνών από της λήξεως της χρήσεως ταύτης.
"Εξαιρετικά επιτρέπεται να συνέρχεται η
γενική συνέλευση και σε άλλο τόπο κείμενο στην ημεδαπή μετά από ειδική άδεια
του υπουργού Εμπορίου, στην οποία καθορίζονται και οι όροι υπό τους οποίους
χορηγείται η άδεια.
Η
άδεια αυτή δεν απαιτείται όταν στη συνέλευση παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται
μέτοχοι που εκπροσωπούν το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου και κανείς μέτοχος
δεν αντιλέγει στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης και στη λήψη αποφάσεων".
*** Το εντός " "εδάφιο
προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.11
Ν.2339/1995 (Α 204).
1. Η Γενική Συνέλευσις, εξαιρέσει των
επαναληπτικών Συνελεύσεων και των
εξομοιουμένων ταύταις, δέον
να καλήται είκοσι τουλάχιστον
ημέρας, προ της οριζομένης διά την συνεδρίασιν αυτής, υπολογιζομένων
και των εξαιρετέων ημερών. Η
ημέρα της δημοσιεύσεως της προσκλήσεως της Γενικής Συνελεύσεως και η
ημέρα της συνεδριάσεως αυτής δεν υπολογίζονται.
"2.
Η πρόσκληση της Γενικής
Συνέλευσης, η οποία
περιλαμβάνει τουλάχιστον το αίτημα, τη χρονολογία και την ώρα της συνεδρίασης,
καθώς και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης με σαφήνεια,
τοιχοκολλείται σε εμφανή θέση του καταστήματος της εταιρίας και δημοσιεύεται ως
εξής.
α.
στο τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της
Εφημερίδας της Κυβέρνησης,
σύμφωνα με το
άρθρο 3 του από 16 Ιανουαρίου
1930 Π. Δ/τος "περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιριών".
β.
σε μία ημερήσια πολιτική
εφημερίδα που εκδίδεται στην Αθήνα και κατά την κρίση του Διοικητικού
Συμβουλίου, έχει ευρύτερη κυκλοφορία σ'
ολόκληρη τη χώρα, που επιλέγεται από
τις εφημερίδες του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3757/1957, όπως ισχύει, και
"γ) Σε μια ημερήσια οικονομική
εφημερίδα από εκείνες που:
(αα)
Εκδίδονται έξι (6) ημέρες την εβδομάδα και επί τρία (3) χρόνια συνεχώς ως
καθαρά οικονομικές εφημερίδες.
(ββ) έχουν κυκλοφορία τουλάχιστον πέντε
χιλιάδων (5.000) φύλλων την ημέρα καθ' όλη την τριετία και
(γγ) Πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται
με κοινή απόφαση των υπουργών Εμπορίου και Τύπου και ΜΜΕ, προκειμένου για το
χαρακτηρισμό εφημερίδας ως οικονομική.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ. σχετικά την υπ'αριθμ.
Κ2-3840/23.4-12.5.1997 απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Τύπου και ΜΜΕ (ΦΕΚ
Β'373), περί των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού εφημερίδων ως οικονομικών σύμφωνα
με τα άρθρα 26 παρ. 2 και 43β παρ. 5 του Κ.Ν. 2190/20.
Για τις οικονομικές εφημερίδες οι οποίες θα
έχουν τη δυνατότητα να δημοσιεύουν προσκλήσεις θα αποφασίσει ανά εξάμηνο ο
υπουργός Εμπορίου, με βάση έγγραφο του υπουργού Τύπου και ΜΜΕ, που θα βεβαιώνει
τη συνδρομή των κατά τα πιο πάνω εδάφια (αα), (ββ) και (γγ) προϋποθέσεων.
** Το εδάφιο γ'αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 άρθρ.11 Ν.2339/1995 (Α 204).
** Τα δύο τελευταία εδάφια της περ.γ'
αντικαταστάθηκαν ως άνω και αριθμήθηκαν
σε περ.ε' με την παρ.10 άρθρ.10 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.
"δ) Η πρόσκληση της Γενικής Συνελεύσεως
των Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Ετραιρειών δημοσιεύεται και σε μία από τις ημερήσιες
αθλητικές εφημερίδες που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του α' εδαφίου της παρ.
1 του άρθρου 3 του ν.δ. 3557/1957, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του
ν. 1044/1980 και συμπληρώθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1797/1988.
Για τις αθλητικές εφημερίδες, οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα να δημοσιεύουν προσκλήσεις Γενικών Συνελεύσεων των Α.Ε., θα αποφασίζει κάθε έξι (6) μήνες ο Υπουργός Ανάπτυξης, με βάση το έγγραφο του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που θα βεβαιώνει τη συνδρομή των πιο πάνω προϋποθέσεων."
"ε) σε μία τουλάχιστον ημερήσια ή εβδομαδιαία νομαρχιακή ή εβδομαδιαία
πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδα από εκείνες που έχουν την έδρα τους
στην έδρα της εταιρείας και σε περίπτωση που δεν υπάρχει εφημερίδα που να
έχει την έδρα της στην περιοχή αυτή, σε μία τουλάχιστον ημερήσια ή
εβδομαδιαία νομαρχιακή ή εβδομαδιαία πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδα
που έχει την έδρα της στην πρωτεύουσα του νομού στον οποίο η εταιρεία έχει
την έδρα της.
Εξαιρετικά, αν η εταιρεία εδρεύει σε δήμο ή κοινότητα του Νομού Αττικής ή του
Νομού Θεσσαλονίκης, εκτός του Δήμου Αθηναίων ή του Δήμου Θεσσαλονίκης, η
πρόσκληση πρέπει να δημοσιεύεται σε μία τουλάχιστον ημερήσια ή
εβδομαδιαία τοπική ή εβδομαδιαία πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδα από
εκείνες που έχουν την έδρα τους στην έδρα της εταιρείας και σε περίπτωση
που δεν υπάρχει εφημερίδα που να έχει την έδρα της στην περιοχή αυτή, σε
μία τουλάχιστον ημερήσια ή εβδομαδιαία τοπική ή εβδομαδιαία πανελλήνιας
κυκλοφορίας εφημερίδα από εκείνες που έχουν την έδρα τους στην έδρα της
νομαρχιακής αυτοδιοίκησης στην οποία υπάγεται η εταιρεία.
Οι εταιρείες που εδρεύουν εντός του Δήμου Αθηναίων και του Δήμου Θεσσαλονίκης
δημοσιεύουν κατά τα εδάφια α' - δ' του άρθρου αυτού."
**ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με την παρ.2 του
άρθρου 10 του Ν.3021/2002 (Α΄ 143) ορίζονται τα εξής:
"Η παράγραφος 2 του όρθρου 26, καθώς
και το εδάφιο β' της παραγράφου 5 του όρθρου 43β του κ.ν. 2190/1920, όπως
συμπληρώθηκαν με την παράγραφο 6 του όρθρου 20 του Ν. 2644/1998,
εφαρμόζονται αναλόγως και για τις
υποχρεωτικές, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, δημοσιεύσεις των ισολογισμών ή
άλλων στοιχείων και ανακοινώσεων των αθλητικών ανωνύμων εταιρειών που εδρεύουν
στο Νομό Θεσσαλονίκης, σε αθλητικές εφημερίδες που εκδίδονται στον ίδιο
νομό."
"3. Πρόσκληση για σύγκλιση γενικής
συνέλευσης δεν απαιτείται στην περίπτωση κατά την οποία στην συνέλευση
παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται μέτοχοι που εκπροσωπούν το σύνολο του μετοχικού
κεφαλαίου και κανείς από αυτούς δεν αντιλέγει στην πραγματοποίησή της και στη
λήψη αποφάσεων".
*** Η παρ. 3 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.12
Ν.2339/1995 (Α 204).
1. Αι Ελληνικαί Ανώνυμοι Εταιρείαι
υποχρεούνται, όπως υποβάλλωσιν εις το Υπουργείον του Εμπορίου είκοσι
τουλάχιστον πλήρεις ημέρας προ πάσης Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων αυτών
κεκυρωμένον αντίγραφον της ημερησίας αυτής διατάξεως μετ' επεξηγηματικής
εκθέσεως των εν αυτή αναγραφομένων θεμάτων και ενός αντιτύπου των φύλλων των
εφημερίδων εν αις εδημοσιεύθη αύτη.
Η πρόσκλησις επαναληπτικών Γενικών
Συνελεύσεων ανακοινούται ως ανωτέρω προ δέκα τουλάχιστον πλήρων ημερών.
2. Αι αυταί ανώνυμοι εταιρείαι υποχρεούνται
όπως μετά πάσαν Γενικήν Συνέλευσιν των μετοχών αυτών υποβάλλωσιν εις το Υπουργείον
του Εμπορίου εντός είκοσιν ημερών κεκυρωμένον αντίγραφον των πρακτικών αυτής.
3. Εις τας διατάξεις του παρόντος υπάγονται
και αι κατά την διάρκειαν της εκκαθαρίσεως ανωνύμου εταιρείας συγκαλούμεναι
Γενικαί Συνελεύσεις των μετόχων αυτής.
"
1. Δέκα ημέρες πριν από την τακτική Γενική Συνέλευση, κάθε μέτοχος μπορεί
να πάρει από την εταιρεία τις ετήσιες
οικονομικές καταστάσεις της,
καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των ελεγκτών".
***Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 26 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
2. Τεσσαράκοντα οκτώ ώρας προ πάσης Γενικής
Συνελεύσεως δέον να τοιχοκολλάται εν εμφανεί θέσει του καταστήματος της
εταιρείας πίναξ των εχόντων δικαίωμα ψήφου κατά την γενικήν ταύτην συνέλευσιν
μετόχων μετ' ενδείξεως των τυχόν αντιπροσώπων αυτών, του αριθμού των μετοχών
και
ψήφων
εκάστου και των διευθύνσεων των μετόχων και των αντιπροσώπων αυτών.
1. Ίνα μετάσχει μέτοχος τις γενικής
συνελεύσεως δέον να καταθέσει τας μετοχάς αυτού εις το Ταμείο της εταιρείας,
εις το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή παρ' οιαδήποτε εν Ελλάδι ανωνύμω
τραπεζιτική εταιρεία πέντε τουλάχιστον ημέρας προ της ορισθείσης δια την
συνεδρίασιν της συνελεύσεως.
"Νομικά πρόσωπα, τηρουμένου του
προηγούμενου εδαφίου, μετέχουν στη Γενική Συνέλευση ορίζοντας ως εκπροσώπους
τους έως τρία φυσικά πρόσωπα."
***Το άνω εντός " " εδάφιο
προστέθηκε με την παρ.10 άρθρ.10 Ν.2741/1999, ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.
2. Το καταστατικόν δύναται να ορίζη και άλλα
πρόσωπα, η δε πρόσκλησις της γενικής συνελεύσεως και τραπεζίτας εν τη αλλοδαπή,
παρά τοις οποίοις είναι δυνατή η κατάθεσις των μετοχών.
3. Η προθεσμία της πρώτης παραγράφου του
παρόντος άρθρου ισχύει και περί της καταθέσεως παρά τη εταιρία των αποδείξεων
καταθέσεως και των εγγράφων αντιπροσωπείας.
4. Μέτοχοι μη συμμορφωθέντες προς τας
διατάξεις του άρθρου τούτου, μετέχουσι της γενικής συνελεύσεως μόνον μετ'
άδειαν αυτής.
"5. Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται
να καταχωρήσει εις
τον πίνακα των
εχόντων δικαίωμα ψήφου
κατά την Γενική Συνέλευση των
μετόχων, τον προβλεπόμενο υπό
του άρθρου 27
παρ. 2, πάντας
τους μετόχους τους συμμορφωθέντας προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου".
***Η παράγραφος 5 προσετέθη διά του άρθρου
36 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Η γενική συνέλευσις ευρίσκεται εν απαρτία
και συνεδριάζει εγκύρως επί θεμάτων της ημερησίας διατάξεως, όταν παρίστανται ή
αντιπροσωπεύωνται κατ' αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το 1/5 τουλάχιστον του
καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου.
2. Μη συντελεσθείσης τοιαύτης απαρτίας, η
γενική συνέλευσις συνέρχεται εκ νέου εντός είκοσιν ημερών από της χρονολογίας
της ματαιωθείσης συνεδριάσεως προσκαλουμένη προ δέκα τουλάχιστον ημερών,
ευρίσκεται δε κατά την επαναληπτικήν ταύτην συνεδρίαν εν απαρτία και
συνεδριάζει εγκύρως επί των θεμάτων της αρχικής ημερησίας διατάξεως, οιονδήποτε
και αν είναι το κατ' αυτήν εκπροσωπούμενον τμήμα του καταβεβλημένου εταιρικού
κεφαλαίου.
"3. Εξαιρετικά προκειμένου για αποφάσεις
που αφορούν στη μεταβολή της εθνικότητας της εταιρείας, σε μεταβολή του
αντικειμένου της επιχείρησης αυτής, σε επαύξηση των υποχρεώσεων των μετόχων, σε
αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου μη προβλεπόμενη από το Καταστατικό, σύμφωνα με
το άρθρο 13 (παρ. 1 και 2) ή επιβαλλόμενη από διατάξεις νόμων ή γενόμενη με
κεφαλαιοποίηση αποθεματικών, σε μειωση του μετοχικού κεφαλαίου, σε μεταβολή του
τρόπου διάθεσης των κερδών, σε συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή, αναβίωση,
παράταση της διάρκειας ή διάλυση της εταιρείας, παροχή ή ανανέωση εξουσίας προς
το Διοικητικό Συμβούλιο για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, σύμφωνα με το άρθρο
13 παρ. 1, η συνέλευση ευρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των
θεμάτων της ημερήσιας διάταξης όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται κατ' αυτήν
μέτοχοι εκπροσωπούντες τα δύο τρίτα (2/3) του καταβεβλημένου μετοχικού
κεφαλαίου."
*** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.19 άρθρ.15 Ν.3156/2003,ΦΕΚ Α 157/25.6.2003.
4. Μη συντελεσθείσης τοιαύτης απαρτίας, η
γενική συνέλευσις προσκαλείται και συνέρχεται εκ νέου κατά τας διατάξεις της
παραγράφου 2 του παρόντος, ευρίσκεται
δ' εν απαρτία και συνεδριάζει εγκύρως επι των θεμάτων της αρχικής ημερησίας
διατάξεως, όταν εκπροσωπήται κατ' αυτήν το 1/2 τουλάχιστον του καταβεβλημένου
εταιρικού κεφαλαίου. Μη συντελεσθείσης και της απαρτίας ταύτης, η συνέλευσις
προσκαλουμένη και συνερχομένη κατά τ' ανωτέρω, ευρίσκεται εν απαρτία και
συνεδριάζει εγκύρως επι των θεμάτων της αρχικής ημερησίας διατάξεως, όταν
εκπροσωπήται κατ' αυτήν το 1/3 τουλάχιστον του καταβεβλημένου εταιρικού
κεφαλαίου.
"5. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει
και άλλα θέματα, στα οποία για τη λήψη αποφάσεων απαιτείται η απαρτία που προβλέπεται
στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου".
"6. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει για
όλα ή συγκεκριμένα θέματα μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίας από τα προβλεπόμενα στις
παραγράφους 1 και 3, 4 και 5 αντίστοιχα, του παρόντος άρθρου.
Η προβλεπόμενη απαρτία για τα θέματα της
παραγράφου 1 δεν μπορεί να ταυτίζεται ή να είναι μεγαλύτερη από εκείνη των
παραγράφων 3, 4 και 5.
Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να απαιτείται
η εκπροσώπηση στη γενική συνέλευση του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου".
***
Η παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω και η παρ.6 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.12 Ν.2339/1995 (Α 204).
"1. Πάσα μετοχή παρέχει δικαίωμα
ψήφου. Πάντα τα εκ
της μετοχής δικαιώματα των
μετόχων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 3 του Ν. 2190/1920,
είναι υποχρεωτικώς, ανάλογα
προς το υπό της μετοχής αντιπροσωπευόμενον ποσοστό του κεφαλαίου.
2. Η ονομαστική αξία εκάστης μετοχής των
Ανωνύμων Εταιριών, δεν
δύναται να ορισθή
κατωτέρα των εκατόν (100) δραχμών και ανωτέρα των τριάκοντα χιλιάδων
(30.000) δραχμών".
*** Η παρ. 2 καταργείται από 1.1.2002 με το
άρθρο 12 Ν.2842/2000
***Το άρθρον 30, ως τούτο ετροποποιήθη διά
του Ν. 5076/1931 και του ΒΔ της 28-3-1957, αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρου
13 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Η σύμβασις μεταξύ του παρασχόντος
δικαίωμα ενεχύρου επί μετοχής Ανωνύμου
Εταιρείας και του ενεχυρούχου πιστωτού, καταρτιζομένη συγχρόνως μετά
της ενεχυριακής συμβάσεως
ή μεταγενεστέρως διά της
οποίας συμφωνείται, ότι
το εκ της μετοχής δικαίωμα ψήφου ανήκει εις τον
ενεχυρούχον δανειστήν, είναι έγκυρος,
αν δεν απαγορεύεται υπό του Καταστατικού κατά την αρχικήν αυτού μορφήν ή
ως μεταγενεστέρως προ της συνάψεως της
άνω συμβάσεως ετροποποιήθη.
2. Σύμβασις μεταξύ του επικαρπωτού και του
κυρίου μετοχής Ανωνύμου Εταιρείας, διά της οποίας συμφωνείται, ότι το εκ της
μετοχής δικαίωμα ψήφου ανήκει εις τον κύριον, είναι έγκυρος, υπό την
προϋπόθεσιν της προηγουμένης
παραγράφου".
***Το άρθρον 30α προσετέθη διά του
άρθρου 14 του ΝΔ 4237/1962 (Α123).
Τράπεζαι δύνανται να ψηφίζουν διά μετοχών
μη ανηκουσών εις αυτάς, εάν είναι εξουσιοδοτημέναι δι' εγγράφου.
Το έγγραφον δέον να είναι πλήρως
συμπεπληρωμένον κατά τον χρόνον της εκδόσεως. Η παρεχομένη εξουσιοδότησις
είναι ελευθέρως ανακλητή,
δεν δύναται δε να δοθή διά χρονικόν διάστημα μείζον των 15 μηνών".
***Το άρθρον 30β προσετέθη διά του άρθρου
14 του ΝΔ 4237/1962 (Α123).
1. Αι αποφάσεις της γενικής συνελεύσεως
λαμβάνονται κατ' απόλυτον πλειοψηφίαν των εν αυτή εκπροσωπουμένων ψήφων.
"2.
Κατ' εξαίρεση, οι αποφάσεις που προβλέπονται από τις παρ. 3 και 5 του
άρθρου 29 λαμβάνονται
με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των ψήφων που εκπροσωπούνται στη
συνέλευση".
*** Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 28 του ΠΔ 409/1986 (Α 191).
"3. Το Καταστατικόν δύναται να ορίση
ότι δι' ωρισμένας αποφάσεις
των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 29 απαιτούνται μείζονα
ποσοστά των κατά τας παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 29 και της παραγράφου
2 του παρόντος άρθρου
απαιτουμένων".
"3. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι
για όλες ή συγκεκριμένες αποφάσεις των παραγράφων 1 και 3, 4, 5 και 6 του
άρθρου 29, απαιτούνται μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που προβλέπονται,
αντίστοιχα, στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου".
*** Η παρ.3,η οποία προστέθηκε με το άρθρο
15 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123) αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.12
Ν.2339/1995 (Α 204).
"4. Η πρόβλεψη αυξημένης πλειοψηφίας για τα θέματα της παραγράφου 1, δεν μπορεί να ταυτίζεται ή να είναι μεγαλύτερη από εκείνη που προβλέπεται για τη λήψη αποφάσεων για τα θέματα των παραγράφων 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 29.
Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να απαιτείται
πλειοψηφία ίση με το σύνολο των εκπροσωπούμενων στη γενική συνέλευση μετοχών.
*** Η παρ.4 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.12 Ν.2339/1995
(Α 204).
1. Αι κατά τας συνελεύσεις συζητήσεις και
αποφάσεις καταχωρίζονται εν περιλήψει εις ειδικόν βιβλίον. Αιτήσει μετόχου ο
Πρόεδρος της συνελεύσεως υποχρεούται να καταχωρήση εις τα πρακτικά ακριβή
περίληψιν της γνώμης αυτού. Εν τω αυτώ βιβλίω καταχωρίζεται και κατάλογος των
παραστάντων ή αντιπροσωπευθέντων κατά την γενικήν συνέλευσιν μετόχων,
συντεταγμένος συμφώνως τω άρθρω 27 παραγρ. 2.
"2. Εάν εις την συνέλευσιν παρίσταται είς μόνον μέτοχος, ταύτην παρακολουθεί αντιπρόσωπος του Υπουργού Εμπορίου ή
συμβολαιογράφος της έδρας της Εταιρίας, όστις προσυπογράφει τα πρακτικά της
συνελεύσεως".
***Η παράγραφος 2 προσετέθη διά του άρθρου
16 του ΝΔ 4237/1962 (Α 23).
Η γενική
συνέλευσις των μετόχων είναι το ανώτατον όργανον της εταιρείας και δικαιούται
ν' αποφασίζη περί πάσης εταιρικής υποθέσεως, των αποφάσεων αυτής υποχρεουσών
και απόντας ή διαφωνούντας μετόχους.
1. Η γενική συνέλευσις είναι
μόνη αρμοδία ν' αποφασίζη περί:
α) τροποποιήσεων του καταστατικού, ως τοιούτων θεωρουμένων πάντως και των αυξήσεων ή μειώσεων του εταιρικού κεφαλαίου. Αι περί τροποποιήσεως του καταστατικού αποφάσεις είναι έγκυροι, εφ' όσον δεν απαγορεύονται δια ρητής διατάξεως του καταστατικού.
β) εκλογής μελών του Διοικητικού Συμβουλίου
και ελεγκτών.
γ) εγκρίσεως του ισολογισμού της εταιρείας.
δ) διαθέσεως των ετησίων κερδών.
(ε' εκδόσεως δανείου δι' ομολογίων")
ε' ("στ). Συγχώνευσης, διάσπασης,
μετατροπής, αναβίωσης, παράτασης της διάρκειας ή διάλυσης της εταιρίας
και"
* Το εδάφ.στ' αντικαταστάθηκε ως άνω με την
παρ.3 άρθρ.12 Ν.2339/1995 (Α 204).
στ'
(ζ) περί διορισμού εκκαθαριστών.
*
Το εδάφιο ε',το οποίο είχε αντικατασταθεί ως άνω με το άρθρο 4 ΠΔ
56/1991,ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και τα εδάφ. στ και ζ'αναριθμήθηκαν σε ε' και στ' με την παρ.20 άρθρ.15 Ν.3156/2003,ΦΕΚ Α
157/25.6.2003.
2. Εις τας διατάξεις της προηγουμένης
παραγράφου δεν υπάγονται:
α) Αι κατά το άρθρον 13 του παρόντος αποφασιζόμενα υπό του Διοικητικού Συμβουλίου ή της γενικής συνελεύσεως αυξήσεις κεφαλαίου. β) Η κατά το καταστατικόν συμπλήρωσις του αριθμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου μέχρι της πρώτης τακτικής γενικής συνελεύσεως και
γ) Η κατά το καταστατικόν εκλογή προσωρινών
μέχρι της συνεδρίας γενικής συνελεύσεως συμβούλων εις αντικατάστασιν
παραιτηθέντων, αποθανόντων ή οπωσδήποτε άλλως γενομένων εκπτώτων.
"δ) Η κατά το άρθρο 78 του παρόντος
απορρόφηση ανώνυμης εταιρίας από άλλη ανώνυμη εταιρία που κατέχει το 100% των
μετοχών της".
***
Το εδάφ.α' αντικαταστάθηκε ως άνω και
το εδάφ. δ' προστέθηκε με την παρ.4 άρθρ.12 Ν.2339/1995 (Α 204).
1. Μετά την ψήφισιν του ισολογισμού η γενική
συνέλευσις αποφαίνεται δι' ειδικής ψηφοφορίας, ενεργουμένης δι' ονομαστικής
κλήσεως, περί απαλλαγής του Διοικητικού Συμβουλίου και των ελεγκτών από πάσης
ευθύνης αποζημιώσεως.
"Η απαλλαγή
αύτη καθίσταται ανίσχυρος
εις τας περιπτώσεις του άρθρου 22α".
***Το εντός " " δεύτερον εδάφιον
αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρου 18 παρ.1 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
2. Της ψηφοφορίας περί απαλλαγής του
Διοικητικού Συμβουλίου δικαιούται να μετάσχωσι τα μέλη αυτού μόνον δια των
μετοχών, ων είναι κύρια. Το αυτό ισχύει και περί των υπαλλήλων της εταιρίας.
3. ***Η παράγραφος 3 κατηργήθη υπό του άρθου
18 παρ.2 του ΝΔ 4237/ 1962 (Α 123).
Άρθρον 35α.
1. Αι αποφάσεις της Γενικής Συνελεύσεως είναι
άκυροι και όταν:
α)
Ελήφθησαν κατά παράβασιν
των περί συγκροτήσεως των
Γενικών Συνελεύσεων ή των περί απαρτίας και πλειοψηφίας διατάξεων ή
β) δια του περιεχομένου των
θίγουν διατάξεις του
Καταστατικού τεθειμένας αποκλειστικώς ή
κυρίως προς προστασίαν των δανειστών της Εταιρίας.
2. Ακυρότης των αποφάσεων της Γενικής
Συνελεύσεως δι' οιονδήποτε λόγον δεν δύναται να αντιταχθή
μετά πάροδον διετίας από της υποβολής εις το Υπουργείον Εμπορίου του αντιγράφου
των πρακτικών της Γενικής Συνελεύσεως
καθ' ην ελήφθη η απόφασις".
***Το άρθρον 35α προσετέθη δια του
άρθρου 19 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Απόφασις Γενικής Συνελεύσεως, δι' ης
απορρίπτεται αίτησις παροχής πληροφορίας, οφειλομένης
κατά τας διατάξεις του
παρόντος ή του Καταστατικού, δύναται να ακυρωθή υπό του Δικαστηρίου.
2. Απόφασις Γενικής Συνελεύσεως δι'
ης ενεκρίθη ο Ισολογισμός δύναται να ακυρωθή υπό του Δικαστηρίου,
εάν παρά τας διατάξεις του Νόμου ή του
Καταστατικού ή εις κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένην σχηματίζωνται
δι'αυτού αποθεματικά, διενεργούνται
αποσβέσεις, εμφανίζωνται περιουσιακά στοιχεία εις αξίαν
διάφορον της συννόμου τοιαύτης ή γενικώτερον ενεργήται απόκρυψις κερδών, με
αποτέλεσμα την μη διανομήν του υπό του Καταστατικού οριζομένου
πρώτου μερίσματος και εφ' όσον ζητήσουν τούτο μέτοχοι
εκπροσωπούντες το 1/20 του καταβεβλημένου
εταιρικού κεφαλαίου.
3. Ακυρουμένης της αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως διά τους
εν τη προηγουμένη παραγράφω λόγους, το δικαστήριον διά της αυτής
αποφάσεως καθορίζει τας επενεκτέας εν τω
Ισολογισμώ μεταβολάς. Τελεσιδίκου καταστάσης της αποφάσεως,
το Διοικητικόν Συμβούλιον υποχρεούται
αμελλητί, εις την βάσει ταύτης
αναπροσαρμογήν του Ισολογισμού και καθορισμού του διανεμητέου μερίσματος".
**Το άρθρον 35β προσετέθη διά του άρθρου 19 του
ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
1. Την ακύρωσιν της αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως δικαιούνται να ζητήσουν:
α) Μέτοχοι εκπροσωπούντες το 1/20 του εταιρικού κεφαλαίου εάν παρέστησαν εις την Γενικήν Συνέλευσιν και αντετάχθησαν εις την ληφθείσαν απόφασιν ή εάν παρά τον νόμον απεκλείσθησαν από της Γενικής Συνελεύσεως ή εάν η Συνέλευσις δεν συνεκλήθη ως έδει.
β) Το Διοικητικόν Συμβούλιον.
γ) Παν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου εάν διά της εκτελέσεως της αποφάσεως ήθελεν εκτεθή εις ποινικήν δίωξιν ή υποχρέωσιν προς αποζημίωσιν.
2. Η προς ακύρωσιν αγωγή στρεφομένη κατά της Εταιρίας δέον να εγερθή εντός προθεσμίας εξ μηνών από της υποβολής εις τοε Υπουργείον Εμπορίου του αντιγράφου των πρακτικών της Γενικής Συνελεύσεως καθ' ην ελήφθη η απόφασις. Η κηρύττουσα την ακυρότητα απόφασις ενεργεί έναντι πάντων. Εάν η αγωγή εγερθή υπό του Διοικητικού Συμβουλίου ή μέλους αυτού, ο Πρόεδρος Πρωτοδικών της περιφερείας εις την οποίαν εδρεύει η Εταιρεία διορίζει κατά την διαδικασίαν του άρθρου 634 της Πολ. Δικονομίας επί τη αιτήσει του έχοντος έννομον συμφέρον ειδικόν εκπρόσωπον της Εταιρείας προς διεξαγωγήν του δικαστικού αγώνος.
3. Εις τας περιπτώσεις των άρθρων 35β παρ. 2 και 3
και 35γ δέον όπως οι αιτούντες την ακύρωσιν μέτοχοι τηρώσι κατατεθειμένας παρά
τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων, τη Τραπέζη της
Ελλάδος ή οιαδήποτε άλλη ανεγνωρισμένη Ελληνική Τραπέζη τας παρεχούσας εις
αυτούς το δικαίωμα αιτήσεως ακυρώσεως
μετοχάς μέχρι της οριστικής αποφάσεως του
Δικαστηρίου. Το Δικαστήριον δύναται να διατάξη και την
προ ταύτης απόδοσιν των μετοχών επί παροχή ή και άνευ εγγυήσεως".
***Το άρθρον 35γ προσετέθη διά του άρθρου 19 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4ον
Ελεγκταί και δικαιώματα μειοψηφίας
"1. Προκειμένου να ληφθεί έγκυρα απόφαση από τη
Γενική Συνέλευση σχετικά με τους
ετήσιους λογαριασμούς (ετήσιες οικονομικές
καταστάσεις), αυτοί θα πρέπει να έχουν ελεγχθεί προηγουμένως από
δυο τουλάχιστον ελεγκτές.
Οι ανώνυμες εταιρείες, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 6
του άρθρου 42α, εκλέγουν υποχρεωτικά τους ελεγκτές τους από τους
Ορκωτούς Λογιστές του Σώματος Ορκωτών Λογιστών του
Ν.Δ. 3329/1955 "Περί συστάσεως Σώματος Ορκωτών
Λογιστών" (ΦΕΚ Α' 230/1955), σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας
που ισχύουν κάθε φορά. Στην περίπτωση αυτη, οι εταιρείες, για τον τακτικό τους
έλεγχο, έχουν τη δυνατότητα, αντί δυο ελεγκτών, να εκλέγουν
ένα μόνο Ορκωτό Λογιστή.
Οι διατάξεις των παρ. 7 και
8 του άρθρου 42α εφαρμόζονται αναλόγως".
*** Η παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 27 του ΠΔ 409/1986
(Α 191).
2. Οι ελεγκταί ούτοι, ως και ισάριθμοι αναπληρωματικοί, ορίζονται πάντοτε υπό
της προηγουμένης τακτικής Γενικής Συνελεύσεως, πλην των ελεγκτών της πρώτης
εταιρικής χρήσεως, οίτινες δύνανται να ονομασθώσιν εν τω καταστατικώ ή να
ορισθώσιν υπό εκτάκτου Συνελεύσεως, συγκαλουμένης εντός τριμήνου από της
συστάσεως της εταιρείας.
"Εις ας Εταιρείας έχει επεκταθή ο
θεσμός των ορκωτών λογιστών, τούτους εκλέγει η Γενική
Συνέλευσις εκ καταλόγου εξ εξ (6) τουλάχιστον ορκωτών λογιστών, χορηγουμένου υπό
του Εποπτικού Συμβουλίου του Σώματος πέντε τουλάχιστον ημέρας
προ της Γενικής Συνελεύσεως".
***Το εντός " " εδάφιον της παραγρ.2 προσετέθη διά του άρθρου 20
παρ.1 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
"3. Οι ελεγκτές αμείβονται πάντοτε από την εταιρία. Το ποσό της αμοιβής
τους ορίζεται με την απόφαση της γενικής συνέλευσης που τους διορίζει. Ποσοστό
της αμοιβής των ελεγκτών παρακρατείται και αποδίδεται στο Οικονομικό
Επιμελητήριο Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.). Το ελάχιστο όριο της αμοιβής των ελεγκτών , καθώς
και το ποσοστό της παρακράτησης και η διαδικασία απόδοσής του στον Ο.Ε.Ε.
καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης ύστερα από
γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Η αμοιβή των ορκωτών ελεγκτών καθορίζεται με τη διαδικασία που
προβλέπεται στις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 18 του ν. 2231/1994
(ΦΕΚ 139 Α'):
*** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 9 άρθρ.10
Ν.2741/1999 ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.
4. Εντός πέντε ημερών από της συνεδριάσεως της ορισάσης τους ελεγκτάς
Γενικής Συνελεύσεως, δέον να γίνη υπό της εταιρίας η ανακοίνωσις προς αυτούς του
διορισμού των, εν περιπτώσει δε καθ' ην δεν αποποιηθώσι τον διορισμόν τούτον
εντός πενθημέρου προθεσμίας, θεωρούνται ως αποδεχθέντες και έχουσι πάσας τας εκ
του άρθρου 37 ευθύνας και
υποχρεώσεις.
*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με το άρθρον 23 παρ. 2 του Ν.Δ. 400/1970,
ΦΕΚ Α 10:
"Αι αυταί ως άνω Ασφαλιστικαί Εταιρείαι (αλλοδαπαί) υπόκεινται εις
την αρμοδιότητα των Ελληνικών Δικαστηρίων και εις τον κατά τας
διατάξεις του άρθρου 36 του Ν.2190/1920 "περί Ανωνύμων Εταιρειών" ως
ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και του άρθρου 2 παρ. 4 του
Ν.Δ. 3329/1955 "περί συστάσεως Σώματος
Ορκωτών Λογιστών" λογιστικόν έλεγχον διά τας εν Ελλάδι
εργασίας των".
1. Οταν, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε
φορά, δεν προβλέπεται η διενέργεια ελέγχου ανώνυμης εταιρίας από ορκωτό ελεγκτή,
ο έλεγχος διενεργείται από ελεγκτές πτυχιούχους ανώτατων σχολών πουέχουν άδεια
άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος από το Οικονομικό Επιμελητήριο
Ελλάδας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Π.Δ. 475/1991 (ΦΕΚ 176 Α').
2. Οι κατά τα ανωτέρω ελεγκτές δύνανται να επαναδιορίζονται, όχι όμως για
περισσότερες από πέντε εταιρικές χρήσεις.
*** Το άρθρο 36α αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.13 Ν.2339/1995 (Α 204),σύμφωνα δε με το άρθρο 31 του ιδίου νόμου ΙΣΧΥΕΙ ΑΠΟ 1-1-1996
"1. Οι ελεγκταί οφείλουσι κατά την
διάρκειαν της χρήσεως να παρακολουθώσι την λογιστικήν
και διαχειριστικήν κατάστασιν της Εταιρίας
δικαιούμενοι να λάβωσι γνώσιν
οιουδήποτε βιβλίου, λογαριασμού ή εγγράφου περιλαμβανομένων και των
πρακτικών της Γενικής Συνελεύσεως και του
Διοικητικού Συμβουλίου. Υποχρεούνται όπως προβαίνωσιν
εις πάσαν αναγκαίαν υπόδειξιν προς το
Διοικητικόν Συμβούλιον, εν περιπτώσει δε παραβάσεως των διατάξεων του
Νόμου ή του καταστατικού αναφέρωνται εις τον ασκούντα την εποπτείαν
Υπουργόν του Εμπορίου.
Μετά την λήξιν της χρήσεως υποχρεούνται να ελέγξωσι τον
ισολογισμόν και τον λογαριασμόν αποτελεσμάτων χρήσεως
υποβάλλοντες προς την τακτικήν γενικήν συνέλευσιν
έκθεσιν περί του πορίσματος του ελέγχου αυτών.
Εκ της εκθέσεως ταύτης δέον να προκύπτη σαφώς,
μετ' έλεγχον της ακριβείας και νομιμότητος των εγγραφών εις τα
βιβλία της επιχειρήσεως, εάν ο ισολογισμός
απεικονίζη την οικονομικήν κατάστασιν της
επιχειρήσεως κατά την ημερομηνία της λήξεως της ελεγχθείσης χρήσεως, ο δε
λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως τα προκύψαντα
κατ' αυτήν αποτελέσματα.
Ειδικώτερον η έκθεσις των ελεγκτών οφείλει να αναφέρη
α) εάν παρεσχέθησαν εις αυτούς αι
πληροφορίαι, ων είχον ανάγκην προς εκτέλεσιν του έργου των,
β) εάν έλαβον
γνώσιν πλήρους απολογισμού των εργασιών
των υποκαταστημάτων, εφ' όσον υπάρχουν τοιαύτα,
γ) εάν προκειμένου περί βιομηχανικής
Εταιρίας τηρήται κανονικώς λογαριασμός κόστους παραγωγής και
δ) εάν επήλθε τροποποίησις εις την μέθοδον της
απογραφής εν σχέσει προς την προηγουμένην χρήσιν".
***Η παράγραφος 1 αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρου
21 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123).
2. Οι ελεγκταί οφείλουσι να παρίστανται εν τη Γενική Συνελεύσει και να
παρέχωσι πάσαν πληροφορίαν, σχετικήν προς τον παρ' αυτών ενεργηθέντα έλεγχον.
"3. Οι ελεγκταί ευθύνονται κατά την ενάσκησιν των
καθηκόντων των διά παν πταίσμα υποχρεούμενοι εις αποζημίωσιν της
Εταιρείας. Η εκ του παρόντος ευθύνη δεν δύναται να αποκλεισθή ή τροποποιηθή. Η
αξίωσις της εταιρείας παραγράφεται μετά διετίαν".
***Η παράγρ. 3 προσετέθη διά του άρθρου 21 του ΝΔ 4237/1962 (Α
123).
"4. Δεν μπορούν να ορισθούν ελεγκτές εταιρίας, πρόσωπα από τα αναφερόμενα
στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 του παρόντος, υπάλληλοι της εταιρίας ή
εξαρτημένης προς αυτή εταιρίας δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου, τραπεζών και επιχειρήσεων κοινής ωφελείας".
***Η παράγρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 21 του ΝΔ 4237/1962 (Α 123)
και αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 άρθρ.13 Ν.2339/1995 (Α 204), σύμφωνα δε
με το άρθρο 31 του ιδίου νόμου ΙΣΧΥΕΙ ΑΠΟ 1-1-1996
5. Η έκθεση των ελεγκτών περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα ακόλουθα:
α) Εισαγωγή, στην οποία προσδιορίζονται οι ετήσιοι λογαριασμοί που αποτελούν αντικείμενο του νόμιμου ελέγχου, καθώς και το συγκεκριμένο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που εφαρμόσθηκε κατά την κατάρτιση τους.
β) Περιγραφή του εύρους του νόμιμου ελέγχου, στην οποία αναφέρονται και τα ελεγκτικά πρότυπα, βάσει των οποίων διενεργήθηκε ο νόμιμος έλεγχος.
γ) Ελεγκτική γνώμη, στην οποία οι ελεγκτές εκφράζουν τη γνώμη τους με σαφήνεια, για το κατά πόσον οι ετήσιοι λογαριασμοί παρέχουν πιστή και πραγματική εικόνα σύμφωνα με το αντίστοιχο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και για το κατά πόσον οι ετήσιοι λογαριασμοί πληρούν τα όσα προβλέπει ο νόμος. Η ελεγκτική γνώμη μπορεί να εκδίδεται με ή χωρίς επιφυλάξεις, να είναι αντίθετη ή, σε περίπτωση που οι ελεγκτές αδυνατούν να εκφράσουν γνώμη, να λαμβάνει τη μορφή άρνησης γνώμης.
δ) Παραπομπή σε θέματα, στα οποία οι ελεγκτές επιθυμούν να επιστήσουν την προσοχή χωρίς να διατυπώσουν επιφυλάξεις στην ελεγκτική γνώμη.
ε) Ελεγκτική γνώμη σχετικά με το κατά πόσον η ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου αντιστοιχεί με τους ετήσιους λογαριασμούς του ιδίου οικονομικού έτους.
Η έκθεση υπογράφεται και χρονολογείται από τους ελεγκτές - Η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.9 άρθρου 1 Ν.3487/06
Ανώνυμοι Εταιρείαι προσλαμβάνουσαι τους κατά τα άρθρα 36 και επ. του
παρόντος ελεγκτάς αυτών εξ ορκωτών λογιστών απολαύουσι των κατωτέρω
πλεονεκτημάτων:
α) Επί των εταιρειών τούτων δικαίωμα όπως ζητήσωσι τον έλεγχον κατά το
άρθρον 39α παρ. 1 εν συνδυασμώ προς το άρθρον 40 εδαφ. α' του παρόντος έχουσι
μέτοχοι αντιπροσωπεύοντες τουλάχιστον το 1/10 του καταβεβλημένου εταιρικού
κεφαλαίου.
β) Η Επιτροπή του Χρηματιστηρίου δύναται να ζητήση τον άνω έλεγχον δι'
αποφάσεως αυτής λαμβανομένης ουχί δια της πλειοψηφίας αυτής, ως εν άρθρω 40
εδαφ. β', αλλά δια πλειοψηφίας των 3/4 των μελών αυτής.
γ) Ο Υπουργός του Εμπορίου δικαιούται να ζητήση τον αυτόν ως άνω έλεγχον,
αλλά μετά γνώμην της Επιτροπής Ανωνύμων Εταιρειών.
1. Οι ελεγκταί δικαιούνται δι' αιτήσεως αυτών προς τον Πρόεδρον του
Διοικητικού Συμβουλίου να ζητήσωσι την σύγκλησιν εκτάκτου γενικής συνελεύσεως.
2. Η Συνέλευσις αύτη συγκαλείται υποχρεωτικώς υπό του Διοικητικού
Συμβουλίου εντός δέκα ημερών από της επιδόσεως της αιτήσεως προς τον Πρόεδρον
αυτού, έχει δε ως αντικείμενον ημερησίας διατάξεως το εν τη αιτήσει
περιεχόμενον.
1. Αιτήσει μετόχων, εκπροσωπούντων το εν εικοστόν του καταβεβλημένου
εταιρικού κεφαλαίου, το Διοικητικόν Συμβούλιον υποχρεούται ίνα συγκαλή έκτακτον
γενικήν συνέλευσιν των μετόχων, ορίζον ημέραν συνεδρίας αυτής, μη απέχουσαν
περισσότερον των τριάκοντα ημερών από της χρονολογίας της επιδόσεως της
αιτήσεως προς τον Πρόεδρον του Διοικητικού Συμβουλίου.
2. Η αίτησις περιέχει το αντικείμενον της ημερησίας διατάξεως.
"3. Με αίτηση μετόχου ή μετόχων που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του
καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, ο πρόεδρος της συνέλευσης υποχρεούται να
αναβάλει μια μόνο φορά τη λήψη αποφάσεων από τη γενική συνέλευση, τακτική ή
έκτακτη, για όλα ή ορισμένα θέματα, ορίζοντας ημέρα συνέχισης της συνεδρίασης,
αυτή που ορίζεται στην αίτηση των μετόχων, η οποία όμως δεν μπορεί να απέχει
περισσότερο από τριάντα (30) ημέρες από τη χρονολογία της αναβολής.
Η μετ' αναβολή γενική συνέλευση αποτελεί συνέχιση της προηγούμενης και
δεν απαιτείται η επανάληψη των διατυπώσεων δημοσίευσης της πρόσκλησης των
μετόχων σε αυτήν δε, μπορούν να μετάσχουν και νέοι μέτοχοι, τηρουμένων των
διατάξεωων των άρθρων 27 παρ. 2 και 28".
** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.3 άρθρ.13
Ν.2339/1995 (Α 204).
"4. Αιτήσει μετόχων εκπροσωπούντων το 1/20
του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου, υποβαλλομένη εις
την εταιρείαν πέντε πλήρεις ημέρας προ της τακτικής Γενικής Συνελεύσεως,
το Διοικητικόν Συμβούλιον υποχρεούται
α) να ανακοινοί εις την Γενικήν Συνέλευσιν των
μετόχων τα ποσά άτινα κατά την τελευταίαν διετίαν
κατεβλήθησαν δι' οιανδήποτε αιτίαν υπό της εταιρείας εις
μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή τους
Διευθυντάς ή άλλους υπαλλήλους αυτής, ως και πάσαν άλλην παροχήν προς τα
πρόσωπα ταύτα ή πάσαν εξ οιασδήποτε αιτίας υφισταμένην σύμβασιν της εταιρείας
μετ' αυτών,
β) να παρέχη τας αιτουμένας συγκεκριμένας
πληροφορίας περί των υποθέσεων της εταιρείας καθ'
ο μέτρον είναι αύται χρήσιμοι διά την πραγματικήν εκτίμησιν των
θεμάτων της ημερησίας διατάξεως. Το
Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται ν' αρνηθή την παροχήν των
αιτουμένων πληροφοριών ένεκα αποχρώντος λόγου, της αιτιολογίας αναγραφομένης
εις τα πρακτικά".
"5. Αιτήσει μετόχων εκπροσωπούντων το
1/3 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου υποβαλλομένη
εις την εταιρίαν εντός της προθεσμίας
της προηγουμένης παραγράφου και εφ' όσον
ούτοι δεν εκπροσωπούνται εν τω Διοικητικώ Συμβουλίω, το Διοικητικόν
Συμβούλιον υποχρεούται να παράσχη προς αυτούς κατά την Γενικήν Συνέλευσιν
ή εάν προτιμά προ ταύτης εις εκπρόσωπον αυτών, πληροφορίας περί της
πορείας των εταιρικών υποθέσεων και
της περιουσιακής καταστάσεως της εταιρίας. Το
Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να αρνηθή
ένεκα αποχρώντος ουσιώδους λόγου, της αιτιολογίας
αναγραφομένης εις τα πρακτικά".
"6. Στις περίπτωσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 και της
παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, τυχόν αμφισβήτηση ως προς το βάσιμο ή μη της
αιτιολογίας άρνησης παροχής των πληροφοριών, επιλύεται από το μονομελές
πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας, με απόφασή του που εκδίδεται κατά τη
διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Με την ίδια απόφαση το δικαστήριο υποχρεώνει
και την εταιρία να παράσχει τις πληροφορίες που αρνήθηκε".
** Η παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω με την 3 άρθρ.13
Ν.2339/1995 (Α 204)
"7. Αιτήσει μετόχων εκπροσωπούντων το
1/20 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου, η λήψις αποφάσεως επί τινος
θέματος της ημερησίας διατάξεως γενικής συνελεύσεως ενεργείται δι' ονομαστικής
κλήσεως".
"8. Εις απάσας τας άνω
περιπτώσεις των παραγράφων 1 - 5 οι αιτούντες μέτοχοι
οφείλουσι να τηρήσωσι κατατεθειμένας, συμφώνως προς το άρθρον 28 του
παρόντος, τας παρεχούσας αυτοίς τα ανωτέρω δικαιώματα μετοχάς αυτών από της
χρονολογίας της επιδόσεως της αιτήσεως των μέχρι της συνεδριάσεως
της Γενικής Συνελεύσεως, εις δε τας περιπτώσεις της παραγράφου 6 μέχρις
εκδόσεως της αποφάσεως του Προέδρου".
"9. Το καταστατικόν δύναται να μειώση, ουχί όμως πέραν του
ημίσεος, τα απαιτούμενα διά την άσκησιν των εις τας ανωτέρω παραγράφους 4 και 5
δικαιωμάτων ποσοστά του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου".
1. Η άσκησις του ελέγχου επί των Ελληνικών Ανωνύμων Εταιρειών ως και των
εν Ελλάδι υποκαταστημάτων και πρακτορείων των αλλοδαπών ανωνύμων εταιρειών, όσον
αφορά την συμφώνως προς τους νόμους, το καταστατικόν και τας αποφάσεις της
Γενικής Συνελεύσεως κατάρτισιν του Ισολογισμού και οικονομικήν εν γένει
διαχείρισιν και λειτουργίαν αυτών, γίνεται κατά τας διατάξεις των άρθρων 40,
40α, 40β, 40γ, 40δ, 40ε.
2. Η λοιπή αρμοδιότης ελέγχου, περί ου τα άρθρα 51-53 του παρόντος
παραμένει εις τον Υπουργόν του Εμπορίου δυνάμενον, οσάκις κρίνει αναγκαίον, να
ασκήση αυτόν δια των αρμοδίων υπαλλήλων του Υπουργείου τούτου ή των κατά το
άρθρον 40β του παρόντος ελεγκτών ανωνύμων εταιρειών.
3." Αρμόδιοι υπάλληλοι της προηγούμενης παραγράφου νοούνται οι υπάλληλοι
του υπουργείου Εμπορίου, ως και οι υπάλληλοι των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, που
υπηρετούν στις αρμόδιες υπηρεσίες ανωνύμων εταιριών και εμπορίου, οριζόμενοι με
απόφαση του υπουργού Εμπορίου, κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ που συμπληρώνουν οκταετή
υπηρεσία και κατηγορίας ΔΕ που συμπληρώνουν δεκαεπταετή υπηρεσία και είναι
κάτοχοι τουλάχιστον απολυτηρίου λυκείου ή εξατάξιου γυμνασίου".
Η αμοιβή των ελεγκτών της παραγράφου αυτής καθορίζεται με απόφαση του
Υπουργού Εμπορίου και καταβάλλεται υποχρεωτικά από την εταιρεία στην οποια
διενεργήθηκε ο έλεγχος".
*Η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 6 του Ν.2156/1993 (ΦΕΚ Α 109),και το πρώτο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.4 άρθρ.13 Ν.2339/1995 (Α 204)
"4.Με κοινή απόφαση των υπουργών Προεδρίας της Κυβερνησης Οικονομικών και
Εμπορίου συνιστάται ειδικός λογαριασμος στην Τράπεζα της Ελλάδος στον οποίο
περίερχονται τα εσοδα από ειδική εισφορά ποσοστού (7) που επιβάλλεται επί των
τελών δημοσιευσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των πράξεων και στοιχείων των
ανωνύμων εταιρίων που υπόκεινται σε δημοσιότητα σύμφωνα με τις διαταξεις του
άρθρου 7α του κωδ. ν.2190/1920 υπέρ των υπαλλήλων του Υπουργείου Εμπορίου.
Με απόφαση του υπουργού Εμπορίου,καθορίζονται οι προυποθέσεις διαθεσης
της κατα ανωτερω εισφοράς στους υπαλλήλους,ως και κάθε άλλη λεπτομέρεια που
είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής".
** Η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 29 Ν.2339/1995 (Α
204).
"1. Δικαίωμα να ζητήσουν έλεγχο της εταιρίας από το μονομελές πρωτοδικείο
της περιφερείας στην οποία εδρεύει η εταιρία, που δικάζει κατά τη διαδικασία της
εκούσιας δικαιοδοσίας, έχουν οι κατωτέρω και υπό τις εξής προϋποθέσεις".
*** Το πρώτο εδάφιο της παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.5
άρθρ.13 Ν.2339/1995 (Α 204)
α) Μέτοχοι της εταιρείας αντιπροσωπεύοντες τουλάχιστον το 1/20 του
καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. Το καταστατικόν δύναται να μειώση ουχί
όμως πέραν του ημίσεος το απαιτούμενον διά την άσκησιν του εις το παρόν
άρθρον δικαιώματος ποσοστόν του καταβεβλημένου
εταιρικού κεφαλαίου.
β) Η Επιτροπή του Χρηματιστηρίου προκειμένου περί
εταιρειών, ων αι μετοχαί έχουσι εισαχθή εις το Χρηματιστήριον, της
σχετικής αποφάσεως λαμβανομένης διά πλειοψηφίας των 2/3 των μελών αυτής.
γ) Ο Υπουργός Εμπορίου οσάκις συντρέχουσι προς τούτο
σοβαροί λόγοι
δ) Επί ανωνύμων εταιρειών ασκουσών επιχείρησιν κοινής
ωφελείας ή χρήσεως, το αυτό δικαίωμα έχει παραλλήλως και ο εποπτεύων
Υπουργός.
2. Εις τας περιπτώσεις α' και β' ο
έλεγχος διατάσσεται, εάν πιθανολογήται ότι διά των καταγγελλομένων
πράξεων παραβιάζονται αι διατάξεις των νόμων ή του
καταστατικού της εταιρίας ή των αποφάσεων της Γενικής Συνελεύσεως.
Εις την περίπτωσιν γ' και δ' ο έλεγχος διατάσσεται υποχρεωτικώς
υπό του αρμοδίου Προέδρου.
Εις πάσας τας περιπτώσεις αι καταγγελλόμεναι πράξεις δέον να
εγένοντο εις χρόνον μη απέχοντα της διετίας από της χρονολογίας της
εγκρίσεως του ισολογισμού της χρήσεως εντός της οποίας ετελέσθησαν αύται.
3. Μέτοχοι της εταιρίας εκπροσωπούντες το 1/3 του
καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου δικαιούνται όπως
ζητήσωσιν από τον αρμόδιον Πρόεδρον κατά τα ως άνω εν
παραγράφω 1 οριζόμενα, έλεγχον της εταιρίας εφ' όσον εκ της όλης
πορείας των εταιρικών υποθέσεων καθίσταται πιστευτόν
ότι η διοίκησις των εταιρικών υποθέσεων δεν ασκείται ως
επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείρισις. Η
διάταξις αύτη δεν εφαρμόζεται οσάκις η
αιτούσα μειοψηφία εκπροσωπείται εις το Διοικητικόν
Συμβούλιον της εταιρείας.
4. Οι αιτούντες δέον μέχρι της αποφάσεως επί της αιτήσεως να
τηρώσι κατατεθειμένας παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και
Δανείων, τη Τραπέζη της Ελλάδος ή οιαδήποτε άλλη
ανεγνωρισμένη Ελληνική Τραπέζη τας παρεχούσας εις
αυτούς το δικαίωμα προς υποβολήν αιτήσεως μετοχάς, πάντως δε
ουχί ολιγώτερον των τριάκοντα ημερών από της υποβολής της
αιτήσεως".
***Το άρθρον 40 προσετέθη διά του άρθρου 23 του ΝΔ 4237/1962 (Α
123)
Ο κατά τα ανωτέρω αρμόδιος Πρόεδρος, διατάσσων τον έλεγχον επί των
καταγγελλομένων πράξεων, αναθέτει την ενέργειαν αυτού εις ένα ή πλείονας των
κατά το κατωτέρω άρθρον ελεγκτών των ανωνύμων εταιρειών.
1. Οι κατά το προηγούμενον άρθρον ελεγκταί των ανωνύμων εταιρειών
προέρχονται εξ ανωτέρων υπαλλήλων της Τραπέζης της Ελλάδος, της Εθνικής Τραπέζης
της Ελλάδος και της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος και εξ ανωτέρων υπαλλήλων του
Κράτους εν ενεργεία ή συνταξιούχων, διορίζονται δε κατά τον ακόλουθον τρόπον.
2. Προσκλήσει του Υπουργού του Εμπορίου η Τράπεζα της Ελλάδος, η Εθνική
Τράπεζα της Ελλάδος και η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος και αι δημόσιαι
υπηρεσίαι, αίτινες έχουσι μεταξύ του προσωπικού των πρόσωπα κατάλληλα δια την
άσκησιν του περί ου ο παρών νόμος ελέγχου αποστέλλουσιν εις το Υπουργείον τούτο
κατάλογον τοιούτων προσώπων, την καταλληλότητα των οποίων πιστοποιούσιν οι
αρμόδιοι διευθυνταί των υπηρεσιών.
3. Ο Υπουργός του Εμπορίου διαβιβάζει τον κατάλογον τούτον εις την
Επιτροπήν Ανωνύμων Εταιρειών, ήτις, μετ' έρευναν, προτείνει ως διοριστέους
διπλάσιον αριθμόν των εκάστοτε αναγκαιούντων, εξ ων ο Υπουργός εκλέγει του
ημίσεις, διοριζομένους δια πράξεώς του, δημοσιευομένης εν τω Δελτίω Ανωνύμων
Εταιρειών και Εταιρειών Περιωρισμένης Ευθύνης.
4. Οι ελεγκταί των ανωνύμων εταιρειών προ της αναλήψεως των καθηκόντων
αυτών δίδουσι τον όρκον του δημοσίου υπαλλήλου ενώπιον του Υπουργού ή άλλης υπ'
αυτού εξουσιοδοτημένης Αρχής.
5. Οι ελεγκταί των Ανωνύμων Εταιρειών θεωρούνται κατά την άσκησιν του
ελέγχου ως δημόσιοι υπάλληλοι.
6. Εν τη περί διορισμού πράξει ορίζονται και η πόλις ή η περιφέρεια εντός
των οποίων δύνανται ν' ασκήσωσι το έργον των οι ελεγκταί.
7. Ο αριθμός των ελεγκτών δι' εκάστην πόλιν ή περιφέρειαν καθορίζεται δι'
αποφάσεως του Υπουργού του Εμπορίου. Αι Αθήναι και ο Πειραιεύς δια την εφαρμογήν
της παρούσης θεωρούνται μία πόλις.
8. Οι προερχόμενοι εκ των ως άνω Τραπεζών ελεγκταί δεν δικαιούνται
να ασκήσωσι έλεγχον επί των ανωνύμων τραπεζιτικών εταιρειών.
1. Οι ελεγκταί ανωνύμων εταιρειών, οφείλουσιν όσον το δυνατόν ταχύτερον
να περατώσι το ανατιθέμενον εκάστοτε αυτοίς έργον του ελέγχου, το δε πόρισμα
αυτών υποχρεούνται να υποβάλλωσιν εις τον Υπουργόν του Εμπορίου, εις περίπτωσιν
δε καθ' ην εξηκρίβωσαν παραβάσεις ποινικώς κολασίμους, και εις την αρμοδίαν
εισαγγελικήν αρχήν.
2. Η αμοιβή των ελεγκτών καθορίζεται μετά το πέρας του ελέγχου υπό του
Υπουργείου Εμπορίου, μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Ανωνύμων Εταιρειών,
καταβάλλεται δε υποχρεωτικώς υπό της εταιρείας, εφ' ης ενηργήθη ο έλεγχος.
Οι ελεγκταί των ανωνύμων εταιρειών παύονται δι' αποφάσεως του Υπουργού
του Εμπορίου, μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Ανωνύμων Εταιρειών, εις
περιπτώσεις μη ευόρκου ή αμελούς εκπληρώσεως των καθηκόντων αυτών.
Η περί τούτων απόφασις ητιολογημένη δημοσιεύεται εις το Δελτίον Ανωνύμων
Εταιρειών και Εταιρειών Περιωρισμένης Ευθύνης.
Ο κατά τα άρθρα 40 και 40α
διατασσόμενος έλεγχος διαχειρίσεως των ανωνύμων εταιρειών ανατίθεται
υποχρεωτικώς εις ορκωτόν ή ορκωτούς λογιστάς, εφ' όσον η ελεγχομένη εταιρία έχει
τακτικόν ελεγκτήν εκ του Σώματος των Ορκωτών Λογιστών. Εις πάσαν άλλην
περίπτωσιν έχουσι πλήρη εφαρμογήν αι διατάξεις των άρθρων 40 και 40α του
παρόντος.